ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2024

«ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Α'»: ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (ΜΕΡΟΣ ΕΙΚΟΣΤΟ)

 


Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Ι. Μ. Παρακλήτου: «Θέματα Ζωής Α': Από τις Ομιλίες του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου»,
θέμα: «Οι Βουλές του Θεού»,
4η έκδοσηΩρωπός Αττικής 2013, σελ. 111-114.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ




Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ



Ο νεκρός, κι αν δεν βλέπει τον εαυτό του, βλέπει όμως εκείνους που πέθαναν πιο μπροστά να γίνονται σκόνη, και διδάσκεται πολλά.
Για κοίτα πόσο μαζεμένοι και συγκρατημένοι είναι μπροστά στους νεκρούς ακόμα και οι πιο περήφανοι, ακόμα και οι πιο απόκοτοι άνθρωποι!
Ακούγεται η λέξη «θάνατος» και η καρδιά όλων σπαρταράει από φόβο.
Και φιλοσοφούμε γύρω από τους τάφους και σκεφτόμαστε που καταλήγουμε και φλυαρούμε για τη ματαιότητα των εγκοσμίων,
αλλά μόλις απομακρυνθούμε, ξεχνάμε την ευτέλειά μας.



Να, για παράδειγμα, όταν βρεθεί κανείς στην κηδεία ενός φίλου του, γυρίζει στο διπλανό του και του λέγει λόγια σαν και τούτα: «Αλήθεια, πόσο ταλαίπωροι είμαστε! Πόσο ασήμαντη είναι η ζωή μας! Τί γινόμαστε, άραγε, μετά το θάνατο; Αυτό πρέπει να σκεφτόμαστε και να μη κακολογούμε, να μην αδικούμε, μα μη μνησικακούμε...». Φαίνεται να μιλάει με τόση ειλικρίνεια, ώστε, καθώς τον ακούς, δεν αμφιβάλλεις ότι την ίδια κιόλας στιγμή θ' απαρνηθεί ολότελα την κακία του και θ' αρχίσει να ζει ενάρετα. Μα, αλίμονο, μετά την κηδεία θα ξεχάσει και το φόβο του και τα λόγια του, και θα συνεχίσει να ζει στην αμαρτία, όπως πρώτα. Ας ξαναγυρίσουμε, όμως, στο θέμα μας. Πες μου, για ποιο λόγο κλαις με τόσο πόνο αυτόν που πέθανε; Γιατί ήταν κακός; Ε, λοιπόν, όχι μόνο δεν πρέπει να κλαις, αλλά και να ευχαριστείς το Θεό, που σταμάτησε πια η κακία του. Μήπως, απεναντίας, ήταν καλός; Και στην περίπτωση αυτή πρέπει να χαίρεσαι, γιατί πέθανε «πριν η κακία αλλάξει τη σύνεσή του ή η δολιότητα της αμαρτίας εξαπατήσει την ψυχή του» (Σοφ. Σο΄. 4:11). Ήταν μήπως νέος; Και γι' αυτό ακόμα ευχαρίστησε το Θεό και δόξασέ Τον, γιατί τον πήρε κοντά του. Όπως εκείνους που πηγαίνουν για ν' αναλάβουν κάποιο αξίωμα, τους κατευοδώνουμε με χαρά και ικανοποίηση, έτσι πρέπει ν' αποχαιρετάμε κι αυτούς που φεύγουν από τούτη τη ζωή, γιατί πηγαίνουν κοντά στο Θεό, όπου θ' απολαμβάνουν μεγάλη τιμή και ευτυχία. Δεν λέω, βέβαια, ότι δεν πρέπει να λυπόμαστε για το χωρισμό από τ' αγαπημένα μας πρόσωπα, που πεθαίνουν, αλλά να μη λυπόμαστε περισσότερο απ' όσο πρέπει. Γιατί θα παρηγορηθούμε αρκετά, αν σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος, που χάσαμε, ήταν θνητός, όπως όλοι μας. Με το ν' αγανακτούμε, δεν δείχνουμε τίποτ' άλλο, παρά πως ζητάμε πράγματα ασυμβίβαστα με την ανθρώπινη φύση. Γεννήθηκες άνθρωπος, επομένως θνητός. Γιατί, λοιπόν, υποφέρεις με κάτι τόσο φυσικό, όπως ο θάνατος; Μήπως λυπάσαι, επειδή, για να ζήσεις, πρέπει να τρως; Μήπως επιδιώκεις να ζήσεις χωρίς τροφή; Τότε γιατί επιδιώκεις να μην πεθάνεις; Όσο φυσικό είναι το να τρως, άλλο τόσο και να πεθάνεις. Αφού είσαι θνητός, μη ζητάς να γίνεις αθάνατος' γιατί αυτό το πράγμα καθορίστηκε και νομοθετήθηκε μια μόνο φορά και για πάντα. Ας μη μοιάζουμε στους ληστές, που θέλουν να κάνουν δικά τους όσα ανήκουν σε άλλους. Έτσι, όταν ο Θεός παίρνει από μας χρήματα ή τιμή ή δόξα, ακόμα και το σώμα ή και την ψυχή, παίρνει αυτά που του ανήκουν. Και το παιδί σου ακόμα αν πάρει, δεν παίρνει ουσιαστικά το παιδί σου, αλλά το δικό Του πλάσμα. Αφού, λοιπόν, εμείς δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, πως θα ανήκουν σ' εμάς όσα ανήκουν σ' Εκείνον; Αν η ψυχή σου δεν είναι δική σου, πως είναι δικά σου τα χρήματά σου; Και αν δεν είναι δικά σου, πως ξοδεύεις άσκοπα ή άπρεπα αυτά που ανήκουν σε άλλον; Μη λες, «Τα δικά μου ξοδεύω, από τα δικά μου διασκεδάζω»' γιατί ξοδεύεις και διασκεδάζεις με τα ξένα. Και τα αποκαλώ ξένα, γιατί ο Θεός θεωρεί δικά σου όσα σου έδωσε, για να τα μοιράσεις στους φτωχούς. Τότε μόνο τα ξένα γίνονται δικά σου. Αν τα ξοδέψεις για τον εαυτό σου, τότε τα δικά σου γίνονται ξένα. Δεν βλέπεις ότι τα σώματά μας τα υπηρετούν τα χέρια; Δεν βλέπεις ότι το στόμα μασάει την τροφή, πριν τη δεχθεί το στομάχι; Μήπως το στομάχι λέει, «Αφού δέχτηκα την τροφή, δικαιωματικά τα κατέχω όλα»; Τα μάτια, πάλι, μήπως, επειδή αυτά δέχονται το φως, το κρατάνε μόνο για τον εαυτό τους και δεν το θέτουν στην υπηρεσία όλου του σώματος; Ή μήπως τα πόδια, επειδή μόνο αυτά βαδίζουν, τον εαυτό τους μόνο μετακινούν και όχι το σώμα ολόκληρο; Αλλά κι από τους επαγγελματίες, αν θελήσει ο καθένας να μην παραχωρήσει και σε άλλους την ωφέλεια από το επάγγελμά του, όχι μόνο εκείνους, αλλά και τον εαυτό του θα ζημιώσει. Ακόμα και οι φτωχοί, αν ήταν τόσο όσο εσείς οι πλούσιοι, που τίποτ' άλλο δεν σκέφτεστε παρά το πως θ' αυξήσετε τα κέρδη σας, και δεν έδιναν από το υστέρημά τους στους πιο φτωχούς και αναγκεμένους, γρήγορα θα σας έριχναν κι εσάς στη φτώχεια. 

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: ΚΥΜΑΤΙΖΕΙ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ Ή ΕΧΕΙ ΠΑΤΗΘΕΙ;




Ιερά Μητρόπολη Λαρίσης και Πλαταμώνος

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

ΤΟ «ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ» ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΕΔΩ




Μέ ἔχει συγκλονίσει τό «λυντσάρισμα» τῆς μαθήτριας ἀπό συνομηλίκους καί συμμαθητές της στήν Γλυφάδα! Τόση βία, τόση μανία, τέτοια χτυπήματα καί γύρω-γύρω τά «κινητά» νά ἀπαθανατίζουν τήν σκηνή! Νά ἀποθηκεύουν τήν βία στήν δαιμονισμένη συσκευή, γιά νά τήν πάρουν μαζί τους, νά τήν θαυμάσουν καί νά τήν «χορτάσουν». Αὐτή θά εἶναι ἡ ζωή ἀπ’ ἐδῶ καί πέρα;


του Δημήτρη Καπράνου


Ναί, αὐτή θά εἶναι, ἄν δέν ὑπάρξει καίρια ἀντιμετώπιση τοῦ φαινομένου. Ἄν δέν ἀλλάξει τό καθεστώς τῆς ἀτιμωρησίας, τῆς ἀσυδοσίας καί τοῦ ξεχαρβαλώματος στά σχολεῖα. Ἄν δέν διδαχθοῦν οἱ δάσκαλοι καί οἱ καθηγητές πῶς θά πολεμήσουν τό φαινόμενο καί ἄν ἡ Πολιτεία δέν τούς θωρακίσει ἀπέναντι στούς (πολλούς, δυστυχῶς) γονεῖς, πού παρεμβαίνουν, ἀπειλοῦν, ἀκόμη καί γρονθοκοποῦν δασκάλους καί καθηγητές, ὅταν θεωρήσουν ὅτι «τούς πείραξαν τό παιδί». Μέ ἔχει ἐπίσης κλονίσει ἡ συμπεριφορά τῶν «περαστικῶν», πού ἔβλεπαν τό περιστατικό, κοντοστέκονταν καί προσπερνοῦσαν. Νά ἕνα ἀκόμη φαινόμενο τῆς ἐποχῆς. Τό «κάτσε στ’ αὐγά σου», τό «μήν ἀνακατεύεσαι», τό «πρόσεξε μήν μπλέξεις». Κανείς δέν παρεμβαίνει σέ διενέξεις, ἀκόμη καί ἐγκλήματα γίνονται ὑπό τά ὄμματα τῶν γύρω, κάποιοι ἐκ τῶν ὁποίων «τραβοῦν κινητό» καί ἀπαθανατίζουν τίς στιγμές! Ἔχει χαθεῖ ὁλοσχερῶς ἡ ἐπαφή μέ τήν ἀνθρώπινη συμπεριφορά. Πῶς μπορεῖς νά βλέπεις μιά ὁμάδα ἀλητόπαιδων νά χτυποῦν, νά κλωτσοῦν, νά ποδοπατοῦν ἕνα κορίτσι καί δέν παρεμβαίνεις; Πῶς ἀνεχόμαστε τήν μετατροπή μας σέ μιά κοινωνία ὅπως ἐκείνη πού μᾶς ἔδειξε στήν προφητική ταινία «Τό κουρδιστό πορτοκάλι» ὁ μέγας Στάνλεϊ Κιούμπρικ; Τί στό καλό συμβαίνει στίς οἰκογένειες καί στά σχολεῖα; Πῶς θά ἀντιμετωπίσουμε τήν μετατροπή τοῦ μυαλοῦ τῶν παιδιῶν σέ «χυλό» ἀπό τά δαιμονισμένα «κινητά», πού ξεκλειδώνουν κάθε σκοτεινή πλευρά τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς; Πόσο ἀκριβά θά πληρώσουμε ὅλο αὐτό τό σύστημα, τό ὁποῖο ἐνέσκηψε στήν ζωή μας ὡς «ἄνοιγμα πρός τόν κόσμο» καί τελικά ἦταν ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, δηλαδή τό κλειδί πού σέ κλειδώνει στόν κόσμο τῆς πλάνης, τῆς παραπληροφορήσεως, μέχρι νά σέ ὁδηγήσει στήν βία καί τόν «ὠχαδερφισμό»; Ἔχω φίλες καί φίλους πού «τά κάνουν ὅλα μέ τό κινητό». Ἐκεῖ «βλέπουν» ταινίες, ἐκεῖ παρακολουθοῦν τά «σάιτ», ἐκεῖ ἀκοῦν μουσική, ἐκεῖ ἔχουν ἀποθηκευμένη τήν ταυτότητα, τό διαβατήριο, τόν τραπεζικό λογαριασμό. Καί μόλις χάσουν τό κινητό ἤ τούς ἀφήσει χωρίς μπαταρία, χάνουν τόν κόσμο! Νά μέ συμπαθᾶτε, ἀλλά αὐτές οἱ διαβολοσυσκευές εἶναι ἐκεῖνες πού θά ὁδηγήσουν τίς κοινωνίες στόν ἀλληλοσπαραγμό. Καί ὅσο προφητικός ὑπῆρξε ὁ Κιούμπρικ, ἄλλο τόσο προφητικές θά βγοῦν καί οἱ ταινίες πού δείχνουν ἕναν μισοκατεστραμένο κόσμο, μιά δυστοπική κοινωνία, ὅταν θά ἔχει καταρρεύσει ἡ «πληροφορική» καί θά γυρίζουμε στό «χαρτί-μολύβι». Γιατί ἐκεῖ θά γυρίσουμε κάποια στιγμή, ὅταν θά ξεφτίσει ἡ «Τεχνητή Νοημοσύνη», ὅταν θά κοποῦν τά δισεκατομμύρια καλώδια πού ἔχουν δέσει ἀσφυκτικά τόν κόσμο καί τοῦ περνοῦν δῆθεν «πληροφορίες», ὅταν οἱ ἄνθρωποι θά ξαναρχίσουν νά φλερτάρουν, νά ἐρωτεύονται καί θά ξαναμάθουν νά ζοῦν ὡς σύνολα καί ὄχι ὡς μονάδες πού θαλασσοδέρνουν μέσα στόν ὠκεανό τῶν ἀμφιλεγόμενων πληροφοριῶν καί τῆς δῆθεν παντογνωσίας. *Εκ της ηλεκτρονικής «Εστίας» της 27.9.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ

 



πό τήν πεῖρα μου ἔχω διαπιστώσει, ὅτι πολλοί ἀπό τούς ἐξομολογούμενους προσέρχονται μέ πνεῦμα ψυχαναλύσεων καί ὄχι γιά νά λάβουν τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Γι’ αὐτό, ἀπαιτοῦν διάλογο, διάθεση πολλοῦ χρόνου γιά συζήτηση, μέ λεπτομέρειες, πού παίρνουν πολλές φορές τή μορφή κουτσομπολιοῦ, κατακρίσεως καί -τό κυριότερο- ἀποδίδουν εὐθύνῃ στούς ἄλλους.


Στήν ψυχανάλυση μπορεῖς νά ἀποδώσεις στούς ἄλλους εὐθύνῃ, γιατί τό αἰσθάνεται ὡς ἀνάγκη ἡ ψυχή σου. Στήν ἱερή ἐξομολόγηση, ὅμως, τήν εὐθύνῃ θά τήν πάρεις ἐσύ γιά νά ξαλαφρώσεις. Σημασία δέν ἔχει κάτω ἀπό ποιές συνθῆκες ἔγινε ἡ πτώση. Σημασία ἔχει ἡ ἀναγνώριση τοῦ λάθους. Μπορεῖ ὅλες οἱ συνθῆκες νά ἦταν ἀρνητικές, ἀλλά ὅταν ἀναγνωρίσεις ὅτι φταῖς, τότε ἀπαλλάσσεσαι ἀπό τό βάρος τῆς ἔνοχής, διαφορετικά τό παίρνεις μαζί σου.


ταν ὁ ἐξομολογούμενος πέφτει στά γόνατα καί καταφεύγει στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ, συντρίβεται, κλαίει καί ζητᾷ συγχώρηση, τότε ἔρχεται ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Ἁγίου Θεοῦ μέσα ἀπό τό πρόσωπο τοῦ ἱερέα, ὁ ὁποῖος μέ πολλή συμπόνια καί ἀγάπη σκύβει στόν μετανοημένο ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, τοῦ λέει τόν παρηγορητικό λόγο καί τοῦ χαρίζει τήν ἄφεση ἀπό τό Θεό, κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος φεύγει λυτρωμένος, σωσμένος, ἀνάλαφρος, εἰρηνικός καί χαρούμενος. Ἡ ὄψῃ του γίνεται φωτεινή καί πολλές φορές αἰσθάνεται μιά ἀνεξήγητη σωματική καί ψυχική ἐλαφρότητα.


Αὐτό τό φαινόμενο εἶναι ἕνα ψυχικό βίωμα ἐλευθερίας καί λυτρώσεως, τό ὁποῖο κανένας ψυχαναλυτής δέν μπορεῖ νά τό προσφέρει στόν βασανιζόμενο ἀπό ποικίλες καταστάσεις καί ἐνοχές ἄνθρωπο.


λλά καί αὐτοί πού ἐξομολογοῦνται συχνά, διατρέχουν ἕνα μικρό κίνδυνο (φαίνεται μικρός ἄλλα δέν εἶναι): νά καταντήσει ἡ Ἐξομολόγησή τους μιά ξερή συνήθεια, ἕνας ξερός τύπος, μιά ἄγονη ἀπαρίθμηση τῶν ἁμαρτημάτων τους, χωρίς συντριβῇ. Ὄχι συναισθηματισμούς καί κροκοδείλια δάκρυα, ἀλλά ἀληθινή μετάνοια θέλει ὁ Θεός! Γι’ αὐτό, πολλές φορές μετά ἀπό μιά τέτοια ξερή ἀπαρίθμηση τῶν ἁμαρτημάτων, ἐπαναλαμβάνουμε τά ἴδια καί τά ἴδια!


Πρέπει νά εἶναι ἡ Μετάνοιά μας μιά βαθειά συντριβῇ στά πόδια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπ’ ὅπου στή συνέχεια θά ριχτοῦμε στήν ἀνοικτή καί σπλαχνική ἀγκαλιά Του. Θά κάνουμε ἐξαγόρευση τῶν πτώσεων μας καί ἀσφαλῶς θά ἐκθέσουμε καί τά προβλήματα καί τίς ἀγωνίες μας μέσα στήν οἰκογένεια, τίς πνευματικές μας ἀνησυχίες, τόν ἀβάστακτο πόνο μας γιά τήν ἀπομάκρυνση τῶν παιδιῶν μας ἀπό τήν Ἐκκλησία, τίς οἰκογενειακές μας συγκρούσεις καί τραγωδίες, τίς ἐπιπτώσεις ἀπό τούς χωρισμούς καί τά διαζύγια, τούς προβληματισμούς μας γιά τήν ἔκπτωση τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν τῆς ζωῆς καί ὅλα ἐκεῖνα πού κυριολεκτικῶς τραυματίζουν θανάσιμα τή ψυχή μας.


Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος συνιστᾷ· «ἀποκαλύψτε στόν Πνευματικό ἱερέα καί τά πιό ἀπόκρυφα μέρη τῆς ψυχῆς σας, τίς ἀνησυχίες σας καί τά μεγάλα μυστικά τῆς καρδίας σας, μέ τόν ἴδιο τρόπο πού φανερώνει ὁ ἄρρωστος στό γιατρό τά κρυφά τραύματά του, κι ἔτσι μόνο θά πάρετε τή γιατρειά σας».


Στήν Ἐξομολόγηση ἀφήνουμε τή δική μας γνώμη στήν ἄκρη. Γιατί καμιά φορά ἐξομολογοῦνται μερικοί καί λένε; «Ξέρεις, πάτερ, ἔχω τή γνώμη…» Τί θά πεῖ ἔχω τή γνώμη; Αὐτό εἶναι σάν νά λέμε: «Θεέ μου, ἐσύ καλά τά λές, ἀλλά ἐγώ ὅμως ἔχω αὐτή τή γνώμη, πώς ἔτσι πρέπει νά γίνει»! Λοιπόν, σκύβοντας τό κεφάλι δεχόμαστε μέ ὑπακοή τή γνώμη καί τή συμβουλή τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως δίδεται ἀπό τό στόμα τοῦ πνευματικοῦ. Ἡ προτροπή καί ἡ ἀπόφαση τοῦ πνευματικοῦ ἱερέα εἶναι ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ, εἶναι τό θέλημά Του, εἶναι ἡ ἐντολή Του, εἶναι ἡ ἀγάπη Του.

80 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ 49 ΠΡΟΚΡΙΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΤΣΑΜΗΔΩΝ



Το 1943 η Θεσπρωτία ζεί την κορύφωση του δράματος που άρχισε την άνοιξη του 1941, με την επικράτηση του άξονα και την τριπλή κατοχή των Γερμανών, των Ιταλών και των μουσουλμάνων Τσάμηδων. Μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943 οι Μουσουλμάνοι Τσάμηδες συνέχισαν τα εγκλήματα στο πλευρό των γερμανών και με επικεφαλής τους αιμοσταγείς Νουρή και Μαζάρ Ντίνο από την Παραμυθιά πρωτοστάτησαν σε σφαγές, βιασμούς, και καταστροφές.


του Γιώργου Γκορέζη,

υποστρατήγου, αρθρογράφου, συγγραφέα


Η 24η Σεπτεμβρίου 1943 ήταν για τη Παραμυθιά μια σημαδιακή ημέρα. Έγινε συμπλοκή γερμανικής περιπόλου στη σκάλα Παραμυθιάς με τμήμα Eλλήνων ανταρτών. Δέκα οι νεκροί Γερμανοί. Σε αντίποινα την επόμενη καταστράφηκε ο οικισμός Άγιος Νικόλαος και στις 27 Σεπτεμβρίου πυρπολήθηκαν τα χωριά Σέλλιανη, Ελευθεροχώρι. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος και 150 Μουσουλμάνοι Τσάμηδες.


Από τη νύχτα στις 27 Σεπτεμβρίου μεικτά αποσπάσματα Γερμανών και μουσουλμάνων Τσάμηδων, παραβιάζουν επιλεκτικά πόρτες χριστιανικών σπιτιών. Τους συνόδευε ο Μαζάρ Ντίνο με ανά χείρα τις λίστες που ο ίδιος συνέταξε. Οι λογαριασμοί είχαν γίνει στη «Κομμαντατούρα». Ένας γερμανός νεκρός-10 έλληνες στο βωμό της θυσίας.


Οι συλληφθέντες οδηγούνται στα υπόγεια του δημοτικού Σχολείου Παραμυθιάς. Ακολούθησαν τραγικές ώρες. Οι αγέρωχοι αυτοί άνδρες πήραν την απόφαση να πεθάνουν, αλλά να πεθάνουν σαν έλληνες. Αλύγιστοι. Περιφρόνησαν τους γερμανούς. Ακόμη και το φαγητό που τους πήγαιναν οι συγγενείς τους δεν το δέχθηκαν από χέρια γερμανών.


Χαράματα στις 29 Σεπτεμβρίου άρχισε η πορεία για τον τόπο της θυσίας, ένα χωράφι έξω από τη Παραμυθιά. Μπροστά τους πήγαινε ένα θωρακισμένο-τανκ, για να καλύπτει τις φωνές της τραγικής πορείας. Πίσω τους ακολουθούσαν άλλοι 23 φυλακισμένοι . Οι Γερμανοί θα τους χρειάζονταν για μετά την εκτέλεση. Γύρω τους οπλισμένοι γερμανοί στρατιώτες και μουσουλμάνοι τσάμηδες επέβλεπαν κάθε κίνηση.


Ακολούθησαν στιγμές απερίγραπτης απανθρωπιάς. Ο Γερμανός αξιωματικός αρνιόταν στον πατέρα να αφήσουν το παιδί του ελεύθερο και να εκτελέσουν τον ίδιο, και στο παιδί αρνιόταν να αφήσουν τον πατέρα του, για να φροντίσει την οικογένεια. Όταν είδαν ότι δεν υπάρχει καμιά ελπίδα, φούντωσε η ψυχή τους και όλοι μαζί φώναξαν με στεντόρεια φωνή. «Μη φοβάστε … Θάρρος. Το αίμα μας θα ποτίσει το δένδρο της λευτεριάς. Ζήτω η Ελλάδα!».


Οι φονιάδες Γερμανοί είχαν μια φοβερή επινόηση για να μεγαλώνουν την αγωνία των μελλοθανάτων. Έκαναν την εκτέλεση σπρώχνοντας κατά δεκάδες τους μελλοθανάτους προς το σκάμμα, στον ανοιγμένο τάφο απέναντι από το εκτελεστικό απόσπασμα. Και όταν τελείωναν οι πυροβολισμοί για κάθε δεκάδα, ένας μουσουλμάνος Τσάμης και ένας Γερμανός πατούσαν πάνω στα πτώματα και αποτέλειωναν τυχόν επιζώντες. Η τραγική αυτή περιγραφή είναι αυθεντική, τη δίνουν αυτόπτες μάρτυρες.


Έκτοτε και μέχρι σήμερα η λαϊκή μούσα θρηνεί τους 49 πατριώτες με το τραγούδι-μοιρολόι: «Παραμυθιά, Παραμυθιά γιατί φορείς τα μαύρα... κλαίνε μανάδες και παιδιά γυναίκες και αδελφάδες». Ακόμη ηχεί στα αυτιά μου το μοιρολόι της μητέρας μου, που για χρόνια θρηνούσε τον αδελφό της Κωνσταντίνο Τζώη, βιβλιοπώλη στη Παραμυθιά που εκτελέστηκε μαζί με τους 49. Ήταν το δεύτερο πλήγμα στην οικογένεια μου μετά την καταστροφή της οικίας μας από τους γερμανοτσάμηδες στις 27 Σεπ 1943 και την αναζήτηση στέγης από τη 9/μελή μας οικογένεια χωρίς προστάτη – που είχε προσχωρήσει στην αντίσταση στα βουνά – σε συγγενικά σπίτια. Αυτά τα βιώματα σ’ ακολουθούν σ’ ολόκληρη τη ζωή.

Print Friendly and PDF