ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΘΑ ΣΤΗΣΕΙ ΖΥΓΑΡΙΑ ΣΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ



Σήμερα ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω. Ἂν πιστεύαμε, σήμερα θὰ είχαμε πόνο στὴν καρδιὰ καὶ δάκρυα στὰ μάτια. Ἂν πιστεύαμε, θὰ κρατούσαμε στὸ χέρι κομποσχοίνι σὰν ἐκεῖνο ποὺ κρατοῦσε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος στὴν ἔρημο καὶ θὰ ἤμεθα πεσμένοι στὰ γόνατα καὶ θὰ παρακαλούσαμε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους νὰ μᾶς σώσουν.Γιατί; Γιατὶ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ διαφέρει ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἄλλες.52 Κυριακὲς ἔχει ὁ χρόνος καὶ κάθε Κυριακὴ ἔχει τὸ εὐαγγέλιό της.Ἀλλὰ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶνε τὸ φοβερώτερο ἀπ᾿ ὅλα. Ὅταν τ᾿ ἀκοῦς νομίζεις πὼς ἀστράφτει καὶ βροντάει ὁ οὐρανός, νομίζεις ὅτι πέφτουν ἀστροπελέκια στὰ κεφάλια τῶν ἀμετανοήτων, νομίζεις ὅτι σείεται ἡ γῆ καὶ τὸ σύμπαν. Ἐὰν αὐτὰ ποὺ γράφει τὸ εὐαγγέλιο τὰ πιστεύαμε, θὰ ἦτο πολὺ διαφορετικὰ τὰ πράγματα. Τί μᾶς λέει τὸ εὐαγγέλιο;


 

  

Ὅτι ὁ Χριστὸς θὰ ἔρθῃ πάλι. Ἐκεῖνος ποὺ ἦρθε καὶ τὸν περιφρονήσαμε· ποὺ ἔζησε σὰν φτωχός, ὁ φτωχότερος ἀπ᾿ ὅλους· ποὺ δὲν εἶχε σπίτι, δὲν εἶχε ποῦ νὰ γείρῃ τὸ κεφάλι του· ἐκεῖνος ποὺ πείνασε καὶ δίψασε ψάχνοντας νὰ βρῇ τὸ χαμένο πρόβατο· ἐκεῖνος ποὺ τέλος σταυρώθηκε στὸ Γολγοθᾶ· ἐκεῖνος ὁ ἄγνωστος καὶ περιφρονημένος, αὐτὸς θὰ ἔρθῃ πάλι. Θὰ ἔλθῃ ἐν δόξῃ, μετὰ τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων.Πότε θὰ ἔρθῃ; Ἄγνωστο. Ὡς «κλέπτης» ἐν νυκτί, λέει ὁ διος (βλ. Ματθ. 24,43· Λουκ. 12,39), ξαφνικὰ σὰν τὴν «ἀστραπή» (βλ. Ματθ. 24,27· Λουκ. 17,24). Ὑπάρχουν ὅμως μερικὰ σημάδια, ἀπ᾿ τὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ καταλάβουμε πότε θὰ γίνῃ ἡ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου.Ποιά εἶνε τὰ σημάδια; Είδατε, ἀγαπητοί μου, τὴν ἀμυγδαλιά; Εἶνε γυμνή. Ὅταν ἡ ἀμυγδαλιὰ βγάλῃ λουλούδια καὶ ἀσπρίσῃ καὶ φαίνεται σὰ᾿ νύφη στολισμένη, λές· Ἔρχεται ἡ ἄνοιξι. Ἔτσι κι ὅταν δοῦμε μερικὰ σημάδια στὸν κόσμο, θὰ καταλάβουμε ὅτι ἔρχεται ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου.Τὰ σημάδια αὐτὰ μᾶς τὰ εἶπε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὰ ἐξήγησαν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶνε σημεῖα στὸν ἥλιο, στὴ σελήνη καὶ στὰ ἄστρα. Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ, ἡ σελήνη θὰ χάσῃ τὸ φέγγος της, τὰ ἄστρα θὰ πέσουν (βλ. Ματθ. 24,29· Λουκ. 21,25). Ἀλλὰ καὶ σημεῖα στὴ γῆ. Ἡ γῆ ποὺ πατοῦμε τί εἶνε; Διάφορα στοιχεῖα. Ὅπως ἡ γυναίκα παίρνει τὸ ἀλεύρι, τὸ ζυμώνει μὲ τὸ νερὸ καὶ τὸ κάνει ψωμί, ἔτσι κι ὁ Θεὸς πῆρε τρία πράγματα, χῶμα – φωτιὰ – νερό, τὰ ζύμωσε καὶ ἔκανε τὴ γῆ. Ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τὰ στοιχεῖα αὐτὰ τῆς γῆς, αὐτὸς θὰ πῇ νὰ διαλυθοῦν πάλι. Παράδειγμα ἡ θάλασσα.Τὰ κύματά της προχωροῦν ἀφρισμένα, ἀλλὰ σταματοῦν στὴν ἀκρογιαλιά. «Ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν» (Ψαλμ. 103,9). Τὴν ἀπέραντη θάλασσα ὥρισε ὁ Θεὸς νὰ τὴν σταματᾷ ἕνα λεπτὸ πραγματάκι, ἡ ἄμμος. Τῆς λέει Ἄλτ, δὲ᾿ θὰ προχωρήσῃς. Τὴν ἡμέρα ὅμως ἐκείνη τὴν φοβερὰ τὰ κύματα ἀφρισμένα θὰ ὑψωθοῦν, θὰ περάσουν τὴν ἀμμουδιά, θὰ προχωρήσουν, θὰ καλύψουν ἐκτάσεις, καὶ μετὰ πάλι θὰ τραβηχτοῦν μὲ θόρυβο, σὰν θεριὸ ποὺ μουγκρίζει. «Σάλος» θαλάσσης θὰ ἀκούγεται, λέει τὸ Εὐαγγέλιο (Λουκ. 21,25). Τὸ νερὸ τῶν ποταμῶν ἐπίσης θὰ λιγοστέψῃ καὶ θὰ ἀλλοιωθῇ.Τὰ δέντρα, λέει ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος, θὰ στάζουν αἷμα. Ἀκόμα θὰ γίνῃ κάποιος «σεισμός» (Ἀπ. 16,18)· ὄχι ὅπως οἱ ἄλλοι σεισμοί, ποὺ εἶνε τοπικοί. Αὐτὸς θὰ εἶνε παγκόσμιος, θὰ σεισθῇ ὁλόκληρος ὁ πλανήτης, καὶ μαζὶ μὲ τὰ παλάτια θὰ γκρεμιστοῦν καὶ τὰ καλύβια· δὲ᾿ θὰ μείνῃ «λίθος ἐπὶ λίθον», ὅπως λέει τὸ Εὐαγγέλιο (Ματθ. 24,2). Καὶ μετὰ θὰ σαλπίσῃ «σάλπιγγα μεγάλη» (ἔ.ἀ. 24,31), σάλπιγγα ἀρχαγγέλου ποὺ θὰ λέῃ· Νεκροί, ἀναστηθῆτε! Καὶ ἀπὸ τοὺς τάφους καὶ κάθε μέρος μὲ τὸ θεῖο πρόσταγμα «οἱ νεκροὶ ἀναστήσονται» (Ἠσ. 26,19· Ἰωάν. 5,21). Αὐτὰ εἶνε μερικὰ ἀπὸ τὰ σημάδια ποὺ θὰ προηγηθοῦν.Καὶ γιατί θὰ ἔρθῃ πάλι ὁ Χριστός; θὰ ρωτήσετε· ποιός ὁ λόγος; Διπλὸς εἶνε ὁ λόγος. Θὰ ἔρθῃ πρῶτον γιὰ νὰ φανερωθῇ ὅλη ἡ θεότης του. Θυμᾶστε τὴ Μεγάλη Παρασκευή; Ἐπάνω στὸ σταυρὸ φαινόταν ὡς ὁ πιὸ ἀδύνατος ἄνθρωπος. Ἀπὸ κάτω οἱ Ἑβραῖοι σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα τὸν ὕβριζαν και τὸν ἔφτυναν. Καὶ μποροῦσε, ἐὰν κουνοῦσε τὸ δαχτυλάκι του μόνο, νὰ κάνῃ κάρβουνο αὐτὴ τὴ γῆ. Δὲν τὸ ἔκανε.Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅμως θὰ παρουσιαστῇ μὲ ὅλη τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς θεότητός του· καὶ τότε αὐτοὶ ποὺ τὸν βλαστήμησαν καὶ τὸν πότισαν ὄξος καὶ χολή, «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ἰωάν. 19,37).Δεύτερον θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη. Ἐδῶ στὴ γῆ τώρα δὲν ὑπάρχει δικαιοσύνη. Οἱ ἄνθρωποι στενάζουν ἀπὸ τὴν ἀδικία. Λίμνη εἶνε τὰ δάκρυα τῶν ἀδυνάτων καὶ καταφρονεμένων γιὰ τὴν καταπίεσι καὶ ἐκμετάλλευσι ποὺ δέχονται. Βλέπεις π.χ. ἕναν ὑπάλληλο ποὺ τηρεῖ τὸν ὅρκο του νὰ ζῇ φτωχά, γιατὶ εἶνε τίμιος· καὶ βλέπεις τὸν ἄλλο, ποὺ ἐκμεταλλεύεται τὴ θέσι του, νὰ πλουτίζῃ καὶ νὰ θησαυρίζῃ. Ποῦ εἶνε ἡ δικαιοσύνη; Βλέπεις τὸν πάμπτωχο ἐργάτη νὰ μένῃ σὲ μιὰ παράγκα, καὶ τὸν ἄδικο καὶ ἄσπλαγχνο νὰ ζῇ μέσα στὴν πολυτέλεια καὶ εὐμάρεια. Βλέπεις τὴν τίμια γυναῖκα νὰ ζῇ ἐγκαταλελειμμένη ἀπὸ τὸν ἄντρα της καὶ νὰ τρέχῃ γιὰ νὰ ζήσῃ τὰ παιδιά της, καὶ τὴν ἄτιμη ἀντροχωρίστρα νὰ ζῇ σὰν βασίλισσα.Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ τὰ ἄδικα θὰ τὰ τακτοποιήσῃ ἡ δευτέρα παρουσία. Θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη στὸν καθένα, νὰ ἀμείψῃ τοὺς δικαίους καὶ νὰ τιμωρήσῃ τοὺς ἀσεβεῖς. Ναί, θὰ κρίνῃ τὸν κόσμο. Πῶς θὰ τὸν κρίνῃ; Θὰ στήσῃ ζυγαριά, ποὺ θὰ τὰ ζυγίσῃ ὅλα.Πρῶτα – πρῶτα θὰ ζυγίσῃ τὰ ἔργα μας, ὅλα ὅσα κάναμε. Καὶ τὰ φανερὰ καὶ τὰ κρυφὰ ποὺ δὲν τὰ εἶδε μάτι ἀνθρώπου. Θὰ ζυγίσῃ ἀκόμη τὰ λόγια μας. Ποιά λόγια; Τὶς φλυαρίες, κουτσομπολιά, κατακρίσεις, συκοφαντίες, αἰσχρολογίες, βλασφημίες, ψέματα, ψευδορκίες… Αὐτὰ ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα σὰν φαρμάκι ὀχιᾶς. Αὐτὰ ποὺ λέμε ἀπ᾿ τὸ πρωῒ ὣς τὸ βράδυ χωρὶς ἔλεγχο, ὅλα θὰ παρουσιαστοῦν γραμμένα ὅπως στὸ μαγνητόφωνο. Τὸ εἶπε καθαρὰ ὁ Χριστός, ὅτι θὰ δώσουμε λόγο γιὰ κάθε «ἀργὸ» λόγο (Ματθ. 12,36).Δὲν σοῦ ᾿δωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα γιὰ νὰ γίνῃ πριόνι τοῦ διαβόλου· σοῦ τὴν ἔδωσε γιὰ νὰ λὲς τὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ νὰ σκορπᾷς μύρο μὲ τὰ ὡραῖα σου λόγια. Αὐτὴ τὴ γλῶσσα θὰ τὴ ζυγίσῃ καὶ θὰ τὴν κρεμάσῃ ὁ Χριστός. Κ᾿ ἔπειτα μοῦ ᾿ρχονται στὴν ἐξομολόγησι· «Παπούλη, δὲν ἔκανα τίποτε, δὲ᾿ σκότωσα…». Σκότωσες μὲ τὴ γλῶσσα σου, διέλυσες σπίτια, χώρισες ἀντρόγυνα, ἄναψες φωτιές, κατέστρεψες κόσμο. Ἀλλοίμονο, δὲν αἰσθανόμεθα τὴν ἁμαρτωλότητά μας. Θὰ ζυγίσῃ ὅμως τότε ἀκόμη καὶ τὶς σκέψεις μας. Ναί. «Ὤ ποία ὥρα τότε!…», ὅπως ἔψαλαν σήμερα οἱ ψάλτες (αἶνοι Κυρ. Ἀπόκρεω), ποὺ ἔπρεπε νὰ τ᾿ ἀκοῦμε καὶ νὰ κλαῖμε. Θὰ ζυγιστοῦν καὶ οἱ σκέψεις μας, ὅλα τὰ πονηρὰ ποὺ διαλογιζόμεθα μέρα καὶ νύχτα.Αὐτὸ εἶνε τὸ κριτήριο ποὺ θὰ κάνῃ ὁ Χριστός. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἔχει μιὰ ὁμιλία στὴ δευτέρα παρουσία. Εἶμαι, λέει, ἁμαρτωλός, καὶ θὰ ἤθελα κ᾿ ἐγὼ νὰ μὴν ὑπάρχῃ κόλασις, γιατὶ τὴ φοβᾶμαι· ἀλλ᾿ ὅμως ὑπάρχει ἡ κόλασις! Γιὰ ὅλα μπορεῖ νὰ ἀμφιβάλλῃς· γιὰ ἕνα δὲν πρέπει νὰ ἀμφιβάλλῃς, ὅτι ὑπάρχει κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις, ὑπάρχει μέλλουσα ζωή, κόλασις καὶ παράδεισος. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα.Ἀδελφοί μου· νὰ ἔχουμε προσοχὴ στὸν βίο μας. Μιά φορὰ περνᾶμε ἀπὸ τὴ φλούδα αὐτὴ τῆς γῆς. Ἂς ἀποφεύγουμε τὸ κακὸ καὶ ἂς κάνουμε τὸ καλό· αὐτὸ θὰ μείνῃ. «Μακάριοι οἱ νεκροὶ οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνῄσκοντες ἀπ᾿ ἄρτι», ὅτι «τὰ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν» (Ἀπ. 14,13). Ἂς προσέξουμε, διότι δὲν ξέρουμε πότε ἔρχεται ὁ Κύριος. Εμαστε τώρα πιὸ κοντά.


 

 

Διότι ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα σημάδια, ποὺ επαμε, ὑπάρχει καὶ ἕνα ποὺ ἔγινε στὶς μέρες μας καὶ δὲν τὸ προσέξαμε. Κάπου μιὰ προφητεία λέει, ὅτι ὅταν πλησιάζει ἡ δευτέρα παρουσία οἱ Ἑβραῖοι θὰ φτειάξουν κράτος. Ἔ, τὸ ἔφτειαξαν στὶς ἡμέρες μας, τὸ 1948. Μήπως, λοιπόν, ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα γίνῃ ἡ δευτέρα παρουσία;Μακάρι ὅταν ἔρθῃ νὰ μᾶς βρῇ μέσ᾿ στὴν ἐκκλησία, τὴν ὥρα ποὺ γίνεται ἡ θεία λειτουργία, τὴν ὥρα ποὺ κοινωνοῦμε τὰ ἄχραντα μυστήρια, τὴν ὥρα ποὺ ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Μακάρι νὰ μᾶς βρῇ στὸ σπίτι μέσα ἀγαπημένους ὅλους, συζύγους καὶ παιδιά. Μακάρι νὰ σὲ βρῇ τὴν ὥρα ποὺ κάνεις ἐλεημοσύνη. Μὴ μᾶς βρῇ ποτέ στὴν ἀτιμία καὶ τὴ διαφθορά.Είθε ὁ Θεὸς νὰ δώσῃ μετάνοια σὲ ὅλους μας, μικροὺς καὶ μεγάλους, κι ὅταν φθάσῃ ἡ τελευταία μας ὥρα νὰ σφραγίσουμε τὴ ζωή μας μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)·Αμήν!

Πηγή: Ορθόδοξος Έλληνας Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης.

 

Μακαριστός Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF