ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024

«ΠΑΝΤΑ ΠΩΛΗΣΟΝ ΜΑΡΚΟΝ ΑΓΟΡΑΣΟΝ»!




Ο Άγιος Μάρκος, μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ασκητής θαυματουργός και ένας από τους πλέον επιφανείς συγγραφείς, ήταν και ο πλέον δημοφιλής διδάσκαλος της Εκκλησίας της εποχής του, ώστε οι χριστιανοί να λέγουν «πώλησον πάντα και αγόρασον Μάρκον».


Τα 200 Κεφάλαια «περί πνευματικού Νόμου» αποτελούν μίαν ενότητα θεολογικής, ασκητικής και πνευματικής πραγματείας, που αποβλέπουν στην θεμελίωση της υπάρξεως και λειτουργίας του πνευματικού Νόμου και εκφράζουν ένα πάγιον φρόνημα της Εκκλησίας, κατά το οποίον, οι υπεύθυνες προσωπικές πράξεις μας ή οι λογισμοί μας έχουν άμεση ή έμμεση ανταπόκριση από τον Θεόν, ούτε όμως κατά τον ίδιον χρόνον, ούτε με τον ίδιον τρόπον. Και αυτό γίνεται κατά την δικαιοσύνην του Θεού και από την αγάπην του, που παιδαγωγεί αναλόγως τα τέκνα του, όπως η πείρα του λαού διεμόρφωσε την φράση: «εν άλλοις πταίομεν και εν άλλοις παιδευόμεθα».


Πρόκειται περί ατέγκτου πνευματικού νόμου, που αν τον πιστεύσωμεν θα απαλλαγούμεν από πολλά δεινά και χωρίς πολλούς κόπους θα φθάσωμεν στην ειρήνην της ψυχής, στην πραότητα, στην ταπείνωση, στην αυτομεμψίαν και στο υψηλότερον επίπεδον αρετής, στην αγάπη προς τους εχθρούς, αφού όσα θλιβερά θα μας έρχονται δι’ ανθρώπων, θα τα θεωρούμεν ότι στέλλονται από τον Θεόν, κατά δίκαιον λόγον και εξ αγάπης και όχι από τους αδελφούς μας, που ποτέ δεν θα τους θεωρήσουμε ως εχθρούς.


Γι’ αυτό θα μπορούμε ν’ αγαπούμε και τους εχθρούς μας, χωρίζοντας τους πειρασμούς από τους φορείς των, κατά τον λόγον του Αγίου Μαξίμου: «μη βλέπει από ποιους έρχονται οι πειρασμοί, αλλά γιατί έρχονται, οπότε θα θαυμάσης του Θεού την σοφίαν και την δικαιοσύνην».


Η πραγματεία «Περί των οιομένων εξ έργων δικαιούσθαι» αποβλέπει στην ανάδειξη της αληθείας, ότι τα αγαθά έργα, οι εντολές, που ποιούμεν, δεν έχουν αξίαν αυτονομούμενες, αλλά εν σχέσει προς την πίστη στον Χριστόν. Δηλαδή τις εντολές ενεργούμεν όχι για ανταπόδοση, ως έργα αγαθά, αλλά ως φανέρωμα της πίστεως μας στον Χριστόν και για να διατηρήσουμε την καθαρότητα του αγίου βαπτίσματός μας. Γιατί «η βασιλεία των ουρανών δεν είναι μισθός έργων, αλλά χάρις του Κυρίου ετοιμασμένη στους πιστούς δούλους Του».


Τα 226 Κεφάλαια, που αναφέρονται σ’ εκείνους που νομίζουν ότι σώζονται από τα έργα τους, είναι όντως ένα σύνολον παρατηρήσεων με οξυδερκή πνευματικόν οφθαλμόν επί των ποικίλων πράξεων των χριστιανών και αποβλέπουν στην διαμόρφωση ταπεινού και αληθινού φρονήματος, ώστε να εφαρμόζεται το ευαγγελικόν: «Όταν ποιήσητε πάντα τα διατεταγμένα, λέγετε αχρείοι δούλοι εσμέν˙ ο οφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν». Ως συνέπεια της ορθής αυτής στάσεώς μας, ως προς τα έργα, προκύπτει ότι ούτε ο Καθολικισμός ευρίσκεται σε σωστήν θεολογικήν οδόν, τονίζοντας την αξίαν, καθ’ εαυτήν των έργων, ούτε ο Προτεσταντισμός συνέλαβε τον προς την θέωση σκοπόν των εντολών, φρονώντας ότι η σωτηρία πραγματούται μόνον δια της πίστεως. Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης, Άγιον Όρος.


Εισαγωγή Ο Όσιος Πατήρ ημών Μάρκος ο Ερημίτης ή Ασκητής, διέλαμψε κατά το β’ ήμισυ του Δ’ και τας αρχάς του Ε’ αιώνος (μετά το 430), διατελέσας μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και τιμώμενος υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας την 5ην Μαρτίου. Ο δε άγιος Νικόδημος γράφει εις τον Συναξαριστήν του, ότι «ο Όσιος Μάρκος εις όλα φιλόπονος, επεδόθη εις την μελέτην των Θείων Γραφών, εν ταυτώ δε έφθασεν εις το άκρον της ασκήσεως και της αρετής. Σημείον δε και απόδειξις των δύο τούτων είναι τόσον οι συγγραφέντες παρ’ αυτού λόγοι, οι οποίοι είναι πλήρεις πάσης παιδείας και ωφελείας, όσον και η δοθείσα εις αυτόν ενέργεια των θαυμάτων, εν εκ των οποίων είναι ανάγκη να διηγηθώμεν ενταύθα.


Όταν ο άγιος ησύχαζεν εν τω κελλίω του και προσείχεν εις τον εαυτό του, ήλθε προς αυτόν ύαινα φέρουσα τον σκύμνον της τυφλόν και με ταπεινόν σχήμα εδείκνυεν, ότι παρεκάλει τον έγιον να ευσπλαγχνισθή το γέννημά της και να ιατρεύση τα όμματά του. ο δε άγιος πτύσας εις τα τυφλά του όμματα και προσευχηθείς κατέστησεν αυτά υγιή. Αφού δε παρήλθον ημέραι τινές, έφερεν εις τον Άγιον η ύαινα εν δέρμα μεγάλου κριού, ως αμοιβήν και ευχαριστίαν της ιατρείας του τέκνου της. Ο δε Άγιος δεν εδέχθη τούτο, έως ου η ύαινα έδειξε δια σχημάτων, ότι εις το εξής δεν θέλει βλάψει πρόβατα των πενήτων. Όθεν συμπεραίνομεν, ότι αν ο Άγιος Μάρκος ήτο τόσον εύσπλαχνος και συμπαθής εις την άλογον φύσιν των θηρίων, πόσον άραγε θα ήτο εύσπλαχνος εις τους ανθρώπους…


Τόσην δε καθαρότητα είχεν ο Όσιος ούτος, ώστε ο πρεσβύτερος της σκήτεως ώμνυεν, ότι ουδέποτε εκοινώνησε τον Άγιον τούτο με τας ιδίας του χείρας, άλλ’ όταν προσήρχετο όπως μεταλάβη, άγγελος Κυρίου τον μετελάμβανε και του οποίου την χείρα έβλεπεν εκ του αγκώνος βαστάζουσαν την λαβίδα και μεταλαμβάνουσαν τον Όσιον. Απετάξατο δε ο Όσιος ούτος τω κόσμω και τοις εν κόσμω όταν ήτο ετών τεσσαράκοντα. Διανύσας δε εις την άσκησιν έτη εξήκοντα, προς Κύριον εξεδήμησεν. Ήτο δε κατά το μέγεθος του σώματος χαμηλός, αγένειος και φαλακρός εις την κεφαλήν, είχεν όμως λάμπουσαν εκ των έσωθεν προς τα έξω την χάριν του αγίου Πνεύματος».


Κατά την μαρτυρίαν του ιστορικού Νικηφόρου Καλλίστου, εκ των πολλών έργων του, διεσώθησαν τριάκοντα δύο μόνον, περί των οποίων γίνεται λόγος και υπό του Μεγάλου Φωτίου. Ήδη δε υπάρχουν μόνον οκτώ έργα του, εκ των οποίων υπερέχουν το ήδη μεταφρασθέν «Περί Πνευματικού νόμου», το «Περί των οιομένων εξ έργων δικαιούσθαι» και η επιστολή «Προς Νικόλαον μονάζοντα», τα οποία περιέλαβον εις τη «Φιλοκαλίαν» οι άγιοι εκδόται αυτής.


Το πόσην σημασίαν έχουν τα έργα του Οσίου Μάρκου, και ποίαν επίδρασιν ήσκησαν εις την ζωήν της Εκκλησίας, καταφαίνεται από τον μεταξύ των Βυζαντινών κυκλοφορούντα λόγον. «Πώλησον πάντα και αγόρασον Μάρκον». Άλλωστε τυγχάνει γνωστόν από τον βίον του Αγίου Συμεών του Ν. Θεολόγου, ότι ο πνευματικός Όσιος Συμεών ο Ευλαβής, αντί άλλης οδηγίας, συνέστησεν εις τον 18ετή τότε Συμεώνην να έχη πάντοτε υπ’ όψιν του το 69 κεφάλαιον του «Πνευματικού νόμου». «Ζητών θεραπείαν επιμέλησαι της συνειδήσεως και όσα σοι λέγει, ποίησον, και ευρήσεις την ωφέλειαν». Εφαρμόζων, λοιπόν, ο νέος την υπόδειξιν αυτήν, τον περιέλαμψεν αργότερα το θείον και άκτιστον φως, όπως διηγείται συνεσκιασμένως ο ίδιος. Είναι δε εκφραστικόν και το γεγονός ότι, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, εις τα πλείστα των συγγραμμάτων του, επικαλείται επανειλημμένως την μαρτυρίαν του Αγίου Μάρκου.


Το ενιαίον πνευματικόν έργον του Αγίου Μάρκου, όπερ εκδίδεται εν μεταφράσει εις απλήν καθαρεύουσαν και εις ελευθέραν απόδοσιν, προς ευχερή κατανόησιν των βαθυτάτων νοημάτων του, αποτελείται από 200 μικρά κεφάλαια. Η μορφή των είναι αποφθεγματική και επιγραμματική, κατά την τάσιν της εποχής που επεκράτει, της χρήσεως δηλονότι των μικρών αυτοτελών κεφαλαίων, πεπληρωμένων χάριτος και συμπεπυκνωμένης προσωπικής εμπειρίας.


Εις όλα τα διασωθέντα έργα του Αγίου Μάρκου, διακρίνεται η ενότης του πνεύματός του, αποτέλεσμα μιας ενιαίως βιωθείσης πολυμόρφου πνευματικότητος. Όπως όλοι οι Άγιοι Πατέρες, ούτω και ο συγγραφεύς της παρούσης αρράφου πραγματείας, δια της παραδοσιακής ασκήσεως – νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, μελέτη, χάρις – έφθασεν εις την γνώσιν της φύσεως των όντων, απεκάθηρε το «κατ’ εικόνα», ανήλθε εις το «καθ’ ομοίωσιν», όσον ενδέχεται τη ανθρωπίνη φύσει», και κατόπιν εξήγγειλε τοις αδελφοίς του την εν Αγίω Πνεύματι πείραν του. Και μας διδάσκει, όπως ολόκληρος η Αγία Εκκλησία του Χριστού, την θεμελιώδη μέθοδον της σωτηρίας και αιωνίου ζωής, ότι προ πάσης θεωρητικής πτήσεως, προ πάσης θεολογίας, προ πάσης γνωστικής επιθυμίας, απαιτείται η πράξις, η έμπονος εργασία των εντολών, η «νόμιμος άθλησις». Διότι όπως γράφει εις το 196ον κεφάλαιο, «Ο εκτός έργου σοφιζόμενος και λαλών λόγους πλουτεί εξ αδικίας…».


Ο Άγιος Μάρκος είναι βαθύτατος ανατόμος της ανθρωπίνης ψυχής. Γνωρίζει εν πάση λεπτομερεία την φύσιν των αρετών, τον τόπον κτήσεώς των, τας ποικίλας παραλλαγάς των, τας σχέσεις και συναρτήσεις των με τας άλλας αρετάς, τας ενεργείας των, την γνησιότητά των τας νοθείας των, τας παραχαράξεις των, τον τρόπον διαφυλάξεώς των, εκ του πολέμου του σατανά, των παθών και του κόσμου.


Ωσαύτως γνωρίζει τα ψεκτά πάθη της ψυχής, της σαρκός, εις όλην την κλίμακα της κακίας των, εις τας μεταξύ των αλληλεπιδράσεις, τας ενεργείας εκάστου πάθους και τας ποικίλας μορφάς του, τα αίτια της γενέσεως και τα μέσα θεραπείας των, τας μεθοδείας του σατανά, τα πολύπλοκα μέσα που χρησιμοποιεί, τα όπλα που φοβείται και όλην την αβυσσαλέαν πονηρίαν του.


Γνωρίζει ο Άγιος Μάρκος, εν Αγίω Πνεύματι τας ενεργείας του Αγίου Πνεύματος εις τον νουν και την καρδίαν, πότε βοηθεί, πότε συστέλλεται, πότε λυπείται, πότε και διατί εγκαταλείπει, πότε χαίρεται, πώς «παρακαλεί», πώς παραχωρεί πειρασμούς και διατί και πότε και πόσον, πότε παιδαγωγεί και πότε, κατά λόγον δικαιοσύνης, μαστίζει και γενικώς γνωρίζει με την χάριν του Θεού όλα τα ψυχοπνευματικά προβλήματα, εις όλην την ιεράρχησίν των, τα οποία συγκροτούν τον «πνευματικόν νόμον». Και αυτά, βεβαίως γνωρίζει, όχι ως «ψυχαναλυτής», άλλ’ ως «Πνευματικός, ανακρίνων πάντα…» (Κορ. β’, 15).


Ως γνωστόν, νόμος σημαίνει την σταθεράν σχέσιν δύο ή περισσοτέρων στοιχείων. Αυτό ακριβώς αποδεικνύει δια της διδασκαλίας του, κοινής άλλωστε μεταξύ των Πατέρων ο Άγιος Μάρκος θεμελιούμενος επί της καθολικής πνευματικής πείρας και της Αγίας Γραφής. Αδύνατον να διαφύγη κανείς τον πνευματικόν νόμον, όστις όμως είναι νόμος ουχί δουλεία, αλλά νόμος ελευθερίας. Το δε συμπεπυκνωμένον περιεχόμενον του πνευματικού νόμου, εκφράζεται δια του λβ’ κεφαλαίου: «Ο νόμος της ελευθερίας δια μεν γνώσεως αληθούς αναγιγνώσκεται, δια δε της εργασίας των εντολών νοείται, πληρούται δε δια των οικτιρμών του Χριστού». Δηλαδή μέσα εις τα πλαίσια αυτά, μέσα εις τον χώρον της αληθούς γνώσεως, της εργασίας των εντολών και της χάριτος ευρίσκει την πληρότητά του, ήτοι πραγματοποιείται εις τας καρδίας μας η ελευθερία «η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε».


Επομένως, τα κεφάλαια περί του πνευματικού νόμου, αποβαίνουν καθοδηγητικός κανών ζωής και ελευθερίας εν χάριτι, μη αφήνοντα εις παραισθήσεις και πλάνας τον πιστόν, ως προς τον σκοπόν των εντολών του Χριστού. Ότι αι εντολαί δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον καθάρσεως, τελειούμενον δια του Αγίου Πνεύματος.


Φρονούμεν ότι ένα καθρέφτισμα, μέσα εις τα διαυγή ύδατα των αγιοπνευματικών κεφαλαίων, θα απέβαινεν αποφασιστικώς ωφέλιμον, τόσον δια τους διδάσκοντας τον λόγον του Θεού, όσον την κατ’ Ορθόδοξον μεθοδολογίαν οικοδομήν των, την εν Χριστώ ελευθερίαν των και την εν Τριάδι Αγία σωτηρίαν των. Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης. Από το βιβλίο: «Πάντα πώλησον, Μάρκον αγόρασον». Εκδόσεις: Ιερό Ησυχαστήριον Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Κουφάλια Θεσσαλονίκης. Γ’ έκδοσις, 1999. Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη. Εκ της ιστολογίου «orp.gr» της 4.2.2024 πολ. ημ. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF