ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 15 Μαρτίου 2022

ΟΣΙΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ (7ο ΜΕΡΟΣ)

 






Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου της Ι. Μ. Παρακλήτου: <<Όσιος Αμβρόσιος της Όπτινα>>, έκδοση ογδόη, σελ. 113-120, Ωρωπός Αττικής 2004.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Η λέξις "στάρετς", που ερμηνεύεται "γέροντας", αναφέρεται σε χαρισματούχους άνδρες του ρώσικου μοναχισμού. Πρόκειται για τους ιερομονάχους εκείνους, οι οποίοι με αυστηρή μοναχική άσκησι ανέβηκαν σε ύψη αρετής και κατέκτησαν πλούσια την χάρι, την σοφία και την δύναμι του Αγίου Πνεύματος,
για να αναλάβουν εν συνεχεία το έργο του πνευματικού πατρός και καθοδηγητού.
Τον περασμένο αιώνα η Ρωσική Εκκλησία παρουσίασε εκλεκτούς και δυναμικούς στάρετς. Ήταν για να ενισχυθή η φλόγα της πίστεως και να αντέξη στην επερχόμενη δοκιμασία. Ανάμεσά τους σπουδαία θέσι κατέχει ο περίφημος στάρετς Αμβρόσιος της Όπτινα, ο "μέγας φωστήρ της Ρωσίας", όπως χαρακτηρίσθηκε, ο οποίος ανακηρύχθηκε επίσημα άγιος τον Ιούνιο του 1988 από την Ιερά Τοπική Σύνοδο της Εκκλησίας της Ρωσίας.
Η παρουσίασις στο ελληνικό κοινό της μεγάλης αυτής οσιακής μορφής αποτελεί μια συμβολή στην προσπάθεια ν' αποκαλυφθούν τα περίλαμπρα αστέρια που κρύβει ο ουράνιος θόλος της Ορθοδοξίας. Έτσι θα μπορή ο αναγνώστης να θαυμάση το φως, την λάμψι, την δόξα και την ωραιότητα που περιέχει η Εκκλησία του.
Μαζί με την μορφή του βιογραφούμένου οσίου προβάλλονται στο παρόν βιβλίο και άλλες ιερές μορφές -εκλεκτά άνθη από τον οσιακό κήπο της Όπτινα- όπως του στάρετς Λέοντος, του στάρετς Μακαρίου, του ηγουμένου Μωϋσή, του ερημίτου Ελισσαίου κ.ά. Όλοι τους -σύγχρονοι του οσίου Αμβροσίου- ήσαν θεοφόροι Πατέρες,
"άνδρες πλούσιοι, κεχορηγημένοι ισχύϊ" (Σ. Σειράχ μδ' 6). [...]
(Από τον πρόλογο της έκδοσης)







Μικρά περιστατικά


Χρήσιμο είναι να εξετάζη κανείς στην ζωή των μεγάλων μορφών της Εκκλησίας μας και τα μικροεπεισόδια. Έχουν και αυτά κάτι το ιδιαίτερο να προσφέρουν' να αποκαλύψουν ωρισμένες πτυχές της προσωπικότητάς τους' να παρουσιάσουν κάποια απαλά χρώματα από τον ζωγραφικό πίνακα της ψυχής τους.


Γι' αυτό πριν προχωρήσουμε την διήγησι, θα επιστρέψουμε λίγο πίσω για να αναφερθούμε στα σχετικά περιστατικά. Το πρώτο απ' αυτά συνδέεται με τον γνωστό μας διδάσκαλο Παύλο Ποκρόφσκι. Ας το παρακολουθήσουμε. Ο π. Αμβρόσιος θυμόταν διαρκώς από το Μοναστήρι τον αγαπητό του Παύλο και είτε με τις προσευχές είτε με την αλληλογραφία φρόντιζε να του συμπαρίσταται. Γνώριζε πόση υποστήριξι χρειάζεται εκείνος που θέλγεται για την μοναχική ζωή και συγχρόνως δεσμεύεται από τις δελεαστικές φωνές του κόσμου.


Είχε δοκιμάσει και ο ίδιος την θλίψι αυτών των αμφιταλαντεύσεων. Σε μία επιστολή του έγραψε και τα επόμενα: -Πολύ θα με υποχρεώσης αν φροντίσης να μου στείλης λίγο τσάϊ, που τόσο πολύ το αγαπώ. Εδώ στην έρημο πού να προμηθευθή κανείς εκείνα που του χρειάζονται; Ο π. Αμβρόσιος -αυτό είναι το αξιοσημείωτο- δεν είχε ειδική ανάγκη να ζητήση αυτήν την χάρι. Άλλος ήταν ο λόγος και ο σκοπός της ενέργείας του. 


Απέβλεπε να ενισχύση και να συσφίγξη με αυτόν τον τρόπο τους δεσμούς της φιλίας τους. Η απάντησις του Παύλου υπήρξε κάπως σκληρή. Δεν μπορούσε μέσα του να συνδυάση την ασκητική ζωή με την χρήσι του τσαγιού. <<Να ζης στον κόσμο! Μάλιστα. Να πιης και τσάϊ και βότκα ακόμη' αλλά στο Μοναστήρι τί θέσι έχουν αυτά τα είδη;>> σκεπτόταν. -Αφού εσύ είσαι μοναχός, του έγραψε, τί το θέλεις το τσάϊ>>;


Με την απειλή της φοβεράς νόσου, της χολέρας, ο Ποκρόφσκι, όπως αναφέραμε, απεφάσισε να εγκαταλείψη την ζωή του κόσμου και να φορέση το μοναχικό ένδυμα. Όταν πάτησαν τα πόδια του στην Όπτινα ήταν εποχή που το ψύχος κυριολεκτικά εθέριζε. Βούϊζαν τα πεύκα από τον παγωμένο άνεμο και κάθε ζωντανό πλάσμα αναζητούσε πάνω απ' όλα λίγη θέρμανσι.


Ο υποψήφιος μοναχός, αφού δεν γνώριζε κανέναν στο Μοναστήρι, κατευθύνθηκε στην Σκήτη. Μετά την συγκινητική συνάντησή τους με τον π. Αμβρόσιο, κρυωμένος όπως ήταν εζήτησε ενισχύσεις. -Αδελφέ μου, του λέει, έχω ξεπαγιάσει από το κρύο. Σε παρακαλώ πολύ, φτιάξε μου λίγο τσάϊ. Και ο π. Αμβρόσιος χαμογελαστά: -Μα οι μοναχοί δεν πρέπει να πίνουμε τσάϊ!


Ο π. Θεόδωρος, νεαρός μοναχός της Όπτινα είχε ανεπτυγμένες σχέσεις με τον π. Αμβρόσιο και συχνά επισκεπτόταν το κελλί του. -Τί φτωχικό που είναι το κελλί του π. Αμβροσίου! έλεγε στους άλλους σε δεδομένη συζήτησι. Πόσο απέριττο! Σε μια γωνιά κάτι εικόνες, κοντά στην πόρτα δυο-τρία ράσα και απέναντι το κρεββάτι του. Και το στρώμα του κρεββατιού, ό,τι πρέπει για σκληραγωγία: Ένας μεγάλος σάκκος γεμισμένος με άχυρα.


Κάποια ημέρα όμως παρετήρησε κάτω από το κρεββάτι και ένα ψάθινο κιβώτιο όμοιο με κομοδίνο. Σ' αυτό φυλάσσονταν ωρισμένα ρούχα, κυρίως τα μάλλινα πουκάμισα και οι μάλλινες κάλτσες που τόσο συχνά χρησιμοποιούσε ο ασθενής Ιερομόναχος. Με απλότητα ο π. Θεόδωρος ερώτησε να μάθη την χρήσι αυτού του αντικειμένου. -Αυτό το έπιπλο τί σας χρησιμεύει, πάτερ;


Ο π. Αμβρόσιος θέλησε να διασκεδάση λίγο την υπόθεσι. Δεν έπρεπε να φέρεται τόσο ασκητικός και ακτήμων. -Εκεί μέσα, αδελφέ μου, του λέει, σκέπτομαι να βάλω μία χήνα για να κλωσήση (!). Και οι δύο εγέλασαν με τον πρωτότυπο ρόλο που θα έπαιζε δήθεν σ' αυτό το κιβώτιο. Στον π. Θεόδωρο άρεσε πολύ να διηγήται το χαριτωμένο αυτό περιστατικό. Τέτοια απρόοπτη και απίθανη απάντησι δεν την περίμενε ποτέ.


Το κιβώτιο και την χήνα δεν μπορούσε ποτέ να τα ξεχάση. Ο π. Αμβρόσιος ήταν το έκτο κατά σειράν τέκνο της οικογενείας του Μιχαήλ Γρένκωφ. Ο μεγαλύτερος αδελφός του ο Νικόλαος είχε προόδους στα γράμματα και όταν αυτός χειροτονήθηκε Ιερεύς, εκείνος βρισκόταν στο Κίεβο Διευθυντής Γυμνασίου. Είχε είκοσι χρόνια να αλληλογραφήση μαζί του.


Στο πρώτο γράμμα που του έστειλε είχε και μερικές σειρές που δεν ευχαρίστησαν καθόλου τον κύριο Διευθυντή. -Αδελφέ μου, του έγραφε, πληροφορήθηκα και κάτι που με λύπησε' ότι δεν τηρείς τις νηστείες της Εκκλησίας μας. Γιατί αυτή η στάσις απέναντι στους θεσμούς που η οικογένειά μας πάντοτε εσέβετο; Φοβάσαι μήπως κλονισθή η υγεία σου; Αλλά δεν νομίζω πως υπάρχει τέτοιος κίνδυνος...


Του έγραψε πολλά και του συνιστούσε να αλλάξη τακτική σ' αυτό το θέμα. Απάντησι στην επιστολή αυτή αργούσε να λάβη. Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος και <<ουκ ην φωνή>>. Ανησυχούσε μήπως και συνέβαινε τίποτε δυσάρεστο, πράγμα που τον έκανε να ζητήση, πληροφορίες από τον μικρότερο αδελφό του τον Πέτρο.


-Καλά είναι ο Νικόλαος, του απήντησε εκείνος. Μόνο που δυσαρεστήθηκε λίγο από το γράμμα σου. Σου γράφω ακριβώς τα λόγια του: <<Ο ερημίτης μας μου έγραψε κάποια ηθική νουθεσία που εύκολα είναι να την πης, αλλά δύσκολα να την εφαρμόσης>>.


Η μητέρα του π. Αμβροσίου, άνθρωπος μεγάλης ευσεβείας, ήταν ασθενικής κράσεως και συχνά αρρώσταινε. Την έβλεπες χειμώνα-καλοκαίρι πάνω στην πέτσκα -την εντοιχισμένη σόμπα. Είχε δοκιμάσει και θλίψεις πολλές, αφού μεταξύ άλλων είχε χάσει και δύο θυγατέρες της.


Παρά τον αδύνατο σωματικό οργανισμό της, έφθασε ως τα εβδομηνταπέντε, ενώ ο σύζυγός της δεν τα πέρασε τα εξήντα χρόνια.


Ο π. Αμρόσιος ποθούσε να έβλεπε την μητέρα του ως μοναχή, προτού την επισκεφθή ο θάνατος. Σχεδίαζε να ταξιδεύση μέχρι το Κίεβο. Η χαρά του θα ήταν μεγάλη να προσκυνούσε τα άγια λείψανα των Οσίων της Πετσέρσκαγια Λαύρας. Εκεί βέβαια θα συναντούσε και τον μεγαλύτερό του αδελφό. Επιστρέφοντας από το Κίεβο, θα πεταγόταν μέχρι την πατρίδα του -έτσι υπελόγιζε- και θα χάριζε στην μητέρα του το αγγελικό σχήμα.


Από το καλοκαίρι του 1848, τότε που είχε αναρρώσει από την μεγάλη του αρρώστια, μέχρι το 1853, πέντε συνεχή έτη όλο και ετοιμαζόταν για το Κίεβο και όλο εμπόδια παρουσιάζονταν.


-Περίεργο πράγμα! μονολογούσε. Πού βρέθηκαν τόσες αλλεπάλληλες δυσκολίες; Τελικά η μητέρα του πέθανε χωρίς το σχήμα. Ο ιερός του πόθος δεν πραγματοποιήθηκε.


Αργότερα που που η σκέψις του ήταν γεμάτη θείο φωτισμό παρατηρούσε: -Δεν ήταν συμφέρον για την μητέρα μου να γίνη μοναχή. Σαν λαϊκή ζούσε με ευσέβεια και τηρούσε πάντοτε τις εντολές του Θεού και τους κανονισμούς της Εκκλησίας. Σαν μοναχή υπήρχε κίνδυνος να μη προσαρμοσθή στις αυστηρές υποχρεώσεις της νέας ζωής και, καθώς ήταν και φιλάσθενη, να δοκιμάση σύγχισι και θλίψι!


Ευγνωμονώ τον Θεόν για τα εμπόδια που μου είχε στείλει. Πράγματι. <<Τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν>> (Ρωμ. η' 28). Ακόμη και τα εμπόδια που παρεμβάλλονται και ακυρώνουν ένα ταξίδι.


Τα περιστατικά που θα διηγηθούμε στο εξής θα αναφέρωνται στην μεταβατική περίοδο που μεσολάβησε από τον θάνατο του στάρετς Μακαρίου μέχρι την οριστική ανάληψι του στάρτσεστβο από τον π. Αμβρόσιο. Δύο χρόνια μετά την απώλεια του ενός μεγάλου σημειώθηκε η απώλεια και του άλλου.


Ο Ηγούμενος Μωϋσής φορτωμένος το βάρος των ογδόντα ετών, γεμάτος κόπο κα μόχθο μετέστη στην χώρα της αιωνίου αναπαύσεως. Ο Επίσκοπος ήρθε από την Καλούγα να τελέση την κηδεία και να ρυθμίση τα της εκλογής του διαδόχου. Με την εποπτεία του Αρχιμανδρίτου Γερασίμου -εχρημάτιζε Επόπτης των Ιερών Μονών όλης της Επαρχίας- εξελέγη Ηγούμενος ο Ιερομόναχος Παφνούτιος' έλαβε περισσοτέρους ψήφους από τον Ιερομόναχο Ισαάκιο.


Ο π. Ισαάκιος πανηγύριζε γιατι δεν ήθελε με κανένα τρόπο να λάβη ηγουμενικές θέσεις. Μάλιστα προ της εκλογής παρακαλούσε πολλούς να μη δώσουν υπέρ αυτού την ψήφο τους. Οι πνευματικώτεροι όμως και ευλαβέστεροι μοναχοί ήταν κάπως λυπημένοι με τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας.


Και ο π. Αμβρόσιος δυσαρεστήθηκε, αφού ο μακαρίτης, ο στάρετς Μακάριος, είχε ορίσει ρητώς διάδοχο του Αρχιμανδρίτου Μωϋσή τον π. Ισαάκιο. Ο Επίσκοπος δεν είχε επικυρώσει ακόμη την εκλογή του π. Παφνουτίου, οπότε ο π. Αμβρόσιος σκέφθηκε να ενεργήση καταλλήλως. Ξεκίνησε να τον συναντήση.


-Πανιερώτατε, του είπε, έρχομαι να σας γνωστοποιήσω κάτι που μέχρι τώρα δεν σας ανακοινώθηκε. Ο στάρετς Μακάριος είχε ορίσει τον π. Ισαάκιο για το αξίωμα του Ηγουμένου. -Και για ποιό λόγο, είπε ο Αρχιερεύς, δεν μου το ανακοινώσατε; Εγώ πρώτη φορά το ακούω. -Δεν σας το αναφέραμε, εξήγησε ο π. Αμβρόσιος, γιατι ο π. Ισαάκιος παρακαλούσε επίμονα να μείνη μακρυά από την ηγουμενία και κανείς να μη κάνη λόγο γι' αυτό.


Ο Επίσκοπος έκρινε ορθό να σεβασθή την επιθυμία του μεγάλου στάρετς και να παραδώση την ηγουμενική ράβδο στον π. Ισαάκιο. Εκείνος, ταπεινός και φίλος της ησυχίας, δεν μπορούσε να συγκρατήση τα δάκρυά του για τον βαρύ σταυρό που του ανέθεσαν. Ο Αρχιερεύς του απένειμε και τον τιμητικό τίτλο του <<Οικοδόμου της Όπτινα>>, που αργότερα αντικατεστάθη με το οφφίκιο του.


Με τον θάνατο του Ηγουμένου Μωϋσή και με τις διάφορες αλλαγές στην διοίκησι της Όπτινα, σημειώθηκε κάποα γενικώτερη τροποποίησις. Η Μονή τώρα εισήρχετο, όπως έδειχναν τα πράγματα, σε μία καινούργια περίοδο της ιστορίας της, περίοδο ακμής και ακτινοβολίας. 


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου της Ι. Μ. Παρακλήτου:
<<Όσιος Αμβρόσιος της Όπτινα>>,
έκδοση ογδόη, σελ. 113-120, Ωρωπός Αττικής 2004.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF