ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

Η ΘΗΒΑΪΔΑ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ (4ο ΜΕΡΟΣ)

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>> σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 105-109, 116, Αθήνα 1988.
<<Ο μοναχισμός στη Ρωσία ξεκίνησε με τους οσίους Αντώνιο και Θεοδόσιο του Κιέβου. Εκείνοι έθεσαν τα θεμέλια της άσκησης και ήταν οι πρώτοι που έφεραν στην απέραντη αυτή χώρα το μήνυμα της ολοκληρωτικής αφιέρωσης στο Θεό και του αγώνα για εσωτερική τελείωση. Εκείνος όμως που δημιούργησε μια μεγάλη άνθιση, που εξελίχτηκε σ' ένα τεράστιο ξέσπασμα του μοναχισμού και αγκάλιασε ολόκληρη τη βορειοανατολική Ρωσία, που δίκαια αποκλήθηκε "Θηβαΐδα του Βορρά",
ήταν ο μεγάλος άγιος Σέργιος του Ραντονέζ.
Ο άγιος Σέργιος ήταν μια γιγαντιαία μορφή που δημιούργησε τη "χρυσή εποχή" για το μοναχισμό της Ρωσίας, εποχή που κράτησε τρεις αιώνες περίπου και χάρισε στην Ορθόδοξη Εκκλησία χιλιάδες αγίους. Ο ίδιος έφτιαξε πενήντα μοναστήρια και από εκείνα δημιουργήθηκαν άλλα σαράντα. Δίκαια του απονεμήθηκε ο τίτλος του "μεγάλου γέροντα της ρωσικής γης" και του "αββά της Θηβαΐδας του Βορρά". Ο συναρπαστικός βίος του, όπως και οι βίοι άλλων χαρακτηριστικών μορφών της Θηβαΐδας του Βορρά, σκιαγραφούνται στο βιβλίο αυτό που εκδίδεται για πρώτη φορά στην Ελληνική.
Οι βίοι των αγίων αυτών συγκεντρώθηκαν από διάφορες πηγές στη Ρωσική και εκδόθηκαν για πρώτη φορά συλλογικά στην Αγγλική από το μοναστήρι του αγίου Γερμανού της Αλάσκας, που είναι στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. και που είχε την καλοσύνη να μου επιτρέψει τη μετάφραση και έκδοση του βιβλίου αυτού στην Ελληνική. Στην εισαγωγή του καθηγητή Κόντζεβιτς (...) υπάρχει μια ιστορική αναδρομή στη Θηβαΐδα αυτή του Βορρά και στα διάφορα ρεύματα που συνετέλεσαν τόσο στην απαρχή της, κατά το 14ο αιώνα, όσο και στην αρχή της παρακμής της, κατά το 17ο αιώνα.
Στον επίλογο επίσης, που γράφτηκε από τους εκδότες της αγγλικής έκδοσης, αναφέρονται οι δεσμοί και η επίδραση της Θηβαΐδας του Βορρά στη μεγάλη μοναχική κίνηση του 18ου αιώνα, που εκφράστηκε από τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και έδωσε στην Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία τους μεγάλους στάρετς που τη δόξασαν και την δοξάζουν μέχρι σήμερα με την άφθαστη πνευματικότητά τους>>.
Πέτρος Αθ. Μπότσης
Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.






Όσιος Σαββάτιος του Σολόφσκυ



ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΕΚΔΟΤΩΝ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ


Το ιερό μοναστήρι των οσίων Σαββατίου, Ζωσιμά και Γερμανού είναι η βορειότερη Λαύρα της Ρωσικής Θηβαϊδας. Οι πύργοι και οι ερειπωμένες εκκλησίες του μοναστηριού του Σολόφσκυ που κείτονται στα παγωμένα νερά της Λευκής Θάλασσας, στέκονται σαν σιωπηλοί μάρτυρες ασκητικών αγώνων και θείων ενασχολήσεων πέντε αιώνων.


Σήμερα το μοναστήρι έχει αναστηλωθεί σαν ιστορικό σημείο, αλλά το άθεο καθεστώς δε θα επιτρέψει βέβαια ούτε καν να μνημονευτεί η ουσία του έργου του Σολόφσκυ -η αγιότητά του δηλαδή, που αποδείχνεται από τους μοναστικούς αγώνες, και η ιεραποστολική του δράση προς τους βόρειους νομάδες.


Σ' αυτή τη διπλή σημασία του Σολόφσκυ οι Σοβιετικοί πρόσθεσαν μια τρίτη διάσταση, μετατρέποντάς το σε τόπο μαρτυρίου για ορθόδοξους χριστιανούς. Το Σολόφσκυ, αρχίζοντας ακριβώς εδώ και πενήντα χρόνια, ήταν ο κύριος τόπος αγιασμού για κληρικούς και κυρίως επισκόπους.


Εκεί οι διάδοχοι των Αποστόλων εργάστηκαν τα έργα τους, όπως το ψάρεμα και την επιδιόρθωση των διχτυών. Ένας από τους νέους μάρτυρες του Σολόφσκυ, ο αρχιεπίσκοπος Ιλαρίων (Τρόϊτσκυ), σημείωσε ότι: <<Το Άγιο Πνεύμα μετέτρεψε τους ψαράδες σε Αποστόλους και οι Μποσεβίκοι μετέτρεψαν τους Αποστόλους σε ψαράδες>>.


Αυτοί οι τελευταίοι ψαράδες των ανθρωπίνων ψυχών, εφοδιασμένων με τα εξωτερικά σημεία της αποστολικής τους διαδοχής, έγιναν έτσι ακόμη μεγαλύτεροι, πλημμυρισμένοι με Άγιο Πνεύμα, και σήμερα λάμπουν πανένδοξα σαν μια μεγάλη πηγή φωτός, για το σύγχρονο κόσμο που βυθίζεται όλο και περισσότερο στα σκοτάδια της αθεϊας.


Οι άγιοι και οι ασκητές του Σολόφσκυ, ενωμένοι τώρα με το χορό των νεομαρτύρων, είναι ολοζώντανοι στα ουράνια σκηνώματα του ζωντανού Θεού για μας, τους τελευταίους χριστιανούς, που ελπίζουμε ότι με τις προσευχές τους θα αποκτήσουμε τη δύναμη και την έμπνευση να προπαρασκευαστούμε για την ένωσή μας μαζί τους.


Η βεβήλωση των ιερών χώρων που δεν έχει ούτε στο ελάχιστο στερήσει το Σολόφσκυ απ' τον πνευματικό θησαυρό, που, γι' αυτούς που μπορούν να διακρίνουν, φαίνεται ακόμη ότι δημιούργησε τη ζωντανή κληρονομιά μας και απόκτησε αιώνιο στέφανο.





Δεν είναι γνωστό από ποια πόλη ή χωριό καταγόταν ο όσιος Σαββάτιος, ούτε ποιοι ήταν οι γονείς του, ούτε σε ποια ηλικία έλαβε τη μοναχική κουρά. Το μόνο γνωστό είναι ότι ο θαυμαστός γέροντας Σαββάτιος αγνωνίστηκε στο μοναστήρι του οσίου Κυρίλλου της Λευκής Λίμνης, στις μέρες του μητροπολίτη Φωτίου (1408-1431).


Ο αφιερωμένος ασκητής υπόταξε το σώμα του με την προσευχή, με ακατάπαυστες αγρυπνίες, με πείνα και δίψα και άλλους αναρίθμητους αγώνες σκληρής μοναχικής ζωής. Αγωνιζόταν με ζήλο σε είδος μοναχικής πάλης, με συνεχή υπακοή στον ηγούμενο και τους αδελφούς.


Και για την ακριβή τήρηση των μοναχικών του όρκων, ο Σαββάτιος ήταν αγαπητός και σεβαστός σε όλους και γινόταν παράδειγμα ενάρετης και φιλόπονης ζωής στους άλλους αδελφούς του μοναστηριού. Έτσι το όνομά του εγκωμιαζόταν συνέχεια απ' την αδελφότητα και τον ηγούμενο.


Ο όσιος Σαββάτιος άκουσε κάποτε ότι στην ίδια επαρχία του Νόβγκοροντ υπήρχε η λίμνη Λάτογκα, μέσα στην οποία υπήρχε ένα νησί που ονομαζόταν Βαλαάμ. Εκεί βρισκόταν ένα μοναστήρι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος και οι μοναχοί του αγωνίζονταν σκληρά, αναπέμποντας ακατάπαυστες προσευχές στο Θεό, και τρεφόμενοι με την προσωπική τους εργασία.


Τότε άρχισε να παρακαλεί τον ηγούμενο και τους αδελφούς της μονής του οσίου Κυρίλλου να του επιτρέψουν να πάει με τις ευλογίες του και να ζήσει στο μοναστήρι του Βαλαάμ. Αφού αναχώρησε απ' εκεί ο Όσιος με τις ευχές τους, ήρθε στο Βαλαάμ, όπου έγινε δεκτός με μεγάλη χαρά απ' την αδελφότητα και έζησε αρκετό χρόνο ασκούμενος στους δύσκολους αγώνες των εκεί μοναχών και αυξάνοντας συνέχεια τους κόπους του.


Όπως στο μοναστήρι του οσίου Κυρίλλου έτσι κι εδώ ο όσιος Σαββάτιος τους ξεπέρασε όλους στους ασκητικούς αγώνες και η ενάρετη ζωή του άρχισε να γίνεται γνωστή σε όλους στο Βαλαάμ, γιατι ταπείνωσε το σώμα του στο έπακρο και απόδειξε ότι ήταν κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος.


Ως έμπειρος στην ασκητική ζωή, ο όσιος Σαββάτιος ήταν στο μοναστήρι του Βαλαάμ γέροντας για αρχάριους μοναχούς, τους οποίους καθοδηγούσε στους ασκητικούς αγώνες τους. Ανάμεσα στους μαθητές του ήταν και ο Γεννάδιος, που αργότερα έγινε αρχιεπίσκοπος του Νόβγκοροντ (1484-1504).


Επειδή όμως και στη νέα του κατοικία ο Όσιος άρχισε να γίνεται σεβαστός και να εγκωμιάζεται, κυριεύτηκε από λύπη, βρίσκοντας δύσκολο το να υποφέρει το σεβασμό και τα εγκώμια των αδελφών και σκέφτηκε πάλι να βρει ένα τόπο ήσυχο και μοναχικό για τους αγώνες του.


Νωρίτερα ο Όσιος είχε ακούσει για το ακατοίκητο νησί Σολοβέτσκυ, που βρισκόταν στα παγωμένα νερά της Λευκής θάλασσας, δυο μέρες ταξίδι απ' την ξηρά.


Ακούγοντας ξανά τους μύθους για το ακατοίκητο νησί, αισθάνθηκε πνευματική αγαλλίαση και κυριεύτηκε από σφοδρή επιθυμία να εκατασταθεί εκεί και ν' αγωνιστεί στην ησυχία. 


Έτσι άρχισε να παρακαλεί θερμά τον ηγούμενο της μονής Βαλαάμ να του επιτρέψει να φύγει. Ο ηγούμενος όμως μαζί με τους αδελφούς που αγαπούσαν τον Όσιο και τον σέβονταν σαν απεσταλμένο απ' το Θεό, δεν ήθελαν να χάσουν ένα τόσο εξαίρετο γέροντα, που ήταν παράδειγμα αρετής για όλους τους, και τον παρακάλεσαν να μην τους εγκαταλείψει.


Ο Όσιος υπάκουσε στις παρακλήσεις των μοναχών του Βαλαάμ και έζησε στο μοναστήρι για ένα μικρό χρονικό διάστημα ακόμη. Αργότερα, καθοδηγούμενος και συντηρούμενος απ' το Θεό, ο όσιος Σαββάτιος οδήγησε τα βήματά του προς το νησί Σολοβέτσκυ.


Όταν έφτασε στη θάλασσα, συνάντησε μερικούς ανθρώπους που ζούσαν στην ακτή, απέναντι από το νησί, και άρχισε να τους ρωτά γι' αυτό. Τον πληροφόρησαν ότι το νησί Σολοβέτσκυ βρισκόταν μακριά απ' την ακτή, ότι το ταξίδι του για κει ήταν δύσκολο και επικίνδυνο και ότι οι ταξιδιώτες έφταναν στο νησί μόλις μετά από δυο μέρες ταξίδι και εφ' όσον ο καιρός ήταν καλός.


Ο Όσιος ερεύνησε με λεπτομέρειες τα του νησιού και κατέληξε στη σκέψη ότι αυτός ήταν ο πιο κατάλληλος τρόπος για ν' αγωνιστεί με ησυχία και μοναχική ηρεμία. Πληροφορήθηκε ότι η περιφέρεια του νησιού ήταν πάνω από εβδομήντα μίλια' ότι κοντά του ψάρευαν και κυνηγούσαν θαλασσινά ζώα'


και ότι πάνω στο νησί υπήρχαν γλυκά, πόσιμα νερά, λίμνες ψαρέματος, βουνά των οποίων οι κορυφές ήταν καλυμμένες με δέντρα κατάλληλα για ξυλεία, κοιλάδες με πλούσια βλάστηση και άλλα μικρότερα και βατοειδή δέντρα. Έμαθε ακόμη ο Όσιος ότι το νησί ήταν πάρα πολύ κατάλληλο για ανθρώπινη διαμονή και ότι αν ήταν ακατοίκητο οφειλόταν στη δυσκολία επικοινωνίας με την ξηρά.


Πολλοί που επιθυμούσαν να εγκατασταθούν εκεί δεν τολμούσαν να το κάνουν, γιατι φοβούνταν τυχόν δυστύχημα στη θάλασσα. Σπάνια μόνο κι όταν ο καιρός ήταν καλός έρχονταν ψαράδες στο νησί, αλλά μόλις τέλειωναν το ψάρεμα επέστρεφαν γρήγορα στη στεριά.


Ακούγοντας όλα αυτά απ' τους κατοίκους της παραλίας, ο όσιος Σαββάτιος φλεγόταν από μια σφοδρή επιθυμία να εγκατασταθεί στο νησί Σολοβέτσκυ. Εκείνοι, διαπιστώνοντας την πρόθεση του Οσίου, προσπαθούσαν να τον μεταπείσουν από τέτοιες σκέψεις λέγοντας:


-Γέροντα, με τι θα τραφείς και θα ντυθείς στο νησί, αφού βρίσκεσαι σε τόσο προχωρημένη ηλικία και δεν έχεις καμμιά περιουσία;


Και πως θα ζήσεις σ' αυτόν τον ψυχρό τόπο τόσο μακριά απ' τους ανθρώπους, όταν δεν έχεις πια τη δύναμη να κάνεις τίποτα για τον εαυτό σου; Και ο Όσιος τους απάντησε:


-Εγώ, παιδιά μου, έχω έναν Κύριο που κάνει τη φύση ενός ηλικιωμένου ανθρώπου νέα, όπως επίσης ανατρέφει και αυξάνει ένα νήπιο μέχρι τα ώριμα χρόνια ενός γέρου. Αυτός πλουτίζει τους φτωχούς, δίνει τα απαραίτητα στους ενδεείς, ντύνει τους γυμνούς και χορταίνει τους πεινασμένους, όπως χόρτασε στην έρημο πέντε χιλιάδες άντρες με πέντε άρτους (Ιωάννης, 6, 5-13). [...]


Ο όσιος Σαββάτιος κοιμήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου του 1435. Κατ' αυτή τη μέρα η μνήμη του γιορτάζεται προς δόξα του Τριαδικού Θεού, Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος, στον οποίο πρέπει η δόξα και η προσκύνηση στους αιώνες. Αμήν.




Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>>
σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 105-109, 116, Αθήνα 1988.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF