ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 6 Ιουλίου 2021

ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ 2: ''Ο ΝΟΥΣ'' (ΜΕΡΟΣ 2ον)

 




Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 15-23.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.




ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Ο άνθρωπος, το υπέροχο αυτό θεόπλαστον ον, η κορωνίς της Δημιουργίας, είναι μία σύνθεσις ύλης και πνεύματος, σώματος και ψυχής. Η υπέρβασις και μετάβασίς του από τον υλικό προς τον άϋλο, από τον αισθητό προς τον υπεραισθητό κόσμο γίνεται με την δύναμι της ψυχής, τον νου. Θεμελιώδης πίστις της Εκκλησίας μας είναι ότι ο άνθρωπος αποτελεί εικόνα του Τριαδικού Θεού. Ο Τριαδικός Θεός είναι Νους (Πατήρ), Λόγος (Υιός) και Πνεύμα. Νους ο άναρχος τον Λόγον απορρήτως γεγένηκε, / και το θείον Πνεύμα, το ισοσθενές εκπεπόρευκε' / και διά τούτο Τριάδα ομοούσιον, / τον Δεσπότην των όλων Θεόν καταγγέλλομεν. (Τριαδικός κανών, ήχος δ'). Και ο άνθρωπος είναι τριαδική εικόνα του Θεού. Ο άνθρωπος είναι και αυτός νους, λόγος και πνεύμα. Σε αυτήν την τριαδική, από άπειρη θεία αγάπη κατασκευή του (κατ' εικόνα) και στην κατά χάριν θέωσι (καθ' ομοίωσιν) έγκειται το απεριόριστο μεγαλείο του. Από αυτό το μεγαλείο φαίνεται η ασύγκριτη διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Η ψυχή εδώ είναι μία, διαιρείται κατά τους αγίους Πατέρες σε τρεις δυνάμεις ή σε τρία μέρη: στο λογιστικό, στο επιθυμητό και στο θυμοειδές. Όργανο με το οποίο ενεργοποιείται το λογιστικό είναι ο νους. Ερώτησε κάποιος έναν ερημίτη: - Γέροντα, τί είναι νους; Με χαρακτηριστική απλότητα ο γέροντας, είπε: - Να, άμα λείψει ο κυβερνήτης από ένα καράβι, τί λες; Θα καταντήση στο λιμάνι; Τα κύματα θα το σπάσουν. Έτσι και ο νους. Είναι κυβερνήτης. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά <<νους>> λέγεται και η ενέργεια του νου που συνίσταται σε λογισμούς, κρίσεις, συλλογισμούς και νοήματα. Αλλά όμως δεν είναι ο ίδιος ο νους, αλλά ενέργειες του νου. Νους είναι και η δύναμις που ενεργεί αυτά, η οποία ονομάζεται και  κ α ρ δ ί α  στην Αγία Γραφή. Η οποία καρδία είναι η κυριώτερη από όλες τις άλλες δυνάμεις της ψυχής και από αυτή τη δύναμι χαρακτηρίζεται η ψυχή μας λογική>> (Λόγος περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, Φιλοκαλία, τόμ. Α', σ. 133, κεφ. γ'). Αλλά ο νους είναι και η ικανότης του νου για την ένωσί του και μέθεξι με τον Θεόν. Αλλού ονομάζεται ικανότης προς θέα ή θεωρία ή όρασι του Θεού. Είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Το να βλέπει κανείς τον Θεό, είναι ένωσις με τον Θεόν. Να γιατί ο νους κατά την πατερική ορολογία ονομάζεται <<οφθαλμός της ψυχής>>, <<νοερός οφθαλμός>>, <<όμμα>> ή <<θεωρητικόν ή λογιστικόν>> μέρος της ψυχής. Είναι εικόνα του Θεού ο άνθρωπος, διότι έχει νου. Ο νους του ανθρώπου είναι ένας δημιουργικός παράγων κάθε λεγομένου έργου πολιτισμού. Αλλά είναι τραγικό όταν στον νου λείπει η γνωστική και διακριτική αίσθησις. Τυφλώνεται τότε, εξέρχεται εντελώς από τον εαυτό του (καθώς θα δούμε) και αποκτά απόλυτες σχέσεις με τα δημιουργήματα, με την κατ' αίσθησι φύσι των όντων, ενώ η ουσία του είναι νοερά. Κολυμπά σ' ένα πέλαγος οιήσεως και κενοδοξίας, παύει να είναι <<ενεργεία νους>> και γίνεται μόνον <<δυνάμει νους>>, δηλαδή, αλογοποιείται. Γίνεται σαν τους άψυχους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους που κατασκευάζει, σαν τα πλαστικά λουλούδια χωρίς άρωμα, σαν τις τυφλές μηχανές του. <<Ο νους του ανθρώπου, κατά την έκφρασι συγχρόνου γέροντος ασκητού, ομοιάζει με ένα πετεινόν του ουρανού, άλλοτε υψιπετές και άλλοτε χαμερπές>>. Με τα ύψη της αναβάσεως και αναγωγής του νου αφ' ενός και με τις πτώσεις του στα κατώτερα μέρη της γης αφ' ετέρου, στα οποία κυλιέται ο νους διά της επενεργείας των παθών, ασχολούνται οι Φιλοκαλικοί άγιοι Πατέρες. Η αυτοσυγκέντρωσις ή <<συνέλιξις>> του νου όσων ανθρώπων ασχολούνται με την λεγόμενη <<γιόγκα>> των μη χριστιανικών ανατολικών θρησκειών, μπορεί να πραγματοποιείται, αλλά είναι άπρακτη και άκαρπη. Ο νους εκεί παραμένει στην μέθοδο. Μέχρις εδώ μπορεί να θεωρηθή σαν μια επαινετή, ανθρώπινη όμως και μόνο προσπάθεια, γι' αυτόν τον λόγο και εκ των προτέρων καταδικασμένη. Ο νους εκεί σταματά στη μέση του δρόμου <<από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ>> και <<λησταίς περιπίπτων, οι και εκδύοντες αυτόν και πληγάς επιτεθέντες αφιέντες αυτόν ημιθανή τυγχάνοντα>>. Αυτό συμβαίνει, διότι εκεί ο νους δεν έχει αντικείμενο, αναζητεί έναν ανύπαρκτο φωτισμό, και πλανάται <<πλάνην οικτράν>>, αφού στην πραγματικότητα ενούται με δαιμονικόν πνεύμα, το οποίο κατορθώνει να παρουσιάζη το ψεύδος ως αλήθεια και την αλήθεια ως ψεύδος <<μετασχηματιζόμενον εις άγγελον φωτός>>. Εθεωρήσαμε λοιπόν αναγκαίο, το δεύτερο τεύχος των Φιλοκαλικών Σελίδων να το αφιερώσουμε στο μέγιστο αυτό θέμα. Θερμή παράκλησις προς τους αγαπητούς αδελφούς αναγνώστας να προσεύχωνται για την ευτέλειά μας, ο Κύριος να καθαρίζη και τον ιδικόν μας νου <<από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος επιτελούντα αγιωσύνην εν φόβω Θεού>> (Β' Κορινθ. κεφ. ζ' 1).



(ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )

Ο ανθρώπινος νους για δεύτερη φορά δοκιμάζει τον πειρασμό της αυτοθεώσεως και υποκύπτει κάτω από ένα σκοτεινό εγωκεντρισμό και χάνεται μέσα στους δρόμους της κενής φιλοσοφίας και απάτης, μιας επιστήμης δίχως φως, και πνίγεται μέσα σε μια τεχνοκρατούμενη θάλασσα, δίχως πηδάλιο.


Για άλλη μία φορά λησμονεί τον δρόμο της πραγματικής θεώσεώς του. Όλα τα αγαθά, ένας κόσμος ολόκληρος επιστημονικής τεχνολογίας, θα ήσαν καλά και επωφελή, αν ο νους του ανθρώπου παρέμενε στον εαυτό του και διά του εαυτού του στην μακαριότητα της οράσεως του Θεού, ως κατά χάριν Θεός.


Όλα θα ήσαν καλά αν ο άνθρωπος δεν διετάραττε την ισορροπία των δυνάμεων της ψυχής, αν δεν έπασχε και ήταν νους υγιής. Όπως τότε, ο αρχέκακος εφόρεσε τον όφι για να απατήση τον πρώτο άνθρωπο, τώρα ενδύεται την τεχνολογία και τον υλικό λεγόμενο πολιτισμό και οδηγεί τον άνθρωπο στην καινούργια εξορία, στην καινούργια δυστυχία. 


Μακάριος ο σύγχρονος άνθρωπος που <<πέποιθεν επί Κύριον και έοικεν όρει τω αγίω, ως μηδαμώς σαλεύεται προσβολαίς του Βελίαρ>>. Μακάριος όποιος μπορεί να πη: Ουκ έτι όφις μοι ψευδώς την θέωσιν υποβάλλει' / Χριστός γαρ ο θεουργός της ανθρώπων φύσεως / νυν ακολύτως την τρίβον της ζωής μοι αναπέτασεν. (Από αναστάσιμον Κανόνα του γ' ήχου).



ΝΟΥΣ <<ΠΥΛΩΡΟΣ ΝΗΦΑΛΙΟΣ>>


Ερώτησαν δυο προσκυνηταί ένα γέροντα ασκητή αγιορείτη: - Κατά πόσον ευθυνόμεθα για τους λογισμούς που προσβάλλουν τον νου μας; Απεκρίθη ο γέροντας με μια ωραία αλληγορία:


-Εδώ που μένω από πάνω περνούν αεροπλάνα. Εγώ δεν μπορώ να εμποδίσω τα αεροπλάνα. Δεν ευθύνομαι γι' αυτό. Η ευθύνη μου θα υπήρχε, αν άρχιζα να κατασκευάζω αεροδρόμιο.


Με αεροδρόμιο παραβάλλεται η αποδοχή των προσβολών, δηλαδή η συγκατάθεσις. Στον Α' τόμο σελ. 271 4στ', 4ζ' της Φιλοκαλίας ο άγιος Διάδοχος Φωτικής γράφει για την επιτήρησι και φρουρά του νου από τους ακαθάρτους λογισμούς και τις εμπαθείς έννοιες: 


<<Αυτοί που είναι φίλοι των ηδονών του παρόντος βίου έρχονται στα πταίσματα από τους λογισμούς. Διότι κινούμενοι με αδιάκριτη γνώμη, όλες σχεδόν τις εμπαθείς έννοιες επιθυμούν να τις φέρουν σε άπρεπα λόγια και σε ανόσια έργα.


Αντιθέτως, όσοι επιχειρούν να κατορθώσουν την ασκητική ζωή, από τα πταίσματα έρχονται στους πονηρούς λογισμούς ή σε κάποια πονηρά και επιβλαβή λόγια. <<Εάν λοιπόν οι δαίμονες αυτούς τους δουν


να κάνουν κοροϊδίες ή να ομιλούν αργά και άκαιρα πράγματα ή να γελούν όπως δεν πρέπει, ή να θυμώνουν άμετρα ή να επιθυμούν την κούφια και ματαία δόξα των ανθρώπων, τότε όλοι μαζί εξοπλίζονται εναντίον τους... 


Όσοι θέλουν να ζουν μαζί με το πλήθος των αρετών, ας μην επιθυμούν ούτε την δόξα, ούτε να συναναστρέφονται πολλούς, ούτε να εξέρχωνται συνεχώς από τον τόπο τους ή να κοροϊδεύουν μερικούς ανθρώπους, έστω κι αν οι λοιδορούμενοι είναι άξιοι γι' αυτό. 


Ούτε πολλά να λέγουν, κι αν ακόμη είναι δυνατόν οι συζητήσεις να είναι καλές. Διότι η πολυλογία μεταβάλλει τον νου σε διαφορετική κατάστασι από την δική του. Όχι μόνο τον κάνει αργό στην


πνευματική του εργασία, αλλά και τον παραδίδει στον δαίμονα της ακηδίας, ο οποίος αφού βυθίση τον νου, τον παραδίδει στον δαίμονα της λύπης και έπειτα στον δρόμο της οργής.


Πρέπει, λοιπόν, να απασχολήται ο νους με την τήρησι των αγίων εντολών και με την βαθειά μνήμη του Κυρίου της δόξης. Διότι ο <<φυλάσσων εντολήν -λέγει- ου γνώσεται ρήμα πονηρόν>>, δηλαδή δεν θα εκτραπή σε φαύλους λογισμούς ή λόγους.


Όταν με κάποιο δυνατό πόνο δέχεται η καρδιά τα τοξεύματα των δαιμόνων..., μισεί με πόνο η ψυχή τα πάθη, εφ' όσον βρίσκεται στην αρχή της καθάρσεως. Διότι, αν δεν πονέση πολύ για την αναίδεια της αμαρτίας, δεν θα μπορέση πλούσια να χαρή στην καρποφορία της αρετής.


Όποιος, λοιπόν, θέλει να καθαρίση την καρδιά του ας την πυρώνη παντοτινά με την μνήμη του Κυρίου Ιησού. Αυτή μόνο την μελέτη και το έργο ας έχη ακατάπαυστο. Διότι, όσοι θέλουν να αποβάλουν


την σαπίλα που υπάρχει μέσα τους δεν πρέπει άλλοτε να προσεύχωνται και άλλοτε όχι, αλλά πάντοτε να περνούν την ζωή τους με την προσευχή και την επιτήρησι του νου, έστω κι αν ευρίσκωνται έξω από την εκκλησία.


Όπως ακριβώς αυτός που θέλει να καθαρίση το χρυσάφι αν αφίση για λίγο την φωτιά στο χωνευτήρι να ολιγοστεύση, κάνει πάλι σκληρό το υλικό που καθαρίζεται. Έτσι και αυτός που άλλοτε μεν μνημονεύει τον Θεό και άλλοτε όχι, αυτό που νομίζει ότι απέκτησε με την προπσευχή, τούτο το έχασε με την αμέλεια.


Είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του φιλαρέτου ανθρώπου το να καταφλέγη το γεώδες φρόνημα της καρδιάς με την παντοτινή μνήμη του Θεού, ώστε έτσι, ολίγον κατ' ολίγον να εξαφανισθή το κακό από το πυρ της αγαθής μνήμης και να επανέλθη η ψυχή τελείως στην φυσική της λαμπρότητα με περίσσεια ακόμη δόξα.


Ο προσεκτικός νους φρουρεί την πύλη της ψυχής σαν ένας άγρυπνος <<νηφάλιος πυλωρός>> (πορτάρης) και αποκλείει τις εισόδους των κακών και αισχρών επιθυμιών. Αλλά όσον προσεκτικός και άγρυπνος πυλωρός


κι αν είναι ο νους, χωρίς την θεία ενίσχυσι και την επίκλησι του ονόματος του Κυρίου Ιησού, <<της περιστρεφομένης ρομφαίας>>, που αποκόπτει τις κεφαλές του νοητού Αμαλήκ, δεν μπορεί να φυλαχθή από το αισθητό και νοητό κακό.


Η επιτήρησις, λοιπόν, ή η νήψις ή η προσοχή του νου είναι συνταιριασμένη με την προσευχή. Ο νους δεν έχει μόνος του την δύναμι να προσευχηθή καθαρά αν δεν χρησιμοποιήση το αλάτι της επιτηρήσεως που διώχνει την βρωμιά των πονηρών λογισμών. (Φιλοκαλία τόμ. Α' 154 πζ').


Ερώτησαν ένα γέροντα ερημίτη, <<πολιόν>> και σκελετωμένο στην ζωή της ασκήσεως: - Πώς τα περνάτε, γέροντα, εδώ στην έρημο; - Ημείς, παιδιά μου, εδώ <<νουν τηρούμεν>>, απάντησε. Πώς όμως μπορεί να κάνη κανείς αρχή της επιτηρήσεως του νου;


Το άνθος είναι η αρχή της καρποφορίας. Και η αρχή της επιτηρήσεως του νου είναι η εγκράτεια των φαγητών και των ποτών, και η άρνησις και η αποχή από τους διαφόρους λογισμούς και η ησυχία της καρδιάς (Φιλοκαλία τόμ. Α' 167 ρξε').


Πράγματι. Η νηστεία και η εγκράτεια, που τις έχει διαγράψει κατά κανόνα ο σύγχρονος άνθρωπος, υποβοηθούν όχι μόνο στην υποδούλωσι του σαρκικού φρονήματος και την απελευθέρωση του σώματος από τα τυραννικά δεσμά του σαρκικού φρονήματος, αλλά συγχρόνως λαμπρύνουν τον νου.


Σήμερα οι άνθρωποι εγίναμε <<σάρκες>> διότι τρώγομε ακατάπαυστα σάρκες. Γι' αυτό και ο νους μας κατά το πλείστον είναι σαρκικός. Η ανθρωπότης δεν είναι νηστεύουσα και προσευχομένη, ο κόσμος έγινε αλειτούργητος και ακρατής.


Και επειδή το σώμα είναι ενωμένο με την ψυχή και τον νου, το ένα επιδρά πάνω στο άλλο. Ένα ακρατές στομάχι θα έχη κατά συνέπεια ακρατή νου. Και ένας αλειτούργητος νους θα έχη μίαν, ατίθαση σάρκα.


Ένα προσευχόμενος και απλούς νους θα έχη ένα φωτεινό σώμα (δηλαδή φωτεινές, καθαρές αισθήσεις). Η θεία Μετάληψις των ζωοποιών μυστηρίων έχει την δύναμι, διά μέσου του σώματος να λαμπρύνη και τον νου.


Ενώ η προσευχή διά μέσου του νου καθαρίζει και το σώμα. Θεού το σώμα και θεοί με και τρέφει / θεοί το πνεύμα, τον δε νουν τρέφει ξένως. Γράφει ο άγιος Ησύχιος ο Πρεσβύτερος:


<<...Εισερχόμενο το θεϊκό Σώμα μέσα μας, τα πνεύματα της πονηρίας, τα διώκει αμέσως από την καρδιά. Και συγχωρεί τις αμαρτίες που έγιναν στο παρελθόν. Και αφίνεται ο νους τότε χωρίς ενοχλήσεις πονηρών λογισμών.


Και αν, μετά ταύτα, φυλάξωμε με ακρίβεια τον νου μας και σταθούμε στην πύλη της καρδιάς μας,  όταν πάλι καταξιωθώμε των αχράντων μυστηρίων, το θείο Σώμα λαμπρύνει ακόμη περισσότερο τον νου και τον κάνει αστεροειδή>> (Φιλοκ. τ. Α' 156 ρα').


( Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 15-23.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF