ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑΣ




 «Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές(:εκεί βρισκόταν και μία γυναίκα που υπέφερε δεκαοκτώ χρόνια από μια ασθένεια εξαιτίας κάποιου πονηρού πνεύματος. Και γι’ αυτό ήταν σκυμμένη διαρκώς με κυρτωμένο το σώμα της και δεν μπορούσε καθόλου να σηκώσει όρθιο το κεφάλι της)»[Λουκ.13,11].


Υπήρχε στη Συναγωγή μία γυναίκα που εξαιτίας της ασθένειάς της επί δέκα οκτώ χρόνια ήταν διαρκώς σκυμμένη προς το έδαφος. Και αυτό ωφελεί όχι και λίγο εκείνους που σκέπτονται σωστά· γιατί πρέπει εμείς να συλλέγουμε από παντού αυτό που είναι χρήσιμο. Μπορούμε λοιπόν και από αυτό να δούμε και ότι ο Σατανάς δέχεται πολλές φορές την εξουσία ενάντια σε κάποιους, οι οποίοι προφανώς αμαρτάνουν και αντί των αγώνων της ευσέβειας προτιμούν τη ραθυμία, τους οποίους όταν τους κυριεύσει, τους προκαλεί πολλές φορές τέτοιες σωματικές ασθένειες, επειδή είναι τιμωρός και πολύ σκληρός.


Και του επιτρέπει αυτό κατά πολύ μεγάλη οικονομία ο παντεπόπτης Θεός, με σκοπό, καταπονημένοι από το βάρος της δυστυχίας τους, να προτιμήσουν να μεταπηδήσουν προς τα καλύτερα.


Και πράγματι ο σοφότατος Παύλος κάποιον στην Κόρινθο, που είχε κατηγορηθεί για πορνεία, τον παρέδωσε στον Σατανά προς καταστροφή της σάρκας του, ώστε να σωθεί το πνεύμα του. Και η συγκύπτουσα λοιπόν γυναίκα λέγεται ότι το έπαθε αυτό από διαβολική αγριότητα. Δηλαδή, όπως είπα, περιφρονημένη από τον Θεό εξαιτίας των αμαρτημάτων της, δηλαδή γενικά και αποκλειστικά για τον λόγο αυτό, γιατί αίτιος των ασθενειών στα ανθρώπινα σώματα έγινε ο πανούργος Σατανάς, αφού και μέσω αυτού λέμε ότι επιτελέστηκε η παράβαση του Αδάμ, με την οποία τα ανθρώπινα σώματα οδηγήθηκαν στην ασθένεια και στον θάνατο.


Ωστόσο, ενώ οι άνθρωποι βρίσκονταν σ’ αυτά, δεν μας περιφρόνησε ο Θεός, όντας από τη φύση Του αγαθός, και ενώ οι ασθενείς ήταν τιμωρημένοι με μακρά και ανυπόφορη ασθένεια, τους απάλλαξε από τα δεσμά, καθιστώντας κατά άριστο τρόπο απαλλακτική των ανθρωπίνων παθών την παρουσία και ανάδειξή Του σε αυτόν τον κόσμο· γιατί ήρθε για να αναμορφώσει τη ζωή μας όπως ήταν στην αρχή.


Γιατί σύμφωνα με αυτό που έχει γραφεί: «Ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ ζώντων. ἔκτισε γὰρ εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα, καὶ σωτήριοι αἱ γενέσεις τοῦ κόσμου, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖς φάρμακον ὀλέθρου οὔτε ᾅδου βασίλειον ἐπὶ γῆς(:ο Θεός δεν δημιούργησε τον θάνατο, ούτε ευχαριστείται με την απώλεια των ζωντανών. Γιατί δημιούργησε τα πάντα για να υπάρχουν, και τα δημιουργήματα του κόσμου έγιναν για να διατηρούνται σώα, και δεν υπάρχει σε αυτά φάρμακο καταστροφής)» [Σοφία Σολομώντος 1,13-14] και «φθόνῳ δέ διαβόλου θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τόν κόσμον(:αλλά από τον φθόνο του διαβόλου μπήκε στον κόσμο ο θάνατος)» [:Σοφία Σολομώντος 2,24].


Για την ανατροπή του θανάτου και της φθοράς και του φθόνου που εκδηλώθηκε εναντίον μας από τον πονηρό και αρχέκακο δράκοντα έγινε η ενσάρκωση του Λόγου, δηλαδή η ενανθρώπηση. Κι αυτό αποδεικνύεται ολοκάθαρα από τα ίδια τα πράγματα. Ελευθέρωνε λοιπόν τη θυγατέρα του Αβραάμ από την τόσο μακροχρόνια ασθένεια, προσφωνώντας και λέγοντας: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου(:Γυναίκα, είσαι λυμένη και ελευθερωμένη από την ασθένειά σου)»[Λουκ.13,12].


Η φωνή ήταν πολύ θεοπρεπεστάτη, γεμάτη από την ανώτατη εξουσία! Γιατί με νεύμα βασιλικό διώχνει την ασθένεια. Έθεσε επίσης και τα χέρια Του επάνω σ’ αυτήν. «Καὶ παραχρῆμα»(:και την ίδια στιγμή εκείνη)», λέγει, «ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν(:επανέκτησε την όρθια στάση του σώματός της και δόξαζε τον Θεό για τη θεραπεία της)». Μπορούμε λοιπόν από αυτό να δούμε, ότι η αγία σάρκα φορούσε τη δύναμη και ενέργεια του Θεού· γιατί ήταν δική Του, και όχι κανενός άλλου, που υπήρχε χωριστά και ιδιαίτερα, όπως νομίζουν κάποιοι με τρόπο ανοσιότατο.


«ποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου(:Τότε ο αρχισυνάγωγος, γεμάτος αγανάκτηση που ο Ιησούς έκανε τη θεραπεία αυτή μέρα Σάββατο, στράφηκε στο πλήθος του λαού κι έλεγε: “Έξι ημέρες έχουμε στη διάθεσή μας να εργαζόμαστε, και μόνο μέσα σε αυτές δικαιούμαστε και πρέπει να το κάνουμε αυτό. Τις εργάσιμες αυτές ημέρες λοιπόν να έρχεστε και να θεραπεύεσθε, και όχι την ημέρα του Σαββάτου”)»[Λουκά 13,14].


Κι όμως, πώς δεν έπρεπε ο αρχισυνάγωγος μάλλον να θαυμάσει τον Χριστό που ελευθέρωσε τη θυγατέρα του Αβραάμ από τα δεσμά; Την είδες να είναι απαλλαγμένη από την πάθησή της με τρόπο θαυματουργικό. Δεν είδες τον ιατρό να προσεύχεται, ο οποίος δεν έλαβε ως αίτημα από άλλον τη θεραπεία της ασθενούς, αλλά αυτό που έκανε ήταν έργο της δικής Του εξουσίας. Αφού είσαι αρχισυνάγωγος, γνωρίζεις οπωσδήποτε τα γραμμένα από τον Μωυσή.


Τον είδες αυτόν να προσεύχεται σε πολλές περιπτώσεις και να μην έχει κάνει τίποτε απολύτως με τη δική του δύναμη. Και πράγματι όταν η Μαριάμ προσβλήθηκε από λέπρα απλώς και μόνο επειδή είπε κάτι εναντίον αυτού ως κατηγορία ( και αυτό είναι αλήθεια· γιατί λέγει, είχε νυμφευτεί γυναίκα Αιθιόπισσα), δεν παρουσιάσθηκε ανώτερος από το κακό, αλλά ικετεύει γονατιστός τον Θεό, λέγοντας· «Θεέ μου, σε παρακαλώ, θεράπευσέ την».


Και όμως χωρίς να ικετεύει συγχωρήθηκε η ποινή της αμαρτίας της. Αλλά και καθένας από τους άγιους προφήτες, ενώ κάπου έκανε κάτι γενικά, εμφανίζεται να το έκανε αυτό με τη δύναμη του Θεού. Εδώ όμως σε παρακαλώ πρόσεχε, ότι ο Σωτήρας των όλων Χριστός δεν αναπέμπει προσευχή, αλλά αναθέτει στη δική του Δύναμη την επιτέλεση του θαύματος, θεραπεύοντας με τη φωνή Του και με το άγγιγμα του χεριού Του. Γιατί, όντας Κύριος και Θεός, παρουσίαζε την σάρκα Του ισοδύναμη προς τον εαυτό Του, στο να μπορεί, εννοώ, να απαλλάσσει από τα νοσήματα. Έπρεπε λοιπόν από αυτό να αντιληφθεί τη δύναμη του σχετικού με Αυτόν μυστηρίου.


Εάν λοιπόν ήταν κάποιος αρχισυνάγωγος εύστροφος, θα μπορούσε να καταλάβει ποιος και πόσο μεγάλος είναι ο Σωτήρας από την τόσο παράδοξη θεοσημία και να μη λέγει αυτά στα πλήθη, ούτε να κατηγορεί τους θεραπευμένους ότι καταλύουν τον νόμο, ως προς την παράδοση της αργίας του Σαββάτου. Εργασία δηλαδή γενικά αποτελεί η θεραπεία· και αδικείται ο νόμος επειδή ο Θεός δείχνει το έλεός Του κατά την ημέρα του Σαββάτου; Σε ποιον έχει προστάξει να είναι σε αργία το Σάββατο;


Στον εαυτό του μάλλον ή σε εσένα; Εάν βέβαια στον εαυτό Του , τότε να μην πέφτουν βροχές,να σταματήσουν οι πηγές των υδάτων και οι διαρκείς ροές των ποταμών και οι ανάγκες των ανέμων. Εάν όμως εσένα έχει προστάξει να είσαι σε αργία, να μην κατηγορείς τον Θεό για το ότι και το Σάββατο παρέχει με εξουσία σε κάποιους το έλεός Του. Και γιατί γενικά διέταξε να αργείς το Σάββατο; Για να αναπαύεται, λέγει, ο υπηρέτης σου και το βόδι σου και το υποζύγιό σου και κάθε κτήνος σου. Όταν λοιπόν αναπαύσεις κάποιους, απαλλάσσοντάς τους από τις ασθένειες, και έπειτα το εμποδίζεις αυτό, κατήργησες ολοκάθαρα τον νόμο του Σαββάτου, μην αφήνοντας να αναπαυθούν αυτούς που βρίσκονται σε πόνους και αρρώστιες, αυτούς δηλαδή τους οποίους έδεσε ο Σατανάς.


Αλλά ο αρχισυνάγωγος της αχάριστης Συναγωγής, όταν είδε τη γυναίκα που είχε παράλυτα τα μέλη της και δεν μπορούσε να σταθεί όρθια, αλλά ήταν σκυμμένη προς τη γη και την κοιλιά της, να ελεείται από τον Χριστό και να ανορθώνεται τελείως μόνο με το άγγιγμα του χεριού Του και να βαδίζει όρθια όπως οι συνηθίζουν οι άνθρωποι, και να δοξάζει γι΄ αυτό τον Θεό,


δυσανασχέτησε για τη θεραπεία της και καταφλεγόμενος για τη δόξα του Κυρίου, κυριεύεται από τον φθόνο και κατηγορεί το θαύμα και αφού άφησε τον Κύριο ο οποίος τον ήλεγξε για την υποκρισία του, επιπλήττει το πλήθος, ώστε να φανεί ότι αγανακτεί επειδή ήταν ημέρα Σαββάτου, για να πείσει εκείνους που είναι διασκορπισμένοι τις άλλες ημέρες και απέχουν από τις εργασίες, να μην βλέπουν και να μη θαυμάζουν ούτε το Σάββατο τα μεγαλειώδη θαύματα του Κυρίου, μήπως και πιστέψουν κάποτε.


Αλλά πες μας, δούλε του φθόνου, ποιο έργο σου απαγόρευσε ο νόμος , ο οποίος σου λέγει: «Να απέχεις από κάθε έργο χειρωνακτικό την ημέρα του Σαββάτου»; Άραγε από το έργο μέσω του στόματος και του λόγου; Πάψε λοιπόν να τρως και να πίνεις και να μιλάς και να ψάλλεις το Σάββατο. Και εάν δεν τα κάνεις αυτά, ούτε διαβάζεις τον νόμο, τότε σε τι σου χρειάζεται το Σάββατο;


Αλλά ο μωσαϊκός νόμος απαγορεύει την εργασία που γίνεται με τα χέρια. Και ποιο έργο χεριών είναι το να ανορθώσει θεραπεύοντας μια γυναίκα με τη φωνή Του και μόνο; Εάν όμως επειδή η γυναίκα θεραπεύθηκε πραγματικά, αυτό το ονομάζεις έργο, τότε έργο κάνεις και συ, κατηγορώντας τη θεραπεία.


Αλλά της λέγει: «Απαλλάσσεσαι από την ασθένεια», και θεραπεύθηκε. Τι λοιπόν; Και συ δεν λύνεις το Σάββατο την ζώνη σου, δεν λύνεις το υπόδημα των ποδιών σου, δεν στρώνεις το στρώμα σου, δεν ξεπλένεις το χέρι σου που είναι λερωμένο από τα φαγητά; Πώς λοιπόν αγανακτείς για μία μόνο λέξη, το «Απολύεσαι»; Και ποια εργασία έκανε η γυναίκα μετά τον λόγο; Άραγε έκανε έργο χαλκευτικής ή ξυλουργικής ή οικοδομικής; Άραγε την ημέρα αυτή έκανε έργο υφαντικής ή υφαντουργίας; «Αλλά όμως ανορθώθηκε», λέγει· «γιατί γενικά η θεραπεία είναι έργο».


Αλλ’ όμως δεν αγανακτείς πραγματικά για το Σάββατο, αλλά βλέποντας τον Χριστό να τιμάται και να προσκυνείται ως Θεός, οργίζεσαι και πνίγεσαι από τον θυμό και λιώνεις από τον φθόνο· και άλλα βέβαια έχεις μέσα στην καρδιά σου, σε άλλον όμως επιτίθεσαι και προβάλλεις προφάσεις. Γι’ αυτό και ελέγχεσαι από τον Κύριο, ο οποίος γνωρίζει τους άδικους διαλογισμούς σου, και δέχεσαι τον χαρακτηρισμό που σου ταιριάζει, ακούοντας να σου λέγει ότι είσαι υποκριτής και αλαζόνας και ύπουλος.


«πεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;»(:Τότε λοιπόν ο Κύριος του απάντησε: “Υποκριτή, κάτω από το πρόσχημα του σεβασμού της αργίας του Σαββάτου κρύβεις φθόνο και μοχθηρία.


Ο καθένας σας την ημέρα του Σαββάτου δεν λύνει το βόδι του ή το γαϊδούρι από το παχνί και δεν το πηγαίνει να το ποτίσει; Και το κάνει αυτό χωρίς να θεωρείται παραβάτης της εντολής της αργίας του Σαββάτου, σύμφωνα με την ερμηνεία της εντολής αυτή που είναι αναγνωρισμένη από την παράδοση”.Αυτή όμως, που είναι κόρη και απόγονος του Αβραάμ και την έδεσε ο σατανάς με τέτοια αρρώστια, ώστε να μην μπορεί να σηκωθεί όρθια δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, δεν ήταν σωστό και επιβεβλημένο να λυθεί απ’ τα μακροχρόνια αυτά και οδυνηρά δεσμά της την ημέρα του Σαββάτου;)»[Λουκ.13,15].


Συ λοιπόν, λέγει, απορείς γι’ αυτόν που θεράπευσε τη θυγατέρα του Αβραάμ, αλλά ξεκουράζεις το βόδι και τον όνο, απαλλάσσοντάς τα από τον κόπο και οδηγώντας τα στο νερό, βλέποντας όμως να σώζεται με τρόπο θαυματουργικό ένας άνθρωπος άρρωστος και να τον ευσπλαγχνίζεται ο Θεός, κατηγορείς και τους δύο ότι παρανόμησαν, τον ένα επειδή θεράπευσε, και τον άλλο επειδή απαλλάχθηκε από την ασθένειά του;- Πρόσεχε, σε παρακαλώ, τον αρχισυνάγωγο, πόσο πιο άτιμος από το κτήνος είναι ο άνθρωπος, τη στιγμή που φροντίζει βέβαια το βόδι και τον όνο το Σάββατο, ενώ για την συγκύπτουσα γυναίκα, φθονώντας τον Χριστό, δεν ήθελε να απαλλαγεί από την ασθένειά της, ούτε να λάβει την κανονική ίσια μορφή το σώμα της.


Όμως ο φθονερός άρχοντας της Συναγωγής ήθελε η γυναίκα που ανορθώθηκε να είναι σκυμμένη όπως τα τετράποδα, παρά να πάρει το γνωστό στους ανθρώπους σχήμα, αρκεί μόνο να μη δοξάζεται ο Χριστός, ούτε να κηρύσσεται από τα ίδια τα πράγματα ότι είναι Θεός. Επιτιμάται λοιπόν ο αρχισυνάγωγος επειδή είναι υποκριτής, εφόσον τα άλογα ζώα τα οδηγεί το Σάββατο στο νερό, ενώ τη γυναίκα, που είναι όχι μάλλον εξαιτίας του γένους της, όσο εξαιτίας της πίστεώς της, θυγατέρα του Αβραάμ, δεν την θεωρεί άξια να ελευθερωθεί από τα δεσμά της ασθένειάς της, αλλά χαρακτηρίζει την απαλλαγή της από την αρρώστια παράβαση της αργίας του Σαββάτου.


«Kαὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ(:Κι ενώ τα έλεγε αυτά ο Ιησούς, ντροπιάζονταν όλοι οι αντίθετοί του. Κι όλος ο λαός χαιρόταν για όλα τα λαμπρά και θαυμαστά έργα που διαρκώς έκανε ο Ιησούς)»[Λουκ.13,17].


Καταντροπιάζονταν βέβαια εκείνοι που εκστόμιζαν διεστραμμένες κρίσεις, εκείνοι που σκόνταφταν στον ακρογωνιαίο λίθο, και συντρίβονταν γι’ αυτό, εκείνοι που ήταν αντίθετοι με τον ιατρό, εκείνοι που αντιδρούσαν στον σοφό κεραμοποιό που έκανε την επανόρθωση των παραμορφωμένων σκευών και δεν τους υπολειπόταν καμιά απάντηση, αλλά ήταν οι ίδιοι αναντίρρητος έλεγχος του εαυτού τους, γιατί αποστομώνονταν και απορούσαν τι άραγε να πουν. Έτσι έραψε το θρασύ στόμα τους ο Κύριος! Ενώ τα πλήθη, που ωφελούνταν από τα θαύματα, χαίρονταν· γιατί τα γεμάτα δόξα και λαμπρότητα έργα σταματούσαν κάθε συζήτηση και αμφιβολία εκείνων που δεν τα επιζητούν με τρόπο κακοήθη.



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος






ΠΗΓΕΣ:



Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»[σελίδες 57 και 58 του PDF].
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Α΄», τόμος 26, κεφάλαιο 13ο, σελ. 27-37.
Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm *Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF