ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2023

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: ΤΟ ΚΑΥΧΗΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ



«Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλ. 6,14).


κάθε ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, ἔχει μέσα του μιὰ μεγάλη κακία, τὴν ὑπερηφάνεια. Ἡ ὑπερηφάνεια δὲν κρύβεται. Ὅπως ὁ καπνὸς ὅπου καὶ νὰ εἶνε βγαίνει, ἔτσι καὶ ἡὑπερηφάνεια. Ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος φαίνεται ἀπὸ τὴ ματιά, ἀπὸ τὸ περπάτημα, ἀπὸτὸ ροῦχο του, ἀπ᾽ ὅλα. Φαίνεται προπαντὸς ἀπὸ τὴ γλῶσσα καὶ τὰ λόγια του. Δὲν θὰ πῇ ποτέ εὐχαριστῶ, δὲν θὰ πῇ «Δόξα σοι, ὁ Θεός». Αὐτὸς δοξολογεῖ ἕναν ἄλλο θεό, τὸν ἑαυτό του. Αὐτὸς εἶνε ὁ θεός του, τὸ εἴδωλότου. Καυχᾶται συνεχῶς γιὰ τὸν ἑαυτό του.


Γιὰ τί καυχᾶται; Γιὰ διάφορα πράγματα. Οἱπερισσότεροι καυχῶνται γιὰ τὰ λεφτὰ καὶ τὰ πλούτη τους, γιὰ τὰ χωράφια καὶ τὰ οἰκόπεδά τους, γιὰ τὰ αὐτοκίνητα καὶ τὰ καράβια τους,γιὰ τὶς μετοχὲς καὶ τὶς λίρες τους, γιὰ ὅλα ἐνγένει τὰ ὑλικὰ πράγματα. Ἄλλος καυχᾶται γιὰ τὰ μπράτσα, γιὰ τὴ δύναμί του, γιὰ τὴ ῥωμαλεότητά του, γιὰ τὴν ὑγεία του. Ὁ ἄλλος καυχᾶται γιὰ τὴν ὀμορφάδα του, ὁ ἄλλος γιὰτὴν εὐφυΐα καὶ τὴν ἐξυπνάδα του. Ὁ ἄλλος καυχᾶται γιὰ τὴν τέχνη ἢ γιὰ τὴν ἐπιστήμη καὶ τὴ σοφία του. Ὁ καθένας καυχᾶται γιὰ κάτι. Οἱ ἄνθρωποι καυχῶνται ἀκόμα καὶ γιὰ τοὺς δικούς των.


ἕνας γιὰ τὴ γυναῖκα του, ὁ ἄλλος γιὰ τὰ παιδιά του ἢ τὰ κορίτσια του, ὁ ἄλλος γιὰ τοὺς προγόνους του ὅτι κατάγεται τάχατες ἀπὸ μεγάλο τζάκι. Ὁ ἄλλος γιὰ τὸν τόπο τῆς γεννήσεώς του, ὅτι εἶνε πρωτευουσιάνος. Ἄλλος καυχᾶται γιὰ τὴν πατρίδα του· καὶ μάλιστα αὐτοὶ ποὺ εἶνε ἀπὸ μεγάλα κράτη, ἔχουν μεγαλύτερη ὑπερηφάνεια. Καυχῶνται γιὰ τὸ στρατὸ καὶ τὸ στόλο τους, γιὰ τοὺς πυραύλους καὶ τοὺς ἀστροναῦτες τους…


λλ᾿ἀξίζει νὰ καυχᾶται κανεὶς γιὰ ὅλ᾿ αὐτά; Σήμερα τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, διὰ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, μᾶς ἀπαντᾷ· Μὴ καυχάσθω ἄνθρωπος· νὰ μὴ καυχᾶται ὁ ἄνθρωπος (βλ. Γαλ.6,14) . Καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, διὰ τῆς προφήτιδος Ἄννης, μᾶς παραγγέλλει· «Μὴ καυχάσθω ὁ φρόνιμος ἐν τῇ φρονήσει αὐτοῦ, καὶ μὴ καυχάσθω ὁ δυνατὸς ἐν τῇ δυνάμει αὐτοῦ, καὶ μὴ καυχάσθω ὁ πλούσιος ἐν τῷ πλούτῳ αὐτοῦ» (Α΄ Βασ. 2,10).


Γιατί ὅμως νὰ μὴ καυχῶνται; Ἂς πάρουμετὰ πράγματα μὲ τὴ σειρά. Ἐσεῖς ποὺ καυχᾶσθε γιατὶ ἔχετε πλούτη, γιά ἰδέστε τί λέει ἡ ἱστορία ἀλλὰ καὶ σύγχρονα παραδείγματα. Βλέπεις τὸν πλούσιο καὶ ξαφνικὰ πτωχεύει· καὶ γίνεται τόσο φτωχός, ποὺ δὲν ἔχει νὰ φάῃ καὶ ζητιανεύει γιὰ  ἕνακομμάτι ψωμί. Τὰ εἴδαμε αὐτὰ στὴν ἐποχή μας.


«Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθή- σονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,10) . Ποῦ εἶνε λοιπὸν τὰ πλούτη; Τί καυχᾶσθε, πλούσιοι; Ξέρετε, ἂν μέχρι τέλους τῆς ζωῆς σας θὰ ἔχετε τὰ πλούτη σας; Ἐσεῖς οἱ ἄλλοι, ποὺ καυχᾶσθε γιὰ τὴ δύναμι καὶ τὴν ὑγεία σας, νὰ λέτε «Δόξα σοι, ὁΘεός» καὶ νὰ μὴ καυχᾶσθε. 


Πηγαίνετε στὰ νοσοκομεῖα καὶ στὰ ἄσυλα τῶν ἀνιάτων νὰ δῆτε· ἄντρες ποὺ ἔπιαναν τὴν πέτρα καὶ τὴν ἔστιβαν, τώρα τοὺς βλέπεις πάνω στὸ κρεβάτι καὶ δὲν μποροῦν οὔτε τὸ κουτάλι νὰ πιάσουν καὶ τοὺς ταΐζει ἄλλος. Ποῦ εἶνε ἡ ὑγεία;


Τί καυχᾶσαι, ἄνθρωπε; Σήμερα εἶσαι ὑγιής,ἀλλὰ αὔριο θὰ εἶσαι; Κ᾿ ἐσεῖς οἱ ἄλλοι, ποὺ καυχᾶσθε γιὰ τὴν ὀμορφάδα σας· οἱ γυναῖκες, ποὺ μέρα – νύχτα εἶστε στὸν καθρέφτη καὶ ξοδεύετε τόσα γιὰ νὰ φτειάξετε τὸ πρόσωπό σας· δὲν κάνετε ἕνα περίπατο στὰ νεκροταφεῖα, νὰ δῆτε μέσα στοὺς τάφους τὰ κόκκαλα καὶ νὰ μοῦ πῆτε ποιά εἶνε ἡ ὄμορφη καὶ ποιά ἡ ἄσχημη; Ποῦ εἶνε τὰ κάλλη; Ποῦ εἶνε αὐτὰ τὰ εἴδωλα; Τί καυχᾶσαι λοιπὸν γιὰ τὴν ὀμορφάδα; –Μὰ ἐγώ, θὰ πῇς, δὲν καυχῶμαι γι᾿ αὐτά.


γὼ καυχῶμαι γιὰ τὴν ἐξυπνάδα, γιὰ τὰ γράμματά μου… Τί εἶνε ὅμως ἡ εὐφυΐα; Ὑπάρχουν περιπτώσεις, ποὺ τὸ μυαλὸ καὶ τοῦ πιὸ εὐφυοῦς ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ θολώσῃ. Ἔχω παράδειγμα ἕναν καθηγητὴ πανεπιστημίου, ποὺ ἔλυνε καὶ τὸ πιὸ δύσκολο πρόβλημα στὸ ἅψε- σβῆσε, καὶ μιὰ μέρα, ἐκεῖ ποὺ καθόταν στὸγραφεῖο του, ἔπεσε μιὰ σταγόνα αἷμα στὸνἐγκέφαλο καὶ τὸ μυαλό του θόλωσε. Ἔπαθε ἡμιπληγία καὶ τώρα τραυλίζει. Ποῦ εἶνε ἡ εὐφυΐα, ποῦ εἶνε ἡ ἱκανότης του; Μιὰ σταγόνα αἷμα θολώνει τὸ ἀνθρώπινο μυαλό. Κ᾿ ἐσεῖς ποὺ καυχᾶσθε ὅτι ἀνήκετε σὲ μεγάλο καὶ δυνατὸ κράτος , γιά ἀνοῖξτε τὴν ἱστορία νὰ δῆτε. Κράτη μεγάλα, ποὺ σκιάζανετὸν ἥλιο μὲ τὰ ὅπλα καὶ τὰ βέλη τους καὶ τοὺς ἔτρεμε ὁ κόσμος, σὲ μιὰ στιγμή, σὲ μιὰ ὥρα, χάθηκαν ἀπὸ ἕνα σεισμό. Ποῦ εἶνε ἡ Βαβυλώνα, ποὺ ἦταν σὰν τὴ Νέα Ὑόρκη; Τώρα ἀρχαιολόγοι σκάβουν νὰ βροῦν τὰ ἐρείπιά της. Λοι-πόν, μὴ καυχᾶσαι γιὰ τίποτε ἀπ᾿ αὐτά.


Δὲν ὑπάρχει λοιπὸν τίποτα στὸν κόσμο, ποὺ ἀξίζει γι᾿ αὐτὸ νὰ καυχᾶται ὁ ἄνθρωπος;Ὄχι, ἀδέρφια μου. Γιὰ ὅσους πιστεύουμε,ὑπάρχει κάτι. Ποιό εἶνε αὐτό; Πέσετε νὰ τὸ προσκυνήσετε ἕως κάτω στὴ γῆ. Εἶνε ὁ τίμιος σταυρός! Αὐτὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα σήμερα·


ς καυχῶνται ἄλλοι γιὰ ἄλλα πράγματα, ἐγὼ καυχῶμαιμόνο γιὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ· «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6,14).


Γιατί ὅμως, ρωτᾷς, γιατί πρέπει νὰ καυχῶμαι μόνο γιὰ τὸ σταυρό; Τί εἶνε ὁ σταυρός; Γι᾿ αὐτὸν ποὺ δὲν πιστεύει, δὲν εἶνε τίποτα.


Γι᾿ αὐτὸν ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, εἶνε τὸ μεγαλύτερο πρᾶγμα. Ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ κλειδί. Μιὰ πόρτα, ἀδέρφια μου, ἦταν κλειστὴ ἐπὶπέντε χιλιάδες χρόνια, ἡ πόρτα τοῦ παραδείσου. Τὴν ἔκλεισε ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα, καὶ δὲν μποροῦσε κανείς νὰ τὴν ἀνοίξῃ. Πῆγαν πατριάρχες, προφῆτες, δίκαιοι, μὰ κανείς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν μπόρεσε ν᾿ ἀνοίξῃ τὴν πόρτα. Καὶ τὴν ἄνοιξε ἕνας λῃστὴς στὸ Γολγοθᾶ τὴν ὥρα τοῦ σταυροῦ. Τὴν ἄνοιξε μὲ κλειδὶ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)


τσι μπῆκε στὸν παράδεισο. Λοιπὸν ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ κλειδὶ ποὺ ὁ λῃστὴς ἄνοιξε τὸν παράδεισο. Ὁ σταυρὸς τί εἶνε; Εἶνε τὸ κοφτερὸ σπαθί ,ποὺ κόβει κεφάλια δαιμόνων. Ἅμα ἔχῃς τὸ σταυρὸ μαζί σου, δὲν φοβᾶσαι τίποτε. «Πέφτω κάνω τὸ σταυρό μου, καὶ ἄγγελος εἶνε στὸ πλευρό μου». Ναί, ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ σπαθὶ τοῦ Χριστιανοῦ ποὺ νικάει τὸ σατανᾶ. Τί εἶνε ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ; Εἶνε ἡ σφραγῖδα, ποὺ σφραγίζεται ὁ Χριστιανός. Σὲ κάθε πρᾶξι καὶ κάθε ἀκολουθία ποὺ γίνεται στὴν Ἐκκλησία (θεία λειτουργία, ὄρθρος, ἑσπερινός, ἱερὰ μυστήρια), σὲ κάθε τι ποὺ βάζει τὸ πετραχήλι ὁ παπᾶς, γίνεται σταυρός· εἶνε ἀπαραίτητη ἡ σφραγίδα τοῦ σταυροῦ. Ὅπωςτὸ χαρτὶ ὁποιασδήποτε ἀρχῆς χωρὶς σφραγῖδα εἶνε ἄκυρο, ἔτσι καὶ γιὰ κάθε τι ποὺ κάνου -με στὴν Ἐκκλησία· ὁ σταυρὸς εἶνε ἡ σφραγίδα τῆς χριστιανοσύνης.


Τί εἶνε ὁ σταυρὸς ἀκόμα; Εἶνε, ἀδελφοί μου, ἡ σημαία μας . Πόσες σημαῖες ἔχει ἡ ἀνθρωπότης; Στὰ Ἡνωμένα Ἔθνη κυματίζουν πλῆθος σημαῖες μὲ διάφορα σήματα καὶ χρώματα. Ὅταν μιὰ μέρα ὅλες αὐτὲς οἱ σημαῖες θὰἔχουν καταργηθῆ, τότε θὰ κυματίζῃ μόνο μιὰ σημαία· ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου. «Ἐν τούτῳ νίκᾳ» . Αὐτή εἶνε ἡ σημαία μας, μὲ τὴν ὁποίανικοῦμε οἱ Χριστιανοὶ μέσα στοὺς αἰῶνες.


Τί εἶνε ὁ σταυρός; Εἶνε τὸ σωσίβιο. Ὅπωςὅταν συμβῇ ναυάγιο, ἁρπάζει τὴ σανίδα ὁναυαγὸς καὶ σῴζεται, ἔτσι μέσ᾿ στὴν τρικυμία τοῦ κόσμου καὶ στὰ ἄγρια κύματα τῆς ζωῆς, ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ σωσίβιο ποὺ μᾶς σῴζει. Τί εἶνε ἀκόμα ὁ σταυρός; Εἶνε τὸ δεντρο, ποὺ φύτεψε ὁ Χριστός μας στὸ Γολγοθᾶ . Δυὸ χιλιάδες χρόνια προσπαθεῖ ὁ διάβολος νὰ τὸ ξερριζώσῃ, ἀλλὰ δὲν θὰ μπορέσῃ, γιατὶ εἶνεποτισμένο μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Καὶ ὅ,τι εἶνε ποτισμένο μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, δὲν ξερριζώνεται. Ὁ σταυρὸς εἶνε τὸ δέντρο τὸ ἀθάνατο, «ἐξ οὗ φαγόντες ζήσομεν, οὐχὶ δὲ ὡς ὁ Ἀδὰμ τεθνηξόμεθα» (προεόρτ. ἀπολυτ. Χριστουγ. 20 Δεκ.) .Δὲν τελειώνουν οἱ εἰκόνες τοῦ σταυροῦ.


σταυρός, ἀγαπητοί μου, ἄλλοτε ἐτιμᾶτο πολύ. Σήμερα ντρεπόμαστε νὰ κάνουμε τὸσταυρό μας. Καὶ μόνο αὐτό; Ὑπάρχουν καὶ γλῶσσες ποὺ τὸν βλαστημοῦν! Ὦ Χριστέ, ὦ Παναγιά, ὦ ἅγιοι, ὦ τίμιε σταυρέ, ἐλεήσατέ μας. Ἀξιώσατέ μας νὰ μετανοήσουμε ὅλοι , μικροὶ καὶ μεγάλοι, καὶ νὰ ποῦμε· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῆ βασιλείᾳ του» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.



(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος



*Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἱ. ναὸ Σουρμένων – Ἀθηνῶν τὴν 9-9-1962. 
Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>> της 7.9.2013. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF