Τα νόστιμα και ακριβά φαγητά,
όταν προσφέρονται συχνά, όχι μόνο τους πεινασμένους προκαλούν να φάνε,
αλλά και τους χορτάτους.
Το ίδιο και τα γλυκόπιοτα ποτά
όχι μόνο τους διψασμένους τραβάνε, αλλά και όσους έχουν πιει.
Αλλά και με τους φιλόπλουτους παρόμοια συμβαίνουν, αφού όταν αποκτήσουν πλούτο
ανεβαίνει η αγάπη τους προς αυτόν και αγωνίζονται καθημερινά να τον επαυξήσουν.
Λοιπόν και σας τίμια μέλη της εκκλησίας, ιερείς και πατέρες, αδελφοί και μητέρες και τέκνα αγαπητά,
δεν σας ανάγκασε η στέρηση των θείων λόγων, ούτε η δίψα για τα ιερά μαθήματα
και τη θεόπνευστη γνώση να τρέξετε στο λόγο που τώρα σας προσφέρεται,
αλλά η θεοχαρίτωτη επιθυμία που σας οδηγεί ψηλότερα σε δύναμη και χάρη πνευματική.
Γιατί αυτό που έχει λείψει στους τελείους βρέθηκε από νεόφυτο, αυτό που δεν πρόσεξαν
οι σοφοί φανερώθηκε σε αγράμματους, αυτό που ξέφυγε από τους δασκάλους ήρθε και φώτισε μαθητές.
Για μας ούτε αυτό μπορώ να τολμήσω να το πω, αλλά αφού μαζέψουμε τις ρόγες που έμειναν στο αμπέλι μετά τον τρύγο, και τα στάχυα που λόγω της πληθώρας έμειναν στο χωράφι και γενικώς κάθε καρπό που εγκαταλείφθηκε πάνω στα δένδρα μετά τη συγκομιδή, με αυτά, επαναλαμβάνω, τα εφόδια θα φιλέψουμε όσους θέλουν, και πάντα με τη βοήθεια του Χριστού του αληθινού βοηθού Θεού που επιβεβαιώνει το λόγο με έργα και αποδείξεις.Το κούφιο και άδειο από κάθε καλό και αγαπητό στο Θεό πράγμα και από κάθε θεοφιλή σκέψη φίδι, ο πατημένος κάτω από το πέλμα εχθρός, που κτυπιέται από τη φιλαδελφία, που κομματιάζεται από την πίστη, που νεκρώνεται από την ελπίδα, που ταράζεται από τη συμπάθεια, το παράνομο αυτό φίδι επέπεσε με τρόπο παράνομο και άθεσμο πάνω σε κάποιους και τους φύτεψε την ιδέα ότι τάχα όλα τα αγαπητά στον Θεό έργα σε τίποτε δεν ωφελούν τους πεθαμένους. Υπενθυμίζει μάλιστα τα χωρία:
«Τους απέκλεισε ο Θεός απ' αυτά» (Ιώβ 3, 23), και «Ο καθένας θα αποκομίσει ανάλογα με όσα με το σώμα του έπραξε, είτε καλό είτε κακό» (Β' Κορ. 5, 10), και «Ποιος θα σε δοξολογήση στον άδη;» (Ψαλμ. 6, 6), και «Συ θα πλήρωσης στον καθένα ανάλογα με τα έργα του» (Ψαλμ. 61, 13), ή το «Ό,τι έσπειρε ο καθένας αυτό και θα θερίση» (Γαλ. 6, 7).Αλλά θα τους πούμε: Σοφοί εσείς, ερευνήστε και μάθετε ότι είναι μεγάλος ο φόβος από τον Δεσπότη των όλων Θεό, αλλά πιο πολύ υπερέχει η αγαθότητά του. Και οι απειλές είναι φοβερές, αλλ' η φιλανθρωπία του αφάνταστα πιο μεγάλη. Τρομακτικές είναι και οι καταδίκες, αλλά λόγια δεν βρίσκονται για την καλωσύνη του.Ακούστε τι λέει η θεία Γραφή: Πως ο Ιούδας ο Μακκαβαίος στη Σιών την πόλη του μεγάλου βασιλέως, όταν είδε το λαό του θανατωμένο από τους εχθρούς, και αφού ερευνώντας βρήκε ανάμεσά τους είδωλα, αμέσως πρόσφερε με κάθε ευλάβεια και αγάπη θυσία καθαρτική για τον καθένα απ' αυτούς στον έτοιμο για ευσπλαχνία Κύριο.
Και γι' αυτή του την πράξη τον θαυμάζει και τον επαινεί η Γραφή. Αλλά και οι θείοι Απόστολοι, οι αυτόπτες μάρτυρες του Λόγου, που σαγήνευσαν τον κόσμο, καθόρισαν να γίνεται κατά τη θεία λειτουργία μνημόνευση των πιστών νεκρών. Αυτή την παράδοση χωρίς καμμιά αντίρρηση την κρατεί η απλωμένη στα πέρατα του κόσμου Εκκλησία του Χριστού και Θεού σταθερά από τότε μέχρι σήμερα και μέχρι τη συντέλεια του κόσμου. Οπωσδήποτε όχι αλόγιστα το καθιέρωσαν, ούτε άδικα και τυχαία. Γιατί τίποτε ανώφελο δεν παρέλαβε η αλάθητη θρησκεία των χριστιανών, αλλά όλα όσα κρατεί στους αιώνες σταθερά είναι και χρήσιμα και αρέσουν στο Θεό και βοηθούν στη σωτηρία. Ακόμα είπε ο Διονύσιος, αυτός που γνώρισε τα ουράνια, στη μυστική του θεωρία για τους κεκοιμημένους τα παρακάτω: «Οι προσευχές των αγίων και σ' αυτή τη ζωή, αλλά πολύ περισσότερο στη μετά θάνατο, επιδρούν σ' αυτούς που είναι άξιοι προσευχών, δηλ. στους πιστούς».Και υστέρα από λίγο: «Ο θείος ιεράρχης, ο διδάσκαλος της θεαρχικής δικαίωσης ποτέ δε ζητούσε όσα δεν ήταν αρεστά στο Θεό και τα οποία του είχε υποσχεθή ότι θα του τα δώση με θεϊκό τρόπο.
Για τον λόγο αυτόν και δεν τα εύχεται στους ανίερους δηλ. τους αβάπτιστους»... «Λοιπόν ο θείος ιεράρχης ζητάει όσα αρέσουν στο Θεό και θα δωρηθούν οπωσδήποτε»... «Η ευχή της αγαθότητος του Θεού ζητάει να συγχωρεθούν όλα τα πταίσματα των κεκοιμημένων που έγιναν από την ανθρώπινη αδυναμία, και να τοποθετηθούν στη χώρα των ζώντων, στους κόλπους του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, απ' όπου έχει φυγαδευθεί ο πόνος, το δάκρυ και ο στεναγμός. Και να παραβλέψη η θεαρχική εξουσία τις αμαρτίες που έκανε ο νεκρός από ανθρώπινη αδυναμία, αφού, όπως λέει η Γραφή, «κανένας δεν είναι καθαρός από αμαρτία»».Βλέπεις, εσύ που αντιλέγεις, πώς βεβαιώνει ότι ωφελούν οι προσευχές εκείνους που αναχώρησαν με την ελπίδα στο Θεό;Μετά τον Διονύσιο να ο συνώνυμος με τη θεολογία ο Γρηγόριος τι γράφει για τη μητέρα του στον επιτάφιο λόγο του αδελφού του Καισαρίου: «Ακούσθηκε κήρυγμα αξιοπρόσεκτο και ελαφρώνεται ο πόνος της μητέρας από την καλή και σύμφωνη με το θείο νόμο υπόσχεση, ότι θα τα δώσει όλα για το παιδί ως δώρο του επιτάφιο»... «Όσα εξαρτώνται από μας τα κάναμε. Όμως και άλλα θα δώσουμε και θα προσφέρουμε τις ετήσιες τιμές και μνημόσυνα, εάν βεβαίως μείνουμε στη ζωή».Βλέπεις ότι βεβαιώνει και χαρακτηρίζει καλές και θείες τις προσφορές που κάνουμε για κείνους που αναχώρησαν προς τον Κύριο και αποδέχεται τα ετήσια μνημόσυνα;
Ύστερα ο αληθινά Χρυσόστομος ο συνώνυμος με το χρυσό Ιωάννης, ο δάσκαλος της φιλοπτωχίας και της μετανοίας στην θεοφώτιστη ερμηνεία στις προς Φιλιππησίους και Γαλάτας επιστολές γράφει: «Εάν οι ειδωλολάτρες μαζί με τους νεκρούς καίνε και τα πράγματά τους, πολύ περισσότερο εσύ ο πιστός πρέπει να συνοδεύση μαζί με τον πιστό και όσα του ανήκουν, όχι βεβαίως για να γίνουν στάχτη όπως στους εθνικούς, αλλά για να τον δοξάσεις περισσότερο. Και εάν ο νεκρός είναι αμαρτωλός για να γλυτώσει από τις αμαρτίες του, εάν δε είναι δίκαιος για να αυξηθή ο μισθός και ανταμοιβή του».Και αλλού γράφει: «Ας σοφισθούμε κάποια ωφέλεια να προσφέρουμε σ' αυτούς που έφυγαν. Ας τους βοηθήσουμε όσο είναι δυνατό. Μιλάω για τις ελεημοσύνες και τις προσφορές που πραγματικά αυτές τους εξασφαλίζουν μεγάλη βελτίωση, κέρδος και ωφέλεια. Γιατί αυτά ούτε νομοθετήθηκαν ούτε παραδόθηκαν στην Εκκλησία του Θεού από τους σοφούς μαθητές του έτσι άσκοπα και τυχαία. Δεν θα μας παρέδιδαν δηλαδή να εύχεται ο ιερέας για τους κεκοιμημένους, εάν δεν γνώριζαν ότι αυτά τους ωφελούν και τους εξασφαλίζουν κέρδος».
Έπειτα μαζί με αυτούς και ο πάνσοφος Γρηγόριος Νύσσης έτσι γράφει: «Τίποτα δεν παραδόθηκε έτσι ασυλλογίστως και ανωφελώς από τους κήρυκες και μαθητές του Χριστού και κρατήθηκε σ' όλη την Εκκλησία. Το να μνημονεύουμε κατά την ώρα της ολόφωτης μυσταγωγίας όσους κοιμήθηκαν με σωστή την πίστη τους είναι και ωφέλιμο στο νεκρό και αρεστό στο Θεό».Γιατί το. «Εσύ θα αποδώσης στον καθένα ανάλογα με τα έργα του» και το. «Ο καθένας θα θερίσει ό,τι έσπειρε» και τα άλλα παρόμοια, λέχθηκαν οπωσδήποτε για την δευτέρα παρουσία του Κυρίου και για την κρίση που θα κάνει τότε και για το τέλος αυτού του κόσμου. Τότε βεβαίως δεν είναι καιρός για καμμιά βοήθεια και κάθε παράκληση και ικεσία πηγαίνει χαμένη. Όταν διαλυθεί το πανηγύρι δεν υπάρχουν εμπορεύσιμα πράγματα. Τότε πού θα είναι οι πτωχοί; Πού οι ιερείς να τελέσουν λατρεία; Πού οι ψαλμωδίες; Πού οι ευεργεσίες και οι αγαθοεργίες;
Έτσι προτού φτάσει εκείνη η ώρα ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον και ας προσφέρουμε στο φιλάδελφο και φιλάνθρωπο και φιλόψυχο Θεό την φιλαδελφία μας. Γιατί δέχεται ευχαρίστως όσα προσφέρουμε και για όσους δεν πρόλαβαν, και έτσι να το πούμε, για όσους έφυγαν απροετοίμαστοι, και τα λογαριάζει σαν να ήταν έργα και προσφορές που έγιναν απ' αυτούς. Θέλει ο φιλάνθρωπος Κύριος να του ζητάνε και να δίνει τα αιτούμενα που είναι για σωτηρία, και μάλιστα υποτάσσεται ολοκληρωτικά στην περίπτωση που κάποιος δεν αγωνίζεται μόνο για τη δική του ψυχή, αλλ' ενδιαφέρεται να προσφέρει κάτι και στον πλησίον του. Στην περίπτωση αυτή γίνεται μιμητής του Θεού ο άνθρωπος και τις δωρεές των άλλων τις ζητάει σαν δικές του χάρες και έτσι εξασφαλίζει την προϋπόθεση της τέλειας αγάπης, κερδίζει τον μακαρισμό για τους ελεήμονες και ωφελεί πάρα πολύ τη δική του ψυχή.Γιατί όμως θεωρείται το πράγμα τόσο δύσκολο; Μήπως την Φαλκονίλλα μετά το θάνατό της δεν την έσωσε η πρωτομάρτυς; Αλλά πιθανόν να ισχυρισθής ότι αυτή με την αξία της ως πρωτομάρτυς την έσωσε και έπρεπε να ακουσθή η προσευχή της. Κι εγώ σου λέγω πάνω σ' αυτό: Σύμφωνοι. Εκεί ήταν η πρωτομάρτυς.
Πρόσεξε όμως για ποιον έγινε η παράκληση!
Έγινε για μια ειδωλολάτρισσα, που υπηρετούσε έναν καθαρά ανίερο και ξένο κύριο.
Εδώ ένας πιστός απευθύνεται στον ίδιο Κύριο για χάρη άλλου πιστού.
Βάλτα κοντά αυτά και σύγκρινέ τα και θα σου φύγει κάθε αμφιβολία.
Ας πάμε απ' αυτά σε άλλα παρόμοια και ισοδύναμα.
Και παραπέμπω στο βιβλίο του Παλλαδίου που έστειλε στο Λαύσο, όπου είναι γραμμένα
με ακρίβεια τα θαύματα του μεγάλου και θαυματουργού Μακαρίου, ότι δηλ. ρωτώντας κάποιο κρανίο
έμαθε όλα τα σχετικά με όσους είχαν πεθάνει.
Και κοντά στα άλλα ρώτησε:
Δεν βρίσκετε λοιπόν καμμιά παρηγοριά;
(Το ρώτησε αυτό γιατί ο άγιος συνήθιζε να προσεύχεται για τους κεκοιμημένους
και επιθυμούσε να βεβαιωθή ότι γίνονται πραγματικά προς όφελός τους).
Ο φιλόψυχος Κύριος για να ικανοποίηση τον πιστό του υπηρέτη και να τον πληροφόρηση
επέτρεψε στο ξερό κρανίο να μιλήση και να πη την αλήθεια.
Όταν, λέει,
προσφέρης τις δεήσεις για τους νεκρούς τότε αισθανόμαστε μια μικρή ανακούφιση.
Πηγή: ''Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου''
Απόσπασμα λόγου του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού
Επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου