ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ

ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Σάββατο, 29, Μαρτίου, 2025 11:40:44 μ.μ.

Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022

Η ΘΗΒΑΪΔΑ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ (8ο ΜΕΡΟΣ)

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>> σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 200-205, Αθήνα 1988.
<<Ο μοναχισμός στη Ρωσία ξεκίνησε με τους οσίους Αντώνιο και Θεοδόσιο του Κιέβου. Εκείνοι έθεσαν τα θεμέλια της άσκησης και ήταν οι πρώτοι που έφεραν στην απέραντη αυτή χώρα το μήνυμα της ολοκληρωτικής αφιέρωσης στο Θεό και του αγώνα για εσωτερική τελείωση. Εκείνος όμως που δημιούργησε μια μεγάλη άνθιση, που εξελίχτηκε σ' ένα τεράστιο ξέσπασμα του μοναχισμού και αγκάλιασε ολόκληρη τη βορειοανατολική Ρωσία, που δίκαια αποκλήθηκε "Θηβαΐδα του Βορρά",
ήταν ο μεγάλος άγιος Σέργιος του Ραντονέζ.
Ο άγιος Σέργιος ήταν μια γιγαντιαία μορφή που δημιούργησε τη "χρυσή εποχή" για το μοναχισμό της Ρωσίας, εποχή που κράτησε τρεις αιώνες περίπου και χάρισε στην Ορθόδοξη Εκκλησία χιλιάδες αγίους. Ο ίδιος έφτιαξε πενήντα μοναστήρια και από εκείνα δημιουργήθηκαν άλλα σαράντα. Δίκαια του απονεμήθηκε ο τίτλος του "μεγάλου γέροντα της ρωσικής γης" και του "αββά της Θηβαΐδας του Βορρά". Ο συναρπαστικός βίος του, όπως και οι βίοι άλλων χαρακτηριστικών μορφών της Θηβαΐδας του Βορρά, σκιαγραφούνται στο βιβλίο αυτό που εκδίδεται για πρώτη φορά στην Ελληνική.
Οι βίοι των αγίων αυτών συγκεντρώθηκαν από διάφορες πηγές στη Ρωσική και εκδόθηκαν για πρώτη φορά συλλογικά στην Αγγλική από το μοναστήρι του αγίου Γερμανού της Αλάσκας, που είναι στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. και που είχε την καλοσύνη να μου επιτρέψει τη μετάφραση και έκδοση του βιβλίου αυτού στην Ελληνική. Στην εισαγωγή του καθηγητή Κόντζεβιτς (...) υπάρχει μια ιστορική αναδρομή στη Θηβαΐδα αυτή του Βορρά και στα διάφορα ρεύματα που συνετέλεσαν τόσο στην απαρχή της, κατά το 14ο αιώνα, όσο και στην αρχή της παρακμής της, κατά το 17ο αιώνα.
Στον επίλογο επίσης, που γράφτηκε από τους εκδότες της αγγλικής έκδοσης, αναφέρονται οι δεσμοί και η επίδραση της Θηβαΐδας του Βορρά στη μεγάλη μοναχική κίνηση του 18ου αιώνα, που εκφράστηκε από τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και έδωσε στην Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία τους μεγάλους στάρετς που τη δόξασαν και την δοξάζουν μέχρι σήμερα με την άφθαστη πνευματικότητά τους>>.
Πέτρος Αθ. Μπότσης
Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.






Όσιος Αντώνιος του Σίγια


Τα τέσσερα θαύματα που ακολουθούν υπήρχαν στα αρχεία του μοναστηριού του Σίγια και δημοσιεύτηκαν το 1913 στο περιοδικό <<Ο Ρώσος Μοναχός>>, τεύχος 9, μια έκδοση του μοναστηριού του Ποτσαέφ.


Είχε περάσει λίγος καιρός απ' την κοίμηση του οσίου Αντωνίου και στο μοναστήρι ζούσαν ακόμη λίγοι αξιόπιστοι μάρτυρες που τον θυμούνταν καλά. Εκείνο τον καιρό ο ένας από τους αδελφούς του μοναστηριού του οσίου Αντωνίου του Σίγια, άρχισε να ενδιαφέρεται πολύ για την αφιερωμένη ζωή των Αγίων του Θεού και, έχοντας μεγάλη ευλάβεια για τους αυστηρούς ασκητικούς αγώνες και τα θαυμαστά έργα της ζωής του οσίου Αντωνίου, λυπόταν πολύ που ο βίος του παράμενε άγνωστος, επειδή αμέλησαν να γραφεί.


Φόβος τον κατέλαβε όταν αναλογίστηκε ότι ο Θεός θα τιμωρούσε αυτόν, που είχε μια τέλεια ευκαιρία γιατί γνώριζε το βίο και τα έργα του Οσίου, εάν δεν τον έγραφε για ψυχική ωφέλεια των μελλοντικών γενεών. Συγκινημένος βαθύτατα από τέτοιους ευσεβείς στόχους ο φίλεργος αυτός μοναχός, επικαλέστηκε στην προσευχή του τη βοήθεια του οσίου Αντωνίου και άρχισε με ζήλο να συγγράφει το βίο του.


Η καλή του πρόθεση όμως σκόνταψε στη δυσαρέσκεια και τα μουρμουρητά των αδελφών του μοναστηριού. -Μέχρι τώρα κανένας δεν τόλμησε να γράψει και τώρα αυτός θ' αρχίσει να συνθέτει βίους Αγίων; έλεγαν μερικοί απ' αυτούς με δυσαρέσκεια. Άλλοι πάλι τόλμησαν να κάνουν ακόμη και προσβλητικά σχόλια για τον Όσιο.


Όλα αυτά κατέπληξαν και ενόχλησαν τον συγγραφέα του βίου του Οσίου και σκέφτηκε να εγκαταλείψει το εγχείρημά του. Πάνω όμως στην απελπισία και την αμηχανία του φωτίστηκε από ένα περίεργο όραμα. Ενώ βρισκόταν στο κελλί του και έγραφε τη βιογραφία του Οσίου, τον πήρε ένας ελαφρύς ύπνος και είδε τους Βίους των Αγίων σαν νά' ταν γραμμένοι σε εικόνες και ανάμεσα στο χορό του πλήθους των δοξασμένων αγίων και ψηλότερα απ' όλους βρισκόταν ο άγιος Αντώνιος ο Μέγας.


Δίπλα του στεκόταν ένας άλλος, άγνωστος σ' αυτόν μοναχός, ο οποίος δείχνοντας με το δάχτυλό του το Μεγάλο Αντώνιο του είπε: -Γιατί αμφιβάλλεις και μικροψυχείς; Εκείνος του οποίου το βίο άρχισες να γράφεις, ήταν σαν κι αυτόν τον Άγιο. Έχει το ίδιο όνομα και ήταν μιμητής της ζωής του' γι' αυτό απομάκρυνε όλους τους ενδοιασμούς σου και άρχισε το έργο χωρίς ανησυχία και ολιγωρία.


Ενθαρρυμένος ο μοναχός απ' το όραμα αυτό, άρχισε χωρίς κανέναν απολύτως ενδοιασμό να γράφει το βίο του Οσίου. Πολλά χρόνια μετά το θάνατο του οσίου Αντωνίου, το ιερό μοναστήρι του πέρασε μια φοβερή δοκιμασία. Ένας μετά τον άλλο όλοι οι μεγάλοι ασκητές και μαθητές του Οσίου, εκτός απ' τον ιερομόναχο Τίτο, πέθαναν και ανάμεσα στους νέους μοναχούς λίγοι ήταν εκείνοι που ήταν διατεθειμένοι να διατηρήσουν το προηγούμενο ασκητικό πνεύμα της πίστης και της ευσέβειας.


Το μοναστήρι άρχιζε να παρακμάζει αισθητά. Η κατάσταση χειροτέρευσε κυρίως από τότε που αναζήτησαν ηγούμενο από άλλο μοναστήρι, επειδή δεν υπήρχε άξιος υποψήφιος στο δικό τους. Ο νέος ηγούμενος αποδείχτηκε ότι δεν είχε αγνή συμπεριφορά και είχε μεγάλη αδυναμία στην οινοποσία.


Μαζί με άλλους δυο μοναχούς που είχαν έρθει μαζί του ήταν διαρκώς μεθυσμένοι, παραβιάζοντας έτσι την κυριότερη εντολή του ιδρυτή του μοναστηριού. Οι νέοι μοναχοί, αδόκιμοι ακόμη στη μοναχική ζωή, σκανδαλίζονταν και έπαιρναν απ' αυτόν ένα πολύ κακό παράδειγμα. Ορισμένοι απ' τους μοναχούς που παράμεναν πιστοί στην εντολή του οσίου Αντωνίου θλίβονταν πολύ.


Γι' αυτό και συχνά έρχονταν προς τον ιερομόναχο Τίτο και του ζητούσαν καταπιεστικά, σαν πιστός και στενός μαθητής του μακαρίου Αββά που ήταν, να υπενθυμίσει στον ηγούμενο, που είχε ξεχάσει το καθήκον του, ότι ο άγιος ιδρυτής του μοναστηριού είχε απαγορεύσει αυστηρά να υπάρχει οτιδήποτε από οινοπνευματώδη ποτά στο μοναστήρι και πολύ περισσότερο είχε απαγορεύσει να μεθούν.


Για πολύ καιρό όμως ο Τίτος, από απλότητα και ταπεινοφροσύνη, αρνιόταν να εκπληρώσει την παράκληση των αδελφών, οπότε ανέλαβε ο ίδιος ο Όσιος να δώσει μια απειλητική προειδοποίηση. Αργά ένα βράδυ, μετά το συνηθισμένο κανόνα της προσευχής, ο Τίτος ξάπλωσε για να κοιμηθεί. Ξαφνικά είδε τον όσιο Αντώνιο να έρχεται προς αυτόν μέσα στο κελλί του, συνοδευόμενος από δύο μαθητές του, που είχαν αναπαυτεί πριν λίγο καιρό.


Στο δεξί του χέρι ο Όσιος κρατούσε την ηγουμενική ράβδο και στα χέρια της συνοδείας του υπήρχαν τεράστια δέματα από βέργες. Ο Τίτος σηκώθηκε να περιποιηθεί τον Όσιο, εκείνος όμως άρχισε να τον επιτιμά αυστηρά: -Αφού βλέπεις την ανάρμοστη ζωή του ηγουμένου και γνωρίζεις την αυστηρή εντολή του ιδρυτή του μοναστηριού για τα οινοπνευματώδη ποτά, γιατί δεν του το υπενθυμίζεις και δεν τον απομακρύνεις απ' τον επονείδιστο τρόπο ζωής που κάνει και παρασύρει τους αδελφούς.


Και λέγοντας αυτά γύρισε προς τον ένα από κείνους που τον ακολουθούσαν, του είπε να πιάσει το κεφάλι του Τίτου, να το σκύψει και να το κρατάει σ' αυτή την θέση και τον άλλο ακόλουθό του τον διέταξε να τον χτυπάει με τη βέργα του ανελέητα μέχρι να ματώσει. Ο Τίτος άρχισε τότε να τον παρακαλεί με δάκρυα να του συγχωρέσει την αμαρτία του και υποσχέθηκε ότι στο μέλλον δεν θα επιτρέψει στον εαυτό του να κρατήσει μια τέτοια ένοχη σιωπή.


Ομοίως και οι ακόλουθοι του Οσίου άρχισαν να τον παρακαλούν θερμά να συγχωρέσει τον Τίτο και έδωσαν ακόμη και το λόγο τους γι' αυτόν' μόνο τότε, υποχωρώντας στις επικλήσεις των μαθητών του, μετάβαλε ο όσιος Αντώνιος την οργή του σε οίκτο, διέταξε για μια ακόμη φορά τον Τίτο αυστηρότατα να μιλήσει στον ηγούμενο και εξαφανίστηκε.


Μετά το όραμα αυτό ο Τίτος δεν δίστασε άλλο, αλλά πήγε με τόλμη στον ηγούμενο, του διηγήθηκε το όραμα με κάθε λεπτομέρεια και τον ικέτευσε με δάκρυα να σταματήσει τον ανάρμοστο τρόπο της ζωής του. Ο ηγούμενος συγκινήθηκε βαθύτατα απ' όσα άκουσε, μετανόησε ειλικρινά και με τη βοήθεια του Θεού και τις προσευχές του οσίου Αντωνίου άλλαξε ριζικά τον τρόπο της ζωής του.


Όταν ηγούμενος στο μοναστήρι ήταν ο Γελάσιος, ο διάδοχος του οσίου Αντωνίου, εργαζόταν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στους αγρούς του μοναστηριού ένας εργάτης που τον έλεγαν Συμεών. Αυτός ήταν ένας άνθρωπος ανέντιμος και πονηρός.


Συχνά έκλεβε απ' τα γαλακτομικά προϊόντα του μοναστηριού χωρίς να παρατηρείται και να ελέγχεται και τα πουλούσε έξω για προσωπικό του κέρδος. Ξέροντας δε πώς να καλύπτει τα ίχνη της κλοπής του και χωρίς να φοβάται ότι θα λογοδοτήσει γι' αυτά στην Κρίση του Θεού, ο εργάτης αυτός όχι μόνο δε σκεφτόταν να σταματήσει το πονηρό έργο του, αλλά απεναντίας όσο περισσότερο έκλεβε, τόσο πιο αποφασιστικός και θρασύς γινόταν.


Έτσι η κλοπή της περιουσίας του μοναστηριού συνεχιζόταν για αρκετά χρόνια. Ο ιδρυτής όμως και ουράνιος προστάτης του μοναστηριού σταμάτησε την εγκληματική δραστηριότητα του αμαρτωλού αυτού και τον έφερε στο σωστό δρόμο, με τον ακόλουθο τρόπο:


Μια Κυριακή πρωϊ ο Συμεών μαζί με άλλους εργάτες του μοναστηριού πήγε στην ακολουθία του όρθρου. Ξαφνικά βλέπει να μπαίνει στην εκκλησία ο όσιος Αντώνιος και, ακουμπώντας στο ραβδί του, τον βλέπει να βαδίζει προς τον ηγουμενικό θρόνο και να στέκεται στα δεξιά του ηγουμένου Γελασίου, του μαθητή του.


Αφού κάθησε για λίγο εκεί, ακούμπησε το ραβδί του στον τοίχο, πήρε το θυμιατήρι και άρχισε να λιβανίζει την εκκλησία, τον ηγούμενο και τους αδελφούς. Μετά ξαναπήγε στη θέση του ηγουμένου, πήρε την ηγουμενική ράβδο και άρχισε να περιεργάζεται τους αδελφούς.


Πλησιάζοντας έναν απ' τους μοναχούς, που ονομαζόταν Βασσιανός, κι εκείνο τον καιρό ήταν κελλάρης του μοναστηριού, ο Όσιος άρχισε να τον χτυπάει με μανία και χωρίς έλεος στην πλάτη και να τον επιτιμά αυστηρά. Τον επέπληττε γιατί σαν κελλάρης είχε επιδείξει μεγάλη αμέλεια στην εκτέλεση των καθηκόντων του και δεν επιτηρούσε τους υπηρέτες και τους εργάτες που αμελούσαν τη δουλειά τους και πρόσεχαν πώς να αποκομίσουν προσωπικά οφέλη απ' την εργασία τους, όπως για παράδειγμα ο εργάτης Συμεών.


Λέγοντας τα τελευταία αυτά λόγια ο Όσιος έδειξε το Συμεών και, αφού άφησε τον κελλάρη, τον πλησίασε και του είπε οργισμένα: -Γιατί ήρθες εδώ και δεν σταματάς να κλέβεις την Παναγία Τριάδα και να κάνεις τόσο κακό, προκαλώντας γκρίνια μεταξύ των αδελφών;


Και λέγοντας τα απειλητικά αυτά λόγια ο Όσιος, άρπαξε το Συμεών, τον έσπρωξε με μεγάλη δύναμη και βιαιότητα προς το κιγκλίδωμα της εκκλησίας και εξαφανίστηκε. Κεραυνοχτυπημένος ο εργάτης Συμεών από ένα τέτοιο φοβερό όραμα, έβγαλε μια δυνατή κραυγή και μετά έμεινε άλαλος και τελείως παράλυτος.


Επειδή όμως το όραμα το είδε μόνο ο τιμωρημένος, ο ηγούμενος και οι άλλοι αδελφοί βρέθηκαν σε μεγάλη αμηχανία' μετά τον όρθρο μετάφεραν τον εργάτη στον τάφο του Οσίου κι εκεί κι εκεί έκαναν μια παράκληση για τη θεραπεία του αρρώστου. Τιμωρημένος απ' το Θεό και υποφέροντας τρομερές οδύνες, ο εργάτης Συμεών παρακαλούσε θερμά τον Κύριο να συγχωρέσει τις αμαρτίες του και να τον θεραπεύσει' τελικά οι προσευχές του εισακούστηκαν.


Μετά από τρεις μέρες ο όσιος Αντώνιος εμφανίστηκε και πάλι στον ίδιο, τον συμβούλεψε σαν πατέρας να μην ξαναμαρτήσει στην εκτέλεση των καθηκόντων του και τον θεράπευσε τελείως. -Τώρα είσαι καλά, του είπε ο Όσιος' πρόσεξε να μην αμαρτήσεις ξανά για να μη σου συμβεί τίποτα χειρότερο. Και τώρα πήγαινε να διηγηθείς στον ηγούμενο και τους αδελφούς καταλεπτώς όλα όσα σου συνέβησαν.


Γεμάτος χαρά και πλημμυρισμένος με δάκρυα για τη θαυματουργική θεραπεία του, ο Συμεών πήγε στον ηγούμενο και τους αδελφούς, μετανόησε ειλικρινά και αφηγήθηκε όλα όσα αφορούσαν την τιμωρία του και τη θεραπεία που του χορήγησε ο Όσιος. Κι εκείνοι που τα άκουσαν δοξολόγησαν το Θεό που έδωσε τόσο μεγάλη χάρη στον Άγιό Του, τον όσιο Αντώνιο του Σίγια.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>>
σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 200-205, Αθήνα 1988.


Τετάρτη 30 Μαρτίου 2022

ΑΣΗΚΩΤΟΣ Ο ΖΥΓΟΣ ΣΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ: ΝΑ ΛΥΝΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΑΠ' ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ!





Με απαράμιλλη ενάργεια και περιγραφική δύναμη ο Ρώσος συγγραφέας, που εκτελέστηκε από το σοβιετικό καθεστώς το 1941 σαν "εχθρός του λαού",
αναπλάθει λογοτεχνικά αυθεντικές μαρτυρίες και πραγματικά περιστατικά της συνταρακτικής εποχής του.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου περιέχονται ημερολογιακές καταγραφές ενός άγνωστου Ρώσου ιερέα, και στο δεύτερο, τέσσερα κείμενα-μαρτυρίες,
όπου ο συγγραφέας περιγράφει είτε προσωπικές μετεπαναστατικές εμπειρίες του είτε άλλα περιστατικά, που πληροφορήθηκε από τους πρωταγωνιστές τους ή αυτόπτες μάρτυρες.


Μεγάλη Σαρακοστή. Μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Μὲ βαρειὲς ἁμαρτίες εἶναι φορτωμένος ὁ ἄνθρωπος. Ἀλίμονο, κάθε χρόνο τὰ ἁμαρτήματά του εἶναι πιὸ μεγάλα καὶ πιὸ μαῦρα... Ἀσήκωτος ὁ ζυγὸς στοὺς ὤμους τοῦ Ἱερέα: Νὰ λύνει τοὺς ἀνθρώπους ἀπ᾿ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας! Σὲ πολλοὺς πρέπει νὰ βάλω ἐπιτίμια, σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες τῆς ἐκκλησίας, ἀλλὰ δὲν τὸ ἀντέχω... Δὲν μπόρεσα ποτὲ νὰ γίνω αὐστηρός!


πὸ τὴν ἄλλη πάλι, πόση συμπάθεια νιώθω, ὅταν βλέπω τὴν εἰλικρινῆ μετάνοιά τους! Αὐτὴ ἡ μετάνοια εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα τοῦ ρωσικοῦ λάου, τὸ μοναδικό του ὅπλο μπροστὰ στὸ κακό, ποὺ ὅλο καὶ πλησιάζει... Ἁμαρτάνει μὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ κλάψει πικρά, ἐπαναλαμβάνοντας τὰ λόγια του ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης στὸν Μεγάλο Κανόνα:


«πώλεσα τὸ πρωτόκτιστον κάλλος καὶ τὴν εὐπρεπειάν μου· καὶ ἄρτι κεῖμαι γυμνὸς καὶ καταισχύνομαι. Τ᾿ ἀνοιξιάτικα νερὰ κυλᾶνε στὴ γῆ, σχηματίζοντας ρυάκια. Μετὰ τὸ Μέγα Ἀπόδειπνο πῆγα ἕναν περίπατο στὸ δάσος κι ἔκοψα μερικὰ κλαδιὰ ἀπὸ τὶς λυγαριές, τὶς στολισμένες μὲ τὰ κόκκινα λουλούδια τους. Θαρρῶ πώς, ὅταν θὰ πεθαίνω, δὲν θὰ ὀνειρεύομαι ἀπ᾿ τὰ γήινα τίποτ᾿ ἄλλο, παρὰ μονάχα τοῦτες τὶς ἀνθισμένες κόκκινες λυγαριές!... Τὰ δάση μας τὰ κόβουν! Καὶ τὰ κόβουν ἀσυλλόγιστα, μὲ καταστροφικὴ μανία. 


λόγυρα στὸ χωριό μας ὑπῆρχαν τόσα πυκνά, παρθένα δάση... Καὶ ζοῦσαν ἐκεῖ μέσα τόσα πουλιά, τόσα ἀγρίμια... Μὰ τώρα, ἐρημιά...Παρατηρῶ, πὼς ὅσο περισσότερο καταστρέφεται ἡ φύση, τόσο χειροτερεύει ἡ ζωὴ πάνω στὴ γῆ, τόσο σκοτεινιάζουν τὰ πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων… θελήσαμε νὰ δείξουμε τὴν ψευτοπαλληκαριά μας πάνω στὴ φύση! Βαλθήκαμε νὰ τὴν κατακτήσουμε, νὰ τὴν ὑποτάξουμε, νὰ τὴν ἐξουσιάσουμε, νὰ τὴν «ἀξιοποιήσουμε»...


Πόσες φορές, ἀπὸ ἀλαζονικὴ ἐπιδεκτικότητα καὶ μόνο, δὲν κάψαμε τεράστια δάση, δὲν σκοτώσαμε τόσα ζῷα καὶ πουλιά... Μὲ τρόμο ἀντιμετωπίζει πιὰ ἡ φύση τὸν ἄνθρωπο, σὰν τὸν χειρότερο ἐχθρό της. Μήπως ἀπ᾿ αὐτὸ θὰ ἔρθει ἡ μεγάλη θλίψη. Πρὶν ἀπὸ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα ἐπισκέφθηκα μία-μία ὅλες τὶς καλύβες τοῦ χωριοῦ καὶ εἶχα στενὴ προσωπικὴ ἐπαφὴ μὲ ὅλους τοὺς χωρικοὺς τοῦ ποιμνίου μου.


Ποτὲ πρὶν δὲν εἶχα κάνει κάτι τέτοιο. Μὰ τώρα ἔχω ἀρχίσει ν᾿ ἀνησυχῶ πιὸ πολὺ γιὰ τὶς ἀνθρώπινες ψυχές, θέλω νὰ τὶς προετοιμάσω γιὰ τὴν ἐπερχόμενη θύελλα, νὰ τὶς στερεώσω. Δὲν ἀπαλλάσσομαι ποτὲ ἀπὸ τὸ προαίσθημα, πὼς θὰ ὑποστοῦν σὲ λίγο μεγάλες δοκιμασίες...Καθὼς μπαίνω μέσα σὲ κάθε καλύβα, τοὺς λέω:


ρθα κοντά σας γιὰ νὰ ζεσταθώ! Ὅλοι χαίρονταν μὲ τὴν ἐπίσκεψή μου. Μοῦ σέρβιραν τσάι ἀπ᾿ τὸ σαμοβάρι, κι ἔπειτα κάθονταν κοντά μου κι ἔπιαναν τὴ συζήτηση μαζί μου... Ἄ, μὲ πόση συγκίνηση ἀντίκριζα τὰ βασανισμένα πρόσωπα τῶν χωρικῶν, ποὺ μόλις φωτίζονταν ἀπ᾿ τὴν ἀδύνατη φλόγα τῆς λάμπας τοῦ πετρελαίου, νὰ μὲ κοιτᾶνε κατάματα καὶ ν᾿ ἀκοῦνε ἀχόρταγα τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ!


Μόνος, πολὺ μόνος κι ἀβοήθητος εἶναι ὁ ἄνθρωπος σήμερα! Δὲν ἔχει στήριγμα. Τοῦ χρειάζεται παρηγορητής. Ἡ Ρωσία χρειάζεται πάντα τὰ μοναστήρια καὶ τοὺς γεροντάδες, τοὺς στάρετς, τοὺς παρηγορητές... Ἂν ὄχι σ᾿ αὐτούς, ποῦ ἀλλοῦ νὰ καταφύγουν οἱ ἀνήσυχες καὶ πονεμένες ψυχές μας; Ἀπ᾿ τὴ ζοφερή μας μοναξιὰ καὶ τὴν ἐγκατάλειψη δὲν προέρχονται τάχα ὅλες οἱ θλίψεις, ὅλος ὁ ψυχικός μας κόπος, ἀκόμα καὶ ἡ ἁμαρτία;


Τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα τὸ χωριὸ μοιάζει μὲ μοναστήρι. Ὅλοι εἶναι σοβαροί, φιλάδελφοι καὶ συγκαταβατικοί. Καὶ οἱ πιὸ καβγατζῆδες ἔχουν συμμαζευτεῖ. Καὶ οἱ πιὸ ἄσωτοι νηστεύουν αὐστηρά!... Τοὺς παρατηρῶ, καὶ τὸ ξαναλέω: Δὲν θ᾿ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστὸ ὁ ρωσικὸς λαός! Θὰ ἐπιστρέψει κοντά Του, θὰ Τοῦ ὁμολογήσει τὰ σφάλματά του, θὰ μετανοήσει, θὰ καθίσει στὰ πόδια Του... Βγῆκα ἔξω.


συχο ἀνοιξιάτικο σούρουπο. Σούρουπο πασχαλινό. Φυσοῦσε ὁ γνωστὸς ἀπριλιάτικος ἀέρας, θυμήθηκα τὰ λόγια τοῦ Τσέχωφ: «Ὁ ἴδιος ἀκριβῶς ἀέρας φυσοῦσε καὶ στὰ χρόνια τοῦ Ρούριχ καὶ στὰ χρόνια τοῦ Ἰβᾶν τοῦ Τρομεροῦ καὶ στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Πέτρου». Ἡ πιὸ χαρακτηριστικὴ περίοδος τῆς ρωσικῆς γῆς εἶναι τότε ποὺ λιώνουν τὰ χιόνια, καὶ μάλιστα στὸ σούρουπο, μὲ τὸν ἀέρα.


Τότε τὴ νιώθω πιὸ οἰκεία, πιὸ ἀγαπητή... κι αὐτὸ μοῦ συμβαίνει περισσότερο τὸν τελευταῖο καιρό, ποὺ σὰ νὰ φεύγει κάτω ἀπ᾿ τὰ πόδια μου... Ἔμεινα μόνος στὸ πασχαλινὸ τραπέζι. Γιατί μὲ πλακώνει τόση θλίψη αὐτὴ τὴν ὁλόλαμπρη καὶ σωτήρια νύχτα; Γιατί πάλι τριγυρνάει στὸ νοῦ μου ἡ σκέψη, ὅτι βρισκόμαστε ὅλοι μπροστὰ σ᾿ ἕνα σταυροδρόμι, καὶ πολὺ σύντομα θὰ χωρίσουμε, δὲν θὰ βλέπουμε πιὰ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον;


Καθὼς ἄλλαζα μὲ τοὺς ἐνορῖτες μου τὸν τριπλὸ ἀναστάσιμο ἀσπασμό, ἤθελα νὰ ξεσπάσω σὲ κλάματα. Τοὺς ἔβλεπα μὲ λύπη ἀβάσταχτη νὰ περπατοῦν στοὺς ξεπλυμένους ἀπ᾿ τὴν ἀνοιξιάτικη βροχὴ δρόμους, κρατώντας στὰ χέρια τους τὰ μπογαλάκια μὲ τὰ εὐλογημένα πασχαλινὰ φαγητά, γελώντας χαρούμενα δίνοντας εὐχές... Νά, σκέφτομαι, σὲ λίγο θὰ τοὺς χάσω ἀπ᾿ τὰ μάτια μου.


Ποτὲ πιὰ δὲν θὰ ξανάρθουν ἐδῶ, στὸ πασχαλινὸ δεῖπνο τοῦ Χριστοῦ! Λὲς πάλι νὰ ἔχει σφηνωθεῖ μέσα μου μιὰ ἔμμονη ἰδέα; Μακάρι νά ᾿ναι ἔτσι. Κύριε!


Βασιλείου Νικηφόρωφ - Βόλγιν:
<<Το Οδοιπορικό Ραβδί>>, απόσπασμα, έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου
Επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ



Μήλεσι Αττικής

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2022

Η ΕΙΡΗΝΗ, Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΚΑΙ Η ΕΡΩΤΗΣΗ




Αραγε, τι θα γινόταν αν ο - δικός μας Πούτιν της Μεσογείου - εισέβαλε στη δική μας χώρα

και οι «φονιάδες των λαών Αμερικάνοι» διατράνωναν ότι είναι έτσι γενικά «με την ειρήνη»;



Δεν φταίει τόσο η διασπορά των fake news. Οσο η παραδοξότητα της ίδιας της επικαιρότητας. Σχεδόν καθημερινά ο αναγνώστης χρειάζεται να διπλοτσεκάρει μια είδηση, αφού σε πρώτη ανάγνωση, πολλές μοιάζουν ως κάτι αδιανόητο.


της Κατερίνας Παναγοπούλου


Τη στιγμή που ο ρώσος πρόεδρος έχει κηρύξει πόλεμο στην Ουκρανία, στην Ελλάδα μέλη κόμματος πηγαίνουν Σάββατο πρωί στο λιμάνι του Πειραιά για να πετάξουν μπογιές σε καναδικό πλοίο, ώστε να διατρανώσουν ότι τα νατοϊκά πλοία δεν είναι ευπρόσδεκτα.


Τη στιγμή που εκατομμύρια Ουκρανοί, γυναίκες με μωρά παιδιά, άρρωστοι και ανήμποροι πολίτες παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς, καθηγητής του τμήματος ΜΜΕ του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου κάνει χυδαία ανάρτηση για την υποδοχή των προσφύγων με φωτογραφία μίας καλλίπυγου Ουκρανήw.


Την ίδια στιγμή διαβάσαμε ότι το συλλαλητήριο «ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο αναβλήθηκε λόγω κρύου και θα γίνει την πρωταπριλιά», ενώ «στις 6 Απρίλη αποφασίστηκε πανελλαδική απεργία ενάντια στην ακρίβεια».


Πραγματικές ειδήσεις μοιάζουν σαν τρολάρισμα και η καθημερινότητά μας σαν βίντεο του «Ράδιο Αρβύλα». Απουσία ενσυναίσθησης και γενικότερα συναίσθησης. Καλλιτέχνες λειτουργούν σαν μοντέλα σε καλλιστεία και εύχονται «παγκόσμια ειρήνη». Μάταια ο Διονύσης Σαββόπουλος με τον Στάθη Δρογώση προσπαθούσαν επί 15 ημέρες να μαζέψουν συναδέλφους τους σε μία συναυλία ενάντια στη ρωσική εισβολή.


Κάποιοι είπαν ότι είναι μόνο «με τον άνθρωπο» – στηρίζοντας στην ουσία τον… παλιάνθρωπο, ενώ κάποιοι άλλοι αποφάσισαν να οργανώσουν συναυλία «υπέρ της ειρήνης», έτσι γενικώς και αορίστως, δίνοντας μία νέα διάσταση της λογικής «κρατάω ίσες αποστάσεις».


Ας πούμε, σε αντίστοιχη περίπτωση δεν θα ήταν κατά της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, αλλά «υπέρ της ειρήνης». Σαν να λέμε ούτε με τον Φύσσα, ούτε με τον δολοφόνο του, ούτε με την Τοπαλούδη ούτε με τους βιαστές της. Με τον άνθρωπο. Στην αφίσα μάλιστα της συναυλίας «για την ειρήνη» αναγράφεται «αλληλεγγύη για όλους». Για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία.


Θύτες και θύματα μαζί, σε μια ισορροπία τρόμου. Τη στιγμή που μαιευτήρια βομβαρδίζονται από ρωσικά πυρά, παιδιά διαμελίζονται στο Χάρκοβο, οικογένειες ξεκληρίζονται στη Μαριούπολη, ο Πούτιν απειλεί την παγκόσμια κοινότητα με πυρηνικά, ο ΟΗΕ προειδοποιεί «ετοιμαστείτε για κόλαση», εμείς είμαστε «με την ειρήνη» και ζητάμε «αλληλεγγύη για όλους».


Την ίδια στιγμή σε κάποια άλλα μέρη του πλανήτη ο Ντέιβιντ Μπέκαμ ανακοίνωνε ότι δίνει το προφίλ του των 71,8 εκατ. ακολούθων να το διαχειρίζεται γιατρός σε νοσοκομείο στο Χάρκοβο, ο Αστον Κούτσερ με τη Μίλα Κούνις συγκέντρωναν 35 εκατ. δολάρια για τους ουκρανούς πρόσφυγες, ο Ράιαν Ρέινολντς έδινε 1 εκατ. ευρώ από την περιουσία του στα θύματα του Πούτιν, ο Σον Πεν πήγε στην Ουκρανία για να γυρίσει ντοκιμαντέρ,


η Ρωσίδα Ιρίνα Σάικ καλούσε τους ακολούθους της να κάνουν δωρεές υπέρ του ουκρανικού λαού, ο Χαβιέ Μπαρδέμ συμμετείχε σε διαδηλώσεις κατά του Πούτιν έξω από τη ρωσική πρεσβεία. Εμείς κάνουμε συναυλία για την ειρήνη, διότι όπως έγραψαν και στην αφίσα «ειρήνη είναι η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση».


Αραγε, τι θα γινόταν αν ο – δικός μας Πούτιν της Μεσογείου – εισέβαλε στη δική μας χώρα και οι «φονιάδες των λαών Αμερικάνοι» διατράνωναν ότι είναι έτσι γενικά «με την ειρήνη»; Ποια θα ήταν η απάντηση σε αυτή την ερώτηση;



in


Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821: ΜΙΑ ΔΑΙΔΑΛΩΔΗΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗ

 




Στα χρόνια της σκλαβιάς, μέχρι τη μέρα του γενικού ξεσηκωμού οι προσπάθειες για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού ήταν συνεχείς.



Λεωνίδας Κουμάκης, Αρθρογράφος
Νομικός, Συγγραφέας. Μέλος του International Hellenic Association (IHA)


Από τότε που ο ελληνισμός με την κατάρρευση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας υποδουλώθηκε στον Ασιάτη επιδρομέα άρχισε να φωλιάζει μέσα στα στήθη των σκλαβωμένων η λαχτάρα της λευτεριάς. Χρειάστηκαν 368 ολόκληρα χρόνια μέχρι τη μέρα που ο γενικός ξεσηκωμός το Μάρτη του 1821 οδήγησε στην αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.


Όλα αυτά τα χρόνια της σκλαβιάς η εκκλησία έπαιξε τον σπουδαίο ρόλο της διατήρησης της γλώσσας, της θρησκείας και των παραδόσεων του ελληνισμού. Τα μοναστήρια και οι εκκλησίες υπήρξαν οι κυριότεροι χώροι των κρυφών σχολειών, αλλά και τα καταφύγια των αγωνιστών. Και όταν το απαίτησαν οι συνθήκες, ο κλήρος όχι μόνο θυσιάστηκε υφιστάμενος βασανιστήρια και απαγχονισμούς, αλλά πήρε το καριοφίλι και πολέμησε γενναία δίνοντας το παράδειγμα στο σκλαβωμένο ελληνισμό.


Στα χρόνια της σκλαβιάς, μέχρι τη μέρα του γενικού ξεσηκωμού οι προσπάθειες για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού ήταν συνεχείς. Άσχετα με την αποτυχία τους και τις αιματηρές συνέπειές τους κράτησαν ζωντανή τη φλόγα της λευτεριάς στην ψυχή και στο νου του ελληνικού έθνους.


Σε όλα αυτά τα χρόνια υπήρχε στον υπόδουλο ελληνισμό η ελπίδα πως η ομόθρησκη Ρωσία θα βοηθούσε στην απελευθέρωση των Ελλήνων. Η ελπίδα όμως αυτή, όποτε δοκιμάστηκε στην πράξη, δεν είχε τα αποτελέσματα που προσδοκούσε ο ελληνισμός.


Μια σοβαρή προσπάθεια βοήθειας από την ομόθρησκη Ρωσία ήταν το κίνημα των αδελφών Ορλώφ. Τα γεγονότα που συνδέθηκαν μ′ αυτό ονομάστηκαν μονολεκτικά Ορλωφικά.


Ο Έλληνας λοχαγός του ρωσικού στρατού Γεώργιος Παπάζολης ήταν φίλος του Γρηγόρη Ορλώφ. Ο τελευταίος είχε την μεγάλη εύνοια της τσαρίνας Αικατερίνης της Β’. Ο Γεώργιος Παπάζολης έπεισε πρώτα το φίλο του Γρηγόρη Ορλώφ για την ανάγκη ενός κινήματος που θα απελευθέρωνε τον υπόδουλο ελληνισμό, κίνημα που κατά τη γνώμη του θα είχε εξασφαλισμένη επιτυχία. Μετά, με τη βοήθεια του φίλου του έπεισε την ίδια την τσαρίνα.


Η φιλόδοξη Αικατερίνη, που ονειρευόταν μια ανασύσταση του Βυζαντίου με Ρώσο ηγεμόνα, δέχτηκε την πρόταση και έστειλε το 1766 τον Γεώργιο Παπάζολη στην Ελλάδα, για να προετοιμάσει με μεγάλη προσοχή τον ξεσηκωμό των Ελλήνων.


Το Φλεβάρη του 1770 έφθασαν στην Κορώνη τα πρώτα ρωσικά πλοία με επικεφαλής το Θόδωρο Ορλώφ, αδελφό του Γρηγόρη. Μόλις οι Έλληνες έμαθαν πως έφθασαν ρωσικά πλοία για να τους βοηθήσουν να απαλλαγούν από τους Τούρκους, ξεσηκώθηκαν.


Ολόκληρο το ορλωφικό κίνημα στηρίχτηκε στον αυθορμητισμό και στον ενθουσιασμό, στοιχεία σημαντικά και απαραίτητα, αλλά όχι αρκετά. Επίσης το κίνημα δεν είχε οργανωθεί ευρύτερα, και το κυριότερο, δε στηρίχτηκε στην οργάνωση και στην πολεμική ικανότητα των κλεφτοκαπεταναίων. Και απέτυχε. Μαζί όμως με την αποτυχία του, επιφύλαξε στον υπόδουλο ελληνισμό απερίγραπτα μαρτύρια, σφαγές και μια φοβερή δοκιμασία από την εκδικητική μανία των Τούρκων. Μια δοκιμασία που δεν άφησε μόνο άψυχα τα κορμιά των αγωνιστών, αλλά τσάκισε το ηθικό και την ψυχή του ελληνισμού. Χρειάστηκε η μεγάλη θυσία ενός Ρήγα Φεραίου για να ξαναζεστάνει τον παγωμένο πόθο της λευτεριάς.


Ο Ρήγας Φεραίος, που γεννήθηκε το 1757 στο Βελεστίνο, κατέφυγε το 1796 στη Βιέννη, όπου άρχισε να εκφράζει τον φλογερό του πατριωτισμό και τη μεγάλη ιδέα της λευτεριάς, με βιβλία και προκηρύξεις που καλούσαν τους σκλαβωμένους λαούς που ζούσαν σε τουρκοκρατούμενες επαρχίες, όπως εκείνες της Μακεδονίας, της Ηπείρου, του Μοριά, της Αλβανίας και άλλες, να αρπάξουν τα όπλα και να εκδιώξουν τους Τούρκους κατακτητές.


Οι Αυστριακοί όμως μαθητές του Μέττερνιχ δεν ήταν διατεθειμένοι να διαταράξουν τη φιλία τους με το σουλτάνο. Έτσι, στα τέλη Νοεμβρίου του 1797 συνέλαβαν στην Τεργέστη το Ρήγα Φεραίο και τους συνεργάτες του και θέλοντας να πουλήσουν εκδοΰλευση στην Υψηλή Πύλη τους παρέδωσαν στους Τούρκους.


Οι Τούρκοι έπνιξαν τους συντρόφους του Ρήγα Φεραίου ρίχνοντας τους στο Δούναβη. Όταν πήγαν να εκτελέσουν και τον ίδιο, άκουσαν έκπληκτοι να τους λέει σε άπταιστα τουρκικά:


«Έτσι πεθαίνουν τα παλικάρια! Αρκετό σπόρο έσπειρα! Θα έρθει η ώρα που θα βλαστήσει και το γένος μου θα μαζέψει το γλυκό καρπό!»


Ο Ρήγας Φεραίος εκτελέστηκε από τους Τούρκους στις αρχές του 1798 και το πτώμα του ρίχτηκε στο Δούναβη, για να μην το βρουν οι «γκιαούρηδες» και το θάψουν. Ο σπόρος όμως που φύτεψε με τη θυσία του ήταν γόνιμος. Και βλάστησε. Το αίμα του πότισε το διψασμένο δέντρο της λευτεριάς. Ο ηρωικός του θάνατος τον έκανε θρύλο, τόνωσε το ηθικό του σκλαβωμένου ελληνισμού και γιγάντωσε τη θέλησή του για αγώνα, για απαλλαγή από τον τούρκικο ζυγό. Ο περίφημος θούριος του έγινε το επαναστατικό σάλπισμα, ο ύμνος των σκλαβωμένων:


Ως πότε παλικάρια να ζώμεν στα στενά μονάχοι σα λεοντάρια, στις ράχες στα βουνά Κάλλιο′ ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!


Αυτούς τους στίχους έγραφε ο πρόδρομος αυτός της ελληνικής επανάστασης τραγουδώντας τους και παίζοντας τη λύρα του. Τη θυσία του Ρήγα Φεραίου ακολούθησαν πολλές άλλες θυσίες αγωνιστών της ελευθερίας, που έκαναν τον υπόδουλο ελληνισμό να μοιάζει μ′ ένα καζάνι που βράζει.


Στο Παρίσι ο Γρηγόρης Ζαλίκης και ο Δημήτρης Κομνηνός ιδρύουν το 1809 το Ελληνόγλωσσο Πανεπιστήμιο, μια επαναστατική οργάνωση που προσχηματικό μεν στόχο είχε την επιμόρφωση της ελληνικής νεολαίας στην πραγματικότητα όμως απέβλεπε στην απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό. Μεταξύ των λιγοστών μελών της οργάνωσης αυτής ήταν και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ.


Λίγα χρόνια αργότερα, το 1814, στην Οδησσό της Ρωσίας ιδρύεται μια άλλη συνωμοτική οργάνωση που έμελλε να προετοιμάσει αποτελεσματικά την επανάσταση που θα αποτελούσε απαρχή της συρρίκνωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πρόκειται για τη Φιλική Εταιρία, της οποίας ιδρυτές ήταν ένας χρεοκοπημένος έμπορος, ο Νικόλαος Σκουφάς από την Άρτα, ένας εμποροϋπάλληλος, ο Μανόλης Ξάνθος από την Πάτμο, και ένας σπουδαγμένος νέος, γιος γουναρά, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ από την Ήπειρο. Κατ′ άλλους, ιδρυτικό μέλος ήταν και ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος από την Ανδρίτσαινα.


Η μυστική οργανωτική διάρθρωση της Φιλικής Εταιρίας ήταν προσαρμοσμένη στο σύστημα που χρησιμοποιούσαν οι μασόνοι στις τεκτονικές στοές και είχε ειδικό τρόπο επικοινωνίας των μελών της με συνθηματικό αλφάβητο, δικό τους λεξικό και κρυπτογραφημένο κώδικα. Η αυστηρά συνωμοτική διάρθρωση της Φιλικής Εταιρίας αποδείχτηκε στη συνέχεια αναγκαία και σωτήρια. Όχι μόνο γιατί κάλυπτε και προστάτευε τη δράση των μελών της από τις λυσσαλέες προσπάθειες των Οθωμανών και των φίλων τους να την εξουδετερώσουν, αλλά και γιατί έκανε τη φαντασία όσων έμπαιναν στην Φιλική Εταιρία να καλπάζει, πιθανολογώντας πως ο αρχηγός της δεν μπορεί παρά να ήταν ένα πολύ μεγάλο και τρανό πρόσωπο, τονώνοντας έτσι την πίστη στον αγώνα και εκτινάσσοντας στα ύψη την αισιοδοξία και τον ενθουσιασμό.


Το Δεκέμβριο του 1814 ο Νικόλαος Σκουφάς κατήχησε στη Μόσχα ένα νέο από την Τριπολιτσά που σπούδαζε στο Παρίσι και που έγινε το πρώτο απλό μέλος της Φιλικής Εταιρίας: Τον Γεώργιο Σέκερη.


Τα επόμενα δύο χρόνια που ακολούθησαν ήταν πολύ δύσκολα για το έργο των Φιλικών, που συνέχιζαν την προσπάθεια να απλώσουν τα πλοκάμια της Φιλικής Εταιρίας με μεγάλη προσοχή σε κάθε τους βήμα. Το 1817 έγιναν μέλη της Φιλικής Εταιρίας οι καπεταναίοι Αναγνωσταράς, Χρυσοσπάθης και Δημητρόπουλος. Το 1818 το άπλωμα της Φιλικής Εταιρίας συνεχίστηκε σε πολύ σημαντικά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Πλαπούτας, ο Νικηταράς, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, οι Μαυρομιχαλαίοι και ο Παναγιώτης Σέκερης.


Τον Μάρτιο του 1818 ο Σκουφάς και ο Αναγνωστόπουλος εγκαθίστανται στην Κωνσταντινούπολη και ακολουθεί και ο Τσακάλωφ.


Στην Πόλη του Κωνσταντίνου η δράση της Φιλικής Εταιρίας μπαίνει σε νέα, δυναμική πορεία και ο αγώνας αποκτά μεγάλη ώθηση ώστε ο Ιωάννης Φιλήμων, ο ιστορικός αλλά και αγωνιστής της λευτεριάς, να γράψει πως:


«Η Φιλική Εταιρία γεννήθηκε στην Οδησσό, αλλά αντρώθηκε και έδρασε στην Κωνσταντινούπολη, πλάι στο παλάτι του Σουλτάνου, κυριολεκτικά κάτω από την μύτη του!»


Στις 31 Ιουλίου 1818 ο εμψυχωτής του μεγάλου έργου, ο Νικόλαος Σκουφάς, πεθαίνει. Το πένθος συνοδεύεται από την αγωνία για την τύχη της Φιλικής Εταιρίας. Αλλά ο στόχος της είναι πολύ σημαντικότερος από την απώλεια του εμψυχωτή της. Και προχωράει. Συνεχίζονται αθρόες οι μυήσεις νέων μελών.


Ο Παναγιώτης Σέκερης, ο χρηματιστής του σουλτάνου, προσφέρει στις ανάγκες του αγώνα μυθικά για την εποχή εκείνη ποσά. Οι Φιλικοί οργανώνουν την Κάσα τον Έθνους, ένα φανερό έρανο που απέφερε στον αγώνα τεράστια ποσά. Το 10% των εσόδων του εράνου δίδεται επιλεκτικά σε μουσουλμανικές οικογένειες, για στάχτη στα μάτια του σουλτάνου. Το 90% όμως μετατρέπεται σε όπλα και πολεμοφόδια και στέλνεται κρυφά στα νησιά και στην Πελοπόννησο για την προετοιμασία του ξεσηκωμού. Η Φιλική Εταιρία απλώνεται πλέον σαν ένας ιστός αράχνης μεταξύ του απανταχού ελληνισμού. Ο όρκος που δίνουν τα μέλη της σε ειδική τελετή κρατώντας ένα αναμμένο κερί αρχίζει με τα εξής λόγια:


«Ορκίζομαι ενώπιον του αληθινού Θεού οικειοθελώς, ότι θέλω είμαι επί ζωής μου πιστός εις την Εταιρία κατά πάντα. Να μην φανερώσω το παραμικρόν από τα Σημεία και τους Λόγους της μήτε να σταθώ κατ′ ουδένα λόγο η αφορμή να καταλάβωσιν άλλοι ποτέ, ότι γνωρίζω τι περί τούτων, μήτε εις συγγενείς μου, μήτε εις Πνευματικόν ή φίλον μου».


Η τεράστια ανάπτυξη που είχε πλέον η Φιλική Εταιρία οδήγησε τους αρχηγούς της στην απόφαση να επισπευσθεί η επανάσταση. Έπρεπε όμως να βρεθεί μια μεγάλη προσωπικότητα να αναλάβει την αρχηγία και να συντονίσει το κίνημα. Οι αρχηγοί της Φιλικής Εταιρίας αποφάσισαν να κάνουν την πρόταση στον Ιωάννη Καποδίστρια.


Ο Εμμανουήλ Ξάνθος πηγαίνει στην Πετρούπολη, αλλά δεν καταφέρνει να πείσει τον μετέπειτα κυβερνήτη της Ελλάδας. Για το λόγο αυτό στρέφεται υποχρεωτικά στο δεύτερο σε κύρος Έλληνα της Ρωσίας, τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Στρατηγός της αυτοκρατορικής φρουράς, υπασπιστής και φίλος του τσάρου της Ρωσίας, με φήμη ήρωα ο Αλέξανδρος Υψηλάντης θεωρήθηκε το κατάλληλο πρόσωπο για την αρχηγία της ελληνικής επανάστασης. Μετά από αλλεπάλληλες συζητήσεις και πολλούς δισταγμούς ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποδέχεται την αρχηγία.


Από τότε ακριβώς ξεκίνησε μια δαιδαλώδης διαδρομή, που μέσα από μεγάλες περιπέτειες, πολύχρονες θυσίες και ποταμούς αίματος, κατέληξε στον ξεσηκωμό του ελληνισμού και τελικά, στην αναγνώριση της ελληνικής ανεξαρτησίας από τις μεγάλες δυνάμεις το 1828.



*Απόσπασμα από το βιβλίο του Λεωνίδα Κουμάκη «Ματιές στις ρίζες του Ελληνισμού»



HUFFPOST


Σάββατο 26 Μαρτίου 2022

ΤΟ «ΖΗΛΩΤΙΚΟ ΗΘΟΣ» ΚΑΙ Ο ΙΔΙΟΤΥΠΟΣ «ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΑΣ»




...Kατὰ καιρούς, ὅπως ἀκριβῶς καὶ στὶς ἡμέρες μας, ἐμφανίζονται κάποιοι, ποὺ ἔχουν καταρτίσει ἕνα θεολογικὸ σύστημα καὶ βάσει αὐτοῦ κρίνουν τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα, δημιουργώντας ἕνα ἀσφυκτικὸ κλῖμα στοὺς γύρω τους, ποὺ δὲν ἀφήνουν κανέναν νὰ ἀναπνεύση, ἀφοῦ ὅλοι οἱ ἄλλοι θεωροῦνται ὕποπτοι ἕως καὶ αἱρετικοί. Αὐτοὶ οἱ χωρὶς αὐτογνωσία ἀλάθητοι καὶ «παπίζοντες ὀρθόδοξοι», ὅταν συναντήσουν κάποιον ποὺ συμφωνεῖ ἀπολύτως μὲ τὶς ἀπόψεις τους, τὸν ἐπαινοῦν μέχρι «τρίτου οὐρανοῦ», διότι εἶναι «παραδοσιακὸς» καὶ ὀρθόδοξος, διότι ὑπερασπίζεται τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια, διότι στηρίζει πνευματικὰ τοὺς πιστοὺς κ.ἄ. Καὶ ὅταν αὐτὸς ὁ ἴδιος «παραδοσιακὸς» σὲ κάποια στιγμὴ ἐκφράση, καλοπροαίρετα καὶ τεκμηριωμένα, μία ἄποψη ποὺ εἶναι ἀντίθετη μὲ τὶς ἰδικές τους ζηλωτικὲς ἀντιλήψεις, τότε τὸν κατηγοροῦν, ὅτι «μεταλλάχθηκε», ὅτι «ἔπληξε τὸ θεολογικό του κῦρος» κ.ἄ. Ἔχουμε, λοιπόν, τὸ ἑξῆς φαινόμενο: κάποιος τὴν μία ἡμέρα διαβάζει τὰ κείμενα κάποιου ὀρθοδόξου, ὡς οἰκοδομητικά, καὶ τὴν ἄλλη ἡμέρα τὰ θέτει κατὰ κυριολεξία στὴν πυρά, τὰ καίει, διότι καὶ αὐτά, τὰ ἔγραψε μὲν τότε ποὺ ἦταν, κατὰ τὴν γνώμη τους, «παραδοσιακὸς» καὶ ἐκφραστὴς τῶν πατερικῶν διδασκαλιῶν, τώρα ὅμως καὶ αὐτὰ εἶναι τοῦ ἀντιχρίστου καὶ γι᾿ ἀυτὸ πρέπει νὰ καοῦν!... Λυπᾶται κανεὶς γι᾿ αὐτὴν τὴν νοοτροπία συγχρόνων ἀλαθήτων «ὀρθοδόξων παπῶν», οἱ ὁποῖοι ἀνάγονται σὲ κριτὲς τῶν πάντων, τοὺς «ἀνεβάζουν» καὶ τοὺς «κατεβάζουν» μὲ τὸν ἰδικό τους «ἀνελκυστῆρα». Πρόκειται γιὰ μιὰ παθογένεια, γιὰ μία σχιζοφρενικὴ συμπεριφορά, γιὰ μία παράνοια, γιὰ ἕνα «διπολικὸ σύνδρομο», γιὰ ἕνα ἦθος ἀντιεὐαγγελικό. Πάντως εἶναι φοβερὸ καὶ τελικὰ διαβολικὸ νὰ πολεμᾶ κανεὶς τοὺς ἄλλους μὲ «παπικὴ» νοοτροπία καὶ ζηλωτικὸ ἦθος, ποὺ ἐκφράζεται ὡς «ὀρθόδοξη ὁμολογία»!... Εἶναι ὄντως φοβερὸ καὶ ἀναμφισβήτητα δαιμονικό!...


Ὁ Ἐρανιστὴς


† ὁ Μητροπολίτης Κυπριανὸς



Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών


Παρασκευή 25 Μαρτίου 2022

Η ΘΗΒΑΪΔΑ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ (7ο ΜΕΡΟΣ)





Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>> σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 187-192, Αθήνα 1988.
<<Ο μοναχισμός στη Ρωσία ξεκίνησε με τους οσίους Αντώνιο και Θεοδόσιο του Κιέβου. Εκείνοι έθεσαν τα θεμέλια της άσκησης και ήταν οι πρώτοι που έφεραν στην απέραντη αυτή χώρα το μήνυμα της ολοκληρωτικής αφιέρωσης στο Θεό και του αγώνα για εσωτερική τελείωση. Εκείνος όμως που δημιούργησε μια μεγάλη άνθιση, που εξελίχτηκε σ' ένα τεράστιο ξέσπασμα του μοναχισμού και αγκάλιασε ολόκληρη τη βορειοανατολική Ρωσία, που δίκαια αποκλήθηκε "Θηβαΐδα του Βορρά",
ήταν ο μεγάλος άγιος Σέργιος του Ραντονέζ.
Ο άγιος Σέργιος ήταν μια γιγαντιαία μορφή που δημιούργησε τη "χρυσή εποχή" για το μοναχισμό της Ρωσίας, εποχή που κράτησε τρεις αιώνες περίπου και χάρισε στην Ορθόδοξη Εκκλησία χιλιάδες αγίους. Ο ίδιος έφτιαξε πενήντα μοναστήρια και από εκείνα δημιουργήθηκαν άλλα σαράντα. Δίκαια του απονεμήθηκε ο τίτλος του "μεγάλου γέροντα της ρωσικής γης" και του "αββά της Θηβαΐδας του Βορρά". Ο συναρπαστικός βίος του, όπως και οι βίοι άλλων χαρακτηριστικών μορφών της Θηβαΐδας του Βορρά, σκιαγραφούνται στο βιβλίο αυτό που εκδίδεται για πρώτη φορά στην Ελληνική.
Οι βίοι των αγίων αυτών συγκεντρώθηκαν από διάφορες πηγές στη Ρωσική και εκδόθηκαν για πρώτη φορά συλλογικά στην Αγγλική από το μοναστήρι του αγίου Γερμανού της Αλάσκας, που είναι στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. και που είχε την καλοσύνη να μου επιτρέψει τη μετάφραση και έκδοση του βιβλίου αυτού στην Ελληνική. Στην εισαγωγή του καθηγητή Κόντζεβιτς (...) υπάρχει μια ιστορική αναδρομή στη Θηβαΐδα αυτή του Βορρά και στα διάφορα ρεύματα που συνετέλεσαν τόσο στην απαρχή της, κατά το 14ο αιώνα, όσο και στην αρχή της παρακμής της, κατά το 17ο αιώνα.
Στον επίλογο επίσης, που γράφτηκε από τους εκδότες της αγγλικής έκδοσης, αναφέρονται οι δεσμοί και η επίδραση της Θηβαΐδας του Βορρά στη μεγάλη μοναχική κίνηση του 18ου αιώνα, που εκφράστηκε από τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ και έδωσε στην Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία τους μεγάλους στάρετς που τη δόξασαν και την δοξάζουν μέχρι σήμερα με την άφθαστη πνευματικότητά τους>>.
Πέτρος Αθ. Μπότσης
Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.





Όσιος Αντώνιος του Σίγια


Η ψυχή του οσίου Αντωνίου αναπαύτηκε πάρα πολύ στην τοποθεσία της λίμνης Μιχαήλωφ και έχτισε εκεί μια εκκλησία και κελλιά. Αυτό έγινε το 1520, όταν ο όσιος Αντώνιος ήταν 42 χρονών. Κι έτσι τέθηκαν τα θεμέλια για τη δημιουργία του μοναστηριού του Σίγια. Οι μοναχοί μέχρι το 1524 δεν είχαν καμμιά περιουσία.


Ο ίδιος ο Όσιος μαζί με άλλους μοναχούς έκοβε ξύλα και καλλιεργούσε τη γη, κατορθώνοντας έτσι να κερδίζουν μια πενιχρή και λιτή διαβίωση. Τρέφονταν επίσης με άγρια χόρτα, μούρα, βολβούς και μανιτάρια. Συχνά υπόφεραν από φοβερή πείνα. Κάποτε η πείνα τους ήταν τόσο μεγάλη, που οι αδελφοί του οσίου Αντωνίου μουρμούριζαν εναντίον του και ετοιμάστηκαν να φύγουν.


Τότε όμως ήρθε ένας άγνωστος άντρας και τους έφερε λάδι, αλεύρι και ψωμί και τους έδωσε χρήματα για να χτίσουν το μοναστήρι. Ο ευεργέτης, αφού πήρε την ευχή του οσίου Αντωνίου για να συνεχίσει το ταξίδι του προς το Νόβγκοροντ, αναχώρησε και δεν ξανάρθε ποτέ στο μοναστήρι.


Μόλις έλαβε την αναπάντεχη αυτή βοήθεια ο όσιος Αντώνιος, άρχισε με ζήλο να θέτει τα πράγματα του μοναστηριού σε τάξη, όταν του συνέβη η ακόλουθη δοκιμασία: Ο εισπράκτορας των φόρων για το διοικητή του Νόβγκοροντ, Βασίλειος Μπέμπερ, νομίζοντας ότι οι κατασκευαστές είχαν πολλά χρήματα, μίσθωσε ληστές για να λεηλατήσει το μοναστήρι.


Ο Κύριος όμως διαφύλαξε τον εκλεκτό Του. Κι όταν οι κακοποιοί θέλησαν να επιτεθούν στο μοναστήρι, τους φάνηκε ότι αυτό ήταν περικυκλωμένο από οπλισμένους άντρες. Αυτοί το ανέφεραν στον εισπράκτορα των φόρων κι εκείνος, γνωρίζοντας ότι οι μοναχοί δεν είχαν είχαν υπερασπιστές, κατάλαβε ότι οι γέροντες διαφυλάχτηκαν από ουράνιες δυνάμεις.


Μετανόησε για την πονηρή του πρόθεση και πέφτοντας στα πόδια του Οσίου του ζήτησε συγνώμη. Ο γέροντας συγχώρεσε με γλυκύτητα τον ένοχο και δοξολόγησε το Θεό που τους διαφύλαξε από τέτοιο κίνδυνο. Απ' αυτόν τον καιρό άρχισαν να έρχονται προς τον Όσιο πολλοί άνθρωποι οι οποίοι έλαβαν τη μοναχική κουρά κι έτσι δημιουργήθηκε ένα αξιόλογο κοινόβιο.


Βλέποντας ο όσιος Αντώνιος τον αριθμό των αδελφών ν' αυξάνει, έστειλε δυο από τους μαθητές του, τον Αλέξανδρο και τον Ησαϊα, στο μέγα πρίγκηπα Βασίλειο Ιωάννοβιτς στη Μόσχα, με την παράκληση να τους χορηγήσει άδεια και να τους δώσει τόπο για την ίδρυση μοναστηριού.


Ο μέγας πρίγκηπας που γνώριζε τον όσιο Αντώνιο από νωρίτερα σαν άνθρωπο με αγία ζωή, δέχτηκε με ευμένεια την παράκλησή του κι όχι μόνο έδωσε την άδεια για την ίδρυση του μοναστηριού, αλλά δώρισε επίσης τοποθεσία και χορήγησε όλα τα απαραίτητα για ν' αρχίσει η ανέγερσή του. Αυτό έγινε το 1544 και ο Αλέξανδρος με τον Ησαϊα γύρισαν στο γέροντά τους με χαρά και όλη η αδελφότητα προσευχήθηκε με θέρμη για την υγεία του καλού τσάρου.


Ευχαριστημένος ο γέροντας με την εξέλιξη αυτή άρχισε δραστήρια το χτίσιμο του μοναστηριού. Πρώτα έφτιαξε μια εκκλησία προς τιμή της Ζωοποιού Τριάδος. Ο Όσιος ζωγράφισε μόνος του την κυρία εικόνα της Αγίας Τριάδος και παρακάλεσε να παραμείνει η εικόνα αυτή στο μοναστήρι, για να θυμίσει στους αδελφούς να προσεύχονται για την ψυχή του.


Η εκκλησία όμως αυτή, που με τόσους κόπους και προσπάθειες είχε χτιστεί, κάηκε από μια φωτιά. Την πυρκαϊά προκάλεσε ένα κερί αναμμένο μπροστά σε μια εικόνα, που ο καντηλανάφτης είχε ξεχάσει να σβήσει. Η πυρκαϊά δεν ήταν δυνατό να τεθεί γρήγορα υπό έλεγχο, γιατί όταν η εκκλησία καιγόταν, όλοι οι αδελφοί, εκτός απ' τους άρρωστους και τους διακονητές εργάζονταν στους αγρούς.


Όταν οι μοναχοί γύρισαν στο μοναστήρι, το μόνο που είδαν με μεγάλη θλίψη στη θέση της εκκλησίας ήταν ένας σωρός από ερείπια και απελπισμένοι θέλησαν να αναχωρήσουν. Ο Όσιος όμως, αν και λυπήθηκε πολύ, εμπιστεύθηκε τα πάντα στο θέλημα του Θεού και έπεισε τους μοναχούς να παραμείνουν.


Πολλαπλασίασε τις προσευχές και τις νηστείες του κι άρχισε να χτίζει νέες εκκλησίες. Εκτός απ' την εκκλησία, όλα τα άλλα κτίρια του μοναστηριού έμειναν ανέπαφα. Συγχρόνως όμως ο Κύριος παρηγόρησε τον εκλεκτό υπηρέτη του με αισθητό τρόπο. Γιατί ενώ όλη η εκκλησία κάηκε, η εικόνα της Αγίας Τριάδος που είχε ζωγραφίσει ο Όσιος βρέθηκε στη μέση του μοναστηριού τελείως αβλαβής.


Κι όταν η εκκλησία της Αγίας Τριάδος αποκαταστάθηκε τελείως, η εικόνα μεταφέρθηκε πανηγυρικά μέσα σ' αυτήν και με τις προσευχές του Οσίου, πολύ σύντομα άρχισαν απ' την εικόνα αυτή οι ασθενείς να βρίσκουν τη θεραπεία τους. Εκτός απ' την εκκλησία της Αγίας Τριάδος, ό όσιος Αντώνιος έχτισε δυο άλλες εκκλησίες:


η μία ήταν αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Υπεραγίας Θεοτόκου, μ' ένα παρεκκλήσι αφιερωμένο στον όσιο Σέργιο του Ραντονέζ τον οποίο ο Όσιος παρακαλούσε συχνά στις προσευχές του' η άλλη ήταν προς τιμή του αγίου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου.


Η εκκλησία του Ευαγγελισμού είχε θέρμανση, όπως επίσης και μια τράπεζα. Όταν το μοναστήρι τελειοποιήθηκε, οι αδελφοί παρακάλεσαν τον Όσιο να γίνει ηγούμενος και ο ταπεινός γέροντας, για χάρη της σωτηρίας εκείνων που τον παρακαλούσαν, δέχτηκε την ηγουμενία και γι' αρκετά χρόνια κυβέρνησε το μοναστήρι.


Κατά τη διακυβέρνηση του μοναστηριού ο Όσιος έδινε σ' όλους το καλό παράδειγμα. Καθημερινά βρισκόταν στην εκκλησία κι όταν παρακολουθούσε τη Θεία Λειτουργία, απ' την αρχή μέχρι το τέλος δε στηριζόταν ποτέ στο ραβδί του, ούτε ακουμπούσε στον τοίχο. Και πάντα παρακολουθούσε τους αδελφούς, ώστε μέσα στην εκκλησία να τηρείται καλή τάξη'


δεν επέτρεπε σε κανένα να μετακινείται απ' τη μια θέση στην άλλη, ούτε και να βγαίνει έξω απ' την εκκλησία, εκτός αν υπήρχε εξαιρετική ανάγκη. Παράγγειλε επίσης στους αδελφούς να τηρούν απαρέγκλιτα τον κανόνα στο κελλί τους. Μόλις τέλειωνε η ακολουθία, ο Όσιος ήταν ο πρώτος που άρχιζε τη δουλειά, δίνοντας έτσι στους αδελφούς παράδειγμα φιλοπονίας.


Αγαπούσε πάρα πολύ τα ιερά βιβλία και συγκέντρωσε πολλούς τόμους των πατέρων και διδασκάλων της Εκκλησίας. Περνούσε τις νύχτες του με προσευχή και αναπαυόταν πολύ λίγο, αμέσως μετά το φαγητό. Το φαγητό του ήταν πολύ λιτό, όπως και των αδελφών. Τα δε ρούχα του ήταν παλιά και γεμάτα μπαλώματα, όπως τα ρούχα των φτωχών και των απόρων' κι όταν κάποιος ερχόταν στο μοναστήρι, δεν μπορούσε να υποπτευθεί ότι εκείνος ήταν ο ηγούμενος.


Επιθεωρούσε με ενδιαφέρον τα διακονήματα του μοναστηριού, στην κουζίνα και το φούρνο' έδινε κουράγιο στους αδελφούς που απασχολούνταν στις δύσκολες αυτές εργασίες και τους συμβούλευε ν' αποφεύγουν την αργολογία. Με ιδιαίτερη αγάπη επισκεπτόταν το αναρρωτήριο του μοναστηριού, έδινε συμβουλές στους άρρωστους μοναχούς να υπομένουν την ασθένειά τους με ευγνωμοσύνη και να προσεύχονται αδιάλειπτα, ενθυμούμενοι την επικείμενη ώρα του θανάτου.


Ο Όσιος όρισε έναν ειδικό επιμελητή για να φροντίζει τους αρρώστους. Η κοινοβιακή ζωή που καθιερώθηκε στο μοναστήρι ήταν πολύ αυστηρή. Η τροφή και η ενδυμασία ήταν κοινά και ίδια για όλους. Οινοπνευματώδη ποτά ήταν τελείως απαγορευμένα. Είχε δοθεί εντολή να μη γίνονται δεκτά ούτε απ' τους επισκέπτες κι ακόμη να μην επιτρέπεται η είσοδος στο μοναστήρι σε όσους έφερναν τέτοια ποτά.


Μ' αυτόν τον κανόνα ο Όσιος μπόρεσε να κόψει το κεφάλι του δαίμονα της μέθης και να το ξεριζώσει τελείως. Ο Όσιος ενδιαφερόταν επίσης πάρα πολύ για τους φτωχούς αδελφούς, φοβούμενος να μην προκαλέσει τα παράπονά τους. Πολλοί άνθρωποι ακούγοντας για την αυστηρή ζωή του Οσίου άρχισαν να έρχονται προς αυτόν ζητώντας τις προσευχές του και μερικοί προσχώρησαν στην αδελφότητα.


Έτσι συγκεντρώθηκαν στο μοναστήρι κάπου εβδομήντα μοναχοί. Πολλοί ανάμεσά τους διακρίνονταν για την αγιότητα του βίου τους και τους πνευματικούς αγώνες. Ένας απ' αυτούς, ο Ιωνάς, έγραψε αργότερα το βίο του πνευματικού του πατέρα και διδασκάλου.


Ο όσιος Αντώνιος νεκρώθηκε για τον κόσμο στο μοναστήρι του οσίου Παχωμίου. Η ζωή του στην έρημο, κοντά στον ποταμό Έμσα, ήταν γι' αυτόν μια σχολή προετοιμασίας. Και η ζωή του στο μοναστήρι του Σίγια ήταν η περίοδος που αυτός ο θεάρεστος, ο άνδρας των πνευματικών επιθυμιών, υπηρέτησε τον Κύριό του αγωνιζόμενος για τη σωτηρία των <<ελαχίστων>> αδελφών του.


Ήταν πραγματικά <<οδηγός πολλών μοναχών>>, όπως είχε προφητεύσει ο λαμπρός γέροντας στο όραμα. Ο Όσιος δεν αρκέστηκε στις δικές του οδηγίες, αλλά έδωσε στους μοναχούς την ευκαιρία να μάθουν την ουσία και τους τρόπους της πνευματικής εργασίας, συγκεντρώνοντας στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού τα έργα πολλών απ' τους ανατολικούς ασκητές και πατέρες.


Ο όσιος Αντώνιος αισθανόταν ένα μεγάλο βάρος επάνω του' το βάρος που του προξενούσε η δόξα των ανθρώπων. Έτσι, μετά από αρκετά χρόνια διακυβέρνησης του μοναστηριού κι αφού εξέλεξε για τη θέση του το Θεόγνωστο, έναν άνδρα με πείρα στην πνευματική ζωή, εγκατέλειψε την ηγουμενία, πήρε μαζί του έναν απλό μοναχό και αναχώρησε απ' το μοναστήρι σε μια ερημική τοποθεσία.


Στην αρχή ο Όσιος εγκαταστάθηκε σ' ένα νησί της λίμνης Ντουντνίτσα, δυο μίλια μακριά απ' το μοναστήρι, αντίθετα απ' τη φορά των υδάτων του Σίγια. Το νησί αυτό ήταν πολύ όμορφο και πρόσφορο για ερημική ζωή. Ο Όσιος το γύρισε ολόκληρο, το περιεργάστηκε και τελικά το αγάπησε.


Το νησί αυτό περιβαλλόταν απ' τη λίμνη, στις όχθες της οποίας υπήρχαν αδιαπέραστα δάση και πάνω στο νησί υπήρχε ένας εκτεταμένος βάλτος, καλυμμένος με βρύα. Ο όσιος Αντώνιος εγκαταστάθηκε εκεί, έχτισε μια μικρή καλύβα κι ένα εκκλησάκι αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο το θαυματουργό και άρχισε ν' αγωνίζεται με ησυχία και αδιάλειπτη προσευχή και να μοχθή με περισσότερο ζήλο από πριν. 



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου: <<Η Θηβαϊδα του Βορρά>>
σε μετάφραση και επιμέλεια του Πέτρου Μπότση,
δ' έκδοση, σελ. 187-192, Αθήνα 1988.


Πέμπτη 24 Μαρτίου 2022

ΠΥΡΟΒΟΛΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΜΑΡΙΟΥΠΟΛΗ


Η Μαριούπολη, η νοτιοδυτική αυτή πόλη της Ουκρανίας, έχει καταστραφεί ολοσχερώς από τους βομβαρδισμούς των ρωσικών κατοχικών δυνάμεων, κατά το 90ο/ο! Από τους 500.000 κατοίκους, οι 400.000 ακολούθησαν το δρόμο της προσφυγιάς και οι 100.000 παραμένουν εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε διαμελισμένα κορμιά και καπνιστά χαλάσματα. Και οι βομβαρδισμοί συνεχίζονται κάθε μέρα... Ο <<Ορθόδοξος>> Βλαντιμίρ Πούτιν -σημαία για εθνικιστικούς, νοσηρούς κύκλους που βλέπουν τον <<εκλεκτό του Θεού>> που θα δώσει πίσω στους Έλληνες τη Πόλη την επτάλοφη- ισοπέδωσε σχεδόν μια πόλη που φέρει το όνομα της Παναγίας της Οδηγήτριας! Όπως σημειώνει ο Sergey Plotnikov, στο βιβλίο <<Περιγραφή των Κριμαϊκών θαυματουργών εικόνων της Υπεραγίας Θεοτόκου>>, η παράδοση διασώζει πως η εικόνα της Παναγίας της Μαριούπολης βρέθηκε ως εξής: Κάποιος νεαρός βοσκός του τοπικού άρχοντα (18ος αιώνας), εκεί που έβοσκε τα πρόβατά του, είδε ξαφνικά πάνω σε ένα βράχο, στη μέση μιας πεδιάδας, την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας (της Μαριούπολης) και μπροστά της αναμμένο ένα κερί! Όταν η είδηση μαθεύτηκε από τον άρχοντα, εκείνος πήρε την θαυματουργή εικόνα στο σπίτι του. Κάθε φορά όμως η εικόνα -θαυματουργικώ τω τρόπω- μεταφερόταν στο ίδιο σημείο του βράχου. Έτσι κατάλαβαν πως η Παναγία ήθελε το <<σπίτι> της στο σημείο εκείνο. Έκοψαν το βράχο στα δύο, δημιουργήθηκε μια σπηλιά και μέσα τοποθέτησαν την σεπτή εικόνα. Από πάνω ακριβώς από το βράχο οικοδομήθηκε ιερός ναός προς τιμήν της Παναγίας μας, που επειδή εθεάθη πρώτη φορά στο βοσκό στις 15 Αυγούστου, ο ναός αφιερώθηκε στη μνήμη της Κοίμησης της Θεοτόκου! Την β' Παρασκευή των Νηστειών που διανύσαμε ήδη, ο <<ορθόδοξος>> ηγέτης που απειλεί ολόκληρη την ανθρωπότητα με πυρηνικό πόλεμο, δεν ξέρω αν πήγε σε κάποιο ναό να <<χαιρετίσει>> την Παναγία μας. Το σίγουρο όμως είναι πως την πυροβόλησε!



Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΘΕΟ





Συνοδικὸς Ἑορτασμὸς Β’ Κυριακῆς Νηστειῶν Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
στὴν Θεσσαλονίκη, Αἴθουσα Πανεπιστημίου «Μακεδονία», 11/24.3.2019
Ὁμιλία Θεοφ. Ἐπισκόπου Γαρδικίου Κλήμεντος
[νῦν Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος]
Γραμματέως Ἱερᾶς Συνόδου Ἐκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος



Μακαριώτατε,
Σεβασμ. Μητροπολῖτα Θεσσαλονίκης κ. Γρηγόριε,
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀδελφοί,
Σεβαστοὶ Πατέρες, ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές·


κφράζω τὶς ἀπὸ καρδίας εὐχαριστίες μου στὸν Πανάγιο Τριαδικὸ Θεό μας, ὅπως καὶ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ τὴν τιμὴ τῆς μεγάλης αὐτῆς εὐθύνης, νὰ βρίσκομαι ἐνώπιόν σας κατὰ τὴν ἱερὴ αὐτὴ στιγμὴ καὶ νὰ μοῦ δίδεται ἡ δυνατότης γιὰ τὴν ἀνάπτυξη ἑνὸς ἰδαίτερα σημαντικοῦ ζητήματος τῆς Πίστεώς μας.


Β’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἑορτάζουμε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης τὸν Θαυματουργό, μᾶς δίδει τὸ ἔναυσμα γιὰ νὰ ἐμβαθύνουμε σὲ θέματα σχετιζόμενα μὲ τοὺς ἀγῶνες καὶ τὰ γραπτά του, μὲ τὸ μήνυμα καὶ τὴν σημασία του. Ἕνα τέτοιο θέμα θὰ παρουσιάσουμε στὴν ἀγάπη σας, λόγῳ δὲ τῆς σπουδαιότητος καὶ βαθύτητός του παρακαλῶ γιὰ τὴν ὑπομονὴ καὶ προσοχή σας. Ἡ σύντομη βέβαια παρουσίασή μας αὐτὴ ἀφορᾶ στὰ κύρια σημεῖα του καὶ ὄχι στὴν ὅλη προβληματολογία περὶ αὐτοῦ.


Α. Διαφορὰ Κτιστοῦ καὶ Ἀκτίστου


ς πρὸς τὴν γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἔχουμε ἕναν θεμελιώδη ὅρο στὴν Θεολογία τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας: ὅτι ὁ Θεός μας, ὁ Ἕνας καὶ Τρισυπόστατος, εἶναι Ἄκτιστος, ἐνῶ ἡ δημιουργία εἶναι Κτιστή. Οἱ δύο αὐτοὶ τρόποι ὑπάρξεως εἶναι ἐντελῶς διαφορετικοί.


Μέγας Ἀθανάσιος ἐπεσήμανε μὲ ἰδιαίτερη ἔμφαση τὴν θεμελιώδη αὐτὴ διάκριση μεταξὺ Κτιστοῦ καὶ Ἀκτίστου σὲ συνάρτηση μὲ τὸν ἀγῶνα του κατὰ τῶν Ἀρειανῶν. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος ἔχουμε τὴν ἄτρεπτη καὶ ἀναλλοίωτη φύση τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο τὰ γεννητά, τὰ κτίσματα, τὰ ὁποῖα προῆλθαν ἀπὸ τὰ μὴ ὄντα καὶ ἔχουν φύση τρεπτὴ καὶ ἀλλοιούμενη[1].


Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἐκφράζει ἀποφθεγματικὰ αὐτὸ ὅταν λέγει: «ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ ἄπειρον τὸ μέσον ἐστὶ καὶ διάφορον»[2]. Ἡ ἄκτιστη φύση εἶναι ἀπολύτως ξένη πρὸς τὴν κτιστὴ φύση[3].


δὲ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ὁποῖος τονίζει ἐπίσης ὅτι «πάντα τὰ ὄντα ἤ κτιστά ἐστιν ἤ ἄκτιστα»[4], βεβαιώνει μὲ ἔμφαση, ὅτι «ἄπειρον τὸ θεῖον καὶ ἀκατάληπτον, καὶ τοῦτο μόνον αὐτοῦ καταληπτόν, ἡ ἀπειρία καὶ ἡ ἀκαταληψία»[5] (ἄπειρο εἶναι τὸ θεῖο καὶ ἀκατάληπτο, καὶ μόνον ἕνα ἀπὸ αὐτὸ εἶναι καταληπτό, ἡ ἀπειρία καὶ ἡ ἀκαταληψία).


ν τούτοις, ἡ ἰδέα ποὺ ἔχουμε οἱ Χριστιανοὶ γιὰ τὸν Θεό, συνδέεται μὲ αὐτὴν τοῦ Δημιουργοῦ. Ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἄφησε σὲ πλήρη ἀγνωσία, ἀφοῦ ἔπλασε τὴν κτίση, ἡ ὁποία διακηρύσσει τὸ μεγαλεῖο Του, καὶ ἐμφύτευσε τὴν γνώση σχετικὰ μὲ τὴν ὕπαρξή Του μέσα σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.


Θεὸς δηλαδὴ ἀποκαλύφθηκε μὲ κάποιον τρόπο στὴν δημιουργία, στὴν ἱστορία, καὶ μάλιστα στὴν Πρόνοια, στὴν Λύτρωση καὶ κυρίως στὴν Οἰκονομία τῆς Σωτηρίας ἐν Χριστῷ.


πὸ τὴν ἀποκάλυψή Του γνωρίζουμε, ὅτι ὁ Θεὸς σὰν αὐτοΰπαρξη δὲν ἔχει ἀρχή, μεσότητα καὶ τέλος. Εἶναι ἕνας κατὰ τὴν Φύση καὶ Οὐσία Του καὶ Τρισυπόστατος, Πατὴρ Ἄναρχος καὶ Ἀγέννητος, Υἱὸς Γεννητὸς καὶ Ἅγιο Πνεῦμα Ἐκπορευτό, χωρὶς νὰ γνωρίζουμε τὶ εἶναι ἡ θεία Οὐσία, πῶς εἶναι στὴν ὁλότητά της, πῶς Θεὸς γεννήθηκε ἀπὸ Θεὸ ἤ πῶς ἐκπορεύθηκε[6]. Κατὰ τὴν Οὐσία Του λοιπὸν ὁ Θεὸς εἶναι πέρα ἀπὸ κάθε γνώση καὶ ἔννοια, παραμένοντας Μυστήριο θεϊκό. Ἡ Οὐσία τοῦ Θεοῦ δὲν διαιρεῖται ἀπὸ τὴν τριαδικότητά της, ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ στὶς τρεῖς Ὑποστάσεις ἡ αὐτὴ Οὐσία, Δύναμη καὶ Ἐνέργεια[7].


Στὸν Θεὸ ὅμως ἔχουμε «διπλόη» Φύσεως, ἀπόκρυφη καὶ φανερή, ὥστε νὰ παραμένει ἄγνωστη μὲν καὶ ἀκατάληπτη κατὰ τὴν Οὐσία, γνωστὴ ὅμως κατὰ τὶς Ἐνέργειες. Καὶ τοῦτο, ὅπως γράφει ἐκφραστικὰ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, «ἵνα τῷ ληπτῷ μὲν ἕλκῃ πρὸς ἑαυτῷ… τῷ δὲ ἀλήπτῳ θαυμάζηται»[8] (ὥστε νὰ ἑλκύει μὲ αὐτὸ ποὺ καταλαμβάνεται πρὸς τὸν ἑαυτό του… καὶ νὰ θαυμάζεται μὲ αὐτὸ ποὺ δὲν ἐννοεῖται).


Στὸν θεῖο Γνόφο (σκότος) ποὺ κρύπτει τὴν Θεότητα, ὁ ἄνθρωπος ὡς κτίσμα στερεῖται τῆς ἱκανότητος νὰ εἰσδύσει. Ὁ Θεὸς ὑπερβαίνει ὄχι μόνο τὴν γνώση, βεβαιώνει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀγνωσία[9]. Στὴν Θεολογία προσιδιάζει ἡ λεγόμενη ἀποφατικὴ ὁδός. Ὅμως, δὲν ὑπάρχει μόνον αὐτή. Ὁ θεῖος Γνόφος, μέσα στὸν ὁποῖο κρύπτεται ὁ Θεός, δὲν εἶναι τελικὰ ἀπόλυτα σκοτεινὸς ἤ ἄγνωστος. Ἡ ἀπ᾽ εὐθείας ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὰ πλάσματά Του ἀποδεικνύει ὄχι μόνον ὅτι εἶναι ὑπερβατικός, ἀλλ᾽ ὅτι εἶναι ἐπίσης προσιτὸς καὶ ἄμεσος[10].


Διότι, ὁ Τριαδικὸς Θεός μας ἐμφορεῖται ἀπὸ μία θεϊκὴ Ἀγάπη, ἄπειρη καὶ ἐκστατική, ἀπὸ ἕναν ἅγιο Ἔρωτα γιὰ τὰ πλάσματά Του. «Ἐξέρχεται», μπροῦμε νὰ ποῦμε, ἀπὸ τὸν Ἑαυτό Του, καὶ δημιουργεῖ τὴν κτίση, τὴν ὁποίαν συνέχει καὶ συντηρεῖ. Πῶς πραγματοποιεῖται αὐτό; Μὲ τὶς λεγόμενες θεῖες Ἐνέργειές Του.


Β. Οὐσία καὶ Ἐνέργειες


πως γράφει ὡραία ὁ Μέγας Βασίλειος: «ἡμεῖς ἐκ τῶν ἐνεργειῶν γνωρίζειν λέγομεν τὸν Θεὸν ἡμῶν, τῇ δὲ οὐσίᾳ αὐτῇ προσεγγίζειν οὐκ ὑπισχνούμεθα. Αἱ μὲν γὰρ ἐνέργειαι αὐτοῦ πρὸς ἡμᾶς καταβαίνουσιν, ἡ δὲ οὐσία αὐτοῦ μένει ἀπρόσιτος»[11] (Ἐμεῖς λέμε πὼς ἀπὸ τὶς ἐνέργειες γνωρίζουμε τὸν Θεό μας, ἐνῶ τὴν ἴδια τὴν οὐσία του δὲν ἰσχυριζόμαστε ὅτι προσεγγίζουμε. Γιατὶ οἱ ἐνέργειές του κατεβαίνουν σ᾽ ἐμᾶς, ἐνῶ ἡ οὐσία του μένει ἀπρόσιτη).


Οὐσία λοιπὸν τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι τὸ μόνο χαρακτηριστικό Του. Παρακολουθεῖται ἀπὸ τὴν φυσικὴ Ἐνέργεια. Ὅπως ἐξηγοῦν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, δὲν ὑπάρχει οὔτε γνωρίζεται ὁποιαδήποτε φύση, χωρὶς τὴν οὐσιώδη/φυσική της ἐνέργεια[12], δηλαδὴ δὲν ὑφίσταται οὐσία ἀνενέργητη, οὔτε ἐνέργεια ἀνούσιος. Στὸν Θεὸ συνυπάρχουν Οὐσία καὶ Ἐνέργειες καὶ παρὰ τὸ ὅτι διακρίνονται μεταξύ τους, δὲν ἀποτελοῦν δύο διαφορετικὰ μέρη τοῦ Θεοῦ[13]. Ἀπὸ τὶς Ἐνέργειες γνωρίζουμε ὅτι ἡ θεία Οὐσία ὑπάρχει, ἀλλὰ δὲν γνωρίζουμε τί εἶναι.


Πάντως, χωρὶς ἐνέργεια, ἡ οὐσία εἶναι ἀνυπόστατη. Ἄν ὁ Θεὸς δὲν εἶχε Ἐνέργειες, θὰ ἦταν χωρὶς δράση. Ἄρα, δὲν θὰ εἶχε ἐπίσης Οὐσία καὶ ὕπαρξη, διότι ἡ ὕπαρξη ἐκφράζεται ἀπαραιτήτως μὲ ἐνέργειες. Σύμφωνα μὲ τὸ ἀτελὲς παράδειγμα τοῦ ἀνθρώπου, ἄνθρωπος ποὺ δὲν διανοεῖται, βλέπει, ὀσφραίνεται, ἀκούει, μιλάει, περπατάει, ποὺ δὲν αἰσθάνεται καὶ ἀναπνέει, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει, νὰ ὑφίσταται[14].


Οἱ θεῖες Ἐνέργειες, εἶναι ἐκεῖνες μὲ τὶς ὁποῖες ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται, ἀλλὰ καὶ μετέχεται. Ὅσοι μετέχουν σὲ Αὐτὲς ἁγιάζονται-θεώνονται[15]. Ὁ ἕνας κατὰ τὴν Οὐσία καὶ Φύση Θεὸς ἔχει πολλὲς-ἄπειρες θεῖες Ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες δὲν ἔχουν κτισθεῖ/δημιουργηθεῖ, δὲν εἶναι κτίσματα ὅπως τὰ ἄλλα πλάσματα, ἀλλὰ εἶναι θεῖες, αἰώνιες, ἀτελεύτητες καὶ προέρχονται/ἐκπέμπονται ἀπὸ τὸν Θεό, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἔχουν τὴν ὀνομασία τῆς θεότητος[16].


Ἐνέργεια ἤ Ἐνέργειες χαρακτηρίζουν τὴν ἐνδοκόσμια ὄψη τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτὲς εἶναι ποὺ πραγματοποιοῦν τὸ ἔργο τῆς δημιουργίας, τῆς πρόνοιας καὶ τῆς θείας Οἰκονομίας. Οἱ δύο αὐτὲς ὄψεις τῆς θείας ὑπάρξεως, Οὐσία καὶ Ἐνέγεια, συνυπάρχουν καὶ δὲν ὑφίστανται ἡ μία χωρὶς τὴν ἄλλη. Ἐκφράζουν ὄχι βεβαίως δύο θεούς, ἀλλὰ τὶς δύο ὄψεις τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, τὴν ὑπερβατικὴ καὶ τὴν ἐνδοκόσμια, καὶ συναποτελοῦν τὴν θεία Φύση. Εἶναι τόσο ἀχώριστες, ὥστε ὅπου ὑπάρχει ἡ θεία Ἐνέργεια, εἶναι παρὼν ὅλος ὁ Θεὸς καὶ ὅπου ὑπάρχει ἡ θεία Οὐσία, εἶναι ἐπίσης παρὼν ὅλος ὁ Θεός[17].


Οἱ θεῖες Ἐνέργειες ἀνήκουν στὸν ἕνα Τρισυπόστατο Θεό, στὴν Ἁγία Τριάδα ἑνιαίως, καὶ ἄρα οἱ θεῖες Ἐνέργειες εἶναι κοινὲς στὰ θεῖα Πρόσωπα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος[18], διότι τὰ θεῖα Πρόσωπα ἔχουν μία καὶ κοινὴ τὴν κίνηση καὶ ἐνέργεια. Συνεπῶς, μὲ τὶς Ἐνέργειες φανερώνεται καὶ μετέχεται ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Τριάδα, διότι μὲ κάθε μία ἀπὸ αὐτές, μετέχεται ὅλος ὁ Θεός, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, κατὰ τὴν ρητὴ διαβεβαίωση τοῦ Ἁγίου μας Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ[19].


Οὐσία καὶ Ἐνέργειες στὸν Θεὸ εἶναι καὶ ἑνωμένες καὶ διακρινόμενες, χωρὶς δυνατότητα διασπάσεως καὶ διαιρέσεώς τους. Ἡ Οὐσία εἶναι τὸ Αἴτιο, καὶ ἡ Ἐνέργεια τὸ Αἰτιατό[20]. Καὶ ἐφ᾽ ὅσον ἡ θεία Οὐσία εἶναι ἄκτιστη, καὶ οἱ θεῖες Ἐνέργειες εἶναι βεβαίως ἐπίσης ἄκτιστες[21].


Αὐτὴ ἡ ἕνωση καὶ διάκρισή τους μπορεῖ νὰ παρομοιασθεῖ μὲ τὸ πῦρ καὶ τὸ ἀπαύγασμά του, δηλαδὴ μὲ τὴν φωτιὰ καὶ τὴν λάμψη/ἀκτινοβολία της. Αὐτὰ τὰ δύο, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, εἶναι ἀδιαίρετα, δὲν μποροῦν νὰ ἐννοηθοῦν ξέχωρα, ὅμως ταυτόχρονα εἶναι καὶ φαίνονται δύο[22].


Γ. Ἐνεργειακὴ ἡ σχέση Θεοῦ καὶ δημιουργίας


Θεὸς ὄχι ἀπὸ κάποια ἀνάγκη, ἀλλὰ ἐλεύθερα, φανερώθηκε ὅπως γνωρίζουμε ἀπὸ τὶς Γραφὲς στὴν κτίση καὶ τὴν ἱστορία, μέσῳ τῆς «προεκτάσεώς» Του, τῶν ἀκτίστων Ἐνεργειῶν Του, καὶ δημιούργησε τὰ ἔργα Του, προνοῶντας γι᾽ αὐτά: δίνει οὐσία καὶ ὑπόσταση στὸν κόσμο μὲ τὶς οὐσιοποιητικὲς ἐνέργειές Του· συντηρεῖ τὴν πλάση μὲ τὶς συντηρητικὲς ἐνέργειες τῆς Πρόνοιάς Του· φωτίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὶς φωτιστικές Του ἐνέργειες· ἁγιάζει μὲ τὶς ἁγιαστικὲς καὶ θεώνει μὲ τὶς θεωτικές.


ν οἱ Ἐνέργειες αὐτὲς δὲν ἦταν θεῖες καὶ ἄκτιστες, δὲν θὰ μᾶς ἕνωναν πραγματικὰ μὲ τὸν Θεό, τὸ δὲ χάσμα μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γεφυρωθεῖ. Μὲ αὐτὲς εἶναι ποὺ ἑνωνόμαστε καὶ κοινωνοῦμε μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι μὲ τὴν Οὐσία Του, ἡ ὁποία εἶναι ἐντελῶς ἀμέθεκτη καὶ ἀπροσπέλαστη, διότι εἶναι φοβερὴ καὶ ἀπρόσιτη. Σύμφωνα μὲ ἄλλο ἀτελὲς παράδειγμα ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια: Ἄν πιάναμε ἕνα καλώδιο γυμνὸ θὰ πεθαίναμε ἀκαριαία. Ὅταν ὅμως ἑνώσουμε μιὰ λάμπα στὸ καλώδιο φωτιζόμαστε καὶ θερμαινόμαστε. Τὴν ἐνέργεια τοῦ ἠλεκτρικοῦ ρεύματος βλέπουμε καὶ ἀπολαμβάνουμε, ὄχι ὅμως τὴν ἴδια τὴν πηγὴ τῆς ἐκπομπῆς του[23].


ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ μέσῳ τῶν θείων Ἐνεργειῶν γίνεται ὁρατὴ ὡς ἔλλαμψη θείου Φωτός. Μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ ἔχουμε τὶς λεγόμενες Θεοφάνειες, ὅπου ὁ Ζῶν Θεός, ὁ Ἐνεργῶν, Αὐτὸς ποὺ ἔχει τὶς Ἐνέργειες/Δυνατότητες, φανερώνεται, κάνει «ἔξοδο», συγκατάβαση, πρὸς συνάντησίν μας ἐν Ἀγάπῃ, σὰν τὴν μητέρα ποὺ σκύβει πάνω ἀπὸ τὸ βρέφος της, τὸ παιδί της καὶ τὸ καλεῖ σὲ ἐπικοινωνία, σὲ ἀνταπόκριση στὸ κάλεσμα τῆς ἀγάπης της, γιὰ νὰ αἰσθανθεῖ ἐκεῖνο χαρὰ καὶ πληρότητα[24]. Ἔχουμε στὴν Γραφὴ ἐκφράσεις καὶ εἰκόνες γιὰ «Δόξαν Θεοῦ», γιὰ «Φῶς Θεοῦ», γιὰ θεῖο Φῶς, στὸ ὁποῖο μετέχουν καὶ οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι καὶ τὸ ὁποῖο -ὅπως βεβαιώνει πάλι ὁ ἀπλανὴς διδάσκαλος τῆς Πίστεως Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς- ἀναφέρεται στὸν Θεὸ κατ᾽ ἐνέργειαν καὶ ὄχι κατ᾽ οὐσίαν[25].


Συμβαίνει ὅπως καὶ μὲ τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου. Ὁ ἄνθρωπος ἀνάλογα μὲ τὴν τοποθέτηση καὶ προετοιμασία του δέχεται τὴν θερμότητα, τὸ φῶς, τὴν θαλπωρὴ ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες, χωρὶς αὐτὲς νὰ ἀλλοιώνονται, ἐνῶ ἐκπέμπονται συνεχῶς ἀπὸ τὸν ἡλιακὸ δίσκο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐντελῶς ἀπλησίαστος.


Δ. Ὁ Χριστὸς πηγὴ τῶν θείων Ἐνεργειῶν


Εἴχαμε πλασθεῖ «κατ᾽ εἰκόνα» Θεοῦ καὶ τείναμε στὸ «καθ᾽ ὁμοίωσιν» γιὰ νὰ μοιάσουμε στὸν Πλάστη καὶ Δημιουργό μας· εἴχαμε προορισμὸ/ἐντολὴ νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ χάριν[26]. Ἀποτύχαμε στὸν Παράδεισο, στερηθήκαμε τὸ θεῖον Φῶς, διότι ἐπιδιώξαμε τὴν θέωση ὄχι μὲ θεόσδοτο τρόπο. Ὄχι μὲ ὑπακοή, ἀλλὰ μὲ παρακοὴ στὸν Θεό. Μὲ τὸ ἀποκαλυπτικὸ ἔργο Του ὁ Χριστός μας ἤγειρε τὸν πεσμένο ἄνθρωπο καὶ τοῦ ἔδωσε ὤθηση γιὰ σωτηρία καὶ γιὰ μεγαλύτερα ὕψη. Ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας «οὐκ ἠρκέσθη μόνον νεκροὺς ὄντας ζωοποιῆσαι, ἀλλὰ καὶ θεότητος ἀξίωμα ἐχαρίσατο» (μᾶς χάρισε ἀξίωμα θεότητος), συμπεραίνει ὁ Μέγας Βασίλειος[27].


Στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο γράφεται μὲ σαφήνεια αὐτὸ ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος καὶ Θεός μας: ὅτι «οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ» θὰ δοῦν τὸν Θεό, καὶ ὅτι στὸν τηροῦντα τὶς ἅγιες Ἐντολές Του ὁ Χριστός μας θὰ ἐμφανίσει τὸν Ἑαυτό Του καὶ ὅτι Αὐτὸς καὶ ὁ Πατέρας θὰ κατοικήσουν ἐντός του καὶ θὰ παραμείνουν μέσα του.


Χριστός, ὁ ἐράσμιος Νυμφίος, ὁ ἀγαπητός, ἡ ἀνέκφραστη ὡραιότητα, ἀποτελεῖ τὸ Πρόσωπο ἐν τῷ Ὁποίῳ μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Θεὸς Πατέρας ἐν Πνεύματι. Οἱ ἄκτιστες Ἐνέργειες εἶναι ἐνέργειες τοῦ Ἐνεργοῦντος καὶ Αὐτὸν μᾶς φανερώνουν[28].


Στὸ Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου ποὺ ἐνσαρκώθηκε, ἑνώθηκε ὑποστατικὰ Θεότητα καὶ Ἀνθρωπότητα, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Κυρίου ἔγινε Θεὸς στὴν οὐσία. Παρὰ ὅτι, ἡ Σάρκα Του ἐμποτίσθηκε μὲ τὴν θεία Ἐνέργεια, καὶ ἔτσι, κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ καὶ νωρίτερα τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνό, «ἡ δόξα τῆς Θεότητος ἔγινε καὶ δόξα τοῦ σώματος»[29]. Καὶ ἄρα, ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς κατέστη ἡ Πηγὴ τῶν ἀκτίστων Ἐνεργειῶν, τῆς ἀκτίστου Δόξης τοῦ Θεοῦ, καὶ τοῦτο φανερώθηκε μὲ τρόπο ἐκπληκτικὸ καὶ ὑπερθαύμαστο στὸ ὄρος Θαβώρ, στὴν θεία Μεταμόρφωση[30].


κεῖ, ἡ φωτεινὴ λάμψη, ἡ ὁποία περιέβαλε τὸν Κύριο κατὰ τὴν διάρκειά της, ἦταν ἀκριβῶς ἡ ἄκτιστη θεία Δόξα, τὸ Φῶς ποὺ ἀνήκει ἐκ φύσεως στὸν Θεό, καὶ τὸ ὁποῖο καταυγάζει μέσῳ τῆς ἀνθρώπινης φύσης ποὺ προσέλαβε. Καὶ μάλιστα, οἱ σωματικὲς ἰδιότητες καὶ οἱ ψυχὲς τῶν προκρίτων Μαθητῶν Πέτρου, Ἰωάννου καὶ Ἰακώβου μεταμορφώθηκαν μὲ τὴν δύναμη καὶ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦν αὐτὴ τὴν ὑπέρτατη θεία ἐμπειρία καὶ θεοπτία.


Αὐτὴ ἡ δυνατότητα μετοχῆς, αὐτὴ ἡ φωτοφάνεια-θεοφάνεια, εἶναι ποὺ συναντοῦμε συχνὰ στοὺς Βίους τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ Φῶς εἶναι ποὺ εἰκονίζεται στὰ ἱερὰ φωτοστέφανά τους στὶς ἅγιες Εἰκόνες τους.


δωρεὰ τούτη (μετοχὴ Χάριτος) δὲν γίνεται αἰσθητὴ μὲ τὴν νόηση ἤ μὲ τὸν ἐγκέφαλο καὶ τὸν φιλοσοφικὸ στοχασμό, ἀλλὰ μὲ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὸν φωτισμό της. Μόνον διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ ἔχουμε μέθεξη ἀκτίστου Ἐνεργείας καὶ ἀληθινὴ γνώση Θεοῦ. Μόνον μὲ βαθειὰ μετάνοια, μὲ ἀπομάκρυνση τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν, παθῶν καὶ ἁμαρτιῶν, καὶ μετοχὴ στὰ θεῖα Μυστήρια, ὅπως καὶ μὲ προσευχὴ καὶ μάλιστα μὲ τὴν νοερὴ καὶ ἀδιάλειπτη μονολόγιστη Εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, μὲ τὴν ταπείνωση καὶ ἀγάπη, ἔχουμε θεία ἐπίσκεψη τῆς Χάριτος στὸν ἄνθρωπο.


μέθεξη τῆς θείας Ἐνέργειας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐξήγηση καὶ συγχρόνων Δογματολόγων, ὅπως τοῦ μακαριστοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, εἶναι χαρισματικὴ καὶ ὑπερνοητὴ κατάσταση, ὅπου καταργοῦνται τὰ νοήματα καὶ ρήματα καὶ ὁ Θεὸς καταλαμβάνει καὶ γεμίζει τὸν ἄνθρωπο ψυχοσωματικά… Τότε εἶναι ποὺ ἔχουμε μετοχὴ στὴν καθαρτική, φωτιστικὴ καὶ θεοποιὸ Ἐνέργεια καὶ Χάρη[31], ἀνάλογα μὲ τὴν δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος καθίσταται θέσει θεός[32].


Στὴν ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἡ θέα τοῦ Φωτὸς ἀπὸ τοὺς Ἡσυχαστὲς κυρίως, ὅπως φυσικὰ καὶ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, εἶναι μία ἀληθινὴ θέα τοῦ Θεοῦ στὶς Ἐνέργειές Του, μία Θαβώρειος ἐμπειρία, ὡς πρόγευση τῆς ἀμέσου κοινωνίας τῆς Ἀναστάσεως στὴν αἰώνια Βασιλεία τῆς Ἁγίας Τριάδος.


Ε. Ἡ ἀναμέτρηση μὲ τὴν δυτικὴ ἐκτροπὴ


Τὸν ΙΔ’ αἰῶνα, ὑπῆρξε μία μεγάλη ἀναταραχὴ στὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολὴ ἀπὸ τὸν Δυτικοφερμένο φιλόσοφο Βαρλαὰμ τὸν Καλαβρό, ὁ ὁποῖος παρεξήγησε τοὺς ἁπλοὺς Μοναχοὺς ὡς πρὸς τὴν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δυνατότητα θείας ὁράσεως, τὴν ὁποία θεωροῦσε ἀδύνατη. Τὸ Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως πίστευε ὡς κτιστὸ φαινόμενο, ποὺ συμβόλιζε τὴν θεότητα, ταύτιζε τὴν Οὐσία τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν Ἐνέργεια καὶ ἐπιτέθηκε μὲ σφοδρότητα κατὰ τῆς Νοερᾶς Προσευχῆς[33].


Στὴν Δύση, εἶχε προηγηθεῖ ἡ ἀνάπτυξη καὶ καθιέρωση τοῦ λεγόμενου Σχολαστικισμοῦ. Ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινᾶτος, ποὺ ἀποτελεῖ αὐθεντία γιὰ τοὺς Παπικούς, χαρακτήρισε τὸν Θεὸ ὡς καθαρὰ ἐνέργεια (actus purus), χωρὶς νὰ δέχεται τὴν διάκριση Οὐσίας καὶ Ἐνεργείας. Ἡ ὅποια χάρη τῆς θεότητος θεωρεῖται κτιστὴ (gratia creata). Ἡ φιλοσοφικὴ ὅμως θεώρηση στὸ θέμα αὐτὸ προξενεῖ ἀξεπέραστες δυσκολίες καὶ ἀδιέξοδα ὡς πρὸς τὸ ἀποκαλυπτικὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τοὺς Παπικούς, ἔχουμε ἤ γνώση τῆς Οὐσίας τοῦ Θεοῦ, πρᾶγμα ἀδύνατον, ἤ τίποτε ἀπὸ τὸν Θεό[34], πρᾶγμα ποὺ ἀποτελεῖ τραγικῶς βίωμά τους…


Γι᾽ αὐτὸ καὶ διαμόρφωσαν σύστημα ἐντολῶν καὶ ἠθικῶν ἀπαιτήσεων, τοὺς καρποὺς τῶν ὁποίων ἀναμένουν στὸ μέλλον, χωρὶς βεβαιότητα καὶ πεποίθηση πραγματικῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὴν Θεότητα. Στὰ ἔσχατα μόνον ἀναμένουν νὰ μετάσχουν τῆς θείας Οὐσίας, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ πίστη τους εἶναι διανοητικοῦ χαρακτῆρα, μὴ ζωοποιούμενη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, στηριζόμενη στὸν νοῦ, τὴν λογικὴ καὶ τὴν γνώση[35].


Μέχρι σήμερα, Παπικοὶ καὶ Προτεστάντες, ὡς ὀρθολογιστές, ἀδυνατοῦν νὰ κάνουν διάκριση μεταξὺ Οὐσίας καὶ Ἐνεργείας στὸν Θεό, ὑποστηρίζοντας ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μόνον Οὐσία. Ἔτσι, δὲν κάνουν λόγο γιὰ θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ δὲν δέχονται ἄκτιστες θεῖες Ἐνέργειες, ἀλλὰ κτιστές. Γι᾽ αὐτὸ καὶ μιλοῦν ἁπλῶς καὶ μόνον γιὰ «ἠθικὴ τελειοποίηση», θεωρώντας ἀδύνατη τὴν ὁποιαδήποτε πραγματικὴ κοινωνία καὶ ἕνωση μὲ τὸν Θεό[36].


Φυσικὰ καὶ νὰ δεχόντουσαν θεωρητικὰ τὴν ὡς ἄνω διάκριση, αὐτὴ δὲν θὰ εἶχε κάποιο θετικὸ ἀποτέλεσμα στὴν ζωή τους, ὅσο θὰ παρέμεναν δέσμιοι τῶν λοιπῶν αἱρετικῶν πλανῶν καὶ κακοδοξιῶν τους. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καταλάμπει τὸν ἄνθρωπο, ὅταν αὐτὸς μετανοεῖ εἰλικρινὰ γιὰ τὴν ἀγνωσία καὶ ἀποστασία του καὶ προσέρχεται στὴν Ἀλήθεια τῆς Πίστεως, τὴν ὁποίαν ἐγκολπώνεται καὶ ἀσπάζεται στὴν ὁλότητα καὶ καθολικότητά της, εἰσερχόμενος στὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν τῆς σωτηρίας, μὲ τὴν χειραγωγία ἐμπείρου Πνευματικοῦ πατρός.


Τὸ εἰσαγωγικὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὡς γνωστὸν τὸ ἅγιο Βάπτισμα, τὸ ὁποῖο καλεῖται καὶ Φώτισμα, διότι ἀκριβῶς ἐξάγει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ σκότος τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ πονηροῦ καὶ τὸν διανοίγει στὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ ἐν Πνεύματι, στὸ θαυμαστὸ Φῶς τῆς Ζωῆς τῆς Χάριτος.


ἀνωτέρω ἐκτροπὴ τοῦ Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀποτελεῖ τὴν πιὸ φοβερὴ αἵρεση ἰδίως τοῦ Παπισμοῦ σὲ σωτηριολογικὸ καὶ πρακτικὸ ἐπίπεδο: Ἀφοῦ σύμφωνα μὲ τὴν πίστη τους δὲν ἁγιάζεται ἡ κτίση καὶ ἡ ὕλη, δὲν μπορεῖ δηλαδὴ νὰ διαπερασθεῖ ἀπὸ τὴν ἄκτιστη Ἐνέργεια καὶ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὑπάρχει ὑποτίμηση τῶν ὑλικῶν στοιχείων στὰ μυστήρια, ὅπως τοῦ νεροῦ.


Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀρκεῖ κατὰ τὴν σφαλερὴ γνώμη τους τὸ ράντισμα ἤ ἡ ἐπίχυση γιὰ τὸ δῆθεν βάπτισμά τους· καθιερώνεται ἡ ὑποχρεωτικὴ ἀγαμία τοῦ κλήρου τους μὲ τὰ τόσα ἀπερίγραπτα ἔκτροπα ποὺ τοὺς ταλανίζουν καὶ τοὺς διασύρουν παγκοσμίως· ἡ εὐχαριστία τους δὲν εἶναι ἀληθινὴ καὶ σωτήρια, ἀφοῦ παρέχει κτιστὴ χάρη· ἡ θεία Ἐνανθρώπηση, περαιτέρω, εἶναι γιὰ τὴν ἐξιλέωση, ὅπως λέγουν, καὶ ὄχι γιὰ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου· ἡ δὲ Σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ θεωρεῖται ὡς ἱκανοποίηση τῆς δῆθεν τρωθείσης θείας δικαιοσύνης.


πίσης, ἀφοῦ ὑπάρχει κατὰ τὴν γνώμη τους ἀδιαπέραστο κενὸ μεταξὺ Θεοῦ καὶ κόσμου, ὁ Πάπας ἀνακηρύσσεται ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, ὑπέρτατος διαχειριστὴς τῶν πάντων, καὶ ἔτσι ἀναπτύσσεται ὁ νομικισμὸς κατὰ τὸ φεουδαρχικὸ πρότυπο, μὲ κύρια ἔκφραση τούτου τὸ Παπικὸ κράτος· ὁ Πάπας εἶναι γι᾽ αὐτοὺς ὑπερεπίσκοπος, ἀλάθητος, καὶ φορέας πολιτικῆς-κοσμικῆς ἐξουσίας[37].


δοὺ σὲ τὶ ἀπολήξεις φθάνουν ἐξ αἰτίας τῆς διαφωνίας τους σὲ φαινομενικὰ θεωρητικὰ θέματα Πίστεως. Τὸ στρεβλὸ δόγμα, ἔχει πάντοτε μοιραῖα καὶ στρεβλὰ ἀποτελέσματα στὴν ἴδια τὴν ζωή.


Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μὲ τοὺς λαμπροὺς καὶ ἀκατάβλητους ἀγῶνες του καὶ τὴν πνευματέμφορη βιωματικὴ διδασκαλία του, ἀπέβλεπε στὸ νὰ διασφαλίσει στὸν ἄνθρωπο τὴν δυνατότητα νὰ μετάσχει τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ ἐπίμονη ὑπεράσπιση ἀπὸ μέρους του ὡς ἀκτίστου τοῦ Φωτὸς τῆς θείας Μεταμορφώσεως, δηλαδὴ τῆς Ἐνεργείας καὶ Χάριτος τοῦ Θεοῦ, εἰς ἐπιβεβαίωσιν τῆς δυνατότητος πραγματικῆς κοινωνίας καὶ θεώσεως. Γιὰ τὸν λόγο τοῦτο καὶ τονίζει, ὅτι ἡ μέθεξη τοῦ θείου Φωτὸς ἀποτελεῖ τὴν ὑψηλότερη πνευματικὴ κατάσταση, ποὺ δίδεται στοὺς Ἁγίους καὶ γενικὰ στοὺς καθαρμένους ἀπὸ κάθε ἁμαρτία[38], σὰν ἀρραβῶνας τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, τότε ποὺ οἱ δίκαιοι «ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος», ὡς υἱοὶ Ἀναστάσεως!


ΣΤ. Συνοδικὴ ἐπικύρωση τοῦ δόγματος διακρίσεως Οὐσίας καὶ Ἐνεργείας στὸν Θεὸ


πως εἶναι γνωστόν, ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία ἐπὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ ἐπικυρώθηκε ἀπὸ τὶς Μεγάλες Συνόδους τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 1341, 1347 καὶ 1351, οἱ ὁποῖες θεωροῦνται, ὡς ἡ Θ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας[39], διότι ὁ σκοπός τους ἦταν σωτηριολογικὸς καὶ οἱ ἀποφάσεις τους -καθολικοῦ κύρους-, ἐντάχθηκαν στὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὸ Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας. Τὸ θέμα διακρίσεως Οὐσίας καὶ Ἐνεργείας στὸν Θεὸ καὶ ἡ συστηματικὴ ἀσχολία μὲ τὸν καθορισμό του, γίνεται στὸν Συνοδικὸ Τόμο τῆς Ἡσυχαστικῆς Συνόδου τοῦ 1351.


Συνοδικὴ Ὁμολογία γιὰ τὴν διάκριση τῆς Οὐσίας ἀπὸ τὴν Ἐνέργεια στὸν Θεὸ ἔχει ὡς ἑξῆς: «Καὶ πάντες ἑνὶ στόματι καὶ ἐξ ἑνὸς κινούμενοι Πνεύματος, μετὰ τοῦ ἡνωμένου καὶ θεοπρεπῆ διάκρισιν καὶ διαφορὰν τῆς θείας οὐσίας καὶ ἐνεργείας φανερῶς ὡμολόγησαν, τοῖς θεολόγοις ἑπόμενοι, ἄκτιστόν τε τὴν θείαν ἐνέργειαν, καθὰ δῆτα καὶ τὴν οὐσίαν ἔστερξαν· καὶ θεότητα καὶ ταύτην καὶ δὴ τὴν θείαν ἐνέργειαν ὀνομάζεσθαι παρὰ τῶν αὐτῶν θεολόγων ἀκούσαντες, ἀσμένως ἐδέξαντο»[40].


Οἱ Πατέρες τῆς Συνόδου αὐτῆς ὁμολογοῦν ὅτι ἀκολουθοῦν τοὺς «Θεολόγους», δηλαδὴ τοὺς Ἁγίους Πατέρες τοὺς πρὸ αὐτῶν, κάποιους ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀναφέραμε, ὅπως καὶ τὴν ΣΤ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὅπου οἱ δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ γίνεται δεκτὸν ὅτι ἔχουν τὶς φυσικὲς ἐνέργειές τους καὶ τὰ φυσικὰ θελήματά τους, ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς εἶχε θεμελιώσει τὴν διδασκαλία περὶ τῆς «οὐσιώδους ἐνεργείας», μὲ τὴν ἐπεξήγηση βεβαίως ὅτι οἱ Ἐνέργειες εἶναι μὲν οὐσιώδεις, ἀλλὰ ἡ ἐκδήλωσή τους γίνεται διὰ τοῦ Προσώπου[41].


Στὸ δὲ Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας, στὰ «κατὰ τοῦ Βαρλαὰμ καὶ Ἀκινδύνου κεφάλαια», ἡ κρυσταλλίνης καθαρότητος Ὀρθόδοξη διδασκαλία παρατίθεται, καὶ ἡ παραπομπὴ στὸ αἰώνιο ἀνάθεμα τῶν αἱρετικῶν ἐκφράζεται:


«Τοῖς φρονοῦσι καὶ λέγουσι τὸ λάμψαν ἀπὸ τοῦ Κυρίου ἐπὶ τῆς θείας αὐτοῦ μεταμορφώσεως φῶς, ποτὲ μὲν εἶναι ἴνδαλμα καὶ κτίσμα καὶ φάσμα ἐπὶ βραχὺ φανὲν καὶ διαλυθὲν παραχρῆμα, ποτὲ δὲ αὐτὴν τὴν οὐσίαν τοῦ Θεοῦ, ὡς εἰς αὐτὰ τὰ ἐναντιώτατα φρενοβλαβῶς καὶ ἀδύνατα παντελῶς ἑαυτοὺς ἐπιρρίπτουσι, καὶ τοῦτο μὲν τὴν Ἀρείου μαινομένοις μανίαν εἰς κτιστὰ καὶ ἄκτιστα τὴν μίαν θεότητα καὶ τὸν ἕνα Θεὸν κατατέμνοντος, τοῦτο δὲ τῇ τῶν Μασσαλιανῶν δυσσεβείᾳ συμφερομένοις, τὴν θείαν οὐσίαν ὁρατὴν εἶναι λεγόντων, μὴ ὁμολογοῦσι δέ, κατὰ τὰς τῶν ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καὶ τὸ τῆς ἐκκλησίας εὐσεβὲς φρόνημα, μήτε κτίσμα εἶναι τὸ θειότατον ἐκεῖνο φῶς, μήτε οὐσίαν Θεοῦ, ἀλλ᾽ ἄκτιστον καὶ φυσικὴν χάριν καὶ ἔλλαμψιν καὶ ἐνέργειαν, ἐξ αὐτῆς τῆς θείας οὐσίας ἀχωρίστως ἀεὶ προϊοῦσαν, ἀνάθεμα»!


(Σ᾽ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν καὶ λένε γιὰ τὸ φῶς, ποὺ ἔλαμψε καὶ προῆλθε ἀπὸ τὸν Κύριο κατὰ τὴ θεϊκή Του Μεταμόρφωση, ἄλλοτε μὲν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ ἕνα φανταστικὸ καὶ φωτεινὸ ὅραμα μικρῆς διάρκειας καὶ ὁπωσδήποτε κτιστό, ποὺ γιὰ λίγο φάνηκε καὶ σχεδὸν ἀμέσως διαλύθηκε, ἄλλοτε δὲ ὅτι ἦταν αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἔτσι καταβαραθρώνουν οἱ ἴδιοι τοὺς ἑαυτούς τους σὲ δύο ἀπὸ τὶς ἄκρως ἀντίθετες μέν, ἀλλὰ ἐξίσου φρενοβλαβεῖς καὶ ἐντελῶς ἀδύνατον νὰ στηριχθοῦν λογικὰ αἱρέσεις, καὶ ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ μὲν ξεπέφτουν στὴ μανία τοῦ Ἀρείου, ποὺ τὸν ἕνα καὶ μοναδικὸ Θεὸ κατακερμάτισε σὲ κτιστὰ καὶ ἄκτιστα τμήματα, ἀπὸ τὴν ἄλλη δὲ ἐμπλέκονται στὰ γρανάζια τῆς αἵρεσης τῶν ἀσεβῶν Μασσαλιανῶν, ποὺ λένε ὅτι μπορεῖ νὰ δεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ὁμολογοῦν, ὅπως ἀκριβῶς ἡ θεόπνευστη θεολογία τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ τὸ εὐσεβὲς ἦθος τῆς Ἐκκλησίας μᾶς διδάσκουν, ὅτι οὔτε κτίσμα εἶναι τὸ θεϊκότατο ἐκεῖνο φῶς οὔτε, βέβαια, οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἄκτιστη καὶ φυσικὴ ἔκλαμψη καὶ Χάρη καὶ ἐνέργεια, ποὺ αἰώνια καὶ ὑπερχρονικὰ πηγάζει ἀμερίστως ἀπὸ τὴν οὐσία, ἀνάθεμα)[42].


Ζ. Πνευματικὲς ἀπόρροιες καὶ διαχρονικὸ Μήνυμα

Εἶναι γνωστὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ Μ. Ἀθανασίου: «Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος θεός»[43]. Ὁ πιστὸς Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς μὲ τὸν ἀγῶνα του νὰ τηρεῖ τὶς Ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γεύεται τῶν θείων δωρεῶν μέσῳ τῶν ἁγίων Μυστηρίων, μπορεῖ νὰ ἀνεβάζει τὸ χῶμα πάλι στὸν οὐρανὸ καὶ νὰ γίνεται θεὸς μὲ υἱοθεσία, γεμᾶτος ἀπὸ οὐράνιο φῶς. Ὄχι μόνος του, ἀλλὰ μὲ τὸν Σωτῆρα Χριστὸ ἐν Πνεύματι. Μὲ ταπείνωση συντρίβεται ὁ ἐγωϊσμός, μὲ μετάνοια ἀπορρίπτεται ἡ ἁμαρτία καὶ ἑτοιμάζεται τόπος ἐλεύσεως θείας Παρουσίας στὴν καρδιά, μὲ ἀληθινὴ προσευχὴ ἐπιτυγχάνεται ἐξάρτηση ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς πηγῆς δυνάμεως καὶ ζωῆς[44].


κατὰ μόνας προσευχή, ἡ ὁποία ἐπιφέρει θεῖες ἀνταύγειες καὶ εὐλογίες, δὲν ἀποσυνδέεται ποτὲ ἀπὸ τὸ ἱστορικὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὰ Μυστήριά της, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν Θεία Εὐχαριστία. Τὸ «ἄνοιγμα» τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο βιώνεται μυστηριακὰ στὴν λειτουργικὴ ζωὴ τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Στὴν Εὐχαριστία ἔχουμε κοινωνία στὴν θεωμένη ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, τὴν πλήρη ἀκτίστου θείας Ἐνεργείας καὶ Χάριτος. Ὁ δὲ Κύριος μᾶς προσκαλεῖ μὲ αὐτὰ τὰ λόγια γιὰ νὰ Τὸν κοινωνήσουμε, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ:


«Φάγετέ μου τὸ σῶμα, πίετέ μου τὸ αἷμα οἱ τῆς αἰωνίου ζωῆς ἐπιθυμητικῶς ἔχοντες, ἵνα μὴ κατ᾽ εἰκόνα μόνον ἦτε Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ θεοὶ καὶ βασιλεῖς αἰώνιοι καὶ οὐράνιοι, ἐμὲ τὸν Βασιλέα καὶ Θεὸν τοῦ οὐρανοῦ περικείμενοι, φοβεροὶ μὲν δαίμοσι, θαυμαστοὶ δὲ ἀγγέλοις, υἱοὶ δὲ ἀγαπητοὶ τοῦ οὐρανίου Πατρός, ἀείζωοι, ὡραῖοι παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, τερπνὸν ἐνδιαίτημα τῆς ἀνωτάτω Τριάδος»[45].


(Φάγετε τὸ σῶμα μου, πίετε τὸ αἷμα μου, ὅσοι ἐπιθυμεῖτε τὴν αἰώνια ζωή, ὥστε, ὄχι μόνο νὰ εἶσθε κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ θεοὶ καὶ βασιλεῖς αἰώνιοι καὶ οὐράνιοι, ἐνδυόμενοι ἐμένα τὸν Βασιλέα καὶ Θεὸν τοῦ οὐρανοῦ, φοβεροὶ στοὺς δαίμονες καὶ θαυμαστοὶ στοὺς Ἀγγέλους, υἱοὶ δὲ ἀγαπητοὶ τοῦ οὐρανίου Πατρός, ἀείζωοι, ὡραῖοι μεταξὺ τῶν λοιπῶν ἀνθρώπων, τερπνὸ κατοικητήριο τῆς ὑπερτάτης Τριάδος).


Τί μποροῦμε νὰ ποῦμε ἐνώπιον αὐτῆς τῆς συγκλονιστικῆς προσκλήσεως; Ὁ Θεὸς μᾶς προσφέρεται καὶ μᾶς παρακαλεῖ κι ἐμεῖς τί κάνουμε; Ἀμελοῦμε; Ἔχουμε πιὸ σημαντικὲς ἀσχολίες καὶ μέριμνες; Διστάζουμε; Ὀλιγοπιστοῦμε; Ὀλιγωροῦμε;…


μως, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ψάλλουμε στὸ Κοντάκιο τοῦ Μεγάλου Κανόνος τῆς Μετανοίας τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης τώρα στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Τὸ τέλος ἐγγίζει, καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι! Ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου, Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ παρών, καὶ τὰ πάντα πληρῶν»!


Ποῦ μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός, κι ἐμεῖς ποῦ εἴμαστε καὶ ποῦ βρισκόμαστε; Μᾶς καλεῖ σὲ μυστικὴ-μυστηριακὴ ἕνωση ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, γιὰ νὰ λάβουμε Φῶς Ἀληθινόν, μᾶς ἔχει ἑτοιμάσει κορυφὲς ἀνεξιχνίαστες καὶ ὑπέρφωτες, κι ἐμεῖς οἱ ταλαίπωροι, ποὺ ἀξιωθήκαμε τόσων δωρεῶν, δὲν τὶς ἀξιοποιοῦμε, παρὰ χάνουμε/σπαταλοῦμε τὸν πολύτιμο χρόνο μας καὶ τὸν ἐξαντλοῦμε σὲ ἀτέλειωτες μικρότητες, μετριότητες ἤ καὶ ἀθλιότητες καὶ κακότητες, λησμονῶντας τὸ «ἑνός ἐστι χρεία»!


χουμε μέσα μας θεία σπορὰ καὶ κλήση νὰ φθάσουμε στὸ «καθ᾽ ὁμοίωσιν», νὰ γευθοῦμε θεῖο γλυκασμό, ὅπως ἄπειρες ψυχὲς πρὶν ἀπὸ ἐμᾶς κατόρθωσαν τὸ ἀκατόρθωτο καὶ ἀξιώθηκαν τὰ ἀγαθὰ τοῦ Οὐρανοῦ[46].


στω καὶ ἄν δὲν τύχουμε θείας θεωρίας στὴν παροῦσα ζωή, ποὺ εἶναι εἰδικὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ στοὺς κεκαθαρμένους, ὅμως ἄν συγκαταλεγόμαστε μὲ τοὺς ἀθλητὲς ποὺ ἀγωνίζονται ὀρθόδοξα, νόμιμα καὶ ἔντιμα, δὲν θὰ στερηθοῦμε θείου ἐλέους, παρηγορίας καὶ εὐλογίας. 


ν δὲν ἔχουμε τὶς θεοπτικὲς ἐμπειρίες τῶν μεγάλων Ἁγίων, ἀλλ᾽ ὅμως στὸν βαθμὸ ποὺ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὴν δυσωδία τῶν παθῶν καὶ καλλιεργοῦμε ὑπομονετικὰ τὶς θεῖες ἀρετές, ὁ Κύριός μας θὰ ἐνσταλάξει μέσα μας κάτι ἀπὸ τὴν θεία εὐωδία τοῦ Παραδείσου, κάποια μικρὴ ψηφίδα ἀπὸ τὸ ἄρρητο κάλλος τῆς γλυκυτάτης Του Μορφῆς, καὶ αὐτὸ θὰ μᾶς φθάνει καὶ θὰ μᾶς περισσεύει γιὰ νὰ ὑπομένουμε καὶ ὑποφέρουμε τὰ πάντα χάριν τῆς ποθεινῆς ἀγάπης Του! Καὶ θὰ γινόμαστε -ἄν μή τι ἄλλο- ὅλο καὶ πιὸ ἀληθινοὶ ἄνθρωποι, δηλαδὴ ἄνθρωποι Θεοῦ, εὐωδία Χριστοῦ, σὲ μιὰ κοινωνία ἄχρωμη καὶ ἄοσμη, ἡ ὁποία παραπέει στὶς ἀβύσσους ἀποστατικῶν φαινομένων ὡς πρὸς τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ζωή.


Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τῆς Θεσσαλονίκης τὸ Καύχημα καὶ Κῆρυξ τῆς Χάριτος, σαλπίζει γιὰ ἐμμονὴ στὴν Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση, γιὰ τοποθέτηση ἐναντίον τῶν πλανῶν καὶ αἱρέσεων, ὅπως τοῦ Λατινισμοῦ καὶ μάλιστα τοῦ συγχρόνου δυσσεβεστάτου Οἰκουμενισμοῦ!


Εἴθε νὰ πρεσβεύει νὰ διανοιχθοῦν οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς ψυχῆς μας διάπλατα, γιὰ νὰ δοῦμε καὶ κυρίως γιὰ νὰ ἐκτιμήσουμε καὶ βιώσουμε τὸ ἐκθαμβωτικὸ θεῖο καὶ ἱλαρὸ Φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας μας, γιὰ νὰ Τὸ ἀγαπήσουμε ἀληθινά, νὰ ἐκπληρώσουμε τὴν ἀποστολή μας ἕως τέλους μὲ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο, προγευόμενοι τὰ ἀγαθὰ τοῦ Οὐρανοῦ, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς θείας Ζωῆς καὶ Βασιλείας. Ἀμήν!



Σᾶς εὐχαριστῶ!




Παραπομπὲς


[1] Βλ. «Κατὰ Ἀρειανῶν Λόγος Α’», § 35-36, ΕΠΕ, τ. 2, Πατερικὲς Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 128-132.
[2] Βλ. «Πρὸς Ἰωάννην ἀρχιεπίσκοπον Κυζίκου», PG τ. 91, στλ. 1077Α.
[3] Παναγιώτης Κ. Χρήστου, «Διπλῆ ὄψις τῆς θείας φύσεως», στὸ ἔργο: Τὸ Μυστήριο τοῦ Θεοῦ – Θεολογικὰ Δοκίμια, ἐκδ. Πατριαρχικοῦ Ἱδρύματος Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 28-29.
[4] Βλ. Ἔκδοσις Ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, Βιβλ. Πρῶτον, Κεφ. Γ’, PG τ. 94, στλ. 796ΑΒ.
[5] Ἔνθ᾽ ἀνωτ., στλ. 800BC.
[6] Βλ. [Ἁγίου] Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις Ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, κείμενο – μετάφραση – εἰσαγωγὴ – σχόλια Νικ. Ματσούκα, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 30-31.
[7] Βλ. Παντελεήμονος Καρανικόλα, Μητροπολίτου Κορίνθου, «Οἱ Θεϊκὲς Ἄκτιστες Ἐνέργειες» (1983), στὸ ἔργο: Σταλαγματιὲς Μυστικοῦ Μάννα, ἔκδ. 4η, ἐκδ. οἶκος «Ἀστήρ», Ἀλ. & Ε. Παπαδημητρίου, Λυκούργου 10, Ἀθῆναι 1998, σελ. 60.
[8] Βλ. Λόγος ΛΗ’: «Εἰς τὰ Θεοφάνια, εἴτουν Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος», § Ζ’, PG τ. 36, στλ. 317C.
[9] Βλ. [Ἁγίου] Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, «Λόγος ὑπὲρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων» 1, 3, § 4, Συγγράμματα, τ. Α’, Θεσσαλονίκη 1962, σελ. 413.
[10] Βλ. Ἀριστείδη Παπαδάκη – John Meyendorff, «Ἡ θεολογία τῆς ζώσας κοινωνίας μὲ τὸ Θεό», στὸ ἔργο: Ἡ Χριστιανικὴ Ἀνατολὴ καὶ ἡ Ἄνοδος τοῦ Παπισμοῦ – Ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ 1071 ὡς τὸ 1453 (Κεφ. Ζ’: Ἡ Ἡσυχαστικὴ Ἔριδα), μετάφρ. Στέφ. Εὐθυμιάδης, ἐκδ. ΜΙΕΤ, Ἀθήνα 2003, σελ. 443.
[11] Βλ. Ἐπιστολὴ ΣΛΔ’ (234): «Τῷ αὐτῷ [Ἀμφιλοχίῳ] πρὸς ἄλλο ἐρώτημα», PG τ. 32, στλ. 869ΑΒ.
[12] Βλ. Ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, «Ἐξήγησις τῆς Κινήσεως», Η’, PG τ. 90, στλ. 121CD καὶ τοῦ Αὐτοῦ, «Διάλεξις μετὰ Πύρρου», PG τ. 90, στλ. 341CD.
[13] Βλ. Ἀρχιμ. Νικολάου Χ. Ἰωαννίδη, «Ἡ Παλαμικὴ Θεολογία», στὸ ἔργο: Θεολογία καὶ Γραμματεία ἀπὸ τὸν Θ’ αἰῶνα καὶ ἑξῆς, ἐκδ. ὀργ. Π. Κυριακίδη Α.Ε., Ἀθήνα 2007, σελ. 43.
[14] Βλ. Παντελεήμονος Καρανικόλα, Μητροπολίτου Κορίνθου, «Οἱ Θεϊκὲς Ἄκτιστες Ἐνέργειες», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 61.
[15] Βλ. Παναγιώτης Κ. Χρήστου, Ὁ Κῆρυξ τῆς Χάριτος καὶ τοῦ Φωτὸς – Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ Κουφαλίων Θεσσαλονίκης, 1984, σελ. 80.
[16] Βλ. Παντελεήμονος Καρανικόλα, Μητροπολίτου Κορίνθου, «Οἱ Θεϊκὲς Ἄκτιστες Ἐνέργειες», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 60-61.
[17] Βλ. Παναγιώτης Κ. Χρήστου, «Διπλῆ ὄψις τῆς θείας φύσεως», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 56-57.
[18] Αὐτόθι, σελ. 56.
[19] Βλ. [Ἁγίου] Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, «Λόγος Ἀντιρρητικὸς [πρὸς Ἀκίνδυνον] Πέμπτος», Κεφ. ΚΖ’, § 114, Συγγράμματα, τ. Γ’, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 374.
[20] Βλ. Χωρεπισκόπου Τριμυθοῦντος Βασιλείου, «Τὸ Δόγμα τῆς Διακρίσεως Οὐσίας καὶ Ἐνεργείας στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», στὸν τόμο: Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὴν Ἱστορία καὶ τὸ Παρόν, Πρακτικὰ Διεθνῶν Ἐπιστημονικῶν Συνεδρίων Ἀθηνῶν καὶ Λεμεσοῦ, ἔκδ. Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὄρος 2000, σελ. 658.
[21] Βλ. Ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, «Διάλεξις μετὰ Πύρρου», PG τ. 91, στλ. 341ΑΒ· Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις Ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, § ΝΘ’, στλ. 1056C (στὴν ἔκδ. Π. Πουρναρᾶ, ἐπιμελ. Ν. Ματσούκα, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 282-283)· Ἀρχιμ. Νικολάου Χ. Ἰωαννίδη, «Ἡ Παλαμικὴ Θεολογία», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 45.
[22] Βλ. «Κατὰ Ἀρειανῶν Λόγος Δ’», § 10, ΕΠΕ, τ. 3, Πατερικὲς Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 1975, σελ. 220.
[23] Βλ. Ἀρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἡ θέωση ὡς σκοπὸς τῆς Ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ε’ ἔκδοση, Ἱερὰ Μονὴ Ὁσίου Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 2004, σελ. 36-37, 34.
[24] Βλ. Ἀθανασίου Γιέφτιτς, «Οἱ Ἄκτιστες Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ», στὸ ἔργο: Ἀπὸ τὴν Ἐλευθερία στὴν Ἀγάπη, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2014, σελ. 209-212.
[25] Βλ. «Λόγος Ἀντιρρητικὸς [πρὸς Ἀκίνδυνον] Ἕκτος», Κεφ. Θ’, § 21, Συγγράμματα, τ. Γ’, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 398-399.
[26] Βλ. [Ἁγίου] Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος ΜΓ’: «Εἰς τὸν Μ. Βασίλειον… Ἐπιτάφιος», § 48, ΕΠΕ, τ. 6, Πατερικὲς Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 1980, σελ. 210.
[27] Βλ. «Ὅροι κατὰ πλάτος Β’», § 4, ΕΠΕ, τ. 8, Πατερικὲς Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 196.
[28] Βλ. Ἀθανασίου Γιέφτιτς, «Οἱ Ἄκτιστες Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 213.
[29] Βλ. Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, «Λόγος εἰς τὴν Μεταμόρφωσιν», 12, PG τ. 96, στλ. 564Β καὶ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, «Λόγος ὑπὲρ τῶν ἱερῶν ἡσυχαζόντων», 3, 1, § 19, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 632.
[30] Βλ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, π. Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης – Ἕνας κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), 2012, σελ. 311.
[31] Βλ. Αὐτόθι, σελ. 312-313, 311.
[32] Βλ. Παντελεήμονος Καρανικόλα, Μητροπολίτου Κορίνθου, «Οἱ Θεϊκὲς Ἄκτιστες Ἐνέργειες», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 64-65.
[33] Βλ. Ἀρχιμ. Νικολάου Χ. Ἰωαννίδη, «Ἡ Παλαμικὴ Θεολογία», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 38.
[34] Βλ. Παναγιώτης Κ. Χρήστου, «Διπλῆ ὄψις τῆς θείας φύσεως», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 50-51.
[35] Βλ. Θεοδώρου Ζήση, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἔκδ. «Ἵδρυμα Γουλανδρῆ-Χόρν», Ἀθῆναι 1985, σελ. 74.
[36] Βλ. Ἀρχιμ. Γεωργίου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, Ἡ θέωση ὡς σκοπὸς τῆς Ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 37.
[37] Βλ. Πρωτοπρ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, «Τὸ μήνυμα τῆς Διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ εἰς τὴν ἐποχήν μας» (Μάϊος 2010), διαδικτυακῶς: www.impantokratoros.gr/grigorios-palamas-metallinos.el.aspx.
[38] Βλ. Ἀρχιμ. Νικολάου Χ. Ἰωαννίδη, «Ἡ Παλαμικὴ Θεολογία», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 51.
[39] Βλ. ἐργασία μας: «Ἡ Θ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (Νοέμβριος 2015), διαδικτυακῶς (Ἐκκλησία Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος-ecclesiagoc.gr/ Ἐνημέρωση/ Ἄρθρα/ Ἱστορικά).
[40] Βλ. «Τόμος συνοδικός, ἐκτεθεὶς παρὰ τῆς ἱερᾶς Συνόδου, τῆς συγκροτηθείσης κατὰ τῶν φρονούντων τὰ Βαρλαάμ τε καὶ Ἀκινδύνου, ἐπὶ τῆς Βασιλείας τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων βασιλέων ἡμῶν Καντακουζηνοῦ καὶ Παλαιολόγου» (1351), Κεφ. 16, στὸ ἔργο: Ἰωάννου Καρμίρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. Ι, Ἀθῆναι 1960, σελ. 384.
[41] Βλ. Χωρεπισκόπου Τριμυθοῦντος Βασιλείου, «Τὸ Δόγμα τῆς Διακρίσεως Οὐσίας καὶ Ἐνεργείας στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 654-656.
[42] Βλ. Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, Συνοδικὸν (κατὰ τὴν κριτικὴ ἔκδοση τοῦ J. Gouillard), μετάφρ. Ἠ Γ. Πετρόπουλου, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2006, σελ. 98-99.
[43] Βλ. «Περὶ Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου», § 54, ΕΠΕ, τ. 1, Πατερικὲς Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 366.
[44] Βλ. Ἀρχιμ. Ἀστερίου Χατζηνικολάου, Ἡ Ὁδὸς τοῦ Κυρίου, ἔκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 2007, σελ. 231-233.
[45] Βλ. Λόγος ΝΣΤ’: «Περὶ τῶν ἁγίων καὶ φρικτῶν τοῦ Χριστοῦ μυστηρίων», § 11, ΕΠΕ, τ. 11, Πατερικὲς Ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 412-413.
[46] Βλ. Παντελεήμονος Καρανικόλα, Μητροπολίτου Κορίνθου, «Οἱ Θεϊκὲς Ἄκτιστες Ἐνέργειες», ἔνθ᾽ ἀνωτ., σελ. 81.



Μητρόπολη Λαρίσης και Πλαταμώνος

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.