ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2019

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΒΙΟ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΛΕΥΙΤΗ ΚΑΠΠΑΔΟΚΗ ΟΣΙΟΥ ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ





Απόσπασμα προλόγου της συγγραφέως Σωτηρίας Νούση στο βιβλίο 

''Ο Γέρων Ιερώνυμος της Αιγίνης (1883 - 1966)'', 

Ζ' έκδοση, σελ. 13 - 17. έτος 2010. 

''Βίος, Πνευματικαί Υποθήκαι και Παραινέσεις αυτού, ως συνελέγησαν και κατεγράφησαν υπό Σωτηρίας Δ. Νούση''.



ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ ΤΟΙΣ ΕΝΤΕΥΞΟΜΕΝΟΙΣ


''Εμοί λίαν ετιμήθησαν οι φίλοι σου, ο Θεός''. Αυτή η αίσθησις και τιμή ενός συγχρόνου μας ''φίλου'' και βεβαιωτού της αλήθειας του Θεού μας, της ουρανίου αγίας μορφής του φίλου και πνευματικού μας αναδόχου Γέροντος Ιερωνύμου της Αιγίνης, αποτελεί θαραλλέαν υποτύπωσιν αγιότητας και εγκέντρισιν μετοχής εις την όντως ζωήν. Είναι ένα ''σημείον'' θεοφανείας και χαριτώσεως-  μία αποκαλυπτική φωνή συμπαθείας, στοργής και εγρηγόρσεως εις την παραπαίουσαν και δεινώς δοκιμαζομένην κοινωνίαν μας. 


Ομολογουμένως, έχομεν ανάγκην αιμοδοτήσεως και στηρίξεως δι' επέκεινα προεκτάσεις, από ανθρώπους εκδήμους, ιεροφάντας αφοσιωμένους τω Υιώ του Θεού, ''ίνα λιταίς των πολυτίμοις, στηρίζηται η Οικουμένη''. Τοιουτοτρόπως, λοιπόν, το ανά χείρας βιβλίον μετωπικής συναντήσεως με τον πράον, ησύχιον και γεμάτον αγαπητικήν δύναμιν και σωστικήν αγωνίαν πρόσωπον του Γέροντος Ιερωνύμου, πολύ αγαπήθηκεν΄ έγινεν εχέγγυον ζωής, καθημερινόν εντρύφημα, και πολλούς έκαμε να έλθουν κοντά εις τον Θεόν, να λεπτυνθούν τα αισθητήριά των και να ζητήσουν προσβάσεις αγαστής μυστηριακής ζωής και αδιαλείπτου συντυχίας μαζί του. 


Από προφορικάς διηγήσεις και από πλήθος επιστολών παντοίων αναγνωστών, έγινεν γνωστόν, ότι παραινετικοί λόγοι ή κατευθυντήριοι προτροπαί του επαληθεύθησαν και επραγματοποιήθησαν, μέχρις αφαντάστου λεπτομερείας και μετά πάροδον πολλών, πέντε, δέκα, είκοσι ετών, ακόμη και μέχρι σήμερον, το 2009! Διηγείται (σε μία επιστολή του ο μακαριστός π. Ευσέβειος Βίττης, είδε σελ. 527), ότι η απλοική - ατιμέλητη εμφάνισις του Γέροντος και οι εξ ίσου -φαινομενικά-  απλοικοί του λόγοι και η λίγη ίσως ''αποτομιά'' του, δεν άφησαν την ''μημουαπτική ψυχή μου'', ίσως και εξ αιτίας της ευγενούς καταγωγής του, των Πανεπιστημιακών διπλωμάτων και κάποιων ξένων γλωσσών, να δώση σημασία εις τας απλοικάς νουθεσίας και υποδείξεις του Γέροντος, διά την μετέπειτα πνευματική του πορεία και κύριο στόχο του. 


Πέρασαν αρκετά χρόνια ''ως αέρα δώρων'' όπως γράφει, αν και με πολλάς χρησίμους Ιεραποστολικάς επιτυχίας και δράσεις, και τελικά, ''μετά είκοσι ακριβώς έτη'' πραγματοποιήθηκε στη ζωή του και στον τρόπο διαβιώσεώς του, ό,τι επακριβώς τότε του είχεν είπει ο Γέροντας. Άλλοι δε, οι οποίοι δεν ηξιώθησαν να τον γνωρίσουν από την επίγειον ζωήν του, μόνον με την επίκλησιν του ονόματός του εις δυσκόλους ή κατανυκτικάς, κατά την ανάγνωσιν του βιβλίου του, στιγμάς των, είχον άμεσην και έντονον συναντίληψιν και παραμυθίαν, ή και ιάσεις ακόμη. 


Πολλοί διηγούνται παραδόξους τρόπους, με τους οποίους έφθασε το βιβλίο του Γέροντος εις χείρας των, δηλ. η Εικόνα του, οι λόγοι του, η παρουσία του, εις κρισίμους και επικινδύνους στιγμάς του βίου των και το ιλαρόν του πρόσωπον και αι νουθεσίαι ''γλύκαναν'' την τεταραγμένην και πονεμένη ψυχήν των. Δηλ. ο άγιος Γέροντας διά του ταπεινού τούτου έργου, εκπληροί την βαθυτάτην επιθυμίαν και ζήλον που τον διακατείχον - πράγμα το οποίον αποτελεί και δι' ημάς την μόνην ικανοποίησιν και χαράν -  να ωφελή όσον δυνατόν περισσοτέρους ανθρώπους και κυριολεκτικά ''περπατά'' και τώρα και πάντοτε, εφ' όσον είναι οπωσδήποτε Άγιος, άγρυπνα και αγαπητικά και ανακαλύπτει μόνος του και προλαμβάνει... 


Τα ανωτέρω γράφονται μετά βεβαιότητος, διότι όντως είναι συγκινητικοί και παράδοξοι οι τρόποι με τους οποίους έφθασε και φθάνει ο Γέροντας, ''σε κάποια σπίτια, σε κάποιες καρδιές'' καθώς αναγνώσται γράφουν. Στην εποχή μας δε, έχει γίνει και παγκόσμιος περιπατητής! Όπου έχει φθάσει το βιβλίο του έχει φθάσει και η Χάρις του. Εκτός του Ελλαδικού χώρου και παντού στο Εξωτερικό έχει απλώσει το χαμόγελό του και τη στοργή του. Όσον αυτοί οι άνθρωποι είναι έγκλειστοι και μετά μανίας θα έλεγε κανείς επιδιώκουν την αφάνεια, όσο ζουν ανάμεσά μας, τόσο μετά την κοίμησί τους, η Χάρις και Ευλογία τους διοχετεύονται παντού και προκλητικά αναζητούν να μας βοηθήσουν! 


Διά της παρούσης δε εβδόμης εκδόσεως, γίνεται κάτι το επί πλέον: Μεταφέρεται και το άκουσμα της καθάριας, Καππαδοκικής φωνής του, μέσω του ενσωματωμένου CD. Εκ των διαφόρων επιστολών, ωρισμένοι είναι δεσμευτικοί, δηλ. παρακαλούν να μη δοθεί δημοσιότης εις αυτάς, και παρ' όλον που θα ήτο ευχής έργον, διότι θα εθαύμαζε κανείς και θα εδοξολόγει τον Θεόν δι' όσα αναγράφονται, εν τούτοις οφείλομεν να σεβασθώμεν την επιθυμίαν των αυτήν, απλώς υπάρχουν εις το αρχείον. 


Ενδεικτικώς επελέγησαν επιστολαί (μη δεσμευτικαί). αι οποίαι καταχωρούνται εις το τέλος, μετά τας προσθέτους αφηγήσεις: 1) Ενός λογιωτάτου Μοναχού, του οποίου ''το όνομα οίδεν ο Θεός'', 2) του κ. Αθανασίου Γ. Τσερνόγλου Φιλολόγου - Γυμνασιάρχου, τον οποίον ευχαριστώ θερμώς διά τας υποδείξεις του σχετικά με το κείμενον του βιβλίου, 3) της δ. Αναστασίας Δοπρίδου, η οποία εύρε εις τας σελίδας του ''ημερολογίου'' πολλά κοινά και ως εις εκείνην απευθυνόμεθα λόγια του Γέροντος, πράγμα, το οποίον διετυπώθη και από πολλάς άλλας νέας, 4) της κ. Σοφίας Ιωάννου, η οποία παρακαλεί διά την δημοσίευσιν, προς δόξαν Θεού, καθώς επίσης 5) της Καλλιόπης Γεωργίου από Ν. Υόρκη. 


Αι επανεκδόσεις του βιβλίου έχουν γίνει κοινός τόπος εκζητήσεως απ' όλα τα σημαία της γης, όπου οι Ορθόδοξοι πιστοί ''ως διψώσαι έλαφοι'' και ως ποθούντες πραγματικόν ''τύπον Χριστού'' Ποιμένα και Πατέρα, στρέφονται ''επί τας πηγάς της ζώσης παραδόσεως'', αι οποίαι είναι η κοινωνία των Αγίων εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών''. Σήμερον δε, δι' ευχών του Γέροντος, εξαντληθείσης και της έκτης εκδόσεως, προβαίνομεν εις την εβδόμην τοιαύτην, διότι όντως, θεωρούμεν τούτο ως χρέος και ταπεινήν προσφοράν. Σχετικώς με την ευθύς εξ αρχής έκδοσιν του βιβλίου, παρ' ότι ίσως θεωρηθή ''φλυαρία'', όμως κατόπιν επιμόνου προτροπής εκλεκτού Κληρικού και επομένως και υπακοής ένεκεν, παραθέτω μίαν λεπτομέρειαν, καθώς και δύο αποκαλυπτικά ενύπνια, της μακαριστής σήμερον, Γεροντίσσης Ευπραξίας. 


Δεν είχον ποτέ σκεφθεί συγγραφήν βιβλίου. Τας εν τω ημερολογίω μου σημειώσεις εκ των συναντήσεών μου, τότε, μετά του Γέροντος, τας εφύλαττα προς προσωπικήν μου ωφέλειαν. Ο Θεός επέτρεψεν, μετά πάροδον ολίγων ετών από της κοιμήσεως του Γέροντος, να εγγραφώ άνευ εξετάσεων, ως κάτοχος και άλλου πτυχίου, εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών, πράγμα το οποίον, πιστεύω, ο Θεός και αι ευχαί του Γέροντος επέτρεψαν, ίσως, διά τον αποκλειστικόν σκοπόν και λόγον της παρουσιάσεως του ιερού προσώπου του Γέροντος διά της συγγραφής του βιβλίου, κατά το ''τις έγνω νουν, Κυρίου''. 


Εις το μάθημα της Ποιμαντικής του κ. Κωνσταντίνου Μουρατίδου, μοι ανατέθη φροντιστηριακή εργασία, επί του θέματος: ''Ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς και το Ποιμαντικόν του έργον''. Παρεκάλεσα τον βοηθόν του κ. Καθηγητού κ. Γεώργιον Ευθυμίου, σήμερον πατέρα Γεώργιον, αν ήτο δυνατόν, αντί αυτού του θέματος, να διαπραγματευθώ έτερον, υπό τον τίτλον ''Ο Γέρων Ιερώνυμος ο εν Αιγίνη και το Ποιμαντικόν του έργον'', διευκρινήσασα τα περί του προσώπου του Γέροντος. Όντως μοι επιτράπει και εις μίαν εργασίαν περί τας 65 σελίδας, με την διάρθρωσιν, περίπου, του μετέπειτα εκδοθέντος βιβλίου, παρουσίασα εν ολίγοις το άγιον Πρόσωπον του Γέροντος Ιερωνύμου, με ωρισμένας αυτολεξεί και επί διαφόρων θεμάτων, παραινέσεις του.


Εις το εξώφυλλον αυτής, ετοποθέτησα μίαν χαρακτηριστικήν φωτογραφίαν του Γέροντος. Διά να μην απουσιάσω από την υπηρεσίαν μου, παρεκάλεσα μίαν φίλην συνάδελφον, να παραδώση την ανωτέρω εργασίαν μου εις το Θεολογικόν Σπουσαστήριον, του Κεντρικού Πανεπιστημίου. Εκείνη την παρέδωσε, ως δε με επληροφόρησεν κατόπιν, ετοποθέτησε την εργασίαν μου εις την κορυφήν των συνεχομένων Γραφείων του Θεολογικού Σπουδαστηρίου και ότι τρεις ή τέσσαρες παρευρισκόμενοι Καθηγηταί ή Βοηθοί, δεν εγνώριζεν, επειδή είδον την φωτογραφία, την ερώτησαν περί του προσώπου του Γέροντος, διότι τους εφάνη άγνωστος η μορφή αυτή. 


Μετά τρεις ημέρας, εταξίδευσα διά την Αίγιναν, όχι βέβαια με την χαράν και τον ενθουσιασμό του παρελθόντος, αλλά με την έκτοτε, καταλαμβάνουσάν με συνήθως, θλίψιν ατενίζουσα αδιαφόρως την θάλασσαν της ιδίας, όπως κάποτε, γραμμής πλεύσεως προς Αίγιναν. Μετά το προσκύνημά μου εις τον Άγιον Νεκτάριον, επεσκέφθην το Ησυχαστήριον του Γέροντος διά να προσκυνήσω, αλλά και διά να ιδώ και την εκλεκτήν σοφήν οσίαν Γερόντισσαν Ευπραξίαν, η οποία ησκείτο και διηκόνει το Ησυχαστήριον. 


Αφού επροσκύνησα τον αξιοσέβαστον δι' εμέ Τάφον του Γέροντος, εναποθέσασα με μυστικήν κραυγήν της ψυχής, ως το ''τί βοάς προς με'' του Κυρίου μας προς τον Μωυσήν, τον πόνον, την νοσταλγίαν, και την παράκλισίν μου, εισήλθον εις το Ησυχαστήριον, όπου η Γερόντισσα με υπεδέχθη, ως συνήθως, με το πλατύ χαμόγελο της αγάπης και της καλωσύνης. Μετά την πρώτην συνομιλίαν μας, προσέθεσε: 


''Κόρη, είδα ένα περίεργο όνειρο προ τριών ημερών. Είδα ότι βρέθηκα σε μία μεγάλη πόλη, μάλλον στην Αθήνα. Πέρασα δρόμους, είδα πολλά αυτοκίνητα και κόσμο και μετά κατευθύνθηκα προς ένα μεγάλο κτίριο, το οποίο είχε μπροστά λίγα σκαλιά και μετά κάτι μεγάλες κολώνες. Πέρασα μέσα και μπαίνω σε ένα μεγάλο δωμάτιο, γραφείο, που οι τοίχοι του ήσαν γεμάτοι από βιβλιοθήκες με πολλά βιβλία, ένα γραφείο μεγάλο, έπιπλο, θυμάμαι μάλιστα μου έκανε εντύπωση και το γύρω - γύρω σκάλισμά του. Στη μέση δύο - τρία συνεχόμενα τραπέζια - γραφεία, δεν ξεύρω τι ήσαν. 


Εκεί μέσα ήτσαν τρεις - τέσσαρες άνδρες και επίσης, τι να δω κόρη! μπροστά, στην κορυφή των τραπεζιών αυτών, ήταν ο Γέροντας όρθιος και χαμογελαστός. Συνομιλούσε με τους κυρίους εκείνους. Τον επλησίασα και του λέγω: ''Γέροντα, τι δουλειά έχεις εσύ εδώ μέσα; και ποιοι είναι αυτοί οι άλλοι; Και εκείνος μοι λέγει: ''Μη μιλάς, Καλογραία, μόνον πες μου, εσύ διατι είσαι λυπημένη;'' Του είπα τον λόγο και ύστερα πρόσθεσα: ''Γέροντα, θα ήθελα πολύ, πριν πεθάνω να βγει ένα βιβλίο για σένα! ''Πήγαινε, τώρα, μου απάντησε, και αυτό άφησέ το εις εμένα. Μη λυπάσαι, πήγαινε τώρα.'' 


Έφυγα και δεν θυμάμαι τίποτε άλλο. Τί να ήταν αυτό κόρη;'' Το πνεύμα δηλαδή της Σεβαστής Γεροντίσσης, είδεν εις όλας τας λεπτομερείας, το Πανεπιστήμιον, το Σπουδαστήριον και αντί της εργασίας, τον ίδιο τον Γέροντα! Δεν την διέκοψα, αλλ' αφού ετελείωσε, της ανέφερα σχετικικώς και εχάρη πολύ, όπως και εγώ περισσότερον, διότι εθεωρήσαμε τούτο, ως πληροφορίαν, ότι ίσως εφάνη αρεστόν εις τον Γέροντα...!



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Απόσπασμα εκ του εισαγωγικού σημειώματος της συγγραφέως κας Σωτηρίας Νούση, προλογίζοντας το βιβλίο ''Ο ΓΕΡΩΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ  (1883 - 1966)''
Έκδοση Ζ', σελ. 13 - 17. έτος 2010.
''Βίος, Πνευματικαί Υποθήκαι και Παραινέσεις αυτού, ως συνελέγησαν και κατεγράφησαν 
υπό Σωτηρίας Δ. Νούση''.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF