ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2022

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ (2022)




Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου καὶ Εὺαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Ὁ Ἰωάννης ἦταν υἱὸς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστόλου Ἰακώβου. Ὄντας δὲ εὐσεβὴς καὶ ἀγαπῶντας τὸν Θεὸ ἀπὸ παιδί, μαθήτευε κοντὰ στὸν συνονόματό του, τὸν Τίμιο Πρόδρομο καὶ Βαπτιστὴ τοῦ Κυρίου.


Μετὰ τὴν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, ὁ Βαπτιστὴς Ἰωάννης ὑπέδειξε στοὺς μαθητές του Ἰωάννη καὶ Ἀνδρέα ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ «ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ». Ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες, ὁ Χριστὸς περπατῶντας κοντὰ στὴν λίμνη Γεννησαρέτ, εἶδε τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο μαζὶ μὲ τὸν πατέρα τους, Ζεβεδαῖο, καὶ εἶπε στοὺς δύο ἀδερφοὺς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν καὶ θὰ τοὺς ἔκανε ἀλιεῖς ἀνθρώπων.


κεῖνοι, ἀμέσως, ἄφησαν τὰ δίχτυα καὶ τὸν πατέρα τους καὶ ἔγιναν Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, μὴ λογιζόμενοι τίποτα τὸ ἐπίγειο ποὺ θὰ τοὺς κρατοῦσε μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο.


Ἰωάννης διακρίθηκε γιὰ τὴν ὑπακοή, τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ ἔδειχνε πρὸς τὸν Χριστό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνει ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Κυρίου μας. Γιὰ αὐτὸ μαζὶ μὲ τὸν ἀδερφό του καὶ τὸν Πέτρο ἀποτέλεσαν τὴν στενὴ τριάδα τῶν μαθητῶν ποὺ ἦταν κοντὰ σὲ σημαντικὲς στιγμὲς τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἡ Μεταμόρφωση στὸ Θαβώρ.


Τόση δὲ ἦταν ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν Κύριο, ὥστε ἐνῶ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι Μαθητὲς Τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει κατὰ τὴν Σταύρωσή Του, ὁ Ἰωάννης ἦταν κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό, ὅπου ἄκουσε τὸν Σταυρωμένο Κύριο νὰ τοῦ λέει: ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου, ἐννοῶντας τὴν Παναγία μας, στὴν ὁποῖα εἶπε: «ἰδοὺ ὁ ὑιός σου».


τσι, ὁ Ἰωάννης ἀναδείχθηκε υἱὸς τῆς Θεοτόκου καὶ ἀπὸ ἐκείνη τὴν ὥρα τὴν φρόντιζε καὶ τὴν πρόσεχε σὰν παιδί της, μέχρι τὴν κοίμησή της. Μετὰ τὴν Ἀνάσταση, ὁ Ἰωάννης περιόδευσε στὴν Μικρὰ Ἀσία ὅπου κήρυξε τὸν ἀληθινὸ Θεό. Μάλιστα, συνέγραψε καὶ τὸ τέταρτο κατὰ σειρὰν Εὐαγγέλιο, τρεῖς Καθολικὲς Ἐπιστολές, ὡς καὶ τὴν Ἀποκάλυψη. Τὴν τελευταία στὸ ἱερὸ νησὶ τῆς Πάτμου.


Χάρη στὴ Θεολογία ποὺ ἀνέπτυξε ὀνομάσθηκε Θεολόγος, ἐνῶ ἄν διαβάσει κανεὶς τὶς ἐπιστολές του, θὰ διακρίνει τὴν μεγάλη ἀγάπη ποὺ ἔθρεφε στὸν Θεὸ καὶ στὸν πλησίον. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἐπέμενε πολὺ στὴν ἀγάπη, διότι δίδασκε ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη. Ἑπομένως, ἄν μένουμε στὴν ἀγάπη, μένουμε στὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς εἶναι πάντα μαζί μας.


Σὲ αὐτὴ τὴν μεγάλη ἀρετὴ, στὸν πρῶτο ἀπὸ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ ἐστιάσω στὴν παροῦσα ὁμιλία. Ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ πρώτη καὶ μεγαλύτερη ἐντολὴ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, ἐνῶ ἡ δεύτερη ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον.


Κύριος γνωρίζει τὴν ἀδυναμία μας, γιὰ αὐτὸ καὶ χωρὶς περιπλοκές, δίχως νὰ μᾶς φορτώνει μὲ πλῆθος ἐντολῶν, ἀνοίγει σὲ ἑμᾶς διάπλατα τὴν θύρα τοῦ Παραδείσου μὲ μία προϋπόθεση μόνο, τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο.


λήψη καὶ ἡ μετάδοση ἀγάπης ἀποτελοῦν τὴν μεγαλύτερη ἀνάγκη τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἀπὸ τὴν βρεφικὴ ἡλικία, κατὰ τὴν ὁποία τὸ παιδὶ ἐπιθυμεῖ τὸ γλυκὸ χάδι τῆς μητέρας, ἕως τὰ βαθιὰ γεράματα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος περιμένει ἀπὸ τὰ ἀγαπημένα του πρόσωπα νὰ σταθοῦν δίπλα του καὶ νὰ τοῦ κρατοῦν ζεστὰ τὸ χέρι ἐκφράζοντας τὴν στήριξή τους. 


νάλογα μὲ τὸ μέγεθος ποὺ ἱκανοποιεῖται ἡ ἀνάγκη αὐτὴ τοῦ ἀνθρώπου, διαμορφώνεται καὶ ἡ πνευματική του ὑγεία. Ἄν στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου δεσπόζει ἡ καρδιακὴ ἀγάπη, ἐκεῖνος αἰσθάνεται διαρκῶς τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τὸν πλημμυρίζει μὲ χαρά. 


ντιθέτως, ἄν ἡ ἀγάπη ἀπουσιάζει, τότε ὁ ἄνθρωπος πεθαίνει, πεθαίνει ψυχικὰ πρὶν πεθάνει σωματικά. Στὴ σύγχρονη κοινωνία κυριαρχεῖ ἕνα «αἰσιόδοξο» γεγονός. Ὅλοι μιλοῦν γιὰ ἀγάπη, ἀπὸ τὰ διαφημιστικὰ μηνύματα καὶ τὸν ἐπικοινωνιακὸ λόγο κατὰ τὶς ἑορταστικὲς περιόδους, μέχρι τὴν μουσική.


Θὰ ἔλεγε κανεὶς πὼς μία τέτοια κοινωνία, ἡ ὁποία συνεχῶς λαμβάνει μηνύματα ἀγάπης, ὁδεύει μὲ βεβαιότητα στὴν εὐημερία. Δυστυχῶς, ὡστόσο, διαπιστώνεται τὸ ἀντίθετο, καθὼς ὁ κόσμος ἔχει δώσει στὴν ἀγάπη τὸν δικό του ὁρισμό.


δῆθεν προοδευτικὸς ἄνθρωπος τοῦ 21ου αἰῶνα, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἑμᾶς τοὺς Χριστιανούς, «ἀγαπᾶμε» μόνο ἐκείνους ποὺ μᾶς «ἀγαποῦν» καὶ ἱκανοποιοῦν τὶς ἐπιθυμίες μας.


Τὴν ὥρα ποὺ ὁ Σωτήρας μας ἀπὸ ἀγάπη πρὸς ἑμᾶς συκοφαντεῖται, ραπίζεται καὶ σταυρώνεται παραμένωντας σιωπηλός, ἑμεῖς ποὺ ἀρεσκόμαστε στοὺς τύπους τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, πολλὲς φορὲς δὲν ἀνεχόμαστε οὔτε τὸ ἀθέλητο σπρώξιμο ἀπὸ κάποιον συνάνθρωπό μας. Πόσο μακριὰ εἴμαστε ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Γλυκύτατου Διδασκάλου μας…


Ἀδελφοί μου,

Ἐνσαρκωμένη Ἀγάπη ἦρθε στὴ γῆ ὄχι γιὰ νὰ ὑπηρετηθεῖ, ἀλλὰ γιὰ νὰ δώσει τὴν ψυχή Του «λύτρον ἀντὶ πολλῶν». Τὸ ἴδιο ἐπιθυμεῖ καὶ γιὰ ἑμᾶς, τοὺς μαθητές Του.


Δὲν ὑπολογίζει τὴν ἐκ μέρους μας τυπικὴ ἀντιμετώπιση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, παρὰ μόνο τὴν καρδιακὴ καὶ οὐσιαστικὴ ἐπιθυμία μας νὰ ἀρέσουμε σὲ Ἐκεῖνον καὶ ὄχι στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων.


Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι ὅλος ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ στηρίζεται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο, ἡ ὁποία ἔχει τὴν δύναμη νὰ «καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν» κατὰ τὸν Πρωτοκορυφαῖο Πέτρο.


Γιὰ νὰ ἐκφράσουμε τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό, ὀφείλουμε νὰ ἀγαπήσουμε τὸν πλησίον μας σὰν τὸν ἑαυτό μας, διότι, ὅπως λέει ὁ σήμερα τιμώμενος Εὐαγγελιστὴς τῆς ἀγάπης: «ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν».


Τί, ὅμως, σημαίνει νὰ ἀγαπᾶμε τὸν ἑαυτό μας; Σημαίνει νὰ ἐργαζόμαστε μὲ ἀπόλυτη ἐπιμέλεια γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ μὴν μείνουμε ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ, γεγονὸς ποὺ δηλώνει ὅτι ὁρισμένες φορὲς ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε αὐστηροὶ στὸν ἑαυτό μας.


πως, λοιπόν, ἐπιθυμοῦμε τὴν δική μας σωτηρία θρέφοντας τὴν ψυχή μας μὲ λόγια πνευματικά, μὲ συμμετοχὴ στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν προσωπικὸ ἔλεγχο, ἔτσι πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ τὴν σωτηρία τοῦ ἀδελφοῦ μας∙ νὰ τὸν στηρίζουμε, νὰ τὸν νουθετοῦμε, ἀλλὰ καὶ καλοπροαίρετα νὰ τὸν ἐλέγχουμε ἄν παρουσιαστεῖ ἀνάγκη.


ναφέρθηκε παραπάνω ὅτι πολλὲς φορὲς «ἀγαπᾶμε» ἐπιλεκτικά. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ φανερώνει τὸ μέγεθος τῆς ἰδιοτέλειας καὶ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μας. Ὁ Χριστός, ἀπέναντι σὲ αὐτὴ τὴ δῆθεν ἀγάπη ποὺ βασίζεται στὸ συμφέρον, προβάλλει τὸ πιὸ ἐπαναστατικὸ κήρυγμα, αὐτὸ τῆς ἀγάπης πρὸς πάντας, φίλους καὶ ἐχθρούς.


ρθε γιὰ νὰ σηκώσει τὴν πόρνη, νὰ φωτίσει τὸν τελώνη, νὰ σώσει τὸν ληστή, νὰ ἀγκαλιάσει τὸν διώκτη, καὶ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶχαν παραβεῖ τὶς ἐντολές Του. Ἐκεῖνοι δέχθηκαν τὴν ἀγάπη Του καὶ ἔγιναν πιστοὶ Μαθητές Του.


ρθε, ἐπίσης, γιὰ νὰ σώσει καὶ αὐτοὺς τοὺς Φαρισαίους καὶ τοὺς Γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι, ἄν καὶ ὑποστήριζαν ὅτι ὑπηρετοῦσαν τὸν Θεό, ἐμπόδιζαν τὸ ἔργο Του καὶ Τὸν διέβαλλαν. Ἐκεῖνοι δὲν δέχθηκαν τὴν ἀγάπη Του, διότι ἔκριναν ἐξ ἰδίων τὰ ἀλλότρια.


Θεωροῦσαν ὅτι πίσω ἀπὸ ὁποιαδήποτε εὐεργεσία Του κρυβόταν ὁ δόλος, ἐπειδὴ ἀκριβῶς οἱ ἴδιοι ἦταν δόλιοι καὶ πονηροί. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς συμπεριφορᾶς τους ἦταν νὰ μὴν δοῦν ποτὲ τὸ Φῶς καὶ νὰ παραμείνουν στὸ σκοτάδι.


Ἀγαπητοί,

Χριστός εἶπε: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἑμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Ἄν θέλουμε νὰ εἴμαστε γνήσια τέκνα τοῦ Θεοῦ, μία εἶναι ἡ ὁδός∙ ἡ ὁδὸς τῆς ἀγάπης ποὺ ἔχει ὡς μέτρο τὸν Σταυρό, τὴν θυσία γιὰ τὸ καλὸ τοῦ ἄλλου, τὴν ἀπάρνηση τοῦ ἰδίου θελήματος.


ν βαδίζουμε σὲ αὐτὴ τὴν ὁδό, δὲν ἔχουμε νὰ φοβηθοῦμε τίποτα, διότι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον». Τί περιμένουμε, λοιπόν;Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἴνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν Ἰησοῦν Χριστόν, παθόντα καὶ ταφέντα καὶ ἐνδόξως ἀναστάντα, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.



Μετ’ εὐχῶν,


ὁ Ἐπίσκοπός σας,


† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος




Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF