ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2021

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΝΕΟΝ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑ ΙΩΣΗΦ ΤΟΝ ΕΚ ΔΕΣΦΙΝΗΣ



 

ΛΟΓΟΣ

Εἰς τὸν Ἅγιον Νέον Ἱερομάρτυρα Ἰωσὴφ τὸν ἐκ Δεσφίνης

ἐκφωνηθεὶς κατὰ τὸν Α' ἐπίσημον ἑορτασμὸν τῆς μνήμης αὐτοῦ
ὑπὸ τοῦ Θεοφ. Ἐπισκόπου Μαραθῶνος κ. Φωτίου
Ἱερὸς Ναὸς Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου Δάφνης Ἀθηνῶν
[Τρίτη, 22-7/4-8-2015]



Μακαριώτατε,
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Τίμιον Πρεσβυτέριον,
Λαὲ τοῦ Θεοῦ περιούσιε,




«Πάντες δὲ οἱ θέλοντες ζῆν εὐσεβῶς ἐν Χριστῶ Ἰησοῦ διωχθήσονται»
(Τιμοθ. Γ' Τιμοθ 12).




ν τὸ προηγούμενο ἀξίωμα ἰσχύει δι' ἅπαντας τοὺς πιστούς, πολὺ δὲ περισσότερον ἰσχύει διὰ τοὺς Ἁγίους, τοὺς εὐαρεστήσαντας τὸν Θεὸν καὶ γενομένους τύπος καὶ ὑποδείγματα δι' ἡμᾶς.


λλὰ ποῖος θεωρεῖται Ἅγιος ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας; Αὐτὰ τὰ ὁποῖα θεωροῦνται κατὰ γενικὴν παραδοχὴν ὡς γνωρίσματα ἢ κριτήρια ἁγιότητος εἶναι: α) τὸ Ἱερὸ Βάπτισμα, β) τὸ ὀρθόδοξον φρόνημα, γ) ὁ ἐνάρετος βίος, δ) αἱ ἐξαιρετικαὶ ὑπηρεσίαι καὶ ἡ προσφορὰ πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, ε) ἡ θαυματουργία, στ) τὰ Ἱερὰ Λείψανα.


Αὐτὰ ἠμποροῦν νὰ θεωρηθοῦν ὡς τὰ γνωρίσματα ἢ κριτήρια γιὰ νὰ εἶναι κάποιος Ἅγιος. Ἀλλὰ τὸ τεκμήριον τῆς ἁγιότητος εἶναι ἡ θέωσις τοῦ προσώπου. Νὰ ἔχῃ δηλαδὴ ὁ Ἅγιος ἰδῇ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἔχῃ γνωρίσει τὰ μυστήρια περὶ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν (Βλ. Εἰσήγησιν Θεοφ. Ἐπισκόπου Χριστανουπόλεως κ. Γρηγορίου Περὶ τῶν Κριτηρίων Ἁγιότητος).


ναφορικῶς ὡς πρὸς τὸν τρόπον διὰ τοῦ ὁποίου ἀναγνωρίζεται κάποιος ὡς Ἅγιος, πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι δὲν μετρᾶ τόσον ἡ Συνοδικὴ ἀπόφασις, ἀλλὰ ἡ συνείδησις τοῦ πληρώματος τῶν πιστῶν τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, περὶ τῆς ἁγιότητος κάποιου πιστοῦ μέλους Της. Ἡ Σύνοδος ἔρχεται νὰ διαπιστώσῃ τὸ γεγονὸς τοῦτο ἐκ τῶν ὑστέρων. Πρέπει δὲ νὰ ἐπισημανθῇ ὅτι εἰς τὴν περίπτωσιν ταύτην, ἡ ἁγιότης ἀναγνωρίζεται ὑπὸ τῶν Ἀρχιερέων μὲ βάσιν τὴν φανέρωσιν αὐτῆς ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν Θεόν, μέσῳ τῆς διενεργείας αὐθεντικῶν θαυμάτων εἰς τὸ πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας.


Εἰδικῶς, ὅμως, διὰ τὴν τιμὴν τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, οὔτε τὰ προαναφερθέντα κριτήρια θεωροῦνται ἀναγκαῖα, ὅπως ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης παρατηρεῖ: «τῶν μαρτύρων τὰ λείψανα προσκυνοῦνται ὡς ἅγια καὶ χωρὶς θαυμάτων καὶ εὐωδίας, μὲ τὸ νὰ γίνεται φανερὸν εἰς ὅλους διὰ τῆς ἐμπράκτου ἀποδείξεως τοῦ μαρτυρίου, ἡ εἰς Θεὸν τελεία πίστις καὶ τελεία ἀγάπη αὐτῶν». Ἀρκεῖ βεβαίως τὸ μαρτύριον νὰ γίνεται ὄντως διὰ τὸν Χριστὸν καὶ ὄχι χάριν ἑτέρου ἰδανικοῦ, ἐθνικοῦ ἢ φιλοσοφικοῦ ἢ οἱουδήποτε ἄλλου.


Ἱερὰ Σύνοδος τότε καὶ ἄνευ θαυμάτων ἢ μυροβλυσίας, ἁπλῶς διακηρύσσει δημοσίως τὴν ἁγιότητα τοῦ Μάρτυρος. Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος ἀναφέρει: «... ἢ ποῦ ἠκούσθη εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ οἱ Θεῖοι Μάρτυρες νὰ καρτεροῦν τὴν ἐπίγειον κρίσιν νὰ κυρώσῃ τὸ μαρτύριόν τους, καὶ νὰ βεβαιώσῃ ἐκείνους, ὅπου ἤδη ἐσφράγισαν τὸ τέλος τους μὲ τὴν ὁμολογίαν τῆς θείας πίστεως, καὶ τοὺς ὁποίους εὐθὺς ἐν τῷ ἅμα ὁ ἀγωνοθέτης Χριστὸς ἄνωθεν ἐστεφάνωσεν»; Τοῦτο μόνον εἶναι ἐξεταστέον ἐν προκειμένῳ, ἐὰν τὸ μαρτύριον ἐγένετο ὄντος ὑπὲρ Χριστοῦ καὶ ὄχι δι' ἄλλην αἰτίαν.


Εἰς τὴν περίπτωσιν τοῦ σήμερον τιμωμένου Ἁγίου, ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης τῆς Ἐκκλησίας μας Πενταπόλεως κυρὸς Καλλιόπιος εἰς τὸν Η´ Τόμον τῶν ΠΑΤΡΙΩΝ συνέλεξε ἄφθονον ὑλικὸν παρὰ ἀξιοπίστων μαρτύρων περὶ τοῦ βίου καὶ τοῦ μαρτυρίου του, καὶ ἐκ τῶν στοιχείων τούτων σταχυολογοῦμεν τὰ κάτωθι.


π. Ἰωσήφ, κατὰ κόσμον Ἰωάννης Ἀντωνίου τοῦ Νικολάου καὶ τῆς Εὐθυμίας, ἐγεννήθη εἰς τὴν κωμόπολιν Δεσφίναν τῆς Ἐπαρχίας Παρνασσίδος τοῦ Νομοῦ Φωκίδος τὸ ἔτος 1900. Ἐγεννήθη, ἐβαπτίσθη καὶ ἀνετράφη ὡς εὐσεβὴς Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς καὶ ἐκ νεαρᾶς ἡλικίας ἠκολούθησε τὸν Μοναχικὸν βίον καὶ ἐχειροτονήθη Ἱερεὺς (1925).


πὸ τὸ ἔτος 1933, ὁ Ἱερομόναχος Ἰωσὴφ ἐνετάγη εἰς τὸν Ἱερὸν Κλῆρον τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος, ἀποκηρύξας τὴν Καινοτομίαν τοῦ Νέου Ἡμερολογίου. Τὸ 1934 ἀνέλαβε νὰ ἱερουργῇ εἰς τὸν Ἱερὸν Ναὸν Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ἀετοῦ Καρυστίας καὶ τὸ αὐτὸν ἔτος καθηρέθη ὑπὸ τῶν σχισματικῶν ἀρχιερέων «ἐπὶ παλαιοημερολογιτισμῷ».


Τὰ Θεοφάνεια τοῦ 1935 ὠργάνωσε πάνδημον τελετὴν καταδύσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μὲ τὴν συμμετοχὴν τῶν πιστῶν ὅλων τῶν χωρίων τῆς περιοχῆς (τὰ ὁποῖα ἠκολούθουν τὸ Πάτριον Ἑορτολόγιον) εἰς τὸν κεντρικὸν λιμένα τῆς Καρύστου, ἐκφωνήσας πύρινον λόγον κατὰ τῆς Καινοτομίας τοῦ Παπικοῦ ἑορτολογίου. Τὸ ἔτος 1938 συνελήφθη, ἐφυλακίσθη, ἀπεσχηματίσθη καὶ ἐξυρίσθη βιαίως ἀπὸ τὰ ἀστυνομικὰ ὄργανα.


Περὶ τοῦ ἐναρέτου βίου τοῦ ἀοιδίμου π. Ἰωσήφ μαρτυροῦν ὅσοι τὸν εἶχον γνωρίσει. Ἐτήρη αὐστηρῶς τὰ νηστείας, ἐτέλει συχνότατα Ἀγρυπνίας καὶ ἀνελλιπῶς τὰς ἱερὰς Ἀκολουθίας πρωΐ-βράδυ εἰς τοὺς Ναοὺς τοὺς ὁποίους ὑπηρέτει, ἐνῶ ἐλειτούργει προσηλωμένος εἰς τὸ μυστήριον. Ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κυρὸς Χρυσόστομος ἐδιηγεῖτο ὅτι ἐπαρατήρει τοῦτον νὰ ἱερουργῇ καὶ τὸν εἶχε χαρακτηρίσει «ἐπίγειον Ἄγγελον».


μακαριστὸς Μητροπολίτης Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος κυρὸς Γερόντιος καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἐδιηγοῦντο περὶ τῶν ἀρετῶν τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς φιλοξενίας, αἱ ὁποῖαι τὸν διέκρινον. Κατὰ τὴν περίοδον τῆς Γερμανικῆς Κατοχῆς διένειμεν ἅπαντα τὰ τρόφιμα, τὰ ὁποῖα ἔδιδον εἰς αὐτὸν οἱ πιστοί.


μακαριστὸς Πρωτοπρεσβύτερος π. Σπυρίδων Μπαχταλιᾶς εἶχε φιλοξενήσει τὸν π. Ἰωσὴφ εἰς τὸν οἶκον του εἰς τὸ Ζευγολατειὸν Κορινθίας καὶ ἐδιηγιεῖτο τὴν θαυματουργὸν ἴασιν τοῦ υἱοῦ του Δημητρίου ὑπὸ τοῦ π. Ἰωσήφ. Ἕτεροι δὲ διηγοῦνται προρρήσεις τοῦ ἰδίου, αἱ ὁποῖαι ἐξεπληρώθησαν ἐπακριβῶς.


Τὴν περίοδον τῆς Κατοχῆς, ὁ π. Ἰωσὴφ ἐδραστηριοποιεῖτο εἰς χωρία τῆς ὀρεινῆς Κορινθίας, τὰ ὁποῖα ἦσαν ὑπὸ τῶν ἔλεγχον τῶν Κομμουνιστῶν ἀνταρτῶν. Κατὰ τὸ ἔτος 1944, ὅτε διεφένετο ἡ ἧττα τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονος, αἱ ἀνταρτικαὶ ὀργανώσεις ἡτοιμάζοντο διὰ τὴν διάδοχον κατάστασιν. Εἰς τὴν ὀρεινὴν Κορινθίαν αἱ ἀνταρτικαὶ ὀργανώσεις ἤρχισαν νὰ ἐπιδίδωνται εἰς μεγάλον βαθμὸν εἰς ἀδελφοκτόνον τακτικήν, ἐκτελοῦντες τοὺς κατ' αὐτοὺς θεωρουμένους ὡς ἀντιφρονοῦντας ἀδελφοὺς Ἕλληνας.


Συνεπῶς, ὁ πληθυσμὸς τῆς ὀρεινῆς Κορινθίας ἐθρήνει διπλῶς τὰ ἡμέρας ἐκείνας, διὰ τὰς ἐκτελέσεις ἀθώων ἐκ μέρους τόσον τῶν Γερμανῶν, ὅσον καὶ τῶν ἀνταρτῶν. Ὁ π. Ἰωσὴφ ἐθεώρησε καθῆκον του νὰ μὴ σιωπήσῃ, ἀλλὰ νὰ στηλιτεύσῃ ἀπ' ἄμβωνος τὴν ἀδελφοκτόνον τακτικὴν ἐκ μέρους τῶν ἀθέων ἀνταρτῶν. Ἐκάλει τούτους εἰς μετάνοιαν καὶ ἐπιστροφὴν εἰς τὴν πατρώαν πίστιν. Ἐκ τούτου, οἱ ἀντάρται ἀπεφάσισαν τὴν θανατικήν του καταδίκην.


ἴδιος ὁ π. Ἰωσήφ, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι παρόντες εἰς Λειτουργίαν τινὰ ἕνα μῆνα πρὸ τοῦ θανάτου, ἐδιηγοῦντο τὴν εἴσοδον εἰς τὸν Ναὸν ἑνὸς ἀγνώστου σεβασμίου λευκογενείου Γέροντος, ὅστις μετὰ τὸ πέρας τῆς λειτουργίας προεῖπεν εἰς αὐτὸν περὶ τοῦ μαρτυρικοῦ του θανάτου.


π. Ἰωσὴφ συνελήφθη, ἐβασανίσθη καὶ ἐσφαγιάσθη ὑπὸ τῶν κομμουνιστῶν ἀνταρτῶν, τὴν 22αν τοῦ μηνὸς Ἰουλίου, οἵτινες ἔθαψαν προχείρως τὸ σῶμα του πλησίον τοῦ τόπου τῆς ἐκτελέσεως ἔξω τοῦ χωρίου Παναρίτη τῆς ὀρεινῆς Κορινθίας. Ἐπὶ τοῦ σημείου τοῦ μαρτυρίου του ἐπὶ πολλὰς νύκτας ἐνεφανίζετο ἓν φῶς ὡς φλὸξ κανδηλίου.


Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν, οἱ οἰκεῖοι του ἀνεζήτουν τὸ σημεῖον ταφῆς διὰ νὰ λάβουν τὸ Λείψανον μετ' αὐτῶν καὶ δὲν ἠδύνατο νὰ εὕρουν τοῦτο, ἕως ὅτου τὸ ὀνάριον [γαϊδουράκι] τοῦ π. Ἰωσήφ, τὸ ὁποῖον ἦτο μετ' αὐτῶν, ἐστάθη εἰς ἓν σημεῖον, κροῦον τὸ ἔδαφος διὰ τοῦ ἐμπροσθίου του ποδὸς καὶ κινοῦν τὰ ὦτα, ὑπέδειξε -τρόπον τινὰ- εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὸν τόπον διὰ νὰ σκάψουν.


Καὶ ὄντως ἐκεῖ εὑρέθη τὸ Λείψανον τοῦ π. Ἰωσὴφ μετὰ τῆς καλογηρικῆς ζώνης, ἐκ τῆς ὁποίας καὶ ἀνεγνωρίσθη. Τὸ Λείψανον ἦτο εὐωδιάζον. Ἡ εὐωδία τοῦ Λειψάνου διετηρήθη καὶ μετὰ ταῦτα, ὅπως μαρτυρεῖ καὶ ἐξ ἰδίας πείρας ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης κυρὸς Καλλιόπιος. Ὁ ἀείμνηστος π. Ἰωσὴφ ἐξεπλήρωσε ἐπακριβῶς τὸ λόγιον:


«ως θανάτου ἀγώνισαι περὶ τῆς ἀληθείας» (Σ. Σειρ. Δ´ 28). Ἐλάλησε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἤλεγξε τοὺς ἀδελφοκτόνους, ὅπως ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἤλεγξε τὸν παρανομοῦντα Βασιλέα. Τὸ μαρτύριόν του δὲν ἐγένετο χάριν τῆς πολιτικῆς του τοποθετήσεως, διότι ὁ π. Ἰωσὴφ κατὰ τὰ δύο πρῶτα ἔτη τῆς Κατοχῆς, ὅσον οἱ ἀντάρται ἐμάχοντο κατὰ τοῦ βαρβάρου κατακτητοῦ, δὲν ὡμίλει ἐναντίον των.


Τοὺς ἤλεγξεν ὅταν ἐστράφησαν κατὰ τῶν ἀντιφρονούντων ἀδελφῶν των Ἑλλήνων: Ἱερέων, Διδασκάλων καὶ χωρικῶν. Ἤλεγξε τὴν ἀδελφοκτονίαν καὶ ἐκάλει τοὺς ἀντάρτας εἰς μετάνοιαν καὶ διὰ τοῦτο ἐθανατώθη. Ἐάν, βλέπων τὸ συντελούμενον ἔγκλημα, ἐσιώπα ἐκ φόβου, ἤθελε σώσει τὴν ζωήν του. Τοιουτοτρόπως, ἐμιμήθη τὸν Τίμιον Πρόδρομον καὶ ἐγένετο Μάρτυς. Ἀπόδειξις δὲ τῆς εὐαρεσκείας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς γνησιότητος τοῦ μαρτυρίου του ὑπῆρξαν τὰ ἐπακολουθήσαντα Θαύματα τῆς ἐμφανίσεως τοῦ θείου Φωτὸς εἰς τὸν τόπον τῆς ταφῆς, τῆς θαυματουργικῆς εὑρέσεως τῶν Λειψάνων καὶ τῆς εὐωδίας τούτων.


κ τῶν προηγουμένων, ἀπεδείχθη ὅτι ὁ ἀοίδιμος π. Ἰωσὴφ ὁ ἐκ Δεσφίνης, ἐμαρτύρησεν ὄντως ὑπὲρ τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως. Τοῦτο μόνον ἀρκεῖ διὰ τὴν ἀναγνώρισιν τῆς ἁγιότητός του. Ἔτι δὲ περισσότερον, ὅταν εἰς τὴν περίπτωσίν του ἐκπληροῦνται ἅπαντα τὰ γενικῶς θεωρούμενα κριτήρια ἁγιότητος, διότι ὁ π. Ἰωσήφ: α) ἐβαπτίσθη εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, β) εἶχεν ὀρθόδοξον φρόνημα, διὰ τὸ ὁποῖον καὶ ὑπέστη διώξεις, γ) ἔζησεν ἐνάρετον βίον, δ) προσέφερε τὰ μέγιστα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν διὰ τῆς δράσεώς του, ἀλλὰ κυρίως διὰ τῆς ὑψίστης προσφορᾶς τῆς ζωῆς του, ε) ἀναφέρονται μαρτυρίαι Θαυμάτων, τὰ ὁποῖα ἐτέλεσεν ἐν ζωῇ καὶ ς) τὰ ἱερὰ αὐτοῦ Λείψανα ἀποπνέουν θαυμαστὴν εὐωδίαν.


Ταῦτα πάντα ὡδήγησαν τὸν τότε Μητροπολίτην Ἀχαΐας καὶ πάσης Πελοποννήσου καὶ νῦν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Καλλίνικον νὰ ἐκδώσῃ τὴν 8ην Νοεμβρίου 1988 τὴν ἀπόφασιν, περὶ ἀναγραφῆς τοῦ ὀνόματος τοῦ π. Ἰωσὴφ εἰς τὸ Ἁγιολόγιον τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Πελοποννήσου.


ς ἐκ τούτου, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας κατὰ τὴν Συνεδρίαν τῆς 5ης /18ης Σεπτεμβρίου 2014, προέβη εἰς τὴν διαπίστωσιν τῆς ἁγιότητος τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Νέου Ἱερομάρτυρος Ἰωσήφ, προκειμένου σύσσωμος ἡ Ἐκκλησία μας νὰ τιμᾶ καὶ ἑορτάζῃ τοῦτον ἀξιοχρέως κατὰ τὴν 22αν Ἰουλίου ἑκάστου ἔτους, ὁμοῦ μετὰ τῆς Ἁγίας Μαγδαληνῆς τῆς Ἰσαποστόλου καὶ τῆς Ἁγίας Παρθενομάρτυρος Μαρκέλλης τῆς Χιοπολίτιδος.


Σήμερον, ἡμέραν τοῦ πρώτου ἐπισήμου ἑορτασμοῦ τοῦ Νέου Ἱερομάρτυρος Ἰωσήφ, ἂς παρακαλέσωμεν τοῦτον νὰ δέεται ὑπὲρ ἡμῶν. Ὑπὲρ τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ τῶν γνησίων Ὀρθοδόξων, νὰ ἔχουν ὑπομονὴν εἰς τὰς θλίψεις τοῦ βίου, ἀλλὰ καὶ τὰς διώξεις ἐκ μέρους τῶν κρατούντων, αἱ ὁποῖαι δὲν ἔπαυσαν. Νὰ πρεσβεύῃ καὶ ὑπὲρ τοῦ γένους ἡμῶν, ὥστε νὰ ἔλθῃ μὲν εἰς μετάνοιαν καὶ ἐπιστροφὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ νὰ προστατεύῃ ἡμᾶς ἐκ τῆς ὀλεθρίου διχονοίας καὶ ἀδελφομαχίας.


Ναί, Ἅγιε Ἱερομάρτυς Ἰωσήφ, πρέσβευε ὑπὲρ πάντων ἡμῶν. Ἀμήν!



Εκ του επισήμου ιστοτόπου της 

Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF