ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2022

ΠΕΤΡΟΥ ΜΠΟΤΣΗ: ΑΓΙΟΣ ΤΥΧΩΝ Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ (ΜΕΡΟΣ 8ον)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση «Άγιος Τύχων ο Μαρτυρικός Πατριάρχης»,
Αθήνα 2014, σελ. 85-90.
<<Η επανάσταση και οι πολιτικές ταραχές του 1917 βρήκαν την Εκκλησία στο στάδιο της προετοιμασίας για την επαναφορά της πατριαρχίας, προκειμένου ν' ανακτήσει την αυτοτέλειά της. Έτσι συνήλθε μια μεγάλη Σύνοδος που αποφάσισε τελικά την επαναφορά της πατριαρχίας και στη συνέχεια εξέλεξε τον Τύχωνα πατριάρχη. Το να βρεθεί κανείς ποιμενάρχης σε μια τέτοια περίοδο ταραχών και διωγμών ισοδυναμεί με μαρτύριο.
Οι μπολσεβίκοι προχωρούσαν διαρκώς σε τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον της Εκκλησίας. Για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, επινόησαν αυθαίρετα το επιχείρημα πως η Εκκλησία στο σύνολό της δεν ήταν παρά μια αντεπαναστατική οργάνωση, που έπρεπε να εξαλειφθεί από προσώπου γης. Οι ίδιοι έκλεισαν ή ανατίναξαν τις περισσότερες εκκλησίες, σφράγισαν μοναστήρια, δήμευσαν την εκκλησιαστική περιουσία, ενώ οι κληρικοί κι οι μοναχοί πήραν το δρόμο της εξουσίας, της φυλακής, των βασανισμών και του μαρτυρίου.
Η Εκκλησία τα χρόνια αυτά έζησε ένα νέο μαρτυρολόγιο. Η θέση του πατριάρχη ήταν πολύ δύσκολη. Από τη μια έπρεπε να υποστηρίξει την αυτοτέλεια και την ύπαρξη της Εκκλησίας κι από την άλλη να προστατέψει τους πιστούς, που αντιδρούσαν στις αντιεκκλησιαστικές και βίαιες ενέργειες του σοβιετικού κράτους, με αποτέλεσμα να γίνονται θύματα της αγριότητας και της βιαιότητας της νέας σοβιετικής κυβέρνησης.
Ο πατριάρχης προσπάθησε να συγκρατήσει τις αθεϊστικές δυνάμεις που ήθελαν να επιβάλουν μια κυριαρχία στερημένη από αρχές και αξίες, βασισμένη μόνο σε μια ιδεοληψία για δήθεν ισότητα και δικαιοσύνη, που τελικά εξελίχτηκε στην πλέον άδικη και τρομοκρατική καταπάτηση κάθε ανθρώπινου δικαιώματος κι ελευθερίας, στο όνομα μιας <<απελευθερωμένης και δίκαιης ανθρωπότητας>>. Τα αποτελέσματα αυτής της τραγικής για την ανθρωπότητα απόπειρας ήταν ολέθρια, τραγικά!
Ο πατριάρχης αντιστάθηκε, αγωνίστηκε σθεναρά να πείσει τους κρατούντες να σεβαστούν τα ιερά και τα όσια που από αιώνες πολλούς σέβονταν και τιμούσαν οι Ρώσοι πιστοί. Προκειμένου να κατασιγάσει το μένος τους εναντίον κάθε ιερού και οσίου, ικανοποίησε πολλές φορές ορισμένες από τις απαιτήσεις του νέου καθεστώτος, όταν αυτές δεν ήταν ιδιαίτερα επιζήμιες για την Εκκλησία και τους πιστούς. Όταν όλ' αυτά δεν απέδωσαν, προχώρησε στον αυστηρό έλεγχό τους, με την ύστατη ελπίδα, ότι ίσως αυτό θα μπορούσε να καταλαγιάσει τον ανεξέλεγκτο επαναστατικό πυρετό τους. Όλα απέβησαν μάταια. Κι ο πατριάρχης βέβαια ακολούθησε την τύχη που είχαν εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί, δηλαδή το δρόμο του μαρτυρίου.
Η μεγάλη και μαρτυρική μορφή του ομολογητή πατριάρχη δεν έχει παρουσιαστεί ως σήμερα στο ελληνικό κοινό. Με την προτροπή και τη βοήθεια της ηγουμένης και των αδελφών της Ιεράς Μονής του αγίου Αλέξανδρου Νέφσκυ και της Παναγίας Νέο-Τίχβιβ, από το Αικατερίνμπουρκ της Ρωσίας, προχωρήσαμε στη σύνδεση και την έκδοση του βιβλίου αυτού, με την ελπίδα πως η ανάγνωσή του θα μας παρηγορήσει και θα μας στηρίξει, θα ενισχύσει τους πιστούς στον αγώνα τους, ιδιαίτερα στις δύσκολες συνθήκες που διανύουμε σήμερα στην πατρίδα μας>>.
Πέτρος ΜπότσηςΔεκέμβριος 2014.
(Απόσπασμα εκ του προλόγου)
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».







ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'



Η <<Ζώσα Εκκλησία>>



<<Στις θέσεις των διωχθέντων επισκόπων οι νεωτεριστές χειροτόνησαν δικά τους πρόσωπα.
Ο μητροπολίτης Αγαθάγγελος έστειλε επιστολές στους πιστούς
και τους προέτρεψε να μην υπακούσουν τους σφετεριστές,
αλλά να παραμείνουν πιστοί στον πατριάρχη.
Για την πρωτοβουλία του αυτή όμως τον συλλάβανε και τον έστειλαν εξορία στην Σιβηρία. 
Στην κατάσταση αυτή της τρομοκρατίας όμως,
οι μισοί επίσκοποι αναγνώρισαν την Ανώτατη Εκκλησιαστική Διοίκηση ως μοναδική κανονική εκκλησιαστική εξουσία.
Στα τέλη Μαίου μέλη της <<Ζώσας Εκκλησίας>> συγκάλεσαν
μια διάσκεψη και προχώρησαν σε πολλές τελετουργικές μεταρρυθμίσεις,
επικαλούμενοι δημιουργική αναγκαιότητα σ' αυτόν τον τομέα.
Προχώρησαν σε έκδοση διατάγματος που προέβλεπε ότι εφεξής οι επίσκοποι πρέπει να εκλέγονται τόσο από άγαμους όσο κι από έγγαμους κληρικούς.
Τον Αύγουστο του 1922 συγκάλεσαν κι άλλη διάσκεψη και απαίτησαν
να καθαιρεθεί ο πατριάρχης στην επόμενη σύνοδο
και να σταματήσει άμεσα να μνημονεύεται>>.


Το γεγονός της απομόνωσης του Πατριάρχη ήταν μια πραγματική τραγωδία για τη Ρωσική Εκκλησία. Οι λεγόμενοι εκκλησιαστικοί <<μεταρρυθμιστές>> άδραξαν την ευκαιρία για να πάρουν την εξουσία στα δικά τους χέρια και να δημιουργήσουν σχίσμα μέσα στην Εκκλησία.


Ας δούμε όμως τί ακριβώς έγινε τότε. Εκείνη την εποχή μια ομάδα ανθρώπων της Εκκλησίας εκμεταλλεύτηκε το πνεύμα των ημερών και προσπάθησε να εκβιάσει τον πατριάρχη Τύχωνα να παραιτηθεί και να παραδώσει τη διοίκηση της Εκκλησίας σ' αυτούς. 


Αυτοί ήταν ελεύθεροι σκεπτικιστές, οι περισσότεροι έγγαμοι κληρικοί, που έφεραν βαριά το γεγονός ότι η ηγεσία της Εκκλησίας βρισκόταν στα χέρια μοναστών. Αυτοί είχαν ολόκληρο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων


που ήθελαν να επιβάλλουν βίαια στην Εκκλησία, μεταξύ των οποίων προβλεπόταν η χειροτονία έγγαμων επισκόπων, ο δεύτερος γάμος των κληρικών και πολλές άλλες λειτουργικές μεταρρυθμίσεις.


Υποστήριζαν επίσης πλήρως τη νέα σοβιετική κυβέρνηση κι ήταν σφόδρα αντιμοναρχικοί. Η σοβιετική κυβέρνηση στα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση δεν ήθελε να έχει καμία σχέση ούτε με την κανονική Εκκλησία ούτε με τους <<μεταρρυθμιστές>>, διότι μόνιμος στόχος των μπολσεβίκων ήταν να εξαφανίσουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν το Χριστιανισμό στην Ρωσία.


Με την πάροδο του χρόνου όμως μερικοί μπολσεβίκοι συνειδητοποίησαν ότι η Εκκλησία υπάρχει και θα υπάρχει για μερικά ακόμη χρόνια. Επομένως έπρεπε να αναγκάσουν την Εκκλησία αυτή να λειτουργεί προς όφελος της κομμουνιστικής ιδεολογίας.


Για το σκοπό αυτό το κράτος έπρεπε να βοηθήσει τους <<μεταρρυθμιστές>> να καταλάβουν την εξουσία της Εκκλησίας, κι έπειτα αυτοί οι <<μεταρρυθμιστές>> θα συμπράττουν με τις αρχές, θα παίρνουν οδηγίες από το κράτος και θα κηρύσσουν από άμβωνος υπέρ του καθεστώτος των μπολσεβίκων.


Αποδείχτηκε έτσι πως όλα όσα έγιναν το 1922 ήταν σύμφωνα με το κοινό σχέδιο της GPU και των νεωτεριστών. Η κίνηση των νεωτεριστών έγινε γνωστή ως <<Ζώσα Εκκλησία>>, από το όνομα εφημερίδας που κυκλοφόρησαν οι ίδιοι με τον τίτλο αυτό.


Οι κληρικοί αυτοί επισκέφτηκαν τον πατριάρχη που ήταν σε περιορισμό κατ' οίκον στο μετόχι Τρόιτσκοε, τον κατηγόρησαν για αντεπαναστατικές δραστηριότητες κι απαίτησαν να κατεβεί από το θρόνο του, ωσότου συγκληθεί κάποια σύνοδος για να ερευνήσει τις καταγγελίες τους.


Ο άγιος Τύχων τους απογοήτευσε, επειδή όρισε ως προσωρινό αντικαταστάτη του τον μητροπολίτη Αγαθάγγελο του Γιαροσλάβλ, εντί του επισκόπου Αντωνίνου Γκρανόβσκι, που ήταν ο δικός τους υποψήφιος.


Τον επίσκοπο Αντωνίνο τον είχε συνταξιοδοτήσει η Σύνοδος το 1908 για ακραίο φιλελευθερισμό, αντιμοναρχικές απόψεις και στήριξη της επανάστασης του ίδιου χρόνου. Για να βοηθήσει τους σφετεριστές αυτούς της εξουσίας, η κυβέρνηση εμπόδισε το μητροπολίτη Αγαθάγγελο να ταξιδέψει στη Μόσχα.


Στις θέσεις των διωχθέντων επισκόπων οι νεωτεριστές χειροτόνησαν δικά τους πρόσωπα. Ο μητροπολίτης Αγαθάγγελος έστειλε επιστολές στους πιστούς και τους προέτρεψε να μην υπακούσουν τους σφετεριστές, αλλά να παραμείνουν πιστοί στον πατριάρχη.


Για την πρωτοβουλία του αυτή όμως τον συλλάβανε και τον έστειλαν εξορία στην Σιβηρία. Στην κατάσταση αυτή της τρομοκρατίας όμως, οι μισοί επίσκοποι αναγνώρισαν την Ανώτατη Εκκλησιαστική Διοίκηση ως μοναδική κανονική εκκλησιαστική εξουσία.


Στα τέλη Μαίου μέλη της <<Ζώσας Εκκλησίας>> συγκάλεσαν μια διάσκεψη και προχώρησαν σε πολλές τελετουργικές μεταρρυθμίσεις, επικαλούμενοι δημιουργική αναγκαιότητα σ' αυτόν τον τομέα.


Προχώρησαν σε έκδοση διατάγματος που προέβλεπε ότι εφεξής οι επίσκοποι πρέπει να εκλέγονται τόσο από άγαμους όσο κι από έγγαμους κληρικούς. Τον Αύγουστο του 1922 συγκάλεσαν κι άλλη διάσκεψη και απαίτησαν να καθαιρεθεί ο πατριάρχης στην επόμενη σύνοδο και να σταματήσει άμεσα να μνημονεύεται.


Εξήντα περίπου επισκόπους που εναντιώνονταν στη <<Ζώσα Εκκλησία>>, τους ώθησαν σε αναγκαστική παραίτηση. Στις ενορίες που συμπεριφέρονταν εχθρικά προς τους μεταρρυθμιστές, αρνούνταν να δώσουν άδειες ανέγερσης εκκλησιών.


Στους λαϊκούς που είχαν σχεδόν παγκόσμια αντιταχθεί στη μεταρρυθμιστική κίνηση, δεν έδιναν εκκλησίες κι έτσι η <<Ζώσα Εκκλησία>> έθεσε δυναμικά τις περισσότερες εκκλησίες στον έλεγχό της.


Τις λειτουργίες τους όμως τις παρακολουθούσαν ελάχιστοι κι οι μεταρρυθμιστές ιερείς φοβούνταν να κυκλοφορήσουν δημόσια, μήπως τους επιτεθούν οι πιστοί που παρέμεναν σταθερά πιστοί στην αληθινή Εκκλησία.


Στις 29 Απριλίου 1923 η <<Ζώσα Εκκλησία>> συγκάλεσε τη λεγόμενη <<Δεύτερη Πανρωσική Σύνοδο>> στον καθεδρικό ναό του Σωτήρος Χριστού. Σ' αυτή συμμετείχαν 476 μέλη, από τις 72 επαρχίες που είχαν στην εξουσία τους οι μεταρρυθμιστές.


Από την αρχή στη Σύνοδο φάνηκε ότι εκπροσωπούνταν τέσσερεις ομάδες: Η <<Ζώσα Εκκλησία>> του πρωθιερέα Βλαδιμήρου Κρασίνσκυ (200 μέλη), η <<Αρχαία Αποστολική Εκκλησία>> του πρωθιερέα Αλέξανδρου Βεντένσκυ (116 μέλη), η <<Αναγεννημένη Εκκλησία>> του επισκόπου Αντωνίνου (10 μέλη).


Τα υπόλοιπα μέλη ήταν <<μετριοπαθείς τυχωνιστές>>, ορθόδοξοι κατά το φρόνημα επίσκοποι, κληρικοί και λαϊκοί, που από λιγοψυχία πειθάρχησαν και αποδέχτηκαν την Ανώτατη Εκκλησιαστική Διοίκηση.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση «Άγιος Τύχων ο Μαρτυρικός Πατριάρχης»,
Αθήνα 2014, σελ. 85-90.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF