ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 14.000 ΝΗΠΙΩΝ ΥΠΟ ΗΡΩΔΟΥ ΑΝΑΙΡΕΘΕΝΤΩΝ-ΠΕΡΙ ΠΑΙΔΟΚΤΟΝΩΝ, ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ

 



Ακούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο. Εἶνε τὸ ίδιο μὲ τὸ εὐαγγέλιο τῆς δευτέρας ἡμέρας τῶν Χριστουγέννων. Γιὰ ποιό πρᾶγμα μιλάει; Γιὰ ἕνα ἔγκλημα, ποὺ ἔγινε στὴν ἐποχὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸ ἔγκλημα αὐτό, δυστυχῶς, γίνεται καὶ στὶς μέρες μας.


του μακαριστού Μητροπολίτη Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτη


Στὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ ζοῦσε ἕνα θηρίο. Θηρίο; δὲ᾿ λέμε τίποτα. Ζοῦσε κάποιος, ποὺ εἶχε μορφὴ ἀνθρώπου ἀλλὰ διάθεσι θηρίου. Γιατὶ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δὲν ἀξίζουν αὐτὴ τὴ μορφὴ ποὺ ἔχουμε· ἔπρεπε νὰ ἔχουν κάποια ἄλλη μορφή, μορφὴ ἀγρίων θηρίων – ζούγκλα ἔγινε ἡ σημερινὴ κοινωνία.


πως ἔλεγαν καὶ οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, τὸ ἀγριώτερο θηρίο ἀπὸ ὅλα, κι ἀπὸ τὴν τίγρι, κι ἀπὸ τὸ λιοντάρι, ἀπὸ ὅλα, εἶνε ὁ ἄνθρωπος. Ποιός ἄνθρωπος; Αὐτὸς ποὺ εἶνε μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό, αὐτὸς ποὺ καταπατεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου καὶ τὸν ἔχουν κυριεύσει τὰ πάθη. Ποιά εἶνε τὰ πάθη; Τρία εἶνε τὰ μεγαλύτερα. Τὸ ἕνα πάθος εἶνε ἡ φιληδονία καὶ κυρίως τὸ σέξ, ποὺ κατέκτησε τώρα τὸν κόσμο.


Τὸ δεύτερο εἶνε ἡ φιλοδοξία· ὁ καθένας προσπαθεῖ ν᾿ ἀνατρέψῃ τὸν ἄλλο καὶ ν᾿ ἀνεβῇ πιὸ ψηλὰ στὶς διάφορες θέσεις καὶ ἀξιώματα. Καὶ τὸ τρίτο, τὸ χειρότερο, εἶνε – ποιό; τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα, ἡ φιλαργυρία· δὲν ὑπάρχει ἄλλο ἁμάρτημα φοβερώτερο ἀπὸ αὐτήν, ἀφοῦ τὰ τριάκοντα ἀργύρια πρόδωσαν τὸ Χριστό. Ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν ποὺ κατακτᾶται είτε ἀπὸ τὴ φιληδονία ετε ἀπὸ τὴν κενοδοξία είτε ἀπὸ τὴ φιλαργυρία, ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ εἶνε πλέον θηρίο μὲ μορφὴ ἀνθρώπου.


να τέτοιο θηρίο, αἱμοσταγές, ζοῦσε στὴν ἐποχὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὸ ὄνομά του; Ἡρῴδης. Τί ἤτανε; Βασιλιᾶς. Κατεῖχε τὴ βασιλικὴ ἐξουσία ἐν συνεργασίᾳ μὲ τοὺς κατακτητάς, τοὺς Ῥωμαίους αὐτοκράτορας. Αὐτὸς εἶχε ἔνστικτα κακούργου. Σκότωσε τὴ γυναῖκα του, σκότωσε τὸν πεθερό του, σκότωσε τὰ τρία παιδιά του, σκότωσε πλῆθος ἀνθρώπους. Καὶ τώρα ἑτοιμάζεται νὰ κάνῃ τὸ πιὸ μεγάλο ἔγκλημα, ποὺ φρίττει ἡ ἀνθρωπότης. Ποιό εἶνε τὸ ἔγκλημα αὐτό;


πὶ τῶν ἡμέρῶν του κυκλοφόρησε στὰ Ἰεροσόλυμα μιὰ είδησις. Τότε δὲν ὑπῆρχαν ἐφημερίδες οὔτε ῥαδιόφωνα καὶ τηλεοράσεις. Ἀπὸ στόμα σὲ στόμα ἔφθαναν τὰ νέα· ἡ πρώτη ἐφημερίδα εἶνε τὸ στόμα τοῦ ἀνθρώπου. Ἀκούστηκε λοιπόν, ὅτι γεννήθηκε ὁ βασιλιᾶς τοῦ κόσμου· ἕνα παιδὶ βασιλιᾶς τοῦ κόσμου!


λοι χάρηκαν, αὐτὸς λυπήθηκε. Πίκρα, δηλητήριο, φαρμάκι μέσ᾿ στὴν καρδιά του. Μόλις τ᾿ ἄκουσε φοβήθηκε, ὅτι ὁ νεογέννητος θὰ τοῦ πάρῃ τὴ βασιλεία. Ἀλλὰ μάταιος ὁ φόβος του· ἀνόητος ἤτανε νὰ φοβηθῇ. Γιατί ἦταν ἀνόητος; Τὰ πάθη κάνουν τὸν ἄνθρωπο ἀνόητο. Διότι, πρῶτον μέν, αὐτὸς ἦταν γέρος πιά, καὶ ὥσπου νὰ μεγαλώσῃ τὸ νεογέννητο νήπιο, αὐτὸς θὰ εἶχε πεθάνει. Ἀνόητος, δεύτερον, διότι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶνε σὰν τὶς βασιλεῖες τοῦ κόσμου.


λα τὰ κράτη τοῦ κόσμου στηρίζονται στὴ βία, στὰ ὅπλα· στοὺς στρατοὺς καὶ τοὺς στόλους, στὰ ἀεροπλάνα καὶ τὰ ὑποβρύχια καὶ τὶς ἀτομικὲς βόμβες. Ἀφαίρεσε τὰ ὅπλα, καὶ κανένα κράτος δὲν στέκει· οὔτε βασιλεία, οὔτε δημοκρατία, οὔτε σοσιαλισμός, οὔτε κομμουνισμός… Ἀλλὰ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστός, δὲν στηρίζεται σ᾿ αὐτά. Στηρίζεται – ποῦ; Στὴν ἀγάπη, στὴν ἐλευθερία, στὴ δικαιοσύνη. Καὶ γι᾿ αὐτὸ εἶνε αἰωνία.


Καὶ «τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος», δὲν ὑπάρχει τέλος τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ (Λουκ. 1,33). Ἀνόητος λοιπόν, διότι ἦταν γέρος καὶ θὰ πέθαινε· ἀνόητος, διότι ἄλλη εἶνε ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Ἀνόητος ἀκόμα διότι, ἂν ἦταν θέλημα Θεοῦ νὰ βασιλεύσῃ ὁ Χριστός, ἦταν δυνατὸν αὐτὸς νὰ ματαιώσῃ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ; Ἤθελε νὰ γίνῃ θεομάχος;


Ταράχθηκε λοιπὸν ὁ Ἡρῴδης. Καὶ κάλεσε τοὺς μάγους, γιὰ νὰ μάθῃ ἀπὸ αὐτοὺς ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός. Ἦταν πονηρὸ τὸ σχέδιό του. Ἤθελε, λέει, νὰ πάῃ νὰ τὸν προσκυνήσῃ· στὴν πραγματικότητα ἤθελε νὰ τὸν ἐξοντώσῃ. Ἀλλὰ ἀνετράπησαν τὰ σχέδιά του. Οἱ μάγοι, εἰδοποιημένοι ἀπὸ τὸν οὐρανό, «δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν» γιὰ τὴν πατρίδα τους (Ματθ. 2,12), καὶ δὲν τοῦ ἔδωσαν καμμία πληροφορία γιὰ τὸν γεννηθέντα βασιλέα.


Τότε αὐτὸς ὠργίστηκε πολύ. Καὶ πάνω στὸ θυμό του τί διατάζει; Νὰ πᾶνε οἱ στρατιῶτες του στὴν περιφέρεια τῆς Βηθλεὲμ καὶ νὰ σκοτώσουν ὅλα τὰ ἀγόρια ποὺ εἶχαν ἡλικία κάτω τῶν δύο ἐτῶν. Καὶ πῆγαν. Μπῆκαν στὰ σπίτια. Καὶ ἅρπαζαν ἀπὸ τὶς ἀγκάλες τὰ μικρὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἔσφαζαν ὅπως ὁ χασάπης σφάζει τὰ ἀρνιά. Καὶ σφάξανε – πόσα παρακαλῶ; 14.000 ἀθῷα παιδάκια! Καὶ ἔγινε «κλαυθμὸς πολύς» (Ματθ. 2,18). Μανάδες ἔκλαιγαν κι ἀναστέναζαν μέσα στὸ μεγάλο θρῆνο γιὰ τὴ σφαγή.


14.000 δυστυχισμένα παιδάκια. Τί εἶπα, δυστυχισμένα; Δυστυχισμένα τὰ λέτε κ᾿ ἐσεῖς; Λάθος κάνουμε. Ὄχι δυστυχισμένα· εὐτυχισμένα παιδάκια. Ἕνας ἅγιος λέει· Μακάρι νὰ ἤμουν κ᾿ ἐγὼ ἀνάμεσα στὰ παιδάκια αὐτά. Γιατὶ ―ἂν πιστεύουμε― αὐτὰ εἶνε οἱ πρῶτοι μάρτυρες, ποὺ σὰν ἄγγελοι ψάλλουν τώρα στὸν οὐρανὸ τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ…» (Λουκ. 2,14). Εὐτυχισμένα λοιπόν.


ἐσεῖς μανάδες, ποὺ κλαῖτε τὰ παιδάκια ὅταν πεθαίνουν μικρά· αὐτὰ εἶνε ἀγγελούδια. Μὴν κλαῖτε αὐτὰ τὰ παιδιά. Κλάψτε τοὺς μεγάλους, ποὺ ἔχουν φάει τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν κουτάλα καὶ μέχρι σήμερα οὔτε μετανόησαν οὔτε πῆγαν νὰ ἐξομολογηθοῦν, οὔτε ἔχυσαν ἕνα δάκρυ συναισθήσεως. Ρεμαλοειδῶς, κτηνωδῶς ζοῦνε. Αὐτούς κλάψτε λοιπόν, ποὺ προχωροῦν τὰ χρόνια κι ἀσπρίζουν τὰ μαλλιὰ καὶ πλησιάζουν στὸν τάφο, κι ὅμως ἔχουν 20, 30, 40 χρόνια νὰ ἐξομολογηθοῦν καὶ νὰ κοινωνήσουν τὰ ἄχραντα μυστήρια· αὐτούς νὰ κλαῖτε.


Ρωτᾶτε τώρα καὶ ποιό εἶνε τὸ τέλος τοῦ Ἡρῴδου; Τὸ τέλος του ἦταν οἰκτρό. Τὸ λέει ἡ ἱστορία. Ἀρρώστησε κ᾿ ἔπεσε στὸ κρεβάτι. Τὸ κορμί του γέμισε πληγές, ποὺ ἔτρεχαν αἷμα καὶ πύον. Βρώμισε, σκουλήκιασε, δὲ᾿ μποροῦσε νὰ τὸν πλησιάσῃ κανένας. Ἀλλὰ καὶ πεθαίνοντας τί ἔκανε· φυλάκισε χίλιους ἀνθρώπους, ἄρχοντες τοῦ Ἰσραήλ, καὶ ἄφησε διαταγή. Ὅταν, λέει, θὰ ξεψυχῶ, νὰ τοὺς σφάξετε ὅλους!… Τέτοιος κακοῦργος, τέτοια φοβερὰ φυσιογνωμία ἤτανε ὁ Ἡρῴδης, γιὰ τὸν ὁποῖον ὁμιλεῖ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο.


Πέρασαν ἀπὸ τότε τόσοι αἰῶνες. Ἀλλὰ τὸ ἔγκλημα τοῦ Ἡρῴδη ἐξακολουθεῖ νὰ γίνεται καὶ στὶς μέρες μας. Νέοι παιδοκτόνοι ὑπάρχουν τώρα. Ποιοί εἶνε; Ὅσοι συμμετέχουν στὸ ἔγκλημα τῶν ἐκτρώσεων. Καὶ ἄλλοτε μιλήσαμε γι᾿ αὐτούς, ἀλλὰ τώρα πάλι τελειώνοντας δὲ᾿ μπορῶ νὰ μὴν τοὺς ὑπενθυμίσω. Εἶνε πρῶτον ὅσοι ἀσυνείδητοι γιατροὶ ἐκτελοῦν τὶς ἐκτρώσεις. Εἶνε ἔπειτα οἱ ἀναίσθητοι γονεῖς, ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα, ποὺ ζητοῦν τὶς ἐκτρώσεις. Καὶ τέλος νέοι παιδοκτόνοι εἶνε οἱ πολιτικοί, τὸ διο τὸ κράτος, ποὺ νομοθέτησαν τὶς ἐκτρώσεις. Ὅλοι τὰ δια μυαλὰ ἔχουν, στὸ διο καζάνι βράζουν. Ψηφίσανε νόμο, μὲ τὸν ὁποῖο πλέον ἡ ἄμβλωσις ὄχι μόνο δὲν θεωρεῖται ἔγκλημα ἀλλὰ καὶ χρηματοδοτεῖται!


λοι αὐτοὶ εἶνε φονιᾶδες, δολοφόνοι. Τὰ χέρια τους στάζουν αἷμα. Ἀλλὰ καὶ ὅλοι μας, ὁ παπᾶς, ὁ δάσκαλος, ὁ δεσπότης…, ὅλοι, μικροὶ – μεγάλοι, κατὰ κάποιο τρόπο φταῖμε, καὶ γι᾿ αὐτὸ μᾶς περιμένει τιμωρία ὅπως τὸν Ἡρῴδη. Καὶ τὸ δικό μας τέλος δὲ᾿ θά ᾿νε καλό. Ἔχουμε κ᾿ ἐμεῖς ἕνα ποσοστὸ εὐθύνης γιὰ τὸ σημεῖο ποὺ ἔφθασε τὸ ἔθνος ὅσον ἀφορᾷ τὴν ὑπογεννητικότητα. Εμαστε στὸ ναδίρ. Ποιά θὰ εἶνε ἡ τιμωρία; Τί ἄλλο πρέπει νὰ περιμένουμε; Τόσες θεομηνίες, σεισμοὶ καὶ ἄλλα φοβερὰ κακὰ ποὺ γίνονται, τὰ θεωρεῖτε τυχαῖα; Ἂς μὴν ἀκοῦμε λοιπὸν τοὺς κήρυκες, ἂς γελᾶμε καὶ ἂς ἐμπαίζουμε τὰ πάντα· ἂς ζοῦμε ἀμετανόητοι, ὅπως θέλει ὁ σατανᾶς· θά ᾿ρθῇ ἡ σκληρὴ τιμωρία…


λλ᾿ ἂς μὴν τελειώσουμε μὲ ἀπαισιοδοξία. Ὑπάρχουν καὶ φωτεινὰ σημεῖα, ὑπάρχουν καὶ ἐλπιδοφόρα παραδείγματα. Καὶ ὅσο ὑπάρχουν αὐτά, μποροῦμε νὰ αἰσιοδοξοῦμε. Ὅσο ὑπάρχει πιστὸς λαὸς ποὺ τηρεῖ τὸ νόμο τῆς τεκνογονίας, καὶ ὅσο ὑπάρχει κλῆρος πιστὸς στὸ Θεό, κλῆρος ποὺ δὲν ἀγαπᾷ τὰ τριάκοντα ἀργύρια, ἀλλ᾿ ἀγαπᾷ, τηρεῖ καὶ διδάσκει τὶς θεῖες ἐντολές, ἡ ἐλπίδα δὲν σβήνει. Ἐὰν λοιπὸν ὅλοι, κλῆρος καὶ λαός, δείξουμε πίστι, ὑπομονή, καὶ ἀγωνιστοῦμε, τὸ φοβερὸ αὐτὸ ἔγκλημα τοῦ Ἡρῴδου θὰ σβήσῃ· καὶ ἡ Ἑλλὰς θὰ μείνῃ χώρα χριστιανική, ποὺ θὰ ὑμνῇ καὶ θὰ δοξάζῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.



Ἀμήν!



† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος



Πηγή: Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, ή οποία έγινε στον Ι. ναό Αγίας Τριάδος Πτολεμαΐδος την 29-12-1974.
*Εκ του ιστολογίου «Τράπεζα Ιδέων». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF