ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

ΘΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ Ή ΤΟΝ ΘΕΟ;

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίου του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς: «Μέσα από το παράθυρο της φυλακής», εκδόσεις «Ορθόδοξη Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 89-93.
Αυτό το βιβλίο γράφηκε από τον Άγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς, Επίσκοπο Αχρίδας, κατά την διάρκεια της φυλάκισής του, σε ένα από τα πιο φρικτά στρατόπεδα συγκέντρωσης αιχμαλώτων, στο Νταχάου, κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, στη Γερμανία (15 - 9 - 1944 έως 8 - 5 - 1945).
Ο Άγιος Νικόλαος γενννήθηκε στις 23.12.1881 στο μικρό ορεινό χωριό Λέλιτς κοντά στο Βάλιεβο της Σερβίας. Οι γονείς του, Ντράγκομιρ και Κατερίνα, απλοί χωρικοί είχαν εννέα παιδιά από τα οποία το πρώτο ήταν ο Νικόλαος. Βαπτίσθηκε στο μοναστήρι του Τσέλιε που τότε αποτελούσε τον ενοριακό ναό του χωριού. Η ξακουστή οικογένεια των Βελμίροβιτς κατάγεται από τη Σρεμπρένιτσα της Βοσνίας. Ο πατέρας του είχε σπάνια μόρφωση για χωρικό της εποχής του και ήταν ο γραμματικός της περιφερείας. Το Δημοτικό τελείωσε στο Σχολείο της μονής Τσέλιε και το Γυμνάσιο στο Βάλιεβο. Μετά την αποφοίτησή του από την Θεολογική Σχολή του Βελιγκραδίου, έλαβε υποτροφία για το Πανεπιστήμιο της Βέρνης στην Ελβετία.
Το διδακτορικό του θέμα ήταν: <<Η πίστη στην Ανάσταση του Χριστού ως θεμελιώδες δόγμα της Αποστολικής Εκκλησίας>>. Στην συνέχεια με νέα υποτροφία σπούδασε φιλοσοφία στην Οξφόρδη της Αγγλίας. Μετά από την σωτηρία του από σοβαρή ασθένεια έταξε να ενδυθή το μοναχικό σχήμα και να θέση τον εαυτό του στην διακονία της Εκκλησίας και του λαού.
Στις 20 Δεκεμβρίου 1909 έγινε μοναχός με το όνομα Νικόλαος. Κατόπιν επήγε για σπουδές στην φημισμένη Ακαδημία της Πετρούπολης στην Ρωσία... Στις 25 Μαρτίου του 1919 εξελέγη επίσκοπος Ζίτσης, κατόπιν μετατίθεται στην επισκοπή Αχρίδος και το 1934 επέστρεψε και πάλι στην επισκοπή Ζίτσης. Το 1941 συνελήφθη και φυλακίστηκε από τους Γερμανούς.
Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1944 τον μετέφεραν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου στη Γερμανία, από όπου απελευθερώθηκε στις 8 Μαϊου του 1945 από τον αμερικανικό στρατό... Εκοιμήθη ειρηνικά στις 18 Μαρτίου του 1956 ενώ προσευχόταν στην ρωσική μονή του Αγίου Τύχωνος στην Πενσυλβάνια των Η.Π.Α.
Στις 12 Μαΐου του 1991 τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Σερβία, στο μοναστήρι Λέλιτς. Στις 24 Μαΐου 2003 η Σύνοδος των Αρχιερέων της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, ακολουθώντας τη συνείδηση του πληρώματός της, προέβη στην επίσημη ανακήρυξη της αγιότητος του επισκόπου Νικολάο και την αναγραφή του στο σερβικό αγιολόγιο. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Μαΐου.
Ευχόμαστε την «Καλή Ανάγνωση» και «πνευματική εντρύφηση» σε έναν σύγχρονο άγιο της εποχής μας, που τα κείμενά του παραστατικά, αισθαντικά και προπαντός δημιουργικά μας εισαγάγουν στον άρρητο, θαυμαστό και εύοσμο κόσμο της Θεολογίας του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος!
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».







ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: «ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ» ΜΕΡΟΣ 8ον




Θα επιλέξουμε τον πολιτισμό των Ευρωπαίων ή τον Θεό;



Άνθρωπε, υπερηφανεύεσαι και κομπάζεις χωρίς λόγο. Καμαρώνει κανείς για κάτι που του ανήκει και όχι για το δανεικό. Καυχιέσαι, λοιπόν, αλλά για ποιο λόγο; Δεν έχεις τίποτε δικό σου. Κάθε τί που νομίζεις πως είναι δικό σου, στην πραγματικότητα είναι δανεικό και πρέπει να το επιστρέψεις στον δανειστή σου.


Καμαρώνεις για την εξωτερική σου ομορφιά; Πήγαινε στο νεκροταφείο, έξω από την πόλη, να δεις πού είναι πεταμένη η εξωτερική ομορφιά. Καμαρώνεις για τα ωραία σου μάτια και για τα ωραία σου χείλη; Ποιος ξέρει άραγε πόσες φορές καθάρισες τη λάσπη από τα παπούτσια σου βαριεστημένα και μονότονα χωρίς να σκεφτείς ότι αυτή η λάσπη είναι τα μάτια και τα χείλη ανθρώπων που διάβηκαν τον δρόμο που εσύ περπατάς;


Καυχιέσαι για τα πλούτη σου; Σκέψου, για να αποκτήσεις αυτά τα πλούτη τί έπραξες; Σκέψου, πως θα σου είναι άχρηστα αυτά τα πλούτη σαν πεθάνεις. Καμαρώνεις για τα κοσμήματα σου;


Για τα διαμάντια, τα μπριλάντια, τα ρουμπίνια, τα σμαράγδια και τα μαργαριτάρια; Όταν πεθαμένο θα σε ξαπλώσουν στο φέρετρο δεν θα έχει καμία διαφορά για σένα, αν θα σου κρεμάσουν στο λαιμό σου περιδέραιο από μαργαριτάρια ή από βαλανίδια.


Πεθαμένος δεν θα καταλάβεις διαφορά, αν θα βάλλουν στις τσέπες σου διαμάντια ή αν θα σου βάλλουν στάχτη. Το ίδιο θα είναι για σένα, αν σκεπάσουν την σορό σου με βελούδινο ύφασμα ή με καλαμένια ψάθα. Όλα όσα πήρες δανεικά από το χώμα, στο χώμα θα επιστρέψουν, είτε το θέλεις είτε όχι. Για ποιο λόγο λοιπόν καυχιέσαι; Υπερηφανεύεσαι λοιπόν για τα δανεικά;


Μήπως κομπάζεις για τη δόξα και τη δύναμη που απέκτησες; Τώρα με ένα σου λόγο ολόκληροι στρατοί κινούνται, άλλοτε προς δεξιά και άλλοτε προς αριστερά, όπου εσύ τους διατάζεις. Τώρα με ένα σου λόγο χτίζονται πόλεις, σκάβονται τούνελ, φτιάχνονται δρόμοι. Τώρα χιλιάδες άνθρωποι περνάνε κάτω από το παράθυρο σου προσπαθώντας να σε δουν, θέλοντας μετά να παινευτούν και να πουν πως σε είδαν με τα ίδια τους τα μάτια.


Αύριο όμως σαρανταποδαρούσες και σαύρες θα έρπουν πάνω από το κρύο μέτωπό σου και εσύ δεν θα μπορείς να κουνήσεις το χέρι σου για να τις διώξεις. Υπερηφανεύεσαι για την μόρφωση σου ή κομπάζεις για τα έργα σου; Πρόσεχε μη χάσεις τα λογικά σου, όπως ο αυτοκράτορας Ναβουχοδονόσωρ.


Άκουσε αυτή την ιστορία και πες την στα παιδιά σου και σε αυτούς που αγαπάς και τους εύχεσαι καθετί καλό. Κάποτε ο αυτοκράτορας Ναβουχοδονόσωρ έχτισε μία μεγάλη πόλη, την Βαβυλώνα. Αυτή την πόλη την διακόσμησε με πολλούς κρεμαστούς κήπους και με πανύψηλους πύργους. Έκανε αυτή την πόλη πρωτεύουσα του κράτους του.


Η πόλη αυτή ήταν τόσο όμορφη πού καμία άλλη πόλη στον κόσμο δεν μπορούσε να συγκριθεί μαζί της. Μια μέρα καθώς έκανε την βόλτα του ο αυτοκράτορας, ο Ναβουχοδονόσωρ, σε έναν από τούς πύργους του, κοίταξε από ψηλά την Βαβυλώνα και γεμάτος περηφάνια φώναξε:


Δεν είναι αυτή η Βαβυλώνα, η μεγάλη, την οποία εγώ έχτισα με τη μεγάλη δύναμή μου για να γίνει ό θρόνος της αυτοκρατορίας μου, η δόξα της μεγαλειότητάς μου; (Δανιήλ 4, 29). Αυτά τα λόγια είπε ο αυτοκράτορας και εκείνη την ώρα δεν θυμήθηκε τον Θεό, τον Δημιουργό. Λησμόνησε να τον ευχαριστήσει για την βοήθειά του.


Δεν ταπείνωσε τον εαυτό του μπροστά στο Θεό -καθήκον όλων των κυβερνητών- αντίθετα ανύψωσε τόσο τον εαυτό του σαν να ήταν ο ίδιος Θεός, σαν να ήταν ο αυτοκράτορας των αυτοκρατόρων.

Αδελφοί μου, τί συνέβη στην συνέχεια; Αφού το στόμα του αυτοκράτορα ξεστόμισε αυτά τα περήφανα λόγια, ακούστηκε φωνή από τον ουρανό να λέει: Αυτοκράτορα Ναβουχοδονόσωρ, σε σένα μιλάω, μάθε πως από τώρα και στο έξης θα χάσεις την αυτοκρατορία σου.


Από εδώ και πέρα θα ζεις μόνος σου και αποδιωγμένος. Θα ζεις παρέα με τα άγρια θηρία και θα τρέφεσαι όπως το βόδι με φυτά. Η τιμωρία σου θα κρατήσει επτά χρόνια. Έτσι θα καταλάβεις πως ο Θεός είναι ο μόνος κυβερνήτης των ανθρώπων, Αυτός κυβερνάει την αυτοκρατορία των ανθρώπων και Αυτός αποφασίζει σε ποιόν θα δώσει εξουσία να κυβερνήσει.


Εκείνο που έγινε στη συνέχεια είναι πραγματικά δύσκολο να ειπωθεί. Ό περήφανος αυτοκράτορας έχασε τα λογικά του και έφυγε τρέχοντας στα βουνά. Εκεί έζησε σαν θηρίο, παρέα με τα άγρια ζώα. Για επτά χρόνια τρεφόταν όπως το βόδι με φυτά. Όλο του το σώμα καλύφθηκε με τρίχωμα και στα δάκτυλα του φύτρωσαν νύχια, σαν τα νύχια των πουλιών.


Μόνο, όταν πέρασαν επτά χρόνια, ήλθε στα λογικά του και αλλαγμένος πια προσκύνησε το Θεό και την μεγαλοσύνη Του. Από τότε και μέχρι το θάνατό του κυβέρνησε μετανοιωμένος πλέον, σαν αληθινός δούλος του Θεού.


Πιθανόν να πείτε πως αυτή η ιστορία είναι πολύ παλιά και πως δεν έχει καμία σχέση με σας. Αναρωτιέστε πώς μπορεί αυτή η ιστορία, που έχει συμβεί πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια, να σας αφορά;


Αδελφοί μου, όλοι μας κάποτε θα πεθάνουμε και εγώ πρέπει να σας πω την αλήθεια. Έχετε δίκιο, αυτή η ιστορία συνέβη πολύ παλιά, πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, στην μακρινή χώρα της Βαβυλωνίας. Αυτή η ιστορία όμως επαναλαμβάνεται και σήμερα στην Ευρώπη, στην βαπτισμένη στο όνομα του Χριστού Ευρώπη! Είναι πραγματικά θλιβερό!


Οι άνθρωποι σήμερα απέκτησαν μεγάλη δύναμη. Περηφανεύονται για τα έργα που έχτισαν με τα χέρια τους. Είναι περήφανοι για τις πόλεις τους, για τους δρόμους τους, για τα τρένα τους, για τα πλοία τους, για τα οχήματα τους, για τις ηλεκτρικές τους μηχανές. Τοποθέτησαν όμως τον εαυτό τους πάνω από τον Ύψιστο Θεό και άρχισαν, αντί του Θεού, να λατρεύουν τον εαυτό τους και την κουλτούρα τους.


Αδελφοί μου, οι νέοι Ναβουχοδονόσοροι έβγαλαν τον Θεό από τον θρόνο Του. Η τιμωρία τους όμως είναι ίδια με την τιμωρία του Ναβουχοδονόσορα. Ο Θεός τούς έκανε να χάσουν τα λογικά τους και να τρελαθούν.


Χωρίστηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα και στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Έχυσαν άφθονο αίμα και διέπραξαν αναρίθμητες αμαρτίες. Ο Θεός τους τιμώρησε να ζουν σε σκοτεινή ζούγκλα παρέα με τα θηρία, αφού αυτοί έπαψαν να τον θεωρούν Δημιουργό τους, αφού αυτοί ισχυρίστηκαν πως προέρχονταν από το γένος των ζώων, των μαϊμούδων.


Μέχρι πότε, Κύριε, θα τούς τιμωρείς; Μέχρι να ταπεινώσουν τον εαυτό τους και μέχρι να καταλάβουνε, όπως ο αυτοκράτορας Ναβουχοδονόσωρ, πως ο Θεός είναι ο μόνος κυβερνήτης των ανθρώπων, και Αυτός αποφασίζει σε ποιόν θα δώσει εξουσία να κυβερνήσει. Αδελφοί μου, αυτοί οι νέοι κάτοικοι της Βαβυλώνας αποτρέλαναν και εμάς τούς Σέρβους και μας οδήγησαν μακριά από τον Χριστό.


Το ερώτημα για μας είναι: Θα ακολουθήσουμε τον δρόμο του Χριστού ή θα κάνουμε ότι κάνουν οι νέοι Βαβυλώνιοι; Θα επιλέξουμε τον πολιτισμό των Ευρωπαίων ή τον Θεό;


Να επιλέξουμε με προσοχή και ας σκεφτούμε τί μας έχει συμβεί έως τώρα. Ας μην κάνουμε τα ίδια λάθη. Δόξα ανήκει στο Θεό εις τούς αιώνας των αιώνων. Αμήν.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Αγίου Νικολάου Βελιμίριβιτς:
<<Μέσα από το παράθυρο της φυλακής>>, εκδόσεις <<Ορθόδοξη Κυψελη>>,
Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 89-93.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF