ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΑ-Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ 1886-1974 (ΜΕΡΟΣ 11ον)

 




Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου

του αειμνήστου Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού Α':
<<Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα - Η Ασκήτρια της Κλεισούρας 1886-1974>>,
έκδοση <<Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής>>,
Φυλή Αττικής 1998.
Ανάρτηση 11η, σελ. 111-118.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.





<<Μικρά Είσοδος στον θαυμαστό κόσμο μιας σύγχρονης Αγίας>>


Ευρίσκομαι στην σκιά της Αγιονορείτικης Εικόνας <<Άξιον έστιν>> πολλούς μήνες τώρα... Το καντηλάκι Της ανάβει ακοίμητο... Ζήτησα την Χάρι Της και δεν με παρέβλεψε... Εργάζομαι τόσο καιρό και δεν απόκαμα... Ουράνια χαρά με πλημμύριζε συνεχώς και λαχτάρα να ολοκληρώσω την προσπάθεια... Ήμουν μέσα σ' έναν <<Κήπο Χαρίτων>>... Η ευωδία των αρετών της Αγίας Γεροντίσσης μ' έκανε να λησμονήσω την κόπωσι και τις δυσκολίες... Μπροστά μου είχα μικρά τεμάχια των Λειψάνων της'  λίγα από τα μαλλάκια της'  χώμα από το μνήμα της'  ένα μέρος από το τσεμπέρι της'  και μία κάρτα με την Εικόνα και το Μοναστήρι της Παναγίας Κλεισουργιωτίσσης... Η γνωριμία μου μαζί της ήταν ένας σταθμός στην πνευματική μου πορεία. Μετά την κοίμησί της, το 1974, επιθυμούσα διακαώς να γράψω ό,τι γνώριζα για τον θαυμαστό κόσμο αυτής της σύγχρονης Αγίας. Θα ήταν ίσως οικονομία Θεού που τώρα, είκοσι πέντε περίπου χρόνια μετά την είσοδό της στην αιώνια κατάπαυσι, αξιώνομαι τελικά να προσφέρω στις φιλόθεες ψυχές αυτήν την εργασία. Η καθυστέρησις έγινε αιτία να συγκεντρώσω νέο υλικό που φωτίζει από κάθε πλευρά την αγιασμένη προσωπικότητα της δούλης του Θεού Μυρτιδιωτίσσης Μοναχής. Στο τέλος της δεύτερης χιλιετίας μετά την ενανθρώπισι του Σωτήρος μας, ο κοσμικός περίγυρος απειλεί να μας συνθλίψη μέσα στις συμπληγάδες της αλαζονείας και της σαρκικότητος. Η οδηγητική μορφή της γενναίας Ασκήτριας ας μας φωτίζη στο σταυροαναστάσιμο μονοπάτι της εσωτερικής συντριβής, της χαρμολύπης, της υπομονής, της ελπίδος, της ευσπλαχνίας... Προσπάθησα να εισδύσω στα άδυτα ενός θαυμαστού κόσμου, να προσεγγίσω ό,τι κρυβόταν κάτω από την εξωτερική ασημότητα μιας καταφρονεμένης γυναίκας. <<Τη ταπεινώσει τα υψηλά τη πτωχεία τα πλούσια>>... Ένας θησαυρός κρυμμένος στα ράκη, την ατημελησιά, την τραχύτητα... Συνεχής αφάνεια, για να φανερωθή ο Θεός'  τόπος θεοφανείας για τους ταπεινούς... Έντιμη ενώπιον του Θεού και πολύτιμο σκεύος των θαυμασίων Του... Ζούσε από τώρα μυστικά την δόξα της Βασιλείας... Ανήκε στον γνώριμο χορό που μας συνεπαίρνει με την φωτεινή ομορφιά του και μας δίνει κουράγιο με τις <<παραδοξότητες>> και <<αντινομίες>> του... <<Γίγαντες ταπεινοί>>'  συναρπαστικοί στην δόξα και την απλότητά τους'  κατανυκτικοί στην αγιότητα και την μετάνοια'  γενναίοι στην άσκησι και την ευγένεια'  αθώοι στον πόνο και στην συγχωρητικότητα'  ελεύθεροι στην υπακοή και την αγνότητα'  αστραπηβόλοι στο βλέμμα και το δάκρυ τους'  αρχοντικοί στον λόγο και την πράξι... Η κοινωνία μας μαζί τους, κοινωνία με τον Κύριό μας, με την Ελπίδα μας... Όσο θα υπάρχουν Άγιοι ανάμεσά μας, έστω και άγνωστοι στους πολλούς, θα υπάρχη ελπίδα... Και εφ' όσον πάντοτε θα υπάρχουν Άγιοι ως την <<Αποκάλυψιν>> Εκείνου, πάντοτε θα υπάρχη ελπίδα... Και έχουμε τόσο ανάγκη από ελπίδα... Και η <<ελπίς ου καταισχύνει>>... Αυτή ας είναι η παρηγοριά μας στο κατώφλι της τρίτης χιλιετίας...



+ Ο  Ω. & Φ. Κ.


27.1.1998 εκ. ημ.


Ανακομιδή Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου





ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )

Με κοίταξε στο πρόσωπο συνοφριωμένα... -Τί έχεις;... μου λέει' δεν είσαι καλά... Σκοτία έχεις!... Ανατρίχιασα... Με πήρε και πήγαμε μέσα στην κουζίνα. Ανέβηκε στο τζάκι της και κάθισε. -Πες μου, τί έχεις;...


Ήμουν πολύ στενοχωρημένος' δυσκολευόμουν να εκφρασθώ... Τότε θαύμασα την <<ποιμαντική>> της τέχνη. Για να με βοηθήση και ενθαρρύνη, μου μίλησε με πολύ αγάπη: -Αν ανοίξης την καρδίαν μου,


αν μπορούσες να την ανοίξης, θά' βλεπες στο κεντρο της τον Δεσπότη Χριστό... Και κάτω απ' τα πόδια του Χριστού τον πατέρα Κυπριανό... Κανέναν άλλο... Κανέναν άλλο... Πες μου τί έχεις;...


Η σιωπή μου όμως εξακολουθούσε, παρά την μεγάλη μου έκπληξι από τα συγκλονιστικά λόγια της. Αλλά και εκείνη δεν εγκατέλειψε την επιμονή της αγάπης: -Με βλέπεις εδώ που είμαι τόσα χρόνια;...


Εδώ με παλεύουν τρία δαιμόνια... Το ένα δαιμόνιο είναι της απιστίας... Έρχεται και μου λέει: <<τί αγρυπνάς;... τί νηστεύεις;... τί κάνεις αυτή την σκληραγωγία;... Δεν υπάρχει τίποτα!...>>.


Το βρίζω, το διώχνω, αλλ' αυτό εκεί, συνεχώς με πολεμάει, για να μειώση τη διάθεσί μου στον αγώνα της ασκητικής ζωής... Δεν το ακούω... Αλλά με παλεύει... -Το άλλο δαιμόνιο είναι της ακηδίας...


Αυτό τώρα τελευταία με πολεμάει ιδιαίτερα... Βλέπεις πόσο είναι απ' εδώ ως την Εκκλησία;... Για να περπατήσω αυτά τα λίγα μέτρα κάνω πάνω από μία ώρα... Τόσο μεγάλο αγώνα έχω...


Τότε θυμήθηκα ένα παλαιό περιστατικό: είχα πάει για να λειτουργήσω και μου είχε πει: -Πήγαινε στην Εκκλησία κι έρχομαι... Έφθασα στα μισά της Λειτουργίας και ακόμη δεν είχε έλθει... Τώρα μου λύθηκε η απορία για την μεγάλη της καθυστέρησι...


Τί είναι αλήθεια ο πόλεμος της ακηδίας!... Το δυστύχημα είναι, ότι δεν συγκράτησα, ποιό ήταν το τρίτο δαιμόνιο που την πολεμούσε. Ζούσε μία υψηλή πολιτεία και δεχόταν πολλές αποκαλύψεις'


να υποθέσω, ότι ήταν το δαιμόνιο της κενοδοξίας, της ανθρωπαρεσκείας; Δεν είμαι απόλυτα βέβαιος... Η εξομολόγησις αυτή της Ασκήτριας, η τόσο εντυπωσιακή, έκαμψε τελικά την αντίστασί μου.


Της άνοιξα την καρδιά μου' της μίλησα για την στενοχώρια και την δυσκολία μου... Και εκείνη η ευλογημένη, για να ολοκληρώση την προσπάθεια της αγάπης της, εχρησιμοποίησε μία συμβολική μέθοδο.


-Σύρε, φέρε μου λίγο νερό... Μερικά μέτρα πιο πέρα ήταν οι τρεις βρύσες... Το νερό έτρεχε ορμητικά πάνω στο στηθαίο... Εκεί ήταν ένα μπακιρένιο κύπελλο... Πήγα και της έφερα νερό στο τζάκι.


Πήρε στα χέρια της το κύπελλο, αλλά δεν ήπιε αμέσως. Πρώτα είπε: <<Εις το όνομα του Πατρός>>, και μετά ήπιε λίγο. Το υπόλοιπο το έχυσε κάτω... -Φέρε μου λίγο ακόμα..., με πρόσταξε.


Της ξαναπήγα... -Και του Υιού... Πίνει λίγο και πάλι το χύνει... -Πάλι, άλλο ένα..., μου επαναλαμβάνει. Για τρίτη φορά της έφερα νερό με το κύπελλο... -Και του Αγίου Πνεύματος..., και επανέλαβε τα ίδια.


Στο διάστημα αυτής της παντομίμας η Γερόντισσα έκανε πολλή προσευχή για την αναξιότητά μου.... Βομβάρδιζε τον ουρανό... Την ίδια ώρα εγώ αυτομεμφόμενος, προσευχόμουν με θέρμη και συντριβή.


Στο τέλος με κοίταξε ερευνητικά στο πρόσωπο. -Τώρα σε βλέπω καλύτερα... Πρόσεχε!... Ο Ήλιος της Χάριτος εφώτισε και ζέστανε πάλι την καρδιά μου... Έφυγα ανακουφισμένος, παρηγορημένος και με νέες δυνάμεις, για να συνεχίσω την δύσκολη πορεία μου, την στενή και τεθλιμμένη οδό του Κυρίου...


Ένα άλλο γεγονός μαρτυρεί το μίσος που είχαν τα πονηρά πνεύματα εναντίον της Ασκήτριας. Κάποτε ήταν στο τζάκι μαζί με μία ενάρετη κοπέλλα, την τυφλή Β, η οποία είχε ζήσει μαζί της στο Μοναστήρι κοντά επτά χρόνια.


Η Γερόντισσα ήθελε να περιποιηθή την ευλαβή νέα, μετά μάλιστα από μία κόπωσι που είχε προηγηθή, και είπε να της βράση λίγο μπακαλιάρο. Ξαφνικά ακούσθηκε συζήτησι έντονη... Η ευλογημένη Β. άκουγε, αλλά δεν έβλεπε...


Η Αγία μιλούσε με κάποιον... -Μ' έβγαλες τα δόντια... Μ' έκανες κακό μεγάλο... Αλλά κι εγώ θα δης τί θα σε κάνω!..., έλεγε ο σατανάς! -Σκάσον!... Σκάσον!... Τί θα με κάνης;... Τίποτα!..., απαντούσε η Αγία.


Διάλογος τρομακτικός σε υψηλούς τόνους για αρκετά λεπτά... Η Γερόντισσα τότε προσευχόταν στον Χριστό και την Παναγία και πότε επιτιμούσε τον πονηρό... Ξαφνικά, χάνει η ευλογημένη την ισορροπία της και πέφτει από το τζάκι κάτω'


από πάνω της πέφτει και χύνεται η κατσαρόλα με τον καυτό μπακαλιάρο!... Και στην συνέχεια γλυστράει και πέφτει και η άλλη ενάρετη ψυχή... Έσπασαν τα σκεύη... Έμειναν νηστικιές... Προκλήθηκε σύγχυσις... Τόση λύσσα της είχε ο πειρασμός!...



2. <<Καίομαι, καίομαι...>>


Μετά από τόση αυταπάρνησι, μετά από τόσους αγώνες και νικηφόρες μάχες, το Πνεύμα του Θεού αναπαύθηκε στην εξαγνισμένη καρδιά της... Η Αγία Ασκήτρια της Κλεισούρας απέκτησε την χάρι του Αγίου Πνεύματος...


Η βαθειά ταπείνωσις, ο θείος έρωτας, η απάθεια, συνεχώς την ανύψωναν και απεμάκρυναν από τις μικρότητες του κόσμου... Ποιά σχέσι μπορεί να έχη μία αγία ψυχή με την ζοφερή ατμόσφαιρα της καθημερινότητος;...


Αυτή ήδη είχε εισέλθει στην δόξα της Βασιλείας... Είχα διηγηθή σε έναν Ιερέα τα πολλά κατορθώματα και χαρίσματα της Γεροντίσσης και αποφασίσαμε να την επισκεφθούμε μαζί.


Παντού και πάντοτε αισθανόμουν την ανάγκη να αποκαλύπτω με θαυμασμό αυτόν τον θησαυρό της Κλεισούρας. Ο Ιερέας αυτός διακρινόταν για την αποτομία και το τραχύ των τρόπων του.


-Τώρα θα σου πω εγώ, αν έχη Πνεύμα Θεού... Θα σου την <<λούσω>> και μετά βλέπουμε... Πράγματι, όταν φθάσαμε στο Μοναστήρι, με ύφος προσβλητικό, άρχισε να αποκαλή την Αγία πλανεμένη, υπερήφανη, ανθρωπάρεσκη, θεληματάρισσα...


Η Ασκήτρια αντιμετώπισε αυτόν τον αιφνίδιο καταιγισμό των <<κοσμητικών>> επιθέτων με βαθειά ηρεμία και ταπείνωσι!... Και όχι μόνο αυτό' αλλά αμέσως κατανοούσες, ότι εσωτερικά αισθανόταν και ευγνωμοσύνη προς τον <<ευεργέτη>> της!... 


Πράγματι' εμείς οι κριματισμένοι συνήθως λησμονούμε αυτήν την σωτήρια αλήθεια... Και <<αγριεύουμε>>, όταν κανείς <<ευεργέτης>> μας απλώς και μόνον μας υπενθυμίση την πραγματική μας πνευματική ταπεινότητα...


Μετά το <<λούσιμο>>, ο Ιερεύς ωμολογούσε συγκινημένος: -Αλήθεια! έχει πνεύμα Θεού η γυναίκα αυτή... 




Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού Α':
<<Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα Η Ασκήτρια της Κλεισούρας 1886-1974>>,
έκδοση <<Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής>>,
Φυλή Αττικής 1998, σελ. 111-118.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF