Πηγαίνοντας προς την Ρώμη -κάποια μέρα- ο Αμβρόσιος για μια υπόθεση,
νυκτώθηκε και έμεινε στην οικία κάποιου πλούσιου της περιοχής,
ο οποίος φιλοξένησε πλουσιοπάροχα τον Αρχιερέα και τους κληρικούς, που τον συνόδευαν.
Το πρωί τον ερώτησε ο Άγιος, εάν δοκίμασε καθόλου θλίψεις στην ζωή του.
Τον ερώτησε, γιατί πρόσεξε ότι είχε πολλά πλούτη.
Αυτός του αποκρίθηκε:
''Με τις ευχές σου Δέσποτα Άγιε, ουδέποτε με λύπησε ο Θεός,
ούτε με ζημίωσε, ούτε γνωρίζω τι είναι ασθένεια,
αλλά και πολλές δωρεές μου απέστειλε ο Πανάγαθος, πλούτη,
δόξα και κάθε άλλη απόλαυση''.
Όταν άκουσε αυτά ο Άγιος δάκρυσε και είπε προς τους κληρικούς:
''Σηκωθείτε γρήγορα να φύγουμε από την καταραμένη αυτήν οικία, πριν μας προλάβει ο θυμός του Θεού''.
Βλέποντας ότι αμελούσαν να ετοιμάσουν τα άλογα τους πρόσταζε εντονώτερα να φύγουν το συντομώτερο. Μόλις αναχώρησαν και προχώρησαν λίγη απόσταση, άνοιξε η γη και κατάπιε την οικία με τον πλούσιο, τους συγγενείς και τα πλούτη του. Αυτοί που ακολουθούσαν εθαύμασαν για το φοβερό γεγονός και ερώτησαν τον Άγιο πώς το γνώρισε. Αυτός τους αποκρίθηκε: «Γνωρίζετε βέβαια, ότι όταν έχει κάποιος θλίψεις, διάφορους πειρασμούς και βάσανα, ο Κύριος είναι μαζί του και τον παιδεύει σαν παιδί του αγαπημένο, για να το ετοιμάσει για την αιώνια του Βασιλεία.
Όταν κάποιος έχει σ’ αυτόν τον κόσμο απολαύσεις, υγεία, ευημερία, χωρίς θλίψεις, αυτό είναι σημείο της απώλειας του αψευδέστατο, διότι είναι παροργισμένος, μαζί του ο Κύριος για τις πράξεις του και τον έχει αποφασισμένο για την αιώνια κόλαση. Γιαυτό του δίνει τώρα πρόσκαιρη απόλαυση. Αλήθεια σας λέγω αδελφοί έπρεπε να θρηνούμε απαρηγόρητα όταν δεν μας έρχονται πειρασμοί και βάσανα και όταν μας παιδεύει ο Κύριος σαν δίκαιος κριτής και πάνσοφος γιατρός, όχι μόνο να υπομένουμε τους πόνους καρτερικά, αλλά και να τον ευχαριστούμε με υποχρέωση, όπως και τους σωματικούς γιατρούς που πληρώνουμε να κόψουν και να κάψουν τα μέλη μας για την ποθούμενη υγεία και σωτηρία μας». Αυτά έλεγε ο ποιμένας ο καλός και έτρεφε το ποίμνιό του.
Αφού έφθασαν στη Ρώμη τον παρακάλεσε η αδελφή του να λειτουργήσει στην εκκλησία μιας αρχόντισσας που του είχε αρκετή ευλάβεια και καθώς λειτουργούσε του έφεραν μια γυναίκα παράλυτη να την θεραπεύσει. Ο Άγιος την σπλαχνίσθηκε και δεόμενος προς τον Κύριο την θεράπευσε. Αφού έκαμε πολλά θαύματα στη Ρώμη επέστρεψε στα Μεδιόλανα. Οι αιρετικοί έλεγαν ότι με μαντική τέχνη τα έκαμνε. Ένας όμως απ’ αυτούς που κατηγορούσε τον Άγιο περισσότερο, δαιμονίστηκε μπροστά σε όλους που παρευρίσκονταν, και όταν τον ετάρασσε το δαιμόνιο, ομολογούσε παρά την θέλησή του την αλήθεια, λέγοντας ότι ο Αμβρόσιος είναι Άγιος και τα δόγματά του Ορθόδοξα, και των Αρειανών ψεύτικα και μάταια. Κάποιος άλλος αιρετικός από τους πρώτους πίστεψε και βαπτίστηκε. Όταν τον ερώτησαν την αιτία για την οποία πίστεψε τόσο γρήγορα, αποκρίθηκε ότι εγνώρισε με τα μάτια του την αλήθεια, διότι όταν δίδασκε ο Αμβρόσιος έβλεπε ένα ωραιότατο άγγελο, που του μιλούσε στα αυτιά και τον νουθετούσε όταν κήρυττε.
Πολλά και άλλα θαυμάσια έκανε ο Παντοδύναμος Θεός με τις προσευχές του Αγίου, ώστε απλώθηκε παντού η φήμη του. Από μακρινά μέρη έρχονταν πολλοί για να ακούσουν τα μελίρρυτα λόγια του. Η βασίλισσα των Μαρκομάννων (Γερμανικός λαός) που πίστευε στα είδωλα, όταν άκουσε την ένθεη πολιτεία του, τον επισκέφθηκε και τόσο ευφράνθηκε από τα λόγια του, ώστε πίστεψε στον Χριστό. Ο Άγιος την βάπτισε, της έδωσε γραπτώς την ορθόδοξη πίστη και την δίδαξε πώς να ζει για την σωτηρία της. Την παρακάλεσε ακόμα να μην αφήσει τον άνδρα της ποτέ να επιτεθεί εναντίον των Ρωμαίων. Ήλθε όμως η ώρα να πάει στον ποθούμενο Χριστό. Αρρώστησε και έμεινε στο κρεββάτι. Ο Στηλίχων, ο ηγεμόνας, αφού άκουσε ότι πέθανε ο Αμβρόσιος λυπήθηκε πολύ και έλεγε ότι ο θάνατός του θα ήταν απώλεια ολόκληρης της Ιταλίας. Έστειλε ανθρώπους να πουν στον Άγιο να παρακαλέσει τον Θεό να του δώσει ακόμη λίγη ζωή για το συμφέρο του λαού, αυτός όμως αρνήθηκε λέγοντας ότι όταν ο Κύριος ορίσει να τον πάρει θα παραδώσει το πνεύμα του ευχαριστώντας και δοξάζοντάς Τον. Κοντά στο κελλί του Αγίου, δύο διάκονοι συνομιλούσαν μυστικά και απορούσαν ποιος θα γίνει επίσκοπος μετά το τέλος του Αγίου.
Όταν ο ένας διατύπωσε την γνώμη,
ότι κάποιος Συμπλίκιος, ηγούμενος ενός μοναστηριού θα τον διαδεχθεί,
ο ετοιμοθάνατος Αμβρόσιος γνωρίζοντας από το Άγιο Πνεύμα τα λεγόμενα,
αποκρίθηκε δυνατά λέγοντας:
''Καλός είναι ο Συμπλίκιος, αλλά έχει γεράσει''.
Οι διάκονοι έμειναν έκπληκτοι και το είπαν στον λαό και έτσι εψήφισαν τον Συμπλίκιο Αρχιερέα.
Ο Άγιος προσευχόμενος παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του Θεού στις 4 Απριλίου του 397,
παραμονή του Πάσχα.
Αλλά επειδή τα περισσότερα χρόνια συμπίπτει με την Ανάσταση ή τη Μεγάλη Εβδομάδα,
η Εκκλησία μας γιορτάζει την μνήμη του στις 7 Δεκεμβρίου, που χειροτονήθηκε Επίσκοπος.
Απόσπασμα εκ του Ιστολογίου ''Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου''.
Τίτλος, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου