ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2021

ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ: ''ΧΕΙΡΑΓΩΓΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ'' (ΜΕΡΟΣ 8ον)

 



Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου (1815 - 1894),
<<Χειραγωγία στην Πνευματική Ζωή>>,
(αποσπάσματα επιστολών),
έκδοση της Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Μήλεσι Αττικής,
έκδοση δωδεκάτη, Απρίλιος 2019, σελ. 55-61.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.





 Εισαγωγικό σημείωμα


Ο Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος, μεγάλος Ρώσος ιεράρχης και συγγραφέας του 19ου αιώνα, είναι ήδη γνωστός στο ελληνορθόδοξο αναγνωστικό κοινό από τις ομιλίες του <<ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΑΔΕΛΦΕΣ ΜΟΝΑΧΕΣ>> και από το <<ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ>> του, δύο παλαιότερες εκδόσεις μας, του 1979 και του 1984 αντίστοιχα, με επανειλημμένες ανατυπώσεις μέχρι σήμερα. Ο αναγνώστης μπορεί να βρει σ' αυτές εκτενές βιογραφικό σημείωμα του οσίου. Έτσι περιοριζόμαστε εδώ μόνο σ' ένα σκιαγράφημα της ζωής του. Γεννήθηκε το 1815 σ' ένα χωριό της επαρχίας Ορλώφ. Σπούδασε στο Εκκλησιαστικό Σεμινάριο της γενέτειράς του και στη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου. Αμέσως μετά την αποφοίτησή του, το 1841, μοναχός ήδη, χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος. Δίδαξε σε διάφορες εκκλησιαστικές σχολές. Το 1857 έγινε πρύτανης της Θεολογικής Ακαδημίας της Πετρουπόλεως. Στα 44 χρόνια του χειροτονήθηκε επίσκοπος Ταμπώφ. Αργότερα καταστάθηκε στην επαρχία Βλαδιμίρ. Ως ποιμενάρχης εργάστηκε με περισσό ζήλο για την εποικοδομή και τη σωτηρία των ψυχών που του εμπιστεύθηκε ο Θεός. Έγραψε πολλά πνευματικά και ερμηνευτικά έργα. Μετέφρασε στα ρωσικά τη Φιλοκαλία, με σημαντικές προσθαφαιρέσεις. Το 1866,ύστερ' από είκοσι πέντε χρόνια καρποφόρας εκκλησιαστικής διακονίας, παραιτήθηκε από την επισκοπική του έδρα για να ζήσει ασκητικά. Κλείστηκε σ' ένα κελλί, στην έρημο Βισένσκ -γι' αυτό επονομάστηκε Βισένσκυ-, και διέμεινε εκεί ως την οσιακή κοίμησή του, το 1894. Περίπου έναν αιώνα αργότερα, το 1988, διακηρύχθηκε επίσημα η αγιότητά του από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ρωσίας. Στο διάστημα του εικοσιπεντάχρονου εγκλεισμού του, ο ασκητής ιεράρχης ασχολήθηκε συστηματικά με την εποικοδομητική επιστολογραφία. Καθημερινά έφταναν στο κελλί του από είκοσι μέχρι σαράντα γράμματα, από διάφορα πρόσωπα και με διάφορα ερωτήματα. Συνήθως απαντούσε σε όλα. Έτσι, ως την εκδημία του, έγραψε χιλιάδες επιστολές πάνω σε θέματα χριστιανικής πίστεως και ζωής, πολλές από τις οποίες εκδόθηκαν σε τόμους όσο ακόμα ζούσε. Διακρίνονται για την απλότητα και την αμεσότητά τους, αλλά και για το ορθόδοξο ήθος, το εκκλησιαστικό φρόνημα, την πατερική διάκριση, την αγιογραφική θεμελίωσή τους. Το βιβλίο τούτο είναι ένα ακόμη ανθολόγημα επιστολικών παραινέσεων του οσίου Θεοφάνους, που αναφέρονται σε προβλήματα του εσωτερικού αγώνα και του καθημερινού βίου των πιστών, στρέφονται δηλαδή, άμεσα ή έμμεσα, γύρω από την πνευματική ζωή, στην οποία χειραγωγούν τον αναγνώστη δίχως σύστημα και μέθοδο, ελεύθερα, φυσικά και ζωντανά. <<Ζήστε πνευματικά>>, έγραφε ο άγιος επίσκοπος σε μια χριστιανή του καιρού του. Με την ίδια φιλάδελφη προτροπή παραδίνουμε τον μικρό τούτο θησαυρό των σοφών συμβουλών του στα χέρια των χριστιανών του καιρού μας -όσων εγκάρδια ποθούν <<περπατήσαι αξίως του Κυρίου εις πάσαν αρέσκειαν, εν παντί έργω αγαθώ καρποφορούντες και αυξανόμενοι εις την επίγνωσιν του Θεού>> (Κολ. 1:10).



ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ





Ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )




Πότε είναι ευάρεστη στο Θεό η προσευχή μας. Θυμηθείτε ότι η προσευχή δεν είναι λόγια και μετάνοιες, αλλά προσήλωση του νου και της καρδιάς στο Θεό. Είναι δυνατό να διαβάσετε όλες τις τακτές ακολουθίες της ημέρας και να εκτελέσετε όλες τις καθορισμένες μετάνοιες, αλλά η επαφή σας με το Θεό να είναι είτε εντελώς ανύπαρκτη είτε ασήμαντη, με το νου σκορπισμένο και την καρδιά κρύα. Έτσι κάνετε τον κανόνα σας, όχι όμως προσευχή.


Μια τέτοια <<προσευχή>> είναι εφάμαρτη. Ο Κύριος να μας φυλάξει! Με φόβο και τρόμο πρέπει να επιτελούμε τα έργα του Θεού –αυτό να το θυμάστε πάντα. Με κάθε τρόπο και μ' όλη σας τη δύναμη προσπαθήστε να έχετε το νου σας στα λόγια της προσευχής ή, όπως λέει ο όσιος Ιωάννης ο Σιναίτης, να κλείνετε το νου σας μέσα στα λόγια της προσευχής. Τη στιγμή που αρχίζετε να προσεύχεστε, πρέπει όλη σας η προσοχή να είναι συγκεντρωμένη στο Θεό και να μην απομακρύνεται απ' Αυτόν... <<Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον>> (Ψαλμ. 50:19).


Τότε μόνο να θεωρήσετε ότι προσευχηθήκατε καλά, όταν, τελειώνοντας, η ψυχή σας δονείται από συντριβή και αυτομεμψία. Στη διάρκεια της ημέρας προσπαθήστε, με την αδιάλειπτη προσευχή, να βρίσκεστε νοερά ενώπιον του Κυρίου κάθε στιγμή, όπως βρίσκονται οι άγγελοι. Εκείνοι Του προσφέρουν την ακατάπαυστη δοξολογία. Εμείς ας Του προσφέρουμε τη μετάνοιά μας. Πότε εισακούεται από το Θεό η προσευχή μας. Να πώς πρέπει να ζητάς κάτι από το Θεό: <<Κύριε, Εσύ βλέπεις ότι χρειάζομαι το τάδε πράγμα ή ότι υποφέρω από τη δείνα συμφορά. Βοήθησέ με, όπως ξέρεις και όπως θέλεις! Γενηθήτω το θέλημά Σου...>>.


Μ' αυτή την εσωτερική τοποθέτηση, να προσεύχεσαι πολύ. Όχι μιά φορά, έστω και παρατεταμένα, ούτε για μια μέρα μόνο, αλλά για εβδομάδες, μήνες, χρόνια... Όλο να ικετεύεις, όλο να κραυγάζεις: <<Κύριε, βοήθησέ με! Κύριε, λύτρωσέ με! Ωστόσο, ας μη γίνει ό,τι θέλω εγώ, μα ό,τι θέλεις Εσύ>>. Αυτό ακριβώς έλεγε και ο Χριστός στη Γεθσημανή, όταν προσευχόταν στον Πατέρα Του. Και η χήρα της ευαγγελικής παραβολής βρήκε τελικά το δίκιο της από τον άδικο εκείνο δικαστή, μόνο και μόνο επειδή δεν κουράστηκε να τον παρακαλάει για πολύν καιρό.


Κάποιος σοφός είπε το λόγο τούτο: <<Πρέπει να γίνεις φορτικός στο Θεό και στους αγίους Του!>>. Η δύναμη της προσευχής. Η δύναμη της προσευχής βρίσκεται όχι στον εξωτερικό τύπο της, αλλά στο περιεχόμενο, στο πνεύμα της. Προσπαθείτε να βιώσετε την προσευχή. Αυτό ακριβώς είναι που χρειάζεται. Κάποιος από τους πατέρες λέει, πως, όταν προσευχόμαστε, πρέπει να αισθανόμαστε όπως οι υπόδικοι μπροστά στο δικαστή. Ρώτησε κάποιος έναν ασκητή: <<Πώς να στέκομαι στην προσευχή;>>. Κι εκείνος αποκρίθηκε: <<Να στέκεσαι σαν σε κριτήριο, με το βλέμμα σου προσηλωμένο στα χείλη του Κυρίου, που την επόμενη κιόλας στιγμή -έτσι να πιστεύεις- θα προφέρουν την τελευταία απόφαση για σένα: <<Έλα κοντά μου!>> ή <<Φύγε μακριά μου!>>. Και να κραυγάζεις: <<Κύριε, ελέησον!>>.


Νομίζω, ακόμα, πως η ευχή του Ιησού είναι η καλύτερη και δυνατότερη προσευχή για κάθε περίσταση, μόνο που πρέπει να τη λέμε όχι μηχανικά, δίχως συναίσθηση, αλλά με συμμετοχή του νου και της καρδιάς. Η ουσία της προσευχής. Η προσευχή στην ουσία της είναι νοερή παράσταση ενώπιον του Κυρίου μέσα στην καρδιά και επίκληση του πανάγιου ονόματός Του με ευχαριστία, δοξολογία, ικεσία, συντριβή, φόβο, ελπίδα και οποιοδήποτε άλλο αίσθημα, που αναφέρεται στον Κύριο. Αν δέν υπάρχει τέτοιο αίσθημα, δεν υπάρχει ουσιαστική προσευχή. Απ' όλα, πάντως, το πιο ταιριαστό στην προσευχή είναι η συντριβή. <<Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ούκ εξουδενώσει>> (Ψαλμ. 50:19).


Η συντριβή γεννιέται από το φόβο του Θεού, κι αυτός πάλι από τη μνήμη του θανάτου και της τελικής Κρίσεως. Κάθε φορά, λοιπόν, που αρχίζετε να προσεύχεστε, είτε στο σπίτι είτε στην εκκλησία, να ανακαινίζετε μέσα σας το φόβο του Θεού και τη συντριβή. Να καταβάλλετε κάθε προσπάθεια, ώστε να διατηρείτε ζωντανά αυτά τα αισθήματα στην καρδιά σας ως το τέλος της προσευχής, αλλά και αργότερα, μ' ό,τι κι αν ασχολείστε. Ο καρπός της προσευχής. Πολύ καλά κάνει ο μοναχός Χ. της μονής Π., που επαναλαμβάνει ακατάπαυστα την ευχή του Ιησού.


Θυμάται όμως, άραγε, ότι δεν πρέπει να επιδιώκει τόσο τα πολλά λόγια, τις πολυάριθμες ευχές, όσο την αδιάλειπτη μνήμη του Θεού; Καλή είναι η πολλή προσευχή ως αντίδοτο στην πνευματική ραθυμία, αλλά το πιο βασικό είναι να έχουμε συνάμα διανοήματα και αισθήματα άγια.


Ο κατεξοχήν καρπός της προσευχής είναι όχι η θερμότητα και η γλυκύτητα, που ίσως να οφείλονται και σε πλάνη, αλλά ο φόβος του Θεού και η συντριβή. Αυτά τα αισθήματα πρέπει να τα διατηρούμε πάντα ζωηρά μέσα μας. Γιατί ο Κύριος δεν εκπληρώνει πάντοτε τα αιτήματα μας. Η προσευχή ποτέ δεν πάει χαμένη, είτε ο Θεός μας εισακούει είτε όχι. Και φυσικό είναι να μη μας εισακούει πάντα, γιατί συχνά Του ζητάμε πράγματα άχρηστα και ανώφελα.


Και τότε όμως, εκτιμώντας τον κόπο της προσευχής μας, μας δίνει, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, κάτι άλλο, χρήσιμο και ωφέλιμο. Αυτός που σας είπε, <<Και τι κέρδισες ως τώρα από την προσευχή;>>, είναι ανόητος. Εμείς, όταν προσευχόμαστε, ζητάμε από το Θεό κάτι που θεωρούμε αγαθό. Αν, όμως, στην πραγματικότητα είναι ή θα αποβεί επιζήμιο –και αυτό το ξέρει ο Παντογνώστης-, τότε Εκείνος δεν εκπληρώνει το αίτημά μας. Μην εκπληρώνοντάς το, λοιπόν, μας ευεργετεί, γιατι αλλιώς θα παθαίναμε κακό, κακό που δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε.


Η ευχή του Ιησού και η σημασία της. Με την προσευχή, και μάλιστα την ευχή του Ιησού, σχετίζονται καμιά φορά διάφορες κινήσεις και αλλοιώσεις στο σώμα και στο πνεύμα μας, αλλά δεν υπάρχει λόγος να δίνουμε σημασία σ' αυτές. Στους περισσότερους ανθρώπους, πάντως, δεν συμβαίνει κάτι το ιδιαίτερο. Η προσευχή κυλά ήρεμα μ' όλη τη δύναμή της - ό,τι πιο καλό και ακίνδυνο! Ως νοερή παράσταση ενώπιον του Θεού μέσα στην καρδιά με ευχαριστία, δοξολογία, ικεσία και μετάνοια, η προσευχή είναι εντελώς πνευματική εργασία. Στην προσευχητική διαδικασία όλα είναι πνευματικά.


Ο φόβος του Θεού, δηλαδή η βαθύτατη ευλάβεια, είναι η ρίζα της προσευχής, από την οποία βλαστάνουν και η πίστη και η ελπίδα και η αγάπη και κάθε άλλο θείο αίσθημα. Σε μια δυναμική προσευχή, όλα αυτά τα αισθήματα βρίσκονται ζωηρά στην καρδιά. Διαβάστε τις προσευχές των αγίων, που έχουν φτάσει ως εμάς, εισχωρήστε στα βάθη των νοημάτων τους, και θα δείτε ότι ξεχειλίζουν από αγιοπνευματική χάρη. Ο θείος έρωτας των αγίων είναι που προσείλκυσε και έκλεισε τη χάρη μέσα στις προσευχές τους. Εμείς, διαβάζοντάς τες με προσοχή, επίγνωση και κατάνυξη, αποκτούμε όμοια με τη δική τους εσωτερική κατάσταση.


Και με τη συνεχή επανάληψη των προσευχών, καλλιεργείται μέσα μας η αδιάλειπτη <<εν Αγίω Πνεύματι>> προσευχή και εδραιώνεται μια αμετάπτωτη προσευχητική διάθεση. Από τις προσευχές που μας παρέδωσαν οι άγιοι, η ευχή του Ιησού, το <<Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με>>, είναι η πιο εύχρηστη, λόγω της συντομίας της, και η πιο καρποφόρα, όταν επιτελείται αδιάλειπτα μέσα στην καρδιά.


Αλλά για να κατορθωθεί και να καρποφορήσει η ευχή του Ιησού –και να καρποφορήσει σημαίνει να εξορίσει από την καρδιά τα πάθη και τους δαίμονες και να εγκαταστήσει σ' αυτήν το Χριστό-, χρειάζεται πολύς καιρός και πολλή βία, δηλαδή εντατικός ψυχοσωματικός αγώνας. Με τη βία φτάνει ο άνθρωπος από τη μη καθαρή προσευχή, εκείνη που συμπλέκεται με τις εμπαθείς μνήμες και τούς λογισμούς- στην καθαρή και αρέμβαστη προσευχή.


Σ' αυτή την προσευχή, τη μόνη αληθινή, ο νους, παραμένοντας μέσα στην καρδιά, είναι προσκολλημένος αποκλειστικά στον Θεό, αφού κατόρθωσε ν' απαλλαγεί από κάθε περισπασμό. Οι μικρές προσευχές, οι λιγόλογες και περιεκτικές, βοηθούν πολύ το νου να συγκεντρωθεί, γι' αυτό οι άγιοι πατέρες συνήθιζαν να τις επαναλαμβάνουν αδιάλειπτα. Με τη συνεχή επανάληψη ανάγκαζαν το νου τους να παραμένει δεμένος με το όνομα του Κυρίου και σκόρπιζαν όλους τούς λογισμούς.


Οι μικρές αυτές προσευχές ήταν διάφορες. Ο αββάς Κασσιανός μάς πληροφορεί, ότι στην Αίγυπτο χρησιμοποιούσαν τον ψαλμικό στίχο: <<Ο Θεός, εις την βοήθειάν μου πρόσχες: Κύριε, εις το βοήθησαί μοι σπεύσον>> (Ψαλμ. 69:2). Ο άγιος Ιωαννίκιος δοξολογούσε συνέχεια την Αγία Τριάδα: <<Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Αγιον. Τριάς Αγία, δόξα σοι>>. Και ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος γράφει για έναν ασκητή, που νύχτα-μέρα προσευχόταν με τούτα μόνο τα λόγια: <<Εγώ ως άνθρωπος ήμαρτον, συ δε ως Θεός συγχώρησον>>.


Αναμφίβολα θα υπήρχαν και πολλές άλλες σύντομες προσευχές. Τελικά, όμως, επικράτησε η ευχή του Ιησού, που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα από μοναχούς και λαϊκούς. Μεγάλη είναι η σπουδαιότητα της ευχής, γιατι, με τη σωστή άσκησή της, επιτυγχάνεται η επιστροφή του νου στην καρδιά -ή, μ' άλλα λόγια, η ενοποίηση της ουσίας του νου με την ενέργειά του, που διασκορπίζεται προς τα έξω μέσω των αισθητηρίων- και στη συνέχεια η ανάβασή του ως το Θεό.


Αν ο νους, μετά την ανάβασή του στο Θεό, παραμένει σταθερά σ' Αυτόν, αποκτά την αδιάλειπτη μνήμη Του. Στην πιστή καρδιά η μνήμη του Θεού συνοδεύεται φυσιολογικά από τα αισθήματα της ευσέβειας, της ευγνωμοσύνης, της ελπίδας, της απόλυτης εμπιστοσύνης στο θείο θέλημα και άλλα παρόμοια. Επειδή τα αισθήματα αυτά είναι πνευματικά, η ευχή του Ιησού, που γεννά και συγκρατεί τη μνήμη του Θεού, ονομάζεται πνευματική προσευχή. Όταν, όμως, δεν συνοδεύεται από πνευματικά αισθήματα, είναι απλά μια λογική προσευχή.


Η προσεκτική, καθαρή και αρέμβαστη ευχή γεννάει κάποια θερμότητα μέσα μας. Είναι η φωτιά που ανάβει ο Θεός στα χωράφια των καρδιών μας, κατακαίγοντας τα αγκάθια των παθών και των δαιμόνων και γεμίζοντάς τα με το Πνεύμα και τη χάρη Του. Μέσα σ' αυτή τη θερμότητα και την καθαρή προσευχή γεννιέται στην καρδιά ο θείος έρωτας για τον Ιησού. Βλέπετε, απ' όλες τις αρετές πιο πολύ η προσευχή εμπνέει στον άνθρωπο τον θείο έρωτα, επειδή φτερώνει το νου και τον ανεβάζει ως τον Θεό.

Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )




Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου (1815 - 1894),
<<Χειραγωγία στην Πνευματική Ζωή>>,
(αποσπάσματα επιστολών),
έκδοση της Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Μήλεσι Αττικής,
έκδοση δωδεκάτη, Απρίλιος 2019, σελ. 55-61.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF