ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2023

ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΚΛΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΚΩΝ/ΠΟΛΕΩΣ: ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΝΕΤΙΚΟΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑ ΣΤΕΦΑΝΟ




Ο ήλιος ο αισθητός, που ανατέλλει πάνω από τη γη, έχει δίπλα του συνακόλουθους, τα αστέρια της Άρκτου, του Ωρίωνα, της Πούλιας, ακόμα και του Αυγερινού. Ο Ήλιος όμως της Δικαιοσύνης, ο οποίος ακτινοβόλησε ανατέλλοντας μέσα από τους παρθενικούς κόλπους, δεν έχει ανάγκη τη συνδρομή από το φως των αστεριών, αλλά έθεσε τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο να λάμπει αυτός, δίπλα στις αθάνατες ακτίνες Του. Ο ήλιος, βαδίζοντας στο ουράνιο μονοπάτι του ανάμεσα στο βοριά και το νότο, πότε μεγαλώνει και πότε μικραίνει το φεγγοβόλημα της μέρας. Ο Κύριος, ερχόμενος από τον ουρανό για μας, αύξησε την Δικαιοσύνη και διατήρησε αμόλυντο και αμείωτο το φεγγοβόλημά της.


Ο ήλιος διαδέχεται τη νύχτα, Αυτός τον θάνατο αντιπαλεύει, εκείνος διώχνει το σκοτάδι, Αυτός ανατρέπει την αμαρτία, εκείνος φέγγει για δώδεκα ώρες, Αυτός αστράφτει στους αιώνες, εκείνος με τ’ αστέρια βαδίζει, Αυτός λάμπει με τους Αποστόλους, εκείνος τριγυρνάει ανάμεσα σε χρόνια και εποχές, Αυτός κηρύττεται με τους Προφήτες και τους Ευαγγελιστές, εκείνος με τη διαδρομή του τις ώρες υφαίνει, Αυτός τον λόγο της Εκκλησίας δυναμώνει. Εκείνον οι ζωγράφοι πάνω στο άρμα τον ζωγραφίζουν, Αυτόν οι σοφοί κατά Θεόν στη φάτνη αναπαυόμενο αναγγέλλουν.


Μια φάτνη η οποία σαν άλλος Ουρανός που περιβάλλεται με τη Χερουβική δόξα, μόνο με τον Θεϊκό θρόνο μπορεί να συγκριθεί, που περιέχει τη λογική τροφή, μια φάτνη που δέχτηκε Αυτόν που δημιούργησε την κάθε ζωή, μια φάτνη που βαστάει Αυτόν που βαστάει τα πάντα. Μια φάτνη που κατά χάριν έγινε πλατύτερη από την Πλάση όλη, για να χωρέσει Αυτόν που ολόκληρη η Κτίση δεν χωράει. Μια φάτνη που μας αναγγέλθηκε από τον αγγελιοφόρο αστέρα. Μια φάτνη που προτύπωσε το θυσιαστήριο, και ένα σπήλαιο που την Εκκλησία αποτέλεσε.


Ας μιμηθούμε λοιπόν και εμείς, τους ευσεβείς Μάγους, και αντιλαμβανόμενοι την εκκλησία ως Βηθλεέμ, ας ασπασθούμε το ιερό βήμα ως Σπήλαιο, το θυσιαστήριο ως Φάτνη, και αντί του Βρέφους, τον διά του Βρέφους ευλογημένο άρτο ας αγκαλιάσουμε. Έχοντας υπόψιν όλα αυτά ας δοξάσουμε σήμερα Αυτόν που και ο πρωτομάρτυρας Στέφανος ως Βασιλέα κηρύττει. Θαυμαστά πράγματα ενός θαυμαστού Βασιλέα! Χθες γεννήθηκε, και σήμερα ο Στέφανος σε Αυτόν προσφέρθηκε ως πραγματικό και έμψυχο στεφάνι, ως στεφάνι που πλέχτηκε και χαλκεύτηκε μόνο του. Ο Στέφανος, που στεφανώνοντας τον Βασιλέα στεφανώθηκε. Ο Στέφανος, το πολύανθο της πίστεως κλωνάρι, το μοσχομυρωδάτο της αγάπης ρόδο, το αμάραντο άνθος της ελπίδος, της χάριτος το λουλουδιασμένο βλαστάρι, της αιωνίου αμπέλου το κατάφορτο κλήμα, ο μελιστάλαχτος καρπός της αθανασίας.


Ο Στέφανος, το παρακλάδι του Σταυρωθέντος που στα Ουράνια φθάνει, που γεμάτος από κάθε καλό έργο και λόγο αποτέλεσε ακατάλυτο πύργο της ομολογίας και ασάλευτο οχύρωμα της υπομονής. Ο Στέφανος, ο σταυροφόρος αήττητος στρατιώτης της εγκράτειας και της ευσέβειας, ο έμψυχος στρατηλάτης, ο θαρραλέος ρήτορας, κατά των Χριστοκτόνων. Αλλά τόση ώρα λέγω, λέγω, και ακόμη τίποτα δεν έχω πει για τα γεγονότα. Ας αφήσουμε λοιπόν τη θεία Γραφή να στεφανώσει τον Στέφανο. Λέει λοιπόν η Γραφή, ότι ο Στέφανος πλήρης χάριτος και δυνάμεως «ἐποίει τέρατα καὶ σημεῖα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ». Άρα πώς λοιπόν να επαινέσω εγώ τον Στέφανο, όταν η ίδια η θεία χάρη τού έχει πλέξει στεφάνι, το στεφάνι που στεφανώνει τον κάθε μάρτυρα; Τι λόγο να προσθέσω εγώ στον λαμπρότερο μάρτυρα του κόσμου, με ποιες λέξεις να στολίσω αυτόν που έκανε πάμπολλα θαύματα;


Λέει λοιπόν η Γραφή ότι ο Στέφανος πλήρης χάριτος και δυνάμεως «ἐποίει τέρατα καὶ σημεῖα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ». Η θεία Χάρη και η θεία Δύναμη έπλεκαν ταυτόχρονα τον στέφανο του Στέφανου, προετοιμάζοντάς τον για τον καλόν αγώνα. Η μια τον κραταίωνε στην πίστη, και η άλλη τον ετοίμαζε για το μαρτύριο. Η μία για την διακονία, και η άλλη ως προς τον λόγο. Η μία προς το θάρρος, και η άλλη τον εκπαίδευε στην υπομονή. Η μία προς τα θαύματα, και η άλλη τον προετοίμαζε για τα κατορθώματα.


Η Χάρη και η Δύναμη που είναι βλαστάρια από την ίδια ρίζα, ζευγάρι παντοτινό, κλωνάρι από το ίδιο φυτό της πίστεως, παντοτινά ομόφωνες. Η Χάρη και η Δύναμη, τα πανέμορφα μάτια της ορθοδοξίας, ου δίδυμοι μαστοί της Εκκλησίας, οι συστρατιώτες του Χριστού. Οι άγρυπνοι φύλακες του Στέφανου. Λέει λοιπόν η Γραφή ότι ο Στέφανος ήταν «πλήρης χάριτος και δυνάμεως». Θυμιατήριο της Χάριτος ήταν ο Στέφανος, που ευωδίαζε το λιβάνι της αγιοσύνης. Πηγή της Χάριτος που ανέβλυζε τα παντοτινά νάματα της αρετής. Νείλος της Χάριτος που ξεχείλιζε από ευσέβεια. Αθλητής της Χάριτος ασυναγώνιστος από κάθε αντίπαλο.


Στρατιώτης της Χάριτος, που αντιπάλευε κάθε πανουργία και κάθε φοβέρα, και στέκονταν ακλόνητος σε κάθε επίθεση, δεχόμενος με καρτερία τους διωγμούς, θαυματοποιώντας, διώκοντας τα πάθη, γιατρεύοντας τις αρρώστιες, εκδιώκοντας τους δαίμονες, υπηρετώντας τους φτωχούς, ανακουφίζοντας τους ασθενείς, υπερασπίζοντας τις χήρες, προστατεύοντας τα ορφανά και τους αδικουμένους, αυξάνοντας το κήρυγμα, αναγγέλλοντας την πίστη· μιλώντας και καυχούμενος για τον Σταυρό, τους ήλους, τον κάλαμο, δοξάζοντας τα δεσμά, διακηρύττοντας τη λόγχη, που για χάρη μας έπληξε την πλευρά του Κυρίου, προσκυνώντας το Πάθος του Κυρίου που θανάτωσε τον θάνατο.


Προβάλλοντας τη Φάτνη, και υπερηφανευόμενος για τα Σπάργανα, εκθειάζοντας τα ραπίσματα, χωρίς να ντρέπεται για το δικαστήριο του Πιλάτου, χωρίς να κρατάει κρυφό τον Τάφο του Κυρίου, περήφανος για την Ανάσταση. Ελέγχοντας τους Ιουδαίους, ανατρέποντας τους Φαρισαίους, ντροπιάζοντας τους Σαδδουκαίους, αποστομώνοντας τους Γραμματείς. Ερμηνεύοντας τον Νόμο, και ερευνώντας τους Προφήτες, ανέλυε τις Γραφές κι εκεί ανακάλυπτε τον Χριστό να λάμπει. Αντιμετωπίζοντας και επιτιμώντας τους παράνομους σταυρωτές. Αντιμαχόμενος τους ασεβείς, κατατροπώνοντας με την πίστη τους απίστους Ιουδαίους, που αντιδρούσαν στο κήρυγμα του. «ἀνέστησαν δέ τινες τῶν ἐκ τῆς συναγωγῆς τῆς λεγομένης Λιβερτίνων καὶ Κυρηναίων καὶ Ἀλεξανδρέων καὶ τῶν ἀπὸ Κιλικίας καὶ Ἀσίας συζητοῦντες τῷ Στεφάνῳ, καὶ οὐκ ἴσχυον ἀντιστῆναι τῇ σοφίᾳ καὶ τῷ πνεύματι ᾧ ἐλάλει».


Μεγάλη η τρικυμία αλλά ο κυβερνήτης επουράνιος, πυκνή η θύελλα αλλά το πλοίο φέρει σταυρό, αλλεπάλληλες οι καταιγίδες αλλά η καρίνα είναι στέρεα. Δεν μπορούν τα κύματα να εξεγερθούν κατά του ουρανού, δεν μπορεί το πονηρό πνεύμα να αντιπαλέψει το επουράνιο. Δεν μπορεί να διαλυθεί το σκάφος που κυβερνάται από τη Ζωή. «ἀνέστησαν δέ τινες τῶν ἐκ τῆς συναγωγῆς τῆς λεγομένης Λιβερτίνων καὶ Κυρηναίων καὶ Ἀλεξανδρέων καὶ τῶν ἀπὸ Κιλικίας καὶ Ἀσίας συζητοῦντες τῷ Στεφάνῳ, καὶ οὐκ ἴσχυον ἀντιστῆναι τῇ σοφίᾳ καὶ τῷ πνεύματι ᾧ ἐλάλει». Και για ποιο λόγο η συζήτηση; Γι’ Αυτόν που κυοφορήθηκε μυστηριωδώς, γι’ Αυτόν που γεννήθηκε υπερφυσικά, γι’ Αυτόν που θήλασε πέρα από κάθε λογική. Πώς χωρίς ένωση η Παρθένος έγινε μητέρα, πώς και μετά τον τοκετό έμεινε παρθένος, πώς η φύση έδωσε την θέση της στο θαύμα, γιατί σαρκούμενος μέσω της Μαρίας δεν επέβαλε τις δικές Του αναλογίες, αλλά θέλησε ο Αχώρητος να συρρικνωθεί ως βρέφος; Πώς ενώ ήταν έμβρυο, δημιουργούσε όλα τα άλλα έμβρυα, πώς ενώ γεννιόταν παρείχε τη γέννηση σε όλους, πώς θήλαζε και ταυτόχρονα χορηγούσε σε όλα τα βρέφη τις πηγές του γάλακτος;


Αυτή είναι η διαφορά του Νόμου και της Χάριτος. Ο Νόμος καταδικάζει, η Χάρη συγχωρεί, ο Νόμος κολάζει η Χάρη σώζει, ο Νόμος υπηρετεί η Χάρη εξουσιάζει, ο Νόμος την αμαρτία φονεύει, η Χάρη την αμαρτία εξαφανίζει, ο Νόμος κρατάει το ξίφος η Χάρη το έλεος μεταχειρίζεται, ο Νόμος έχει θέση δήμιου, η Χάρη έχει εξουσία βασιλέως, ο Νόμος τον κατάδικο δένει με το σχοινί η Χάρη ως φιλάνθρωπη αφαιρεί του θανάτου το σύμβολο. Και ενώ έλεγε τα θεία αυτά λόγια περί της Χάριτος ο Στέφανος προς τους Ιουδαίους, αυτοί οι θεομάχοι σηκώθηκαν τον άρπαξαν και τον οδήγησαν στο Συνέδριο.


Όπου η αρπαγή εκεί και η Ιουδαϊκή συνδρομή, όπου η ταραχή εκεί και το μισόχριστο πλήθος τους, όπου φόνος άδικος μελετάται, εκεί και το συνέδριο των γραμματέων. Γιατί βεβηλώνεις την καθέδρα του Μωϋσή παράνομε Ιουδαίε; Γιατί μολύνεις τον θρόνο που στόλισε ο Νόμος; Ο Νόμος του Μωϋσή είπε: «Ου φονεύσεις, Ου ψευδομαρτυρήσεις». Ή λοιπόν τήρησε τον Νόμο ή από τον τόπο αυτόν απομακρύνσου. Αυτοί όμως έφεραν ψευδομάρτυρες που έλεγαν «Ο άνθρωπος αυτός δεν σταματά να βλαστημά αυτόν τον άγιο τόπο και το Νόμο. Τον ακούσαμε να λέει ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος θα αφανίσει τον τόπο αυτόν και θα αλλάξει τα έθιμα που μας παρέδωσε ο Μωυσής». Ακόμα έβαλαν και άλλους να λένε ψέματα ότι «ακούσαμε αυτόν να λέει βλάσφημα πράγματα για τον Μωϋσή και τον Θεό».


Τώρα τον Μωϋσή θαυμάζεις συκοφάντη, τώρα τον τιμάς ως νομοθέτη, ενώ όταν ζούσε τον έφτυνες; Τώρα ως τηρητής του Νόμου οργίζεσαι και αγανακτείς, και υπερασπιζόμενος τον Θεό, θέλεις να εκδικηθείς; Εσύ δεν λιθοβόλησες τον Μωυσή; Εσύ δεν προτίμησες αντί του Θεού τα πέτρινα και τα ξύλινα είδωλα; Και τώρα για να κάνεις φόνο, σαν δικαιολογία χρησιμοποιείς την ευλάβεια; Για να χύσεις αίμα αθώου υποκρίνεσαι τον θεοσεβή; Όπως τότε, έτσι και τώρα μπερδεύεις την αλήθεια. Και τότε με θρασύτητα βλαστημούσες και τώρα με ασέβεια τιμάς. Εσύ που πάντα είσαι μέσα στα αίματα, εσύ που πάντα φτιάχνεις συμμορίες ψευδομαρτύρων. «Παρουσίασαν λοιπόν ψευδομάρτυρες που έλεγαν ότι ο άνθρωπος αυτός δεν σταματά να λέει λόγια εναντίον του Μωυσή και του Θεού και κατά του αγίου αυτού τόπου και του Νόμου»


Ποια λόγια; «Ακούσαμε αυτόν να λέει ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος, θα καταστρέψει αυτόν τον τόπο» Και τι λοιπόν; Αν σκοτώσεις τον Στέφανο, δεν θα καταστραφεί ο τόπος; ή μάλλον δεν θα καταστραφεί επειδή και τον Κύριο και τον δούλο σκότωσες; Επειδή μαζί με τον ποιμένα θυσίασες και το πρόβατο, μαζί με τον Βασιλέα κατάσφαξες και τον στρατιώτη; Δεν μπορεί πόλις να σταθεί αν έχει θανατωθεί ο Βασιλέας. Ούτε μπορεί να τιμάται ο Ναός όταν έχει γίνει ο φόνος του Δεσπότη. Μήπως ο Στέφανος είπε, το «θα μείνει ο οίκος σας έρημος»; Μήπως ο Στέφανος είπε, το «δεν θα μείνει στον Ναό λίθος επί λίθου»; Παράδοξο πράγμα και παράλογο! Να το λέει ο Θεός και να δικάζεται ο άνθρωπος! Να το αποφασίζει ο Θεός και να κατηγορείται ο άνθρωπος! Ο Βασιλιάς να πραγματοποιεί και ο στρατιώτης να ευθύνεται! Εσύ είσαι αίτιος αυτής της καταστροφής Ιουδαίε! Έμπηξες τον σταυρό και ανακάτεψες την Ιερουσαλήμ, και είπες «το αίμα Αυτού πάνω μας και πάνω στα παιδιά μας». Δέξου λοιπόν τώρα την καταδίκη που σου όρισε.


Και λέει η Γραφή «ο Στέφανος γεμάτος από Πνεύμα Άγιο, κοίταξε στον ουρανό και είδε τη δόξα του Θεού και τον Ιησού να στέκεται όρθιος στα δεξιά του Θεού». Τότε πως ο Παύλος λέει «κάθισε στα δεξιά του θρόνου της μεγαλοσύνης του Θεού στα υψηλά»; Ποια ήταν η αιτία για να σηκωθεί; Ποιο σοβαρό γεγονός τον έκανε να σηκωθεί από τον πατρικό θρόνο; Είδε τον αθλητή που αγωνίζεται και σηκώθηκε για να βραβεύσει τη νίκη του. Είδε αυτόν που πετάει στον αέρα και άνοιξε τους ουράνιους λιμένες. «Μη φοβάσαι λοιπόν Στέφανε κανείς δεν πρόκειται να αδικήσει τον αγώνα σου. Σηκώθηκα από τον θρόνο γιατί στα δεξιά μου θέλω να σε βάλω. Γιατί βλέπω την τολμηρή πίστη σου σε μένα που σταυρώθηκα. Εγώ είμαι εκείνος που είδες πάνω στο ξύλο με σάρκα κρεμασμένο, για αυτή σου τη πίστη σε βραβεύω.


Εγώ είμαι ο αγωνοθέτης του μαρτυρίου αλλά και ο αθλητής. Πάνω στον σταυρό πάλεψα σαν σε παλαίστρα. Με συνέλαβαν και τον αντίπαλο διάβολο κατατρόπωσα. Μη φοβάσαι αυτούς που σε πετροβολούν, χωρίς να θέλουν σου φτιάχνουν σκάλα που οδηγεί στον ουρανό. Μη φοβάσαι αυτούς που σε πετροβολούν, σκαλιά για να ανέβεις στα ουράνια γίνονται οι πέτρες. Μη φοβάσαι τις πέτρες, μέσα σου κουβαλάς τον ακρογωνιαίο λίθο Ιησού Χριστό». Η δόξα και η δύναμή Του εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. *Εκ του ιστολογίου «Η Άλλη Όψις» της 27.12.2015. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF