ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ''Ο ΓΑΛΗΝΕΜΕΝΟΣ ΟΡΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ''





Ο άγιος Νικόλαος, η ήμερη πρεσβυτική μορφή μέσα στη χορεία των αγίων Ιεραρχών της Εκκλησίας, είναι ο τύπος και ο κανόνας της ιερατικής ταπεινοφροσύνης και πραότητας. «Εικόνα πραότητος» τον ονομάζει η Εκκλησία, γιατί πρώτος καρπός της ταπεινοφροσύνης είναι η πραότητα.


Ο άγιος Νικόλαος είναι ο λειτουργός της Εκκλησίας, που με την ταπεινοφροσύνη και την πραότητά του, με το φρόνημα της στερήσεως μάλλον και της εκούσιας φτώχειας, έφτασε στην πνευματική πληρότητα και απόκτησε τον ουρανό. Κανόνας και πρότυπο είναι ο άγιος Ιεράρχης, καθώς το ψάλλει η Εκκλησία στο γνωστό σε όλους τροπάριο. «Κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος εγκρατείας διδάσκαλον ανέδειξέ σε τη ποίμνη σου η των πραγμάτων αλήθεια· διά τούτο εκτήσω τη ταπεινώσει τα υψηλά τη πτωχεία τα πλούσια…».


Η υμνολογία κάθε εορτής είναι πάντα η καλύτερη γλώσσα, με την οποία η Εκκλησία εκφράζει το φρόνημά της απέναντι στα πρόσωπα και τα γεγονότα της πίστεως. Γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία πρόσωπα και γεγονότα πάντα εορτάζει· τα πρόσωπα του Ιησού Χριστού και όλων των αγίων και τα γεγονότα της θείας οικονομίας, όσα έπραξε ο Λόγος του Θεού κατά το διάστημα της ενσάρκου επιδημίας του εδώ στη γη.


Και η υμνολογία λοιπόν της σημερινής εορτής κατά τον καλύτερο τρόπο και πολύ παραστατικά εκφράζει την τιμή και τα ιερά αισθήματα της Εκκλησίας προς τον άγιο Νικόλαο. Και πρέπει να προλάβουμε να πούμε πως τα εγκώμια προς τον άγιο δεν είναι απλώς ποιητικές εκφράσεις και δεν είναι καν εγκώμια, αλλά ιστορία πραγματικών γεγονότων, «η των πραγμάτων αλήθεια» από τη ζωή και την επισκοπική διακονία του αγίου Νικολάου, κι όταν ήταν εδώ στη γη κι όταν έφυγε στους ουρανούς και τελεί τώρα τη θεία Λειτουργία στο ουράνιο θυσιαστήριο.


Οι άγιοι είναι οι φίλοι του Θεού και οι ευεργέτες των ανθρώπων και στη ζωή εδώ και «μετά θάνα¬τον», όταν οι μάρτυρες με το αίμα τους και οι ιεράρχες με την ιερωσύνη τους και όλοι με την αγιωσύνη τους πρεσβεύουν για μας στο Θεό. Έτσι η Εκκλησία είναι Εκκλησία αγγέλων και ανθρώπων, ανθρώπων των «εν ουρανοίς απογεγραμμένων» και των «επί γης περιλειπομένων».


Ανεξάντλητη είναι η έμπνευση των ιερών υμνογράφων, παίρνοντας αφορμή από την αγιωσύνη και το ιερατικό του έργο, για να υμνήσει τον άγιο Νικόλαο. Είναι εκείνος που, «πανταχού καλούμενος», προφταίνει να δείξει σε όλους την ευεργετική του προστασία. Είναι ο «μέγας αντιλήπτωρ και θερμός τοις εν κινδύνοις τελούσιν…», σε κείνους που κινδυνεύουν είτε στη στεριά είτε στη θάλασσα, «τοις εν γη και τοις πλέουσι».


Στην εορτή του σήμερα η Εκκλησία εγκωμιάζει «της ευσέβειας τον πύργον των πιστών τον πρόμαχον», και ο ιερός υμνογράφος βάζει στο στόμα των πιστών αυτά τα λόγια και τους χαρακτηρισμούς για τον άγιο ιεράρχη, που ιδιαίτερα είναι προστάτης των θαλασσινών «όρμος ο γαληνότατος εν ω καταφεύγοντες οι τρικυμίαις του βίου περιστατούμενοι σώζονται…».


Οι τρικυμίες δεν είναι μόνο στη θάλασσα, αλλά όλος ο βίος των ανθρώπων είναι τρικυμισμένο πέλαγος, που για να το διαπλεύσουν χρειάζονται πλοηγό, που θα τους οδηγήσει να φτάσουν στο γαληνεμένο όρμο και το λιμάνι της σωτηρίας. Και ο άγιος Νικόλαος, όπως τον βλέπει στη συνείδησή της και τον εγκωμιάζει η Εκκλησία, είναι ο μέγας και θερμός προστάτης και βοηθός εκείνων που κινδυνεύουν και στη γη και στη θάλασσα· «μέγας αντιλήπτωρ και θερμός τοις εν τοις κινδύνοις τελούσι… τοις εν γη και τοις πλέουσιν».


Αλλά ακόμα πιο πολύ, στο ιερό πρόσωπο του αγίου Νικολάου, η Εκκλησία εγκωμιάζει τον ιερέα και το λειτουργό των θείων μυστηρίων, τον καλό ποιμένα και τον Ιεράρχη, «της ευσέβειας τον πύργο των πιστών τον πρόμαχον». Γιατί ο επίσκοπος των Μύρων της Λυκίας, μέσα σε όλη του την ταπεινοφροσύνη και την πραότητα, υπήρξε ο ισχυρός προστάτης της ορθοδοξίας, καθώς το έδειξε στην πρώτη Οικουμενική Σύνοδο, που με ένα δικό του πρακτικό τρόπο υπεράσπισε την αληθινή πίστη.


Γι’ αυτό η Εκκλησία στο πρόσωπο του υμνεί «Ιεραρχών την καλλονήν και των Πατέρων κλέος», και τον ονομάζει «Ιεραρχών ωραιότατον κλέος και δόξαν». Απευθύνεται προς τον άγιο με βαθειά ευλάβεια και προσευχητική οικειότητα, για να του πει λόγια αληθινής πνευματικής ωραιότητας• «άνθρωπε του Θεού και πιστέ θεράπον και οικονόμε των αυτού μυστηρίων…».


Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ιδιόμελο της εορτής της Πεντηκοστής «Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το Άγιον», ψάλλεται κατά την εκλογή των Επισκόπων, και τονίζεται σ’ αυτό η φράση ότι το Άγιο Πνεύμα «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας», που ακριβώς είναι θεσμός ιερωσύνης.


Αυτού του Αγίου Πνεύματος ο άγιος Νικόλαος, «ο θείος της θειοτάτης ιερωσύνης κανών», είναι η μυροθήκη, καθώς σε ένα ιδιόμελο ποιητικότατα ψάλλει η Εκκλησία· «Πάτερ Νικόλαε του Παναγίου Πνεύματος μυροθήκη υπάρ¬χων ως έαρ μυρίζεις ευφρόσυνον των θείων αρωμάτων Χριστού». Το όνομα Ιησούς στη θεία Γραφή λέγεται «μύρον εκκενωθέν», το μύρο που χύθηκε σαν από αλαβάστρινο δοχείο και «επλήρωσε τα σύμπαντα ευωδίας», μοσκοβόλησε ο κόσμος.


Το ίδιο, σαν ανοιξιάτικα μυρόπνοα άνθη, άνθη του Παραδείσου, καθώς στην εορτή των αγίων Πατέρων ψάλλει η Εκκλησία, το ίδιο όλοι οι άγιοι, σαν μυροθήκες του Αγίου Πνεύματος, αρωματίζουν τη ζωή του κόσμου. Όχι μόνο με τα λόγια τους, όχι μόνο με τα έργα τους, αλλά και με την αγιασμένη τους μορφή, καθώς σε μια ομιλία του λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ότι «των αγίων ουχί τα ρήματα, αλλά και αυτά τα πρόσωπα πνευματικής γέμει χάριτος».


Το αισθανόμαστε και το ζούμε αυτό, όταν βλέπουμε και την εικόνα του αγίου Νικολάου· στα ιερό πρόσωπο του αγίου, έτσι όπως η μορφή του σώζεται στην παράδοση της ορθόδοξης εικονογραφίας, διαλάμπει μια πνευματική χάρη, μια ψυχική γαλήνη και μια εσωτερική ομορφιά, που όλα αυτά είναι καρπός του πνεύματος της ταπεινοφροσύνης και της πραότητας.


Αυτές οι αρετές πρώτες είναι που ανεβάζουν και υψώνουν τους αγίους και τους κάνουν σαν αγγέλους στη γη, ώστε να τους εγκωμιάζει η Εκκλησία και να μην κινδυνεύει να κατηγορηθώ για υπερβολή όταν ψάλλει, καθώς τώρα στον άγιο Νικόλαο «Βροτός υπάρχων ουράνιος ισάγγελος εν γη πεφανέρωσαι».


Αλλά καιρός είναι να συναγάγουμε τα πρακτικά συμπεράσματα από την υμνολογία της εορτής του αγίου Νικολάου και να συγκροτήσουμε την ευαγγελική διδαχή της ταπεινοφροσύνης και της πραότητας, που είναι τα κύρια γνωρίσματα της ιερής προσωπικότητας, που εορτάζει και τιμά σήμερα η Εκκλησία. Δεν είναι λοιπόν ο εξωτερικός θόρυβος και η κοσμική επίδειξη, που επιβάλλουν και καθιερώνουν τον ιερό ποιμένα στη συνείδηση του εκκλησιαστικού ποιμνίου του· δεν είναι η κοινωνική λαμπρότητα και επιβολή, που τον αναδεικνύουν.


Είναι «η των πραγμάτων αλήθεια». Τούτο πάντα το ξεχνάμε και οι εκκλησιαστικοί ποιμένες και ο λαός, γιατί μας ξεγελά η επιφάνεια και δεν προσέχουμε στο βάθος των πραγμάτων. Εκεί στο βάθος είναι η αλήθεια, μα για να τη βρει κανείς και να την αγαπήσει πρέπει να έχει ταπεινό φρόνημα. Να μην τον ξεγελά ό,τι λάμπει κι ό,τι κάνει θόρυβο, κι αλλοίμονο, αν πιστέψουμε και οι ποιμένες και ο λαός πως η ιερατική μας διακονία είναι ζήτημα κοσμικών συνθηκών και προσωπικών μας μόνο ικανοτήτων. Τότε θα μας αφήσει η θεία Χάρη και θα μείνουμε κενοί και άχρηστοι, γιατί ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσε¬ται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».


Η πρώτη ευαγγελική αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη. Όχι το συναίσθημα της μειονεξίας, για το οποίο κάνουν λόγο η σύγχρονη παιδαγωγική και η ψυχολογία. Ούτε πολύ περισσότερο η ταπεινολογία, που είναι υποκρισία και ψεύδος. Αλλά η ταπεινοφροσύνη, που είναι η βαθειά και άγια αρετή στον πιστό άνθρωπο, να θέλει να γνωρίζει καλά τον εαυτό του.


Ένα τέτοιο φρόνημα είναι η βάση και η αρχή της προκοπής· της πνευματικής προκοπής, γιατί αυτό μας ενδιαφέρει πάντα. Κανένας δεν πηγαίνει πιο πάνω στη σκάλα της αγιωσύνης, αν δεν ομολογήσει στον εαυτό του πως είναι χαμηλά, πως του λείπουν ακόμα πολλά, πως δεν είναι εκείνος που έπρεπε και μπορούσε να είναι. Ο Ιησούς Χριστός το είπε επιγραμματικά· «πας ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται»· υψοποιός αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη.


Επάνω στην ταπεινοφροσύνη στηρίζεται όλο το οικοδόμημα του χριστιανικού βίου. Γι’ αυτό ο Ιησούς Χριστός άρχισε την «επί του όρους» ομιλία με το μακαρισμό των ταπεινοφρόνων ανθρώπων «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι…». Χαρά σε κείνους που έχουν ταπεινό φρόνημα, μικρή γνώμη για τον εαυτό τους· που δεν βλέπουν τους άλλους ανθρώπους παρακάτω απ’ αυτούς, που δεν έχουν την αξίωση όλος ο κόσμος να τους προσκυνά και να τους υπηρετεί· αντίθετα αισθάνονται χρέος τους αυτοί να διακονήσουν τούς άλλους· «ουκ ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι…», είπε ο Ιησούς Χριστός.


Κι όχι μόνο το είπε, αλλά και το έπραξε. Το ίδιο ο μεγάλος Απόστολος το έγραψε με αυτά τα λόγια· «Μηδείς το εαυτού ζητήτω, αλλά το ετέρου έκαστος». Αυτό είναι η ταπεινοφροσύνη σε μια θετική και ευεργετική της έκφραση, συνδυασμένη με την αγάπη· και δεν υπάρχει αμφιβολία πως από τούτο εδώ το σημείο αρχίζει η λύση όλων των προβλημάτων, που απασχολούν πάντα την κοινωνική ζωή των ανθρώπων, και ίσως περισσότερα σήμερα.


Λίγοι κέρδισαν τόση αγάπη και τόση συμπάθεια στις συνειδήσεις των ανθρώπων, όσο ο άγιος Νικόλαος, του οποίου σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά τη μνήμη. Στον άγιο Νικόλαο πραγματοποιήθηκε κατά λέξη ο λόγος του Κυρίου Ιησού Χριστού· «Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην». «Πράος και ταπεινός τη καρδία», καθώς ο Ιησούς Χριστός, ο άγιος Νικόλαος είναι γνωστός και τιμάται σε κάθε τόπο. Το όνομά του είναι γνωστό σ’ όλο τον κόσμο, και σχεδόν δεν υπάρχει χριστιανική οικογένεια, που να μην το τιμά σ’ ένα της πρόσωπο.


Η Εκκλησία, καθώς το ακούσαμε, τον ονομάζει «μυροθήκην του Αγίου Πνεύματος», «κανόνα πίστεως» και «εικόνα πραότητος». Η υμνολογία της εορτής του αγίου είναι πλούσια σε πνευματικά άνθη και ιερό ποιητικό λυρισμό, που φανερώνει ακριβώς την ευλάβεια της Εκκλησίας προς τον «κατ’ εξοχήν» οικογενειακό, προστάτη και πατέρα άγιο. «Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων», λέει η θεία Γραφή, και πραγματικά η μνήμη του αγίου επισκόπου των Μύρων με πολλά εγκώμια διατηρείται και σώζεται στο πέρασμα του χρόνου μέσα στις συνειδήσεις των χριστιανών.



(+Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητρ. Σερβίων και Κοζάνης, Ο Λόγος του Θεού, τ. Α΄, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ.549-555, αποσπάσματα)



ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ-ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑΤΑ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF