ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2019

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ (Κ' ΜΕΡΟΣ)



Ο Γρηγόριος Ευστρατιάδης (1864-1950) υπήρξε νομικός, εκδότης και βουλευτής. 

Επί σειρά ετών υπήρξε εκδότης και διευθυντής της εφημερίδας ''ΣΚΡΙΠ'' της Αθήνας. 

Το ''ΣΚΡΙΠ'' αμέσως μετά την ημερολογιακή καινοτομία του 1924 τάχθηκε 

κατά του συνόλου των νεωτερισμών, που εισήγαγαν στο σώμα της Εκκλησίας 

ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης. 

Φιλοξενούσε 

στις σελίδες του το σύνολο σχεδόν των ανακοινώσεων της ''Ελληνικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών'', 

δημοσίευε

 -με εμπεριστατωμένα ρεπορτάζ- όλες τις ειδήσεις για τις διώξεις των χιλιάδων αποτειχισμένων ''Παλαιοημερολογιτών'' 

και παρουσίαζε άρθρα αντινεωτεριστικά και κατά της κίνησης για την ''Ένωση των Εκκλησιών'', 

όπως ονομαζόταν τότε η οικουμενική κίνηση. 

Το βιβλίο του ''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'' δημοσιεύθηκε 

υπό την μορφή 

συνεχιζόμενων άρθρων τον Μάρτιο του 1928 και αποτέλεσε

 μια εμπεριστατωμένη δημοσιογραφική και θεολογική εργασία για το ημερολογιακό σχίσμα. 

Το περισσότερο -ίσως- ενδιαφέρον 

στο βιβλίο αυτό παρουσιάζει το γεγονός, 

ότι επιχειρήθηκε η προσέγγιση των δρώμενων της ημερολογιακής καινοτομίας 

και

μέσα από το πληροφοριακό φάσμα της δημοσιογραφίας και εύλογα η επικαιρότητα ζωντανεύει ιδεατά 

στα ''πέτρινα'' αυτά χρόνια του Μεσοπολέμου, προσφέροντας στον αναγνώστη διαδραστικά τον επίκαιρο και ζωντανό παλμό των γεγονότων!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος




Κ' Μέρος


Η τελευταία πράξις της υπό του Αρχιεπισκόπου Αθηνών εκπροσωπουμένης Εκκλησίας της Ελλάδος προς τελείαν ανατροπήν της ισχυούσης επί αιώνας Εκκλησιαστικής τάξεως και της αφομοιώσεως, ως προς το Ημερολόγιον μετά της Εκκλησίας της Δύσεως ήτο, ως είδομεν εις τα προηγούμενα άρθρα, η υπ. αριθ. 430 της 1ης Μαρτίου 1924 εγκύκλιος, η αποσταλείσα προς τους Ιεράρχας της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, ην και εδημοσιεύσαμεν. Είπομεν, ότι η εγκύκλιος αύτη γέμει ανακριβειών. Και: 


α'. Λέγει εν αρχή, ότι ''ζωηρώς απησχόλησε την Ελληνικήν Κοινωνίαν το ζήτημα του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου''. Αλλά πριν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών υψώση την σημαίαν της αφομοιώσεως του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου προς το Πολιτικόν, ουδαμώς ουδέποτε η Ελληνική Κοινωνία απησχολήθη και μάλιστα ζωηρώς με το ζήτημα τούτο. Διότι όλος ο Λαός απάσης της Ελλάδος, ουδέ εφαντάζετο, ότι θα υπήρχεν Ιεράρχης ανήκων εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος, όστις θα έρριπτε την ιδέα της μεταβολής του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου, παραβαίνων και ανατρέπων τα προδεδογμένα, τας παραδόσεις της Εκκλησίας. 


Ουδείς, ούτε εις τον τύπον, ούτε εις διαλέξεις, ούτε εις φυλλάδια, ούτε εις Σωματεία ή Συλλόγους, ούτε εις συνεντεύξεις ανδρών Εκκλησιαστικών ή πολιτικών ή Καθηγητών, ούτε εις συλλαλητήρια, ουδείς εγένετο λόγος περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου. Ο Λαός και η Κοινωνία τουναντίον ήρχισε να απασχολείται και να εξανίσταται ακριβώς μετά την ανακίνησιν του ημερολογιακού Εκκλησιαστικού ζητήματος υπό της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Και ήρχισε να απασχολήται διαμαρτυρόμενος ο Λαός διά τον μελετηθέντα αφρόνως νεωτερισμόν. 


Εάν δε επήρχετο ο αιφνιδιασμός ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και δεν ανεπήδα η πρότασις αυτού και το υπόμνημά του προς την Ιεράν Σύνοδον, η Κοινωνία, ο Λαός όλος θα ετήρει εν ειρήνη και αγάπη και ενότητι, ως μέχρι τούδε την καθεσκηκυίαν από αιώνων από αιώνων Εκκλησιαστικήν Τάξιν. Πρώτη απασχόλησις του Λαού, αν ενθυμούμεθα καλώς, εσημειώθη τον Φεβρουάριον 1924 -δηλαδή μετά την απόφασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος περί της μεταβολής- ότε εν τη αιθούση του Συλλόγου των Εμπορουπαλλήλων εγένετο συγκέντρωσις την 22 Φεβρουαρίου πλείστων ορθοδόξων Χριστιανών, οίτινες δι' επιτροπής διεμαρτυρήθησαν διά την ζητουμένην υπό της Εκκλησίας της Ελλάδος μεταρρύθμισιν του Ημερολογίου, παρά τας διαμαρτυρίας των τριών Πατριαρχείων Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. 


Ανακριβέστατον λοιπόν, ότι ζωηρώς απησχόλει την Ελληνικήν κοινωνίαν το ζήτημα του Ημερολογίου, εξ' ου δήθεν ωρμήθη η Εκκλησία της Ελλάδος και να σκεφθή περί της μεταβολής. 


β'. Αναφέρει επίσης η Εγκύκλιος, ότι την πρότασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος απεδέχθη ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αναγνωρίσας την επείγουσαν ανάγκην της επιλύσεως του ζητήματος ''προς πρόληψιν της περαιτέρω δεινής και επιζημιωτάτης ημερολογιακής συγχύσεως και ανωμαλίας''. Ανακριβέστατον και τούτο. Αν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών υπέβαλεν εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον την ιδέαν, ότι υπάρχει δεινή και επιζημιωτάτη ημερολογιακή σύγχυσις, αύτη ήτο τελείως ανυπόστατος. Διότι, ουδαμού είχε σημειωθή σύγχυσις και ανωμαλία, ώστε να την προλάβη δήθεν η πρότασις της Εκκλησίας της Ελλάδος. 


Η σύγχυσις και η ανωμαλία θα εσημειούτο, ως και εσημειώθη ακριβώς μετά την αποδοχήν της απερισκέπτου προτάσεως, διότι η Ορθόδοξη Εκκλησία -εγνώριζεν η Αρχιεπισκοπή Αθηνών- ότι θα διηρείτο, ως διηρέθη εις δύο μερίδας, της μιας τηρούσης τα παραδεδομένα και της εταίρας προσχωρούσης εις τους καθολικούς. 


γ'. Προσθέτει ακόμη η Εγκύκλιος, ότι ''Η Εκκλησία της Ελλάδος παρεδέχθη την απαραίτητον διόρθωσιν του Ιουλιανού ημερολογίου χάριν του Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού''. Αναληθέστατον και τούτο. Ουδείς λόγος, ουδεμία αιτία, ουδέν γεγονός καθίστα ''α π α ρ α ί τ η τ ο ν''  την εκκλησιαστικήν μεταβολήν. Εάν εωρτάζετο η πρώτη του έτους προ των Χριστουγέννων, τούτο δεν θα εσκανδάλιζε κανένα. Η πρώτη του έτους δεν είναι θρησκευτική Εορτή, είναι πολιτική. Επίσης και η Εθνική Εορτή της 25 Μαρτίου, όσον και αν ήτο συνυφασμένη με την εορτήν του Ευαγγελισμού δεν έπρεπε να ανατρέψη την όλην εκκλησιαστικήν τάξιν και παράδοσιν, ίνα εορτασθή ομού με την εορτήν του Ευαγγελισμού. 


Ουδέ ήσαν ισχυρά τα μοναδικά ταύτα και παιδαριώδη της Αρχιεπισκοπής Αθηνών επιχειρήματα, ίνα σημειώση η Εκκλησία της Ελλάδος ανταρσίαν κατά της όλης Ορθοδοξίας και επιφέρει εν γνώσει την διαίρεσιν των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Το ότι δε ''χάριν του Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού'' εγένετο η διόρθωσις, δεν είναι απλώς αναληθές΄ είναι εμπαιγμός και ειρωνεία προς τον ελληνικόν λαόν. Είναι ύβρις προς αυτόν, μη εμπρέπουσα εις τους επί κεφαλής της Εκκλησίας. 


Εάν εκήδετο της ηρεμίας της συνειδήσεως του ελληνικού λαού και του θρησκευτικού αυτού αισθήματος, η Αρχιεπισκοπή Αθηνών ώφειλε να αποκρούση πάση δυνάμει εκκλησιαστικήν μεταρρύθμισιν, ενισχύουσαν τας Παπικάς αξιώσεις της Δύσεως και αυξάνουσαν τον κίνδυνον του εκ μέρους της Καθολικής εκκλησίας προσηλυτισμού, θίγουσαν δε καιρίως το θρησκευτικόν αίσθημα του λαού. Ουχί λοιπόν προς το συμφέρον του ορθοδόξου ελληνικού λαού, αλλά προς χάριν άλλων συμφερόντων, κατεβλήθη τόση προσπάθεια διά να επιτευθή η εκκλησιαστική μεταρρύθμισις. 


δ'. Τονίζει η αυτή εγκύκλιος, ότι ο Πατριάρης Κωνσταντινουπόλεως μετά της περί αυτόν  Ε υ δ η μ ο ύ σ η ς  Σ υ ν ό δ ο υ,  δι' επισήμου γράμματος από 23 Ιανουαρίου 1924 και διά τηλεγραφήματος από 24 Φεβρουαρίου 1924 ανήγγειλεν, ότι οριστικώς απεφασίσθη, όπως η κατά το Ιουλιανόν ημερολόγιον 10 Μαρτίου λογισθή, ως 23 Μαρτίου 1924. Αφίνει ούτω να εννοηθεί η εγκύκλιος, ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης ανεπιφυλάκτως ειδέχθη την πρότασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος. 


Είδομεν όμως, ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης διά του από 28ης Ιανουαρίου 1924 γράμματός του δεν απεδέχθη  μ ο ν ο μ ε ρ ή  απόφασιν της Εκκλησίας της Ελλάδος, να μεταβάλη από τις 10 Μαρτίου  -λογιζομένης ως 23 Μαρτίου-  το Εκκλησιαστικόν Ημερολόγιον, αλλ' ηθέλησεν η μεταβολή αύτη να γίνη  κ ο ι ν ή  α π ο φ ά σ ε ι  όλων των Εκκλησιών. Αν κατόπιν ο Οικουμενκός Πατριάρχης επειθαναγκάσθη ή εξεβιάσθη διά του υπουργείου των Εξωτερικών να παραιτηθή και της επιφυλάξεως, ην είχε διατυπώσει διά του από 23 Ιανουαρίου γράμματός του, τούτο είναι άλλο ζήτημα, καθιστών μείζονα την ευθύνην του αρχιεπσκόπου Αθηνών, του πρωτοστατήσαντος εις την πίεσιν ταύτην του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 


Αλλ' ήτο επιβεβλημένον εις τον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών, όστις είχε λάβει, όχι άνευ ορίων, την εντολήν παρά της Ιεραρχίας να αποφασίση περί της μεταβολής του Ημερολογίου, να είπη προς την Ιεραρχίαν διά της εγκυκλίου του όλη την αλήθειαν, ουχί δε να αποκρύψη απ' αυτής ουσιωδέστερα γεγονότα. Διότι, διά της αποκρύψεως τούτων παρεπλάνησε την Ιεραρχίαν και τον Ελληνικόν Λαόν, ώστε να πιστεύσουν, ότι η μεταρρύθμισις του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου εγένετο διά κοινής αποφάσεως όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών και να αγνοήσουν, ότι ελήφθη  μ ο ν ο μ ε ρ ώ ς  η απόφασις της μεταρρυθμίσεως. 


Είναι ένοχος και εγκληματική, η υπό της Αρχιεπισκοπής Αθηνών απόκρυψις από της Ιεραρχίας του σοβαρωτάτου γεγονότος, ότι πλην των Εκκλησιών Ελλάδος και Κωνσταντινουπόλεως, ουδεμία άλλη κατά τόπους Αυτοκέφαλη Εκκλησία απεδέχθη (τότε) την συνταύτισιν του Εκκλησιαστικού προς το Πολιτικόν Ημερολόγιον. Και είναι ενοχωτέρα η προσπάθεια της Αρχιεπισκοπής Αθηνών να αποπλανήση την Ιεραρχίαν, ως προς τούτο, διά διαστρεβλώσεως των γεγονότων. 


Διότι -λέγει εν τη εγκυκλίω του ο Αρχιεπίσκοπος-  ''άλλαι δε τινες λεπτομέρειαι εν συνεννοήσει και μετά των λοιπών εκκλησιών θα κανονισθώσιν υπό της Ιεράς Συνόδου της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, αυστηρώς εχομένης των ιερών παραδόσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας''. Ποίαι είναι αι ασήμαντοι, -όπως θέλει να είπη η εγκύκλιος-  λεπτομέρειαι αύται; Είναι αυτή η πλήρης διάστασις αυτών από της Εκκλησίας της Ελλάδος διά την μονομερή αυτής απόφασιν. Είναι λεπτομέρεια αύτη, η πλήρης και ριζική διαφωνία, την οποίαν ήθελε να αποκρύψη η Αρχιεπισκοπή Αθηνών και να αφήση να εννοηθή, ότι πλήρως υπάρχει ομοφωνία όλων των Εκκλησιών; 


Θα εξετάσωμεν εις το επόμενον, αν πράγματι έχεται αυστηρώς των παραδόσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η κεφαλή της Εκκλησίας της Ελλάδος.




Συνεχίζεται 



Εκ του βιβλίου του Γρηγορίου Ευστρατιάδη 
''Η Πραγματική Αλήθεια περί του Εκκλησιαστικού Ημερολογίου'',
που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα των Αθηνών ''ΣΚΡΙΠ'', 
την Κυριακή 25 Μαρτίου 1928
έτος 32ον, αρ. φύλλου 8.939, σελ. 2η. 
Μεταφορά στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Διατηρήθηκε η Γραμματική τάξη της εποχής με την επέμβαση μόνο σε κάποια αναγκαία σημεία στίξης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF