«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»
Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine
«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».
Κωστής Παλαμάς
Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016
ΕΠΙΤΕΛΟΥΝΤΕΣ ΑΓΙΩΣΥΝΗΝ ΕΝ ΦΟΒΩ ΘΕΟΥ
Τί είναι ο αγιασμός,
που είναι απαραίτητος για την ψυχική μας σωτηρία,
για ν' αξιωθούμε να δούμε τον Κύριο;
Είναι αυτό ακριβώς,
που λέει η λέξη.
Να γινόμαστε άγιοι,
να επιδιώκομε να πλησιάζομε περισσότερο τον Άγιο,
τον μοναδικόν στην κυριολεξίαν Άγιον,
τον Θεόν.
Αυτός μας το ζήτησε.
του π. Ευθυμίου Μπαρδάκα
Και δική Του παραγγελία είναι το: ''Άγιοι έσεσθε, ότι εγώ Άγιος ειμί''. (Α' Πέτρ. α' 16). Άγιος εγώ, άγιοι και εσείς. Άγιος ο Θεός, άγιοι και οι Χριστιανοί. Αυτό είναι το χρέος μας, το καθήκον μας, να γινόμαστε καθημερινά και περισσότερο όμοιοι προς τον Θεό, να αντιγράφομε την αγιότητα του Θεού. Αυτός είναι ο αγιασμός, που μας ζητεί ο Απόστολος. Και με αυτόν ασφαλώς θα δούμε τον Κύριο. Να εμβαθύνομε όμως στην έννοια της αγιότητας. Είναι άγιος ο Θεός. Δηλαδή ελεύθερος από κάθε υλική ατέλεια, αποστρεφόμενος κάθε τι που είναι πονηρό και φαύλο, αγαπά δε μόνο ό,τι είναι καλό, δίκαιο, αγαθό.
Τίποτα το κακό, το ακάθαρτο, το μη τελείως αγνό δεν υπάρχει στον Θεό. Αλλά άνθρωποι όμως εν αμαρτίαις ζώντες καθημερινά και από κόσμο αμαρτωλό περιβαλλόμενοι, δεν είναι δυνατόν να συλλάβομε την απόλυτη αγιότητα του Θεού, του ''Φύσει αγίου'', του''Πάσης επέκεινα καθαρότητος'', της πηγής της αγιότητας εκ της οποίας μεταλαμβάνουν και οι άνθρωποι, Του Οποίου είναι απρόσιτη η αγιότητα και απερίγραπτη και άφθαστη και ασύλληπτη. Καμμία σύγκριση δεν επιδέχεται η αγιότητα του Θεού και προς των αγγέλλων και των αρχαγγέλλων την αγιότητα, η οποία οσονδήποτε κι αν είναι μεγάλη, είναι όμως περιορισμένη εν σχέσει προς την απόλυτη αγιότητα του Θεού. Προς αυτήν την αγιότητα του Θεού καλείται ο άνθρωπος, να κατευθύνει τις προσπάθειές του.
Να αναπαραγάγει στον εαυτό του, στην ψυχή του, την αγία ζωή του Χριστού, να καλλιεργήσει το σπέρμα της αγιότητος, το οποίο δια του βαπτίσματος εναπέθεσε σε εμάς ο Χριστός. Να απομακρύνει την αδικία και να εγκολπωθεί την δικαιοσύνη. Να αρνηθεί τον θυμό και να αναζητήσει την πραότητα. Να μισήσει την σκληρότητα και να αγαπήσει την ελεημοσύνη, να γίνει ο ταπεινός, ο επιεικής, ο ειρηνοποιός, ο συγκαταβατικός και πρόθυμος σε θυσίες χάριν των αδελφών του, αφού Αυτός, ο Άγιος Θεός υπέστη την μεγαλύτερη θυσία, τη θυσία της ζωής Του, χάριν ημών. Βέβαια και σε τούτο ο Θεός θα μας βοηθήσει και δώρο δικό του είναι η αγιότητα και δώρημα άνωθεν κατεβαίνον, αρκεί ο άνθρωπος να προσφέρει τη θέλησή του στον Θεό και να ποθεί τον αγιασμό και την κάθαρσή του από τους μολυσμούς της αμαρτίας.
Αυτήν την έννοια έχουν -οι εν τη Αγία Γραφή προτροπές- τόσον του Κυρίου, όσο και των Αγίων Του Αποστόλων. ''Αγωνίζεσθε'' είπε ο Κύριος προς τους Χριστιανούς όλων των αιώνων. Και ''Έσεσθε υμείς τέλειοι, καθώς και ο πατήρ ημών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος εστί''. Και ''εισέλθετε δια της στενής πύλης'' (Λουκ. λγ' 24, Ματθ. ε' 48, ζ' 13). Αλλά και οι Άγιοι του Κυρίου Απόστολοι, προς αυτόν τον αγώνα κατευθύνουν τους πιστούς με τα φλογερά των συνθήματα. ''Ο άγιος αγιασθήτω έτι'' (Αποκ. κβ' 11), συνιστά ο μαθητής της αγάπης. Και ''Πας ο έχων την ελπίδα ταύτην επ' αυτώ αγνίζει εαυτόν, καθώς εκείνος αγνός εστί'' (Α' Ιωάν. γ' 3), επαναλαμβάνει ο ίδιος. Και ο Απ. Πέτρος: ''Κατά τον καλέσαντα υμάς άγιον, και αυτοί άγιοι εν πάση αναστροφή γεννήθητε'' (Α' Πέτρ. α' 15).
Σε κάθε περίπτωση, σε όλη την συνπεριφορά σας, σε κάθε λεπτομέρεια αυτής, σε όλες τις σχέσεις σας οικογενειακές, κοινωνικές, επαγγελματικές, να δείχνετε αγιότητα. Προς φίλους και εχθρούς, προς οικείους και ξένους, σε κάθε εργασία και απασχόληση, σε κάθε τόπο και χρόνο να συμπεριφέρεσθε κατά τρόπο άγιο. Ιδού η έννοια του αγιασμού, αλλά και το καθήκον όλων μας, να γινόμεθα καθημερινώς άγιοι. Γινόμαστε όμως; Προσέχομε, ώστε τίποτε το ένοχο, το αμαρτωλό, το ακάθαρτο να μη εισέλθει στο εσωτερικό μας; Αγωνιζόμαστε για να κρατήσομε την σκέψη μας καθαρή από λογισμούς πονηρούς, την καρδιά αγνή από αισθήματα αμαρτωλά, κατώτερα από φθόνους και αντιπάθειες, από μνησικακίες και εκδικητικές διαθέσεις;
Και τα μάτια μας, τα διατηρούμε καθαρά από εικόνες αμαρτωλές και θεάματα προκλητικά; Εάν όχι, τότε, πως θα δούμε τον Κύριο, τον καθαρό και Άγιο; Ο ίδιος, το επιβεβαίωσε στην περίφημη επί του όρους ομιλία Του: ''Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται'' είπε (Ματθ. ε' 8). Οι αγνοί και εξαγιασμένοι και εξηγνισμένοι θα δουν τον Θεόν. Οι άλλοι, πως θα Τον δουν, αφού δεν είναι καθαροί; Και ο Απ. Παύλος εμπνεόμενος από το πνεύμα του Θεού, συνιστά:
''Ταύτας έχοντας τας επαγγελίας,
αγαπητοί,
καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός
και πνεύματος,
επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού'' (Β' Κορ. ζ' 1).
Αφού μεγάλες και θαυμαστές υποσχέσεις έχομε από
τον Θεό,
ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας
από κάθε τι που μολύνει το σώμα και το πνεύμα μας
και ας τελειοποιούμεθα στην αγιοσύνη με φόβο
Θεού.
Ας μας αξιώσει ο περί πάντας αγαθός Κύριος,
να αποκτήσομε τον αγιασμό,
για να απολαύσομε τον θείον Του πρόσωπο.
Άρθρο του Αρχιμανδρίτη π. Ευθυμίου Μπαρδάκα
εκ του προσωπικού του Ιστολογίου ''ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ''.
Εισαγωγή στο μονοτονικό σύστημα και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αρχιμανδρίτης π. Ευθύμιος Μπαρδάκας
Εφημέριος Ι. Ν. Παναγίας Προυσιωτίσσης
Τσακού Αγίας Παρασκευής Αττικής.
ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΚΟΣΜΙΑΝΗ
Θαῦμα τῆς Θεοτόκου στήν αἱρετική Κοσμιανή
Θαῦμα τῆς Θεοτόκου στήν αἱρετική Κοσμιανή
«Δέν εἶσαι δική μας»
Μᾶς διηγήθηκε ὁ Ἀναστάσιος,
ὁ Πρεσβύτερος καὶ θησαυροφύλακας τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως,
ὅτι, ὅταν ἦρθε ἡ Κοσμιανή, ἡ γυναίκα τοῦ πατρίκιου Γερμανοῦ,
θέλησε μιὰ ἁγία Κυριακὴ νύχτα νὰ προσκυνήσει μόνη τὸ ἅγιο καὶ ζωοποιὸ Μνῆμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Καὶ καθὼς πλησίαζε τὸ ἱερό,
τὴν συνάντησε ὀφθαλμοφανῶς ἡ Ἁγία Θεοτόκος μαζὶ μὲ ἄλλες γυναῖκες καὶ εἶπε:
«Μιὰ καὶ δὲν εἶσαι ἀπὸ μᾶς, δὲν μπαίνεις ἐδῶ μέσα, γιατὶ δὲν εἶσαι δική μας»
(ἀνῆκε στὴν αἵρεση τοῦ Σεβήρου τοῦ Ἀκέφαλου).
Αὐτὴ ὅμως τὴν παρακαλεῖ πολὺ νὰ τῆς ἐπιτραπεῖ ἡ εἴσοδος.
Τῆς ἀποκρίθηκε ἡ Θεοτόκος καὶ εἶπε:
«Σὲ βεβαιώνω, γυναίκα, δὲν θὰ μπεῖς ἐδῶ μέσα, μέχρι ποὺ νὰ ἔρθεις σὲ μυστηριακὴ κοινωνία μὲ μᾶς».
Αὐτή, ἐπειδὴ κατάλαβε ὅτι ἐμποδίζεται νὰ μπεῖ, ἐπειδὴ εἶναι αἱρετική,
καὶ ὅτι, ἂν δὲν προσέλθει στὴν Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας,
δὲν μπαίνει, κάλεσε εὐθὺς τὸν Διάκονο·
κι ὅταν ἦρθε τὸ Ἅγιο Ποτήριο, μετάλαβε τὸ Ἅγιο Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ·
κι ἔτσι ἀξιώθηκε νὰ προσκυνήσει ἀνεμπόδιστα τὸ ἅγιο καὶ ζωοποιὸ Μνῆμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Αναδημοσίευση από το περιοδικό της Ι. Μ. Αγίων Αγγέλων Αφιδνών:
''Οικοδομή και Παραμυθία'',
αριθμός τεύχους 8, Ιούνιος - Αύγουστος 2016.
Επιμέλεια ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Ἰωάννου Μόσχου, Λειμωνάριον, Κεφάλ. 48, σελ. 58, ἔκδοσι Ἱερᾶς Μονῆς Σταυρονικήτα, Ἅγιον Ὄρος 1983.
Ἐπιμέλ. ἡμετ. Πατρίκιος: τιμητικός τίτλος ἰσόβιος, ἀλλά ὄχι κληρονομικός, πού ἀπόνεμαν οἱ Ρωμαῖοι Αὐτοκράτορες σέ ἀνώτατους Ἄρχοντες.
Σάββατο 27 Αυγούστου 2016
ΕΙΣ ΕΠΑΛΗΘΕΥΟΜΕΝΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ
Το βιβλίο αυτό γράφηκε πριν από εικοσιεπτά χρόνια,
με την ελπίδα μήπως βοηθήσει να αναχαιτισθεί η εκκλησιαστική μοιχεία του Οικουμενισμού.
Αλίμονο όμως!
Η ελπίδα εκείνη αποδείχθηκε φρούδα.
Ο Οικουμενισμός όχι μόνον προχώρησε και έφθασε στην κοινή λατρεία,
και μάλιστα σε ανώτατο επίπεδο,
αλλά ξεπέρασε και αυτά τα όρια του Χριστιανισμού,
έγινε θρησκευτικός συγκρητισμός και σατανική πανθρησκεία, τύπου Ασίζης και «Νέας Εποχής».
Το κακό ήρθε σιγά και ύπουλα, από πολύ παλιά.
Είναι το «μυστήριο της ανομίας»,
που «ενεργείται» διαρκώς και περισσότερο με την πάροδο των αιώνων και τείνει πρός την εσχατολογική αποκορύφωσή του.
Για μας εδώ, στην ορθόδοξη ανατολή,
η τελευταία φάση του άρχισε να διαγράφεται εμφανέστερα κατά τη διάρκεια του περίφημου «αιώνα των φώτων»,
με το «Μεγάλο» Πέτρο και τη «Μεγάλη» Αικατερίνη της Ρωσίας
και όλους εκείνους τους «ορθόδοξους»,
που εκστατικοί μαθήτευαν στα ειδωλολατρικά «φώτα» της Δύσης.
Διδάσκαλοι με μεγάλο όνομα, σαν τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Κοραή, δίδασκαν στην Ελλάδα την ειδωλολατρία και τους νεώτερους φιλοσόφους της Δύσεως και διαπληκτίζονταν οι λόγιοι από τα Ιωάννινα μέχρι το Φανάρι για το ποιοί φιλόσοφοι ήταν ανώτεροι, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης ή ο Leibnitz, ο Wolff και ο Locke. Οι λίγοι μοναχοί του Αγίου Όρους που είχαν αληθινά χριστιανικό φρόνημα έβλεπαν με θλίψη την ματαιολογία των κατ’ όνομα ορθοδόξων Χριστιανών και αδιάφοροι για την κοσμική σοφία, έβοσκαν στον τερπνό και φωτεινό λειμώνα των συγγραμμάτων των αγίων διδασκάλων της Εκκλησίας, όπου επιλάμπει ο Χριστός και μόνον.
Αποτέλεσμα ήταν να επέλθει ανάμεσα στα δύο αυτά αντίθετα ρεύματα, τέτοια ψυχική διάσταση, ώστε στό Άγιον Όρος να εξελιχθεί, με ελάχιστη κατά τα φαινόμενα αφορμή, η περίφημη περί μνημοσύνων και κολλύβων μάχη, που είχε δραματικές για τον τόπο συνέπειες. Επρόκειτο στην πραγματικότητα για σύγκρουση του πατερικού πνεύματος της Ορθοδοξίας με το πνεύμα του κόσμου, που φορούσε κι αυτό μοναχική περιβολή. Τα θλιβερά εκείνα γεγονότα, που προσπάθησα κι εγώ να περιγράψω με συντομία στό περιοδικό «Οι Ρίζες» (Τεύχη 23 και 24), είναι το κλειδί για την κατανόηση της Ιστορίας μας, των δύο τελευταίων αιώνων. Πολύ πρίν γίνει ο διωγμός της Ορθοδοξίας από τον Φαρμακίδη και τους Βαυαρούς είχε γίνει ένας άλλος διωγμός στην ίδια την καρδιά της, τον Άθωνα. Και τον διωγμό εκείνον, τον πρώτο, δεν τον έκαναν χωροφύλακες αλλά μοναχοί, συνεπικουρούμενοι από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Λίγοι έχουν αντιληφθεί πόσο καίρια σημασία είχε ο διωγμός των κολλυβάδων από το Άγιον Όρος για τις μετέπειτα εξελίξεις σ’ ολόκληρο το χώρο της ορθόδοξης ανατολής. Χωρίς τη σωστή εκτίμηση των γεγονότων αυτών δεν μπορούμε να καταλάβουμε από ποιά «σκάλα» κατεβήκαμε στό «υπόγειο» που βρισκόμαστε σήμερα, και θα παραμείνει αίνιγμα πώς, λαοί που έδωσαν στην Εκκλησία του Χριστού τόσους αγίους και μάρτυρες, έφθασαν στις μέρες μας να παραδώσουν την Ορθοδοξία στους εχθρούς της χωρίς αντίσταση. Πολλά έχουν γραφεί για το καλό που έγινε στην υπόλοιπη Ελλάδα από τους μοναχούς με πατερικό φρόνημα και βίωμα, που διωγμένοι από το Άγιο Όρος από τους εκεί συνασκητές τους, και με το χλευαστικό παρωνύμιο «κολλυβάδες», εγκατεστάθηκαν και ασκήτεψαν σε διάφορα νησιά του Αιγαίου στα τέλη του 18ου αιώνα.
Ελάχιστα όμως έχουν γραφεί για το κακό που έγινε στό ίδιο το Άγιον Όρος από την ολοκληρωτική ερήμωσή του από τους φορείς της ορθοδόξου Παραδόσεως ή για το κακό που έγινε στις ορθόδοξες χώρες από το γεγονός αυτό. Το Άγιον Όρος είναι το μοναστικό κέντρο της Ορθοδοξίας για ολόκληρη τη δεύτερη μετά Χριστόν χιλιετηρίδα, ο δε μοναχισμός είναι η καρδιά της Ορθοδοξίας. Τα γεγονότα του 18ου αιώνα έμειναν η αθεράπευτη πληγή της καρδιάς αυτής. Ο κύριος αγωγός της πνευματικής μας Παράδοσης διακόπηκε, και οι σποραδικές και διάσπαρτες εστίες της κατακερματίστηκαν και αποδυναμώθηκαν ολοσχερώς σε διάστημα μικρότερο του αιώνος. Η άνθηση της Ορθοδοξίας στα νησιά του Αιγαίου και η παράλληλη και αντίστοιχη άνθηση της Παϊσιανής παράδοσης στη Μολδαβία και τη Ρωσία δεν είχαν την απαιτούμενη μάζα για να συνεχίσουν την πρώθησή τους μέσα στους αντίξοους καιρούς.
Ήταν δύο μεγάλοι ποταμοί με καθαρό και δροσερό νερό, που η πηγή τους, το Άγιον Όρος, είχε στερέψει. Τα μνημεία της φωτεινής εκείνης εποχής είναι σήμερα ερείπια εγκαταλειμένων μοναστηριών, όπως του Ευαγγελισμού στη Σκιάθο, του Νιαμέτς στη Ρουμανία, της Όπτινα στη Ρωσία. Το κακό το επισφράγησαν οι δύο μεγάλες καταστροφές, της Μικράς Ασίας και της Ρωσίας. Όταν το 1924 το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η Εκκλησία της Ελλάδος κατήργησαν το εορτολόγιο των ορθοδόξων και έφεραν στη θέση του το εορτολόγιο του Πάπα Γρηγορίου, πολλοί ευσεβείς άνθρωποι στην Ελλάδα κατάλαβαν ότι οι ποιμένες τους «θέλουν να μας φραγκέψουν» και έπαψαν να έχουν εκκλησιαστική κοινωνία μαζί τους. Έμειναν όμως χωρίς επισκόπους, χωρίς πρεσβυτέρους και χωρίς ναούς. Τότε ήρθε αρωγός στο λαό το Άγιον Όρος, που κι αυτό δεν είχε δεχθεί την καινοτομία και το μεγάλο μέρος των μοναχών του δεν μνημόνευε τον καινοτόμο Πατριάρχη. Έτσι, οι ιερομόναχοι και οι απλοί μοναχοί του Αγίου Όρους έγιναν οι καθοδηγητές του ορθόδοξου λαού, που χλευαστικά ονομάστηκαν «Παλαιοημερολογίτες».
Όμως, τι είδους Ορθοδοξία έδωσαν οι αγιορείτες αυτοί στο λαό που διψούσε για την αλήθεια και ήθελε να μείνει στην πίστη και στην ευσέβεια των Πατέρων του; Ποιά άλλη από την «Ορθοδοξία» των διωκτών εκείνων αγιορειτών του 18ου αιώνος, που είχαν φορτώσει στην ψυχή τους το αίμα των δολοφονημένων κολλυβάδων; Γιατί, αυτή η πίστη, αυτή η παράδοση, αυτή η ευσέβεια είχε μείνει στό Άγιον Όρος μετά την αποπομπή των κολλυβάδων. Κάθε πνευματικός γυιός αυτήν την παράδοση κληρονομούσε από τον πνευματικό του πατέρα, αυτήν την παράδοση που η Αγία Γραφή ονομάζει «παράδοση των ανθρώπων». «Διατί παραβαίνετε την εντολή του Θεού διά την παράδοσιν υμών; Υποκριταί! Καλώς προεφήτευσε περί υμών Ησαϊας λέγων: εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσι με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού μάτην δε σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίαν εντάλματα ανθρώπων...» (Ματθ. ιε΄). Να, λοιπόν, πώς φθάσαμε να ενσκήψει η λαίλαπα του Οικουμενισμού και του συγκρητισμού επάνω μας και να μήν υπάρχουν άνθρωποι να προβάλουν αντίσταση.
Ποιος να αντισταθεί; το πλήθος των αδιαφόρων και απονευρωμένων ψυχών των Χριστιανών της καλοπέρασης, που χειροκροτούν κάθε νεοτερισμό και τρέφονται πνευματικά με ορθοδοξόμορφο δυτική ευσέβεια ή οι προδομένοι από τους γεροντάδες και πνευματικούς τους φιλομόναχοι, που αν συναντούσαν σήμερα έναν από εκείνους τους αγίους κολλυβάδες του 18ου αιώνα θα τον προπηλάκιζαν και θα τον εξευτέλιζαν πολύ χειρότερα από τους πνευματικούς των προγόνους; Οι σημερινοί «ορθόδοξοι» διδάχθηκαν δύο ειδών «Ορθοδοξίες». Ή την «Ορθοδοξία» του «χαρά και γέλιο και καμάρι» ή τη μοναστική «Ορθοδοξία» της αντικολλυβαδικής παραδόσεως. Την πατερική Ορθοδοξία λίγοι την γνωρίζουν και ελάχιστοι την αγαπούν και αγωνίζονται να τη ζήσουν. Όμως αυτή είναι η μόνη, που έχει το «ύδωρ το ζών», που κάνει ζωντανές τις ψυχές των ανθρώπων, ώστε να μπορούν να αγωνιστούν για την αλήθεια.
Πώς, λοιπόν, να αναχαιτισθεί ο Οικουμενισμός, αφού φυτεύθηκε σε τόσο πρόσφορο έδαφος; Οι ορθόδοξοι Χριστιανοί των τελευταίων καιρών «την αγάπην της αληθείας ουκ εδέξαντο εις το σωθήναι αυτούς και διά τούτο πέμψει αυτοίς ο Θεός ενέργειαν πλάνης εις το πιστεύσαι αυτούς τω ψεύδει, ίνα κριθώσι πάντες οι μη πιστεύσαντες τη αληθεία, αλλ’ ευδοκήσαντες εν τη αδικία» (Θεσσ. Β΄, β΄ 10-12). Εκεί που φθάσαμε μόνο θαύμα μπορεί να μας σώσει, όσους βέβαια θέλουμε να σωθούμε. Γιατί έχουμε μπροστά μας τη δαιμονική ειδωλολατρική πανθρησκεία με ορθοδοξοφανή πολλές φορές προσωπεία και από πίσω μας δεν έχουμε την παράδοση και το παράδειγμα για να μας καθοδηγήσει και να μας στηρίξει. Εμείς, οι έσχατοι Χριστιανοί, δεν έχουμε δίπλα μας αγίους ανθρώπους για να μας δείξουν τον δρόμο, ζωντανοί πρός ζωντανούς, όπως γινόταν παλιά. Έχουμε όμως σε αφθονία κάτι που δεν το είχαν οι παλιοί, έχουμε τα βιβλία των αγίων. Ο Θεός οικονομεί για την κάθε γενεά με αγάπη και δικαιοσύνη. Άς επωφεληθούμε, λοιπόν, από το μερίδιο το δικό μας. Ο Θεός κάνει και σήμερα θαύματα, όπως παλιά, και θα μας σώσει, αν δεν συμβιβασθούμε με κανένα ψέμα και αν αποφασίσουμε «πάντα παθείν διά την ευσέβειαν».
Αν θέλουμε να μείνουμε αληθινοί μαθητές του Χριστού στα χρόνια των μεγάλων θλίψεων που έρχονται, πρέπει να πάρουμε την απόφαση να είμαστε αληθινοί σε όλα, έστω και αν χρειαστεί να μείνουμε μόνον δύο ή τρείς συνηγμένοι στό Όνομά Του. Το βιβλίο, που έχετε στα χέρια σας δεν έφερε μέχρι τώρα κανένα εμφανές αποτέλεσμα. Είναι όμως τόσο επίκαιρα, τα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό, ώστε πολλοί θα νομίσουν ότι το έγραψα σήμερα και όχι πρίν από 27 ολόκληρα χρόνια. Εν τούτοις, το κείμενο παραμένει αναλλοίωτο, όπως ακριβώς τυπώθηκε το 1964. Ούτε γράμμα δεν έχει αλλάξει. Το μόνο καινούργιο είναι αυτός ο πρόλογος. Σήμερα, φυσικά, δεν πιστεύω ότι μπορεί να αναχαιτισθεί το κακό. Θέλω, μόνο, να μη χαθεί η μαρτυρία της αλήθειας. Αυτό είναι το δικό μας ανθρώπινο καθήκον. Τα υπόλοιπα, τα ξέρει μόνον ο Θεός. Δεν υπάρχουν παρά μόνο δύο σημεία του κειμένου, που πρέπει να διορθωθούν. Το πρώτο είναι στη σελίδα 35. Γράφω: «Ο λόγος για τον οποίον απεφασίσθη η εισαγωγή του νέου ημερολογίου στην Ελλάδα, ούτε αστρονομικός, ούτε θεολογικός ήταν».
Ότι ο λόγος δεν ήταν αστρονομικός είναι αλήθεια, αλλά ότι δεν ήταν ούτε θεολογικός είναι λάθος. Η αλλαγή του ημερολογίου ήταν η πρώτη πράξη του Οικουμενισμού, η πρώτη εμπράγματη εφαρμογή του. Με την εισαγωγή του δυτικού εορτολογίου στην Εκκλησία της Ελλάδος πραγματοποιήθηκε η εορτολογική ένωσή της με τους Παπικούς και τους Προτεστάντες. Τα στάδια της ενώσεως των Ανατολικών με τους Δυτικούς είχαν περιγραφεί επίσημα στην περίφημη εγκύκλιο «προς τας απανταχού Εκκλησίας του Χριστού», που κυκλοφόρησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο σ’ όλες τις αερετικές και ορθόδοξες Εκκλησίες το 1920, τέσσερα χρόνια πρίν από την αλλαγή του ημερολογίου στην Ελλάδα (βλέπε Ι. Καρμίρη, «Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας», τόμος β΄). Στην εγκύκλιο αυτή, η αλλαγή του εορτολογίου περιγράφεται σαν το πρώτο βήμα, η πρώτη φάση της ενώσεως των Εκκλησιών, που πρέπει να προηγηθεί όλων των άλλων. Το δεύτερο σημείο που πρέπει να διορθωθεί είναι στη σελίδα 95, εκεί που γράφω για τις ρωσικές Εκκλησίες.
Η διαφορά ανάμεσα στο Πατριαρχείο της Μόσχας και τη Ρωσική Εκκλησία της διασποράς, που δεν έχει εκκλησιαστική κοινωνία με το Πατριαρχείο, δεν ήταν τόσο επιφανειακή, όσο νόμισα τότε. Το Πατριαρχείο της Μόσχας ταυτίστηκε με το αντίθεο κομμουνιστικό κράτος το 1927 επί Σεργίου, που έγινε Πατριάρχης επειδή δέχθηκε να διακηρύξει τα εντελώς αντίθετα απ’ όσα είχε διακηρύξει η Σύνοδος του 1917-18 και ο Πατριάρχης Τύχων, που μαρτύρησε δηλητηριασμένος το 1925. Μέχρι σήμερα, το Πατριαρχείο Μόσχας είναι υπάκουα υποταγμένο στο σοβιετικό κράτος, από το οποίο και χρηματοδοτείται. Τι δρόμο θα ακολουθήσει στο μέλλον η Ρωσική Εκκλησία της διασποράς δεν το ξέρω, ένα είναι βέβαιο, το 1983 η Εκκλησία αυτή αναθεμάτισε επίσημα την αίρεση του Οικουμενισμού και όσους κοινωνούν μ’ αυτήν. Ο αναθεματισμός αυτός πήρε κεντρική θέση στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας και διαβάζεται έκτοτε επίσημα σε κάθε ορθόδοξο ναό την Κυριακή της Ορθοδοξίας, μαζί με τα άλλα αναθέματα των από αιώνων αιρετικών.
Όσα έγιναν μέσα στα 27 χρόνια που μεσολάβησαν, από την πρώτη έκδοση, δικαίωσαν την κάθε γραμμή του βιβλίου αυτού. Υπήρξαν διάσημοι πνευματικοί τότε, που όταν διάβασαν τα χειρόγραφα εισηγήθηκαν στους εκδότες, ή να μη δημοσιευθεί το βιβλίο, ή να αλλάξει, για να μη φέρει χωρίς λόγο ταραχή στην Εκκλησία. «Μετά από κάθε κακοκαιρία, έλεγαν, ξαναβγαίνει ο ήλιος. Μόλις πεθάνει ο Αθηναγόρας, η Ορθοδοξία θα ξαναλάμψει στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως». Ο Αθηναγόρας πέθανε, αλλά η Ορθοδοξία δεν ξαναέλαμψε, ούτε και θα ξαναλάμψει στα Πατριαρχεία της Ανατολής, όπως δεν ξαναέλαμψε δέκα αιώνες τώρα στο Πατριαρχείο της Ρώμης. Η αδιάκριτη αισιοδοξία των πνευματικών είναι μια από τις αιτίες της αδράνειας των Ορθοδόξων μπροστά στην αποστασία των ποιμένων τους, που προφήτεψε ο Απόστολος Παύλος (Β΄ Θεσσ. β΄3).
Ο Κύριος δεν ήταν καθόλου αισιόδοξος για την εξέλιξη των γεγονότων
και μας είχε εξηγήσει,
όπως εξ’ άλλου και όλοι οι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας,
ότι όσο περνάει ο καιρός και θα πλησιάζει η ένδοξη Δευτέρα Παρουσία και η ανάσταση και η ανακαίνιση των πάντων,
θα πηγαίνουμε από το κακό στο χειρότερο,
σε σημείο να κινδυνεύσουν στο τέλος να χαθούν και οι εκλεκτοί.
«Πλήν ο υιός του ανθρώπου ελθών, άρα ευρήσει την πίστην επί της γής;» (Λουκ. ιη΄, 8).
Στο τέλος, είπε ο Κύριος,
η ανθρωπότητα θα είναι όπως ήταν στις μέρες του Νώε και στις μέρες του Λωτ, δηλαδή Σόδομα και Γόμορα (Λουκ. ιζ΄ 26, 28).
Η αποστασία των ποιμένων δεν θα αφήνει τους ποιμενόμενους να ανανήψουν,
διότι θα τους ζητούν να κάνουν υπακοή σ’ αυτούς που οι ίδιοι δεν κάνουν υπακοή στό Χριστό,
τον οποίο οι περισσότεροι,
ούτε αγαπούν, ούτε καν πιστεύουν σ’ Αυτόν.
Εκ του βιβλίου του Αλεξάνδρου Καλόμοιρου: ''ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ''.
''Ο πρόλογος αυτός γράφηκε τον Απρίλιο του 1989, ένα περίπου χρόνο πριν τον θάνατο του συγγραφέα''.
''Ο πρόλογος αυτός γράφηκε τον Απρίλιο του 1989, ένα περίπου χρόνο πριν τον θάνατο του συγγραφέα''.
Εκδόσεις ''Ζέφυρος'', Αθήνα 1964, σελίδες 20 - 23.
Στην φωτογραφία της ανάρτησης,
ο αείμνηστος, Μητροπολίτης Σίλβεστρος της Εκκλησίας των Κατακομβών της Ρουμανίας,
που αντιστάθηκε στην προέλαση του Οικουμενισμού δια της ημερολογιακής καινοτομίας
και εκοιμήθη ειρηνικώς το 1992.
που αντιστάθηκε στην προέλαση του Οικουμενισμού δια της ημερολογιακής καινοτομίας
και εκοιμήθη ειρηνικώς το 1992.
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Αλέξανδρος Καλόμοιρος
Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΟΥ 1926
Η αγωνιστικότητα καί ἐπινοητικότητα τῶν Προπατόρων μας στήν Γνησία Ὀρθοδοξία
ἦταν ἀπό τά πρῶτα χρόνια τοῦ ἱεροῦ Ἀγῶνος
ὑπέρ τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου ἐντυπωσιακή.
Ἐπί τῇ Ἑορτῇ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου,
ἀναδημοσιεύουμε διήγησι αὐτόπτου μάρτυρος ἀπό τόν ἑορτασμό τῆς Κοιμήσεως τοῦ 1926,
ὅπως παρατίθεται στό ἐπίσημο περιοδικό μας
«Ἡ Φωνή τῆς Ὀρθοδοξίας»,
ἀριθ. 339/23.5.1960, σελ. 3.
Ἡ Παναγία μας θέρμαινε τὸν ζῆλο τους, ὥστε νὰ ἀψηφοῦν τὶς διώξεις καὶ νὰ ἐμμένουν στὴν Ἀκαινοτόμητη Ὀρθοδοξία, καταισχύνοντας τοὺς θλιβεροὺς διῶκτες τους καὶ ὑπερασπιζόμενοι τοὺς γνησίους Λειτουργοὺς τοῦ Ὑψίστου. Τὸ κείμενο-μαρτυρία, ὑπογραφόμενο ἀπὸ τὸν Κ.Ν., ἔχει ὡς ἑξῆς: Κατὰ τὸ 1926, 14-15 Αὐγούστου, ἐπήγαμε κάτωθεν ἀπὸ τὶς Βασιλικὲς Γέφυρες, ὅπου εἶναι πρὸς τὰ Λιόσια. Εἶναι τὸ περιβόλι τοῦ Τουρκαμπῆ, τὸ ὁποῖον ἔχει μέσα δύο Ἐκκλησίες, τὸν Ἅγιον Νικόλαον καὶ τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου. Ἐπήγαμε καὶ τοὺς παρακαλέσαμε νὰ μᾶς ἀφίσουνε νὰ κάνουμε τὴν Ἀγρυπνία τῆς Κοιμήσεως καὶ οἱ νοικοκυραῖοι μᾶς ἄφισαν καὶ ἀφοῦ ἐπήγαμε καὶ ἀρχίσαμε τὴν Ἀκολουθία, στὰς 11.30 μ.μ., ἐπαρουσιάστηκε ἀστυνομικὴ ἀρχὴ καὶ ἐζητοῦσαν τὸν Ἱερέα, χωρὶς ὀνομαστικὸν ἔνταλμα. Ἐγὼ ἔψαλλα καὶ ἤλθανε καὶ μοῦ λένε: −Ζητᾶνε τὸν Ἱερέα. Τότε ἄφισα ἄλλον στὸ ἀναλόγιον καὶ ἐβγῆκα ἔξω καὶ ἄλλοι μαζί μου, Βαπορίδης, Σιδέρης κλπ. καὶ ἐκαλησπέρισα τὸν ἐπικεφαλῆς καὶ ρωτῶ, τί ζητοῦν;
Καὶ μοῦ λένε: −Τὸν Ἱερέα. Καὶ τοὺς λέγω: −Νὰ τὸν πάρετε, παιδιά, ἀλλὰ ὄχι τώρα. Διότι ἄν τὸν πάρετε τώρα, δὲν σᾶς ἐγγυοῦμαι τὶ θὰ πάθετε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν - ἦταν ἕως 2 μὲ 2 ½ χιλιάδες Λαός. Ἀλλὰ θὰ ἀφίσετε, συνέχισα, νὰ τελειώσῃ τὴν Λειτουργίαν καί, ἑωσότου νὰ κάμῃ τὴν κατάλυσιν ὁ Ἱερεύς, ὁ κόσμος θὰ φύγῃ καὶ ἔτσι μὲ ἡσυχίαν τὸν παίρνετε καὶ πᾶτε στὴν δουλειά σας – καὶ ἀναπαυθήκανε οἱ κύριοι, ὅτι ἔτσι τὸν εἴχανε στὰ χέρια τους. −Πάντως, καθίσατε στὸ ὄχημά σας καὶ φυλᾶτε. Ἐμεῖς ἀμέσως ἐπήγαμε μέσα στὸν Ἱερέα καὶ τοῦ λέμε νὰ τὰ πῇ λίγο σύντομα διὰ νὰ φύγῃ, διότι τὸν ζητάει ἡ Ἀστυνομία. Καὶ λέγει ὁ Ἱερεύς: −Πῶς θὰ φύγω; Ἐμεῖς τοῦ εἴπαμε: −Ἐσεῖς θὰ βγῆτε (δηλ. τελειῶστε) συντομώτερα καὶ ὅταν θὰ πῆτε τὴν Ὀπισθάμβωνον Εὐχὴν νὰ τὴν πῆτε σιγὰ καὶ ἐγὼ θὰ τὴν πῶ δυνατὰ ὅταν ἐσεῖς θὰ ἔχετε φύγει.
Ἐγὼ ἐξακολούθησα νὰ ψάλλω καὶ πιὸ δυνατά. Ὅταν κατὰ τὶς 3.30 ἐτελείωσε ὁ Ἱερεὺς ὅλην του τὴν ὑπηρεσίαν, ἐπήραμε ἀπὸ τρεῖς Καλόγρηες τὰ καλύμματά τους καὶ τὸν ἐντύσαμε Καλογραῖα, τοῦ ἀφίσαμε μόνον τὰ μάτια ἀσκέπαστα. Ἐπήραμε καὶ δυὸ γερόντισσες καὶ τὸν ἐπιάσαν, μία δεξιὰ καὶ ἡ ἄλλη ἀριστερά, καὶ τοῦ εἴπαμε νὰ κουτσαίνη λίγο. Βγαίνοντας ἔξω τοῦ λέγανε οἱ γερόντισσες: −Ἔλα, κακομοίρα μου, ποὺ ἤθελες καὶ ἐσὺ Ἀγρυπνία ἀπόψε!... Καὶ τοῦ ἐδώσαμε καὶ ἕνα παιδάκι νὰ παρακολουθήσῃ τὸν Ἱερέα, μόλις φύγῃ ἀπὸ τὴν περιφέρειαν τῆς Ἐκκλησίας, νὰ μᾶς εἰδοποιήσῃ, τότε νὰ σταματήσουμε. Ἀφοῦ ἔφυγεν ὁ Ἱερεὺς καὶ ἐμπῆκε καὶ στὸ σπίτι του, εἰδοποιήθηκα καὶ ἐτελείωσα, λέγοντας τὸ «Δι’ εὐχῶν» δυνατά, νὰ τὸ ἀκούσουνε καὶ οἱ Χωροφύλακες. Καὶ ἀμέσως ἔτρεξαν νὰ μὴν τοὺς φύγῃ καὶ ἀφοῦ ἐμπήκανε μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔψαξαν παντοῦ, καὶ στὸ Ἱερόν, μοῦ λένε: −Ποῦ εἶναι ὁ Ἱερεύς; Τοὺς λέω καὶ ἐγώ: −Ἐμένα τὸν ζητᾶτε τὸν Ἱερέα; Δὲν σᾶς εἶπα νὰ φυλᾶτε; Καὶ τοὺς λέω:
−Ξεύρετε, παιδιά,
ὅταν ὁ Ἱερεύς εἶναι ἀπό Λειτουργίαν,
ἔχει τήν χάριν καί πετάει,
γίνεται ὑπόπτερος ἀετός.
−Βρέ μᾶς κοροϊδεύεις;
Τότε τούς λέγω καί ἐγώ:
−Ἑπτά χρόνια στρατιώτης ἔκανα καί θά μοῦ πάρετε ἐσεῖς τόν Ἱερέα;...
Ἐθύμωσαν, ἐφώναξαν.
Ἀλλά ἔφυγαν ἄπρακτοι καί ἔτσι ἐδοξολογήσαμε τήν Βασίλισσα τῶν Ἀγγέλων,
τήν Ἁγίαν της Κοίμησιν,
μέ ἁψιμαχίες.
Ἄς δοξολογήσωμεν τόν Θεόν διά τάς δωρεάς ὅπου μᾶς παρέχει.
Ἀμήν, γένοιτο!
−Ξεύρετε, παιδιά,
Επιμέλεια ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Κ.Ν.
Η ΖΩΗΦΟΡΟΣ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΗΤΡΟΣ
...Αν ο θάνατος των Οσίων είναι τίμιος και η μνήμη
δικαίου συνοδεύεται από εγκώμια,
πόσο μάλλον τη μνήμη της αγίας των αγίων,
δια της οποίας επέρχεται όλη η αγιότης στους αγίους,
δηλαδή τη μνήμη της αειπάρθενης και Θεομήτορος,
πρέπει να την επιτελούμε με τις μεγαλύτερες ευφημίες.
Αυτό πράττουμε εορτάζοντας την επέτειο της αγίας κοιμήσεως ή μεταστάσεώς της,
που αν και με αυτή είναι λίγο κατώτερη από τους αγγέλους,
όμως ξεπέρασε σε ασύγκριτο βαθμό και τους αγγέλους και τους αρχαγγέλους
και όλες τις υπερκόσμιες δυνάμεις δια της εγγύτητός της προς τον Θεό
και δια των από παλαιά γραμμένων και πραγματοποιημένων σ' αυτή θαυμασίων...
Ο θάνατός της είναι ζωηφόρος, μεταβαίνοντας σε ουράνια και αθάνατο ζωή, και η μνήμη τούτου είναι χαρμόσυνη εορτή και παγκόσμια πανήγυρις, που όχι μόνο ανανεώνει τη μνήμη των θαυμασίων της Θεομήτορος, αλλά και προσθέτει τη κοινή και παράδοξη συνάθροιση των ιερών Αποστόλων από κάθε μέρος της γης για την πανίερη κηδεία της, με θεολήπτους ύμνους, με τις αγγελικές επιστασίες και χοροστασίες και λειτουργίες γι΄ αυτήν. Οι Απόστολοι προπέμπουν, ακολουθούν, συμπράττουν, αποκρούουν, αμύνονται και συνεργούν με όλη τη δύναμη μαζί με εκείνους που εγκωμιάζουν το ζωαρχικό και θεοδόχο εκείνο σώμα, το σωστικό φάρμακο του γένους μας, το σεμνολόγημα όλης της κτίσεως.
Ενώ ο ίδιος ο Κύριος Σαβαώθ και Υιός αυτής της αειπάρθενης, είναι αοράτως παρών και αποδίδει στη μητέρα την εξόδιο τιμή. Σε αυτού τα χέρια εναπέθεσε και το θεοφόρο πνεύμα, δια του οποίου έπειτα από λίγο μεταθέτει και το συζυγικό προς εκείνο σώμα σε χώρο αείζωο και ουράνιο. Διότι μόνο αυτή, ευρισκομένη ανάμεσα στο Θεό και σ' ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, τον μεν Θεό κατέστησε υιόν ανθρώπου, τους δε ανθρώπους έκανε υιούς Θεού, ουρανώσασα τη γη και θεώσασα το γένος. Και μόνο αυτή από όλες τις γυναίκες αναδείχθηκε μητέρα του Θεού εκ φύσεως πάνω από κάθε φύση. Υπήρξε βασίλισσα κάθε εγκοσμίου και υπερκοσμίου κτίσματος. Τώρα έχοντας και τον ουρανό κατάλληλο κατοικητήριο, ως ταιριαστό της βασίλειο, στον οποίο μετατέθηκε σήμερα από τη γη, στάθηκε και στα δεξιά του παμβασιλέως με διάχρυσο ιματισμό ντυμένη και στολισμένη, όπως λέγει ο προφήτης. (Ψαλμ. 44,11).
Διάχρυσο ιματισμό, που σημαίνει στολισμένη με τις παντοειδείς αρετές. Διότι μόνο αυτή κατέχει τώρα μαζί με το θεοδόξαστο σώμα και με τον Υιό, τον ουράνιο χώρο. Δεν μπορούσε πραγματικά γη και τάφος και θάνατος να κρατεί έως το τέλος το ζωαρχικό και θεοδόχο σώμα της και αγαπητό ενδιαίτημα ουρανού και του ουρανού των ουρανών. Αποδεικτικό για τους μαθητές στοιχείο περί της αναστάσεώς της από τους νεκρούς γίνονται τα σινδόνια και τα εντάφια, που μόνα απέμειναν στο τάφο και βρέθηκαν από εκείνους που ήλθαν να την ζητήσουν, όπως συνέβηκε προηγούμενα με τον Υιό και δεσπότη. Δεν χρειάσθηκε να μείνει και αυτή επίσης για λίγο πάνω στη γη, όπως ο Υιός της και Θεός, γι' αυτό αναλήφθηκε αμέσως προς τον υπερουράνιο χώρο από τον τάφο.
Με την ανάληψή της η Θεομήτορ συνήψε τα κάτω με τα άνω και περιέλαβε το πάν με τα γύρω της θαυμάσια, ώστε και το ότι είναι ελαττωμένη πολύ λίγο από τους αγγέλους, γευόμενη το θάνατο, αυξάνει τη υπεροχή της σε όλα . Και έτσι είναι η μόνη από όλους τους αιώνες και από όλους τους αρίστους που διαιτάται με το σώμα στον ουρανό μαζί με τον Υιό και Θεό. Η Θεομήτωρ είναι ο τόπος όλων των χαρίτων και πλήρωμα κάθε καλοκαγαθίας και εικόνα κάθε αγαθού και κάθε χρηστότητος, αφού είναι η μόνη που αξιώθηκε όλα μαζί τα χαρίσματα του Πνεύματος και μάλιστα η μόνη που έλαβε παράδοξα στα σπλάχνα της εκείνον στον οποίο βρίσκονται οι θησαυροί όλων των χαρισμάτων. Τώρα δε με το θάνατό της προχώρησε από εδώ προς την αθανασία και δίκαια μετέστη και είναι συγκάτοικος με τον Υιό στα υπερουράνια σκηνώματα και από εκεί επιστατεί με τις ακοίμητες προς αυτόν πρεσβείες εξιλεώνοντας αυτόν προς όλους μας.
Είναι τόσο πολύ πλησιέστερη από τους πλησιάζοντας το Θεό, όχι μόνο από τους ανθρώπους, αλλά και από αυτές τις αγγελικές ιεραρχίες. «Τα Σεραφίμ στέκονταν γύρω του» (Ησαϊας 6,2) και ο Δαβίδ λέγει: «παρέστη η βασίλισσα στα δεξιά σου». Βλέπετε τη διαφορά της στάσεως; Από αυτή μπορείτε να καταλάβετε και τη διαφορά της, κατά την αξία της τάξεως. Διότι τα Σεραφείμ ήταν γύρω από το Θεό, πλησίον δε στον ίδιο μόνο η βασίλισσα και μάλιστα στα δεξιά του. Όπου κάθισε ο Χριστός στον ουρανό, δηλαδή στα δεξιά της μεγαλωσύνης, εκεί στέκεται και αυτή τώρα που ανέβηκε από τη γη στον ουρανό. Ποιός δεν γνωρίζει ότι η Παρθενομήτωρ είναι εκείνη η βάτος που ήταν αναμμένη αλλά δεν καταφλεγόταν. (Ψαλμ.44,19) Και αυτή η λαβίδα, που πήρε το Σεραφίμ, τον άνθρακα από το θυσιαστήριο, που συνέλαβε δηλαδή απυρπολήτως το θείο πυρ και κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να έλθει προς το Θεό. Επομένως μόνη αυτή είναι μεθόριο της κτιστής και της άκτιστης φύσεως. Ποιός θα αγαπούσε το Υιό και Θεό περισσότερο από τη μητέρα, η οποία όχι μόνο μονογενή τον γέννησε, αλλά και μόνη της αυτή χωρίς ανδρική ένωση, ώστε να είναι το φίλτρο διπλάσιο.
Όπως λοιπόν, αφού μόνο δι' αυτής επεδήμησε προς εμάς, φανερώθηκε και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους, ενώ πρίν ήταν αθέατος, έτσι και στον μελλοντικό ατελεύτητο αιώνα κάθε πρόοδος και αποκάλυψη μυστηρίων χωρίς αυτήν θα είναι αδύνατος. Δια μέσου της Θεομήτορος θα υμνούν το Θεό γιατί αυτή είναι η αιτία, η προστάτης και πρόξενος των αιωνίων. Αυτή είναι θέμα των προφητών, αρχή των Αποστόλων, εδραίωμα των μαρτύρων, κρηπίς των διδασκάλων, η ρίζα των απορρήτων αγαθών, η κορυφή και τελείωση κάθε αγίου.
Ω Παρθένε θεία και τώρα Ουρανία,
πως να περιγράψω όλα σου τα προσόντα;
Πως να σε δοξάσω, το θησαυρό της δόξας;
Εσένα και η μνήμη μόνο αγιάζει αυτόν που την χρησιμοποιεί.
Μετάδωσε πλούσια λοιπόν τα χαρίσματά σου στο λαό σου,
Δέσποινα,
δώσε τη λύση των δεινών μας,
μετάτρεψε όλα προς το καλύτερο με τη δύναμή σου,
δίδοντας τη χάρη σου για να δοξάζουμε το προαιώνιο Λόγο
που σαρκώθηκε από σένα γα μας
μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα,
τώρα και πάντοτε και στους ατελευτήτους αιώνες. Γένοιτο...
Απόσπασμα από τις Πατερικές εκδόσεις:
«Γρηγόριος ο Παλαμάς», τόμος 10ος.
Λόγος εις την Κοίμησην της Θεοτόκου.
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς
Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016
ΤΟ ΞΕΦΤΙΣΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ
Όταν λογαριάσης σαν λεπτομέρεια
ένα στοιχείο της παραδόσεως,
τότε με την πρώτη ευκαιρία
θα θεωρήσης σαν λεπτομέρεια και ένα άλλο,
και τέλος θα αναγάγης σε λεπτομέρειες όλα όσα δεν
σ’ αρέσουν μέσα στην παράδοσι της Εκκλησίας.
Έτσι έγινε με την εικονογραφία,
έτσι έγινε με την ψαλμωδία,
το ίδιο με την εμφάνισι των ιερέων.
Τώρα τα ράσα τους φαίνονται πολύ μαύρα,
ύστερα τα γένεια και τα μαλλιά πολύ μακριά.
Θέλουν να βάλουν μουσικά όργανα στην εκκλησία.
Καταργούν τα στασίδια και τα αντικαθιστούν με πολυθρόνες.
Κατηγορούν τον μοναχισμό, συκοφαντούν τους μοναχούς,
στερούν τις περιουσίες των Μονών,
κάνουν συστηματική προπαγάνδα κατά του μοναχισμού.
Παραβλέπουν τους Κανόνες που απαγορεύουν την συμπροσευχή με τους αιρετικούς,
πηγαίνουν στα συνέδριά τους,
συμπροσεύχονται μαζί τους.
Αδιαφορούν για την γνώμη του λαού στην εκλογή των επισκόπων και των ιερέων.
Βραχύνουν την Λειτουργία,
κόβουν αποσπάσματα από τις ακολουθίες «για να μη κουράζεται ο κόσμος».
Με άλλες λέξεις,
μεταβάλλουν τις ορθόδοξες συνήθειες σύμφωνα με τα γούστα ενός παρηκμασμένου πλήθους γεμάτου σαρκολατρία και υλισμό.
Έτσι αρχίζει να ξεφτά το υφάδι της παραδόσεως
και δεν ξέρει κανείς που θα σταματήση
ή αν θα σταματήση ποτέ το ξέφτισμα.
Το ξέφτισμα είναι τόσο εύκολο εξ άλλου σήμερα, γιατί έχει την επιδοκιμασία των μορφωμένων. Οι μορφωμένοι, πρό παντός, το θεωρούν τιμή τους όχι να είναι σύμφωνοι με τους Πατέρας της Εκκλησίας αλλά να είναι σύμφωνοι με τον τάδε μεγάλον επιστήμονα καθηγητή της προτεσταντικής θεολογίας, ή με τον τάδε Ιησουϊτη καθηγητή που είναι διάσημος στην Ευρώπη κ.τ.λ. Πώς να μη νοθευθή μετά η ορθόδοξη παράδοσις και η ορθόδοξη πίστις; Και πώς κάτω από τέτοιες συνθήκες να μη συζητούμε για Ένωσι των Εκκλησιών και να μήν την θεωρούμε πράγμα ευκολοκατόρθωτο; Μια «Ορθόδοξη» Εκκλησία που έχει αποκτήσει την ίδια νοοτροπία και τις ίδιες διαθέσεις με τις «Εκκλησίες» της Δύσεως, είναι άρα γε δύσκολο να ενωθή μαζί τους; Είναι άρα γε μακριά η ημέρα εκείνη που, πηγαίνοντας αμέριμνοι την Κυριακή στην εκκλησία, θα ακούσουμε τον παπά να λέγη: «και υπέρ του πατρός ημών Πάπα Ρώμης»; Θα αντιδράση άρα γε κανείς αν γίνη κάτι τέτοιο, ή θα φανή σε όλους φυσικό που επί τέλους υπερπηδήθηκαν οι διαφορές που εχώριζαν την Ανατολή από την Δύσι;
Αλλά άς καταλάβουν όσοι με τόση ελαφρότητα μιλούν για Ένωσι των Εκκλησιών, πώς η ενότης της Εκκλησίας είναι δώρον μυστικόν της θείας παρουσίας. Δεν είναι κάτι που αποφασίζεται σε συνέδρια, αλλά κάτι που υπάρχει ή δεν υπάρχει. Καμμία απόφασις των ανθρώπων δεν μπορεί να εξαναγκάση τον Θεό. Ασφαλώς τύποις η ένωσις μπορεί να γίνη και να αρχίσουν όλοι να δηλώνουν, Προτεστάνται, Καθολικοί και Ορθόδοξοι, πώς τώρα πιά είμαστε μια Εκκλησία και να μνημονεύουμε εμείς τον Πάπα Ρώμης και ο Πάπας Ρώμης τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Εάν συμφωνήσουν όλοι επάνω σε ένα «ελάχιστο αληθείας», επάνω σε ένα «πιστεύω» απλουστευμένο, και κανονισθούν και μερικά άλλα ζητήματα, μπορεί να γίνη η ένωσις. Θα γίνη ένα σύστημα νομικώς και τυπικώς ισχύον, ένα σύστημα όμως που δεν θα έχη καμμία σχέσι με την Εκκλησία του Χριστού, έστω και αν όλα τα εξωτερικά φαινόμενα το κάνουν να μοιάζη με την Εκκλησία. Ο «Θεός ου μυκτηρίζεται».
Όταν δεν υπάρχουν στους ανθρώπους οι προϋποθέσεις της Παρουσίας Του, ο Θεός δεν έρχεται στους ανθρώπους. Η Εκκλησία του Χριστού δεν ήταν ποτέ ένα σύστημα ανθρώπινο. Η Εκκλησία γεννήθηκε, δεν κατασκευάσθηκε. Οι συζητήσεις των ανθρώπων μπορούν να κατασκευάσουν κάτι και να του δώσουν το όνομα «Εκκλησία». Αυτό όμως το κατασκεύασμα θα είναι κάτι χωρίς ζωή. Η ζωντανή Εκκλησία δεν θα έχη καμμία σχέσι μ’ αυτό. Θα υπάρχη κάπου μακριά απ’ όλα αυτά τα κατασκευάσματα, αναλλοίωτη, γεμάτη αλήθεια και φώς, ανόθευτη από το ψέμα των συμβιβασμών, με το Πνεύμα το Άγιον να φέγγη τα βήματά της και να την περιβάλλη σαν το φώς του ηλίου, οδηγώντας την «εις πάσαν την αλήθειαν». Το πόσοι θα είναι οι πραγματικοί Χριστιανοί δεν έχει καμμία σημασία, ακόμη και αν μετρούνται στα δάκτυλα της μιας χειρός. Αυτοί θα είναι οι συνεχισταί της Παραδόσεως, την οποία δεν θα την έχουν μάθει απλώς, αλλά θα την έχουν ζήσει και θα τους έχη γίνει βίωμα. Οι Χριστιανοί ζούνε μέσα στην Παράδοσι σαν μέσα σ’ ένα στοιχείο, όπως τα ψάρια στό νερό.
Όσοι πραγματικά ποθούν τον Θεό άς πάψουν να μιλούν για ένωσι των «Εκκλησιών». Η Εκκλησία δεν επιδέχεται ένωσι, γιατί ποτέ δεν διεσπάσθη. Οι άνθρωποι φεύγουν απ’ αυτήν, έστω και αν διατηρούν πολλά από τα εξωτερικά γνωρίσματά της. Όσοι αγαπούν τον Θεό άς επιστρέψουν στην Εκκλησία και άς ταπεινωθούν για να μπορέσουν να μπούν, γιατί στενή είναι η πύλη της και για να την περάση κανείς πρέπει να σκύψη βαθειά. Μέσα όμως στό χάος και την υποκρισία του σύγχρονου κόσμου δεν είναι εύκολο να διακρίνη κανείς την Εκκλησία του Χριστού και να την πλησιάση. Γιατί δεν αρκεί να ονομάζεται Ορθόδοξη μια Εκκλησία για να είναι και στην κυριολεξία. Η αποστασία δυστυχώς υπάρχει και κάτω από το τυπικώς ορθόδοξο ράσο, και κάτω από τους ορθόδοξους θόλους, και μέσα στον θρησκευτικό λαό. Αυτό εξ άλλου δεν είναι κάτι το καινούργιο^ το εγνώρισε η Εκκλησία από τα πρώτα της βήματα. Μόνο που τώρα έχει πάρει απίθανες διαστάσεις. Την Εκκλησία πρέπει να μάθουμε να την διακρίνουμε πίσω από τα φαινόμενα. Φαινομενικά στην Ορθόδοξη Εκκλησία επικρατεί σήμερα η σύγχυσις και το χάος.
Ο καθένας, εγγράμματος ή αγράμματος, πιστός ή άπιστος έχει και μια δική του εκδοχή για το τι είναι Ορθοδοξία ή Χριστιανισμός, και αυτή την εκδοχή την υποστηρίζει με φανατισμό. Μέσα σ’ αυτήν την τρικυμία είναι αδύνατον να βρής τον δρόμο σου χωρίς πυξίδα. Υπάρχει ένα κριτήριο αλάνθαστο: η συνέχεια της Παραδόσεως. Όπου η Παράδοσις διατηρείται ζωντανή και ανόθευτη, χωρίς διακοπή ή αλλοίωσι από τους χρόνους των Αποστόλων, όσοι πιστοί - επίσκοποι, πρεσβύτεροι ή λαϊκοί - ζούν και μεταδίδουν αυτήν την Παράδοσι, εκεί είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία και αυτοί αποτελούν το σώμα του Χριστού. Όλοι οι άλλοι - ιερείς ή λαϊκοί - που θέλουν να λέγωνται Ορθόδοξοι χωρίς να ακολουθούν την από αιώνων ζώσα Παράδοσι, είναι παρείσακτοι, είναι τα ζιζάνια μέσα στό χωράφι του Χριστού. Σήμερα τα ζιζάνια είναι πάρα πολλά και τα στάχια πολύ λίγα, όμως το χωράφι είναι χωράφι του Θεού και παρ’ όλη την ποικιλία των ζιζανίων, το σιτάρι παραμένει το ίδιο από γενεά σε γενεά, από σπορά σε σπορά, όπως εκείνο το πρώτο που φύτεψε, μέσα σ’ αυτό το ίδιο θεϊκό χωράφι, το Πνεύμα το Άγιο την ημέρα της Πεντηκοστής.
Το σιτάρι και τα ζιζάνια έχουν το ίδιο χρώμα, και από μακριά δύσκολα μπορεί να τα ξεχωρίση κανείς, από κοντά όμως, όταν το σιτάρι το πλησιάσης, ξέρεις πώς είναι σιτάρι. Αυτή η ζώσα Παράδοσις δεν διεκόπη ποτέ, γιατί το στόμα του Χριστού υποσχέθηκε στην Εκκλησία ότι «και πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής», και το στόμα του Θεού δεν ψεύδεται. Άρα αυτοί που ψάχνουν να βρούν την Παράδοσι της Χριστιανικής Εκκλησίας των πρώτων αιώνων ή των αιώνων πρό του Σχίσματος για να την ακολουθήσουν, ομολογούν ότι έχουν χάσει την συνέχεια της Παραδόσεως, αλλά δεν πρόκειται πιά ποτέ να τη βρούν, όσο και αν προωθήσουν τις έρευνές τους. Γιατί η Παράδοσις είναι κάτι ζωνταντό και μεταδίδεται, όπως η ζωή, από ζωντανό σε ζωντανό. Δεν είναι κάτι που ανακαλύπτεται με επιστημονικές μελέτες, ούτε κάτι που μαθαίνεται εγκεφαλικά.
Αυτά τα εκατομμύρια ζιζάνια που φύτρωσαν μέσα στους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας τον τελευταίο καιρό έφεραν μαζί τους τόσο κοσμικό πνεύμα, που καμμία Ορθόδοξος Εκκλησία δεν μπόρεσε να κρατήση αναλλοίωτα τα εξωτερικά της γνωρίσματα. Ακόμη και οι Παλαιοημερολογίται που διετήρησαν τόσο καλή γραμμή στό ζήτημα του Ημερολογίου, στό θέμα της εικονογραφίας φέρουν ολοκάθαρα τα στίγματα της προδοσίας πρός την Παράδοσι, πράγμα που είναι αμάρτημα κοινό όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών του τελευταίου αιώνος. Ευτυχώς, μέχρι σήμερα, όλες οι παρεκκλίσεις από την Παράδοσι που περιγράψαμε δεν έχουν αποκόψει τις Ορθόδοξες Εκκλησίες από την ρίζα τους. Το δέντρο παραμένει ζωντανό και ακμαίο, παρ’ όλα τα φτιασίδια που του έχουνε προσθέσει. Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες δεν έχουν ξεραθή, όπως έγινε με τις «Εκκλησίες» της Δύσεως. Λίγο αν τινάξης τη σκόνη που έρριξε το κοσμικό πνεύμα επάνω τους θα βρής τα δροσερά φύλλα της γνήσιας Παραδόσεως. Η Παράδοσις δεν έπαψε ποτέ να ζή και να ισχύη μέσα στον περίβολο της Ορθοδοξίας. Υπάρχουν ακόμη μοναχοί που ζούν τον ορθόδοξο Μοναχισμό. Υπάρχουν ακόμη γνήσιοι θεολόγοι που δεν έχουν νοθεύσει την αλήθεια, αλλά την κρατούν λαμπερή και ολοκάθαρη, μακριά από κάθε ξένη πρόσμιξι.
Υπάρχουν ακόμη βυζαντινοί ψαλτάδες και γνήσιοι συνεχισταί της ορθοδόξου εικονογραφικής παραδόσεως. Υπάρχουν ακόμη ιερείς σαν τους παλιούς, αφοσιωμένοι στό ιερό τους λειτούργημα, που η συνεχής επαφή τους με τον Θεό, δεν τους αφήνει το στενοχωρεθούν από τα μακριά γένεια και τα μαύρα ράσα, αλλά τα κάνει να ακτινοβολούν αγιότητα. Υπάρχει ακόμη απλός λαός που αξιώνεται να δή θαύματα φοβερά. Η γνήσια Παράδοσις λοιπόν - η ζωή, τα βιώματα και η διδασκαλία των Αποστόλων και των αγίων Πατέρων όλων των εποχών, τα ίχνη αυτά των βημάτων του αγίου Πνεύματος μέσα στις καρδιές των Χριστιανών - υπάρχει και συνεχίζεται, ζωντανή ανάμεσα σε ζωντανούς, χωρίς καμμία διακοπή από τους αποστολικούς χρόνους. Υπάρχει μία συνεχής αρμονία σ’ όλες τις εκδηλώσεις των ορθοδόξων όλων των εποχών μέχρι σήμερα, γραπτές και άγραφες, και αυτός είναι ο χρυσούς κανών επάνω στον οποίον πρέπει ο καθένας να μετράη τις σκέψεις και τα έργα του για να βλέπη αν βρίσκεται μέσα ή έξω από τον χώρο της Ορθοδοξίας. Μπορεί τα φαινόμενα να δίνουν την εντύπωσι ότι έχει χαλάσει, ότι έχει διακοπή η συνέχεια, όμως λίγο αν σκάψη κανείς, την βλέπει να αναβλύζη και να δροσίζη αυτούς που την αποζητούν. Η Παράδοσις υπάρχει και θα υπάρχη μέχρι της συντελείας του αιώνος.
Όμως κάθε μέρα που περνά κάνει και πιο δύσκολη την ανακάλυψί της. Κάθε μέρα που περνά, σωρεύει και περισσότερα φτιασίδια επάνω στό δέντρο της Ορθοδοξίας, έτσι που οι άνθρωποι τα χάνουν και δεν ξέρουν που είναι η αλήθεια. Κάποτε, αργά ή γρήγορα, κανείς δεν ξέρει πότε ακριβώς, οι «Εκκλησίες» και οι θρησκείες θα ενωθούν. Μέσα σ’ αυτό το χάος της ψευτιάς θα κινδυνεύσουν να χάσουν τον δρόμο τους ακόμη και οι εκλεκτοί. Θα είναι η εποχή του Αντιχρίστου. Πότε και πώς θα έλθη ο Αντίχριστος κανείς δεν μπορεί να το πή, και είναι άγνωστο πόσοι θα μπορέσουν να τον αναγνωρίσουν όταν θα έλθη. Γιατί θα έλθη σαν ευεργέτης της ανθρωπότητος. Προς το παρόν ένα πράγμα μπορεί να ειπωθή με βεβαιότητα:
όλες αυτές οι κινήσεις για ένωσι
στα κράτη και στις «Εκκλησίες»,
όλοι αυτοί οι συμβιβασμοί,
όλη αυτή η σχηματιζομένη ομοιομορφία της ανθρωπότητος
κάτω από τον οδοστρωτήρα του τεχνικού πολιτισμού,
είναι το άνοιγμα του δρόμου για τον ερχομό του Αντίχριστου.
Η εξέλιξις αυτή της ανθρωπότητος είναι,
σύμφωνα με τα κριτήρια του κόσμου,
θαυμασία.
Με τα χριστιανικά όμως κριτήρια είναι εξέλιξις
πρός την καταστροφή.
Αυτό δεν εκπλήσσει ούτε φοβίζει τον Χριστιανό.
Ξέρει ότι ο κόσμος έχει αυτοκαταδικαστή.
Γι’ αυτό και ο Χριστός αρνήθηκε να προσευχηθή για τον κόσμο.
«Ου περί του κόσμου ερωτώ».
Ο άρχων του κόσμου είναι ο διάβολος
και ο διάβολος «απ’ αρχής ήν ανθρωποκτόνος».
Ο θάνατος θα βρή τον κόσμο
στο αποκορύφωμα της «δόξης» του,
στο αποκορύφωμα της οιήσεως,
στην κορυφή του πύργου της Βαβέλ,
όταν ο άνθρωπος θα βρίσκεται
στό ζενίθ της προαιώνιας προσπαθείας του
να γίνη θεός με τις ίδιες του δυνάμεις,
μακριά από τον Θεό.
Όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου
θα βρή τον άνθρωπο
σ’ όλη τη δόξα της εωσφορικής του μανίας.
Εκ του βιβλίου του Αλεξάνδρου Καλόμοιρου: ''ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ''.
Εκδόσεις ''Ζέφυρος'', Αθήνα 1964, σελίδες 20 - 23.
Στην φωτογραφία της ανάρτησης,
ο οσιακός Γέροντας π. Ευμένιος Λεμονής,
από τους πρώτους Αγιορείτες πατέρες,
που συνέδραμαν τον Ιερό Αγώνα των Ορθοδόξων του Πατρίου Ημερολογίου
που συνέδραμαν τον Ιερό Αγώνα των Ορθοδόξων του Πατρίου Ημερολογίου
κατά της ημερολογιακής καινοτομίας.
Ο αείμνηστος Γέρων,
που τον είχαν δει να ίπταται εκ του εδάφους
κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας.
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ
Αλέξανδρος Καλόμοιρος
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)