ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ





Ο Άγιος Ιερώνυμος της Αίγινας, ο Ορθόδοξος Ομολογητής των Πατρώων



Η Αγιοκατάταξη του Γέροντος Ιερωνύμου
ήλθε κυριολεκτικά,
ως Θείο Δώρο στην καθ' όλα - άνυδρη και απνευμάτιστη, ιλαρή ζωή μας και,
ως πνευματική ενίσχυση στον Χριστοκεντρικό αγώνα των ορθοπραττούντων εν πίστει και ευλαβία,
βιωματικά Ορθοδόξων.
Αποτελεί σημείο αναφοράς, για όλους εκείνους,
που διψούν για εμπειρικά ορθόδοξο λόγο, νηπτικές, κεχαριτωμένες καταθέσεις ζωής
και ορθότητα Πατερικής Ορθοδοξίας.
Γιατι ο Άγιος Ιερώνυμος,
ως γνήσιο τέκνο της ''Θηβαϊδας της Ανατολής, '' αυτής,
της Καππαδοκίας,
εντρύφησε εκ βαθέων στον απτό, Πατερικό Λόγο
και προσευχητικά έφθασε σε ανεκμηστύρευτα σημεία αγιοπνευματικής Χάριτος
και θεόπνευστης πανδαισίας.
Η ζωή του ήταν ένας αναβαίνων, αγόγγυστος και λίαν καταπονημένος δρόμος,
που μέσα από την στάχτη και τα αποκαίδια της Γερμανικής κατοχής αναδείχθηκε,
η αγία μορφή ενός φιλόθεου ανθρώπου
που έκανε Ομολογία Πίστεως στις γνήσιες,
πατερικές και πατρογονικές καταβολές του.



Ο Άγιος Ιερώνυμος της Αίγινας, που η μαρτυρική Εκκλησία των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών του Πατρίου Ημερολογίου, μόλις πρόσφατα αγιοκατάταξε, είναι ο τελευταίος ομολογητής Άγιος του αιώνα, που παρήλθε. Και τούτο, όχι, γιατι αποτειχίσθηκε λόγω της ημερολογιακής καινοτομίας - εν μέσω Γερμανικής Κατοχής - και προσχώρησε στο Ακαινοτόμητο Πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά, γιατι εν μέσω πολιτικοεκκλησιαστικών διωγμών, ανέξοδων λοιδωριών και προκάτ προπηλακισμών, δεν έπαψε ποτέ, ν' αγαπάει ανεκτίμητα τον οιονδήποτε πλησίον του, ως πιστό και ευγενές αντίγραφο Χριστού.


Ακόμα και η επιστολή παραίτησής του προς τον οικείο Μητροπολίτη Αιγίνης κ. Προκόπιο, έτει 1942, πέραν του ομολογιακού της χαραχτήρα, ήταν λιτή, σεμνή και λίαν - εν Χριστώ - αγαπητική. 


''Σεβασμιώτατε, Παρακαλώ υμάς ίνα δεχθείτε την εκ του νοσοκομείου παραίτησίν μου, διότι από του 1924 και εντεύθεν, ήτο ο πόθος μου καθώς και ο ζήλος μου προς την Ορθόδοξον Εκκλησίαν και την πίστιν. Παιδιόθεν την εσεβάσθην, αφιερώσας όλην μου την ζωήν, υπακούσας εις τας παραδόσεις των Θεοφόρων Πατέρων. Ομολογώ και κυρήττω το πάτριον ημερολόγιον δια το σωστόν, ως και Σεις ο ίδιος ομολογείτε. Δια τούτο παρακαλώ υμάς, ευχηθείτε δε και εσείς, ίνα μέχρι τέλους εμμένω γνήσιον τέκνον της Ορθοδόξου Εκκλησίας.''


Έτσι απλά και αθόρυβα, χωρίς διθυραμβικές τυμπανοκρουσίες, ανεπίγνωστους αφορισμούς και φανατικές δοξασίες, ακολούθησε στην υπόλοιπη ζωή του το παλαιό ημερολόγιο, ανήκων στην Ιερά Σύνοδο, την, υπό τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο κ. Αυξέντιο, συνετεξαμένη. Δεν του άρεσε η περικοπή των εκκλησιαστικών ακολουθιών, η εκκοσμίκευση του ιερού κλήρου, οι δυτικοευρωπαϊκές, αιρετικές ερωτοτροπίες και οι πρώτες έκδηλες εμφανίσεις του πανάρετου και εωσφορικού Οικουμενισμού. Η αποτείχιση όμως του Αγίου Γέροντος αποκτάει ιδιαίτερη σημασία, αν συνδιαστεί με τον χρόνο και την συνέπεια, που αυτή πραγματώθηκε.


Διορισμένη Γερμανοκατοχική κυβέρνηση του Γεωργίου Τσολάκογλου και Αρχιεπίσκοπος, ο εκ Κορίνθου Δαμασκηνός, που με την βοήθεια της Γερμανικής επιστασίας, κατέλαβε την αρχιεπισκοπική θέση εκδιώχνοντας τον Χρύσανθο και γενόμενος ο ίδιος Πρωθυπουργός και Αντιβασιλέας της χώρας... Μέσα σ' αυτές τις ανείπωτες - κοινωνικά - συνθήκες, ο Γέρων Ιερώνυμος συνέχισε απρόσκοπτα το ποιμαντικό του έργο, έχοντας ν' αντιμετωπίσει μια υπόδουλη, διαχειριστική κυβέρνηση και μια νόμω κρατούσα εκκλησία, που συνεργάστηκε δυστηχώς - σε επίπεδο κορυφής - με τους Βαυαρούς δεσμώτες της. Δεν είχε την σημερινή πολυτέλεια των ατέρμονων, δημοσιευμένων, διθυραμβικών κοινοποιήσεων κατά του εωσφορικού Οικουμενισμού, ούτε την πλαστή, ψευδοειδή ''ασφάλεια'' του επιχορηγούμενου, κρατικού μισθού, αλλά και, ούτε την ''σιγουριά'' της κοινωνικής νομιμοφροσύνης...


Αντίθετα, η Χριστολογική του ομολογία πιστοποιήθηκε και - πνευματικά-σαρκώθηκε με την αυτονόητη, αγία βιοτή του, μέσα από την Εκκλησία των Πατέρων, των Αγίων και των Δικαίων. Η ζωή του αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση για τους σημερινούς apriori λεκτικούς και μεγαλόστομους '''εξεγερθέντες'', τους ''επαναστάτες χωρίς αιτία'' και τους, εκ του ασφαλούς, επικρίνοντες την οικουμενιστική αποστασία... Ο Θεός, τον δοκίμασε παιδαγωγικά, με την στέρηση του ενός χεριού του και την ισόβια, Ιώβια υπομονή που έδειξε στην αναβαίνουσα, αγόγγυστη και προσευχητική ζωή του.


Μέσα από το ταπεινό Ησυχαστήριο του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Κυψέλη της Αίγινας, πέρασαν χιλιάδες, ενός κουρασμένου λαού, ανώνυμοι και επώνυμοι της κατά Θεόν, αγιοπνευματικής ομολογίας του. ''-Καλογραία, εμείς λεπτά δεν έχουμε διά να δώσουμε ελεημοσύνην, δι' αυτό και αυτά τα ολίγα λόγια που λέγομεν, ελεημοσύνη είναι. Ο Γέροντας Ιερώνυμος είχε μοναχική συνείδηση. Πίστευε, πως η προσευχή, η ένωση του νου με τον Θεό, ήταν το κύριο έργο του. Κι η προσευχή γι' αυτόν, ακόμα κι οι καθημερινές ακολουθίες δεν ήταν μια τυπική διαδικασία, αλλά ολοκληρωτικό δόσιμο. Επέμενε πως οι καθημερινές εκκλησιαστικές ακολουθίες είναι απαραίτητες στον άνθρωπο. Ο ίδιος δεν τις παρέλειπε ποτέ έστω κι αν σπανιότατα βρισκόταν μακριά από το κελλί του.


Υποστήριζε όμως, πως εξίσσου απαραίτητο είναι κατά την ώρα της προσευχής ν' αφήνει κανείς τον εαυτόν του ελεύθερο για να εξομολογείται μπροστά στον Θεό. Συνήθιζε να μας λέει... Όταν πεθάνει η μάννα σου ή κάποιος συγγενής σου θα πάρεις βιβλίον δια να τον κλάψεις; Όχι βέβαια. Τα λόγια θα έλθουν μόνα τους εις τον νουν σου από την λύπη. Έτσι και στην προσευχή. Πρέπει να αφήνουμε τον εαυτόν μας να εξομολογείται εις τον Θεόν, ό,τι μας απασχολεί. Αυτή η αμεσότητα και η παρρησία ήταν το κύριο χαραχτηριστικό της προσευχής του. Είχε την αίσθηση της απανταχού παρουσίας του Θεού πολύ έντονη και γι' αυτό πάντα όταν προσευχόταν, δάκρυζε, σημείο κι αυτό της Χάριτος του Θεού. Ο Γέρων Ιερώνυμος ζούσε την ουσία της Ορθοδοξίας, την παράδοση σ' όλη της την έκταση.


Χωρίς ν' απορρίπτει κανένα από τα επιτεύγματα του τεχνικού πολιτισμού, είχε μια ιδιαίτερη αδυναμία, ένα πάθος θα λέγαμε προς ο,τιδήποτε παλιό, το αρχαίο. Από τα υλικά πράγματα μέχρι τα πνευματικά. Του άρεσε η αρχαία τάξη των ακολουθιών, τα παλιά βιβλία, τα παλιά αντικείμενα, επειδή πίστευε πως είχαν την σφραγίδα του δημιουργού τους, είχαν κατασκευαστεί με μεράκι κι όχι βιομηχανοποιημένα και κακόγουστα. Με τέτοιες πεποιθήσεις και αντιλήψεις, έχοντας ζήσει πάντα στην ζωή του εντός, αλλά και εκτός του κόσμου τούτου'', μέσα στον αυστηρό χώρο της Παράδοσης της Καππαδοκίας, ένιωθε κάποιες ανησυχίες από τότε που η Εκκλησία άλλαξε το εκκλησιαστικό ημερολόγιο κι εφάρμοσε το νέο.


Δούλευε την μισή ημέρα επιδιορθώνοντας κουρδιστά ρολόγια για τα προς το ζην, κάνοντας συνεχή, αδιάκοπα κι ακάματα πνευματικά διαλείμματα, θερμής και δακρυροούσας προσευχής. Αγαπούσε - όλως ιδιαιτέρως - τον Άγιο αββά, Ισαάκ τον Σύρο, τον οποίο θεωρούσε πνευματικό του γέροντα και τον συνιστούσε διαρκώς στα πνευματικά παιδιά του. Ο Άγιός μας είχε - κατά Χάριν - πλούσια τα ελέη του Χριστού μας, από τα οποία ξεχώριζαν η συνεχής, αδιάλλειπτη προσευχή, η επαιτική ελεημοσύνη και το διορατικό, προορατικό χάρισμα, το οποίο χρησιμοποιούσε όμως, προς δόξα του Θεού και όχι των ανθρώπων. Ο Γέροντας δημιούργησε πιστούς και όχι οπαδούς. Δεν εκμεταλλεύτηκε στο ακέραιο ποτέ, τα θεοδώρητα, πνευματικά του χαρίσματα, αλλά αντιθέτως, τα χρησιμοποιούσε πάντα εν κρυπτώ και κατά μόνας.


Μια αγιοπνευματική στάση και Χαροποϊό συμπεριφορά, εντελώς αντίθετη με σημερινούς, αυτοαναγορευμένους, αυτοκοινοποιηθέντες ''γέροντες'', που μέσα από την ''εκκλησιαστική ασφάλεια'' του πνευματικού τους εφησυχασμού και της '''ποιμενικής τους νομιμότητας'' εκποιούν Ορθοδοξία και ποιούν την Πλάνη. Ο Άγιος Γέροντας Ιερώνυμος της Αίγινας ήταν άγγελος παρηγοριάς για όλους. Όλη μέρα ανακούφιζε τον ανθρώπινο πόνο, και την νύχτα, την περνούσε προσευχόμενος μετά δακρύων και βαθυτάτων αναστεναγμών και οδύνη ψυχής για τους ανθρώπους. Μόνος, μόνω Θεώ, ησυχάζοντας και εντρυφώντας στο γλυκύ μέλι της κοινωνίας με τον Ουράνιο Πατέρα μας!


 

Έλεγε:
" Όταν προσεύχομαι για τους αδελφούς μου, δίνω κάτι από τον εαυτό μου,
η καρδιά μου ματώνει!
Προσευχή που δεν έχει πόνο και δάκρυ δεν είναι προσευχή!"
Ο λόγος του είχε σοφία!
Μιλούσε πάντα με σοβαρότητα. Λόγος αργός δεν έβγαινε από τα χείλη του.
Ως ανατολίτης , που ήταν, μιλούσε συχνά αποφθεγματικά:
"- Θεολόγος είσαι, γράμματα ηξεύρεις, φόβον Θεού δεν έχεις, τότε τέχνην κατέχεις."
Δηλαδή αν είσαι απόφοιτος της Θεολογίας, θα έχεις διαβάσει πολλά βιβλία,
θα ξέρεις πολλά γράμματα,
αλλά,
αν δεν έχεις και φόβον Θεού,
τότε μόνον επάγγελμα έχεις και όχι την υψηλήν τέχνην της Θεολογίας.''.
Ο γράφων έχοντας ανεκτίμητη και απεριόριστη αγάπη
προς τον Άγιο παππούλη της αγιοτόκου Αίγινας,
ευχαριστεί με χαρά ανείπωτη και δάκρυα κατάνυξης την Σεπτή και Αγία Εκκλησία του,
για την ανακήρυξη της Αγιότητας του Γέροντος Ιερωνύμου,
που από χρόνια είχε διακηρυθεί Άγιος στις καρδιές
των εν πίστει και ευλαβία, βιωματικά Ορθοδόξων!
Ζει Κύριος ο Θεός.
Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν.
Χαίρεστε!



Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

2 σχόλια:

  1. Κατέβηκα από Θεσσαλονίκη Αθήνα και συνδύασα και την Αίγινα για να προσκυνήσω τον Άγιο. Έψαχνα στο διαδίκτυο πληροφορίες για το που είναι το μοναστήρι αλλά δεν μπορούσα εκείνη την στιγμή να βρω. Τότε είπα θα πάω στην πόλη γιατι έμεινα στην Πέρδικα. Το απόγευμα κατέβηκα και σταμάτησα στην πρώτη εκκλησία που βρήκα, νομίζω είναι τα Εισόδια της Θεοτόκου, μια παλιά μπεζ χρώματος εκκλησία. Έξω από την εκκλησία καθόταν γυναίκες (η εκκλησία ήταν κλειστή) και νομίζω ηταν και η νεοκόρισα. Πάω και ρωτάω " το μοναστήρι του τού π. Ιερώνυμου που είναι; " και πως τα φέρνει ο Θεός η μία απο τις κυρίες τον είχε γνωρίσει προσωπικά και μου λέει με πολύ συγκίνηση " Παιδί μου ο γέροντας ήταν καρδιογνώστης! και μου είπε διάφορες προσωπικές εμπειρίες της με τον πατέρα της, και το πιο συγκλονιστικό όταν εκοιμήθη πήγε να τον αποχαιρετήσει, και οταν τον φίλησε κάηκε η καρδιά της απο ένα ουράνιο συναίσθημα, ήταν τόσο δυνατό φαντάζομαι γιατί την στιγμή που το έλεγε άρχισε να κλαίει μπροστά μας!!!.
    Κοίτα πώς τα έφερε ο θεός είχα την καλύτερη επιβεβαίωση για τον άγιο γέροντα.
    Γενικά παιδευτήκαμε μέχρι να το βρούμε το μοναστήρι λόγο της πολύ κακής σήμανσης και άγνοιας των κατοίκων.
    Εκεί ήταν γερόντισσα χαιρετίσαμε, αλλα δυστυχώς δεν είχα πολύ χρόνο να μιλήσουμε.
    Μακάρι πρώτα ο Θεός να ξανά προσκυνήσω τα άγια λείψανα του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Με το καλό,όταν ξαναπάτε,να μιλήσετε με την Γερόντισσα Ευπραξία,που τον έζησε νέα μοναχή τότε.Είναι μια ασκητική μοναχή,που εδώ και χρόνια δεν συναλάσσεται ποτέ με χρήματα.Ό,τι της δίνουν,ό,τι ο Θεός ευδοκεί.Σας ευχαριστώ.Η ευχή του Αγίου μας να μας κατευθύνει.Ο Θεός εν τω μέσω ημών.

      Διαγραφή

Print Friendly and PDF