ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΟΣΟ ΩΡΑΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΔΕΛΦΙΑ ΝΑ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝ ΜΑΖΙ




Η φράση αυτή είναι δανεισμένη από τον 132ο ψαλμό του Προφητάνακτα Δαυίδ, ''Ιδού δή τί καλόν ἢ τί τερπνόν, ἀλλ᾿ ἢ τό κατοικεῖν ἀδελφούς ἐπί τό αὐτό;'' και ειπώθηκε από τον Οικουμενιστή Πατριάρχη Βαρθολομαίο κατά την επίσκεψή του στην παπική ''ενορία'' Corpus Domini της Μπολόνια, στις 15 του αυτού μήνα.

Σε ελεύθερη μετάφραση δηλώνει το αυτό:

''Πόσο ωραίο είναι τα αδέλφια να κατοικούν μαζί,'' όπου ''αδέλφια'' βέβαια εννοούνται οι ''Ορθόδοξοι'' με τους αιρετικούς Ρωμαιοκαθολικούς!

Το αξιοσημείωτο σε αυτήν την ομιλία του Οικουμενιστή Πατριάρχη βεβαίως δεν είναι η προσαγόρευση των παπικών ως ''αδελφών''.

Τούτο πλέον αποτελεί μια κατεστημένη τάξη πραγμάτων, όπου οι αδελφοσύνες, οι αβροφροσύνες και άλλοι λίαν κολακευτικοί προσδιορισμοί συνθέτουν το πάνθεον ενός κλίματος διπλωματικής ευφορίας και δαιμονικής έξης στο αντίρροπο, το αντίζυγο, το καθοδικό και το πτωτικό.

Οι Οικουμενιστές δεν ''πάσχουν'' από αιδώ, όνειδος ή αισθήματα ενοχής και συνενοχής.

Ένας αιώνας σχεδόν επέλασης της Οικουμενικής Κίνησης, αυτού του καλά επιμελημένου κοπτοραπτικού διαμελισμού της Ορθοδοξίας, οι επιφανείς, δυτικοθρεμένοι θιασώτες του πλέον έχουν μεταλλαχθεί σε θρησκειολόγους εκφραστές της παγκόσμιας ''Omerta,'' που λέγεται και Νέα Τάξη Πραγμάτων!

Στην ομιλία του αυτή προχωράει έτι περισσότερο στην καθόλα πτωτική πορεία προς στην δεδηλωμένη παναίρεση και... παραδίδει σε αιρετικούς... ποιμαντικά μαθήματα περί ενορίας, εκκλησίας και πιστών!

Αν είναι δυνατόν!

Κατ' ευφημισμόν ''Ορθόδοξος'' να μην νουθετεί, να μην διαπαιδαγωγεί ή να μην κατηχεί -κατεγνωσμένους  συνοδικά- αιρετικούς στον δρόμο της επιστροφής προς την Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, αλλά να τους διδάσκει ωσάν να είναι ομοθυμαδόν κοινωνικοί συμμέτοχοι στα Μυστήρια της Εκκλησίας του Θεού.

Για του λόγου το αληθές η ομιλία του Οικουμενιστή Πατριάρχη στα Ιταλικά και στα Ελληνικά σε μετάφραση ημετέρα.

Εύχεσθε!


Γ. Δ. Δημακόπουλος






Ιερώτατε Μητροπολίτα Ιταλίας και Μελίτης, K. Γεννάδιε,

Vostra Eccellenza Mons. Matteo Maria Zuppi, Arcivescovo Metropolita di Bologna,

Eminenze, Eccellenze,

Reverendissimo Signor Parroco e Collaboratori,
Figli amati nel Signore,


Ecco, che cosa è bello o che cosa da gioia, se non l’abitare dei fratelli insieme! Come unguento profumato sul capo, che scende sulla barba, la barba di Aronne, che scende sull'orlo della sua veste. Come rugiada dell'Ermon, che scende sui monti di Sion. Perché là ha disposto il Signore la benedizione, la vita in eterno (Salmo 132). Questo Salmo introduce questa sera l’incontro con voi, Fratelli e Sorelle appartenenti a questa grande Parrocchia, intitolata al Corpus Domini, il Corpo del Signore e manifesta la nostra gioia di trovarci tra voi, tra fratelli in Cristo, per “fare festa”, in quanto – seguendo il Salmo – qui ha disposto la benedizione del Signore, la vita in eterno. 


Siamo giunti per la seconda volta a Bologna, su cortese invito del vostro Arcivescovo, l’amato nostro Fratello Matteo, dalla città di Costantino, sulle Rive del Bosforo, la odierna Istanbul, dove la Provvidenza Divina ci ha posto, da quasi ventisei anni, alla guida della Chiesa, sul Primo Trono della Chiesa Ortodossa, il Patriarcato Ecumenico, che presiede nella carità e nell’unità le Sante Chiese Ortodosse Locali. E con gioia abbiamo accolto l’invito a visitare questa parrocchia della Chiesa Locale, per rallegrarci della genuinità e della fraterna ospitalità dei suoi parrocchiani. Idealmente, abbracciando la Vostra Parrocchia, abbracciamo tutte le parrocchie di questa Diocesi, perché proprio nella Parrocchia, cellula della Chiesa locale, si compie e si attualizza l’insegnamento del nostro Maestro, il Signore Gesù Cristo, si annuncia il suo Lieto Messaggio e si celebrano i segni tangibili della sua mistica presenza tra noi, i Sacramenti e tra essi in modo particolare e centrale la celebrazione della Divina Eucarestia. 


Da questo deriva poi l’amore per i fratelli, la carità, senza la quale vana sarebbe la nostra fede. La centralità dell’Eucarestia è testimoniata anche dal titolo di questa Parrocchia, Corpus Domini. Questa festa liturgica è estranea alla Tradizione della Chiesa d’Oriente, pur tuttavia la importanza della celebrazione eucaristica è comune per i Cristiani d’Oriente e per quelli dell’Occidente. Sulla Divina Eucarestia e sull’annuncio della Sua Parola infatti si centra la nostra fede. La parrocchia può essere definita la prima cellula della Chiesa, in cui si vive la familiarità tra coloro che stanno appresso, nella etimologia, infatti il termine “parrocchia”, indica coloro che vivono vicino, dal greco παρά e οικέω, e quindi al pari della famiglia, essa diviene una Chiesa domestica, in cui la fraternità è centrale e la collaborazione tra il parroco, quale delegato del vescovo locale ed i fedeli, soprattutto con coloro che sono chiamati a coadiuvarlo, deve essere esemplare. 


Naturalmente, i compiti dei chierici e quelli dei laici sono diversi, seppure entrambi contribuiscono alla crescita spirituale e materiale della comunità. Da un lato i chierici sono chiamati principalmente a pensare alla salute dell’anima, ai bisogni spirituali dei parrocchiani, soprattutto nella celebrazione dei Santi Sacramenti. Il sacerdote infatti deve avere come esempio il Buon Pastore, così come afferma il Signore: “Io sono il buon pastore. Il buon pastore offre la vita per le pecore. (Gv 10, 11) … “Le mie pecore ascoltano la mia voce e io le conosco ed esse mi seguono” (Gv. 10, 27). Ma il parroco, come capo della parrocchia, deve essere anche modello per i propri parrocchiani, e un bell’esempio ce lo offre il Profeta Malachìa: “Infatti le labbra del sacerdote devono custodire la scienza e dalla sua bocca si ricerca l'istruzione, perché egli è messaggero del Signore degli eserciti.” (Mal. 2,7). 


I laici, ed in modo particolare il Consiglio Parrocchiale, devono aiutare il parroco ad affrontare anche le ovvie incombenze materiali, le opere caritatevoli, ma anche il catechismo, la manutenzione della Chiesa, e voi avete anche uno splendido Tempio del Signore, e tutto ciò che concorre a rendere la parrocchia attiva e solidale. La chiesa domestica, la parrocchia, è una famiglia dove vige armonia, amore ed unità e dove tutti portano a compimento i propri doveri ed i propri compiti con spirito di unità e nel dialogo reciproco. Fratelli e Sorelle nel Signore, Questa unità si regge su due importanti cardini: la Divina Eucarestia ed il Dialogo d’amore tra i propri membri. Per ogni cristiano la celebrazione del Corpo e Sangue del Signore, unitamente all’annuncio della Buona Novella, sono il fondamento della fede. 


Vivere continuamente la Pasqua del Signore, la sua passione, la crocifissione e la gloriosa Resurrezione significa partecipare alla Via, alla Verità e alla Vita che sono in Lui e solo in Lui. Nella Eucarestia viviamo Colui che è offerto e che si offre per noi, diventiamo partecipi con Lui. Scriveva a tal proposito San Ignazio di Antiochia: “spezzando un solo pane, che è farmaco d’immortalità, antidoto per non morire ma vivere in Gesù Cristo per sempre”. (Lettera agli Efesini, XX). Quando partecipiamo al suo banchetto, ci presentiamo col nostro io, ci presentiamo come siamo, ci liberiamo dal peccato, ma ci presentiamo anche come Chiesa, perché ognuno non vive solo per se stesso ma anche per gli altri. 


Sant’Ignazio, questo grande padre della Chiesa apostolica ancora ci ricorda: “Una è la carne di nostro Signore Gesù Cristo e uno il calice dell'unità del suo sangue, uno è l'altare come uno solo è il vescovo con il presbiterio e i diaconi. Se ciò farete, lo farete secondo Dio” (Lettera ai Filadelfesi). Per questo il secondo cardine della parrocchia è il Dialogo d’amore, che porta all’unità. Nella parrocchia non ci deve essere posto per i personalismi, ma ci deve essere sempre uno spirito di unità e sacrificio. E questi si ottengono solo col dialogo. 


Il dialogo porta a risolvere ogni incomprensione, il dialogo comprende le necessità dell’opera filantropica a favore dei bisognosi, il dialogo agisce quando sorge la sofferenza, il dialogo apre le porte all’ospitalità cosciente, alla crescita umana e sociale e non chiude le porte mai ad alcuno. Sappiamo che nella vostra parrocchia sono importanti questi cardini e sorreggono la sua vita quotidiana. Continuate su questa strada, con i vostri pastori, con il vostro Arcivescovo, nei rapporti tra voi. 


Questa splendida serata che avete organizzato ci onora in modo particolare e vi ringraziamo di cuore. E’ ancora una volta testimonianza del clima che qui si respira e si vive. Figli amati, Saremo veramente lieti di accogliervi nel nostro Patriarcato Ecumenico, a Costantinopoli, la sede della Santa e Grande Chiesa martire di Cristo, come è denominata la nostra Chiesa, per offrirvi a nostra volta, la ospitalità abramitica che avete riservato per noi e per il nostro seguito. Il Signore, Datore di ogni bene, vi benedica unitamente alle vostre famiglie, a tutti i membri di questa parrocchia, ai vicini ed ai lontani, a chi soffre e a chi è nel bisogno e Vi doni la pace che viene dall’alto. Grazie.



Ιερώτατε Μητροπολίτα Ιταλίας και Μελίτης, K. Γεννάδιε,

Εξοχώτατε, κ. Matteo Maria Zuppi, Αρχιεπίσκοπε Μητροπολίτα της Μπολόνια,
Αξιωματούχοι, Εξοχότητες,
Αιδεσιμώτατε, κύριε Parroco και συνεργάτες,
Αγαπητοί αδελφοί εν Κυρίω,


''Ιδού δὴ τί καλόν ἢ τί τερπνόν, ἀλλ᾿ ἢ τὸ κατοικεῖν ἀδελφοὺς ἐπὶ τὸ αὐτό; 2 ὡς μύρον ἐπὶ κεφαλῆς τὸ καταβαῖνον ἐπὶ πώγωνα, τὸν πώγωνα τοῦ ᾿Ααρών, τὸ καταβαῖνον ἐπὶ τὴν ᾤαν τοῦ ἐνδύματος αὐτοῦ· 3 ὡς δρόσος ᾿Αερμὼν ἡ καταβαίνουσα ἐπὶ τὰ ὄρη Σιών· ὅτι ἐκεῖ ἐνετείλατο Κύριος τὴν εὐλογίαν, ζωὴν ἕως τοῦ αἰῶνος. (Ψαλμός 132). Αυτός ο Ψαλμός μας εισάγει αυτό το βράδυ μαζί σας, αδελφοί και αδελφές αυτής της μεγάλης ενορίας, που έχει την ονομασία Corpus Domini, το Σώμα του Κυρίου και εκδηλώνει τη χαρά μας να είμαστε μεταξύ σας, αδελφοί εν Χριστώ να "εορτάζουμε," όπως - ακολουθώντας τον Ψαλμό - Ιδού δη ευλογείτε τον Κύριον, πάντες οι δούλοι Κυρίου, οι εστώτες εν οίκω Κυρίου, εν αυλαίς οίκου Θεού ημών. 


Βρισκόμαστε εδώ για δεύτερη φορά στη Μπολόνια, με την ευγενική πρόσκληση του Αρχιεπισκόπου σας, του αγαπημένου μας αδελφού Matteo, από την πόλη του Κωνσταντίνου, στις όχθες του Βοσπόρου, την Κωνσταντινούπολη, όπου η Θεία Πρόνοια μας έχει τοποθετήσει για σχεδόν είκοσι χρόνια, στην καθοδήγηση της Εκκλησίας, τον Πρώτο Θρόνο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που προεδρεύει στην φιλανθρωπία και την ενότητα των Αγίων Ορθόδοξων Εκκλησιών. Και με χαρά χαιρετίσαμε την πρόσκληση να επισκεφθούμε αυτή την ενορία της τοπικής Εκκλησίας, προκειμένου να χαρούμε για την γνησιότητα και την αδελφική φιλοξενία των ενοριών της. 


Ιδανικά, αγκαλιάζοντας την ενορία σας, αγκαλιάζουμε όλες τις ενορίες αυτής της επισκοπής, επειδή στην ενορία, στο κέντρο της τοπικής Εκκλησίας, εκπληρώνεται η διδασκαλία του Διδασκάλου μας, ο Κύριος Ιησούς Χριστός, που με το Μήνυμά Του εορτάζουν τα απτά σημάδια της μυστικής παρουσίας Του μεταξύ μας, τα Μυστήρια, και μεταξύ αυτών με έναν ειδικό και κεντρικό τρόπο ο εορτασμός της Θείας Ευχαριστίας. Από αυτό έρχεται η αγάπη για τους αδελφούς, η φιλανθρωπία, χωρίς την οποία η πίστη μας θα ήταν μάταιη. Η κεντρικότητα της Ευχαριστίας μαρτυρείται και από τον τίτλο αυτής της ενορίας, ''Corpus Domini''. 


Αυτή η λειτουργική εορτή είναι ξένη προς την Παράδοση της Εκκλησίας της Ανατολής, όμως η σημασία της ευχαριστιακής εορτής είναι κοινή για τους Χριστιανούς στην Ανατολή και τη Δύση. Η θεία Ευχαριστία και η αναγγελία του Λόγου Του στην ουσία επικεντρώνεται στην πίστη μας. Η ενορία μπορεί να οριστεί ως το πρώτο κύτταρο της εκκλησίας και δηλώνει εκείνους που ζουν γύρω παρά την οικείαν, όπως η οικογένεια γίνεται μια εγχώρια Εκκλησία, όπου η αδελφότητα είναι κεντρική και η συνεργασία μεταξύ του πάστορα, ως εκπροσώπου του τοπικού επισκόπου και των πιστών, ιδιαίτερα εκείνων που καλούνται να βοηθήσουν, πρέπει να είναι υποδειγματική. 


Φυσικά, τα καθήκοντα των κληρικών και των λαϊκών είναι διαφορετικά, αν και τα δύο συμβάλλουν στην πνευματική και υλική ανάπτυξη της κοινότητας. Από τη μία πλευρά οι κληρικοί καλούνται κυρίως να σκεφτόμαστε την υγεία της ψυχής, τις πνευματικές ανάγκες των ενοριτών, ιδιαίτερα στον εορτασμό των Αγίων Μυστηρίων. Για τον ιερέα πρέπει να είναι το παράδειγμα του Καλού Βοσκού, όπως ο Κύριος λέει: ''ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός. ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων· (Ιω 10, 11) ...''τὰ πρόβατα τὰ ἐμὰ τῆς φωνῆς μου ἀκούει, κἀγὼ γινώσκω αὐτά, καὶ ἀκολουθοῦσί μοι'' (Ιω. 10, 27). 


Αλλά ο πάστορας, ως επικεφαλής της ενορίας, θα πρέπει επίσης να είναι ένα πρότυπο για τους ενορίτες τους, και ένα καλό παράδειγμα προσφέρεται από τον προφήτη Μαλαχία: ''ὅτι χείλη ἱερέως φυλάξεται γνῶσιν, καὶ νόμον ἐκζητήσουσιν ἐκ στόματος αὐτοῦ, διότι ἄγγελος Κυρίου παντοκράτορός ἐστιν. "(Μαλ 2,7). Οι λαϊκοί, και κυρίως το Ενοριακό Συμβούλιο, θα πρέπει να βοηθήσει τον ιερέα της ενορίας στην αντιμετώπιση των προφανών καθηκόντων του υλικά, φιλανθρωπικά έργα, αλλά και στην κατήχηση, την διατήρηση της εκκλησίας, και έχετε ακόμα έναν μεγαλοπρεπή ναό του Κυρίου, και τα πάντα που συμβάλλει στην ενεργή και αλληλέγγυα ενορία. 


Η εγχώρια εκκλησία, η κοινότητα είναι μια οικογένεια όπου υπάρχει αρμονία, αγάπη και ενότητα, και όπου όλοι αναλαμβάνουν να ολοκληρώσουν τα καθήκοντά τους με πνεύμα ενότητας και αμοιβαίο διάλογο. Αδελφοί και Αδελφές εν Κυρίω, Αυτή ένωση στηρίζεται σε δύο βασικούς πυλώνες: την Ευχαριστία και στον Διάλογο της αγάπης μεταξύ των μελών της. Το να ζεις συνεχώς το Πάσχα του Κυρίου, το πάθος, την Σταύρωσή Του και την ένδοξη Ανάσταση σημαίνει να συμμετάσχουν όλοι στην Οδό, την Αλήθεια και την Ζωή που είναι σε Αυτόν και μόνο σε Αυτόν. Στην Ευχαριστία ζούμε σε Αυτόν που προσφέρεται και που προσφέρει τον εαυτό Του για μας, γινόμαστε κοινωνοί μαζί του'' έγραψε για το θέμα αυτό ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας, '' 


Οι άνδρες όλοι να συναθροίζεσθε από κοινού με τη χάρη του ονόματος και με μια πίστη στον Ιησού Χριστό, ο οποίος σαρκικά προέρχεται από τη γενιά του Δαβίδ, και είναι υιός του ανθρώπου και Υιός Θεού, για να υπακούετε στον επίσκοπο και το πρεσβυτέριο με απερίσπαστο το νου σας, προσφέροντας έναν άρτο, που είναι φάρμακο αθανασίας, αντίδοτο για να μη πεθάνετε, αλλά να ζείτε με τον Χριστό για πάντα''. (Επιστολή προς τους Εφεσίους, ΧΧ). Όταν φροντίζουμε να έχουμε εισαγάγει τους εαυτούς μας με το εγώ μας, έχουμε εισαγάγει τους εαυτούς μας όπως είμαστε, τότε εμείς οι ίδιοι έχουμε ελευθερωθεί από την αμαρτία, αλλά παρόντες ως Εκκλησία, γιατί ο καθένας δεν ζει μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για τους άλλους. 


Ο άγιος Ιγνάτιος, ο μεγάλος αυτός πατέρας της Αποστολικής Εκκλησίας εξακολουθεί να μας υπενθυμίζει: ''Φροντίστε λοιπόν να συμμετέχετε σε μια ευχαριστία· διότι ένα είναι το σώμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και ένα ποτήρι που ενώνει με το αίμα του· ένα θυσιαστήριο, όπως ένας επίσκοπος μαζί με το πρεσβυτέριο και τους διακόνους, τους ομοδούλους μου, ώστε ό,τι κάνετε, να το κάνετε όπως θέλει ο Θεός."(Επιστολή στη Φιλαδέλφεια). 


Αγαπητά παιδιά, Θα χαρούμε να σας καλωσορίσουμε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο μας, στην Κωνσταντινούπολη, το σπίτι της Ιερής και Μεγάλης Μαρτυρικής Εκκλησίας του Χριστού, όπως ονομάζεται η Εκκλησία μας, για να σας προσφέρουμε την αμβρααμική φιλοξενία που προσφέρατε για μας και για την ακολουθία μας. Ο Κύριος, ο Ευεργέτης όλων των καλών, να σας ευλογεί με τις οικογένειές σας, όλα τα μέλη αυτής της ενορίας, τους γείτονες και τους απομακρυσμένους, όποιος πάσχει και έχει ανάγκη και σας δίνει την ειρήνη που έρχεται από ψηλά. Σας ευχαριστώ.


Μετάφραση, επιμέλεια και παρουσίαση κειμένου


Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF