ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2022

ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ





ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ [:Πράξ.13, 25-32]


ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


[:Υπομνηματισμός των εδαφίων Πράξ.13, 23-36]



[…] Έπειτα αναφέρει και τον Ιωάννη, που δίνει τη μαρτυρία και λέγει: «Τούτου ὁ Θεὸς ἀπὸ τοῦ σπέρματος κατ᾿ ἐπαγγελίαν ἤγαγε τῷ Ἰσραὴλ σωτηρίαν, προκηρύξαντος ᾿Ιωάννου πρὸ προσώπου τῆς εἰσόδου αὐτοῦ βάπτισμα μετανοίας παντὶ τῷ λαῷ ᾿Ισραήλ. ὡς δὲ ἐπλήρου ὁ ᾿Ιωάννης τὸν δρόμον, ἔλεγε· τίνα με ὑπονοεῖτε εἶναι; οὐκ εἰμὶ ἐγώ, ἀλλ᾿ ἰδοὺ ἔρχεται μετ᾿ ἐμὲ οὗ οὐκ εἰμὶ ἄξιος τὸ ὑπόδημα τῶν ποδῶν λῦσαι.


(:Από τους απογόνους του Δαβίδ ο Θεός, σύμφωνα με την υπόσχεση που είχε δώσει στους Πατριάρχες και στον ίδιο τον Δαβίδ, απέστειλε και ανέδειξε στον Ισραήλ, σωτήρα τον Ιησού. Προηγουμένως όμως, πριν αρχίσει ο Ιησούς τη δημόσια δράση Του, ο Ιωάννης είχε κηρύξει βάπτισμα μετανοίας σε όλο τον λαό του Ισραήλ, για να τον προετοιμάσει να υποδεχθεί τον Σωτήρα που θα ερχόταν μετά από λίγο. Και όσο ο Ιωάννης εξακολουθούσε να κηρύττει για να ολοκληρώσει την αποστολή του, έλεγε: ‘’Ποιος νομίζετε ότι είμαι;


Δεν είμαι εγώ αυτός που περιμένετε για Μεσσία˙ αλλά ιδού, ύστερα από μένα έρχεται κάποιος άλλος. Μπροστά Του εγώ δεν είμαι άξιος ούτε να λύσω ως ταπεινός Του υπηρέτης τα υποδήματα από τα παπούτσια Του’’)» [Πράξ.13,23-25]. Και ο Ιωάννης δίνει τη μαρτυρία αυτή όχι έτσι στην τύχη, αλλά αποκρούοντας τη δόξα από τον εαυτό του, αν και βέβαια όλοι απέδιδαν αυτήν σε αυτόν. Δεν είναι το ίδιο πράγμα το να αποκρούει κάποιος την τιμή όταν κανένας δεν του δίνει αυτήν και όταν πολλοί του την παρέχουν, και όχι απλώς αυτό αλλά και όταν τόσο σπουδαία είναι η αποστολή του. Ο δε Ιωάννης, λέγοντας «πρὸ προσώπου τῆς εἰσόδου αὐτοῦ» [Πράξ.13,24], ονομάζει είσοδο τη σάρκωση του Χριστού, την ένσαρκη φανέρωση Αυτού στον κόσμο.


«῎Ανδρες ἀδελφοί, υἱοὶ γένους ᾿Αβραὰμ καὶ οἱ ἐν ὑμῖν φοβούμενοι τὸν Θεόν, ὑμῖν ὁ λόγος τῆς σωτηρίας ταύτης ἀπεστάλη. οἱ γὰρ κατοικοῦντες ἐν ῾Ιερουσαλὴμ καὶ οἱ ἄρχοντες αὐτῶν τοῦτον ἀγνοήσαντες, καὶ τὰς φωνὰς τῶν προφητῶν τὰς κατὰ πᾶν σάββατον ἀναγινωσκομένας κρίναντες ἐπλήρωσαν, καὶ μηδεμίαν αἰτίαν θανάτου εὑρόντες ᾐτήσαντο Πιλᾶτον ἀναιρεθῆναι αὐτόν(:Άνδρες αδελφοί, παιδιά του γένους Αβραάμ και όσοι από σας ήσασταν κάποτε εθνικοί και τώρα λατρεύετε με ευλάβεια τον αληθινό Θεό'


σε σας στάλθηκε το κήρυγμα της σωτηρίας αυτής, την οποία προσφέρει ο Ιησούς Χριστός. Σε σας που κατοικείτε μακριά από την Παλαιστίνη στάλθηκε το κήρυγμα αυτό˙ διότι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ και οι άρχοντές τους δεν μπόρεσαν να καταλάβουν Ποιος ήταν ο Ιησούς, καθώς και τις διακηρύξεις των προφητών που αναγιγνώσκονται κάθε Σάββατο στις συναγωγές. Και αντί να Τον αναγνωρίσουν ως Μεσσία, Τον καταδίκασαν˙ και έτσι ασυναίσθητα και χωρίς να το καταλάβουν, εκπλήρωσαν και πραγματοποίησαν τις προφητείες αυτές. Και ενώ δεν βρήκαν σε Αυτόν κανένα έγκλημα ή ενοχή που να δικαιολογεί την καταδίκη Του σε θάνατο, ζήτησαν από τον Πιλάτο να θανατωθεί)» [Πράξ.13,26-28].


«νδρες ἀδελφοί, υἱοὶ γένους Ἀβραὰμ(:Άνδρες αδελφοί, παιδιά του γένους Αβραάμ)». Τους προσφωνεί και από το όνομα του πατέρα τους. «Ὑμῖν ὁ λόγος τῆς σωτηρίας ταύτης ἀπεστάλη(:Σε σας στάλθηκε το κήρυγμα της σωτηρίας αυτής, την οποία προσφέρει ο Ιησούς Χριστός)»[Πράξ.13,26]. Εδώ το «Σε σας» δεν το λέγει ξεχωρίζοντάς τους από τους Ιουδαίους, αλλά τους δίνει τη δυνατότητα να ξεχωρίσουν τους εαυτούς τους από εκείνους που τόλμησαν να κάνουν τον φόνο και αυτό γίνεται φανερό από αυτό που προσθέτει.


«Οἱ γὰρ κατοικοῦντες ἐν ῾Ιερουσαλὴμ καὶ οἱ ἄρχοντες αὐτῶν τοῦτον ἀγνοήσαντες, καὶ τὰς φωνὰς τῶν προφητῶν τὰς κατὰ πᾶν σάββατον ἀναγινωσκομένας κρίναντες ἐπλήρωσαν»[Πράξ.13,27]. «Σε σας που κατοικείτε μακριά από την Παλαιστίνη στάλθηκε το κήρυγμα αυτό˙ διότι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ», λέγει, «και οι άρχοντές τους δεν μπόρεσαν να καταλάβουν Ποιος ήταν ο Ιησούς, καθώς και τις διακηρύξεις των προφητών που αναγιγνώσκονται κάθε Σάββατο στις συναγωγές. Και αντί να Τον αναγνωρίσουν ως Μεσσία, Τον καταδίκασαν˙ και έτσι ασυναίσθητα και χωρίς να το καταλάβουν, εκπλήρωσαν και πραγματοποίησαν τις προφητείες αυτές)» [Πράξ.13,27].


Μεγάλη η κατηγορία εφόσον δεν πρόσεχαν, ενώ άκουαν συνέχεια αυτά. Αλλά δεν είναι καθόλου αξιοθαύμαστο· διότι όλα εκείνα που λέχθηκαν κατά την παραμονή τους στην Αίγυπτο και την έρημο, είναι ικανά να δείξουν την αχαριστία αυτών. «Και πώς τον αγνόησαν», λέγει, «τη στιγμή που ο Ιωάννης διακήρυττε Αυτόν;». Τι το άξιο θαυμασμού, τη στιγμή βέβαια που Τον αγνόησαν και ενώ οι προφήτες διακήρυτταν Αυτόν μεγαλόφωνα;
Παντού αυτό φροντίζουν, το να δείξουν δηλαδή ότι το αγαθό είναι δικό τους, ώστε να μη φεύγουν, θεωρώντας Αυτόν σαν ξένο, επειδή Τον σταύρωσαν. «Αυτόν», λέγει, «δεν Τον αναγνώρισαν, Τον αγνόησαν»· ώστε από άγνοια διαπράχθηκε το έγκλημα.


Πρόσεχε πώς με ήρεμο τρόπο απολογείται υπέρ εκείνων. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και προσθέτει ότι έτσι έπρεπε να γίνει. Έπειτα προστίθεται και άλλη κατηγορία: «καὶ μηδεμίαν αἰτίαν θανάτου εὑρόντες(:και ενώ δεν βρήκαν σε Αυτόν κανένα έγκλημα ή ενοχή που να δικαιολογεί την καταδίκη Του σε θάνατο)»[Πράξ.13,28], πράγμα που δεν έγινε από άγνοια· διότι ας υποθέσουμε ότι δεν θεωρούσαν Αυτόν σαν Χριστό· για ποιον λόγο τότε Τον φόνευσαν; «ᾘτήσαντο Πιλᾶτον ἀναιρεθῆναι αὐτόν· ὡς δὲ ἐτέλεσαν πάντα τὰ περὶ αὐτοῦ γεγραμμένα, καθελόντες ἀπὸ τοῦ ξύλου ἔθηκαν εἰς μνημεῖον».


«Ζήτησαν», λέγει, «από τον Πιλάτο να θανατωθεί. Και όταν επιτέλεσαν όλα όσα είχαν γράψει και προφητεύσει γι’ Αυτόν οι προφήτες, κατέβασαν από το ξύλο του σταυρού το σώμα Του και το έβαλαν σε ένα μνήμα» [Πράξ.13,28-29]. Πρόσεχε πως όλη η φροντίδα τους ήταν συγκεντρωμένη σε αυτό. Ανέφερε τον τρόπο του θανάτου Του, αναφέρει δε και τον Πιλάτο, αφενός μεν για να γίνει φανερό το πάθος από το κριτήριο, αφετέρου δε για να γίνει μεγαλύτερη η κατηγορία για εκείνους, αφού Τον παρέδωσαν σε άνθρωπο αλλόφυλο. Και δεν είπε ότι αυτό «έγινε με ανεπηρέαστη απόφαση εκείνου», αλλά «ζήτησαν επίμονα από εκείνον», χωρίς να βρήκαν καμία αιτία θανάτου, να φονευθεί αυτός, ώστε να δείξει ότι τους έκανε το χατίρι, ενώ εκείνος δεν ήθελε, πράγμα που ο Πέτρος το λέγει σαφέστερα: «Ὃν ὑμεῖς μὲν παρεδώκατε καὶ ἠρνήσασθε αὐτὸν κατὰ πρόσωπον Πιλάτου, κρίναντος ἐκείνου ἀπολύειν (:Όμως εσείς Τον παραδώσατε για να σταυρωθεί και Τον αρνηθήκατε μπροστά στον Πιλάτο, όταν εκείνος αποφάσισε να Τον αφήσει ελεύθερο ως αθώο)» [Πράξ.3,13]. Πολύ τους αγαπούσε ο Παύλος.


Και πρόσεχε, ότι δεν επιμένει στην αχαριστία των πατέρων, αλλά εμβάλλει σε αυτούς τον φόβο· διότι ο μεν Στέφανος πολύ σωστά το κάνει αυτό, εφόσον επρόκειτο να φονευθεί, και όχι διδάσκοντας αυτούς, και για να δείξει ότι ο νόμος καταργείται πια, αυτός όμως δεν το κάνει γι΄αυτό, αλλά μόνο απειλεί και φοβίζει. Έπειτα πάλι αναφέρει από τις Γραφές την επιβεβαίωση: «Ὡς δὲ ἐτέλεσαν πάντα τὰ περὶ αὐτοῦ γεγραμμένα, καθελόντες ἀπὸ τοῦ ξύλου ἔθηκαν εἰς μνημεῖον. ὁ δὲ Θεὸς ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν· ὃς ὤφθη ἐπὶ ἡμέρας πλείους τοῖς συναναβᾶσιν αὐτῷ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς ῾Ιερουσαλήμ, οἵτινές εἰσι μάρτυρες αὐτοῦ πρὸς τὸν λαόν. καὶ ἡμεῖς ὑμᾶς εὐαγγελιζόμεθα τὴν πρὸς τοὺς πατέρας ἐπαγγελίαν γενομένην, ὅτι ταύτην ὁ Θεὸς ἐκπεπλήρωκε τοῖς τέκνοις αὐτῶν, ἡμῖν, ἀναστήσας ᾿Ιησοῦν. ὡς καὶ ἐν τῷ ψαλμῷ τῷ δευτέρῳ γέγραπται· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε (:Και όταν επιτέλεσαν όλα όσα είχαν γράψει και προφητεύσει γι’ Αυτόν οι προφήτες, κατέβασαν από το ξύλο του σταυρού το σώμα Του και το έβαλαν σε ένα μνήμα.


Ο Θεός όμως Τον ανέστησε από τους νεκρούς. Αυτός μετά την Ανάστασή Του εμφανιζόταν συνεχώς για πολλές ημέρες σε εκείνους που ανέβηκαν μαζί Του από τη Γαλιλαία στην Ιερουσαλήμ. Αυτοί Τον είδαν με τα μάτια τους και είναι μάρτυρες της Αναστάσεώς Του στον λαό. Και όπως εκείνοι δίνουν τη μαρτυρία τους στους κατοίκους της Ιουδαίας, έτσι κι εμείς αναγγέλλουμε σε σας το χαρμόσυνο μήνυμα, ότι την επαγγελία και υπόσχεση που είχε δώσει στους προγόνους μας, αυτήν ο Θεός την έχει τελείως πραγματοποιήσει για μας, τους απογόνους εκείνων.


Και την πραγματοποίησε ανασταίνοντας τον Ιησού από τους νεκρούς και ανυψώνοντάς Τον, σύμφωνα με όσα έχουν γραφεί και στον δεύτερο Ψαλμό: ‘’Υιός μου είσαι εσύ όχι μόνο προς τη θεϊκή, αλλά και ως προς την ανθρώπινη φύση Σου. Εγώ σήμερα, όταν έδειξες ύψιστη υπακοή και νίκησες τον θάνατο, επιβεβαίωσα με την Ανάστασή Σου από τους νεκρούς ότι έχεις γεννηθεί από Εμένα και Σε ανύψωσα ένδοξα στα δεξιά μου’’)» [Πράξ.13,29-33 και Ψαλμ.2,7]. Το δε «Ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε(:Εγώ σήμερα σε γέννησα, όταν ανέστησα από τον τάφο και δόξασα την ανθρώπινη φύση την οποία υπερφυσικά, εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, Σου έδωσα)»[Ψαλμ.2,7],το είπε διότι γνώριζε ότι αυτό πλέον ακολουθούν και τα άλλα.


« δὲ Θεὸς ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν· ὃς ὤφθη ἐπὶ ἡμέρας πλείους τοῖς συναναβᾶσιν αὐτῷ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς ῾Ιερουσαλήμ, οἵτινές εἰσι μάρτυρες αὐτοῦ πρὸς τὸν λαόν(:Ο Θεός όμως Τον ανέστησε από τους νεκρούς. Αυτός μετά την Ανάστασή Του εμφανιζόταν συνεχώς για πολλές ημέρες σε εκείνους που ανέβηκαν μαζί Του από τη Γαλιλαία στην Ιερουσαλήμ. Αυτοί Τον είδαν με τα μάτια τους και είναι μάρτυρες της Αναστάσεώς Του στον λαό)» [Πράξ.13,30-31]. Πρόσεχε λοιπόν αυτόν, επειδή έχει λάβει την έμπνευση από το άγιο Πνεύμα, διακηρύσσει συνέχεια το Πάθος και τον Τάφο. Αναφέρει και τους Αποστόλους σαν μάρτυρες της Αναστάσεως, λέγοντας: «Ὃς ὤφθη ἐπὶ ἡμέρας πλείους τοῖς συναναβᾶσιν αὐτῷ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς ῾Ιερουσαλήμ, οἵτινές εἰσι μάρτυρες αὐτοῦ πρὸς τὸν λαόν(:Αυτός μετά την Ανάστασή Του εμφανιζόταν συνεχώς για πολλές ημέρες σε εκείνους που ανέβηκαν μαζί Του από τη Γαλιλαία στην Ιερουσαλήμ. Αυτοί Τον είδαν με τα μάτια τους και είναι μάρτυρες της Αναστάσεώς Του στον λαό)»[Πράξ.13,31].


Και για να μην πει κάποιος: «Από πού γίνεται φανερό ότι αναστήθηκε;», λέγει και το ότι «Αυτοί είναι μάρτυρες αυτού». Ώστε καλά έλεγε «οἵτινές εἰσι μάρτυρες αὐτοῦ πρὸς τὸν λαόν(:Αυτοί Τον είδαν με τα μάτια τους και είναι μάρτυρες της Αναστάσεώς Του στον λαό)» [Πράξ.13,31]· «Προς τον λαό», λέγει, «που Τον φόνευσε, δεν θα ήταν δυνατόν να γίνουν μάρτυρες, εάν δεν επιβεβαίωναν αυτά με θεία δύναμη· διότι δεν θα μπορούσαν να δώσουν τέτοιες μαρτυρίες προς ανθρώπους φονιάδες, δεν θα μπορούσαν να μαρτυρήσουν προς αυτούς που Τον φόνευσαν».


«Καὶ ἡμεῖς ὑμᾶς εὐαγγελιζόμεθα τὴν πρὸς τοὺς πατέρας ἐπαγγελίαν γενομένην, ὅτι ταύτην ὁ Θεὸς ἐκπεπλήρωκε τοῖς τέκνοις αὐτῶν, ἡμῖν, ἀναστήσας ᾿Ιησοῦν»[Πράξ.13,32]. «Και όπως εκείνοι δίνουν τη μαρτυρία τους στους κατοίκους της Ιουδαίας, έτσι κι εμείς», λέγει, «αναγγέλλουμε σε σας το χαρμόσυνο μήνυμα, ότι την επαγγελία και υπόσχεση που είχε δώσει στους προγόνους μας, αυτήν ο Θεός την έχει τελείως πραγματοποιήσει για μας, τους απογόνους εκείνων. Και την πραγματοποίησε ανασταίνοντας τον Ιησού από τους νεκρούς και ανυψώνοντάς Τον», δηλαδή «τη μεν υπόσχεση την έλαβαν οι πατέρες, το δε έργο εσείς». Στη συνέχεια αναφέρει τον Δαβίδ που δίνει την ίδια μαρτυρία, λέγοντας: «Οὐ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν(:διότι δεν θα επιτρέψεις ο αφοσιωμένος σε Εσένα να δοκιμάσει τη φθορά και την αποσύνθεση του τάφου)»[Πράξ.13,35· Ψαλμ.15,10]· διότι ούτε τα παλιά θεωρούσε ότι είναι από μόνα τους τόσο ισχυρά, ούτε αυτά χωρίς εκείνα, και έτσι με το καθένα από αυτά επιβεβαιώνει τον λόγο του.


Επειδή δηλαδή ήταν κυριευμένοι από τον φόβο, καθόσον είχαν φονεύσει αυτόν, και η συνείδησή τους τους έλεγχε και τους αποξένωνε, δεν μιλούσαν προς αυτούς οι Απόστολοι σαν να ήταν αυτοί χριστοκτόνοι, ούτε σαν να πρόσφερναν σε αυτούς ξένο αγαθό, αλλά το δικό τους. Πάρα πολύ αγαπητό σε αυτούς ήταν το όνομα του Δαβίδ, και γι΄αυτό αναφέρει αυτό, ώστε έστω και έτσι να δεχθούν Αυτόν, σαν δηλαδή να έλεγε: «Από τον υιό αυτού βασιλεύεστε, και επομένως μην απομακρύνεστε σαν τυφλοί από Αυτόν». Μάλιστα, το ότι Τον ανάστησε από τους νεκρούς για να μην επιστρέψει ποτέ στη φθορά, το είπε ως εξής: «Καὶ διαθήσομαι ὑμῖν διαθήκην αἰώνιον, τὰ ὅσια Δαυὶδ τὰ πιστά(:Και θα συνάψω μαζί σας διαθήκη αιώνια, πραγματοποιώντας τις προς τον Δαβίδ ιερές και απαραβίαστες υποσχέσεις μου, τις βέβαιες και αξιόπιστες)» [Ησ.55,3].


Γι΄αυτό και σε άλλον ψαλμό λέγει: «ὅτι οὐκ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχήν μου εἰς ᾅδην, οὐδὲ δώσεις τὸν ὅσιόν σου ἰδεῖν διαφθοράν(:διότι δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον Άδη, ώστε να εγκλειστεί σε αυτόν για πάντα, ούτε θα επιτρέψεις ο αφοσιωμένος σε Εσένα να δοκιμάσει τη φθορά και την αποσύνθεση του τάφου)» [Ψαλμ.15,10]. Τι σημαίνει «δώσω ὑμῖν τὰ ὅσια Δαυΐδ τὰ πιστά»[Πράξ.13,34· Ησ. 55,3: «Καὶ διαθήσομαι ὑμῖν διαθήκην αἰώνιον, τὰ ὅσια Δαυὶδ τὰ πιστά(:Και θα συνάψω μαζί σας διαθήκη αιώνια, πραγματοποιώντας τις προς τον Δαβίδ ιερές και απαραβίαστες υποσχέσεις μου, τις βέβαιες και αξιόπιστες)»]; «Τα σταθερά», λέγει, «εκείνα που δεν χάνονται ποτέ». Και δεν επιμένει σε αυτά, επειδή ο λόγος του έγινε πλέον πιστευτός, αλλά αυξάνει την τιμωρία, και αναφέρει αυτό που είναι ποθητό απ’ αυτούς, δείχνοντας ότι ο νόμος καταργείται, και επιμένει σε αυτό που τους συμφέρει, και ότι μεγάλα αγαθά θα δοθούν σε εκείνους που πιστεύουν αυτά, μεγάλα δε κακά σε εκείνους που δεν τα πιστεύουν.


Έπειτα ομιλεί για τον Δαβίδ πάλι και το κάνει αυτό με τρόπο εγκωμιαστικό· διότι, λέγει: «Δαυΐδ μὲν γὰρ ἰδίᾳ γενεᾷ ὑπηρετήσας τῇ τοῦ Θεοῦ βουλῇ ἐκοιμήθη καὶ προσετέθη πρὸς τοὺς πατέρας αὐτοῦ καὶ εἶδε διαφθοράν(: Η υπόσχεση όμως αυτή του Θεού δεν πραγματοποιήθηκε στον Δαβίδ, αλλά στον Ιησού· διότι ο Δαβίδ, αφού υπηρέτησε στη γενιά του το θέλημα του Θεού, το οποίο απέβλεπε στην προετοιμασία των ανθρώπων για τη σωτηρία του Μεσσία, πέθανε και ενταφιάστηκε. Προστέθηκε στους πεθαμένους προγόνους του και γνώρισε τη φθορά του θανάτου)» [Πράξ.13,36]· καθώς και ο Πέτρος, μιλώντας γι’ αυτόν, έλεγε: «Ἄνδρες ἀδελφοί, ἐξὸν εἰπεῖν μετὰ παῤῥησίας πρὸς ὑμᾶς περὶ τοῦ πατριάρχου Δαυΐδ ὅτι καὶ ἐτελεύτησε καὶ ἐτάφη καὶ τὸ μνῆμα αὐτοῦ ἐστιν ἐν ἡμῖν ἄχρι τῆς ἡμέρας ταύτης(:Άνδρες αδελφοί, ας μου επιτραπεί να σας πω ελεύθερα για τον πατριάρχη Δαβίδ, ο οποίος είπε την προφητεία αυτή, ότι αυτός και πέθανε και ενταφιάστηκε, και το μνημείο του είναι ανάμεσά μας εδώ στα Ιεροσόλυμα μέχρι σήμερα.


Δεν εφαρμόζεται λοιπόν η προφητεία αυτή στον Δαβίδ, που παραμένει νεκρός και θαμμένος μέχρι σήμερα)» [Πράξ.2,29]. Και δεν λέγει ότι «πέθανε», αλλά ότι «προστέθηκε στους πατέρες του», πράγμα που ήταν πιο εγκωμιαστικό. Και πρόσεχε πως πουθενά δεν αναφέρει κατορθώματα αυτών, αλλά εκείνα που τους προσάπτουν κατηγορία· διότι το «ζήτησαν επίμονα» και επέτυχαν αυτό που ζητούσαν, αποτελεί μέγιστη κατηγορία αυτών.



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος




ΠΗΓΕΣ:


https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-acta apostolorum.pdfΙωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στις Πράξεις των Αποστόλων, ομιλία ΚΘ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1984, τόμος 16Α, σελίδες 155-167.Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm *Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF