ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΑ-Η ΑΣΚΗΤΡΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ 1886-1974 (ΜΕΡΟΣ 7ον)


 




Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού Α':
<<Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα - Η Ασκήτρια της Κλεισούρας 1886-1974>>,
έκδοση <<Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής>>,
Φυλή Αττικής 1998.
Ανάρτηση 7η, σελ. 83-90.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.




<<Μικρά Είσοδος στον θαυμαστό κόσμο μιας σύγχρονης Αγίας>>


Ευρίσκομαι στην σκιά της Αγιονορείτικης Εικόνας <<Άξιον έστιν>> πολλούς μήνες τώρα... Το καντηλάκι Της ανάβει ακοίμητο... Ζήτησα την Χάρι Της και δεν με παρέβλεψε... Εργάζομαι τόσο καιρό και δεν απόκαμα... Ουράνια χαρά με πλημμύριζε συνεχώς και λαχτάρα να ολοκληρώσω την προσπάθεια... Ήμουν μέσα σ' έναν <<Κήπο Χαρίτων>>... Η ευωδία των αρετών της Αγίας Γεροντίσσης μ' έκανε να λησμονήσω την κόπωσι και τις δυσκολίες... Μπροστά μου είχα μικρά τεμάχια των Λειψάνων της'  λίγα από τα μαλλάκια της'  χώμα από το μνήμα της'  ένα μέρος από το τσεμπέρι της'  και μία κάρτα με την Εικόνα και το Μοναστήρι της Παναγίας Κλεισουργιωτίσσης... Η γνωριμία μου μαζί της ήταν ένας σταθμός στην πνευματική μου πορεία. Μετά την κοίμησί της, το 1974, επιθυμούσα διακαώς να γράψω ό,τι γνώριζα για τον θαυμαστό κόσμο αυτής της σύγχρονης Αγίας. Θα ήταν ίσως οικονομία Θεού που τώρα, είκοσι πέντε περίπου χρόνια μετά την είσοδό της στην αιώνια κατάπαυσι, αξιώνομαι τελικά να προσφέρω στις φιλόθεες ψυχές αυτήν την εργασία. Η καθυστέρησις έγινε αιτία να συγκεντρώσω νέο υλικό που φωτίζει από κάθε πλευρά την αγιασμένη προσωπικότητα της δούλης του Θεού Μυρτιδιωτίσσης Μοναχής. Στο τέλος της δεύτερης χιλιετίας μετά την ενανθρώπισι του Σωτήρος μας, ο κοσμικός περίγυρος απειλεί να μας συνθλίψη μέσα στις συμπληγάδες της αλαζονείας και της σαρκικότητος. Η οδηγητική μορφή της γενναίας Ασκήτριας ας μας φωτίζη στο σταυροαναστάσιμο μονοπάτι της εσωτερικής συντριβής, της χαρμολύπης, της υπομονής, της ελπίδος, της ευσπλαχνίας... Προσπάθησα να εισδύσω στα άδυτα ενός θαυμαστού κόσμου, να προσεγγίσω ό,τι κρυβόταν κάτω από την εξωτερική ασημότητα μιας καταφρονεμένης γυναίκας. <<Τη ταπεινώσει τα υψηλά τη πτωχεία τα πλούσια>>... Ένας θησαυρός κρυμμένος στα ράκη, την ατημελησιά, την τραχύτητα... Συνεχής αφάνεια, για να φανερωθή ο Θεός'  τόπος θεοφανείας για τους ταπεινούς... Έντιμη ενώπιον του Θεού και πολύτιμο σκεύος των θαυμασίων Του... Ζούσε από τώρα μυστικά την δόξα της Βασιλείας... Ανήκε στον γνώριμο χορό που μας συνεπαίρνει με την φωτεινή ομορφιά του και μας δίνει κουράγιο με τις <<παραδοξότητες>> και <<αντινομίες>> του... <<Γίγαντες ταπεινοί>>'  συναρπαστικοί στην δόξα και την απλότητά τους'  κατανυκτικοί στην αγιότητα και την μετάνοια'  γενναίοι στην άσκησι και την ευγένεια'  αθώοι στον πόνο και στην συγχωρητικότητα'  ελεύθεροι στην υπακοή και την αγνότητα'  αστραπηβόλοι στο βλέμμα και το δάκρυ τους'  αρχοντικοί στον λόγο και την πράξι... Η κοινωνία μας μαζί τους, κοινωνία με τον Κύριό μας, με την Ελπίδα μας... Όσο θα υπάρχουν Άγιοι ανάμεσά μας, έστω και άγνωστοι στους πολλούς, θα υπάρχη ελπίδα... Και εφ' όσον πάντοτε θα υπάρχουν Άγιοι ως την <<Αποκάλυψιν>> Εκείνου, πάντοτε θα υπάρχη ελπίδα... Και έχουμε τόσο ανάγκη από ελπίδα... Και η <<ελπίς ου καταισχύνει>>... Αυτή ας είναι η παρηγοριά μας στο κατώφλι της τρίτης χιλιετίας...



+ Ο  Ω. & Φ. Κ.


27.1.1998 εκ. ημ.


Ανακομιδή Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου





ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )


Φύλακας άγγελος του λαού


Ένας άλλος χρυσός κρίκος στην ευλογημένη αλυσίδα των αρετών της Γεροντίσσης ήταν η ελεημοσύνη. Η Ασκήτρια της Κλεισούρας μπορεί να βίωνε την τέλεια ακτημοσύνη, αλλ' όμως είχε καρδιά πλούσια σε αισθήματα αγάπης και ευσπλαχνίας.


Ό,τι ρούχα και άλλα πράγματα της έδιναν τα έπαιρνε, για να μην τους προσβάλλη, ύστερα όμως τα μοίραζε ελεημοσύνη. Έκρυβε σε διάφορες τρύπες του οικοδομήματος τα χρήματα που της άφηναν και στην κατάλληλη στιγμή τα έβγαζε, για να τα δώση στους φτωχούς.


Και ήταν τόση η φτώχεια εκείνη την περίοδο: προσφυγιά, μεσοπόλεμος, κατοχή, εμφύλιος... Το 1931 η οικογένειά της πήρε αποζημίωσι, γιατι είχε αφήσει στην Τουρκία κτήματα.


Με το μερίδιο που της αναλογούσε έφτιαξε μερικές Εικόνες για το Μοναστήρι και τα υπόλοιπα τα έδωσε ελεημοσύνη. Στις 5 Απριλίου 1944 πυρπολήθηκε η κάτω γειτονιά της Κλεισούρας από τους Γερμανοβούλγαρους και σφαγιάστηκαν 240 κάτοικοι΄


περισσότερα από 500 γυναικόπεδα κατέφυγαν στο Θεομητορικό Προσκύνημα, όπου και διεσώθησαν. Η Γερόντισσα, σαν άλλος φύλακας άγγελος, τους υποδέχθηκε και θυσιάστηκε για να τους περιποιηθή υλικά, αλλλά και να τους ενθαρρύνη με την αγάπη και την προσευχή της.


Σε λίγα χρόνια ξέσπασε άλλη δοκιμασία: από το 1947 ως το 1949 η περιοχή είχε γίνει το θέατρο των συγκρούσεων του εμφυλίου πολέμου. Οι κάτοικοι της Κλεισούρας και των γύρω χωριών σε κατάστασι απογνώσεως έτρεχαν στο Μοναστήρι για να βρουν λιμάνι σωτηρίας και ασφαλές καταφύγιο.


Η Ασκήτρια προσευχόταν για όλον τον κόσμο στην Παναγία, στήριζε τον τρομαγμένο λαό, παρηγορούσε τους ολιγοψύχους: -Μην φοβάστε... Η Παναϊα γυρνάει εδώ και προστατεύει το Μοναστήρι...


Μη φοβάστε, εδώ δεν έρχονται οι αντάρτες... Μία θεοφιλής ψυχή, που έζησε από κοντά την τραγικότητα των στιγμών, διηγείται με απλότητα: -Είχε έρθει πολύς κόσμος απ' τα τριγύρω χωριά στη Μονή.


Επρόκειτο νά' ρθουν κι άλλοι... Είχε γίνει μια μεγάλη μάχη ανάμεσα στους αντάρτες και το στρατό... Στα χωριά ρίχναν βόμβες... Ξεηκώθηκαν οι άνθρωποι και δεν μπορούσαν να πάνε πίσω στα σπίτια τους...


Η Παναγία είπε στη Γερόντισσα: <<να πας κάτω στον μπαξέ να μαζέψης χόρτα... Θά' ρθουν γυναικόπαιδα και θά' ναι πεινασμένοι... Να βάλετε καζάνι και να τους ταίσετε, για να μην πεθάνουν στην πείνα>>.


-Κάθε βράδυ κάναμε αγρυπνία, για να γλυτώσουμε απ' την μεγάλη φουρτούνα, το μεγάλο κακό... Ένα βράδυ στην Εκκλησία της Παναγίας, άλλο βράδυ στην Αγία Παρασκευή κι άλλο στον Άγιο Κωνσταντίνο...


Κοιμόμασταν λίγο την ημέρα... -Ένα βράδυ ήμασταν στης Παναγιάς... Η Γερόντισσα μπήκε στο Ιερό για να προσευχηθή, εγώ έμεινα έξω στο στασίδι απέναντι στη Θεοτόκο... Τράβαγα κομποσχοίνι...


Τότε ακούστηκε ένας δυνατός κρότος μέσα στο Βήμα, θαρρείς κι έπεσαν πολλές βόμβες... Τρέχω μέσα να δω τί συμβαίνει... <<Φοβήθηκες, κορίτσι;...>>, μου λέει... Κι έκλαιγε... <<Έλα, έλα να δης την Εικόνα της Παναγίας, τί δάκρυα μεγάλα>>...


Η Παναγία έκλαιγε, αλλά κι όλες οι Εικόνες... <<Η Παναγία είπε φουρτούνα έχετε, αλλά μην φοβάστε, σε λίγο καιρό θα σταματήση το κακό...>>. -Άλλη φορά ξημέρωνε της Αγίας Άννας, 25 Ιουλίου...


Η Γερόντισσα είπε: <<αύριο είναι η γιορτή της Αγίας Άννας... Θα κάνουμε αγρυπνία>>... Ήμασταν οι δυο μας κι ό,τι ξέραμε λέγαμε... Εκείνη να ψέλνη, να προσεύχεται, ν' ανάβη τα καντήλια...


Κι όταν έκανε μετάνοιες χτυπούσε τα γόνατά της επίτηδες σε δυο πέτρες και ματώνανε... Κι εκείνο το βράδυ έκλαψε πολύ... Ξαφνικά μου λέει: <<Αγροίκησες τίποτε;... Πάμε στο γυναικωνίτη!>>...


Ανεβήκαμε και σταθήκαμε μπροστά στην Εικόνα της Οσίας Μαρίας που την κοινωνάει ο Αββάς Ζωσιμάς... <<Αυτήνα είδα... Τί μεγάλο θαύμα έγινε μ' αυτήν!... Αβούτεν είδα... Ντο θαύμα έντον μετατέν!...


Ήρθε, με τράβηξε και μου είπε <<ελάτε πάνω, μη μιλάτε'  θα λέτε μόνο με το νου σας το Κύριε Ιησού Χριστέ... Κάντε υπομονή και μην φοβάστε>>... Η Παναγία μας σκέπασε... Τους έδιωξε, έφυγαν...


Η προσφορά της Γεροντίσσης την αποφράδα εκείνη περίοδο ήταν ανεκτίμητη: στήριξε το Μοναστήρι και το γλύτωσε από τους αντάρτες. Ήθελαν να το κάψουν, γιατι εκρύβοντο εκεί οπλίτες...


Έδινε στους αντάρτες τρόφιμα και τους έδιωχνε... Φύλαγε με κίνδυνο της ζωής της τις προμήθειες, δοχεία με λάδι και άλλα αγαθά, για να μη τα αρπάξουν... Ύστερα τα μοίραζε στην φτωχολογιά... Το σεβάσμιο Μοναστήρι στις ημέρες της ήταν πράγματι το <<Σπίτι της Παναγιάς>>...



6. Όλη μία ζωντανή προσευχή


Από πού όμως αντλούσε αυτήν την δύναμι η Ασκήτρια της Κλεισούρας;... Ουσιαστικά ζούσε μόνη, χωρίς να έχη έναν πνευματικό οδηγό ή άλλα έμπειρα πρόσωπα για να την συμβουλεύσουν, να την βοηθήσουν, να την ενισχύσουν, να την χειραγωγήσουν...


Η ηρωϊκή Σοφία ήταν θεοδίδακτη... Από τις σπάνιες εκείνες  περιπτώσεις που συναντώνται στην ιστορία της Εκκλησίας μας... Από την μυστική πηγή της προσευχής έπινε το <<ύδωρ το ζων>>.


Αυτό της έδινε θάρρος, καθαρότητα, φωτισμό... Ήταν όλη μία ζωντανή πύρινη προσευχή... Συνωμιλούσε συνεχώς με την Παναγία... Έλεγε τροπάρια της Θεοτόκου και άλλες πολλές προσευχές...


Με τρόπο απλό, με θερμή πίστι και αμεσότητα... Προσευχόταν μέχρι αργά και μετά έδινε λίγο ξεκούρασι στο βασανισμένο της σώμα. Κακοπάθεια και προσευχή σφυρηλάτησαν στην θεοφώτιστη Ασκήτρια μία καρδιά γεμάτη πίστι και ανδρεία.


Κάποτε, στην περίοδο της Κατοχής, για αρκετές ημέρες εξαφανίσθηκε... Ο κόσμος πίστεψε, ότι την εσκότωσαν ή οι αντάρτες ή οι Γερμανοί. Αυτή όμως ήταν επάνω στην πλαγιά, στην Αγία Τριάδα'


προσευχόταν νηστική περισσότερο από ένα μήνα... Την βρήκε τυχαία ένας τσοπάνος και ενημέρωσε το Μοναστήρι. Της πήγαν ψωμί και νερό... Μετά από λίγες ημέρες κατέβηκε...



Φιλιωμένη με την φύσι


Η αγάπη και η προσευχή έκαμαν πολύ ευρύχωρη την καρδιά της Γεροντίσσης... Έτσι και η ευσπλαχνία της ήταν διάχυτη και προς τα ζώα... Με τον καιρό ανέπτυξε μία θερμή φιλική σχέσι ιδίως με τα πετεινά του ουρανού.


Τα συμπονούσε: έπαιρνε ψωμί και στάρι μαζί της και τα έριχνε στον δρόμο, για να τρώνε, όπως έλεγε με ζεστασιά, <<τα πουλία του Θεού... Τα πουλία του Θεού...>>. Είχε μία σουπιέρα μεγάλη' έβαζε μέσα νερό και ξερά ψωμιά να μαλακώσουν.


Καθόταν εκεί στο καλδερίμι, στην αυλή της Εκκλησίας κάτω, χωρίς να στρώση τίποτε, με την σουπιέρα δίπλα... Τα πετεινά του ουρανού κατέβαιναν στο κεφάλι της, στην πλάτη της, τριγύρω στην σουπιέρα.


Είχαν μάθει και μαζεύονταν να φάνε το ψωμάκι, να πιούνε το νεράκι... Και εκείνη χαμογελούσε και πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας, έλεγε: -Δόξα νά' χης, Θεέ μου!... Έστειλες τα πουλία να ξεδιψάσουν και να τρώνε... Δόξα Σοι, Κύριε!...


Κάποτε, κατέβηκε στην Εκκλησία με μία ευλογημένη ψυχή, για να προσκυνήσουν και να προσευχηθούν... -Μου είπε η Γερόντισσα να αρχίσω την μικρή Παράκλησι κι εκείνη πήγε μες στο Ιερό, να ανάψη το καντήλι...


Καθώς προσευχόμασταν, ξαφνικά μπαίνουν ορμητικά από την πόρτα και τα παράθυρα τα πετεινά του ουρανού!... Πετούσανε πάνω μας, μας κτυπούσανε με το ράμφος τους, κελαηδούσανε!...


Εγώ φοβήθηκα, γονάτισα και κρύφτηκα κάτω από την ποδιά της Γερόντισσας... Εκείνη από την χαρά της έκλαιγε... <<Μη φοβάσαι, παιδί μου, μη διακόπτης την προσευχή, συνέχισε την Παράκλησι...


Η Παναγία και ο Χριστός μας στέλνουνε τα πουλία, κορίτσι μου, και μας παρηγορούν... Συντροφίαν έχουμε τα πουλία του Θεού και χαιρόμαστε μ' αυτά... Και χάρουμες με τατά...>>.


Τα πετεινά, όταν προσκυνούσαμε τις Εικόνες, σαν νά' καναν ό,τι κι' εμείς: κτυπούσαν με το ράμφος κάθε Εικόνα και κελαηδούσανε!... 




Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού Α':
<<Γερόντισσα Μυρτιδιώτισσα Η Ασκήτρια της Κλεισούρας 1886-1974>>,
έκδοση <<Ιεράς Μονής Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής>>,
Φυλή Αττικής 1998, σελ. 83-90.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF