ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2023

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΗΡΩΔΗ, ΤΟΥΣ ΜΑΓΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΝΗΠΙΩΝ


Ο
Άγιος Φώτιος, γνωστός και ως Μέγας Φώτιος, αποτελεί έναν από τους διαπρεπέστερους Πατέρες της Εκκλησίας. Υπήρξε μια έξοχη Εκκλησιαστική προσωπικότητα, στον οποίο η Εκκλησία δικαίως απέδωσε τον σπάνιο τίτλο του Μεγάλου.


Βασίλειος Γ. Βοξάκης, Θεολόγος καθηγητής


Ποικίλο και αξιοθαύμαστο υπήρξε το έργο του Μεγάλου Φωτίου, εκτεινόμενο σε πολλούς τομείς: Θεολογικό, φιλολογικό, ποιμαντικό, ιεραποστολικό κ.α.1 Στο κείμενο αυτό όμως θα εστιάσουμε στο κατ’ εξοχήν ερμηνευτικό του έργο, γνωστό ως «Αμφιλόχια», και πιο συγκεκριμένα στις Ερμηνευτικές προσεγγίσεις του στις σχετικές αναφορές τού κατά Ματθαίον Ευαγγελίου για τον Ηρώδη, τους Μάγους και τη σφαγή των νηπίων.


Όταν ο Βασίλειος ο Μακεδών έμεινε μόνος του στον θρόνο μετά τη δολοφονία του Μιχαήλ του Γ΄ και στην προσπάθειά του να κερδίσει την υποστήριξη της μερίδος των πιστών στον καθαιρεθέντα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιγνάτιο, προκάλεσε την εκθρόνιση του Φωτίου από τον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως το 867.


Ο Φώτιος όχι μόνο απομακρύνθηκε από τον Πατριαρχικό θρόνο, αλλά και φυλακίσθηκε σε Μονή στις ακτές του Βοσπόρου, όπου διέμεινε επί μία τριετία. Εκεί, παρά τις ταλαιπωρίες του και τις θλίψεις του, δεν παρέμεινε αργός.


Μέσα στο κελί, όπου κρατούνταν υπό περιορισμό, δεν έχασε την πίστη του στον Θεό ούτε απογοητεύθηκε, αλλά εκμεταλλεύθηκε με τον καλύτερο τρόπο τον άφθονο χρόνο που αναγκαστικά είχε. Έτσι λοιπόν επιδόθηκε στη σύνταξη του εκτενέστερου και ενός από τα εκλεκτότερα Θεολογικά συγγράμματά του.


Το έργο αυτό είναι γνωστό ως «Αμφιλόχια ή λόγων ιερών συλλογή, εν η ζητήματα της θείας Γραφής διαλύεται». Όσο ακόμα ήταν Πατριάρχης, ο φίλος του, Αμφιλόχιος Μητροπολίτης Κυζίκου, του είχε υποβάλει ένα κατάλογο με πλήθος θεολογικών ερωτημάτων παρακαλώντας τον να δώσει σ’ αυτά απαντήσεις.


Ο Μέγας Φώτιος με βάση τις πλούσιες θεολογικές του γνώσεις και την αξιοθαύμαστη θύραθεν παιδεία του συνέταξε το έργο αυτό «εν τω καιρώ των πειρασμών»2 υπονοώντας τις δοκιμασίες που ακολούθησαν την εκθρόνισή του. Στο σύγγραμμα αυτό δίνει απαντήσεις σε 326 ερωτήσεις.


Οι απορίες αυτές αφορούν θέματα δογματικά, φιλοσοφικά, φιλολογικά, ιστορικά και ως επί τω πλείστον ερμηνευτικά της Αγίας Γραφής. Στις 326 απαντήσεις του στο σύγγραμμα αυτό ο πολυγραφότατος αυτός Πατήρ της Εκκλησίας, όπως είχε επισημάνει ο καθηγητής Πατρολογίας Παναγιώτης Χρήστου, διαπραγματεύεται τα θέματα:


«με κριτικήν δύναμιν, δογματικήν ακρίβειαν και πρωτοτυπίαν»3. Από τα 326 συνολικά ερωτήματα περίπου τα 260 αφορούν απορίες ερμηνευτικού περιεχομένου. Τα ερμηνευτικά προβλήματα, για τα οποία τίθενται τα ερωτήματα αυτά, αφορούν χωρία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.


Πρόκειται για χωρία δυσχερή ως προς την κατανόηση ή φαινομενικά αντιφάσκοντα με άλλα χωρία της Αγίας Γραφής. Ο Άγιος Φώτιος στη σύνταξη του έργου του αυτού επωφελείται από τα ερμηνευτικά υπομνήματα παλαιοτέρων Πατέρων και Εκκλησιαστικών συγγραφέων, συμβάλλοντας


όμως σημαντικά και εκείνος, γεγονός που τον κατατάσσει μεταξύ των διαπρεπέστερων ερμηνευτών της Ορθοδόξου Θεολογίας. Επειδή η αφορμή για τη σύνταξη του έργου τού δόθηκε από τον Αμφιλόχιο Κυζίκου, αυτό έμεινε γνωστό ως «Αμφιλόχια».


Στα «Αμφιλόχια» ο Μέγας Φώτιος καλείται να απαντήσει στο ερώτημα ΤΖ΄ «δια τι επικελεύεται ο Ηρώδης τοις εις προσκύνησιν ήκουσι του Σωτήρος ημών Χριστού μάγοις, ‘‘ακριβώς εξετάσατε, λέγων, περί του παιδίου, επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, ίνα καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ’’»4


Δηλαδή γιατί προτρέπει ο Ηρώδης τους Μάγους, που είχαν φθάσει μέχρι εκεί προκειμένου να προσκυνήσουν τον Σωτήρα, λέγοντάς τους «αφού ερευνήσετε προσεκτικά για το παιδί, όταν το βρείτε αναγγείλετέ μου την είδηση, για να έλθω και εγώ να το προσκυνήσω».


Όπως είναι γνωστό από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, οι Μάγοι οδηγήθηκαν από τον αστέρα, ο οποίος ήταν άγγελος κατά την Χρυσοστομική ερμηνεία, μέχρι τα Ιεροσόλυμα, όπου και χάθηκε, προκειμένου να τους αναγκάσει να μπουν στην πόλη.


Ο Ηρώδης, όταν πληροφορήθηκε ποιον αναζητούσαν οι Μάγοι και αφού έλαβε σχετικές πληροφορίες από τους Αρχιερείς, κάλεσε τους Μάγους στα Ανάκτορά του για να μάθει περισσότερα από αυτούς. Στο τέλος του διαλόγου που είχε μαζί τους είπε : «ακριβώς εξετάσατε, περί του παιδίου, επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, ίνα καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ»5.


Ο ιερός Πατήρ Φώτιος δίνει την εξής ερμηνευτική απάντηση στο ερώτημα ΤΖ΄ αρχικά κάνοντας χρήση της γραμματολογικής μεθόδου ερμηνείας. Το χωρίο λοιπόν αυτό εξηγείται, αν λάβουμε υπόψη μας ότι «βασιλεύς ην της Ιουδαίας» 5α, δηλαδή ότι ο Ηρώδης6, καθώς ήταν εκείνος βασιλέας της Ιουδαίας, μόλις άκουσε για τη Γέννηση ενός άλλου Βασιλέως «εταράχθη».


Ο Άγιος Φώτιος χρησιμοποιεί το ίδιο ακριβώς ρήμα, που αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Ματθαίος7, για να εκφράσει την ψυχολογική κατάσταση του Ηρώδη. Ως γνωστόν ο μόνιμος εφιάλτης, που κατακυρίευε τον αρχομανή και αιμοδιψή Ηρώδη, ήταν η φοβία του να μην απολέσει τον θρόνο.


Έναν θρόνο που δεν του ανήκε, καθώς, όπως πολύ καλά ο ίδιος γνώριζε, τον θρόνο αυτόν τον είχε σφετερισθεί ο πατέρας του, Αντίπατρος, από τη βασιλική δυναστεία των Ασμοναίων, παραμερίζοντας τον Υρκανό Β΄.


Ταράχθηκε λοιπόν μήπως η γέννηση του «βασιλέως» γίνει αφορμή για να στερηθεί τον θρόνο, που έτσι κι αλλιώς παράνομα κατείχε.


Ο φόβος του ήταν τέτοιος που έκανε το μίσος του να θεριεύει σε σημείο που «εζήτει ανελείν τον ελπιζόμενον παραλύσαι της βασιλείας αυτόν»8.


Έτσι αρχίζει να πλέκει τα καταχθόνια σχέδια της εξοντώσεως και θανατώσεως αυτού, που πίστευε ότι θα καταλύσει τη δική του βασιλεία. Επειδή όμως δεν θα ήταν εύκολο να ανεύρει και να φονεύσει το νέο βασιλέα, έπρεπε να μεταχειρισθεί «δόλον» και «απάτην»9. Και ποιος είναι ο δόλος και η απάτη; Επεξηγεί λοιπόν ο Μέγας Φώτιος ότι αυτά υποκρύπτονται στα λόγια του προς τους Μάγους «ίνα καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ»10. Ο πανούργος Ηρώδης φοβόταν ότι οι σοφοί Μάγοι θα τον υποπτεύονταν.


Ήταν πολύ πιθανό να αναρωτηθούν γιατί αφού βρούμε τον Μεσσία να θέλει τόσο διακαώς αυτός ο βασιλιάς να επιστρέψουμε και να τον ενημερώσουμε; Προς τι το τόσο ενδιαφέρον του; Προλαβαίνει λοιπόν ο δολοπλόκος ηγεμόνας την αναφυόμενη εντός των Μάγων απορία και δικαιολογείται αμέσως, προκειμένου να καλύψει τα δολερά σχέδιά του. Γι’ αυτό και ο Άγιος ερμηνευτής επισημαίνει ότι τα λόγια του Ηρώδη:


«Ότι κι εγώ επιθυμώ να πάω και να τον προσκυνήσω» ήταν μια πρόταση γεμάτη δόλο και απάτη. Η τακτική τού να κρύβει τις πραγματικές του προθέσεις και να υποκρίνεται φορώντας «προσωπεία» ήταν οικεία στον Ηρώδη. Βεβαίως ο εγωπαθής Ηρώδης δεν είχε σκοπό να προσκυνήσει και να αναγνωρίσει άλλον ως βασιλιά.


Σκοπός του όμως ήταν να παραπλανήσει τους Μάγους και να πιστέψουν ότι ο Ηρώδης διακατέχεται από τα ίδια με εκείνους αγνά κίνητρα. Ότι επιθυμεί και εκείνος να προσκυνήσει ευλαβικά τον ελθόντα εις τον κόσμο Σωτήρα. Το κρυφό του σχέδιο ήταν να μετατρέψει τους ανυποψίαστους Μάγους σε ακούσια όργανά του και εν αγνοία τους σε πληροφοριοδότες του, προκειμένου να προωθήσει τα δολοφονικά σχέδιά του.


Ο Μέγας Φώτιος κατόπιν χρησιμοποιεί και την τυπολογική μέθοδο ερμηνείας. Επισημαίνει λοιπόν ότι ο Ηρώδης αποτελεί τύπο των δύο λαών, δηλαδή εκπροσωπεί – συμβολίζει ταυτόχρονα και τα «έθνη»11, δηλαδή τους ειδωλολατρικούς λαούς, αλλά και τον Ισραήλ, τον περιούσιο λαό του Θεού. Πώς γίνεται αυτό;


Επεξηγεί ο Άγιος Φώτιος: γιατί ο Ηρώδης ήταν ως προς την καταγωγή του «εξ εθνών», δηλαδή δεν ήταν Ισραηλίτης (ήταν Ιδουμαίος), αλλά ταυτόχρονα, αφού «Ιουδαίων εβασίλευσε»12, εκπροσωπούσε και αυτούς. Όταν λοιπόν ο Ηρώδης έλεγε παραπλανητικά στους Μάγους ότι επιθυμεί κι εκείνος να πάει να προσκυνήσει, «ακών προφητεύει το μέλλον» «και μη ειδώς ο λέγει»13, δηλαδή χωρίς να το κατανοεί και να το επιθυμεί, ακούσια προφητεύει μελλοντικά γεγονότα.


Δηλαδή άθελά του προφητεύει ότι ο Ενανθρωπήσας Κύριος θα προσκυνηθεί από όλη την ανθρωπότητα και από τους εξ «εθνών» λαούς, αλλά και από τον λαό των «Ιουδαίων». Αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή ο Ηρώδης βρίσκεται «προφητεύων»14, δηλαδή χωρίς να το αντιλαμβάνεται και χωρίς να πιστεύει και να αποδέχεται αυτά που λέει, ασυνείδητα φανερώνει μια μεγάλη θεόπνευστη αλήθεια, ότι ο Ενανθρωπήσας Κύριος θα προσκυνηθεί από ολόκληρο το γένος των ανθρώπων: « ως εκ προσώπου παντός του ανθρωπίνου γένους οίον εθνών τε και Ιουδαίων την προσκύνησιν ανομολογήσας ω επιδημήσαντι προς ανθρώπους Θεώ»15.


Θα μπορούσαν όμως κάποιοι καλοπροαίρετοι, αλλά αδαείς επί του θέματος, να εκφράσουν έκπληξη ή ακόμα και οργή για το γεγονός ότι ο Μέγας Φώτιος υποστηρίζει ότι από τα ρυπαρά χείλη του Ηρώδη ακούστηκε προφητεία. Πράγματι φαίνεται κάπως παράδοξο πώς ένας άνθρωπος, που βαρύνεται με τόσα και μάλιστα ειδεχθή εγκλήματα, όπως ο Ηρώδης, ο οποίος συνάμα υπήρξε κατά βάθος θρησκευτικά αδιάφορος, να είπε μία προφητεία.


Αν προσέξουμε όμως καλύτερα, ο ιερός ερμηνευτής όχι μόνο δεν κατατάσσει τον Ηρώδη στην Αγία χορεία των Προφητών, αλλά τονίζει ότι ακούσια και αγνοώντας το βαθύτερο νόημα των λόγων του διατύπωσε αυτή την προφητεία, χωρίς όμως να συναισθάνεται καν ότι προφητεύει. Υπογραμμίζει επίσης ότι τίποτε δεν τον εμπόδιζε από το να προφητεύσει. 


Δηλαδή ότι την παντοδυναμία του Θεού δεν την παρεμποδίζει η ανηθικότητα ενός προσώπου, που Εκείνος επέλεξε ως όργανό Του για να κάνει γνωστή στον κόσμο μία προφητεία. Εδώ να προσθέσουμε ότι κανείς δεν θα μπορούσε να κατηγορήσει τους ακούσιους προφήτες ότι μίλησαν από ιδιοτέλεια, αλλά ούτε και να υποπτευθεί ότι μιλούσαν κινούμενοι από ευλάβεια και αγάπη προς τον Θεό.


Για να αποδείξει τη θεολογική ορθότητα των όσων λέγει ο Άγιος Φώτιος, φέρνει ως επιχείρημα την περίπτωση του Ιουδαίου αρχιερέα Καϊάφα, ο οποίος, αν και μέσα στην καρδιά του θέριευε η μανία για τον μιαρό φόνο του Κυρίου, ωστόσο με τα χείλη του χωρίς να το καταλαβαίνει εξέφερε την ακόλουθη προφητεία: «μας συμφέρει να θανατωθεί ένας άνθρωπος και να μη χαθεί ολόκληρο το έθνος»16.


Επεξηγεί δε ο Μέγας Φώτιος ότι τόσο ο Καϊάφας όσο και ο Ηρώδης ήταν ανάξιοι του προφητικού χαρίσματος, αλλά ο μεν πρώτος είχε το αξίωμα της ιεροσύνης και ο δεύτερος το βασιλικό και αυτά αιτιολογούν γιατί ο Θεός τούς ανέθεσε εν αγνοία τους τον ρόλο της διατυπώσεως μιας ακούσιας προφητείας.


«Ευρήσεις δε και όνον εν τοις γράμμασι τοις παλαιοίς»17. Μετά την περίπτωση της ακούσιας προφητείας του Καϊάφα, ο Άγιος Φώτιος προσθέτει και το περιστατικό της όνου του Βαλαάμ, από το βιβλίο των Αριθμών της Παλαιάς Διαθήκης18. Συνεπώς από όλα τα προαναφερθέντα παραδείγματα, συνοψίζει ο ιερός πατήρ, τίποτα δεν πρέπει να πιστέψουμε ότι εμπόδιζε τον Ηρώδη να πει αυτούς τους λόγους προς τους Μάγους, που αποτελούσαν μία ακούσια προφητεία.


Μια πρωτότυπη και αξιόλογη, αλλά σχεδόν άγνωστη ερμηνεία, όσον αφορά τον συμβολισμό των δώρων των Μάγων, μάς προσφέρει ο ιερός πατήρ Φώτιος ο Μέγας στην απάντησή του στο ερώτημα ΤΣΤ΄19.


Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή η Θεία Πρόνοια οδήγησε τους Μάγους – οι οποίοι κατά την παράδοση ήταν Πέρσες – να αποκαταστήσουν και να ξεπληρώσουν το ηθικό χρέος που συνδεόταν με τις λεηλασίες και την καταστροφή του Ναού των Ιεροσολύμων από τους Ασσύριους και τους Βαβυλώνιους. Τα βασίλεια των Ασσυρίων και των Βαβυλωνίων δεν υπήρχαν πλέον, αλλά τα είχε ενσωματώσει και αντικαταστήσει το Περσικό.


Οδηγεί λοιπόν ο Θεός τους Πέρσες Μάγους σε προσκύνηση «του βασιλέως του Ισραήλ, ος εστι Χριστός ο Θεός ημών»20 Έτσι οι Μάγοι με την προσκύνησή τους προσφέρουν τιμή, αντί της «ατιμίας»21, την οποίαν προκάλεσαν οι πρόγονοί τους με την καταστροφή του Ναού του αληθινού Θεού. Αντί της δυσφημήσεως του Θεού, που προκάλεσε η αλαζονεία και οι ύβρεις των ειδωλολατρών Βαβυλωνίων, οι Μάγοι θα προσφέρουν Θεολογία με την προσκύνησή τους στον Γεννηθέντα Κύριο και την αναγνώρισή του ως Θεού.


Την κακή συμπεριφορά των παλαιών γενεών θα τη μεταλλάξουν οι τρείς Μάγοι με προσκύνηση. Αντί των ιερών σκευών του Ναού που λαφυραγωγήθηκαν, θα αντιπροσφέρουν τα δώρα τους στον Χριστό. Έτσι λοιπόν οι Μάγοι θα προσφέρουν στον νεογέννητο Ιησού ως δώρο χρυσό «αντί του χρυσού και των ιερών κειμηλίων»22 που λεηλάτησαν κατά καιρούς από το Ναό οι Ασσύριοι και οι Βαβυλώνιοι.


Θα προσφέρουν λιβάνι στον Σωτήρα του κόσμου αντί των θυσιών, τις οποίες οι πρόγονοί τους ως ειδωλολάτρες είχαν απαγορεύσει να γίνονται προς τιμή του αληθινού Θεού, αντικαθιστώντας τις με θυσίες προς τιμή των ψεύτικων ειδωλικών θεοτήτων τους. Και θα προσφέρουν και σμύρνα στον Λυτρωτή του κόσμου ως φόρο τιμής για τους φονευμένους κατά την πολιορκία των Ιεροσολύμων. Η σμύρνα, καθώς είναι ένα κολλώδες υγρό, έχει την ιδιότητα να συγκολλάει «τα διεστώτα και διεσπασμένα»23.


Η προσκυνηματική άφιξη των Μάγων από την Περσία στη Βηθλεέμ αποτελεί λοιπόν προμήνυμα ότι και οι «εθνικοί», οι ειδωλολάτρες, οι οποίοι ήταν ξένοι και αποκομμένοι από τον Θεό, θα αναγνώριζαν ως Δεσπότη τους τον Κύριο, καθώς δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού ενανθρώπησε και ήλθε στον κόσμο, προκειμένου να Σταυρωθεί κι έτσι απλώνοντας τις παλάμες Του στον Σταυρό να ενώσει «τα το πριν διεστώτα»24.


Ο Άγιος Φώτιος παραθέτει κατόπιν και την ευρέως γνωστή εκδοχή περί του συμβολισμού των δώρων των Μάγων25. Ο χρυσός προσφέρθηκε στον Χριστό ως Δεσπότη και Βασιλέα του κόσμου, σε ένδειξη αποδοχής και υπακοής. Το λιβάνι συμβολίζει την αναγνώριση του θείου Βρέφους ως Θεού. Και η σμύρνα δόθηκε, διότι ο Κύριος γεννήθηκε για να θυσιασθεί για χάρη των ανθρώπων.


Το επόμενο ερώτημα (ΚΣΤ΄), το οποίο καλείται να επεξηγήσει ο Άγιος Φώτιος, είναι : « Τίνος ένεκα γεννηθείς ο Χριστός συνεχώρησε δι’ αυτόν την αναίρεσιν προελεθείν των νηπίων;». Δηλαδή: «Πώς ο γεννηθείς Χριστός επέτρεψε με αφορμή τη Γέννησή Του να συμβεί η σφαγή των νηπίων;»26 Ο πρώτος λόγος που προβάλει ο Άγιος Φώτιος είναι ότι έπρεπε να γίνει ολοφάνερο το μιαρό έγκλημα του Ηρώδη.


Αν η σφαγή αφορούσε ενήλικους άνδρες, οι κόλακες και τα παράσιτα που περικύκλωναν τον Ηρώδη θα εφεύρισκαν δικαιολογίες, κατηγορώντας τους σφαγιασθέντες ως ενόχους για διάφορα κακά. Συνεπώς θα παρουσίαζαν τον βασιλιά Ηρώδη αναγκασμένο να διατάξει τη σφαγή για να μην αφήσει ατιμώρητα τα αδικήματά τους. Έτσι με αυτή την παραποίηση της αλήθειας θα έκαναν το έγκλημά του να μοιάζει ελαφρότερο.


Πολύ ορθό και δικαιολογημένο το παραπάνω επιχείρημα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η σφαγή των νηπίων δεν υπήρξε ούτε το πρώτο, αλλά ούτε και το τελευταίο έγκλημα, το οποίο διέταξε ο Ηρώδης.


Είναι δύσκολο να ονομάσεις άνθρωπο τον Ηρώδη, καθώς υπήρξε ένα ανθρωπόμορφο «τέρας», που δεν μπόρεσε να βρει ίχνος οίκτου ούτε για τα μέλη της ίδιας του της οικογένειας, τα οποία καταδίκασε σε θάνατο, όπως: το θείο του Ιωσήφ, τον παππού της γυναίκας του Υρκανό Β΄ (τον νόμιμο βασιλιά), τον αδελφό της Αριστόβουλο, την πεθερά του και την ίδια τη γυναίκα του Μαριάμη.


Επίσης δεν δίστασε να θανατώσει ούτε τρία από τα παιδιά του, τον Αριστόβουλο, τον Αλέξανδρο (Μετά και το έγκλημα αυτό ο Καίσαρας Αύγουστος είχε πει: «Καλύτερα να είναι κανείς γουρούνι του Ηρώδη, παρά παιδί του»), καθώς και τον Αντίπατρο (πέντε ημέρες μάλιστα πριν πεθάνει ο ίδιος και ενώ γνώριζε ότι είναι ετοιμοθάνατος).


Η καχυποψία του, ο φθόνος του και η απανθρωπιά του έφθαναν στα όρια της παράκρουσης. Γιατί, όπως παρατηρεί και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «ψυχή υπό πονηρίας αλούσα, πάντων ανοητοτέρα γίνεται»27. Γύρω του είχε απλώσει ένα δίχτυ τόσο αριστοτεχνικό, αλλά και θανατηφόρο, όσο ο ιστός της αράχνης. Όλα αυτά τα εγκλήματά του άλλοτε παρουσιάζονταν ως ατυχήματα και άλλοτε ως νόμιμη τιμωρία για σχεδιαζόμενη από τα θύματά του επανάσταση.


Όποιος γνωρίζει τον αιμοσταγή χαρακτήρα του Ηρώδη καθόλου δεν παραξενεύεται όταν διαβάζει στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο την ταραχή του Ηρώδη όταν πληροφορείται τη Γέννηση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού (τον οποίο εξέλαβε ως διεκδικητή του θρόνου του) ούτε την αποτρόπαιη διαταγή του για σφαγή των αρρένων νηπίων ηλικίας δύο ετών και κάτω στη Βηθλεέμ και τη γύρω περιοχή της28.


Όμως για την περίπτωση των αναμάρτητων νηπίων δεν υπήρχε η δυνατότητα να δικαιολογηθεί η σφαγή τους ούτε ακόμη κι από την πλέον αναιδέστερη και μυθώδη εκδοχή που θα επινοούσε η «αυλή» του Ηρώδη. Έτσι το έγκλημα παραμένει «γυμνόν»29 από κάθε προσπάθεια συγκαλύψεως και «απροφάσιστον»30, χωρίς δηλαδή καμία δικαιολογία, προκειμένου να φανερωθεί «το μισάνθρωπον»31 αυτού που το διέταξε.


Ως δεύτερο λόγο, που ο Θεός επέτρεψε να συμβεί αυτό, αποτελεί το γεγονός ότι τα βρέφη που σφαγιάζονται δεν τα έχει αγγίξει η αμαρτία, είναι «κεχωρισμένα πάσης αμαρτίας»32, και η μαρτυρική θυσία τους δεν θα ντροπιάσει τον Θείο Αμνό, που είναι ο Ιησούς Χριστός, που με την Σταυρική θυσία Του σηκώνει την αμαρτία όλου του κόσμου.


Κατόπιν ο Μέγας Φώτιος αναφέρει ως τρίτο λόγο που ο Θεός επέτρεψε να λάβει χώρα η σφαγή των νηπίων τη δυνατότητα πνευματικής ωφέλειας και νουθετήσεως των ανθρώπων όλων των εποχών. Σφαγιάσθηκαν τα βρέφη «ων ο βίος ανεπίδεκτος αμαρτίας»33, δηλαδή αυτά, των οποίων η σύντομη ζωή τους δεν ήταν δυνατό να έχει κηλιδωθεί από προσωπικές αμαρτίες λόγω της νηπιότητάς τους.


Υπέστησαν σφαγή άδικη και όχι εξαιτίας της παραμικρής δικής τους αμαρτίας και υπαιτιότητας. Την περίπτωση της αναίτιας σφαγής των νηπίων θα πρέπει να θυμούνται, κατά τον Άγιο Φώτιο, όσοι άνθρωποι πιστεύουν ότι κάθε δεινή δοκιμασία που έρχεται στη ζωή τους οφείλεται πάντοτε στα βαριά αμαρτήματά τους. 


Αυτό το περιστατικό της σφαγής θα είναι αρκετό να τους διδάξει ότι και οι αθώοι πάσχουν, ώστε να μην πέφτουν σε απόγνωση, αλλά να αξιοποιούν ψυχοφελώς τη δοκιμασία και να δείχνουν υπομονή. Όπως συμβουλεύει ο ιερός Πατήρ, πρέπει να οδηγούνται όχι σε πικρία και θυμό, αλλά σε δοξολογική ευχαριστία προς τον Κύριο, ο οποίος τόσο σοφά οικονομεί τα πάντα στη ζωή μας.


Ο Μέγας Φώτιος επίσης τονίζει, ως τέταρτο λόγο, ότι στην περίπτωση των νηπίων δεν υπήρχε πιθανότητα να ισχυρισθεί κάποιος ότι η θανάτωσή τους προκλήθηκε από τον ανθρώπινο φθόνο.


«Πώς ήταν δυνατόν πρόσφατα γεννηθέντα βρέφη να δώσουν πρόφαση ζήλειας σε κάποιον;»34 Όπως όμως παρατηρεί, και οι Ιουδαίοι μιμήθηκαν τον Ηρώδη, αλλά και τον ξεπέρασαν δείχνοντας αναίτιο φθόνο προς τον Χριστό. Τον Κύριο, ο οποίος τόσο τους ευεργέτησε θεραπεύοντας με τα θαύματά Του τις ανίατες ασθένειές τους, αντί να του ανταποδώσουν δοξολογία και να του οφείλουν τιμή και ευγνωμοσύνη, αντιθέτως τον καταδίκασαν σε Σταυρό και επονείδιστο θάνατο.


Δεν διστάζει ο Μέγας Φώτιος να καταλογίσει στον Ηρώδη και την ευθύνη ότι με τις μιαρές δολοφονίες του και μάλιστα αθώων νηπίων, για τα οποία δεν μπορούσε να σταθεί ως αιτία ο φθόνος, έγινε το κακό παράδειγμα στον λαό του, όσον αφορά τις σφαγές των αναίτιων και ακατηγόρητων όπως του Χριστού, τον οποίο όμως οι Ιουδαίοι τόσο πολύ εφθόνησαν.


Στη συνέχεια υπενθυμίζει ο Άγιος Φώτιος ότι ήδη από τις απαρχές της ανθρώπινης ιστορίας υπάρχουν περιστατικά όπου αθώοι πάσχουν χωρίς να έχουν οι ίδιοι φταίξει σε κάτι. «Ο δίκαιος Άβελ»35, ο υιός του Αδάμ και της Εύας, «ουδέν οφείλων»36 θανατώθηκε αναίτια από τον αδελφό του Κάιν, ο οποίος κινήθηκε μόνο από φθόνο.


Επίσης από φθόνο κινούμενοι οι αδελφοί του Ιωσήφ προσπάθησαν να τον βλάψουν, όμως «η απερινόητος και ανέκφραστος του Θεού σοφία»37 έστεψε τον Ιωσήφ με πολλές δόξες και αγαθά. Τρίτο παράδειγμα – και πάλι από την Παλαιά Διαθήκη – αναφέρει ο Μέγας Φώτιος, αυτό της ιστορίας του Μωυσή, ο οποίος ως βρέφος κινδύνευσε να θανατωθεί, αλλά η Πρόνοια του Θεού τον ανέδειξε σε ηγέτη των Ιουδαίων και τους έσωσε από την αιχμαλωσία των Αιγυπτίων38.


Και επανερχόμενος στο αρχικό ερώτημα, γιατί ο Χριστός επέτρεψε τη σφαγή των νηπίων και δεν την εμπόδισε, καταλήγει συμπερασματικά ο Άγιος Φώτιος ότι τα αγαθά, η παρρησία και η ανεκδιήγητη χαρά και ευφροσύνη, τα οποία απολαμβάνουν τα νήπια, όπως και οι άλλοι μάρτυρες στη Βασιλεία του Θεού, κάνουν να φαίνονται οι σφαγές και οι χειρότερες διώξεις, που υπέστησαν, πολύ ασήμαντες.


Όχι μόνο λοιπόν δεν θα ήταν καλύτερο και συμφερότερο να είχε εμποδισθεί ο άδικος και πρόωρος θάνατος των βρεφών, αλλά το καλύτερο θα ήταν να είχε επιτραπεί, όπως και συνέβη, αφού από αυτόν προέκυψαν για τα νήπια αγαθά αιώνια και άρρητα για την ανθρώπινη λογική.


Πολύ περιληπτικά και συνοπτικά παραθέσαμε εδώ, μερικούς μόνο πολυτίμους πνευματικούς «μαργαρίτες» από τον πλούσιο πνευματικό θησαυρό που περικλείεται στο έργο «Αμφιλόχια.





ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ



1. Περισσότερα για τον Μέγα Φώτιο και το έργο του βλέπε : Χρήστου Παναγιώτου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Θεσσαλονίκη 1991,τ. Α΄, σελ.331 - 336, Ζήση Θεοδώρου π., Το μεγαλείο και η προσφορά του Μεγάλου Φωτίου, περιοδικό Θεοδρομία, έτος ΙΕ΄, τ. 2 (Απρ. Ιουν. 2013), και Τωμαδάκη Βασιλείου, Φώτιος ο Α΄, Θ. Η. Ε., Αθήναι 1968, τ. 12ος, στ. 21 - 31.
2. Οικονόμου Σοφοκλή, Του εν Αγίοις Πατρός ημών Φωτίου Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως, Αμφιλόχια ή λόγων ιερών συλλογή, εν η ζητήματα της θείας Γραφής διαλύεται, Αθήναι 1858 , σελ. νστ΄, και Νικολοπούλου Παναγιώτου, Αμφιλόχιος, Θ. Η. Ε., Αθήναι 1963, τ. 2ος, στ. 438.
3. Χρήστου Παναγιώτου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Θεσσαλονίκη 1991,τ. Α΄, σελ.335.
4. Μτθ. 2,8.
5. PG 101,1152. Στην έκδοση του Σοφοκλή Οικονόμου το ερώτημα χαρακτηρίζεται αριθμητικά ως ΤΔ΄. Οικονόμου Σοφοκλή, Του εν Αγίοις Πατρός ημών Φωτίου Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως, Αμφιλόχια ή λόγων ιερών συλλογή, εν η ζητήματα της θείας Γραφής διαλύεται, Αθήναι 1858 , σελ. 350.
. PG 101,1152 Β.
6. PG 101,1149 Β .
7. Μτθ. 2,3
8. PG 101,1152 Β.
9. PG 101,1152 Β.
10. PG 101,1152 Β.
11. PG 101,1152 B.
12. PG 101,1152 B.
13. PG 101,1152 B.
14. PG 101,1152 C
15. PG 101,1152 C.
16. Ιω. 11,50.
17. PG 101,1153 Α.
18. Αρ. 22,30
19. PG 101,1148 -1152. Στην έκδοση του Σοφοκλή Οικονόμου το ερώτημα χαρακτηρίζεται αριθμητικά ως ΤΓ΄. Οικονόμου Σοφοκλή, Του εν Αγίοις Πατρός ημών Φωτίου Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως, Αμφιλόχια ή λόγων ιερών συλλογή, εν η ζητήματα της θείας Γραφής διαλύεται, Αθήναι 1858 , σελ. 349.
20. Ο αναγνώστης, που επιθυμεί να γνωρίσει μια πτυχή του βίου του Ηρώδη όχι και τόσο γνωστή, μπορεί να ανατρέξει στο άρθρο: Βοξάκη Βασιλείου, Ο Ηρώδης ο σφαγέας των νηπίων και το ταξίδι του στη Χίο, το οποίο είναι αναρτημένο στο ιστολόγιο «ΑΚΤΙΝΕΣ» στις 28 Δεκεμβρίου 2017.
21. PG 101,1148
22. PG 101,1148C
23. PG 101,1148C.
24. Τροπάριο γ΄ ωδής του Κανόνος του Μεγάλου Σαββάτου.
25. PG 101,1152 A
26. PG 101,192 -197. Στην έκδοση του Σοφοκλή Οικονόμου το ερώτημα χαρακτηρίζεται αριθμητικά ως ΚΣΤ΄ όπως και στην PG . Οικονόμου Σοφοκλή, Του εν Αγίοις Πατρός ημών Φωτίου Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως, Αμφιλόχια ή λόγων ιερών συλλογή, εν η ζητήματα της θείας Γραφής διαλύεται, Αθήναι 1858 , σελ. 47.
27. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ομιλία Ζ΄, Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, τόμος 9, σελ. 238.
28. Μτθ 2,1 – 18.
29. PG 101,192 C.
30. PG 101,1152 C.
31. PG 101,192 C.
32. PG 101,192 C
33. PG 101,193 Α
34. PG 101,193Α
35. PG 101,193C
36. PG 101,193Α
37. PG 101,196 Α
38. PG 101,193 B-C. Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>> της 31.12.2022 πολ. ημ. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF