Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού Α':
<<Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα - Η Ασκήτρια της Κλεισούρας 1886-1974>>,
έκδοση <<Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής>>,
Φυλή Αττικής 1998.
Ανάρτηση 11η, σελ. 111-118.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
<<Μικρά Είσοδος στον θαυμαστό κόσμο μιας σύγχρονης Αγίας>>
Ευρίσκομαι στην σκιά της Αγιονορείτικης Εικόνας <<Άξιον έστιν>> πολλούς μήνες τώρα... Το καντηλάκι Της ανάβει ακοίμητο... Ζήτησα την Χάρι Της και δεν με παρέβλεψε... Εργάζομαι τόσο καιρό και δεν απόκαμα... Ουράνια χαρά με πλημμύριζε συνεχώς και λαχτάρα να ολοκληρώσω την προσπάθεια... Ήμουν μέσα σ' έναν <<Κήπο Χαρίτων>>... Η ευωδία των αρετών της Αγίας Γεροντίσσης μ' έκανε να λησμονήσω την κόπωσι και τις δυσκολίες... Μπροστά μου είχα μικρά τεμάχια των Λειψάνων της' λίγα από τα μαλλάκια της' χώμα από το μνήμα της' ένα μέρος από το τσεμπέρι της' και μία κάρτα με την Εικόνα και το Μοναστήρι της Παναγίας Κλεισουργιωτίσσης... Η γνωριμία μου μαζί της ήταν ένας σταθμός στην πνευματική μου πορεία. Μετά την κοίμησί της, το 1974, επιθυμούσα διακαώς να γράψω ό,τι γνώριζα για τον θαυμαστό κόσμο αυτής της σύγχρονης Αγίας. Θα ήταν ίσως οικονομία Θεού που τώρα, είκοσι πέντε περίπου χρόνια μετά την είσοδό της στην αιώνια κατάπαυσι, αξιώνομαι τελικά να προσφέρω στις φιλόθεες ψυχές αυτήν την εργασία. Η καθυστέρησις έγινε αιτία να συγκεντρώσω νέο υλικό που φωτίζει από κάθε πλευρά την αγιασμένη προσωπικότητα της δούλης του Θεού Μυρτιδιωτίσσης Μοναχής. Στο τέλος της δεύτερης χιλιετίας μετά την ενανθρώπισι του Σωτήρος μας, ο κοσμικός περίγυρος απειλεί να μας συνθλίψη μέσα στις συμπληγάδες της αλαζονείας και της σαρκικότητος. Η οδηγητική μορφή της γενναίας Ασκήτριας ας μας φωτίζη στο σταυροαναστάσιμο μονοπάτι της εσωτερικής συντριβής, της χαρμολύπης, της υπομονής, της ελπίδος, της ευσπλαχνίας... Προσπάθησα να εισδύσω στα άδυτα ενός θαυμαστού κόσμου, να προσεγγίσω ό,τι κρυβόταν κάτω από την εξωτερική ασημότητα μιας καταφρονεμένης γυναίκας. <<Τη ταπεινώσει τα υψηλά τη πτωχεία τα πλούσια>>... Ένας θησαυρός κρυμμένος στα ράκη, την ατημελησιά, την τραχύτητα... Συνεχής αφάνεια, για να φανερωθή ο Θεός' τόπος θεοφανείας για τους ταπεινούς... Έντιμη ενώπιον του Θεού και πολύτιμο σκεύος των θαυμασίων Του... Ζούσε από τώρα μυστικά την δόξα της Βασιλείας... Ανήκε στον γνώριμο χορό που μας συνεπαίρνει με την φωτεινή ομορφιά του και μας δίνει κουράγιο με τις <<παραδοξότητες>> και <<αντινομίες>> του... <<Γίγαντες ταπεινοί>>' συναρπαστικοί στην δόξα και την απλότητά τους' κατανυκτικοί στην αγιότητα και την μετάνοια' γενναίοι στην άσκησι και την ευγένεια' αθώοι στον πόνο και στην συγχωρητικότητα' ελεύθεροι στην υπακοή και την αγνότητα' αστραπηβόλοι στο βλέμμα και το δάκρυ τους' αρχοντικοί στον λόγο και την πράξι... Η κοινωνία μας μαζί τους, κοινωνία με τον Κύριό μας, με την Ελπίδα μας... Όσο θα υπάρχουν Άγιοι ανάμεσά μας, έστω και άγνωστοι στους πολλούς, θα υπάρχη ελπίδα... Και εφ' όσον πάντοτε θα υπάρχουν Άγιοι ως την <<Αποκάλυψιν>> Εκείνου, πάντοτε θα υπάρχη ελπίδα... Και έχουμε τόσο ανάγκη από ελπίδα... Και η <<ελπίς ου καταισχύνει>>... Αυτή ας είναι η παρηγοριά μας στο κατώφλι της τρίτης χιλιετίας...
+ Ο Ω. & Φ. Κ.
27.1.1998 εκ. ημ.
Ανακομιδή Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
( ε κ τ ο υ π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )
Με κοίταξε στο πρόσωπο συνοφριωμένα... -Τί έχεις;... μου λέει' δεν είσαι καλά... Σκοτία έχεις!... Ανατρίχιασα... Με πήρε και πήγαμε μέσα στην κουζίνα. Ανέβηκε στο τζάκι της και κάθισε. -Πες μου, τί έχεις;...
Ήμουν πολύ στενοχωρημένος' δυσκολευόμουν να εκφρασθώ... Τότε θαύμασα την <<ποιμαντική>> της τέχνη. Για να με βοηθήση και ενθαρρύνη, μου μίλησε με πολύ αγάπη: -Αν ανοίξης την καρδίαν μου,
αν μπορούσες να την ανοίξης, θά' βλεπες στο κεντρο της τον Δεσπότη Χριστό... Και κάτω απ' τα πόδια του Χριστού τον πατέρα Κυπριανό... Κανέναν άλλο... Κανέναν άλλο... Πες μου τί έχεις;...
Η σιωπή μου όμως εξακολουθούσε, παρά την μεγάλη μου έκπληξι από τα συγκλονιστικά λόγια της. Αλλά και εκείνη δεν εγκατέλειψε την επιμονή της αγάπης: -Με βλέπεις εδώ που είμαι τόσα χρόνια;...
Εδώ με παλεύουν τρία δαιμόνια... Το ένα δαιμόνιο είναι της απιστίας... Έρχεται και μου λέει: <<τί αγρυπνάς;... τί νηστεύεις;... τί κάνεις αυτή την σκληραγωγία;... Δεν υπάρχει τίποτα!...>>.
Το βρίζω, το διώχνω, αλλ' αυτό εκεί, συνεχώς με πολεμάει, για να μειώση τη διάθεσί μου στον αγώνα της ασκητικής ζωής... Δεν το ακούω... Αλλά με παλεύει... -Το άλλο δαιμόνιο είναι της ακηδίας...
Αυτό τώρα τελευταία με πολεμάει ιδιαίτερα... Βλέπεις πόσο είναι απ' εδώ ως την Εκκλησία;... Για να περπατήσω αυτά τα λίγα μέτρα κάνω πάνω από μία ώρα... Τόσο μεγάλο αγώνα έχω...
Τότε θυμήθηκα ένα παλαιό περιστατικό: είχα πάει για να λειτουργήσω και μου είχε πει: -Πήγαινε στην Εκκλησία κι έρχομαι... Έφθασα στα μισά της Λειτουργίας και ακόμη δεν είχε έλθει... Τώρα μου λύθηκε η απορία για την μεγάλη της καθυστέρησι...
Τί είναι αλήθεια ο πόλεμος της ακηδίας!... Το δυστύχημα είναι, ότι δεν συγκράτησα, ποιό ήταν το τρίτο δαιμόνιο που την πολεμούσε. Ζούσε μία υψηλή πολιτεία και δεχόταν πολλές αποκαλύψεις'
να υποθέσω, ότι ήταν το δαιμόνιο της κενοδοξίας, της ανθρωπαρεσκείας; Δεν είμαι απόλυτα βέβαιος... Η εξομολόγησις αυτή της Ασκήτριας, η τόσο εντυπωσιακή, έκαμψε τελικά την αντίστασί μου.
Της άνοιξα την καρδιά μου' της μίλησα για την στενοχώρια και την δυσκολία μου... Και εκείνη η ευλογημένη, για να ολοκληρώση την προσπάθεια της αγάπης της, εχρησιμοποίησε μία συμβολική μέθοδο.
-Σύρε, φέρε μου λίγο νερό... Μερικά μέτρα πιο πέρα ήταν οι τρεις βρύσες... Το νερό έτρεχε ορμητικά πάνω στο στηθαίο... Εκεί ήταν ένα μπακιρένιο κύπελλο... Πήγα και της έφερα νερό στο τζάκι.
Πήρε στα χέρια της το κύπελλο, αλλά δεν ήπιε αμέσως. Πρώτα είπε: <<Εις το όνομα του Πατρός>>, και μετά ήπιε λίγο. Το υπόλοιπο το έχυσε κάτω... -Φέρε μου λίγο ακόμα..., με πρόσταξε.
Της ξαναπήγα... -Και του Υιού... Πίνει λίγο και πάλι το χύνει... -Πάλι, άλλο ένα..., μου επαναλαμβάνει. Για τρίτη φορά της έφερα νερό με το κύπελλο... -Και του Αγίου Πνεύματος..., και επανέλαβε τα ίδια.
Στο διάστημα αυτής της παντομίμας η Γερόντισσα έκανε πολλή προσευχή για την αναξιότητά μου.... Βομβάρδιζε τον ουρανό... Την ίδια ώρα εγώ αυτομεμφόμενος, προσευχόμουν με θέρμη και συντριβή.
Στο τέλος με κοίταξε ερευνητικά στο πρόσωπο. -Τώρα σε βλέπω καλύτερα... Πρόσεχε!... Ο Ήλιος της Χάριτος εφώτισε και ζέστανε πάλι την καρδιά μου... Έφυγα ανακουφισμένος, παρηγορημένος και με νέες δυνάμεις, για να συνεχίσω την δύσκολη πορεία μου, την στενή και τεθλιμμένη οδό του Κυρίου...
Ένα άλλο γεγονός μαρτυρεί το μίσος που είχαν τα πονηρά πνεύματα εναντίον της Ασκήτριας. Κάποτε ήταν στο τζάκι μαζί με μία ενάρετη κοπέλλα, την τυφλή Β, η οποία είχε ζήσει μαζί της στο Μοναστήρι κοντά επτά χρόνια.
Η Γερόντισσα ήθελε να περιποιηθή την ευλαβή νέα, μετά μάλιστα από μία κόπωσι που είχε προηγηθή, και είπε να της βράση λίγο μπακαλιάρο. Ξαφνικά ακούσθηκε συζήτησι έντονη... Η ευλογημένη Β. άκουγε, αλλά δεν έβλεπε...
Η Αγία μιλούσε με κάποιον... -Μ' έβγαλες τα δόντια... Μ' έκανες κακό μεγάλο... Αλλά κι εγώ θα δης τί θα σε κάνω!..., έλεγε ο σατανάς! -Σκάσον!... Σκάσον!... Τί θα με κάνης;... Τίποτα!..., απαντούσε η Αγία.
Διάλογος τρομακτικός σε υψηλούς τόνους για αρκετά λεπτά... Η Γερόντισσα τότε προσευχόταν στον Χριστό και την Παναγία και πότε επιτιμούσε τον πονηρό... Ξαφνικά, χάνει η ευλογημένη την ισορροπία της και πέφτει από το τζάκι κάτω'
από πάνω της πέφτει και χύνεται η κατσαρόλα με τον καυτό μπακαλιάρο!... Και στην συνέχεια γλυστράει και πέφτει και η άλλη ενάρετη ψυχή... Έσπασαν τα σκεύη... Έμειναν νηστικιές... Προκλήθηκε σύγχυσις... Τόση λύσσα της είχε ο πειρασμός!...
2. <<Καίομαι, καίομαι...>>
Μετά από τόση αυταπάρνησι, μετά από τόσους αγώνες και νικηφόρες μάχες, το Πνεύμα του Θεού αναπαύθηκε στην εξαγνισμένη καρδιά της... Η Αγία Ασκήτρια της Κλεισούρας απέκτησε την χάρι του Αγίου Πνεύματος...
Η βαθειά ταπείνωσις, ο θείος έρωτας, η απάθεια, συνεχώς την ανύψωναν και απεμάκρυναν από τις μικρότητες του κόσμου... Ποιά σχέσι μπορεί να έχη μία αγία ψυχή με την ζοφερή ατμόσφαιρα της καθημερινότητος;...
Αυτή ήδη είχε εισέλθει στην δόξα της Βασιλείας... Είχα διηγηθή σε έναν Ιερέα τα πολλά κατορθώματα και χαρίσματα της Γεροντίσσης και αποφασίσαμε να την επισκεφθούμε μαζί.
Παντού και πάντοτε αισθανόμουν την ανάγκη να αποκαλύπτω με θαυμασμό αυτόν τον θησαυρό της Κλεισούρας. Ο Ιερέας αυτός διακρινόταν για την αποτομία και το τραχύ των τρόπων του.
-Τώρα θα σου πω εγώ, αν έχη Πνεύμα Θεού... Θα σου την <<λούσω>> και μετά βλέπουμε... Πράγματι, όταν φθάσαμε στο Μοναστήρι, με ύφος προσβλητικό, άρχισε να αποκαλή την Αγία πλανεμένη, υπερήφανη, ανθρωπάρεσκη, θεληματάρισσα...
Η Ασκήτρια αντιμετώπισε αυτόν τον αιφνίδιο καταιγισμό των <<κοσμητικών>> επιθέτων με βαθειά ηρεμία και ταπείνωσι!... Και όχι μόνο αυτό' αλλά αμέσως κατανοούσες, ότι εσωτερικά αισθανόταν και ευγνωμοσύνη προς τον <<ευεργέτη>> της!...
Πράγματι' εμείς οι κριματισμένοι συνήθως λησμονούμε αυτήν την σωτήρια αλήθεια... Και <<αγριεύουμε>>, όταν κανείς <<ευεργέτης>> μας απλώς και μόνον μας υπενθυμίση την πραγματική μας πνευματική ταπεινότητα...
Μετά το <<λούσιμο>>, ο Ιερεύς ωμολογούσε συγκινημένος: -Αλήθεια! έχει πνεύμα Θεού η γυναίκα αυτή...
( Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού Α':
<<Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα Η Ασκήτρια της Κλεισούρας 1886-1974>>,
έκδοση <<Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής>>,
Φυλή Αττικής 1998, σελ. 111-118.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου