ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2024

«ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Α'»: ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (ΜΕΡΟΣ ΔΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΟ)





Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Ι. Μ. Παρακλήτου: «Θέματα Ζωής Α': Από τις Ομιλίες του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου»,
θέμα: «Οι Βουλές του Θεού»,
4η έκδοσηΩρωπός Αττικής 2013, σελ. 100-104.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ




ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ



Έχεις κι έναν πέμπτο δρόμο μετάνοιας, εύκολο κι αυτόν, με τον οποίο μπορείς ν' απαλλαχθείς από το βάρος των αμαρτιών.
Είναι η προσευχή.
Κάθε ώρα να προσεύχεσαι.
Μην αποκάμεις.
Μην αμελήσεις.
Μη σταματείσεις να επικαλείσαι τη φιλανθρωπία του Θεού.
Εκείνος, αν επιμένεις, δεν θα σε παραβλέψει, αλλά τις αμαρτίες σου θα συγχωρήσει και ό,τι Του ζητήσεις θα σου δώσει.



Αν σε εισακούσει, ευχαρίστησέ Τον και συνέχισε να προσεύχεσαι. Αν πάλι δεν σε εισακούσει, όχι μόνο να μην απελπίζεσαι, αλλά και πιο επίμονα να Τον παρακαλάς. Μη λες, «Πολλές προσευχές έκανα και τίποτα δεν έγινε», γιατί κι αυτό για το συμφέρον σου γίνεται. Επειδή δηλαδή ο Θεός γνωρίζει πως είσαι αμελής και αδιάφορος και πως, αν αποκτήσεις με την προσευχή αυτό που χρειάζεσαι, θα πάψεις πια να προσεύχεσαι, αναβάλλει να σου δώσει ό,τι ζητάς, για να καταγίνεσαι στην προσευχή και να επικοινωνείς μαζί Του συχνότερα. 


Γιατί αν δεν προσεύχεσαι όταν βρίσκεσαι σε μια δύσκολη περίσταση, τι θα κάνεις όταν όλα θα πάνε καλά; Ο Θεός, λοιπόν, προσποιείται ότι δεν σ' ακούσει για το καλό σου, για να σε κάνει να μην εγκαταλείψεις την προσευχή. Γι' αυτό συνέχισε να προσεύχεσαι, μην αμελείς. Μην υποτιμάς τη δύναμη της προσευχής, που πολλά μπορεί να κατορθώσει. Και το ότι συντελεί στη συγχώρηση των αμαρτιών, μάθε το από το άγιο Ευαγγέλιο. Τι λέει εκεί;


Η βασιλεία των ουρανών μοιάζει με άνθρωπο που έκλεισε την πόρτα του σπιτιού του κι έπεσε με τα παιδιά του να κοιμηθεί. Τα μεσάνυχτα ήρθε κάποιος για να του ζητήσει ψωμί. Χτύπησε και του φώναξε: «Άνοιξέ μου, γιατί έχω ανάγκη από ψωμί». Αυτός από μέσα του απάντησε: «Έχω πια κλειδώσει την πόρτα' τα παιδιά μου κι εγώ είμαστε στο κρεβάτι' δεν μπορώ να σηκωθώ για να σου δώσω». Ο άλλος, όμως, συνέχισε με επιμονή να χτυπάει.


Ο σπιτονοικοκύρης του ξαναείπε: «Δεν μπορώ να σου δώσω ψωμί. Πέσαμε να κοιμηθούμε». Μα ο ενοχλητικός επισκέπτης δεν έφευγε. Έμεινε εκεί χτυπώντας την πόρτα. Τι να κάνει τότε ο οικοδεσπότης; «Σηκωθείτε», είπε στα παιδιά του, δώστε του ό.τι ζητάει, για να φύγει και να μας  αφήσει ήσυχους» (πρβλ. Λουκ. 11:5-8). Τι διδάσκεσαι απ' αυτό; Να προσεύχεσαι πάντοτε και να μη χάνεις το θάρρος σου. Κι αν δεν παίρνεις ό,τι ζητάς, να επιμένεις στην προσευχή, ώσπου να το πάρεις. Έχεις κι άλλον ένα δρόμο μετάνοιας, καθόλου δύσκολο.


Ποιος είναι αυτός; Τ α  δ ά κ ρ υ α.  Κλάψε για τις αμαρτίες σου, όπως διδάσκεσαι από το ιερό Ευαγγέλιο. Ο Πέτρος, ο κορυφαίος απόστολος, ο φίλος του Χριστού, που δεν δέχτηκε τη θεία αποκάλυψη από ανθρώπους αλλ' από τον ίδιο το Θεό Πατέρα, όπως ο Κύριος μαρτυρεί -«Μακάριος είσαι Σίμων, γιε του Ιωνά, γιατί δεν σου φανέρωσε την αλήθεια της ορθής πίστεως κανένας άνθρωπος, αλλά ο ουράνιος πατέρας μου» (πρβλ. Ματθ. 16:17)-, αυτός ο Πέτρος έπεσε σε παράπτωμα πάρα πολύ μεγάλο: Αρνήθηκε τον ίδιο το Χριστό!


Και αυτό το λέω όχι για να κατηγορήσω τον άγιο, αλλά για να δώσω σ' εσένα αφορμή μετάνοιας. Ναι, τον Κύριο και Κυβερνήτη και Σωτήρα του κόσμου αρνήθηκε! Ας πάρουμε όμως, τα πράγματα από την αρχή. Κάποτε ο Σωτήρας μας είδε μερικούς μαθητές Του να Τον εγκαταλείπουν. Τότε είπε στους δώδεκα: «Μήπως θέλετε να φύγετε κι εσείς»; «Και σε ποιον να πάμε, Κύριε»; αποκρίθηκε ο Πέτρος. «Κι αν ακόμη χρειτεί να πεθάνω μαζί Σου, δεν θα Σε απαρνηθώ» (Ματθ. 26:35).


Τι λες Πέτρο; Ο Θεός προλέγει τι θα συμβεί, κι εσύ διαφωνείς; Έτσι, όμως, φανερώθηκε από τη μια η προαίρεσή του κι από την άλλη η ανθρώπινη αδυναμία του. Πότε έγινε αυτό; Τη νύχτα που παραδόθηκε ο Χριστός. Όταν πια Εκείνος βρισκόταν στα χέρια των Ιουδαίων και ανακρινόταν στο παλάτι του Καϊάφα, ο Πέτρος καθόταν έξω, στην αυλή, με τους υπηρέτες και ζεσταινόταν κοντά στη φωτιά, περιμένοντας να δει τι θ' απογίνει. Τότε τον πλησίασε μια κοπελίτσα και του είπε:


«Ήσουνα κι εσύ με τον Ιησού το Γαλιλαίο» (Ματθ. 26:69). Αυτός όμως απάντησε: «Δεν τον ξέρω αυτόν τον άνθρωπο» (Ματθ. 26:72). Το ίδιο έγινε και δεύτερη και τρίτη φορά. Έτσι πραγματοποιήθηκαν τα λόγια του Ιησού, που γύρισε κι έριξε στον Πέτρο μιαν εύγλωττη ματιά. Δεν μίλησε στο μαθητή Του με το στόμα, για να μην τον ντροπιάσει μπροστά στους Ιουδαίους, του μίλησε όμως με το βλέμμα. Ήταν σαν να του έλεγε: «Πέτρε, ό,τι είπα έγινε».


Τότε ο Πέτρος συναισθάνθηκε το παράπτωμά του και άρχισε να κλαίει' να κλαίει όχι απλά, αλλά πικρά. Βαπτίστηκε, θα λέγαμε, μέσα στα δάκρυά του και καθαρίστηκε μ' αυτά από την αμαρτία του, αμαρτία τόσο φοβερή, όπως είναι η άρνηση του Χριστού. Με τα δάκρυά σου σβήσε κι εσύ κάθε αμαρτία σου. Κλάψε, όχι απλά, όχι τυπικά, αλλά πικρά, όπως ο Πέτρος.


Από τα βάθη της ψυχής σου να πηγάζουν τα δάκρυα, για να σε σπλαχνιστεί ο φιλάνθρωπος Δεσπότης και να σε συγχωρήσει. Γιατί ο ίδιος είπε: «Δεν θέλω το θάνατο του αμαρτωλού, αλλά το να επιστρέψει μετανοημένος και να ζήσει» (Ιεζ. 18:23). Από σένα ζητάει κάτι μικρό, ενώ Αυτός σου δίνει τα μεγάλα. Αφορμή ζητάει για να σου προσφέρει θησαυρό σωτηρίας. Με λίγα δάκρυα μετάνοιας σου χαρίζει την άφεση.


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
της Ι. Μ. Παρακλήτου: «Θέματα Ζωής Α': Από τις Ομιλίες του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου»,
θέμα: «Οι Βουλές του Θεού»,
4η έκδοσηΩρωπός Αττικής 2013, σελ. 100-104.


ΙΣΑΑΚ ΣΥΡΟΥ: «ΑΣΚΗΤΙΚΑ» - ΛΟΓΟΣ Ε': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΣΘΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (Α')

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του αγίου Ισαάκ του Σύρου:
«Ασκητικά»
εκδόσεις «Μαρίας Β. Ρηγοπούλου», Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 23-26.
Φωτοτυπική ανατύπωσις της εκδόσεως 1871.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Χάριτι Θεού προβαίνουμε στην ηλεκτρονική μεταφορά αποσπασματικών αναρτήσεων, από το πασίγνωστο έργο του αγίου αββά Ισαάκ του Σύρου «ΑΣΚΗΤΙΚΑ», από φωτοτυπική ανατύπωση του 1871, που επιμελήθηκαν οι εκδόσεις «Ρηγοπούλου». Το βιβλίο μπορεί να αναγνωσθεί στο διαδίκτυο σε μορφή PDF, ωστόσο θεωρήσαμε, πως για την αποτελεσματικότερη ανάγνωσή του, θα ήταν, ίσως, καλύτερα να αναγνωσθεί σε τακτικές αποσπασματικές αναρτήσεις, ίσως για να γίνει πιο κατανοήσιμο.  Τα «ΑΣΚΗΤΙΚΑ» ήταν και το βιβλίο που συνιστούσε συνεχώς και επιμόνως ο αγαπημένος μας Γέροντας Ιερώνυμος της Αίγινας, λέγοντας: «Να διαβάζετε καθημερινά τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο. Εγώ πολύ ωφελήθηκα από αυτά που γράφει. Ένα μικρό κομμάτι κάθε μέρα...». Ο όσιος καταγόταν από γονείς Σύρους. Γεννήθηκε στη Νινευΐ της Μεσοποταμίας ή κατά τη γνώμη άλλων κοντά στην Έδεσσα της Συρίας. Ενώ ήταν στο απόγειο της νεότητός του, άφησε τον κόσμο και εγκαταστάθηκε μαζί με τον αδελφό του σε ένα κοινόβιο της περιοχής. Εκεί φόρεσε το αγγελικό σχήμα του μοναχού και ασκήθηκε με κοπιώδεις αγώνες στις αρετές της μοναχικής ζωής. Αργότερα, πλέον ώριμος πνευματικά, αποχώρησε σε ένα ερημικό και ήσυχο μέρος, όπου κατοίκησε μόνος με μόνο τον Θεό. Επιδόθηκε με ζήλο στη νοερή προσευχή και αξιώθηκε από το Θεό μεγάλων χαρισμάτων. Στα κείμενά του σημειώνει πως για μεγάλο χρονικό διάστημα δέχθηκε πολλούς πειρασμούς στο ερημητήριό του και πληγές από τα πονηρά πνεύματα, αλλά πάντοτε με τη βοήθεια της θείας Χάριτος τα υπερκερούσε και ενδυνάμωνε πνευματικά και ψυχικά.  Ο «Ευεργετινός» είναι γεμάτος από αποσπάσματα των Λόγων του. Σ' αυτόν άλλωστε παραπέμπει ο Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός στα έργα του, που δημοσιεύονται στην «Φιλοκαλία», ο 'Οσιος Νικηφόρος ο Μονάζων, διδάσκαλος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και ο 'Αγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, ο οποίος συνιστά στους Ησυχαστές την μελέτη των Λόγων του. Ο 'Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς άλλωστε σημειώνει: «...καρπόν της προσευχής ο 'Αγιος Ισαάκ προσηγόρευσε τον φωτισμόν· φησί γαρ [ο ῞Αγιος Ισαάκ], «καθαρότης εστί νοός, εφ' η διαυγάζει εν τω καιρώ της προσευχής το φως της Αγίας Τριάδος· και τότε ο νους υπεράνω της προσευχής γίνεται και ου δεί καλείν ταύτην προσευχήν, αλλά τοκετόν της καθαράς προσευχής, της διά του Πνεύματος καταπεμπομένης» και πάλι «προσευχή εστί καθαρότης νοός, ήτις μόνη εκ του φωτός της Αγίας Τριάδος μετ' εκπλήξεως τέμνεται...». Ευχόμαστε στους αναγνώστες μας την καλή και εποικοδομητική ανάγνωση, προς πνευματική τέρψη και καρποφορία των λόγων που δίδαξε ο ουρανοπολίτης αυτός, παραδομένος πλήρως στον Θεό, ερημίτης.



Γ. Δ.




ΛΟΓΟΣ Ε': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΣΘΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, ΚΑΙ ΕΞ ΟΛΩΝ, ΟΣΑ ΘΟΛΩΝΟΥΣΙ ΚΑΙ ΣΚΟΤΙΖΟΥΣΙ ΤΟΝ ΝΟΥΝ



Ο ΘΕΟΣ έδωκε πολλήν τιμήν εις τους ανθρώπους δια της μαθήσεως των δύο νόμων του τε φυσικού και του γραπτού, δια της οποίας μαθήσεως εχάρισεν εις αυτούς φωτισμόν, και πανταχόθεν ήνοιξεν εις αυτούς πάσαν κεκλεισμένην θύραν, ίνα εισέλθωσιν εις την σωτηριώδη επίγνωσιν του Θεού. Θέλεις πιστόν μάρτυρα δια τα ειρημένα; συ ο ίδιος γενού εις εαυτόν, και δεν θέλεις απωλεσθή· εάν δε θέλης και έξωθεν να γνωρίσης τούτο, έχεις άλλον διδάσκαλον και μάρτυρα, ίνα σε οδηγήση απλανώς εις την οδόν της αληθείας.


Ο συγκεχυμένος και τεθολωμένος νούς δεν δύναται ν’ αποφύγη την λήθην, και η σοφία του Θεού δεν ανοίγει την εαυτής θύραν εις τον τοιούτον νούν. Όστις δυνηθή να εννοήση ακριβώς, εις τι απολήγει όλων των πραγμάτων το τέλος, αυτός άλλον διδάσκαλον δεν χρειάζεται, ίνα μάθη παρ’ αυτού την αποφυγήν των βιωτικών πραγμάτων. Ο εν αρχή υπό του Θεού δοθείς νόμος εις τον άνθρωπον, είναι η θεωρία των ποιημάτων αυτού· ο δε γραπτός νόμος προσετέθη ακολούθως μετά την παράβασιν του Αδάμ.


Όστις δεν απομακρύνει εαυτόν θεληματικώς από τα αίτια των παθών, σύρεται άκων και μη βουλόμενος υπό της αμαρτίας· τα δε αίτια της αμαρτίας είναι ταύτα, ο οίνος, αι γυναίκες, ο πλούτος και η ευρωστία του σώματος· όχι ότι αυτά φυσικώς είναι αμαρτίαι· αλλ’ ότι η φύσις του ανθρώπου εκ τούτων ευκόλως κλίνει εις τα πάθη της αμαρτίας, και δια τούτο ο άνθρωπος οφείλει να παραφυλάττηται καλώς εκ τούτων. Εάν πάντοτε ενθυμήσαι την ιδίαν σου ασθένειαν, δεν θέλεις παραβή τον όρον της εκ τούτων προφυλάξεως.


Εις μεν τους ανθρώπους είναι μισητή η πτωχεία, εις δε τον Θεόν πολύ περισσότερον είναι μισητή η υπερήφανος ψυχή, και ο υψηλά φρονών νους. Εις μεν τους ανθρώπους είναι τίμιος ο πλούτος, εις δε τον Θεόν η συντετριμμένη και τεταπεινωμένη ψυχή. Όταν θέλης να κάμης αρχήν θεαρέστου τινος εργασίας, ετοίμασον πρώτον τον εαυτόν σου εναντίον των πειρασμών, οίτινες μέλλουσι να σοι συμβώσι, και μη διαστάσης ποσώς·


διότι συνήθειαν έχουσιν οι εχθροί, όταν ίδωσι τινά ν’ αρχίση μετά θερμής πίστεως καλήν τινα πολιτείαν, δια διαφόρων τρόπων και φοβερών πειρασμών να εμποδίσωσιν αυτόν, ίνα ούτος φοβηθή εις την αρχήν, και ψυχρανθή η καλή αυτού προαίρεσις, και μη έχη πλέον ποσώς του λοιπού θερμότητα τινά προς εκτέλεσιν της θεαρέστου ταύτης εργασίας· όχι διότι έχουσι τόσην δύναμιν οι εχθροί ημών δαίμονες, (διότι εάν το πράγμα είχεν ούτω, δεν ηδύνατο ποτέ τις να πράξη το καλόν), συγχωρούνται όμως υπό του Θεού, καθόσον είμεθα πεπληροφορημένοι καλώς απο του δικαίου Ιώβ.


Συ λοιπόν ετοιμάζου ν’ απαντήσης ανδρείως τους πειρασμούς, οίτινες αντίκεινται εις τας αρετάς, και τότε άρχου της εργασίας αυτών· καθότι εάν δεν προετοιμασθής εις απόκρουσιν των πειρασμών, άπεχε εκ της εργασίας των αρετών. Όταν ο άνθρωπος διστάζη να πιστεύση, ότι έχει τον Θεόν βοηθόν εις την καλήν εργασίαν των αρετών, αυτός φοβείται και εκ της ιδίας αυτού σκιάς, και εν καιρώ της ευθηνίας και πλησμονής ευρίσκεται πεινασμένος, και εν καιρώ της ιδίας αυτού γαλήνης πληρούται από ζάλην και ταραχήν·


όστις όμως ελπίζει εις την βοήθειαν του Θεού, ενδυναμούται κατά την καρδίαν· οι δε άνθρωποι θέλουσι τιμήσει αυτόν, και οι εχθροί αυτού θέλουσιν επαινέσει αυτόν. Αι εντολαί του Θεού είναι τιμιώτεραι αφ’ όλους τους θησαυρούς του κόσμου, και όστις φυλάττει αυτάς, εντός αυτών ευρίσκει τον Θεόν. Όστις φοβείται τας αμαρτίας, αυτός θέλει διαβή άνευ προσκόμματος την επίφοβον οδόν, και εν καιρώ σκότους έμπροσθεν και εντός αυτού θέλει εύρει φως ιλαρόν· του φοβουμένου τας αμαρτίας ο Κύριος φυλάττει τα διαβήματα, και εν καιρώ παραπτώματος θέλει προφθάσει αυτόν το έλεος του Θεού.


Όστις λογίζεται τα αμαρτήματα αυτού μικρά και ποταπά, πίπτει εις άλλα μεγαλύτερα και χειρότερα των πρώτων, και επταπλασίως θέλει τιμωρηθή. Όστις αδιαλείπτως επασχολείται εις την θεωρίαν του Θεού, αυτός αποκτά αυτόν θησαυροφύλακα· ο δε επιθυμών τα πανάγια αυτού θελήματα, θέλει έχει οδηγούς τους επουρανίους αγγέλους. Σπείρε την ελεημοσύνην σου μετά ταπεινώσεως, και θέλεις θερίσει εν ημέρα κρίσεως έλεος. Όσων αμαρτημάτων χάριν απώλεσας το καλόν, διά της αποχής αυτών πάλιν απέκτησον αυτό.


Οβολόν χρεωστείς εις τον Θεόν, δεν δέχεται παρά σου αντ' αυτού μαργαρίτην, δηλαδή την σωφροσύνην απώλεσας, δεν δέχεται ο Θεός παρά σου την ελεημοσύνην, εν όσω συ επιμένεις εις την πορνείαν' διότι ο Θεός θέλει παρά σου τον αγιασμόν του σώματος' επειδή παρέβης την εντολήν του Θεού, χωρίς να σκεφθής, ότι δι' αυτήν και μόνην΄αφήκας την κτήσιν του κόσμου' και διά τι αφήκας την σωτηρίαν της ψυχής σου, και ήλθες να πολεμήσης δι' άλλα;


Είπεν ο άγιος Εφραίμ, ότι εν καιρώ του θέρους μη αντιπολεμής την καύσιν του ηλίου με ενδύματα του χειμώνος' ούτως έκαστος εξ ημών ό,τι σπείρει, τούτο θέλει και θερίσει' και πάσα ασθένεια διά των ιδίων αυτής φαρμάκων θεραπεύεται' και συ τυχόν ενώ νικάσαι υπό του πάθους του φθόνου, διά τι αγωνίζεσαι και πολεμείς τον ύπνον;


Εν όσω το αμάρτημά σου είναι μικρόν και εισέτι τρυφερόν, εκρίζωσον αυτό, πριν ή πλατυνθή και ωριμάση' όταν σοι φαίνεται μικρόν το ελάττωμά σου, μη αμελήσης αυτό' επειδή προϊόντος του χρόνου θέλεις εύρει αυτό τύραννον απάνθρωπον, και ως αιχμάλωτος δούλος θέλεις τρέχει δέσμιος έμπροσθεν αυτού' όστις όμως εξ αρχής αγωνισθή κατά του πάθους αυτού, ταχέως θέλει νικήσει αυτό.





ΠΙΝΑΞ ΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ



ΛΟΓΟΙ:



Α'. Περί αποταγής και μοναχικής πολιτείας
Β'. Περί απαρνήσεως κόσμου και αποχής της προς τους ανθρώπους παρρησίας
Γ'. Περί αναχωρήσεως, και ότι δεν πρέπει να δειλιώμεν και να φοβώμεθα, αλλά να στηρίζωμεν την καρδίαν εις την προς Θεόν πεποίθησιν, και να έχωμεν θάρρος και αδίστακτον πίστιν, ως έχοντες φρουρόν και φύλακα τον Θεόν
Δ'. Περί του πόθου του κόσμου
Ε'. Περί του απομακρύνεσθαι εκ του κόσμου, και εξ όλων, όσα θολώνουσι και σκοτίζουσι τον νουν
ς'. Περί της ωφελείας της προερχομένης εκ της φυγής του κόσμου
Ζ'. Περί τάξεως και καταστάσεως των αρχαρίων, και όσα άλλα ανήκουσιν εις αυτούς
Η'. Περί λεπτής τάξεως της διακρίσεως
Θ'. Περί τάξεως της μοναχικής πολιτείας συντομίας τε και διαφοράς και πώς, και τίνι τρόπω γεννώνται αι αρεταί η μία από την άλλην
Ι'. Περί του δια τίνος τρόπου φυλάττεται το κάλλος της μοναχικής πολιτείας, και τις είναι ο τρόπος της δοξολογίας του Θεού
ΙΑ'. Περί του ότι δεν πρέπει ο δούλος του Θεού, όστις επτώχευσεν από τα του κόσμου, και εξήλθεν εις αναζήτησιν του Θεού, επειδή δεν έφθασεν εις την επίγνωσιν της αληθείας, να φοβηθή και να παύση πλέον από την αναζήτησιν του Θεού, και να ψυχράνη την θέρμην αυτού, την γεννωμένην από τον θείον πόθον και την έρευναν των θείων μυστηρίων, από τα οποία αίτια του φόβου αυτού συμβαίνει να ταράττηται ο νους δια της ενθυμήσεως των παθών
ΙΒ'. Περί του πώς οφείλει να κάθηται ο διακριτικός εις την ησυχίαν
ΙΓ'. Περί του ότι είναι ωφέλιμος εις τους ησυχαστάς η αργία από τας φροντίδας, και επιζήμιος η είσοδος και η έξοδος εκ του κελλίου αυτών
ΙΔ'. Περί αλλαγής και τροπής, της γινομένης εις τους οδεύοντας την οδόν της ησυχίας, ήτις είναι ωρισμένη υπό του Θεού
ΙΕ'. Περί των ησυχαστών, πότε άρχονται να γνωρίζωσι, που έφθασαν δια των πνευματικών αυτών κόπων, πλέοντες την απέραντον θάλασσαν της ησυχαστικής ζωής, και πότε δύνανται να ελπίσωσιν ολίγον, ότι οι κόποι αυτών ήρχισαν να δίδωσιν εις αυτούς καρπούς
Ις'. Περί των τρόπων των αρετών
ΙΖ'. Περί ερμηνείας των τρόπων της αρετής, και ποία είναι η δύναμις και η διαφορά εκάστου
ΙΗ'. Περί του πόσον γίνεται το μέτρον της γνώσεως, και τα μέτρα τα περί της πίστεως
ΙΘ'. Περί πίστεως και ταπεινοφροσύνης
Κ'. Περί του, πόσην τιμήν έχει η ταπεινοφροσύνη, και πόσον ο βαθμός αυτής είναι ανώτερος [...]



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του αγίου Ισαάκ του Σύρου:
«Ασκητικά»
εκδόσεις «Μαρίας Β. Ρηγοπούλου», Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 23-26.
Φωτοτυπική ανατύπωσις της εκδόσεως 1871.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»


Η ΖΩΗ ΚΑΙ Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ (Β)


 


«Μεγάλες μορφές και Μεγάλες Στιγμές του ΄21».
Δεύτερη έκδοση: «Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ», Απρίλιος 2021, σελ. 500-503.
«Και το βιβλίο αυτό είναι καρπός ευγνωμοσύνης προς τους πολυπληθείς ακροατές/μαθητές μου του «Λαϊκού Πανεπιστημίου», που κατακλύζουν κάθε Τρίτη την αίθουσα τελετών της γεραράς «Εταιρείας Φίλων του Λαού», για να ακούσουν πέμπτη χρονιά φέτος τα μαθήματά μου, παρά το νυκτερινό της ώρας (7-9 μ.μ.).
Στα μαθήματα αυτά προσέρχονται παιδιά όλων των ηλικιών, από 20 έως 85 ετών. Άλλα κρατούν σημειώσεις, άλλα κρατούν μαγνητόφωνα.
Αυτά μου έδωσαν το έναυσμα, το ερέθισμα και την ώθηση να δώσω στις παραδόσεις μου μορφή βιβλίου.
Την πρώτη χρονιά εδίδαξα έναν κύκλο μαθημάτων υπό τον τίτλο Το βυζαντινό ναυτικό, που πήρε μορφή καλαίσθητου βιβλίου από τις εκδόσεις Ιω. Σιδέρη (2007), τη δεύτερη χρονιά εδίδαξα τους πολιτικούς θεσμούς και τα πολιτικά σώματα της σπαρτιατικής πολιτείας, την τρίτη την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου,
που το 2008/09 σε πολύ διευρυμένη μορφή και με σπάνια βιβλιογραφία εκδόθηκε από τις Εκδόσεις ΠΕΡΙ ΤΕΧΝΩΝ - ΚΑΡΤΕΡΗΣ, την τέταρτη χρονιά παρέδωσα «Το λυκόφως της Σπάρτης»,
που μαζί με τις προηγούμενες παραδόσεις μου αποτέλεσαν την πρωταρχική μαγιά για να συγγραφεί και να εκδοθεί το δίτομο έργο μου Ιστορία της Αρχαίας Σπάρτης (Gutenberg, 2006).
Πέρσι είχα την ευκαιρία να διδάξω τρεις κύκλους μαθημάτων: α) Οι Τούρκοι και το Βυζάντιο, β) Το τουρκικό imperium και γ) Τουρκοκρατία, που πήραν μορφή βιβλίου και εκδόθηκαν σε καλαίσθητη μορφή από τις εκδόσεις Λεωνίδα Γεωργιάδη.
Τα φετινά μαθήματα θα είναι αφιερωμένα στην Ελληνική Επανάσταση. Αλλά το βιβλίο αυτό δεν εξετάζει καταλεπτώς το μεγάλο εκείνο γεγονός.
Περιορίζεται αυστηρώς σε όσα προτίθεμαι να παραδώσω και αυτά είναι ό,τι λέγει ο τίτλος: Μεγάλες μορφές και μεγάλες στιγμές του '21.
Όχι όλος ο Αγώνας στην πολυμορφία και την πολύπτυχη διάστασή του.
Οι βασικοί λόγοι είναι δύο: Εκ των πραγμάτων είναι αδύνατον να συμπεριληφθεί όλος ο Αγώνας σε σειρά δίωρων -ανά δεκαπενθήμερο- μαθημάτων ενός εξαμήνου και, δεύτερον -πέρα από άλλες εκδοτικές μου δραστηριότητες- μία τρίτομη ή τετράτομη Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως,
που θα εξετάζει εξονυχιστικά, με πνεύμα κριτικό και -στο μέτρο του ανθρώπινα δυνατού- αντικειμενικά κάθε γεγονός, είτε αυτό είναι στρατιωτικό, είτε πολιτικό, είτε διπλωματικό.
Και για τον λόγο αυτό υπάρχει ένας διαχωρισμός:
Στους δύο πρώτους τόμους εξετάζονται τα στρατιωτικά γεγονότα και στον τρίτο τα πολιτικά, διπλωματικά, οικονομικά γεγονότα, καθώς και ό,τι μπορεί να έχει σχέση με την οργάνωση της παιδείας στη διάρκεια της πολυχρονίου πολεμικής δοκιμασίας.
Το βιβλίο αυτό, λόγω όγκου και τεράστιου κόστους, μόνο αν βρεθεί χορηγός θα καταστεί εφικτό να εκδοθεί.
Ευελπιστούμε ότι κάποιος θα συνδράμει.
Όχι πάντως η ελληνική πολιτεία.
Αυτή με τίμησε και με τιμά με το υπέρτατο βραβείον: «το κώνειον»!
(Απόσπασμα εκ του προλόγου)
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Σαράντου Καργάκου: «Νεότερη Ελληνική Ιστορία, Τόμος Β'»,






Η ΖΩΗ ΚΑΙ Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ




Σε κάθε επανάσταση γίνονται αγριότητες. Φυσικά, πάμπολλες έγιναν και στη διάρκεια της Επαναστάσεως του '21.
Αλλά το μεγαλείο του '21 συνίσταται όχι μόνο στα μεγάλα έργα, αλλά και στο γεγονός αυτοί που είδαν, αυτοί που συμμετείχαν,
αυτοί που διέπραξαν και τα φρικτά έργα, δεν τα απέκρυψαν' τα απεκάλυψαν και τα στιγμάτισαν.
Έχω διαβάσει σχεδόν όλα όσα έχουν γράψει οι πρωταγωνιστές των επαναστάσεων από τον 18ο ως τον 20ο αι.
Πουθενά ή σπάνια υπάρχει στα κείμενά τους ομολογία εγκλήματος.
Δεν έχω αφήσει αδιάβαστο κανένα βιβλίο απ' όσα έγραψαν οι μεγάλοι Γερμανοί και Σοβιετικοί πολέμαρχοι.
Οι μεν μπορεί να κατηγορούν τους δε για αγριότητες, αλλά ποτέ τον εαυτό τους.
Οι Γερμανοί απλώς γράφουν πως, ό,τι κακό γινόταν, διεπράττετο εν αγνοία τους.
Τους έλειψε το θάρρος της ομολογίας. Στους αγωνιστές του '21, όχι.




Ας επανέλθουμε, όμως, στον Μακρυγιάννη. Μετά την επίθεση εναντίον της Άρτας, ασθένησε και πήγε στο Μεσολόγγι προς θεραπεία. Μετά την ανάρρωσή του έλαβε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις της Αν. Στερεάς, άρχισε να εξελίσσεται σε μικροκαπετάνιο και να δρα κάτω από τη βαριά σκιά του Ανδρούτσου. Παρότι Ανδρούτσος και Γκούρας τον έκαναν πολιτάρχη στην Αθήνα, ο Μακρυγιάννης δεν διστάζει να στιγματίσει τη φιλαργυρία, τη σκληρότητα και την τυραννική άσκηση της εξουσίας τους, χωρίς να παραβλέπει τη στρατιωτική αξία τους.


Ο Μακρυγιάννης δεν ήθελε τη στρατιωτική, ήθελε μια πολιτική εξουσία, μια κυβέρνηση που να συντονίζει τα πάντα. Γι' αυτό με τους λίγους άνδρες του στις 25 Οκτωβρίου 1823 κατέβηκε στην Πελοπόννησο και έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία του Βουλευτικού. Ήταν υπέρ της πολιτικής νομιμότητας. Γράφει: «Και οι Γύφτοι νάχουν την κυβέρνησιν, εγώ θα υποτάζωμαι» (ό.π., σ.133). Ήδη, όμως, το χάσμα είχε ανοίξει. Οι συγκρούσεις άρχισαν και σ' αυτές έλαβε μέρος στο πλευρό της κυβερνήσεως και ο Μακρυγιάννης.


Στη Δαλαμανάρα μάλιστα πολέμησε εναντίον του Νικηταρά. Η κατάσταση, πάντως, του προκαλεί οδύνη. «Μοιράστηκαν οι καλοί πατριώτες να προκόψουν την πατρίδα» γράφει πικρά (ό. π., σ.106). Συμμετέχει, αλλά ψυχικά απέχει. Όταν ο Ανδρ. Ζαϊμης στη δεύτερη φάση του Εμφυλίου τον καλεί κοντά του έναντι μισθού χιλίων γροσίων τον μήνα, ο Μακρυγιάννης, αηδιασμένος από το άσκοπο αιματοκύλισμα, του απαντά: «Πενήντα χιλιάδες να μου δώσετε, κρέας διά Εμφύλιον πόλεμον δεν πουλώ» (ό.π., σ.118).


Ωστόσο, παρά τα υπέροχα αυτά λόγια, εξακολουθούσε να υπηρετεί την κυβέρνηση Κουντουριώτη και του Μαυροκορδάτου, που δεν παύει, ωστόσο, στα Απομνημονεύματα να κακολογεί, χωρίς πάλι να δικαιώνει και την άλλη πλευρά: «Μούτζες και στρούτζες νάχουν και τόνα μέρος και τ' άλλο» γράφει απογοητευμένος (ό.π., σ.126). Είναι κι αυτός βουτηγμένος στη διαμάχη.


Αφού για κάποιο διάστημα έμεινε στην Ύδρα για λόγους προστασίας και ο Κουντουριώτης του έδωσε βαθμό αντιστρατήγου, θόλωσε από τον βαθμό η πνευματική του όραση κι έκανε εκστρατεία στα ενδιάμεσα της Μεσσηνίας, όπου παραλίγο να συλληφθεί. Με τους λίγους συντρόφους του επέστρεψαν στην Τριπολιτσά κι από εκεί στο Ναύπλιο. Εξήγησε στα μέλη της κυβερνήσεως ότι το μεγαλύτερο μέρος του Μοριά στέκεται στο πλευρό του Κολοκοτρώνη και πως οι κυβερνητικοί με τις υπάρχουσες δυνάμεις είναι αδύνατον να υπερισχύσουν.


Και τότε του ανετέθη μια θλιβερή αποστολή: να γίνουν ώστε να έλθουν ρουμελιώτικα στρατεύματα στον Μοριά, για να νικήσουν τους «στασιαστές». Πράγματι, ο Μακρυγιάννης έφθασε στην Αθήνα και συνεννοήθηκε με τον Καρατάσο, τον Γάτσο και άλλους, που όντως έφθασαν στον Μοριά και επιδόθηκαν σε πόλεμο και άγριες λεηλασίες. Στον Εμφύλιο αυτό συμμετείχαν και ο Γ. Καραϊσκάκης, ο Κ. Τζαβέλας και ο Γιάννης Γκούρας. Τα όσα φρικτά έγιναν τότε περιγράφονται σε αυτόν τον τόμο (Π. Π. Γερμανός, σσ. 115-117, Θ. Κολοκοτρώνης, σσ. 206-211).


Το θλιβερό επακόλουθο όλης αυτής της αδελφοσφαγής ήταν να αχρηστευθεί όλη η πολεμική και πολιτική αφρόκρεμα του Μοριά, ο Ιμπραήμ να βγει τον Φεβρουάριο του 1825, όταν μαζί με τον Δημ. Υψηλάντη, τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη και τους λίγους τακτικούς, μπόρεσαν να νικήσουν στους Μύλους της Λέρνης τους Αιγυπτίους του Ιμπραήμ (βλ. πλήρη περιγραφή σε αυτόν τον τόμο, σ. 248-249). Τότε είναι που είπε στον Γάλλο ναύαρχο Δεριγνύ τα αθάνατα λόγια:


...«Κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραϊμη, παρηγοριόμαστε με έναν τρόπον ότι η τύχη μας έχει εμάς τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και τώρα, όλα τα θηρία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε' τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν' και όταν κάνουν αυτείνη την απόφαση, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν»... (ό.π., τ. Α', σσ. 170-171).


Κι ακόμα σε τέσσερεις Γάλλους αξιωματικούς (ο γαλλικός στόλος ναυλοχούσε στον Αργολικό) που του υπέδειξαν την αδυναμία των Ελλήνων ο Μακρυγιάννης έδωσε την ίδια λεωνίδεια απάντηση:


...«Ξέραμεν ότ' είναι πολλοί αυτείνοι και μαθητικοί [=τακτικοί] κ' έχουν και κανόνια και όλα τα μέσα' εμείς απ' ούλα είμαστε αδύναμοι' όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους' κι αν πεθάνωμεν, πεθαίνομεν διά την πατρίδα μας, διά την θρησκεία μας και πολεμούμεν όσο μπορούμεν εναντίον της τυραγνίας' κι ο Θεός βοηθός. Αυτός είναι θάνατος γλυκός, ότι κανένας δεν θα γένη αθάνατος' κι όταν ο Χάρος θάρθη να μας πάρη, όταν θέλη, αρρώστους και δυστυχείς, καλύτερα σήμερα να πεθάνωμεν». Με φίλησε ένας απ' αυτούς και τον φίλησα κι εγώ. Ύστερα φύγαν... (Ό,π., σσ. 173-174).


( Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίου του Σαράντου Καργάκου:
Νεότερη Ελληνική Ιστορία, Τόμος Β',
<<Μεγάλες μορφές και Μεγάλες Στιγμές του ΄21>>.
Δεύτερη έκδοση: <<Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ>>, Απρίλιος 2021, σελ. 500-503.


Τρίτη 27 Αυγούστου 2024

Η ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ




Οὐ θαῦμα θνῄσκειν κοσμοσώτειραν Κόρην,
Τοῦ κοσμοπλάστου σαρκικῶς τεθνηκότος.
Ζῇ ἀεὶ Θεομήτωρ, κἂν δεκάτῃ θάνε πέμπτῃ.


Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στο σπίτι του, όπου διέμενε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου. Όταν δε ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου (η παράδοση λέει ότι ήταν ο Aρχάγγελος Γαβριήλ) της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πριν. Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε μεγάλη, διότι θα συναντούσε το μονογενή της Υιό και Θεό όλων των ανθρώπων. Πήγε, λοιπόν, και προσευχήθηκε στο όρος των Ελαίων, όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Κύριος Ιησούς. Έπειτα, γύρισε στο σπίτι του Ιωάννη, όπου έκανε γνωστή την επικείμενη κοίμηση της. Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση της. Mαζί δε με τους Aποστόλους ήλθε και ο Aρεοπαγίτης Διονύσιος, ο Άγιος Iερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος, και οι λοιποί θεόσοφοι Iεράρχες. Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανή. Eπειδή, κατά θείαν οικονομίαν, ένας από τους Aποστόλους (ο Θωμάς όπως λέει η παράδοση) δεν ήταν παρών στην κηδεία της Θεομήτορος, ζήτησε να ανοιχτεί ο τάφος ώστε να προσκυνήσει και αυτός το Σώμα της Θεοτόκου. Έτσι, μετά από τρεις ήμερες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς. Και βέβαια, όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ώ Μήτερ τής ζωής».




ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β':  ΤΑ ΔΥΟ ΜΕΓΑΛΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΜΑΣ: Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΙ Η ΑΧΡΑΝΤΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΣ


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β': ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΜΙΑ ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΗ ΕΛΠΙΔΑ


ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ: ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ: Η ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΓΛΥΚΟΦΙΛΟΥΣΑ


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ: ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΝΔΟΞΟΝ ΚΟΙΜΗΣΙΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Β': «ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑΣ Η ΑΒΥΣΣΟΣ» (2012)


ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ


ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: ΕΠΙ ΣΟΙ ΧΑΙΡΕΙ ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ ΠΑΣΑ Η ΚΤΙΣΙΣ


ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ: ΕΟΡΤΗΝ ΕΟΡΤΑΖΟΜΕΝ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: Η ΖΩΗΦΟΡΟΣ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΗΤΡΟΣ


ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ: ΧΑΙΡΕ ΑΝΑΒΑΙΝΟΥΣΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΙΩΝ ΤΑ ΣΚΗΝΩΜΑΤΑ


ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: ΕΝ ΤΗ ΚΟΙΜΗΣΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΟΥ ΚΑΤΕΛΙΠΕΣ ΘΕΟΤΟΚΕ


ΣΕΜΝΟΤΗΣ, ΝΗΣΤΕΙΑ, ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΣ ΤΗΣ ΟΥΡΑΝΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ: ΤΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΣ (2020)


ΨΑΛΜΟΙ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΥΠΟ ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (1989)


ΥΠΟ ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ: ΤΑΠΕΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


π. ΠΛΑΚΙΔΑ DESEILLE: Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


ΕΝ ΤΗ ΚΟΙΜΗΣΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΟΥ ΚΑΤΕΛΙΠΕΣ ΘΕΟΤΟΚΕ




Ύμνος εις την Κοίμηση της Θεοτόκου μεταφρασμένος από τον Φώτη Κόντογλου

Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου




, τί παράδοξο θαῦμα! Ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς σὲ μνῆμα ἀποθέτεται, κι᾿ ὁ τάφος σκάλα γίνεται ποὺ πάγει στὸν οὐρανό. Εὐφραίνου Γεθσημανή, ἡ ἁγιασμένη ἐκκλησιὰ τῆς Θεοτόκου. Ἂς κράξουμε οἱ πιστοί, ἔχοντες τὸν Γαβριὴλ γιὰ ταξίαρχο: Κεχαριτωμένη, χαῖρε, μὲ σένα εἶναι ὁ Κύριος, ποὺ δωρίζει στὸν κόσμο μὲ σένα τὸ μέγα ἔλεος. Τὴν κοίμησή σου δοξάζουνε Ἐξουσίες, Θρόνοι, Ἀρχές, Κυριότητες, Δυνάμεις καὶ Χερουβὶμ καὶ τὰ φρικτὰ Σεραφίμ. Ἀναγαλλιάζουνε οἱ ἄνθρωποι στολισμένοι γιὰ τὴ γιορτή σου. Προσκυνᾶνε οἱ βασιλιάδες, μαζὶ μὲ τοὺς Ἀρχαγγέλους καὶ τοὺς Ἀγγέλους, καὶ ψέλνουνε: 


Κεχαριτωμένη χαῖρε, μαζί σου εἶναι ὁ Κύριος, ποὺ δωρίζει στὸν κόσμο μὲ σένα τὸ μέγα ἔλεος. Στολισμένη μὲ τὴ θεϊκὴ δόξα ἡ ἱερὴ καὶ δοξασμένη, Παρθένε, μνήμη σου, κι᾿ ὅλους τοὺς πιστοὺς τοὺς σύναξε γιὰ νὰ εὐφρανθοῦνε, καὶ μπροστὰ ἀπ᾿ ὅλους πηγαίνει ἡ Μαριὰμ (3) μὲ χορὸ καὶ μὲ τύμπανα ψέλνοντας τὸν μονογενή σου, γιατὶ μὲ δόξα δοξάσθηκε. Τοὺς δικούς σου ὑμνολόγους, Θεοτόκε, ποὺ συγκροτήσανε ἕναν πνευματικὸ θίασο, ἐσὺ ποὺ εἶσαι ζωντανὴ κι᾿ ἄφθονη πηγή, στερέωσέ τους. Καὶ στὴ θεϊκὴ δόξα σου ἀξίωσέ τους μὲ στεφάνια δόξας νὰ στεφανωθοῦνε. Νικηθήκανε τῆς φύσης οἱ νόμοι σὲ σένα, Παρθένε ἄχραντε. 


Γιατὶ σὲ σένα παρθενεύει ἡ γέννα, καὶ μὲ τὴ ζωὴ σμίγει ὁ θάνατος. Ἐσὺ ποὺ ἀπόμεινες μετὰ τὴ γέννα Παρθένος καὶ μετὰ θάνατο ζωντανή, σῶζε παντοτινά, Θεοτόκε, τὴν κληρονομία σου. Στὴν γέννα σου τὴν παρθενία ἐφύλαξες, στὴν κοίμησή σου τὸν κόσμο δὲν τὸν ἄφησες, Θεοτόκε. Μίσεψες στὴ ζωή, γιατὶ εἶσαι μητέρα τῆς ζωῆς καὶ λυτρώνεις μὲ τὶς πρεσβεῖες σου τὶς ψυχές μας ἀπὸ τὸν θάνατο. Ἀπὸ τὴν Ἑρμηνείαν τῶν Ζωγράφων: Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου, καὶ ἐν τῷ μέσῳ ἡ Παναγία κειμένη ἐπὶ τῆς κλίνης νεκρά, ἔχουσα ἐπὶ τοῦ Παναγίου στήθους αὐτῆς ἐσταυρωμένας τὰς θεοφόρους χείρας. Καὶ πλησίον τῆς κλίνης ἔνθεν καὶ ἔνθεν μανουάλια μὲ λαμπάδες ἀνημμένας. 


δὲ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὁ Θεολόγος Ἰωάννης παρὰ τοὺς πόδας αὐτῆς ἀσπάζονται αὐτήν (4), καὶ γύρωθεν οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἅγιοι ἱεράρχαι, Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, Ἰερόθεος καὶ Τιμόθεος βαστάζοντες Εὐαγγέλια, καὶ γυναῖκες κλαίουσαι. Ἐπάνωθεν δὲ αὐτῆς ὁ Χριστὸς φέρων εἰς τὰς ἀγκάλας του τὴν παναγίαν ψυχὴν ἐν νεφέλῃ λευκῇ, καὶ γύρωθεν αὐτοῦ ἀκτίνες φωτὸς καὶ πλῆθος ἀγγέλων. Καὶ ἄνωθεν εἰς τὸν ἀέρα πάλιν οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι φερόμενοι ἐπὶ νεφελῶν. 


Εἰς δὲ τὴν δεξιὰν ἄκραν τοῦ ὁσπιτίου ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς βαστῶν χαρτίον λέγει: «Ἀξίως ὡς ἔμψυχόν σε οὐρανὸν ὑπεδέξαντο οὐράνια, Πάναγνε, θεία σκηνώματα...», καὶ εἰς τὴν ἀριστερὰν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ ποιητὴς βαστῶν καὶ αὐτὸς χαρτίον λέγει: «Γυναῖκά σε θνητήν, ἀλλ᾿ ὑπερφυῶς καὶ μητέρα Θεοῦ εἰδότες, πανάμωμε, οἱ κλεινοὶ ἀπόστολοι...»(5).





Σημειώσεις



3 .- Ὁ ὑμνογράφος πλέκει τὸ ὄνομα τῆς Παναγίας μὲ τὸ ὄνομα τῆς ἀδελφῆς τοῦ Ἀαρών, καὶ λέγει πῶς ἀνοίγει τὸ χορὸ γύρω στὸ λείψανο τῆς Παναγίας, ὅπως τὸν καιρὸ ποὺ περάσανε οἱ Ἑβραῖοι τὴν Ἐρυθρὴ θάλασσα: «Λαβοῦσα δὲ Μαριὰμ ἡ προφήτις ἡ ἀδελφὴ τοῦ Ἀαρῶν τὸ τύμπανον ἐν τῇ χειρὶ αὐτῆς, καὶ ἐξήλθοσαν πᾶσαι αἱ γυναῖκες ὀπίσω αὐτῆς μετὰ τυμπάνων καὶ χορῶν. Ἐξῆρχε δὲ αὐτῶν ἡ Μαριὰμ λέγουσα: «Ἄσωμεν τῷ Κυρίῳ, ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται. Ἵππον καὶ ἀναβάτην ἔρριψεν εἰς θάλασσαν». (Ἐξοδ. ιε´ 20). Ἀπὸ τούτην τὴν ἱστορία ἐπῆρε ἔμπνευση κι᾿ ὁ Σολωμὸς κ᾿ ἔγραψε μέσα στὸν Ὕμνο εἰς τὴν Ἐλευθερία ἐτούτους τοὺς στίχους, ἱστορώντας τὸ πνίξιμο τῶν ἐχθρῶν στὸν Ἀχελῶο:
«Ἄ! Γιατί δὲν ἔχω τώρα τὴ φωνὴ τοῦ Μωϋσῇ;
Μεγαλόφωνα, τὴν ὥρα ὅπου ἐσβυοῦντο οἱ μισητοί,
τὸν Θεὸν εὐχαριστοῦσε στοῦ πελάου τὴ λύσσα ἐμπρός,
καὶ τὰ λόγια ἀχολογοῦσε ἀναρίθμητος λαός.
Ἀκολουθᾶ τὴν ἁρμονία ἡ ἀδελφὴ τοῦ Ἀαρών,
ἡ προφήτισσα Μαρία, μ᾿ ἕνα τύμπανον τερπνόν,
καὶ πηδοῦν ὅλες οἱ κόρες μὲ τσ᾿ ἀγκάλες ἀνοιχτές,
τραγουδώντας ἀνθοφόρες με τὰ τύμπανα κ᾿ ἐκειές».
4 .- Καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος παρὰ τὴν κεφαλήν της κλαίων καὶ θυμιῶν. (συμπλήρ. Φ.Κ.)
5 .- Στὶς περισσότερες τοιχογραφίες τῆς Κοιμήσεως ὁ ἅγιος Κοσμᾶς γράφει στὸ χαρτί του: «Ἀμφεπονεῖτο ἀΰλων τέξις οὐρανοβάμων ἐν Σιὼν τὸ θεῖον σῶμα σου...» (Φ.Κ.).




Αντιγραφή, επιμέλεια, παρουσίαση

ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


ΣΗΜΕΡΟΝ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΟΡΤΑΖΕΙ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΙΝ




Μία των γλυκυτέρων και συμπαθεστέρων εορτών του χριστιανικού κόσμου

είναι και η Κοίμησις της υπεραγίας Θεοτόκου, 

ην σήμερον εορτάζει η Εκκλησία. 

Ευθύς από των πρώτων μ.Χ. αιώνων, 

έξοχος υπήρξεν η τιμή και ευλάβεια, 

ην απένεμον οι χριστιανοί προς την Παρθένον Μαρίαν. 

Αλλ’ η σημερινή εορτή είναι η κατ’ εξοχήν μνήμη της Θεοτόκου, 

άτε την Κοίμησιν αυτής υπόθεσιν έχουσα. 

Η Κοίμησις αύτη συνέβη, κατά την ευσεβή παράδοσιν, 

τη 15 Αυγούστου, αλλά προϊόντος του χρόνου, 

συν τη καλλιεργεία και αναπτύξει του χριστιανικού πνεύματος, 

ετάχθη η προηγουμένη της ημέρας ταύτης δεκατετραήμερος εγκράτεια, 

προς τιμήν της υπεράγνου Θεομήτορος και αυτή γινομένη. 




του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Αγομένης της νηστείας ταύτης, ψάλλονται εν τοις ιεροίς ναοίς εναλλάξ καθ’ εκάστην, οι δύο μελωδικώτατοι Παρακλητικοί Κανόνες, η Μεγάλη λεγομένη παράκλησις και η Μικρά. Και αύτη μεν επιγράφεται «ποίημα Θεοστηρίκτου μοναχού, η Θεοφάνους», και πιθανώτατον, ότι είναι του Θεοφάνους μάλλον, διότι πράγματι φαίνεται έργον δοκιμωτάτου ποιητού, η δε Μεγάλη παράκλησις είναι ποίημα του βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως. Εξόριστος από της βασιλευούσης, αλωθείσης υπό των Λατίνων, ο ατυχής εκείνος βασιλεύς, ευγλώττως εκχέει τα παράπονά του προς την μόνην πολιούχον αυτής και προστάτιδα: «Προς τίνα καταφύγω άλλην Αγνή; που προστρέξω λοιπόν και σωθήσομαι; Που πορευθώ;. Εις σε μόνην ελπίζω, εις σε μόνην καυχώμαι, και επί σε θαρρών κατέφυγον». 


Περί το τέλος του Μεγάλου Παρακλητικού κανόνος ψάλλονται και τα κατανυκτικώτατα εκείνα εξαποστειλάρια. Το πρώτον, ως εκ μέρους της Θεοτόκου, αρχαιοπρεπές και απέριττον, έχει ώδε: «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα, και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα». Το τρίτον, ικεσία εκ μέρους των πιστών, είναι περιπαθέστατον: «Και σε μεσίτριαν έχω, προς τον φιλάνθρωπον Θεόν, μη μου ελέγξη τας πράξεις, ενώπιον των αγγέλων, παρακαλώ σε Παρθένε, βοήθησόν μοι εν τάχει». Προς το τροπάριον τούτο συνδέεται ευσεβής τις δοξασία από στόματος εις στόμα φερομένη και ασπαστή παρ’ ορθοδόξοις χριστιανοίς, ότι, κατά την τελευταίαν Κρίσιν, και προ της φρικτής αποφάσεως του αδεκάστου δικαστού, η εύσπλαγχνος Μήτηρ και Παρθένος θ’ ανατείνη το τελευταίον χείρας ικέτιδας προς τον Υιόν της και Κύριον, επικαλουμένη την συγκατάβασιν αυτού επί των αμαρτωλών. 


Μετά την δεκαπενθήμερον προπαρασκευήν και νηστείαν, άρχεται η εορτή, και μετ’ αυτήν τα μεθέορτα, ψαλλόμενα μέχρι της 23 του μηνός, καθ’ ην τελείται η απόδοσις της εορτής, η άλλως λεγομένη και Μετάστασις της Θεοτόκου. Αλλά και όλος ο Αύγουστος μην θεωρείται αφιερωμένος εις την Θεομήτορα, εν τω ιερώ δε Άθω, τη ακροπόλει ταύτη της Ορθοδοξίας, ήτις εδέχθη μετά την πτώσιν της Βασιλευούσης όσα κειμήλια και θησαυρούς δεν περιεσύλησαν οι αλλόφυλοι, και όπου περιεσώθη προς τοις άλλοις και η προς την Θεοτόκον ιδιάζουσα τιμή και το προνόμιον του επ’ ονόματι αυτής σεμνύνεσθαι, τα μεθέορτα εξακολουθούσι και μετά την 23 του μηνός. Χάριν δε περιεργείας δύναται να σημειωθή και η σύμπτωσις, ότι ο Αύγουστος αστρονομικώς ανήκει εις το ζώδιον, το λεγόμενον της Παρθένου. Κατ’ αυτήν την ημέραν της εορτής τα άσματα και οι ύμνοι είναι εκ των καλλίστων της Εκκλησίας. 


,τι υψηλόν και ωραίον έγραψέ ποτέ ο Κοσμάς και ο Δαμασκηνός Ιωάννης, οι δύο μέγιστοι της Εκκλησίας μελοποιοί, τονίζεται την ημέραν ταύτην επ’ εκκλησίας, και η ακολουθία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αμιλλάται προς τας της Μεγάλης Εβδομάδος και των Χριστουγέννων. Λυρικώτατος είναι ο ένθεος Κανών του ιερού Κοσμά, το «Πεποικιλμένη τη θεία δόξη», εις ήχον α΄ αδόμενος, πανηγυρικώτατος δε ο του θείου Δαμασκηνού προς το «Ανοίξω το στόμα μου», εις δ΄ ήχον. Ο ειρμός της α΄ ωδής του α΄ ήχου έχει ως εξής: «Πεποικιλμένη τη θεία δόξη, η ιερά και ευκλεής Παρθένε μνήμη σου, πάντας συνηγάγετο, προς ευφροσύνην τους πιστούς, εξαρχούσης Μαριάμ μετά χορών και τυμπάνων, τω σω άδοντας Μονογενεί, ενδόξως ότι δεδόξασται». Το α΄ τροπάριον της αυτής ωδής λέγει· «Αμφεπονείτο αύλων τάξις, ουρανοβάμων εν Σιών το θείον σώμά σου· άφνω δε συρρεύσασα, των Αποστόλων η πληθύς, εκ περάτων Θεοτόκε, σοι παρέστησαν άρδην, μεθ’ ων Άχραντε, σου την σεπτήν, Παρθένε, μνήμην δοξάζομεν». 


Και το β΄ τροπάριον· «Νικητικά μεν βραβεία ήρω, κατά της φύσεως Αγνή, Θεόν κυήσασα· όμως μιμουμένη δε, τον ποιητήν σου και Υιόν, υπέρ φύσιν υποκύπτεις, τοις της φύσεως νόμοις· διο θνήσκουσα, συν τω Υιώ, εγείρη διαιωνίζουσα». Αξιοσημείωτα είναι τα δύο τροπάρια της ε΄ ωδής του δ΄ ήχου, προς το «Εξέστη τα σύμπαντα»· «Κροτείτωσαν σάλπιγγες, των θεολόγων σήμερον, γλώσσα δε πολύφθογγος ανθρώπων, νυν ευφημείτω, περιηχείτω αήρ, απείρω λαμπόμενος φωτί, άγγελοι υμνείτωσαν, της Παρθένου την κοίμησιν». «Το Σκεύος διέπρεπε, της εκλογής τοις ύμνοις σου, όλος εξιστάμενος Παρθένε, έκδημος όλος, ιερωμένος Θεώ, τοις πάσι θεόληπτος και ων, όντως και δεικνύμενος, Θεοτόκε πανύμνητε». Ο ειρμός της ζ΄ ωδής του α΄ ήχου, εν ω μνημονεύεται κατά χρέος η ιστορία των Τριών Παίδων, έχει ως έπεται· «Ιταμώ θυμώ τε και πυρί, θείος έρως αντιταττόμενος, το μεν πυρ εδρόσιζε, τω θυμώ δε εγέλα, θεοπνεύστω λογική, τη των οσίων τριφθόγγω λύρα αντιφθεγγόμενος, μουσικοίς οργάνοις εν μέσω φλογός· ο δεδοξασμένος, των πατέρων και ημών, Θεός ευλογητός ει». 


Το επόμενον τω ειρμώ τούτω τροπάριον περιέχει ποιητικωτάτην παραβολήν, ή μάλλον αντίθεσιν, αφορμήν λαβούσαν εκ της συντρίψεως των πλακών της Διαθήκης υπό του Μωυσέως. «Θεοπνεύστους πλάκας Μωσής, γεγραμμένας τω θείω Πνεύματι, εν θυμώ συνέτριψεν, αλλ’ ο τούτου Δεσπότης, την τεκούσαν ασινή, τοις ουρανίοις φυλάξας δόμοις, νυν εισωκίσατο· συν αυτή σκιρτώντες, βοώμεν Χριστώ· ο δεδοξασμένος, των πατέρων και ημών, Θεός ευλογητός ει». 





Αλλ’ η χρυσή κορωνίς και το επιστέγασμα όλου του Κανόνος, 

είναι η ωραιοτάτη εκείνη καταβασία της θ΄ωδής, 

μετά του Μεγαλυναρίου, ψαλλομένη και εν τη Λειτουργία· 

«Αι γενεαί πάσαι, μακαρίζομέν σε, 

την μόνην Θεοτόκον. 

«Νενίκηνται της φύσεως οι όροι, 

εν σοι Παρθένε άχραντε, παρθενεύει γαρ τόκος, 

και ζωήν, προμνηστεύεται θάνατος· 

η μετά τόκον Παρθένος, και μετά θάνατον ζώσα, 

σώζοις αεί, 

Θεοτόκε, την κληρονομίαν σου».





Άρθρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη,
που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ''Εφημερίς'',
στις 15 Αυγούστου 1887.
Αναδημοσίευση από τον Ιστότοπο ''Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης''
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Πρωτότυπος τίτλος: ''Η Κοίμησις της Θεοτόκου''.




Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης


ΧΑΙΡΕ ΑΝΑΒΑΙΝΟΥΣΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΙΩΝ ΤΑ ΣΚΗΝΩΜΑΤΑ




Tώρα μέ τήν Χάριν της 

θά ὁμιλήσωμε περί τῆς ἐξόδου και τῆς Μεταστάσεως αὐτῆς 

ἀπό τόν παρόντα κόσμον εἰς τήν αἰώνιον Βασιλείαν τοῦ Υἱοῦ της. 

Εἶναι ὄντως φαιδρά καί χαρμόσυνος γιά τήν ἀκοήν τῶν φιλοθέων ἡ τοιαύτη διήγησις. 

Ὅταν, λοιπόν, ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, 

εὐδόκησε νά μεταθέση τήν παναγίαν καί πανάμωμον μητέρα του 

ἀπό τόν κόσμον αὐτόν εἰς τήν Βασιλείαν του, 

προκειμένου νά λάβη τόν ἄφθαρτον στέφανον τῶν ὑπερφυῶν ἀγώνων καί ἀρετῶν της, 

νά τήν τοποθετήση θεομητροπρεπῶς «ἐκ δεξιῶν του, περιβεβλημένην μέ πορφύραν καὶ πεποικιλμένην ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ» (Ψαλμ. μδ΄, 12) 

καί νά τήν ἀνακηρύξη Βασίλισσαν πάντων τῶν κτισμάτων, 

ὁδηγῶν αὐτήν εἰς τό ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος καί ἐγκαθιστῶν εἰς τά ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων, τῆς ἐγνωστοποίησε ἐκ τῶν προτέρων τήν ἔνδοξον αὐτῆς μετάστασιν. 

Ἀπέστειλε πάλιν εἰς αὐτήν τόν ἀρχάγγελον Γαβριήλ 

γιά νά τῆς ἀναγγείλη τήν ἔνδοξον ἐκδημίαν της, 

καθώς ἄλλοτε τήν θαυμαστήν αὐτῆς σύλληψιν.





Τὴν ἐπεσκέφθη λοιπὸν ὁ ἀρχάγγελος καὶ τῆς ἐπέδωσε ἕνα κλάδον φοίνικος, σύμβολον τῆς νίκης, τὸ ὁποῖον εἶχε ἄλλοτε χρησιμοποιήσει ὁ λαὸς ὑποδεχόμενος εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ τὸν Υἱόν της, τὸν νικητὴν τοῦ θανάτου καὶ ἐξολοθρευτὴν τοῦ Ἅδου. Ὁμοίως καὶ τώρα ὁ Γαβριὴλ δίδει αὐτὸν τὸν κλάδον εἰς τὴν Παρθένον, ὡς σύμβολον τῆς νίκης κατὰ πάντων τῶν δεινῶν καὶ τῆς καταλύσεως τοῦ θανάτου, λέγοντας· «Ὁ Κύριος καὶ Υἱός σου σὲ προσκαλεῖ: Ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ ἔλθης πλησίον μου, ὦ καλὴ μῆτερ μου ( Ἆσμ. ἀσμ. β΄, 10 καὶ 13). Γιὰ τοῦτο μὲ ἀπέστειλε πάλι νὰ σοῦ ἀνακοινώσω, ὦ «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», ὅτι σήμερα θὰ εὐφράνης, ὦ Κεχαριτωμένη, τὶς οὐράνιες στρατιὲς μὲ τὴν ἄνοδόν σου καὶ θὰ λαμπρύνης περισσότερον τὶς ψυχὲς τῶν ἁγίων, καθὼς ἔπλησες εὐφροσύνης τοὺς εὑρισκομένους εἰς τὴν γῆν. 


γάλλου καὶ σὺ μαζί τους καθὼς ἄλλοτε τὸ εἶχες φανερώσει, διότι ἀπὸ τώρα θὰ σὲ μακαρίζουν εἰς τοὺς αἰῶνας ὅλα τὰ λογικὰ κτίσματα, «πᾶσαι αἱ γενεαί». «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ». Οἱ προσευχὲς καὶ οἱ ἱκεσίες σου ἀνέβησαν εἰς τὸν οὐρανόν, πρὸς τὸν Υἱόν σου, ὅθεν κατὰ τὸ αἴτημά σου σὲ προστάζει νὰ ἀφήσης τὸν κόσμον αὐτὸν καὶ νὰ ἀνέλθης εἰς τὰ οὐράνια σκηνώματα γιὰ νὰ εἶσαι αἰωνίως μαζί του, εἰς τὴν ἀληθινὴν καὶ αἰωνίαν ζωήν». Καθὼς ἤκουσε ἡ ἁγία Θεοτόκος τοὺς λόγους τούτους ἐπλήσθη χαρᾶς καὶ ἔδωσε εἰς τὸν ἄγγελον τὴν ἰδίαν, ὅπως καὶ παλαιά, ἀπόκρισιν: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι —καὶ τώρα— κατὰ τὸ ρῆμα σου⋅ καὶ ἀπῆλθεν ἀπ' αὐτῆς ὁ ἄγγελος» (Λουκ. α΄, 38). Τότε ἡ ὑπερευλογημένη καὶ ἔνδοξος Θεοτόκος Μαρία ἠγέρθη καὶ ἀγαλλομένη ἐπορεύθη εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν γιὰ νὰ ἀπευθύνη πρὸς τὸν Κύριον ἐν ἡσυχίᾳ τὶς εὐχαριστίες καὶ τὰ αἰτήματά της γι' αὐτὴν τὴν ἰδίαν καὶ γιὰ τὸν κόσμον ὅλον. Ὅταν ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος, ὕψωσε τὰ χέρια καὶ προσέφερε τὴν λογικὴν λατρείαν εἰς τὸν Υἱόν της, τὶς δεήσεις καὶ τὶς εὐχαριστίες της. 


Συνέβη τότε ἕνα μέγα θαῦμα, τὸ ὁποῖον γνωρίζουν ἐκεῖνοι ποὺ ἠξιώθησαν τῆς τοιαύτης ἐμπειρίας καὶ δι' αὐτῶν ἔφθασε ἕως ἐμᾶς. Ἐνῷ, δηλαδή, προσηύχετο καὶ παρακαλοῦσε τὸν Κύριον μέσα εἰς μίαν πραγματικὴν μυσταγωγίαν, ὅλα τὰ ἐκεῖ εὑρισκόμενα δένδρα ἔκλιναν πρὸς τὴν γῆν καὶ τὴν προσεκύνησαν. Ὅταν ἐτελείωσε τὴν ἱκεσίαν καὶ τὴν εὐχαριστίαν της, πλημμυρισμένη ὅλη ἀπὸ Θεὸν ἐπέστρεψε εἰς τὴν Σιών. Εὐθὺς ἀμέσως ὁ Κύριος ἀπέστειλε ἐπὶ νεφέλης τὸν εὐαγγελιστὴν καὶ Θεολόγον Ἰωάννην, καθ' ὅτι ἡ ἁγία Παρθένος εἶχε μεγάλην ἐπιθυμίαν νὰ τὸν ἰδῆ, δεδομένου ὅτι ὁ Κύριος τοὺς εἶχε συνδέσει δι' υἱοθεσίας. Ἡ ἐξ ὅλων τῶν γυναικῶν ὑπερευλογημένη καθὼς τὸν εἶδε ἐχάρη ἀκόμη περισσότερον καὶ ἐζήτησε νὰ προσευχηθοῦν. 


Μετὰ τὴν εὐχὴν ἡ ἁγία καὶ ἀειπάρθενος Βασίλισσα ἀνεκοίνωσε εἰς τὸν Ἰωάννην καὶ εἰς τὶς ἐκεῖ παρευρισκόμενες παρθένους τὸ νέον μήνυμα τοῦ ἀρχαγγέλου ποὺ ἀφοροῦσε τὴν μετάθεσίν της καὶ τοὺς ἔδειξε τὸν κλάδον τοῦ φοίνικος τὸν ὁποῖον παρέλαβε ἀπὸ αὐτόν. Παρήγγειλε νὰ ἑτοιμάσουν τὸν οἶκον της, νὰ ἀνάψουν λαμπάδες καὶ νὰ θυμιάσουν, διότι τὸν εἶχε ἤδη διακοσμήσει ὡς ἄλλον νυμφικὸν θάλαμον εἰς τὸν ὁποῖον θὰ ὑπεδέχετο τὸν ἀθάνατον Νυμφίον, τὸν παντευλόγητον Υἱόν της, τὸν ὁποῖον προσδοκοῦσε μὲ μίαν ἀκατάσχετον ἐλπίδα. Ὅταν ὅλα ἐτακτοποιήθησαν, ἐγνωστοποίησε εἰς τοὺς συνοδοὺς καὶ τοὺς γνωστούς της τὸ ἐπικείμενον μυστήριον τῆς Μεταστάσεώς της καὶ ἐκεῖνοι ἀμέσως τὴν περιεκύκλωσαν κλαίοντας καὶ θρηνώντας γιὰ τὸν ἀποχωρισμόν τους, καθ' ὅτι μετὰ Θεὸν αὐτὴν εἶχαν ἐλπίδα καὶ βοήθειαν. Ἡ ἀδελφή τους ὅμως, ἡ Θεομήτωρ καὶ Βασίλισσα, τοὺς παρηγοροῦσε ἕναν ἕναν χωριστὰ καὶ ὅλους μαζὶ καὶ τοὺς ἀπηύθηνε ἕνα συγκινητικὸν χαιρετισμὸν λέγουσα: «Χαίρετε, τέκνα μου εὐλογημένα καὶ μὴ κάμετε τὴν μετάστασίν μου ἀφορμὴν θρήνου, ἀλλὰ πλησθῆτε ἀγαλλιάσεως, διότι ἔρχεται ἡ αἰώνιος εὐφροσύνη, ὁ Κύριός μου καὶ Υἱός μου καὶ ἡ Χάρις καὶ τὸ ἔλεός του θὰ εἶναι πάντοτε μαζί σας». 


κοίταξε ἔπειτα τὸν εὐαγγελιστὴν Ἰωάννην καὶ τοῦ εἶπε νὰ δώση τὴν ἐσθῆτα καὶ τὸ μαφόριόν της εἰς τὶς δύο χῆρες οἱ ὁποῖες τὴν ὑπηρετοῦσαν. Ἐν συνεχείᾳ τοὺς ἐφανέρωσε τὰ μυστήρια τῆς ἐκδημίας της καὶ τῆς ἐπ' εὐκαιρίᾳ αὐτῆς θείας ἐπισκέψεως, καθὼς καὶ τὴν σημασίαν τοῦ κάθε γεγονότος. Ἔπειτα ἐκανόνισε τὰ τῆς κηδείας καὶ τοὺς παρήγγειλε πὼς νὰ τὴν μυρώσουν καθὼς καὶ ποῦ νὰ θάψουν τὸ πανάσπιλον σῶμα της. Μετὰ ταῦτα ἡ ἔνδοξος Θεομήτωρ ἀνεκλίθη εἰς ἕνα κράββατον, τὴν κλίνην ἐκείνην τὴν ὁποίαν καθ' ἑκάστην νύκτα ἔλουζε μὲ τὰ δάκρυα τῶν ὀφθαλμῶν της ἀπὸ ἀγάπην πρὸς τὸν Υἱόν της Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τὴν ἐλάμπρυνε μὲ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς δεήσεις αὐτῆς. Κατόπιν ἐζήτησε καὶ πάλιν νὰ ἀνάψουν τὶς λαμπάδες. Οἱ δὲ ἐκεῖ συγκεντρωμένοι πιστοί, αἰσθανόμενοι ὅτι ἐγγίζει ἡ ὥρα τῆς ἐκδημίας τῆς μητρὸς αὐτῶν Παναγίας Παρθένου, ἐξέσπασαν εἰς λυγμούς. Ἔπεσαν εἰς τὸ ἔδαφος καὶ τὴν ἱκέτευαν νὰ μὴ τοὺς ἀφήση ὀρφανούς. Ἐὰν ὅμως ἦταν ἀναπόφευκτος ἡ ἀναχώρησίς της ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, νὰ τοὺς συνοδεύη εἰς τὸ ἑξῆς μὲ τὴν Χάριν καὶ τὶς πρεσβεῖες της.


ἁγία Θεοτόκος ἤνοιξε τότε τὸ ἀμόλυντον καὶ καθαρώτατον στόμα της καὶ τοὺς εἶπε: «Ἡ εὐδοκία τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ μου ἐπ' ἐμέ⋅ «οὗτός μου Θεὸς καὶ δοξάσω αὐτόν⋅ Θεὸς τοῦ Πατρός μου καὶ ὑψώσω αὐτόν» ( Ἐξοδ. ιε΄, 2). Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου, ὁ ὁποῖος κατὰ σάρκα ἐγεννήθη ἀπὸ ἐμέ, ὅμως πατὴρ αὐτοῦ εἶναι ὁ Θεός, ὁ καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ δημιουργός. Γιὰ τοῦτο ποθῶ νὰ πορευθῶ πρὸς αὐτόν, ὁ ὁποῖος χορηγεῖ εἰς πάντας τὸ εἶναι καὶ τὴν ζωήν. Παρ' ὅλον δὲ ποὺ θὰ ὑπάγω ἐκεῖ πλησίον του, δὲν θὰ παύσω νὰ παρακαλῶ καὶ νὰ πρεσβεύω ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ὑπὲρ πάντων τῶν χριστιανῶν καὶ τοῦ κόσμου παντός, οὕτως ὥστε ὁ φιλάνθρωπος Κτίστης, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός του, νὰ εὐσπλαγχνίζεται ὅλους τοὺς πιστούς, νὰ τοὺς ἐνισχύη καὶ νὰ τοὺς καθοδηγῆ εἰς τὸν δρόμον τῆς ἀληθινῆς ζωῆς· νὰ μεταστρέφη τοὺς ἀπίστους καὶ νὰ τοὺς συμπεριλάβη ὅλους εἰς μίαν ποίμνην ( Ἰωάν., ι΄16), καθ' ὅτι ὡς καλὸς Ποιμὴν ἔδωσε τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τῶν προβάτων του, γνωρίζει δὲ τὰ ἰδικά του καὶ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ αὐτά». 


Καὶ καθὼς ἡ ὑπερευλογημένη μήτηρ τοῦ Χριστοῦ τοιουτοτρόπως ὡμιλοῦσε καὶ συγχρόνως τοὺς εὐλογοῦσε, ἠκούσθη αἴφνης δυνατὴ βροντὴ καὶ ἐνεφανίσθη μία νεφέλη φερομένη ἀπὸ γαλήνιαν αὔρα. Ἀπὸ τὴν μεγαλειώδη αὐτὴν νεφέλην, ἤρχισαν νὰ πίπτουν εἰς τὴν γῆν ὡς σταγόνες μυριπνόου δρόσου οἱ ἅγιοι ἔνδοξοι μαθηταὶ καὶ Ἀπόστολοι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, συνερχόμενοι «ἐπὶ τὸ αὐτό» ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης εἰς τὴν αὐλὴν τῆς Παναγίας Παρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας. Ἀμέσως ὁ εὐαγγελιστὴς καὶ Θεολόγος Ἰωάννης, ἀφοῦ τοὺς ὑπεδέχθη καὶ ἤρεμα τοὺς ἐχαιρέτισε, τοὺς ὡδήγησε ἐνώπιον τῆς ὑπεραγίας καὶ μακαρίας Παρθένου. Δὲν ἦλθαν μόνον οἱ δώδεκα, ἀλλὰ καὶ ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς πολυάριθμους μαθητάς των οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπιλεγῆ καὶ ἀξιωθῆ τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς, ὅπως μᾶς τὸ δηλώνει ὁ μέγας Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης εἰς τὴν πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολήν του. Λέγει, δηλαδή, ὅτι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Διονύσιος μαζὶ μὲ τὸν Τιμόθεον, τὸν Ἱερόθεον καὶ ἄλλους ὁμοψύχους των ἔφθασαν ἐκεῖ μὲ τοὺς Ἀποστόλους γιὰ τὴν ἐκδημίαν τῆς Βασιλίσσης. Εἰσῆλθαν, λοιπόν, καὶ παρέστησαν ἐνώπιόν της καὶ τὴν προσεκύνησαν μετὰ δέους καὶ ἄκρας εὐλαβείας. 


δὲ μακαρία καὶ Παναγία Παρθένος τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς ἀνήγγειλε τὴν ἀναχώρησίν της ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν. Τοὺς διηγήθη ἐπίσης περὶ τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς κοιμήσεώς της ἐκ μέρους τοῦ ἀρχαγγέλου, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδειξε τὸ ἐπινίκιον σύμβολον τῆς Μεταστάσεώς της, τὸν κλάδον δηλαδὴ τοῦ φοίνικος τὸν ὁποῖον τῆς ἔδωσε ὁ ἀρχηγὸς τῶν ἀγγέλων, τοὺς ἐπαρηγόρησε καὶ πάλι τοὺς εὐλόγησε, ἐνισχύουσα καὶ στηρίζουσα αὐτοὺς εἰς τὴν ὁλοκλήρωσιν τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος. Ἀπεχαιρέτισε τὸν Πέτρον καὶ τὸν Παῦλον καθὼς καὶ ὅλους τοὺς λοιπούς, λέγοντας πρὸς αὐτούς: «Χαίρετε τέκνα, φίλοι καὶ μαθηταὶ τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ μου. Εἶσθε μακάριοι, ποὺ ἔχετε κριθῆ ἄξιοι νὰ γίνετε μαθηταὶ τοῦ εὐλογητοῦ καὶ ἐνδόξου Κυρίου καὶ Δεσπότου, ὁ ὁποῖος σᾶς ἐνεπιστεύθη τὴν διακονίαν τοιούτων μεγίστων μυστηρίων καὶ σᾶς ἐξέλεξε συμμετόχους τῶν διωγμῶν καὶ τῶν Παθῶν αὐτοῦ, γιὰ νὰ σᾶς ἀξιώση νὰ γίνετε κοινωνοὶ καὶ τῆς δόξης καὶ Βασιλείας του ὅπως σᾶς τὸ ὑπεσχέθη καὶ τὸ οἰκονόμησε ὁ ἴδιος, ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης». Τοὺς ἐξέθεσε δὲ μίαν τοιαύτην εὐλογημένην διδασκαλίαν ἀνάλογον τοῦ ὕψους τῆς δόξης της καὶ ἀφοῦ ὥρισε τὶς τελευταῖες λεπτομέρειες σχετικῶς μὲ τὴν κηδείαν καὶ τὴν ταφήν της, ὕψωσε τὰ χέρια εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἤρχισε νὰ εὐχαριστῆ τὸν Κύριον ὡς ἑξῆς: »


Εὐλογῶ σε, τὸν Βασιλέα τοῦ παντὸς καὶ μονογενῆ Υἱὸν τοῦ ἀνάρχου Πατρός, τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, διότι εὐδόκησες, εὐαρεστῶν τὸν Πατέρα δι' ἄφατον φιλανθρωπίαν νὰ σαρκωθῆς ἀπὸ ἐμὲ τὴν δούλην σου μὲ τὴν συνδρομὴν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. »Εὐλογῶ σε, τὸν χορηγὸν κάθε εὐλογίας καὶ φωτοπάροχον, τὸν αἴτιον παντὸς ἀγαθοῦ καὶ εἰρηνάρχην, ποὺ μᾶς ἐχάρισες τὴν ἐπίγνωσίν σου καὶ τοῦ ἀνάρχου Πατρὸς καὶ τοῦ συναϊδίου καὶ ζωοποιοῦ Πνεύματος. »Εὐλογῶ σε, γιὰ τὸ ὅτι εὐηρεστήθης νὰ κατοικήσης εἰς τὴν κοιλίαν μου ἀνεκλαλήτως. »Εὐλογῶ σε, διότι ἠγάπησες τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν, μέχρι τοῦ σημείου νὰ ὑπομείνης πρὸς χάριν μας τὸν Σταυρὸν καὶ τὸν θάνατον, καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασίν σου νὰ ἀναστήσης τὴν φύ- σιν μας ἀπὸ τὰ ἔγκατα τοῦ Ἅδου, νὰ τὴν ἀναβιβάσης εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ νὰ τὴν δοξάσης μὲ δόξαν ἀσύλληπτον. »Εὐλογῶ σε καὶ μεγαλύνω τοὺς λόγους σου, τοὺς ὁποίους μᾶς παρέδωσες ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ καὶ πιστεύω εἰς τὴν ἐκπλήρωσιν ὅλων τῶν πρὸς ἐμὲ ἐπαγγελιῶν σου». 


ταν ἡ ἁγία καὶ ὑπερευλογημένη Θεοτόκος ἐτελείωσε τὸν αἶνον καὶ τὴν προσευχήν της, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, κινούμενοι ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἤρχισαν νὰ ὁμιλοῦν, νὰ ἀνυμνοῦν καὶ νὰ δοξολογοῦν, ὁ καθεὶς ἀναλόγως τῆς ἱκανότητός του καὶ τοῦ θείου φωτισμοῦ. Ἐγκωμίασαν καὶ ἀνύμνησαν τὴν ἀπροσμέτρητον γενναιοδωρίαν τῆς θείας κυριαρχίας καὶ μὲ τὴν θαυμαστὴν θεολογίαν τους εὔφραναν τὴν καρδίαν τῆς ὑπερενδόξου Θεομήτορος, καθώς μᾶς παρέδωσε ὁ προαναφερθεὶς ἅγιος Διονύσιος εἰς τὸ κεφάλαιον ὅπου καταδεικνύει τὴν δύναμιν τῶν εὐχῶν καὶ τῆς θεολογίας ποὺ ἐξέφρασε πανευλαβῶς ὁ μακάριος Ἱερόθεος [Εἰς τὸ Περὶ θείων ὀνομάτων: «Τίς ἡ τῆς εὐχῆς δύναμις καὶ περὶ τοῦ μακαρίου Ἱεροθέου καὶ περὶ εὐλαβείας καὶ συγγραφῆς θεολογικῆς», Ρ.G. 3, 681D]. Συγκεκριμένα, εἰς τὸ οἰκεῖον κεφάλαιον τοῦ λόγου του πρὸς τὸν Τιμόθεον, ἀναφέρει περὶ τῆς συναθροίσεως τῶν ἁγίων Ἀποστόλων κατὰ τὴν ἐκδημίαν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, καθὼς καὶ περὶ τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖον ὁ καθείς, ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διετράνωσε διὰ λόγων αἰνέσεως τὴν δόξαν τῆς ἀπειροδυνάμου θείας ἐξουσίας καὶ τὴν φιλανθρωπίαν τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εὐδόκησε νὰ κατέλθη εἰς τὴν γῆν χωρὶς νὰ χωρισθῆ ἀπὸ τοὺς πατρικοὺς κόλπους καὶ νὰ σαρκωθῆ ἀπὸ τὴν πανάμωμον Παρθένον. 


κλινε τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέβη, ἐπειδὴ ηὗρε τὴν Παναγίαν καὶ ὑπερένδοξον Μαριὰμ ὑπήκοον καὶ ὑψηλοτέραν πάσης τῆς κτίσεως· εὐδόκησε νὰ κατοικήση ἐντός της, ἐνεδύθη ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ τοιουτοτρόπως ἠλέησε καὶ ἔσωσε τὸ ἀνθρώπινον γένος μὲ τὴν μεγαλειώδη καὶ ἀνέκφραστον Οἰκονομίαν του καὶ τὸ ἐδόξασε, πλουτίζων αὐτὸ μὲ τὴν Χάριν του ἕνεκα τῆς ἀνυπερβλήτου εὐσπλαγχνίας καὶ μακροθυμίας του. Μετὰ ταῦτα ἡ ἁγία Παρθένος τοὺς εὐλόγησε γιὰ μίαν ἀκόμη φορὰν καὶ ἡ καρδία της ἐπλήσθη θείας παρηγορίας. Καὶ ἰδού, ἔλαβε χώραν ἡ μεγαλειώδης καὶ θαυμαστὴ ἄφιξις Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ αὐτῆς, συνοδευομένου ἀπὸ ἀναρίθμητες στρατιὲς ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλα τάγματα, Σεραφίμ, Χερουβὶμ καὶ Θρόνους⋅ ὅλοι οἱ ἄγγελοι παρίσταντο ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μετὰ φόβου, καθ' ὅσον «ὅπου βασιλέως παρουσία, καὶ ἡ τάξις παραγίγνεται». Ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος ἐγνώριζε ὅλα αὐτὰ ἐκ τῶν προτέρων, τὰ προσδοκοῦσε μὲ ἀκράδαντον ἐλπίδα⋅ γιὰ τοῦτο ἔλεγε: «πιστεύω ὅτι ὅλες οἱ πρὸς ἐμὲ ὑποσχέσεις σου θὰ πραγματοποιηθοῦν». Ἀκολούθως εἶδαν καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐμφανῶς, εἶδαν ἔκπληκτοι τὴν θεϊκήν του δόξαν, ὁ καθεὶς βέβαια ἀναλόγως τῆς δυνατότητος αὐτοῦ. 


παροῦσα ἔλευσις τοῦ Κυρίου ἦταν μεγαλοπρεπεστέρα καὶ φοβερωτέρα τῆς πρώτης, καθ' ὅτι τώρα ἐνεφανίσθη λαμπρότερος τῆς ἀστραπῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐπὶ τοῦ Θαβὼρ Μεταμορφώσεώς του, εἰς τὴν ὁποίαν δὲν ἔδειξε παρὰ τὴν φυσικήν του δόξαν, διότι μετὰ τὴν Ἀνάληψιν ὁ Χριστὸς εἶναι ἀπρόσιτος καὶ ἀόρατος. Ἐνώπιον τοιούτου μυστηρίου «οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα, γενόμενοι ὡσεὶ νεκροί» (Ματθ. ιε΄, 6). Τότε ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: «Εἰρήνη ὑμῖν», ὅπως παλαιά, ὅταν «εἰσῆλθε τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ( Ἰωάν. κ΄, 21, 19) εἰς τὸν ἴδιον αὐτὸν οἶκον τοῦ Ἰωάννου. Κάτι παρόμοιον συνέβη καὶ τώρα, εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς μητρὸς τοῦ Ἀναστάντος. Ὅταν οἱ Ἀπόστολοι ἤκουσαν τὴν γλυκυτάτην καὶ παμπόθητον φωνὴν αὐτοῦ, ἀνεζωογονήθησαν καὶ ἐνισχύθησαν ψυχικῶς καὶ σωματικῶς καὶ ἔμειναν νὰ θεωροῦν μὲ δέος τὸ ὑπέρλαμπρον κάλλος καὶ τὴν Θείαν αἴγλην τοῦ Προσώπου του. 


ς ἐκ τούτου, ἡ παναγία καὶ ἄμωμος καὶ εὐλογημένη Θεοτόκος ἐπλήσθη χαρᾶς καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῆς κατηυγάσθη μὲ θείαν φωτοφάνειαν. Ἀλλὰ καὶ ἐκείνη, βλέπουσα μετ' εὐλάβειας καὶ φόβου τὴν δόξαν καὶ τὴν λαμπρότητα ποὺ ἀκτινοβολοῦσε ὁ υἱὸς καὶ Βασιλεύς της Ἰησοῦς Χριστός, ἐμεγάλυνε ἀκόμη περισσότερον τὴν θεότητά του καὶ προσηύχετο ὑπὲρ τῶν Ἀποστόλων καὶ πάντων τῶν παρόντων. Τὶς ὕστατες αὐτὲς στιγμὲς ἐμεσίτευσε ὑπὲρ τῶν ἁπανταχοῦ εὑρισκομένων πιστῶν, παρεκάλεσε ὑπὲρ τοῦ κόσμου παντὸς καὶ ὑπὲρ πάσης ψυχῆς ἐπικαλουμένης τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, ἐζήτησε δὲ ὅπου μνημονεύονται τὰ δύο αὐτὰ ὀνόματα νὰ ἐκχέεται πλούσια ἡ θεία εὐλογία. Τότε ἡ ἁγία Παρθένος Μαρία κοιτάζοντας καὶ πάλιν πρὸς τὸν Υἱόν της τὸν ἀντίκρυσε μὲ δόξαν τοιαύτην ὥστε οὐδεμία γλώσσα ἀνθρωπίνη νὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ τὴν ἐκφράση. Καὶ εἶπεν: «Εὐλόγησόν με, Κύριε, μὲ τὴν δεξιάν σου καὶ εὐλόγησον ὅλους ὅσους σὲ δοξάζουν καὶ μνημονεύουν τὸ ὄνομά μου κάθε φορὰν ποὺ προσφέρουν εἰς σὲ τὴν προσευχὴν καὶ δέησίν των». 


Κύριος τότε ἐξέτεινε τὴν δεξιάν του, εὐλόγησε τὴν μητέρα του καὶ τῆς εἶπε: «Μακαρία σύ, ἀγαλλιάσθω ἡ καρδία σου Μαρία, εὐλογημένη ἐν γυναιξί, διότι τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος καὶ ὅλες οἱ δωρεὲς σοῦ ἐδόθησαν ἀπὸ τὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιον⋅ καὶ κάθε ψυχὴ ἡ ὁποία θὰ ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομά μου μετ' εὐλαβείας δὲν θὰ παραβλεφθῆ ἀλλὰ θὰ εὕρη ἔλεος καὶ παρηγορίαν εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν καὶ εἰς τὸν μέλλοντα αἰῶνα. Σὺ δέ, πορεύου ἐν εἰρήνῃ καὶ χαρᾷ εἰς τὰ αἰώνια σκηνώματα, εἰς τοὺς ἀπέραντους θησαυροὺς τοῦ Πατρός μου, γιὰ νὰ θεωρῆς τὴν δόξαν μου καὶ νὰ εὐφραίνεσαι μὲ τὴν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἀμέσως δέ, δι' ἐντολῆς τοῦ Κυρίου οἱ ἄγγελοι ἤρχισαν νὰ ψάλλουν ἕνα γλυκύτατον ὕμνον μὲ φωνὴν ζωηρὰν καὶ θελκτικωτάτην, ἐνῷ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔκλιναν εὐλαβῶς τὶς κεφαλές των ἐνώπιον τῆς ἁγιοπνευματικῆς μυσταγωγίας καὶ ἀφιέρωσαν μὲ τὴν σειράν τους εἰς τὴν Παρθένον μίαν ὑμνωδίαν ἀγγελομίμητον. 


Καὶ εἰς αὐτὸ τὸ κλίμα ἡ Παναγία μήτηρ τοῦ Κυρίου παρέδωσε τὴν μακαρίαν καὶ ἀμόλυντον ψυχὴν αὐτῆς εἰς τὸν Βασιλέα καὶ υἱόν της καὶ ἐκοιμήθη ὕπνον γλυκὺν καὶ ἐράσμιον. Ὅπως εἰς τὸν ἀπόρρητον τοκετόν της ἐγέννησε ἀνωδύνως τὸν Κύριον Ἰησοῦν, τοιουτοτρόπως ἔμεινε ἀνέπαφος ἀπὸ τοὺς ἐπιθανάτιους πόνους καὶ κατὰ τὴν κοίμησίν της, καθ' ὅτι ὁ Βασιλεὺς καὶ Δημιουργὸς κάθε κτιστῆς φύσεως, αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶναι ποὺ τότε καὶ τώρα μετέτρεψε τοὺς φυσικοὺς νόμους. Οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων ὕψωσαν μὲ θαυμασμὸν τὰ ἀόρατα χέρια τους καθὼς διήρχετο ἡ παναγία αὐτῆς ψυχή. 





Ὁ οἶκος τῆς Σιών, καθώς καί ὅλη ἡ περιοχή, 

ἐπλήσθη ἀπό μίαν ἄρρητον εὐωδίαν. 

Ἐπάνω δέ ἀπό τό πανάχραντον σῶμα της ἐπλανᾶτο μία φωτεινή ὕπαρξις ἀόρατος ἀπό τούς αἰσθητούς ὀφθαλμούς. 

Τοιουτοτρόπως ὁ Διδάσκαλος καί οἱ μαθηταί, τά οὐράνια καί τά ἐπίγεια, 

συνώδευσαν ἀπό κοινοῦ τήν ἁγίαν Παρθένον. 

Καί ὁ μέν εὐλογητός Κύριος καί ἔνδοξος Δεσπότης τοῦ παντός 

εἰσήγαγε τήν ἁγίαν ψυχήν τῆς παναχράντου αὐτοῦ μητρός εἰς τούς οὐρανούς, 

οἱ δέ μαθηταί ἀπέθεσαν τό πανάσπιλον σῶμα της εἰς τήν γῆν, 

γιά νά τό ἀλείψουν μέ ἀρώματα καί κατόπιν νά τό μεταφέρουν ὅπου θά ἐπιθυμοῦσε ἐκείνη· 

ἀπό ἐκεῖ ἔμελλε μετ' ὀλίγον νά μεταστῆ εἰς τόν Παράδεισον 

ἢ ὁπουδήποτε ἠθέλησε ὁ υἱός καί Θεός της.




Εκ του βιβλίου του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή
''Ο Βίος της Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας''. 
Έκδοση: Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου "Μπουραζέρη". 
Άγιον Όρος, 2010
Η εικόνα της ανάρτησης ανήκει στον Αγιογράφο Di Panourgias.
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.




Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής


Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.