ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 10 Αυγούστου 2019

ΠΩΣ ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΕΦΤΑΣΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΕΡΟΧΗ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΟΧΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ




Πολιτική και Οικουμενισμός του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μελέτιου (Μεταξάκη), ιδεολογικού εμπνευστή του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. 

Στο προηγούμενο άρθρο μιλήσαμε, για το πως στη δεκαετία του 20 του περασμένου αιώνα, οι Ουκρανοί αυτοκεφαλιστές προσπάθησαν να πάρουν από την Κωνσταντινούπολη τον Τόμο ανεξαρτησίας της «Εκκλησίας» τους. Ωστόσο, τότε δεν κατάφεραν τίποτε, καθώς και δεν αναγνωρίστηκαν στο Φανάρι. Υπήρχαν διάφοροι λόγοι γι' αυτό. Κατ’ αρχάς, μετά το θάνατο του Πατριάρχη Γερμανού, δεν εκλέχτηκε νέος πατριάρχης, και στο Φανάρι πίστευαν, ότι μόνο ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης θα μπορούσε να δώσει αυτοκέφαλη. 

Δεύτερον, στην αλληλεπίδραση των Φαναριωτών και σχισματικών αντιδρούσαν ενεργά οι ιεράρχες της Ρωσικής Εκκλησίας, οι οποίοι διακονούσαν στην Ουκρανία πριν από την επανάσταση του 1917, και μετά την επανάσταση εκδιώχθηκαν από την επικράτεια της Σοβιετικής Ένωσης από την μπολσεβίκικη κυβέρνηση. Ήταν ο Μητροπολίτης του Κιέβου Αντώνιος (Khrapovitsky) και ο Αρχιεπίσκοπος Βολίν Ευλόγιος (Georgievsky). Τρίτον, το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης είχε αρκετές άλλες σκοτούρες, επειδή εκείνη την εποχή φαινόταν, ότι η πτώση της εξουσίας του Τούρκου σουλτάνου ήταν πολύ κοντινό γεγονός. 

Και τέταρτον, η ουκρανική κυβέρνηση Ντιρεκτόρια δεν κράτησε πολύ και το Τόμο, ακόμα και αν ήθελαν να το δώσουν, δεν είχαν σε ποιο να το δώσουν. Όλοι αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν στο γεγονός, ότι η ουκρανική αντιπροσωπεία, με επικεφαλής τον Επίτροπο του Υπουργείου Θρησκευμάτων Ολέξα Ποτότσκι (Oleksa Pototsky), επέστρεψε από την Κωνσταντινούπολη στο Κίεβο με χέρια αδειανά. Ακριβώς, όπως οι προσπάθειες της πολωνικής κυβέρνησης, οι οποίες ουσιαστικά ήταν να μεταφέρουν την Πολωνική Ορθόδοξη Εκκλησία από τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας στη δικαιοδοσία της Κωνσταντινούπολης, δεν είχαν στεφθεί με επιτυχία. 

Εναντίον της πρωτοβουλίας αυτής δρούσε ενεργά ο Αρχιεπίσκοπος  Κισινάου Αναστάσιος (Γκριμπανόφσκι), ο οποίος βρισκόταν τότε στην Κωνσταντινούπολη και τον οποίο οι Έλληνες διαβεβαίωσαν, ότι «δεν έχει λόγο να ανησυχεί για τυχόν αποφάσεις απαράδεκτες για τη Ρωσία». Όμως, όπως αποδείχθηκε αργότερα, υπήρχαν τέτοιοι λόγοι, ειδικά κατά τη διάρκεια του πατριαρχείου του Μελετίου (Μεταξάκη), για τον οποίο θα μιλήσουμε σε αυτό το άρθρο. 


Εξόριστη από την Ιερουσαλήμ και την Αθήνα


Ο τοποτηρητής του πατριαρχικού θρόνου ο επίσκοπος Δωρόθεος, πέθανε σύντομα και ο Μητροπολίτης της Καισάρειας Νικόλαος επελέγη ως διάδοχός του, ο οποίος δεν έμεινε στην ιστορία με τίποτα ξεχωριστό. Στις 25 Νοεμβρίου/8 Δεκεμβρίου 1921, ο πρώην επικεφαλής της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας Μελέτιος (Μεταξάκης) έγινε ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης. Η ιστορία της «εκλογής» του στη θέση του Προκαθημένου, καθώς και η βιογραφία του, είναι τόσο ενδιαφέρουσες και ασυνήθιστες που αξίζει να σταθούμε πιο λεπτομερώς.



Ο μελλοντικός πατριάρχης γεννήθηκε το 1871 στην Κρήτη. Στην ηλικία των 18 ετών εισήλθε στη Σχολή του Τιμίου Σταυρού στην Ιερουσαλήμ και εκεί, ύστερα από τρία χρόνια, κουρεύτηκε μοναχός και χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος. Από το 1900 έως το 1908, ο πατέρας Μελέτιος υπηρετούσε, ως γραμματέας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Και το 1908 συνέβη το πρώτο σοβαρό περιστατικό στη ζωή αυτού του ατόμου. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων, ο Δαμιανός, έδιωξε τον νεαρό διάκονο από τους Αγίους Τόπους. Ο λόγος μιας τέτοιας σκληρής πράξης εκ μέρους του πατριάρχη είναι άγνωστος. Το μόνο που ξέρουμε σίγουρο είναι ότι ο Μελέτιος εκδιώχτηκε «για δραστηριότητα εναντίον του Παναγίου Τάφου». 

Ο γνωστός πολιτικός, μεταρρυθμιστής της Εκκλησίας και μοντερνιστής, πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος υπερασπίστηκε τις ιδέες του πανελλήνιου, ήταν ο θείος του ιεροδιακόνου Μελετίου. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός, ότι ήδη το 1910, ο Μελέτιος χειροτονήθηκε επίσκοπος στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης και διορίστηκε Μητροπολίτης Κυτίου στην Κύπρο, ενώ το 1918 έγινε Μητροπολίτης Αθηνών, Πρωθιεράρχης της Ελληνικής Εκκλησίας. Και τότε συνέβη δεύτερο σοβαρό περιστατικό στη ζωή του Δεσπότη Μελετίου. Τη θέση του Προκαθήμενου της Ελληνικής Εκκλησίας, ο Μητροπολίτης Μελέτιος κράτησε για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, αφού κυριολεκτικά το 1920 ήταν... στερήθηκε του υπουργήματος για «αντικανονικές πράξεις». 

Και δεν στερήθηκε απλώς, αλλά τον κατέβασαν στη θέση απλού μοναχού και τον φυλακίστηκαν στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου στο νησί της Ζακύνθου, από όπου κυριολεκτικά δραπέτευσε στην Αμερική το 1921. Είναι πολύ δύσκολο να εκδιώκεσαι δύο φορές (από την Ιερουσαλήμ και από την Αθήνα) και παρόλα αυτά να γίνεις Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης. Αλλά ο Μελέτιος το κατάφερε. Μέσω δωροδοκίας και χειραγώγησης – στο θρόνο της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης. 

Στις 25 Νοεμβρίου με το παλιό ημερολόγιο ή στις 8 Δεκεμβρίου με το νέο, ο Μελέτιος (Μεταξάκης) έγινε ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης. Αυτό συνέβη παρά το γεγονός, ότι η πλειοψηφία των μελών της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης ψήφισε υπέρ του Μητροπολίτη Αμασσίας Γερμανού (Καραβαγγέλη), 16 από 17 ψήφισαν κατά του Μελετίου. Ο ίδιος ο Μητροπολίτης Γερμανός έλεγε, ότι η ανάληψη στο θρόνο της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης πραγματοποιήθηκε, αφού το ποσό των 100.000 δολαρίων μεταφέρθηκε για τις «ανάγκες του πατριαρχείου». 

Από τα απομνημονεύματα του Μητροπολίτη Γερμανού: «Η εκλογή μου το 1921 στο Οικουμενικό Θρόνο ήταν αναμφισβήτητη. Τότε ένας από τους κοσμικούς μου φίλους μου πρόσφερε 10.000 λίρες, αν αρνηθώ την εκλογή μου και ψηφίσω υπέρ του Μελετίου (Μεταξάκη). Φυσικά, απέρριψα αυτήν την πρόταση. Τότε τη νύχτα πριν από τις εκλογές με επισκέφτηκε αντιπροσωπεία τριών ανθρώπων, μελών της «Εθνικής Άμυνας» (οργάνωση που δημιουργήθηκε από στρατιωτικούς Έλληνες αξιωματικούς στην Κωνσταντινούπολη και υποστήριζε την ανεξαρτησία του ελληνικού τμήματος της Μικράς Ασίας)... 

Είπαν ότι ο Μελέτιος έχει την δυνατότητα να καταβάλει $ 100.000 για τις ανάγκες του πατριαρχείου και, αφού βρίσκεται σε πολύ φιλικές σχέσεις με τους προτεστάντες επισκόπους στην Αγγλία και την Αμερική, μπορεί να είναι χρήσιμος στις διεθνείς υποθέσεις. Ως εκ τούτου, τα εθνικά συμφέροντα απαιτούν να εκλεγεί ο Μελέτιος (Μεταξάκης) πατριάρχης. Αυτή ήταν η επιθυμία του Ελευθέριου Βενιζέλου... Για αυτούς τους λόγους και για το καλό των ανθρώπων, δέχτηκα αυτή την πρόταση». Ως αποτέλεσμα, ο Μητροπολίτης Γερμανός συμφώνησε να αποσύρει την υποψηφιότητά του υπέρ του Μητροπολίτη Μελετίου. 

Ωστόσο, τα μέλη της Ιεράς Συνόδου που ψήφισαν κατά του πρώην Προκαθήμενου της Εκκλησίας της Ελλάδας δεν συμφώνησαν με αυτό. Οι Αρχιερείς πρότειναν να αναβάλουν την εκλογή του πατριάρχη, κάτι που έγινε. Μέσα σε δύο ημέρες, όλοι οι επίσκοποι που ψήφισαν κατά του Μελετίου αντικαταστάθηκαν από άλλους. Έτσι, στις 8 Δεκεμβρίου 1921, 16 από τα 18 νέα μέλη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης ψήφισαν υπέρ του Μητροπολίτη Μελετίου (Μεταξάκη), ο οποίος και έγινε Πατριάρχης. 

Ήδη στις 30 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, οι περισσότεροι ιεράρχες του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι, υπό την προεδρία του Μητροπολίτη Κυζίκου Κωνσταντίνου, συγκεντρώθηκαν στη Θεσσαλονίκη, αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την εκλογή του Μελετίου, ως νόμιμη και κανονική. Οι αρχιερείς έστειλαν επιστολή στους Πατριάρχες Ιεροσολύμων, Αλεξάνδρειας και Αντιοχείας, οι οποίοι συμφώνησαν, ότι ο Μεταξάκης ανέβηκε στο θρόνο με σαφή παραβίαση των ιερών κανόνων. Αλλά ακόμη και μια τέτοια προφανής αντίθεση δεν εμπόδισε τον Μελέτιο να γίνει Πατριάρχης.


Πολιτική και οικουμενισμός

Σχεδόν αμέσως μετά τις εκλογές ο νέος πατριάρχης άρχισε να οικοδομεί δεσμούς με τους προύχοντες. Ο μόνος στόχος που επιδίωκε, τουλάχιστον εκείνη τη στιγμή, ήταν η δημιουργία του Ελληνικού Βασιλείου στο δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας. Για να υλοποιήσει τα σχέδιά του ο Μελέτιος συναντήθηκε με τον Αμερικανό πρόεδρο Warren Harding στην Αμερική και στο δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη επισκέφθηκε το Λονδίνο και το Παρίσι, όπου συναντήθηκε με τους πρωθυπουργούς των χωρών αυτών. Τον Ιανουάριο του 1922 το πλοίο που μεταφέρει τον Πατριάρχη Μελέτιο εισήλθε στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης υπό κίτρινη βυζαντινή σημαία με μαύρο αετό, που προκάλεσε έντονη διαμαρτυρία από τις τουρκικές αρχές. 

Στις 22 Ιανουαρίου έγινε η ενθρόνιση του νέου πατριάρχη, ο οποίος στο λόγο του περιγράφει τις μελλοντικές δραστηριότητες ως εξής: «Δίνω τον εαυτό μου να υπηρετήσω την Εκκλησία για να προωθώ, από το πρώτο θρόνο της, την ανάπτυξη, όσο είναι δυνατόν, στενότερων φιλικών σχέσεων με τις μην ορθόδοξες χριστιανικές εκκλησίες της Ανατολής και της Δύσης, την ενοποίηση μεταξύ τους». Και ο Μελέτιος διατήρησε το λόγο του, επειδή ήταν αυτός που έθεσε ουσιαστικά θεμέλια αυτού που ονομάζεται σήμερα Οικουμενισμός. Έκανε επίσης πολλά για να πλησιάσει όσο το δυνατόν πιο κοντά στους Καθολικούς. 

Σύμφωνα με τον Έλληνα πρεσβευτή στο Λονδίνο, ο Μελέτίος ήταν ο πρώτος ορθόδοξος ιεράρχης που έλαβε μέρος στην αγγλικανική λειτουργία. Αυτό συνέβη στις 17 Δεκεμβρίου 1921 (δηλαδή, αμέσως μετά την εκλογή του), κατά τη διάρκεια επίσκεψης στην πρωτεύουσα της Μεγάλης Βρετανίας. Αργότερα, το 1922, η Μελέτιος δημιούργησε επιτροπή που μελετούσε το ζήτημα των αγγλικανικών χειροτονιών και κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι «οι αγγλικανικές χειροτονίες είναι απόλυτα νόμιμες», πράγμα που σημαίνει, ότι δεν χρειάζεται οι Αγγλικανοί να χειροτονηθούν εκ νέου.

Φανάρι και εκστρατεία κατακτήσεων

Ο Μελέτιος καταλάβαινε πολύ καλά: εκείνη τη στιγμή το Πατριαρχείο της Μόσχας βρισκόταν σε τόσο δύσκολη θέση, που δεν μπορούσε να προσφέρει οποιαδήποτε απτή αντίσταση σε οποιαδήποτε ενέργεια του Φαναρίου. Απ’ αυτή την αδυναμία και αποφάσισε να επωφεληθεί ο νέος Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης. Στα τέλη του 1921 παρέσχε το δικαίωμα (δεν είναι σαφές από πού προέρχεται αυτό το δικαίωμα) στην Εκκλησία της Ελλάδας να δεχτεί στη δικαιοδοσία της τις ελληνικές ενορίες του Πατριαρχείου Μόσχας, οι οποίες βρίσκονταν στη Βόρεια Αμερική. Φυσικά, αυτή η απόφαση δεν συντονίστηκε, όχι μόνο με τον Πατριάρχη Τύχων της Μόσχας, αλλά και με την ιεραρχία των ίδιων των ελληνικών ενοριών. 

Ωστόσο, όπως λένε, «η μουσική δεν έπαιζε για πολύ», αυτές οι ενορίες δεν ήταν για πολύ υπό τη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Ελλάδας. Την 1η Μαρτίου 1922, η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως έλαβε απόφαση για την υποχρεωτική και αποκλειστική υπαγωγή σ’ αυτό ολόκληρης της Ορθοδόξου διασποράς. Σύμφωνα με την απόφαση, όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί που ζούσαν στην μετανάστευση (δηλαδή έξω από τα σύνορα της πατρίδας τους) θα έπρεπε να είχαν ενσωματωθεί στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Αυτό το κανονικό χάος έπληξε περισσότερο απ’ όλους, τις ρωσικές ενορίες που υπήρχαν στην Ευρώπη και σε άλλες χώρες. 

Ήδη στις 14 Μαρτίου ο Μελέτιος εξέδωσε διάταγμα σύμφωνα με τον οποίο η Ελληνική Αρχιεπισκοπή Αμερικής, που δημιουργήθηκε πριν από περίπου ένα μήνα, ήταν υποταγμένη στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Στις 5 Απριλίου 1922, ο Πατριάρχης Μελέτιος ίδρυσε τη Μητρόπολη των Θυατείρων με κέντρο στο Λονδίνο, όρισε τον Έξαρχο της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης και απαίτησε όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί να υποταχτούν σε αυτόν τον Έξαρχο, ανεξαρτήτως εθνικότητας ή δικαιοδοσίας. Για να κατανοήσουμε την κλίμακα αλαζονείας του Πατριάρχη Μελετίου, αρκεί να πούμε ότι, για παράδειγμα, στο έδαφος της Μεγάλης Βρετανίας εκείνη την εποχή υπήρξαν μόνο τέσσερις ελληνικές ενορίες, τις οποίες το Φανάρι πήρε από την Ελληνική Εκκλησία. Υπάρχει και περαιτέρω. 

Τον ίδιο Απρίλιο του 1922, ο Μελέτιος απευθύνθηκε στους Ρώσους επισκόπους στη Βόρεια Αμερική με πρόταση να μεταφερθούν στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης και, αφού οι Ρώσοι επίσκοποι την απέρριψαν, διόρισε δικό του έξαρχο στην Αμερική. Τέτοιες ενέργειες του Πατριάρχη Μελετίου βασίστηκαν σε μια εντελώς άγρια κατανόηση του ΚΗ’ κανόνα της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου. Αυτός ο κανόνας λέει, ότι η Κωνσταντινούπολη έχει το δικαίωμα να δεχτεί στη δικαιοδοσία της χριστιανούς των «βαρβαρικών χωρών». Ωστόσο, πριν από τον Πατριάρχη Μελέτιο, κανένας Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης δεν ερμήνευσε αυτόν τον κανόνα υπό την έννοια της υποταγής στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης ολόκληρης της διασποράς. 

Ακριβώς, όπως κανένας από τους προηγούμενους πατριάρχες της Κωνσταντινούπολης δεν προσπάθησε να αντικαταστήσει την υπεροχή της τιμής με την υπεροχή της εξουσίας. Τόσο περισσότερο δεν προσπάθησε να υποκαταστήσει τη καθολικότητα της Εκκλησίας με τη διατριβή για το ανώτατο δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης σε περιπτώσεις αγωγής ενός δυσαρεστημένου μέρους σε εκκλησιαστική διαμάχη. Αλλά ακριβώς αυτές οι διατριβές αποτέλεσαν τη βάση της κυβερνήσεως του Μελετίου (Μεταξάκη) και ακριβώς αυτές κηρύττει σήμερα η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης υπό την ηγεσία του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. 

Μπορεί να ειπωθεί, ότι ο Μελέτιος ήταν ο πρώτος πατριάρχης, ο οποίος οδήγησε την εκκλησία του σε εκστρατεία κατακτήσεων σε ξένες χώρες και σε ξένο ποίμνιο. Η εκστρατεία, που ερχόταν και έρχεται σε αντίθεση, όχι μόνο με τους κανόνες και τη χριστιανική συνείδηση, αλλά και την κοινή λογική. Ο Μεταξάκης έγινε αυτός, που έκανε τόσο πολύ κακό στην Εκκλησία και τα αποτελέσματά του εξακολουθούν να γίνονται αισθητά ακόμα και τώρα. Στο επόμενο άρθρο θα περιγράψουμε, πως το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης, με επικεφαλής τον Μελέτιο (Μεταξάκη), ξεκίνησε με την εμφάνιση νέων αυτοκέφαλων εκκλησιών.


Το άρθρο χρησιμοποιεί υλικά από το βιβλίο του M.Β. Σκαρόφσκυ «Κωνσταντινούπολη και Ρωσική Εκκλησία στην περίοδο μεγάλων αναταραχών (1910–1950)», Εκδοτικός Οίκος «Γνώση», 2019.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF