ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2021

ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ 2: ''Ο ΝΟΥΣ'' (ΜΕΡΟΣ 11ον)

 




Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 75-83.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.





ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Ο άνθρωπος, το υπέροχο αυτό θεόπλαστον ον, η κορωνίς της Δημιουργίας, είναι μία σύνθεσις ύλης και πνεύματος, σώματος και ψυχής. Η υπέρβασις και μετάβασίς του από τον υλικό προς τον άϋλο, από τον αισθητό προς τον υπεραισθητό κόσμο γίνεται με την δύναμι της ψυχής, τον νου. Θεμελιώδης πίστις της Εκκλησίας μας είναι ότι ο άνθρωπος αποτελεί εικόνα του Τριαδικού Θεού. Ο Τριαδικός Θεός είναι Νους (Πατήρ), Λόγος (Υιός) και Πνεύμα. Νους ο άναρχος τον Λόγον απορρήτως γεγένηκε, / και το θείον Πνεύμα, το ισοσθενές εκπεπόρευκε' / και διά τούτο Τριάδα ομοούσιον, / τον Δεσπότην των όλων Θεόν καταγγέλλομεν. (Τριαδικός κανών, ήχος δ'). Και ο άνθρωπος είναι τριαδική εικόνα του Θεού. Ο άνθρωπος είναι και αυτός νους, λόγος και πνεύμα. Σε αυτήν την τριαδική, από άπειρη θεία αγάπη κατασκευή του (κατ' εικόνα) και στην κατά χάριν θέωσι (καθ' ομοίωσιν) έγκειται το απεριόριστο μεγαλείο του. Από αυτό το μεγαλείο φαίνεται η ασύγκριτη διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Η ψυχή εδώ είναι μία, διαιρείται κατά τους αγίους Πατέρες σε τρεις δυνάμεις ή σε τρία μέρη: στο λογιστικό, στο επιθυμητό και στο θυμοειδές. Όργανο με το οποίο ενεργοποιείται το λογιστικό είναι ο νους. Ερώτησε κάποιος έναν ερημίτη: - Γέροντα, τί είναι νους; Με χαρακτηριστική απλότητα ο γέροντας, είπε: - Να, άμα λείψει ο κυβερνήτης από ένα καράβι, τί λες; Θα καταντήση στο λιμάνι; Τα κύματα θα το σπάσουν. Έτσι και ο νους. Είναι κυβερνήτης. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά <<νους>> λέγεται και η ενέργεια του νου που συνίσταται σε λογισμούς, κρίσεις, συλλογισμούς και νοήματα. Αλλά όμως δεν είναι ο ίδιος ο νους, αλλά ενέργειες του νου. Νους είναι και η δύναμις που ενεργεί αυτά, η οποία ονομάζεται και  κ α ρ δ ί α  στην Αγία Γραφή. Η οποία καρδία είναι η κυριώτερη από όλες τις άλλες δυνάμεις της ψυχής και από αυτή τη δύναμι χαρακτηρίζεται η ψυχή μας λογική>> (Λόγος περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, Φιλοκαλία, τόμ. Α', σ. 133, κεφ. γ'). Αλλά ο νους είναι και η ικανότης του νου για την ένωσί του και μέθεξι με τον Θεόν. Αλλού ονομάζεται ικανότης προς θέα ή θεωρία ή όρασι του Θεού. Είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Το να βλέπει κανείς τον Θεό, είναι ένωσις με τον Θεόν. Να γιατί ο νους κατά την πατερική ορολογία ονομάζεται <<οφθαλμός της ψυχής>>, <<νοερός οφθαλμός>>, <<όμμα>> ή <<θεωρητικόν ή λογιστικόν>> μέρος της ψυχής. Είναι εικόνα του Θεού ο άνθρωπος, διότι έχει νου. Ο νους του ανθρώπου είναι ένας δημιουργικός παράγων κάθε λεγομένου έργου πολιτισμού. Αλλά είναι τραγικό όταν στον νου λείπει η γνωστική και διακριτική αίσθησις. Τυφλώνεται τότε, εξέρχεται εντελώς από τον εαυτό του (καθώς θα δούμε) και αποκτά απόλυτες σχέσεις με τα δημιουργήματα, με την κατ' αίσθησι φύσι των όντων, ενώ η ουσία του είναι νοερά. Κολυμπά σ' ένα πέλαγος οιήσεως και κενοδοξίας, παύει να είναι <<ενεργεία νους>> και γίνεται μόνον <<δυνάμει νους>>, δηλαδή, αλογοποιείται. Γίνεται σαν τους άψυχους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους που κατασκευάζει, σαν τα πλαστικά λουλούδια χωρίς άρωμα, σαν τις τυφλές μηχανές του. <<Ο νους του ανθρώπου, κατά την έκφρασι συγχρόνου γέροντος ασκητού, ομοιάζει με ένα πετεινόν του ουρανού, άλλοτε υψιπετές και άλλοτε χαμερπές>>. Με τα ύψη της αναβάσεως και αναγωγής του νου αφ' ενός και με τις πτώσεις του στα κατώτερα μέρη της γης αφ' ετέρου, στα οποία κυλιέται ο νους διά της επενεργείας των παθών, ασχολούνται οι Φιλοκαλικοί άγιοι Πατέρες. Η αυτοσυγκέντρωσις ή <<συνέλιξις>> του νου όσων ανθρώπων ασχολούνται με την λεγόμενη <<γιόγκα>> των μη χριστιανικών ανατολικών θρησκειών, μπορεί να πραγματοποιείται, αλλά είναι άπρακτη και άκαρπη. Ο νους εκεί παραμένει στην μέθοδο. Μέχρις εδώ μπορεί να θεωρηθή σαν μια επαινετή, ανθρώπινη όμως και μόνο προσπάθεια, γι' αυτόν τον λόγο και εκ των προτέρων καταδικασμένη. Ο νους εκεί σταματά στη μέση του δρόμου <<από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ>> και <<λησταίς περιπίπτων, οι και εκδύοντες αυτόν και πληγάς επιτεθέντες αφιέντες αυτόν ημιθανή τυγχάνοντα>>. Αυτό συμβαίνει, διότι εκεί ο νους δεν έχει αντικείμενο, αναζητεί έναν ανύπαρκτο φωτισμό, και πλανάται <<πλάνην οικτράν>>, αφού στην πραγματικότητα ενούται με δαιμονικόν πνεύμα, το οποίο κατορθώνει να παρουσιάζη το ψεύδος ως αλήθεια και την αλήθεια ως ψεύδος <<μετασχηματιζόμενον εις άγγελον φωτός>>. Εθεωρήσαμε λοιπόν αναγκαίο, το δεύτερο τεύχος των Φιλοκαλικών Σελίδων να το αφιερώσουμε στο μέγιστο αυτό θέμα. Θερμή παράκλησις προς τους αγαπητούς αδελφούς αναγνώστας να προσεύχωνται για την ευτέλειά μας, ο Κύριος να καθαρίζη και τον ιδικόν μας νου <<από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος επιτελούντα αγιωσύνην εν φόβω Θεού>> (Β' Κορινθ. κεφ. ζ' 1).




( ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )



Το Άγιον και φιλάνθρωπο Πνεύμα μας διδάσκει ότι είναι μία η φυσική αίσθησις της ψυχής. Διότι οι άλλες πέντε του σώματός μας αισθήσεις διαφέρουν ως προς την ανάγκη της κάθε μιας. Αυτή όμως η αίσθησις της ψυχής διαιρείται εξαιτίας του ότι ο νους εγλίστρησε με την παρακοή των πρωτοπλάστων.


Διαιρείται αναλόγως με τις κινήσεις της ψυχής. Γιατι ο νους αφ' ενός μεν συντάσσεται με το εμπαθές μέρος της ψυχής, όθεν τότε αισθανόμεθα τα του βίου τούτου καλά με ευχαρίστησι. Αφ' ετέρου δε πολλές φορές συντάσσεται με το λογιστικό και νοερό της ψυχής μέρος και αισθάνεται ηδονή στην κίνησι αυτή της ψυχής και γ' αυτό ο νους μας τότε, όταν σωφρονούμε, επιθυμεί να τρέχη προς τα ουράνια κάλλη.


Εάν έλθωμε στην έξι να περιφρονούμε τα κοσμικά καλά θα μποράσωμε και την γεώδη όρεξι της ψυχής να την ενώσωμε με την λογική διάθεσι, με την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος που μπορεί να <<οικονομήση>> τούτο. Διότι, αν η Θεότης Αυτού με τις ενέργειές Της, δεν <<καταγαύση>> τα <<ταμεία της καρδιάς μας>> δεν θα δυνηθούμε με αδιαίρετη αίσθησι, δηλαδή με ολόκληρη την διάθεσι, να γευθούμε το αγαθό. 


Αίσθησις νοός είναι η ακριβής γεύσις των διακρινομένων. Διότι, όπως με την γευστική αίσθησι του σώματος διακρίνομε τα καλά από τα φαύλα στον καιρό της υγείας και επιθυμούμε τα καλά, έτσι και ο νους μας, όταν με ευρρωστία και με πολλή αμεριμνησία αρχίση να κινείται, μπορεί να αισθάνεται και την θεία παρηγοριά και να μη αρπάζεται μηδέποτε από την αντικείμενη ενέργεια.


Διότι, όπως το το σώμα όταν γεύεται τα γεώδη φαγητά έχη την πείρα της αισθήσεως άπταιστη, έτσι και ο νους. Όταν ο νους, κατανικά το φρόνημα της σαρκός μπορεί να γευθή χωρίς καμμιά πλάνη την παρηγορία του Αγίου Πνεύματος. <<Γεύσασθε γαρ φησί και ίδετε ότι Χριστός ο Κύριος>>. Και μπορεί να έχη την μνήμη της γεύσεως με την ενέργεια της αγάπης παντοτινή για να δοκιμάζη ακατάπαυστα τα διαφέροντα, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος:


<<Και τούτο προσεύχομαι ίνα η αγάπη υμών έτι μάλλον περισσεύη, εν επιγνώσει και πάση αισθήσει εις το δοκιμάζειν τα διαφέροντα>>. Το να καθαρίση κανείς τον νου, τούτο είναι έργο μόνο του Αγίου Πνεύματος. Διότι, αν δεν εισέλθη ο δυνατός και συλλάβη τον άρπαγα, δεν θα ελευθερωθή το λάφυρο. Πρέπει, λοιπόν, με όλα και πλέον με την ειρήνη της ψυχής να αναπαύωμε το Άγιον Πνεύμα για να έχωμε τον λύχνο της γνώσεως πάντοτε αναμμένο επάνω μας.


Διότι, όταν ο λύχνος αστράπτει ακατάπαυστα μέσα στα ταμεία της ψυχής, όχι μόνο γίνονται ολοφάνερες όλες οι πικρές και σκοτεινές προσβολές του δαίμονος, αλλά και εξασθενούν πολύ, ελεγχόμενες από το άγιο και ένδοξο εκείνο φως. Γι' αυτό ο Απόστολος λέγει: <<Το Πνεύμα μη σβέννυτε>>.


Αντί να πη, όταν ποιήτε κακά έργα ή όταν λογίζεσθε κακούς λογισμούς, λυπήτε την αγαθότητα του αγίου Πνεύματος και θα στερηθήτε την υπέρμαχο εκείνη λαμπάδα. Διότι δεν σβήνετε το αϊδιο και ζωοποιό, αλλά η λύπη Εκείνου, δηλαδή η αποστροφή, εγκαταλείπει τον νου στυγνό και αφεγγή. Όπως ακριβώς η θάλασσα όταν ταράζεται, φυσικώς το λάδι που χύνεται πάνω σ' αυτή, με την ιδιότητά του να απαλαίνη, νικά την ζάλη, έτσι και η ψυχή μας, όταν απαλαίνη από την χρηστότητα του Αγίου Πνεύματος, γληνεύει ευχάριστα.


Διότι ηττάται χαίρουσα, κατά τον άγιο που λέγει: <<πλην τω Θεώ υποτάγηθι η ψυχή μου>> με την επισκιάζουσα εκείνη, αγαθή και άρρητη χρηστότητα. Γι' αυτό λοιπόν, τότε πολλοί παροξυσμοί από τους δαίμονες επιβουλεύονται την ψυχή, αλλά παραμένη αόργητος και γεμάτη από κάθε χαρά, στο σημείο που έρχεται ή μένει κανείς, όταν καταγλυκαίνει ακατάπαυστα την ψυχή του με τον φόβο του Θεού.


Διότι στους αγωνιστάς ο φόβος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού φέρει ένα είδος εξαγνισμού. <<Ο γαρ φόβος Κυρίου, λέγει, αγνός διαμένων εις αιώνα αιώνος>>. Ότι, λοιπόν, ο νους, όταν αρχίση πυκνά να ενεργήται από το θείο φως γίνεται όλος διαφανής, ώστε να βλέπη πλούσια το φως του, δεν πρέπει να αμφιβάλλωμε.


Τούτο λέγω ότι γίνεται όταν η ψυχή κατακυριεύση τα πάθη. Κάθε τι δε που φαίνεται σ' αυτόν σαν σχήμα, είτε σαν φως, είτε σαν φωτιά, γίνεται από την κακοτεχνία του εχθρού. Ο θεσπέσιος Παύλος μας διδάσκει με σαφήνεια, λέγοντας ότι μετασχηματίζεται ο εχθρός σε άγγελο φωτός.



ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΗΣΑΪΟΥ


Α
δελφοί, ας πάρωμε παράδειγμα τον αγαπητό Ιώβ, που υπήκουσε κατά πάντα στους γονείς του κατά Θεόν, και ο οποίος έλαβε την ευλογία. Απήλθε στην Μεσοποταμία, ήλθε δε πρώτα σ' ένα τόπον που λέγεται Βεθήλ, και ο οποίος ερμηνεύεται οίκος Θεού. Και εκοιμήθη εκεί και είδε σε αποκάλυψι την νύκτα, τύπον μιας κλίμακος που έφθανε από τον Ουτανό στην γη και αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν από αυτή, ο δε Κύριος είχε στηριχθή σ' αυτή.


Αυτό το σημείο είναι όσων έρχονται να δουλεύουν στον Θεόν. Στην αρχή μεν αποκαλύπτεται σ' αυτούς ο τύπος των αρετών, αλλά αν δεν κάνουν τον κόπο τους, δεν μπορούν να φθάσουν τον Θεόν.


Αφού σηκώθηκε λοιπόν ο Ιακώβ συνεφώνησε διαθήκη με τον Θεό να μείνη δούλος Του και ενεδυνάμωσε αυτόν ο Θεός λέγοντας: <<Θα είμαι μαζί σου και θα σε φυλλάξω>>.


Έπειτα ήλθε στην Μεσοποταμία για να πάρη γυναίκα στον τόπο εκείνο και να τεκνοποιήση. Όταν είδε την Ραχήλ, την αγάπησε και εδούλευσε γι' αυτή επτά χρόνια. Αλλά δε του εδόθη έως ότου πάρη πρώτα την Λεία. Και τελείωσε την <<δουλεία>> της Ραχήλ άλλα επτά χρόνια και τότε εδόθη σ' αυτόν και η Ραχήλ γίνεται στείρα. Η έννοια του λόγου αυτού είναι η εξής:


Μεσοποταμία ονομάζεται η περιοχή μεταξύ δύο ποταμών. Το όνομα του πρώτου Τίγρις και του δευτέρου Ευφράτης. Ο Τίγρις ερμηνεύεται διάκρισις ο δε Ευφράτης ταπεινοφροσύνη. Η Λεία λαμβάνεται ως τύπος των σωματικών κόπων. Η Ραχήλ ως τύπος της αληθινής θεωρίας. Αυτά, λοιπόν, συμβαίνουν στον άνθρωπο ενώ βρίσκεται στην Μεσοποταμία.


Ώστε με την αρετή της διακρίσεως να κάνη τους σωματικούς κόπους, διότι αυτοί αντιστέκονται στην έχθρα του διαβόλου και με την αρετή της ταπεινοφροσύνης να φθάση στην αληθινή θεωρία. Δεν εγέννησε η Ραχήλ έως ότου εγέννησε η Λεία όλα τα τέκνα της. Ο λόγος φανερώνει ότι εάν δεν κάνη ο άνθρωπος όλο το πρακτικό μέρος της αρετής, η αληθινή θεωρία δεν τον ελευθερώνει.


Γυναίκες βέβαια ήσαν γι' αυτόν και οι δύο. Αγαπούσε όμως την Ραχήλ περισσότερο από την Λεία, διότι η μεν Λεία είχε τα μάτια της αδύνατα, ενώ η Ραχήλ ήταν πάρα πολύ ωραία. Αυτή την έννοια έχει το λεχθέν ότι η πρώτη γυναίκα είχε τα μάτια αδύνατα. Δηλαδή ενώ ο άνθρωπος είναι στους σωματικούς κόπους δεν μπορεί να δη την δόξα της αληθινής θεωρίας...


Ιακώβ ωνομάσθηκε διότι κατενίκησε τον εχθρό έως ότου αξιώθηκε να πάρη την ευλογία και σώση τις αισθήσεις, οι οποίες ήσαν στα χέρια του εχθρού. Όταν δε ελευθερώθησαν οι αισθήσεις τότε μετωνομάσθη Ισραήλ, δηλαδή <<νους ορών τον Θεόν>>. Αν λοιπόν ο νους φθάση να δη την δόξα της Θεότητος, τον φοβάται τον νουν αυτόν ο εχθρός.


Ώστε, κι αν έρθη ο Ησαϋ για να συναντήση τον Ιακώβ με πικρότητα, η ταπενοφροσύνη του Ιακώβ σβήνει την κακία του και δεν πολεμεί αυτός, αλλά αφού ρίψη τον εαυτόν του ενώπιον του Θεού, έχει τον Θεόν που πολεμεί υπέρ αυτού. Και αν τον φθονήση ο εχθρός, βλέποντας τον άνθρωπο και την μεγάλη του δόξα που απέκτησε, δεν μπορεί να τον βιάση.


Διότι ο Θεός είναι βοηθός του, καθώς είναι γραμμένο: <<Απόστρεφε εις την γην της γενέσεώς σου και έσομαι μετά σου>>. Ήλθε, λοιπόν, στην Ιερουσαλήμ, δηλαδή στην ειρήνη. Αυτό ερμηνεύεται: Αν ο Θεος ξεπεράση τον πόλεμο φθάνει στην ειρήνη. Και αγόρασε αγρόν στην γη της επαγγελίας και οικοδόμησε θυσιαστήριο με δώδεκα λίθους στον Θεό που τον <<εισήκουσε εν ημέρα θλίψεως>>. Και έφερε να θυσιάση σ' αυτό από τους κόπους της δουλείας που έκανε όταν ζούσε στην Μεσοποταμία.



Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )




Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένων
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Συνακόλουθες αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Αρχιμανδρίτη Ιωαννικίου:
<<Φιλοκαλικές Σελίδες 2 - Ο Νους>>,
έκδοση <<Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά>>,
Κουφάλια Θεσ/νίκης, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 75-83.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF