ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 23 Ιουλίου 2022

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ: Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ (ΜΕΡΟΣ 1ον)





Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο των εκδόσεων «ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ»
«Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς: Η τιμή της Θεοτόκου στην Ορθόδοξη Εκκλησία»,
β' έκδοσηΝοέμβριος 2006, σελ. 11-16.
Το παρόν βιβλίο μεταφράστηκε από τα ρωσικά στα αγγλικά από τον π. Σεραφείμ Ρόουζ
(St. Herman of Alaska Brotherhood, P. O. Box 70, Platina, California 96076, U.S.A.)
Σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, επί Καίσαρος Αυγούστου, ο Λόγος του Θεού, <<ατρέπτως και αναλλοιώτως εγένετο σαρξ>>. Και διά της επελεύσεως του Αγίου Πνεύματος προσέλαβε στη μήτρα μιας απλής και αφοσιωμένης στο Θεό γυναίκας, φύσιν ανθρώπου, για να απαλλαγεί ο άνθρωπος από το ζυγό του θανάτου, να γίνει <<μέτοχος θείας φύσεως>> και να εισαχθεί στην αιώνιο ζωή.
Η αγάπη και η πίστη της ταπεινής αυτής κόρης, απέβη το μέσον διά του οποίου <<ο Αόρατος ορατόν εαυτόν παρεσκεύασεν και ο Ποιητής και Δεσπότης των όλων εις των ανθρώπων εγεννήθη>>. Συνεπώς η αξία του γεγονότος αυτού της παρουσίας της Θεοτόκου και του ρόλου της ως <<μητέρα της ζωής>> αποβαίνει ανυπολόγιστη. Για το λόγο αυτό η τιμή προς το πρόσωπό Της, παραμένει αεί ανεξόφλητον χρέος για τους πιστούς.
Στο διάβα των είκοσι αιώνων της χριστιανικής ιστορίας, η Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, εξέφρασε ποικιλοπρόπως -αν και ανεπαρκώς- την ευγνωμοσύνη της στη Θεογεννήτρια. Αλλά το έργο αυτό της τιμής δεν έμεινε απρόσβλητο -όπως και οτιδήποτε το ανθρώπινο- από το φθόνο του μισόκαλου. Εισήγαγε στα όργανά του καινοτόμους διαθέσεις με απώτερο στόχο την αλλοίωση της Ορθοδόξου διδασκαλίας και την προσβολή του σωτηριολογικού της περιεχομένου.
Η ζημία θα ήταν καταλυτική: δίχως ορθώς εκφραζόμενη τιμή στη Θεοτόκο, δεν υφίσταται ορθώς διατυπούμενη αλήθεια και διδασκαλία για το ρόλο της και δίχως ορθή διδασκαλία, το μυστήριο της σωτηρίας χάνει το περιεχόμενό του και η εν Χριστώ ζωή καθίσταται αδύνατη. Αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα αυτό σε όλες τις εκφάνσεις που το διαδέχτηκε η εκκλησιαστική ιστορία, ο επίσκοπος Ιωάννης, ο άγιος του αιώνα μας, επιχείρησε τη σύντομη αυτή μελέτη. Φρόντισε, με τρόπο εύληπτο και κατανοητό, με εκτενείς ιστορικές αναφορές σε όλα τα σχετικά επεισόδια, να ανατρέψει όλες τις αιρετικές δοξασίες που κατά καιρούς εκφράσθηκαν.
Έτσι, καταλήγει να αποκρυσταλλώνει την ορθή διδασκαλία για την τιμή της Θεοτόκου, ως από χωνευτηρίου, και να θέτει με ακρίβεια τα απαράβατα όρια, έξω από τα οποία η Θεογεννήτρια, υποτιμάται ή υπερτιμάται, γεγονός που αποτελεί αφορμή και έναυσμα ποικίλων κακοδοξιών που προσβάλλουν έντονα το σωτηριολογικό χαρακτήρα της Ορθοδοξίας. Ταυτόχρονα πλουτίζει το κείμενό του με την αποδεικτική εγκυρότητα του βιώματος που απορρέει από τη ζωντανή του σχέση με τη Θεοτόκο.
Αυτό το βίωμα που διαπνέει το κείμενό του, το βίωμα που μοιράζονται όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας είναι τελικά η τομή, που διαχωρίζει την υπόσταση των πραγμάτων από τις ανθρώπινες εικασίες και διαφυλάττει αρραγή την ακαινοτόμητη αλήθεια της Εκκλησίας.
Σ.Γ.Φ.
(Εκ του προλόγου)
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».







Πρόλογος



Η ορθόδοξη θεολογία του αρχιεπισκόπου Ιωάννη Μαξίμοβιτς



                                                                                          π. Σεραφείμ Ρόουζ Πλάτινα



Ό
χι πριν πολλά χρόνια, η ηγουμένη ενός μοναστηριού της ρωσικής ορθόδοξης Εκκλησίας, γυναίκα ενάρετης ζωής, έκανε μια ομιλία στην εκκλησία της μονής την ημέρα της Κοιμήσεως της Παναγίας, της Μητέρας του Θεού.


Με δάκρυα εκλιπαρούσε τις μοναχές της και τους προσκυνητές που είχαν έρθει για την εορτή να δεχτούν ολοκληρωτικά και ολόψυχα ό,τι η Εκκλησία μας παραδίδει, διατηρώντας με τόσο πόνο την παράδοση μέσα στους αιώνες με θυσίες -και να μη διαλέγει ο καθένας για τον εαυτό του τί είναι σημαντικό και τί είναι περιττό.


Γιατί με το να θεωρεί κανείς τον εαυτό του σοφότερο της παράδοσης, μπορεί να καταλήξει να χάσει την παράδοση. Έτσι όταν η Εκκλησία μας λέει με τους ύμνους και τις εικόνες της ότι οι Απόστολοι συγκεντρώθηκαν θαυματουργικά από τις άκρες της γης για να είναι παρόντες στην Κοίμηση και ταφή της Μητέρας του Θεού,


εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν είμαστε ελεύθεροι να το αρνηθούμε αυτό ή να το παρερμηνεύσουμε, αλλά πρέπει να το πιστέψουμε όπως η Εκκλησία μας το παραδίδει, με απλότητα καρδιάς.


Ένας νεαρός δυτικός νεοφώτιστος που είχε μάθει ρωσικά, ήταν παρών όταν έγινε αυτή η ομιλία. Ο ίδιος είχε συλλογιστεί πάνω σε αυτό ακριβώς το θέμα, έχοντας δει εικόνες αγιογραφημένες με τον παραδοσιακό τρόπο να απεικονίζουν τους Αποστόλους μεταφερόμενους πάνω σε σύννεφο για να δουν την Κοίμηση της Θεοτόκου και είχε αναρωτηθεί:


πρέπει εμείς να το δεχτούμε αυτό κυριολεκτικά ως θαυμαστό γεγονός ή είναι μόνο ένας ποιητικός τρόπος έκφρασης της σύναξης των Αποστόλων για το γεγονός (δηλαδή για την Κοίμηση) ή ίσως ακόμα ένας φανταστικός ή ιδανικός τρόπος απεικόνισης κάποιου γεγονότος που στην πραγματικότητα ποτέ δε συνέβη;


(Τέτοιες είναι όντως μερικές από τις ερωτήσεις με τις οποίες ορθόδοξοι θεολόγοι απασχολούν τον εαυτό τους στις μέρες μας). Έτσι τα λόγια της ενάρετης ηγουμένης πήγαν στην καρδιά του κατευθείαν και αντιλήφθηκε πως υπήρχε κάτι το βαθύτερο στην αποδοχή και κατανόηση της Ορθοδοξίας απ' ό,τι το μυαλό μας και τα συναισθήματά μας λένε. 


Εκείνη τη στιγμή η Παράδοση του μεταδιδόταν όχι από τα βιβλία αλλά από ένα ζωντανό δοχείο που την περιείχε. Έπρεπε να αποδεχτεί όχι με το μυαλό ή συναισθηματικά μόνο αλλά με την καρδιά, η οποία με τον τρόπο αυτό άρχισε να δέχεται τη βαθύτερη διαπαιδαγώγησή της στην Ορθοδοξία.


Αργότερα ο νεαρός αυτός νεοφώτιστος ήρθε σε επαφή είτε προσωπικά είτε μέσα από αναγνώσματα, με ανθρώπους που γνώριζαν ορθόδοξη θεολογία.


Αυτοί ήταν οι θεολόγοι της εποχής μας, αυτοί που είχαν φοιτήσει σε ορθόδοξες σχολές και έγιναν ειδήμονες της θεολογίας.


Αυτοί ήταν συνήθως ανυπόμονοι να μιλήσουν για το τί είναι ορθόδοξο και τί είναι μη ορθόδοξο, τί ήταν σημαντικό και τί δεν ήταν μέσα στην ίδια την ορθοδοξία και ένας αριθμός από αυτούς καυχιόταν για τον εαυτό τους ότι ήταν συντηρητικοί στην πίστη.


Σε κανέναν από αυτούς όμως δε διαισθάνθηκε την αυθεντία της απλής ηγουμένης που είχε μιλήσει στην καρδιά του, αμόρφωτη καθώς ήταν σε τέτοιου είδους θεολογία. Και η καρδιά αυτού του νεοφώτιστου που ακόμα έκανε τα πρώτα του βήματα στην Ορθοδοξία, διψούσε να μάθει πως να πιστεύει, πράγμα που σημαίνει επίσης, ποιον να πιστεύει.


Παραήταν όμως άνθρωπος της εποχής του και του τρόπου της ανατροφής του για να μπορεί απλά να αρνηθεί την ίδια του τη λογική ικανότητα και να πιστέψει τυφλά ό,τι του λεγόταν'


είναι εμφανέστατο ότι η Ορθοδοξία δεν απαιτεί κάτι τέτοιο από κανέναν -τα ίδια του τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων είναι ζωντανό μνημείο της εργασίας της ανθρώπινης λογικής διαφωτισμένης από τη Χάρη του Θεού.


Ήταν όμως επίσης πρόδηλο ότι κάτι εμφανέστατα απουσίαζε από τους θεολόγους της εποχής μας, οι οποίοι παρ' όλη τη λογική τους και τη γνώση τους των Πατερικών κειμένων, δεν μπορούσαν να μεταδώσουν το αίσθημα της σωτηρίας της Ορθοδοξίας τόσο καλά όσο μια απλή θεολογικά αμόρφωτη ηγουμένη.


Ο νεοφώτιστός μας συνάντησε το τέλος της αναζήτησής του -την αναζήτηση για την αληθινή και ζωντανή παράδοση της Ορθοδοξίας- στον αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Μαξίμοβιτς. 


Γιατί εδώ βρήκε κάποιον που ήταν σπουδαγμένος θεολόγος στην παλαιά σχολή και συγχρόνως ήταν γνώστης όλων των κριτικών πάνω σ' αυτή τη θεολογία που έχουν γίνει από θεολόγους κριτικούς του αιώνα μας, και ήταν σε θέση να χρησιμοποιεί την οξεία του εξυπνάδα για να βρίσκει την αλήθεια εκεί όπου την αμφισβητούσαν.


Είχε και στην κατοχή του όμως κάτι που κανένας από τους σοφούς θεολόγους της εποχής μας δεν φαίνεται να έχει: την ίδια απλότητα και αυθεντία που η ευσεβής ηγουμένη είχε μεταδώσει στην καρδιά του νεαρού αναζητητή του Θεού.


Η καρδιά και το μυαλό του είχαν κερδηθεί: όχι επειδή ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης έγινε για αυτόν ένας αλάθητος ειδικός -γιατί η Εκκλησία του Χριστού δε γνωρίζει τέτοιο πράγμα- αλλά επειδή διέκρινε σε αυτόν τον άγιο αρχιερέα, ένα μοντέλο της Ορθοδοξίας, έναν αληθινό θεολόγο του οποίου η θεολογία πήγαζε από μια αγία ζωή και από βαθιές ρίζες στην ορθόδοξη Παράδοση.


Όταν μιλούσε, τα λόγια του μπορούσαν να τα εμπιστευτούν -παρ' όλο που εκείνος προσεκτικά έκανε το διαχωρισμό ανάμεσα στις διδαχές της Εκκλησίας μας που είναι αδιαμφισβήτητη και των δικών του προσωπικών απόψεων, οι οποίες θα μπορούσαν και να είναι λανθασμένες και δε δέσμευε κανέναν στις τελευταίες.


Και ο νεαρός νεοφώτιστός μας, ανακάλυψε ότι παρ' όλη τη διανοητική του οξύτητα και κριτική ικανότητα, τα λόγια του πολύ πιο συχνά συμφωνούσαν με εκείνα της απλής ηγουμένης παρά με εκείνα των διαβασμένων θεολόγων της εποχής μας.


Τα θεολογικά συγγράμματα του αρχιεπισκόπου Ιωάννη δεν ανήκουν σε καμιά διακεκριμένη σχολή, και δεν αποκαλύπτουν την επιρροή κανενός θεολόγου του πρόσφατου παρελθόντος.


Είναι αλήθεια ότι ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης ήταν εμπνευσμένος να θεολογεί, όπως και να γίνει μοναχός και να μπει στην υπηρεσία της Εκκλησίας, από τον μεγάλο του δάσκαλο, μητροπολίτη Αντώνιο Κραποβίτσκυ


και είναι επίσης αλήθεια ότι ο μαθητής ενστερνίστηκε την έμφαση του δασκάλου του για επιστροφή στους Πατέρες και σε θεολογία  πιο στενά συνδεδεμένη με την πνευματική και ηθική ζωή παρά με την ακαδημαϊκή.


Όμως τα θεολογικά συγγράμματα του μητροπολίτη Αντωνίου είναι αρκετά διαφορετικά στον τόνο, στην πρόθεση και στο περιεχόμενο: είχε σχέση με το θεολογικό ακαδημαϊκό κόσμο και με τους διανοούμενους της εποχής του και πολλά από τα συγγράμματά του είναι αφιερωμένα σε διαφωνίες και απολογίες οι οποίες θα γίνουν κατανοητές από τα στοιχεία της κοινωνίας που εκείνος γνώριζε.


Τα συγγράμματα του αρχιεπισκόπου Ιωάννη από την άλλη μεριά, στερούνται αυτής της απολογητικής και φιλόνικης έκφρασης. Δε λογομαχούσε, απλώς κατέθετε την ορθόδοξη διδαχή, και όπου ήταν απαραίτητη η αντίκρουση ψευδών θεωριών,


όπως στα δύο μεγάλα του άρθρα πάνω στη σοφολογία του Μπουλγάκοβ, τα λόγια του ήταν πειστικά, όχι από το προτέρημα της λογικής επιχειρηματολογίας, αλλά μάλλον από την παρουσίασή του των Πατερικών διδαχών στα αυθεντικά τους κείμενα.


Δε μιλούσε στον ακαδημαϊκό ή στο μορφωμένο κόσμο αλλά στην αδιάφθορη ορθόδοξη συνείδηση και δε μιλούσε για επιστροφή στους Πατέρες, γιατί ό,τι ο ίδιος έγραφε ήταν απλά μια μετάδοση της Πατερικής παράδοσης, χωρίς προσπάθεια να απολογηθεί γι' αυτήν.




Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο των εκδόσεων «ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ»
«Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς: Η τιμή της Θεοτόκου στην Ορθόδοξη Εκκλησία»,
β' έκδοση, Νοέμβριος 2006, σελ. 11-16.
Το παρόν βιβλίο μεταφράστηκε από τα ρωσικά στα αγγλικά από τον π. Σεραφείμ Ρόουζ
(St. Herman of Alaska Brotherhood, P. O. Box 70, Platina, California 96076, U.S.A.).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF