ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2023

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ




Τὰ ἔθνη, ἀγαπητοί μου, ἔχουν ἱστορία. Ὅπως ἱστορία ἔχουν καὶ τὰ ἄτομα. Κάθε ἄνθρωπος γράφει τὴν ἱστορία του πάνω στὴ γῆ. Κλείνει μέσα του θεϊκὲς δυνάμεις, ποὺ ἡ καλλιέργειά τους δημιουργεῖ μιὰ ποικιλία ἔργων, δημιουργεῖ πολιτισμό. Μικρὸς θεὸς ἀναδεικνύεται ὁ ἄνθρωπος ἀναπτύσσοντας τὸ «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γέν. 1,26) ποὺ ἔλαβε.


λλ᾽ ἐὰν ὁ ἄνθρωπος παραμελήσῃ τὴν καλλιέργεια τῶν θεϊκῶν στοιχείων του καὶ θάψῃ τὰ τάλαντά του στὸν τάφο τῆς ὀκνηρίας καὶ πονηρίας, τότε καταντᾷ ἕνα ἁπλὸ βιολογικὸ ὄν, μὲ φυσικὲς μόνο ἀνάγκες, ἕνας πεπτικὸς σωλήνας ποὺ ἀκατάπαυστα γεμίζει καὶ ἀδειάζει, ἕνα ζῷο ποὺ βόσκει. Ἀλλ᾽ εἶνε δυνατὸν νὰ σβηστῇ τελείως ὁ σπινθήρας τῆς θεϊκῆς του προελεύσεως; Ὅσοι ἄνθρωποι ζοῦν σὰν τὰ κτήνη, μὲ ἔμβλημα τὸ ἐπικούρειο «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13. Α´ Κορ. 15,32), αὐτοὶ ποὺ ἔπνιξαν τὸ πνεῦμα στὴν ὕλη, δὲν γράφουν ἱστορία, ἀφοῦ ἱστορία εἶνε ἡ ἐξιστόρησι εὐγενῶν καὶ ὑψηλῶν πράξεων.


Λαοὶ μὲ ἐπικούρεια νοοτροπία, χωρὶς ἀνατάσεις, δὲν γράφουν ἱστορία. Ἡ διάβασί τους δὲν ἀφήνει ἴχνη. Πράξεις ἀξιομνημόνευτες γιὰ τοὺς ἀπογόνους τους δὲν ὑπάρχουν. Σὰν ἀγέλες ἔρχονται καὶ παρέρχονται, ἔστω κι ἂν ἡ ζωή τους ἀριθμῇ χιλιετίες. Καμμία λάμψι. Σκοτάδι καὶ ἔρεβος ἡ ζωή τους. Πνεῦμα σ᾿ αὐτοὺς δὲν ὑπάρχει «διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας» (Γέν. 6,3).


Τὸ δικό μας ἔθνος, ἀγαπητοί μου, δὲν ὑπάγεται σ᾽ αὐτοὺς τοὺς λαούς. Ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χρόνια, διακρίθηκε. Ἀνέπτυξε τέχνες καὶ ἐπιστῆμες, δημιούργησε ἕναν ἰδιαίτερο πολιτισμό, ποὺ σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἔγινε πρότυπο γιὰ ἄλλους λαούς. Ἀγωνίστηκε «ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν». Ἀγωνίστηκε κατὰ τῆς βαρβαρότητος, ποὺ ἔτεινε νὰ κατακλύσῃ τὴν ἀνθρωπότητα. Τὸ μικρὸ τοῦτο ἔθνος κατέπληξε τὸν κόσμο μὲ πράξεις ἀφθάστου μεγαλείου.


Αὐτὸς ποὺ μελετᾷ τὴν ἱστορία μας διακρίνει τὸν δάκτυλο τῆς θείας πρόνοιας, ἡ ὁποία ἀνέθεσε στὴν Ἑλλάδα ἐξαιρετικὴ ἀποστολή· νὰ εἶνε φῶς γνώσεως καὶ ἐπιστήμης, πρόδρομος τοῦ Χριστιανισμοῦ μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν, κήρυκας καὶ ἀπόστολος καὶ ὑπερασπιστὴς τῆς Χριστιανικῆς πίστεως στὰ ἔθνη, σκεῦος ἐκλογῆς καὶ δεύτερος Ἰσραὴλ στὸν κόσμο.


ἱστορία τοῦ μικροῦ τούτου ἔθνους εἶνε ἀπὸ τὶς συγκινητικώτερες καὶ διδακτικώτερες. Ἂν καταρτιζόταν καὶ δημοσιευόταν ἕνας χρονολογικὸς πίνακας ὅλων τῶν σπουδαίων ἐνεργειῶν τοῦ ἀνθρώπου, σημειώνοντας σὲ παράλληλες στῆλες τὰ ἐπιτεύγματα τῶν διαφόρων ἐθνῶν, ποιά στήλη θὰ ἦταν ἡ πλουσιώτερη; Δὲν εἶνε ἀνάγκη νὰ τὸ ποῦμε ἐμεῖς, τὸ φωνάζει ἡ Ἱστορία. Καὶ «οἱ λίθοι κεκράξονται» (πρβλ. Λουκ. 19,40).


νας ἱστορικὸς ἡμεροδείκτης τῆς πατρίδος μας, ποὺ θὰ συνέτασσαν εἰδήμονες, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα μέχρι σήμερα, στὸ φύλλο τῆς κάθε ἡμέρας θὰ σημείωνε ὄχι μία μόνο ἀξιοθαύμαστη πρᾶξι τῶν προγόνων μας ἀλλὰ πολλές. Ἄλλων ἐθνῶν οἱ ἱστορικοὶ ἡμεροδεῖκτες θὰ εἶχαν τὰ περισσότερα φύλλα τους λευκά· ὁ ἡμεροδείκτης τῆς Ἑλλάδος θὰ ἦταν κατάμεστος. Δὲν ὑπάρχει ἡμέρα τοῦ ἔτους κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἑλλάδα δὲν παρουσίασε διὰ τῶν εὐγενῶν της τέκνων, τῶν ἡρώων καὶ ἁγίων της, μία ἀξιομνημόνευτη πρᾶξι. Καὶ ἂν ἐπρόκειτο ὅλες αὐτὲς οἱ πράξεις νὰ πανηγυρίζωνται στὴν ἐπέτειό τους, ἡ Ἑλλάδα θὰ ἔπρεπε νὰ βρίσκεται σὲ διαρκῆ σημαιοστολισμό.


π᾿ ὅλες τὶς χρονολογίες τοῦ ἱστορικοῦ ἡμεροδείκτη τῆς Ἑλλάδος μερικὲς διακρίνονται, ὅπως λ.χ. ἡ σημερινή. Εἶνε οἱ ἐπέτειοι μεγάλων γεγονότων, ποὺ μποροῦν νὰ ὀνομασθοῦν ὁρόσημα τῆς ἐθνικῆς μας ἱστορίας, δεῖκτες ποὺ δείχνουν πρὸς ποιές κατευθύνσεις πρέπει νὰ πορεύεται τὸ γένος μας.


ταν ὑπὸ τὴν ἔνδοξη ἡγεσία τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ ὁ Ἰσραὴλ κατὰ θαυμαστὸ τρόπο πέρασε τὸν Ἰορδάνη καὶ μπῆκε στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ὁ Κύριος διέταξε νὰ στήσουν 12 λίθους, ὅσες καὶ οἱ φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ, γιὰ νὰ διατηρῆται ζωηρὴ ἡ ἀνάμνησι τοῦ θαυμαστοῦ γεγονότος, στὸ ὁποῖο γιὰ μία ἀκόμη φορὰ φάνηκε ἡ θεία πρόνοια.


«Γιὰ νὰ τοὺς ἔχετε αὐτοὺς σὰν σημάδι ποὺ θὰ μένῃ ἐκεῖ γιὰ πάντα, ὥστε ὅταν σὲ ρωτάῃ αὔριο ὁ γυιός σου καὶ λέῃ, Γιατί τοὺς ἔχουμε αὐτοὺς τοὺς λίθους; ἐσὺ θὰ ἐξηγήσῃς στὸ γυιό σου καὶ θὰ πῇς· Ἐπειδὴ σταμάτησε ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς ἐμπρὸς στὴν κιβωτὸ τῆς διαθήκης τοῦ Κυρίου ὅλης τῆς γῆς, ὅταν τὸν περνοῦσε· καὶ θὰ σᾶς εἶνε αὐτοὶ οἱ λίθοι ὑπενθύμισι γιὰ τοὺς Ἰσραηλῖτες αἰωνίως» (Ἰησ. Ναυ. 4,6-7).


Καὶ ἐμεῖς, ὅπως ὁ Ἰσραήλ, πρέπει νὰ ἀναζωογονοῦμε στὴ μνήμη τῶν νεωτέρων τὴν ἀνάμνησι τοῦ ἐνδόξου παρελθόντος μὲ κάθε τρόπο· ν᾽ ἀνοικοδομήσουμε, ὅπως ὁ Σολομῶν καὶ ὁ Ἰουστινιανός, ναὸ περίλαμπρο μὲ πέτρες ἀπ᾽ ὅλη τὴ γῆ τῆς Ἑλλάδος, γιὰ νὰ ἐκπληρώσουμε ἱερὸ τάμα τῶν προγόνων μας· νὰ στήνουμε μνημεῖα, ἀναμνηστικὲς στῆλες καὶ προτομὲς ἡρώων· νὰ ἐκδίδουμε βιβλία· νὰ κάνουμε ὁμιλίες καὶ διαλέξεις· νὰ παρουσιάζουμε στὴ νεολαία κινηματογραφικὰ ἔργα καὶ θεατρικὲς παραστάσεις, μὲ τὶς ὁποῖες θ᾽ ἀναπαριστάνωνται ζωηρὰ ἱστορικὲς στιγμὲς τοῦ ἔθνους.


Μόνο ἐχθροὶ τῆς πατρίδος ἀποστρέφονται καὶ μισοῦν τὶς ἐθνικὲς ἐπετείους. Κρυφὴ ἐπιθυμία τους εἶνε αὐτὲς νὰ καταργηθοῦν. Ὀπαδοὶ αὐτοὶ νέων κοσμοθεωριῶν, ξένοι πρὸς τὴν ἱστορία μας, θὰ ἤθελαν νὰ ἑορτάζουμε ἄλλες ἐπετείους… Τὰ χρόνια τῆς Κατοχῆς (1941-1944) οἱ ἐχθροὶ τῆς Ἑλλάδος δὲν ἤθελαν νὰ ἑορτάζεται ἡ 25η Μαρτίου. Ἔτρεμαν μήπως ἡ ἀνάμνησί της ξεσηκώσῃ τοὺς Ἕλληνες καὶ σπάσουν τὰ νέα δεσμά. Οἱ ἐχθροὶ τῆς πατρίδος μας εἶνε ὅπως ἐκεῖνος ὁ Ἀντίγονος πού, ὅταν κατέκτησε διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου τὸν Ἰσραήλ, ἀπηγόρευσε τὶς ἑορτὲς καὶ πανηγύρεις του.


Τὸ διάταγμά του ἦταν· «οὔτε νὰ τηροῦν τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου οὔτε νὰ κρατοῦν τὶς πατροπαράδοτες ἑορτὲς οὔτε κἂν νὰ ὁμολογοῦν ὅτι εἶνε Ἰουδαῖοι» (Β΄ Μακκ. 6,6), ἀλλὰ νὰ ἑορτάζουν τὴν …ἡμέρα τῶν γενεθλίων τοῦ τυράννου τους μὲ διονυσιακὲς ἐκδηλώσεις. Οἱ γενναῖοι ὅμως Μακκαβαῖοι περιφρόνησαν τὸ διάταγμα, ἀντιστάθηκαν καὶ ἑώρταζαν τὶς ἑορτές τους στὰ βουνά, καὶ ἔτσι διέσῳζαν τὴ μνήμη τοῦ παρελθόντος τους. Στὰ αὐτιὰ τῶν γενναίων ἐκείνων παιδιῶν ἔφθανε ἡ φωνὴ τοῦ προφήτου· «Ἑόρταζε, Ἰούδα, τὶς ἑορτές σου, ἀνάπεμψε τὶς προσευχές σου» (Ναούμ 2,1).


Καὶ σύ, πατρίδα μας Ἑλλάδα, ἑόρταζε τὶς ἑορτές σου, ἀνάπεμψε τὶς προσευχές σου, γιὰ νὰ δοξολογῆται ὁ Θεός, γιὰ νὰ μνημονεύωνται μὲ εὐγνωμοσύνη οἱ ἥρωές σου, γιὰ νὰ εὐφραίνεται ὁ λαός σου, γιὰ νὰ χαίρωνται οἱ φίλοι σου καὶ νὰ λυποῦνται οἱ ἐχθροί σου.


Ἑλλάδα, ἀγαπητοί μου, δὲν συμπλήρωσε τὴν ἱστορία της. Στὸ βιβλίο της μένουν ἀκόμη πολλὲς ἄγραφες σελίδες. Τί θὰ φέρῃ ἡ ἑπομένη ἡμέρα εἶνε ἄγνωστο· ἀνεξιχνίαστες οἱ βουλὲς τοῦ Θεοῦ. Δέος κυριεύει τὶς ψυχές μας, ἀλλὰ καὶ κάποια γλυκειὰ ἐλπίδα τὶς ζωογονεῖ, ὅταν ἀναλογιζώμαστε ὅτι ἡ Ἑλλάδα, ποὺ βρέθηκε καὶ ἄλλοτε μπροστὰ στὸ χεῖλος τῆς καταστροφῆς, σώθηκε μὲ τὸν ἰσχυρὸ βραχίονα τοῦ Ὑψίστου. Εὐλογητὸς ὁ Θεός, ποὺ δὲν ἐγκατέλειψε τὴν πατρίδα μας.


Καὶ νὰ ἡ Ἑλλάδα, ἀνάμεσα σὲ ὑφάλους καὶ σκοπέλους, ἀνάμεσα σὲ κλυδωνισμοὺς, ἐσωτερικοὺς καὶ ἐξωτερικούς, συνεχίζει τὴν πορεία της. Τὸ μέλλον της, μετὰ τὸ Θεό, ἐμπιστεύεται στὰ παιδιά της ποὺ νιώ­θουν πίστι στὸν Κύριο καὶ ἀγάπη στὴν πατρίδα, τὸ ἐμπιστεύεται στὶς νέες γενιὲς ποὺ ἔρχονται. Ἂς μὴ λησμονοῦν οἱ νεώτεροι ὅτι χίλια χρόνια ἀγώνων καὶ θυσιῶν δὲν ἀρκοῦν γιὰ τὴν ἀνάστασι καὶ δημιουργία ἑνὸς ἔθνους, ἐνῷ μιὰ στιγμὴ ἀπροσεξίας, ἀφροσύνης καὶ ἐγκληματικότητος μπορεῖ νὰ τὸ καταστρέψῃ.


Μοιραῖες ὀνομάζουν κάποιοι ἱστορικοὶ τέτοιες στιγμές. Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει μοῖρα καὶ τύχη καὶ μοιραῖα γεγονότα. Ἡ Θεία Πρόνοια διέπει τὰ ἀνθρώπινα. Ὁ Θεὸς δικάζει τὰ ἔθνη, ὑψώνει καὶ ταπεινώνει. Ἡ «μοιραία» στιγμὴ εἶνε ἀποτέλεσμα πνευματικῆς καταπτώσεως, διαβρώσεως τοῦ ἁγνοῦ θρησκευτικοῦ καὶ ἐθνικοῦ βίου. Καί, γιὰ νὰ μιλήσουμε μὲ τὴ γλῶσσα τῆς Γραφῆς, οἱ συμφορὲς ἢ ἡ καταστροφὴ ἑνὸς ἔθνους εἶνε τὸ ἀποτέλεσμα ἁμαρτιῶν ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων. Διότι «ἡ δικαιοσύνη ἀνυψώνει ἕ­να ἔθνος, ἐνῷ οἱ ἁμαρτίες ἐλαττώνουν τὶς φυλές»· καὶ «ὃ ἐὰν σπείρῃ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει», ὅ,τι θὰ σπείρῃ κανεὶς αὐτὸ καὶ θὰ θερίσῃ (Παρ. 14, 34. Γαλ. 6,7).


Εἴθε νὰ μὴν κυριεύσῃ τὶς νέες γενεὲς τῶν Ἑλλήνων ἡ λησμονιά, ἀλλὰ ἡ μνήμη τοῦ παρελθόντος νὰ διατηρῆται ζωηρή, κίνητρο γιὰ μεγαλουργία, γιὰ τὴν ὁποία καὶ πλάστηκαν οἱ νέοι. Εἴθε οἱ νέοι μας, ἐνθουσιαζόμενοι ἀπὸ ἱερὲς ἐπιθυμίες καὶ φλογεροὺς πόθους, νὰ γράψουν νέες σελίδες τιμῆς καὶ δόξης καὶ νὰ ἐπαναλάβουν τὸ τραγούδι τῶν νέων τῆς ἀρχαίας Σπάρτης· «Ἐμεῖς θὰ γίνουμε πολὺ καλύτεροι».


(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος



*Πρόλογος βιβλίου, που γράφτηκε την 24-2-1970 στην καθαρεύουσα. Μεταγλώττιση και σύντμηση 28-10-2011) «Χριστιανική Σπίθα». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF