ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2022

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ: Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ (ΜΕΡΟΣ 6ον)

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο των εκδόσεων «ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ»
«Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς: Η τιμή της Θεοτόκου στην Ορθόδοξη Εκκλησία»,
β' έκδοσηΝοέμβριος 2006, σελ. 47-52.
Το παρόν βιβλίο μεταφράστηκε από τα ρωσικά στα αγγλικά από τον π. Σεραφείμ Ρόουζ
(St. Herman of Alaska Brotherhood, P. O. Box 70, Platina, California 96076, U.S.A.)
Σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, επί Καίσαρος Αυγούστου, ο Λόγος του Θεού, <<ατρέπτως και αναλλοιώτως εγένετο σαρξ>>. Και διά της επελεύσεως του Αγίου Πνεύματος προσέλαβε στη μήτρα μιας απλής και αφοσιωμένης στο Θεό γυναίκας, φύσιν ανθρώπου, για να απαλλαγεί ο άνθρωπος από το ζυγό του θανάτου, να γίνει <<μέτοχος θείας φύσεως>> και να εισαχθεί στην αιώνιο ζωή.
Η αγάπη και η πίστη της ταπεινής αυτής κόρης, απέβη το μέσον διά του οποίου <<ο Αόρατος ορατόν εαυτόν παρεσκεύασεν και ο Ποιητής και Δεσπότης των όλων εις των ανθρώπων εγεννήθη>>. Συνεπώς η αξία του γεγονότος αυτού της παρουσίας της Θεοτόκου και του ρόλου της ως <<μητέρα της ζωής>> αποβαίνει ανυπολόγιστη. Για το λόγο αυτό η τιμή προς το πρόσωπό Της, παραμένει αεί ανεξόφλητον χρέος για τους πιστούς.
Στο διάβα των είκοσι αιώνων της χριστιανικής ιστορίας, η Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, εξέφρασε ποικιλοπρόπως -αν και ανεπαρκώς- την ευγνωμοσύνη της στη Θεογεννήτρια. Αλλά το έργο αυτό της τιμής δεν έμεινε απρόσβλητο -όπως και οτιδήποτε το ανθρώπινο- από το φθόνο του μισόκαλου. Εισήγαγε στα όργανά του καινοτόμους διαθέσεις με απώτερο στόχο την αλλοίωση της Ορθοδόξου διδασκαλίας και την προσβολή του σωτηριολογικού της περιεχομένου.
Η ζημία θα ήταν καταλυτική: δίχως ορθώς εκφραζόμενη τιμή στη Θεοτόκο, δεν υφίσταται ορθώς διατυπούμενη αλήθεια και διδασκαλία για το ρόλο της και δίχως ορθή διδασκαλία, το μυστήριο της σωτηρίας χάνει το περιεχόμενό του και η εν Χριστώ ζωή καθίσταται αδύνατη. Αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα αυτό σε όλες τις εκφάνσεις που το διαδέχτηκε η εκκλησιαστική ιστορία, ο επίσκοπος Ιωάννης, ο άγιος του αιώνα μας, επιχείρησε τη σύντομη αυτή μελέτη. Φρόντισε, με τρόπο εύληπτο και κατανοητό, με εκτενείς ιστορικές αναφορές σε όλα τα σχετικά επεισόδια, να ανατρέψει όλες τις αιρετικές δοξασίες που κατά καιρούς εκφράσθηκαν.
Έτσι, καταλήγει να αποκρυσταλλώνει την ορθή διδασκαλία για την τιμή της Θεοτόκου, ως από χωνευτηρίου, και να θέτει με ακρίβεια τα απαράβατα όρια, έξω από τα οποία η Θεογεννήτρια, υποτιμάται ή υπερτιμάται, γεγονός που αποτελεί αφορμή και έναυσμα ποικίλων κακοδοξιών που προσβάλλουν έντονα το σωτηριολογικό χαρακτήρα της Ορθοδοξίας. Ταυτόχρονα πλουτίζει το κείμενό του με την αποδεικτική εγκυρότητα του βιώματος που απορρέει από τη ζωντανή του σχέση με τη Θεοτόκο.
Αυτό το βίωμα που διαπνέει το κείμενό του, το βίωμα που μοιράζονται όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας είναι τελικά η τομή, που διαχωρίζει την υπόσταση των πραγμάτων από τις ανθρώπινες εικασίες και διαφυλάττει αρραγή την ακαινοτόμητη αλήθεια της Εκκλησίας.
Σ.Γ.Φ.
(Εκ του προλόγου)
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».







Η νεστοριανή αίρεση και η Τρίτη Οικουμενική Σύνοδος



Τη δωδεκάτη του Ιουλίου σύμφωνα με το ρωμαίικό τρόπο υπολογισμού, δηλαδή, 22 Ιουνίου του 431, στην εκκλησία της Παρθένου Μαρίας στην Έφεσο, οι επίσκοποι συγκεντρώθηκαν, με επικεφαλής τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Κύριλλο, και τον επίσκοπο Εφέσου Μέμνονα, και έλαβαν τις θέσεις τους.


Στη μέση είχε τοποθετηθεί ένα Ευαγγέλιο ως σημάδι της αοράτου ηγεσίας της Οικουμενικής Συνόδου από τον ίδιο το Χριστό. Πρώρα ανεγνώσθη το Σύμβολο της Πίστεως που είχε συνταχθεί κατά την Πρώτη και Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο'


και ύστερα η αυτοκρατορική διακήρυξη που είχε φθάσει από τους αντιπροσώπους του Θεοδοσίου και του Βαλεντινιανού, αυτοκρατόρων του ανατολικού και δυτικού τμήματος της αυτοκρατορίας.


Μόλις ανέγνωσαν την αυτοκρατορική διακήρυξη, ξεκίνησε η ανάγνωση των εγγράφων, οι επιστολές του Κυρίλλου και του Κελεστίνου στο Νεστόριο, καθώς και οι απαντήσεις του Νεστορίου.


Η Σύνοδος, εκ στόματος των μελών της, αναγνώρισε τη διδασκαλία του Νεστορίου ως ασεβή και την καταδίκασε, στερώντας και από τον Νεστόριο την επισκοπική έδρα και την ιεροσύνη του.


Μία διάταξη συντάχθηκε περιλαμβάνοντας ό,τι είχε υπογραφεί από τους περίπου 160 συμμετέχοντες της Συνόδου. Απ' τη στιγμή που μερικοί από αυτούς αντιπροσώπευσαν άλλους επισκόπους που


δεν είχαν την ευκαιρία να παρευρεθούν οι ίδιοι στη Σύνοδο, η διάταξη της Συνόδου ήταν ουσιαστικά απόφαση περισσοτέρων από 200 επισκόπους, που είχαν τις έδρες τους σε διάφορες περιοχές της Εκκλησίας εκείνη την εποχή.


Κατέθεσαν πως ομολογούσαν την Πίστη που τηρείτο από την αρχαιότητα στους τόπους τους. Συνεπώς, η διάταξη της Συνόδου ήταν η φωνή της Οικουμενικής Εκκλησίας, η  οποία με σαφήνεια εξέφραζε την πίστη της ότι ο Χριστός γεννημένος από την Παρθένο, είναι ο αληθινός Θεός ο οποίος έγινε άνθρωπος'


και από τη στιγμή που η Μαρία γέννησε τον τέλειο άνθρωπο ο οποίος ήταν και ταυτόχρονα τέλειος Θεός, θα πρέπει δικαίως να τιμάται ως Θεοτόκος. Όταν έληξε η συνεδρίαση τα διατάγματά της γνωστοποιήθηκαν αμέσως στο λαό που περίμενε.


Όλη η Έφεσος πανηγύρισε όταν διαδόθηκε πως είχαν υπερασπισθεί το σεβασμό προς την Αγία Παρθένο' Την τιμούσαν ιδιαίτερα σε αυτή την πόλη, καθώς ήταν κάτοικός της κατά την επίγεια ζωή της και προστάτιδά της μετά την αναχώρησή της προς την αιώνια ζωή.


Οι άνθρωποι χαιρέτισαν τους Πατέρες εκστατικά όταν το απόγευμα επέστρεψαν στα καταλύματά τους μετά την συνεδρίαση. Τους συνόδευσαν με αναμμένες δάδες και έκαιγαν λιβάνι στους δρόμους.


Παντού ακούγονταν χαρούμενοι χαιρετισμοί, δοξολογία προς την Αειπάρθενο, και έπαινοι για τους Πατέρες που είχαν υπεραμυνθεί του ονόματός της κατά των αιρετικών. Η διάταξη της Συνόδου αναρτήθηκε στους δρόμους της Εφέσου.


Η Σύνοδος έκανε πέντε ακόμη συνεδριάσεις, στις 10 και 11 Ιουνίου και 16, 17, 22 και 31 Αυγούστου. Σε αυτές τις συνεδριάσεις εξέθεσαν, σε έξι κανόνες, μέτρα δράσεις εναντίον όσων τολμούσαν να διαδώσουν τη διδασκαλία του Νεστορίου και να αλλοιώσουν τα διατάγματα της Συνόδου της Εφέσου.


Όσον αφορά την διαμαρτυρία των επισκόπων της Κύπρου ως προς τις βλέψεις του επισκόπου της Αντιοχείας, η Σύνοδος όρισε πως η Εκκλησία της Κύπρου θα έπρεπε να διατηρήσει την τάξη που είχε παραλάβει από τους Αποστόλους στην εκκλησιαστική διοίκηση.


Εν γένει κανείς από τους επισκόπους δε θα έπρεπε να θέσει υπό τη δικαιοδοσία του, περιοχές που ήταν προηγουμένως ανεξάρτητες από αυτόν, <<για να μην εισέλθει κρυφά υπό την πρόφαση της ιεροσύνης


η υπερηφάνεια της εγκόσμιας εξουσίας και για να μη χάσουμε, καταστρέφοντάς τη λίγο-λίγο, την ελευθερία που μας είχε δώσει με το Αίμα Του ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, ο Λυτρωτής όλων των ανθρώπων>>.


Η Σύνοδος ομοιοτρόπως επιβεβαίωσε την καταδίκη της πελαγιανής αίρεσης, που δίδασκε ότι ο άνθρωπος μπορεί να σωθεί μόνο με τις δικές του δυνάμεις χωρίς τη χάρη του Θεού. 


Ακόμα αποφάσισε για ζητήματα εκκλησιαστικής διοίκησης, και απηύθυνε επιστολές στους επισκόπους που δεν είχαν παρευρεθεί στη Σύνοδο, ανακοινώνοντας τα διατάγματά της και καλώντας τους άλλους να βρίσκονται σε επιφυλακή για την Ορθόδοξη Πίστη και την ειρήνη της Εκκλησίας.


Συγχρόνως η Εκκλησία αναγνώρισε ότι η διδασκαλία της Ορθοδόξου Οικουμενικής Εκκλησίας είχε πλήρως και ξεκάθαρα διατυπωθεί στο Σύμβολο της Πίστεως της Νίκαιας και Κωνσταντινουπόλεως


γι' αυτό δε συνέταξε νέο Σύμβολο Πίστεως και απαγόρευσε στο μέλλον να εκφραστεί διαφορετική Πίστη, δηλαδή, να συνταχθούν άλλα Σύμβολα Πίστεως ή να γίνουν αλλαγές στο Συμβούλιο που είχε επικυρωθεί από τη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο.


Αυτός ο κανόνας παραβιάσθηκε αρκετούς αιώνες αργότερα από χριστιανούς της Δύσης όταν, αρχικά σε ορισμένα μέρη, και μετά σε ολόκληρη τη λατινική εκκλησία έγινε στο σύμβολο η προσθήκη ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται <<και από τον Υιό>>.


Αυτό έγινε αποδεκτό από τους Λατίνους πάπες από τον 11ο αιώνα και μετά, παρόλο που μέχρι τότε οι προκάτοχοί τους, ξεκινώντας από τον άγιο Κελεστίνο, έμειναν σταθεροί στην απόφαση της Συνόδου της Εφέσου, που ήταν η Τρίτη Οικουμενική Σύνοδος, και την εκπλήρωσαν.


Έτσι, η ειρήνη που είχε διασαλευθεί από το Νεστόριο αποκαταστάθηκε στην Εκκλησία. Η αληθινή Πίστη υποστηρίχτηκε και η ψευδής διδασκαλία καταδικάσθηκε. Η Σύνοδος της Εφέσου είναι δικαίως σεβαστή ως Οικουμενική, ομοίως όπως οι Σύνοδοι της Νικαίας και Κωνσταντινουπόλεως που είχαν προηγηθεί.


Σε αυτήν ήταν παρόντες αντιπρόσωποι ολόκληρης της Εκκλησίας. Οι αποφάσεις της έγιναν αποδεκτές <<από όλη την Εκκλησία από το ένα άκρο της οικουμένης ως το άλλο>>. Σε αυτήν ομολογήθηκε η διδασκαλία που είχαν παραλάβει από τους αποστολικούς χρόνους. 


Η Σύνοδος δε δημιούργησε μία νέα διδασκαλία, αλλά εξέφρασε με ακρίβεια την αλήθεια που ορισμένοι είχαν προσπαθήσει να αντικαταστήσουν με μία επινόηση. Εξέθεσε ακριβώς την ομολογία της θείας υπόστασης του Χριστού ο οποίος είχε γεννηθεί από Παρθένο.


Η πίστη της Εκκλησίας και η απόφασή της για αυτό το ζήτημα ήταν τώρα διατυπωμένα με τόση πληρότητα που κανείς δεν μπορούσε πλέον να αποδώσει στην Εκκλησία τους δικούς του λανθασμένους συλλογισμούς.


Στο μέλλον θα μπορούσαν να εμφανισθούν άλλα ζητήματα που θα απαιτούσαν την κινητοποίηση όλης της Εκκλησίας, αλλά όχι το εάν ο Ιησούς Χριστός ήταν Θεός. Οι επόμενες Σύνοδοι θεμελίωσαν τις αποφάσεις τους στις διατάξεις των Συνόδων που είχαν προηγηθεί.


Δε διέταξαν ένα νέο Σύμβολο Πίστεως, αλλά μόνο προσέθεσαν κάποια ερμηνεία του. Στην Τρίτη Οικουμενική Σύνοδο έγινε με ακρίβεια και αποφασιστικότητα παραδεκτή η διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με τη Μητέρα του Θεού.


Προηγουμένως, οι Άγιοι Πατέρες είχαν κατηγορήσει όσους είχαν δυσφημίσει την άμωμη ζωή της Παρθένου Μαρίας' και τώρα όσον αφορά εκείνους που είχαν προσπαθήσει να μειώσουν την τιμή της διακηρύχθηκε σε όλους:


<<Όποιος δεν ομολογεί τον Εμμανουήλ ως αληθινό Θεό και επομένως την Αγία Παρθένο ως Θεοτόκο, διότι γέννησε κατά σάρκα τον Λόγο ο Οποίος γεννάται αενάως από τον Θεό Πατέρα, και ο Οποίος σαρκώθηκε, να είναι ανάθεμα>> δηλαδή, να είναι αφορισμένος από την Εκκλησία.


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο των εκδόσεων «ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ»
«Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς: Η τιμή της Θεοτόκου στην Ορθόδοξη Εκκλησία»,
β' έκδοσηΝοέμβριος 2006, σελ. 47-52.
Το παρόν βιβλίο μεταφράστηκε από τα ρωσικά στα αγγλικά από τον π. Σεραφείμ Ρόουζ
(St. Herman of Alaska Brotherhood, P. O. Box 70, Platina, California 96076, U.S.A.).


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF