ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2025

ΤΩ ΑΥΤΩ ΜΗΝΙ Λ', ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ, ΠΑΝΕΥΦΗΜΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ




Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν πόλιν Βηθσαϊδᾶν, υἱὸς μὲν Ἰωνᾶ, ἀδελφὸς δὲ Πέτρου τοῦ Ἀποστόλου. Οὗτος ἔγινε πρότερον μαθητὴς Ἰωάννου τοῦ μεγάλου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ. Ἔπειτα ὅταν ἤκουσε τὸν Διδάσκαλόν του νὰ λέγῃ, δακτυλοδεικτῶν τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ Κόσμου», τότε, λέγω, ἀφήσας τὸν Πρόδρομον, ἠκολούθησεν εἰς τὸν Χριστόν. Ἀλλα καὶ πρὸς τὸν ἀδελφόν του, καὶ κορυφαῖον Πέτρον οὗτος εἶπεν: «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν». Καὶ μὲ τὸν λόγον αὐτὸν ἐτράβηξε τὸν Πέτρον εἰς τὸν τοῦ Χριστοῦ πνευματικὸν ἔρωτα. Καὶ ἄλλα πολλὰ εὑρίσκονται εἰς τὴν θεόπνευστον Γραφήν, εἰρημένα περὶ τοῦ Ἀποστόλου τούτου. Εἰς ἄλλον μὲν οὗν Ἀπόστολον, ἄλλο μέρος τῆς Οἰκουμένης ἐκληρώθη, Εἰς τοῦτον δὲ τὸν Πρωτόκλητον, ἐκληρώθη μετὰ τὴν ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου ἡ Βιθυνία καὶ ἡ Μαύρη Θάλασσα καὶ τὰ μέρη τῆς Προποντίδος, ἤτοι τὰ μέρη τὰ ἀπὸ τῆς θαλάσσης τοῦ Μαρμαρᾶ ἀρχόμενα καὶ ἐκτεινόμενα ἕως εἰς τὴν Μαύρην Θάλασσαν, ὁμοίως καὶ ἡ Χαλκηδόνα καὶ τὸ Βυζάντιον, ἤτοι ἡ νῦν Κωνσταντινούπολις, καὶ ἡ Θράκη καὶ ἡ Μακεδονία καὶ τὰ μέρη ὁποὺ ἐκτείνονται ἕως τὸν Δούναβιν ποταμόν, ὡσαύτως καὶ ἡ Θετταλία καὶ Ἑλλὰς καὶ τὰ μέρη ὁποὺ φθάνουν ἕως εἰς τὴν Ἀχαΐαν, ἤτοι ἕως εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο τοῦ Μορέως, τὸ ὁποῖον περιέχεται ἀναμεταξὺ τῶν Βασιλικῶν καὶ τῆς Γαστούνης, ὁμοίως καὶ ἡ Ἀμισός, ἡ καλουμένη Σαμψοῦς καὶ Ἐμὴδ καὶ ἡ Τραπεζοῦντα καὶ ἢ Ἡράκλεια καὶ ἡ Ἄμαστρις, ἥτις Σήσαμος ὠνομάζετο πρότερον. Αὐτὰς δὲ τὰς πόλεις καὶ ἐπαρχίας δὲν τὰς ἐπέρασεν ὁ Ἀπόστολος ἔτσι ὀγλήγορα καθὼς ὁ λόγος τὰς περνᾶ. Ὄχι! Ἀλλὰ εἰς κάθε πόλιν ἐδοκίμαζεν ὁ μακάριος πολλὰ ἐναντία καὶ ἀπήντα πολλὰς δυσκολίας πραγμάτων. Εἰς ὅλας ὅμως εὕρισκε καὶ τὴν βοήθειαν καὶ δύναμιν τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ αὐτὴν ἐνίκα πάντα καὶ ἐγίνετο κάθε βλάβης ἀνώτερος. Ἀπὸ τὰς ἀνωτέρω δὲ πόλεις μίαν μόνον θέλω ἐνθυμηθῶ ἐδῶ, καὶ τὰς λοιπὰς θέλω ἀφήσω. Ὅταν ὁ θεῖος οὗτος Ἀπόστολος ἐπῆγεν εἰς τὴν πόλιν τῆς Σινώπης καὶ ἐκήρυξε τὸν λόγον τοῦ Εὐαγγελίου, τότε εἰς πολλὰς θλίψεις καὶ βάσανα ὑποβάλλεται ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ κατοικοῦντας. Διότι οἱ θηριώδεις ἐκεῖνοι ἄνθρωποι ἔρριπτον αὐτὸν κατὰ γῆς. Καὶ πιάνοντές τον ἀπὸ τὰς χεῖρας καὶ πόδας, τὸν ἐτράβιζον, καὶ μὲ τὰ ὀδόντιὰ των τὸν ἐσπάραττον. Καὶ μὲ ξύλα τὸν ἔδερναν καὶ μὲ πέτρας τὸν ἐκτύπων, καὶ ἔξω τῆς πόλεως τὸν ἔρριπτον, ὅταν καὶ μὲ τὰ ὀδόντιά των τοῦ ἔκοψαν ἕνα δάκτυλον. Ἀλλ' ὅμως ὕστερον ἀπὸ ὅλα αὐτά, πάλιν ὑγιὴς καὶ ὁλόκληρος ἔγινε παρὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ Διδασκάλου ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Ἀπὸ τὴν Σινώπην δὲ ἀναχωρήσας, ἐπέρασε πολλὰς πόλεις, τὴν Νεοκαισάρειαν, τὰ Σαμόσατα, ἤτοι τὸ κοινῶς λεγόμενον Σεμψάτ, τοὺς Ἀγανους, τοὺς Ἀβασγοὺς τοὺς ἐν τῷ Κρίμι εὐρισκομένους, τοὺς ἐν τῇ Κολχίδι Ζηκχούς, νῦν καλουμένους Τζερκέζους, τοὺς Βοσπορικούς, ἤτοι τοὺς περὶ τὸν Κιμμέριον Βόσπορον οἰκοῦντας, καὶ τοὺς Χερσωνίτας. Ἔπειτα ἐγύρισε πάλιν εἰς τὸ Βυζάντιον, καὶ ἐκεῖ ἐχειροτόνησε τὸν Στάχυν ἐπίσκοπον. Διαπεράσας δὲ τὰς λοιπὰς χώρας, ἐπῆγε εἰς τὴν περιφανῆ Πελοπόννησον, ἤτοι εἰς τὸν Μορέαν. Καὶ ξενοδοχηθεὶς ἐν ταῖς Παλαιαῖς Πάτραις κοντὰ εἰς ἕνα ἄνθρωπον Σώσιον ὀνομαζόμενον, ὅστις ἦτον πολλὰ ἀσθενής, ἰάτρευσεν αὐτόν. Καὶ παρευθὺς ὅλη ἡ πόλις τῶν Πατρῶν ἐπίστευσεν εἰς τὸν Χριστόν. Ὅταν καὶ ἡ γυναῖκα τοῦ ἀνθυπάτου τῆς πόλεως Αἰγεάτου, Μαξιμίλλα ὀνόματι, ἰατρευθεῖσα ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου ἀπὸ τὴν ἀσθένειαν ὁποὺ εἶχεν, ἐπίστευσεν εἰς τὸν Χριστὸν μαζὶ μὲ τὸν σοφὸν Στρατοκλήν, καϊ μὲ τὸν ἀδελφόν τοῦ ἀνθυπάτου. Καὶ ἄλλοι δὲ πολλοὶ πάσχοντες ἀπὸ διαφόρους ἀσθενείας, ἔγιναν ὑγιεῖς διὰ τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ Ἀποστόλου. Ὅθεν ταῦτα μαθὼν ὁ ἀνθύπατος Αἰγεάτης, ἄναψεν ἀπὸ τὸν θυμόν. Καὶ πιάσας τὸν τοῦ Κυρίου Ἀπόστολον, ἐκάρφωσεν αὐτὸν ἀνάποδα εἰς τὸν σταυρόν. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ ἄδικος ἔλαβε δικαίως παρὰ Θεοῦ τὴν ἐκδίκησιν. Διότι πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀπὸ ἕνα ὑψηλὸν κρημνόν, ἐσύντριψε τὸν ἑαυτὸν του καὶ κακῶς ὁ κακὸς ἐξέψυξε. Τὸ δὲ λείψανον τοῦ Ἀποστόλου ὕστερον ἀπὸ πολλοὺς χρόνους μετετέθη εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν μὲ προσταγὴν τοῦ βασιλέως Κωνσταντίου, τοῦ υἱοῦ τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου, ὑπηρετήσαντος εἰς τὴν μετάθεσιν αὐτοῦ, Ἀρτεμίου τοῦ μεγάλου Δουκὸς καὶ Μάρτυρος τοῦ ἑορταζομένου κατὰ τὴν εἰκοστὴν Ὀκτωβρίου. Καὶ κατετέθη μαζὶ μὲ τὰ λείψανα τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ καὶ Τιμοθέου τῶν Ἀποστόλων, εἰς τὸν περίφημον ναὸν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἢ κατάθεσις δὲ αὕτη τοῦ Λειψάνου του ἑορτάζεται κατὰ τὴν εἰκοστὴν Ἰουνίου. (Tον κατά πλάτος Bίον του Aποστόλου τούτου όρα εις τον Nέον Θησαυρόν2.)




ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:


1. Ζηκχοί είναι οι νυν καλούμενοι Tζερκέζοι. 2. Σημείωσαι, ότι εις τον Aπόστολον τούτον Aνδρέαν, εγκωμιαστικόν λόγον πλέκει ο θείος Xρυσόστομος, σωζόμενον εν τη Iερά Mονή του Παντοκράτορος και εν τη των Iβήρων, ου η αρχή· «Tον πρωτόκλητον της αποστολικής». Oμοίως και Nικήτας ο Pήτωρ, ου η αρχή· «Πάσι μεν τοις του Θεού λόγου φίλοις». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τω Kοινοβίω του Διονυσίου, εν τη Iερά Mονή του Bατοπαιδίου και τη των Iβήρων.) Υπόμνημα δε συνέγραψεν εις αυτόν και ο Mεταφραστής, ήτοι τον ελληνικόν Bίον του, ου η αρχή· «Άρτι του παιδός Ζαχαρίου». (Σώζεται εν τοις τετυπωμένοις Mηναίοις.) Εν δε τη Mεγίστη Λαύρα σώζονται και αι περίοδοι αυτού και η τελείωσις, ων η αρχή· «Άπερ τοις οφθαλμοίς ημών εθεασάμεθα πάντες».



(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)



Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού




ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ


ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ


ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ: Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ: Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ - ΒΙΟΣ, ΔΡΑΣΙΣ, ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΠΑΤΡΑΙΣ (Α' ΜΕΡΟΣ)


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ: Η ΔΡΑΣΙΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ ΑΦΙΞΕΩΣ ΤΟΥ ΕΙΣ ΠΑΤΡΑΣ (Β' ΜΕΡΟΣ)


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ: ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ (Γ' ΜΕΡΟΣ)


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ: ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ (Δ' ΜΕΡΟΣ)


ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ: Ο ΙΔΡΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΝ


ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΖΟΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ



Ο Άγιος Απόστολος Ανδρέας είναι ένας από δώδεκα μαθητές και αποστόλους του Χριστού. Ονομάζεται Πρωτόκλητος, γιατί είναι ο πρώτος που κάλεσε κοντά Του ο Κύριος. Καταγόταν από μια μικρή πόλη της Γαλιλαίας, τη Βηθσαϊδά, και ήταν αδελφός του Σίμωνα Πέτρου.


Στην αρχή ήταν μαθητής του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου, αλλά όταν άκουσε το δάσκαλό του να δείχνει τον Χριστό και να λέει: «Να το αρνί του Θεού, που θα θυσιαστεί για τις αμαρτίες όλου του κόσμου» άρχισε να ακολουθεί τον Χριστό. Φώναξε μάλιστα και τον αδελφό του, τον Πέτρο και του είπε: «Έλα, βρήκαμε τον Μεσσία!»


Ήταν και οι δυο φτωχοί ψαράδες, όταν τους διάλεξε και τους κάλεσε ο Χριστός, για να τους κάνει «ψαράδες ανθρώπων» στο εξής, όπως τους είπε, δηλαδή με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου να «ψαρεύουν», να ελκύουν τους ανθρώπους στην πίστη και την αγάπη του Χριστού. Εκείνοι αμέσως τότε παράτησαν τα δίχτυα τους και Τον ακολούθησαν.


Τρία ολόκληρα χρόνια Τον ακολουθούσαν παντού όπου πήγαινε, δίδασκε και θαυματουργούσε. Μετά το Πάθος και την Ανάσταση Τον είδαν πάλι, αρκετές φορές, όπως και οι άλλοι μαθητές και, αφού τους υποσχέθηκε όλους μαζί ότι θα ξανάρθει, αναλήφθηκε στους Ουρανούς.


Όταν την Πεντηκοστή τους έστειλε το Άγιο Πνεύμα, όπως επίσης τους είχε υποσχεθεί, τότε οι Απόστολοι έριξαν κλήρο, για να δουν σε ποιο μέρος της Οικουμένης θα κήρυττε ο καθένας το Ευαγγέλιο του Χριστού. Στον Απόστολο Ανδρέα έλαχε η περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, του Πόντου και όλης της Ελλάδας.


Με πολλούς κόπους, ταλαιπωρίες και διωγμούς κήρυξε τον Λόγο του Ευαγγελίου σε πολλές πόλεις και επαρχίες, πάντα με τη βοήθεια και τη δύναμη του Θεού. Πέρασε και από το Βυζάντιο και έφθασε μέχρι την Αχαΐα, στην Πάτρα.


Εκεί τον φιλοξένησε ένας άνθρωπος που ήταν βαριά άρρωστος και ο Απόστολος Ανδρέας τον θεράπευσε. Το γεγονός μαθεύτηκε γρήγορα σ’ ολόκληρη την πόλη κι όλοι πίστεψαν στον Χριστό, μαζί κι ο αδελφός κι η γυναίκα του άρχοντα της πόλης, Μαξιμίλα, που κι αυτή γιατρεύτηκε από μια ασθένεια που τη βασάνιζε.


Και πολλοί άλλοι έτρεξαν στον Απόστολο, για να βάλει πάνω τους τα χέρια του και να γίνουν καλά. Όταν τα έμαθε αυτά ο ανθύπατος Αιγεάτης, άναψε από θυμό και διέταξε να συλλάβουν τον Απόστολο Ανδρέα και να τον καρφώσουν ανάποδα σε σταυρό κι ας διαμαρτύρονταν οι πάντες.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ: Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ - ΒΙΟΣ, ΔΡΑΣΙΣ, ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΠΑΤΡΑΙΣ (Α' ΜΕΡΟΣ)



νομα καταγωγή και επάγγελμα του Ανδρέου Καθαρώς ελληνικόν το όνομα Ανδρέας (ή Ανδρεύς ή Ανδρείας) παραγόμενον εκ της λέξεως ανδρεία και παρ’ Ηροδότω, Πλουτάρχω, ΙΙαυσανία και Δίωνι Κασσίω απαντώμενον, υπήρξεν έν εκ των ονομάτων εκείνων, όπως και τα ονόματα Φίλιππος και Νικόδημος, τα οποία υπό την ελληνικήν επίδρασιν κατέστησαν από του δευτέρου προ Xpιστού αιώνος λίαν συνήθη παρ’ Ιουδαίοις.


Απ’ αυτών δε των πρώτων ημερών της νέας περιόδου, τήν οποίαν ανεκαίνησεv ο ενανθρωπήσας Κύριος ημών, εγένετο το όνομα τούτο περίδοξον και λαμπρόν, διότι υπήρξεν όνομα του πρωτοκλήτου των αποστόλων του.


Υιός του Ιωνά και αδελφός του ΙΙέτρου, καταγόμενος εκ της κωμοπόλεως Βηθσαϊδά, η οποία έκειτο επί της δυτικής όχθης της Τιβεριάδος και. εις το βορειοανατολικόν άκρον αυτής, συμπατριώτης και του αποστόλου Φιλίππου (Ιωαν. α' 45), ήσκει μετά του πατρός του Ιωνά και του αδελφού του Ιlέτρου το επάγγελμα του αλιέως μέχρι της στιγμής, κατά την οποίαν οριστικώς εκλήθη υπό του Κυρίου, ίνα γίνη απόστολός του.


Δεν φαίνεται λοιπόν ούτε αυτός ούτε ο αδελφός του Ιlέτρος να έμαθον πολλά γράμματα και να έτυχον ευρυτέρας τινός παιδείας. Πλην όμως, ούτε η περιωρισμένη παίδευσις αυτών, ούτε το επίπονον και ταπεινόν επάγγελμά των ημπόδισαν αυτούς από του να έχουν ιδιαίτερα θρησκευτικά ενδιαφέροντα και ως ευσεβείς Ισραηλίται να προσελκυσθούν κατ’ αρχάς υπό του κηρύγματος του Βαπτιστού και να προσκολληθούν εις τον κύκλον των στενωτέρων μαθητών του.


Η πρώτη γνωριμία μετά του Ιησού Ήτο, ως φαίνεται, νεώτερος του Πέτρου και δεν είχε έλθει εις γάμον ως εκείνος, όπως δυνάμεθα να συναγάγωμεν εκ του ότι κατέλειπε και αυτός την Βηθσαϊδά και συγκατώκησε μετά του Πέτρου εις την εν Καπερναούμ οικίαν της πενθεράς τούτου.


Ολιγώτερον λοιπόν από τον Πέτρον εμπεπλεγμένος εις οικογενειακάς φροντίδας, συνδιατρίβει πυκνότερον πλησίον του Βαπτιστού και καταξιούται ούτω του προνομίου μαζύ με τον ηγαπημένον Ιωάννην, πρώτοι αυτοί από τους άλλους, τους κατόπιν συμμαθητάς και συναποστόλους των, να γνωρίσουν τον Κύριον, όταν επέδειξεν εις αυτούς τούτον ο Πρόδρομος και Βαπτιστής.


Όταν δηλαδή ο Κύριος μετά την βάπτισιν αυτού εν τω Ιορδάνη και μετά την εν ερήμω επί τεσσαράκοντα ημέρας αποχώρησιν και την εκεί εν νηστεία και πυκναίς προσευχαίς περισυλλογήν αυτού, επανήλθε και πάλιν εις την περίχωρον του Ιορδάνου, επέδειξεν αυτόν ο Πρόδρομος εις δύο εκ των μαθητών του λέγων:


«΄Ιδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου » (Ιωαν. α' 36).Εις εκ των δύο τούτων μαθητών υπήρξεν ο Ανδρέας, ενώ ο άλλος ήτο ο Ιωάννης, ο μετέπειτα ευαγγελιστής και ηγαπημένος του Κυρίου απόστολος.


Λόγος βαθύς ο λόγος ούτος του Προδρόμου, θα επερίμενε πας τις, ότι μάλιστα εις μη φοιτήσαντες εις ραββινικάς σχολάς αλιείς θα παρέμενεν ακατανόητος. Αλλ’ οι αλιείς αυτοί ήσαν ευσεβείς και πιστοί. Δεν ήτο ξένη προς αυτούς η Γραφή και το βοβλίον του Ησαΐου. Μολονότι δε αγράμματοι, εγνώριζον καλώς την ελπίδα και την προσδοκίαν του Ισραήλ.


Και αντελήφθησαν αμέσως, ότι ο υποδειχθείς εις αυτούς από τον διδάσκαλόν των νεαρός ραββί, ήτο το έκτακτον πρόσωπον, εις το οποίον ανεφέροντο αι προρρήσεις των προφητών και διά τον οποίον άλλωστε και αυτός ο Βαπτιστής τους είχε και προηγουμένως ομιλήσει (Ιωαν. α' 29). Ήρκεσε λοιπόν η φράσις αύτη του Προδρόμου, να κεντρίση τον πόθον των δύο αλιέων, όπως γνωρίσουν και εκ του πλησίον τον Ιησούν.


Και επετάχυναν τα βήματά των διά να τον πλησιάσουν. Δεν είχον εν τούτοις το θάρρος να ομιλήσουν προς αυτόν και συνιστώντες αυτοί εαυτούς να γνωρισθούν μαζύ του και εκφράζοντες προς αυτόν τους πόθους και τας ελπίδας των να ακούσουν τους επ’αυτών χαρμοσύνους λόγους του. Ηκολούθησαν λοιπόν σιωπηλοί, κανονίζοντες τα δειλά βήματά των προς τα βήματα του προπορευομένου Διδασκάλου.


Αλλ’ ο ήχος του βηματισμού των δεν εβράδυνε να φθάση μέχρι των ώτων αυτού. Και ο Ιησούς αντιληφθείς περί τίνος επρόκειτο και θέλων να δώση θάρρος εις τους δύο ευλαβείς αλιείς στρέφεται προς αυτούς και τους απευθύνει πρώτος το ερώτημα: «Τί ζητείτε; Και τί θέλετε από εμέ;»


Και αυτοί τότε του απαντούν: «Ραββί, τουτέστι Διδάσκαλε, πού μένεις»; Με άλλας λέξεις εκφράζουν προς αυτόν την επιθυμίαν να τον επισκεφθούν εις το κατάλυμά του και να συνομιλήσουν ιδιαιτέρως μετ’ αυτού. Και ο Κύριος ικανοποιών παρευθύς την επιθυμίαν των ταύτην, τους λέγει: «Έρχεσθε και ίδετε».


Ούτε εις ανάκτορον μεγαλοπρεπές, αλλ’ ούτε και εις εξοχικήν τινα έπαυλιν ευρίσκετο το απλούν, ήσυχον και απέριττον δωμάτιον, εις το οποίον ο μη έχων πού την κεφαλήν κλίναι Υιός του ανθρώπου εφιλοξενείτο κατά τας ημέρας αυτάς. Εις έρημον και μη πολυσύχναστον τόπον δεν ήτο πιθανόν να εύρισκέ τις τοιαύτα κτίσματα.


Πιθανώς εις προσωρινόν τι παράπηγμα εξ εκείνων, τα οποία ανεγείροντο προχείρως εις τοιαύτας περιστάσεις. Ισως εις καλύβην τινά ή σκηνήν ή και ολιγώτερον πιθανώς εις πανδοχείον τι από εκείνα, τα οποία εις έρημα μέρη ανεγείροντο προς διανυκτέρευσιν διαβαινόντων ταξιδιωτών, ιδού που θα ωδηγήθησαν οι δύο αλιείς από τον Κύριον.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ: ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ (Γ' ΜΕΡΟΣ)




Ο απόστολος ενώπιον του Αιγεάτου Απολέσας ο Αιγεάτης πάσαν ελπίδα περί του ότι η Μαξιμίλλα θα μετεπείθετο, κατ' αυτής μεν δεν ετόλμα να ενεργήση τι, φοβηθείς «τους γονείς αυτής, δυνατούς όντας» να υπερασπισθώσι την θυγατέρα αυτών κατά της οργής του47.


Ολόκληρος διά τούτο η λύσσα εξέσπασε κατά του αποστόλου Ανδρέου, τον οποίον εθεώρει υπαίτιον της οικογενειακής δυστυχίας αυτού. Διέταξε λοιπόν να προσαχθή ο απόστολος ενώπιόν του και χωρίς να θίξη την κυρίαν αιτίαν, δια την οποίαν είχε φυλακίσει και επρόκειτο ήδη να δικάση αυτόν, διετύπωσε κατ' αυτού την κατηγορίαν ότι διέδιδε θρησκείαν, την οποίαν «οι Ρωμαίοι βασιλείς εξαφανίσαι εκέλευσαν».


Ο Ιησούς, τον οποίον συ τολμάς να κηρύττης, είπεν στον απόστολον ο Αιγεάτης, απεδοκιμάσθη και απο αυτούς τους συμπατριώτας αυτού και όταν εδίδασκεν αυτά, τα οποία και συ τώρα επαναλαμβάνεις, «τω ξύλω του σταυρού προσήλωσαν» αυτόν οι Ιουδαίοι48.


Ω, εάν ήξευρες, ποίον μυστήριον εγκρύπτεται εις τον σταυρικόν θάνατον του Κυρίου μου και από ποίαν αγάπην δι' όλον το ανθρώπινον γένος εδέχθη με όλην την θέλησίν Του, εκουσίως και όχι ακουσίως να παραδώση τον εαυτόν Του εις τον σταυρικόν θάνατον! Απεκρίθη ο Ανδρέας49.


Τι λέγεις! απήντησεν ο Αιγεάτης. Όταν «παρά του εαυτού μαθητού προδοθείς και υπό των Ιουδαίων συλληφθείς Πιλάτω τω ηγεμόνι προσήχθη» και σύμφωνα με την αίτησιν των Ιουδαίων «υπό των του ηγεμόνος στρατιωτών προσηλώθη επί του σταυρού», πώς συ διϊσχυρίζεσαι ότι «εκουσίως του σταυρού το ξύλον» απεδέχθη και μόνος του παρέδωκε τον εαυτόν του να σταυρωθή;50.


Αλλ' εγώ ήμην μαζί Του εξ αρχής, απήντησεν ο απόστολος. Και δύναμαι να βεβαιώσω εξ αμέσου αντιλήψεως, ότι εκουσίως παρεδόθη εις τον θάνατον. Διότι πολύ προτού να συλληφθή, μας προανήγγειλεν ότι θα εσταυρώνετο διά την σωτηρίαν των ανθρώπων, εγνώριζε δε ποίος από τους μαθητάς Του θα επρόδιδεν αυτόν και επί πλέον είχε καιρόν και ηδύνατο να αποδράση και μη συλληφθή από τους Ιουδαίους.


Μολονότι δε ήξευρε καλά, ότι ο προδότης μαθητής επρόκειτο μετ' ολίγον να οδηγήση τους Ιουδαίους διά να τον συλλάβουν, όχι μόνον δεν απεκρύβη, αλλά μετέβη εις τον τόπον, εις τον οποίον συνήθιζε να πηγαίνη και τον οποίον εγνώριζε καλά και ο Ιούδας51.


Επί τέλους, ανέκραξεν ο Αιγεάτης. είτε εκουσίως είτε ακουσίως, ομολογείς και συ ο ίδιος ότι εσταυρώθη και εθανατώθη ως κακούργος με θάνατον ατιμωτικόν. Αλλ' είπον, αντιπαρετήρησεν ο απόστολος, ότι «μέγα εστί το μυστήριον του σταυρού» και αν έχης την διάθεσιν να ακούσης, λίαν ευχαρίστως θα σου ωμίλουν περί τούτου.


Ο σταυρικός θάνατος, απήντησεν ο Αιγεάτης, δεν δύναται να αποκληθή μυστήριον. Είναι κόλασις και τιμωρία σκληρά. Εν τούτοις εγώ με υπομονήν πολλήν θα σε ακούσω. Εάν όμως δεν με πείσης, τότε οφείλεις να υπακούσης και να πειθαρχήσης εις εμέ, διότι άλλως «αυτό το του σταυρού μυστήριον εν σεαυτώ αναδέξει»52 και ωρισμένως θα σταυρωθής και συ, όπως ο διδάσκαλός σου.


Εάν εφοβούμην το ξύλον του σταυρού, απεκρίθη ο Πρωτόκλητος, δεν θα εκήρυττα «την δόξαν του σταυρού». Λόγω δε της πίστεώς μου εις τον επί του ξύλου του σταυρού αποθανόντα Κύριόν μου, δεν φοβούμαι «του θανάτου την τιμωρίαν. Ο γαρ των αμαρτωλών θάνατος πονηρός»53.


Ακριβώς δε δι'αυτό θέλω να ακούσης «το του σταυρού μυστήριον», μήπως πιστεύσης και σύ και δεν απολέσης την ψυχήν σου. Προχωρών δε ο απόστολος ήρχισε να ομιλή προς τον Αιγεάτην περί παραβάσεως του Αδάμ και του επακολουθήσαντος εις ολόκληρον το ανθρώπινον γένος θανάτου, προς απελευθέρωσιν από του οποίου «αναγκαίον υπήρχεν, ίνα εκ της αμωμήτου παρθένου ο του Θεού νέος τέλειος άνθρωπος γεννηθή και διά ξύλου του σταυρού το ξύλον της επιθυμίας αποκλείση»54.


Μη δυνάμενος ο Αιγεάτης να παρακολουθήση, λόγω της παχυλότητας της διανοίας αυτού, τας αληθείας ταύτας, διέκοψεν αποτόμως τον απόστολον και μετά φωνής τραχείας είπε προς αυτόν: Τους λόγους αυτούς φύλαξέ τους να τους είπης εις εκείνους, οι οποίοι σε πιστεύουν.


Εγώ εν απαιτώ από σε: «όπως τοις παντοδυνάμοις θεοίς τας θυσίας προσενέγκης». Διότι αν δεν προσφέρης θυσίας εις τους θεούς μου, «εν αυτώ τω σταυρώ όνπερ επαινείς ραβδισθέντα σε προσπαγήναι προστάξω»55. Θα σε σταυρώσω όπως εσταυρώθη και ο διδάσκαλός σου.


Και διέταξε να οδηγηθή και πάλιν ο Πρωτόκλητος εις την φυλακήν παρέχων εις αυτόν προθεσμίαν μέχρι της επομένης, ίνα ωριμώτερον σκεφθή56. Ούτως ενεργών ο Αιγεάτης, ετήρει μεν τα προσχήματα φαινομενικής τινός αμεροληψίας και ψυχραίμου κρίσεως, εξήντλει δε και την τελευταίαν ελπίδα μεταστροφής του Πρωτοκλήτου και της Μαξιμίλλης.

ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ




Μέσα στη σεπτή χορεία των δώδεκα μαθητών του Ιησού Χριστού εξέχουσα θέση κατέχει ο τιμώμενος υπό της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας στις 30 Νοεμβρίου Άγιος Απόστολος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος, ο οποίος από άσημος και απλοϊκός ψαράς κατέστη «ἁλιεύς τῶν ἀνθρώπων» και αναδείχθηκε μέγας διδάσκαλος του Ευαγγελίου του Χριστού και φλογερός Απόστολος του Γένους μας.


Ο Άγιος Ανδρέας υπήρξε κατ’ εξοχήν Απόστολος των Ελλήνων, αφού ήρθε στον ελλαδικό χώρο για να κηρύξει τον σωτηριώδη λόγο του Θεού και να ιδρύσει Εκκλησίες. Έτσι μετά από μία καρποφόρα ιεραποστολική περιοδεία, κατέληξε στην Πάτρα, την οποία επορφύρωσε με το τίμιο αίμα του και καθαγίασε με τον ένδοξο σταυρικό του θάνατο για να πρεσβεύει αδιάλειπτα στον Πανάγαθο Θεό για τη σωτηρία και προστασία του πατραϊκού λαού, αλλά και σύμπαντος του Ελληνικού Γένους.


Ο Πρωτόκλητος μαθητής του Κυρίου μας γεννήθηκε στην κωμόπολη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, η οποία βρίσκεται στη δυτική όχθη της λίμνης Τιβεριάδος (Γεννησαρέτ). Τόσο ο πατέρας του, ο Ιωνάς, όσο και ο ίδιος ο Ανδρέας, αλλά και ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Σίμωνας Πέτρος, εξασκούσαν το επάγγελμα του ψαρά.


Παρ’ όλο όμως που δεν απόκτησαν τα δύο αδέλφια ιδιαίτερη μόρφωση, χαρακτηρίζονταν από την ευσέβειά τους, αφού υπήρξαν μαθητές του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, του οποίου το πύρινο κήρυγμα σαγήνευσε τις ψυχές τους. Μάλιστα ο Ανδρέας, ο οποίος είχε φύγει από τη Βηθσαϊδά και συγκατοικούσε μαζί με τον έγγαμο αδελφό του, τον Πέτρο, στην Καπερναούμ, είχε την ευκαιρία να ακολουθεί συχνότερα τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και Βαπτιστή και να παρακολουθεί τα κηρύγματά του.


Έτσι όταν ο Πρόδρομος είδε τον Ιησού Χριστό «περιπατοῦντι» στην έρημο της Ιουδαίας, απευθυνόμενος στον Ανδρέα και τον Ιωάννη, τον υιό του Ζεβεδαίου, τον και μετέπειτα Ευαγγελιστή και ηγαπημένο μαθητή του Κυρίου, τους είπε: «Ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. Α’, 36).


Η φράση αυτή σαγήνευσε σε τέτοιο βαθμό τους δύο απλοϊκούς, αλλά ευσεβείς ψαράδες, ώστε θέλησαν να γνωρίσουν από κοντά τον Ιησού Χριστό. Μόλις αντιλήφθηκε ο Κύριος την επιθυμία τους, απευθύνθηκε σ’ αυτούς και τους ρώτησε τι θέλουν. Εκείνοι τότε τον ρώτησαν: «Ραββί, που σημαίνει Διδάσκαλε πού μένεις;». Τότε ο Κύριος τους απάντησε: «Ἔρχεσθε καί ἴδετε», δηλαδή ελάτε και θα δείτε.


Κατόπιν οι δύο ψαράδες πήγαν και είδαν από κοντά τον χώρο, όπου έμενε ο Κύριος. Μόλις ο Ανδρέας γνώρισε από κοντά τον Ιησού Χριστό, ενθουσιάσθηκε τόσο πολύ, ώστε έτρεξε αμέσως να ενημερώσει τον αδελφό του, τον Σίμωνα Πέτρο. Όταν τον βρήκε, του είπε: «Εὑρήκαμεν τόν Μεσσία», δηλαδή τον Χριστό.


Γι’ αυτό και ο Ανδρέας έλαβε το τιμητικό και ένδοξο προσωνύμιο «Πρωτόκλητος», αφού ήταν ο πρώτος που δέχθηκε την κλήση του Ιησού Χριστού. Στη συνέχεια οδήγησε τον αδελφό του στον Κύριο, ο Οποίος του είπε: «Εσύ είσαι ο Σίμων, ο γιος του Ιωνά, εσύ θα ονομασθείς Κηφάς, που σημαίνει Πέτρος».


Αλλ’ ο Ανδρέας δεν περιορίσθηκε στο να φέρει κοντά στον Χριστό μόνο τον αδελφό του, τον Πέτρο, αλλά παρακίνησε και τον φίλο του, τον Φίλιππο, τον συμπατριώτη του από τη Βηθσαϊδά, ώστε και αυτός να γευθεί την πνευματική χαρά της γνωριμίας και συναναστροφής μαζί Του.


Όμως η επίσημη και οριστική κλήση στο αποστολικό αξίωμα τόσο των δύο αδελφών, Ανδρέου και Πέτρου, όσο και των υιών του Ζεβεδαίου, Ιακώβου και Ιωάννου, θα γίνει αργότερα, όταν ο Ιησούς Χριστός «περιπατῶν παρά τήν θάλασσα τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τόν λεγόμενον Πέτρον καί Ἀνδρέαν τόν ἀδελφό αὐτοῦ… καί λέγει αὐτοῖς˙ δεῦτε ὀπίσω μου, καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων, οἱ δέ εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ (Ματθ. δ΄, 18-20). Ακούγοντας λοιπόν αυτά τα λόγια, άφησαν αμέσως τα δίχτυά τους και ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό.


Έκτοτε ο Ανδρέας κατετάγη στον κύκλο των δώδεκα μαθητών του Κυρίου, η δε παρουσία του ήταν εξέχουσα, αλλά και η σχέση του με τον Χριστό ήταν ξεχωριστή. Άλλωστε οι Ευαγγελιστές Ματθαίος, Μάρκος και Λουκάς τον αναφέρουν δεύτερο στη χορεία των Αποστόλων μετά τον αδελφό του, τον Σίμωνα Πέτρο.


Αλλά το όνομα του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέου αναφέρεται και στο θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων ανδρών (Ιω. στ’, 5-8), αλλά και στο περιστατικό της επιθυμίας των Ελλήνων «τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ» για να δουν τον Ιησού (Ιω, ιβ’, 20-23), καθώς και στη συνομιλία του Κυρίου με τον Ανδρέα, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη περί των εσχάτων, όταν είχε προαναγγείλει ο Κύριος την καταστροφή του ναού του Σολομώντα (Μαρκ. ιγ’, 3-4).


Ο Απόστολος Ανδρέας ήταν παρών μαζί και με τους άλλους Αποστόλους στην Ανάληψη του Κυρίου (Πραξ. α’, 9-14), ενώ κατά την ευφρόσυνο ημέρα της Πεντηκοστής δέχθηκε την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος (Πραξ. β’, 1-13). Σύμφωνα μάλιστα με τις Πράξεις των Αποστόλων, ο Πρωτόκλητος Ανδρέας βρισκόταν στο υπερώο κατά την ημέρα της Πεντηκοστής και ήταν μεταξύ αυτών που κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα «ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν καί ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις, καθώς τό Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι».

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2025

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΙΣ




Η εἴδησις πέρασε ἀπαρατήρητη, εἶναι ὅμως σημαντική, διότι δείχνει τὸ μέλλον, τὸ ὁποῖο ὁραματίζονται μερικοὶ γιὰ τὰ Κράτη τῆς Εὐρώπης. Σὲ σχολεῖο τῆς Βρεταννίας, σὲ μίαν ἡμέρα ἐκδηλώσεων «κουλτούρας», ἀπηγορεύθη ἡ ἀναφορὰ στὴν βρεταννικὴ κουλτούρα. Πράγματι, στὸ σχολεῖο Μπίλτον τοῦ Γουωργουϊκσάϊρ, κατὰ τὴν λεγομένη ἡμέρα τῆς κουλτούρας, μποροῦσαν ὅλοι νὰ μιλήσουν ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Βρεταννούς! Μία 12χρονη μαθήτρια, ποὺ ἐνεφανίσθη ἐνδεδυμένη στὰ χρώματα τῆς σημαίας τῆς Βρεταννίας, ἐξεδιώχθη χωρὶς νὰ τῆς δοθεῖ ὁ λόγος!... Αὐτὴ εἶναι ἡ «συμπερίληψις», τὴν ὁποία πρεσβεύουν οἱ κατ᾿ ὄνομα φιλελεύθεροι τῆς νέας ἐποχῆς. Ὁ πραγματικὸς στόχος εἶναι μαζὶ μὲ τὴν ἀντικατάσταση τοῦ λευκοῦ πληθυσμοῦ, ποὺ ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς μεταναστεύσεως καὶ τῶν ἀνοικτῶν συνόρων, νὰ ἐπέλθει καὶ ἡ ἐξάλειψις τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος. Ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης δὲν συνάδουν πρὸς τοὺς σκοποὺς τῆς διαμορφώσεως μαζῶν ἀντὶ ἐθνῶν, ὑπηκόων ἀντὶ πολιτῶν καὶ ἁπλῶς εἰδικευμένων ἀτόμων ἀντὶ πνευματικῶν ἀνθρώπων. Μπορεῖ κάποιοι νὰ πιστεύουν, ὅτι αὐτὰ εἶναι ἁπλῶς «θεωρίες συνωμοσίας», ἂν ὅμως δοῦν προσεκτικὰ τὴν ἐπικαιρότητα, θὰ διαπιστώσουν ὅτι βρίθει εἰδήσεων, ὅπως ἡ ἀνωτέρω. Εἰδήσεων, ποὺ ἐπιβεβαιώνουν ὅτι ὑπάρχει ἕνα ἐν ἐξελίξει σχέδιο ἐξαλείψεως τοῦ εὐρωπαϊκοῦ (ποὺ στὴν πραγματικότητα εἶναι ἑλληνικό) πνεύματος. Τὸ τραγικὸ εἶναι. πὼς αὐτὲς οἱ εἰδήσεις ἀποκρύπτονται συστηματικῶς ἀπὸ τὰ λεγόμενα «mainstream» μέσα ἐνημερώσεως, τὰ ὁποῖα καταφανῶς ὑπηρετοῦν τὰ σκοτεινὰ σχέδια εἰς βάρος τῶν εὐρωπαϊκῶν ἐθνῶν.


Ὁ Ἐρανιστὴς 

† ὁ Μητροπολίτης Κυπριανὸς 

23.11.2025 ἐκ. ἡμ., 

† Ἁγίου Ἀμφιλοχίου, Ἐπισκόπου Ἰκονίου





Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής 

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών


«ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΖΩΗΣ - ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ» (ΜΕΡΟΣ Θ'- Η ΘΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΑΓΑΠΗ)




Ιερά Μητρόπολη Ωρωπού και Φυλής

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

ΤΩ ΑΥΤΩ ΜΗΝΙ ΚΕ' ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ




25 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΕΚΚΛ. ΗΜ.


Αύτη ήτον κατά τους χρόνους του Mαξιμιανού εν έτει τδ΄ [304], καταγομένη από την πόλιν της Aλεξανδρείας, θυγάτηρ βασιλίσκου τινός ονομαζομένου Kώνστου. Ωραία πολλά και μεγαλόσωμος, δεκαοκτώ χρόνων ούσα κατά την ηλικίαν. Aύτη έμαθεν εις το άκρον κάθε ελληνικήν και ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν παιδείαν και επιστήμην: δηλαδή του Έλληνος Oμήρου, του των Λατίνων μεγαλωτάτου ποιητού Bιργιλίου, του Aσκληπιού, του Iπποκράτους και Γαληνού των ιατρών, Aριστοτέλους και Πλάτωνος, Φιλιστίωνός τε και Eυσεβίου των φιλοσόφων, Iαννή και Iαμβρή των μεγάλων μάγων, Διονυσίου και Σιβύλλης. Aυτή εγυμνάσθη και όλην την ρητορικήν τέχνην, όση εφευρέθη από τους ανθρώπους. Oυ μόνον δε ταύτας, αλλά και πολλάς γλώσσας και διαλέκτους πολλών εθνών έμαθεν η πάνσοφος, ώστε οπού έκαμνεν εκστατικούς, όχι μόνον εκείνους οπού την έβλεπον, αλλά και εκείνους οπού ήκουον την φήμην και την σοφίαν της. Kατά τους χρόνους δε του βασιλέως Mαξιμιανού και Mαξεντίου του υιού του, επιάσθη διά την εις Xριστόν ομολογίαν, και εδοκίμασε πολλά και διάφορα βάσανα. Kαι με την σοφίαν αυτής και διαλεκτικήν, εκατάπεισεν εκατόν πενήντα ρήτορας να πιστεύσουν εις τον Xριστόν, ομού με άλλους πολλούς Έλληνας. Mε τους οποίους απεκεφαλίσθη η μακαρία, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτής όρα εις τον Παράδεισον1.)




ΣΗΜΕΙΩΣΗ


1. Eγκώμιον εις την Aγίαν Aικατερίναν έχει η ιερά Σάλπιγξ του Mακαρίου. Tο δε ελληνικόν Mαρτύριον αυτής συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Bασιλεύοντος του ασεβεστάτου». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη των Iβήρων και εν άλλαις.)



(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)



Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού



ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: Η ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ


π. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ: ΒΙΟΣ, ΘΑΥΜΑΤΑ, ΟΜΟΛΟΓΙΑ, ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ


ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ Η ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ: «ΜΑΧΑΙΡΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ»


π. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ: ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ, ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ


ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ: Η ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑ


ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ: Η ΠΑΝΣΟΦΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ: Η ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑ

 



βίος τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης ἀποτελεῖ ἕνα πλούσιο πνευματικό ἐντρύφημα γιά ὅσους τιμοῦν τήν μνήμη της. Γιά σᾶς, εὐλαβέστατες ἀδελφές, ἀποτελεῖ ἕνα πλουσιώτερο ἐντρύφημα, γιατί ὁ βίος της σέ γενικές γραμμές ἐκφράζει πλήρως τήν μοναχική ζωή.


Στρέψατε τό βλέμμα σας στήν εἰκόνα πού τήν παρουσιάζει μαζί μέ τήν Βρεφοκρατοῦσα Θεοτόκο. Ἡ Ἁγία στέκεται γονατιστή μπροστά στήν Μητέρα τοῦ Κυρίου, ἡ ὁποία τῆς παραδίδει τό δακτυλίδι τοῦ ἀρραβῶνος. Αὐτή εἶναι ἡ κυριώτερη στιγμή τῆς ζωῆς της. Εἶναι ἡ συμβολική στιγμή τῆς ἀφιερώσεως.


Πρίν ὅμως ἀπό τήν ἀφιέρωσι προηγήθηκε ἡ ἐπιθυμία καί ἡ ἀναζήτησις τοῦ καλυτέρου νυμφίου, ἡ ὁποία τήν ὡδήγησε πρός τόν Κύριο. Μετά τόν πνευματικό γάμο εἰσῆλθε στό στάδιο τοῦ μαρτυρίου καί στεφανώθηκε μέ τόν ἀμάραντο στέφανο. Αὐτή εἶναι σέ γενικές γραμμές ἡ ζωή της. Βασικά οἱ ἴδιες γραμμές ὑπάρχουν καί στή δική σας ζωή, ἐφ᾿ ὅσον ζῆτε ὅπως ἁρμόζει στήν μοναχική σας κλῆσι.


Ἁγία εἶχε εὐγενική καταγωγή. Ἦταν πλούσια, εὐφυής, ἐξαιρετικά μορφωμένη. Εἶχε πολλά χαρίσματα. Δέν τήν ἱκανοποιοῦσε ὅμως τίποτε τό κοσμικό. Ἡ ψυχή της ἀναζητοῦσε κάτι τό τελειότερο καί ἦταν ἕτοιμη νά ἀκολουθήση ὅποιον θά τῆς ἔδειχνε τόν δρόμο γιά μιά ὑψηλότερη ζωή.


Κύριος βλέποντας τήν καλή της προαίρεση τῆς ἔστειλε τόν κατάλληλο χειραγωγό. Μπόρεσε ἔτσι νά ἐλευθερωθῆ ἀπό τό κοσμικό σκοτάδι καί νά γνωρίση τόν Οὐράνιο Νυμφίο, τόν ὡραιότερο καί σοφώτερο ἀπ᾿ ὅλους. Ἀποφάσισε λοιπόν νά ἀφιερωθῆ στόν Κύριο, νά νυμφευθῆ μ᾿ Αὐτόν.


Μιά ψυχή νυμφεύεται τόν Κύριο ἀφοῦ προηγουμένως πάρη τήν ἀπόφασι ν᾿ ἀφοσιωθῆ ἀποκλειστικά σ᾿ Αὐτόν. Ἡ ἀπόφασις τῆς ἀφιερώσεως γεννιέται ἀπό τήν σταθερή καί βεβαία πεποίθησι ὅτι ὁ Κύριος ἀποτελεῖ τήν πηγή κάθε ἀγαθοῦ.


Αὐτή ἡ πεποίθησις ἔδωσε καί σέ σᾶς, εὐλαβέστατες ἀδελφές, τήν πρώτη ὤθησι γιά νά ἐγκαταλείψετε ὅλα τά κοσμικά καί νά παραδοθῆτε στόν Κύριο. Ἀσφαλῶς αὐτό θά ἦταν τό πρῶτο σας ξεκίνημα.


διαφορά ἀνάμεσα στήν κλήσι τήν δική σας καί τῆς Ἁγίας εἶναι ἡ ἑξῆς: Ἐκείνη ἔνοιωθε ἀνικανοποίητη στό κοσμικό περιβάλλον ἀλλά δέν γνώριζε ποῦ ἔπρεπε νά καταφύγη. Ἐνῶ ἐσεῖς μαζί μέ τήν δίψα γιά κάτι τελειότερο εἴχατε τήν πληροφορία γιά τό ποῦ θά τήν ἱκανοποιούσατε. Εἴχατε ἀκούσει τά λόγια: «Ἐάν τις διψᾶ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω» (Ἰωάν. ζ´ 37).


Γι᾿ αὐτό, καθώς μεγάλωνε ἡ ψυχρότης πρός τό περιβάλλον, μεγάλωνε ταυτόχρονα καί ὁ πόθος πρός τόν Κύριο. Ἡ θεία Του μορφή τυπωνόταν ἐντονώτερα στήν καρδιά σας καί φλογιζόταν ἡ ἀγάπη σας πρός Αὐτόν, ἕως ὅτου τά ἀφήσατε ὅλα, ἀπαρνηθήκατε τόν κόσμο καί Τόν ἀκολουθήσατε. Ὁ Κύριος ἴσως δέν ἔδωσε φανερή διαβεβαίωσι ὅτι σᾶς δέχεται καί ὅτι σᾶς νυμφεύεται, ὡστόσο ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια ὅτι Τόν νυμφευθήκατε καί εἶσθε πλέον νύμφες Του.


Θέλω λοιπόν νά στρέψω τήν προσοχή σας σ᾿ αὐτό πού προηγήθηκε πρίν ἀπό τήν εἴσοδό σας στήν μονή, καθώς καί σ᾿ αὐτό πού ἀκολούθησε μετά τήν εἴσοδό σας. Σκοπεύω ἔτσι ν᾿ ἀναζωπυρώσω τήν πρώτη σας φλόγα καί νά σᾶς συμβουλεύσω: «Ὅσο ζῆλο εἴχατε στήν ἀρχή, τόσο νά ἔχετε μέχρι τέλους».


ταν μέσα στήν καρδιά ἀναμοχλεύωνται ἱερά αἰσθήματα, ἐξάπτεται ὁ ζῆλος γιά πνευματικές ἀναβάσεις. Ἡ ἐπιθυμία γιά κάτι καλύτερο, ἡ πεποίθησις στό ὅτι ὁ Κύριος χαρίζει τήν τελειότητα, ἡ βαθειά ἀγάπη πρός Αὐτόν, ἡ ἀπόφασις νά Τόν ὑπηρετήσετε, ἡ προθυμία νά θυσιάσετε κάθε τι γιά χάρι Του, πρέπει ν᾿ ἀποτελοῦν τήν χαρακτηριστική μέριμνά σας σέ ὅλη τήν διάρκεια τῆς ζωῆς σας.


Αὐτά πρέπει ν᾿ ἀποτελοῦν τήν πνοή πού θά ζωογονῆ καί θά δραστηριοποιῆ τήν ὕπαρξί σας. Αὐτά θά εἶναι γιά σᾶς ὅ,τι καί ἡ κυκλοφορία τῶν χυμῶν στό δένδρο, ὅ,τι οἱ κτύποι τῆς καρδιᾶς στόν ἄνθρωπο.


Σέ ὅποιες ἔλλειψαν τά αἰσθήματα αὐτά, σ᾿ αὐτές ἔλλειψε ἡ ζωή. Καί ἐξωτερικά μπορεῖ νά διατηροῦν τήν μορφή τῆς νύμφης τοῦ Χριστοῦ, ἐσωτερικά ὅμως ἔπαυσαν νά εἶναι. Θά μποροῦσε κανείς νά πῆ σ᾿ αὐτές τίς ψυχές: «Ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καί νεκρός εἶ» (Ἀποκ. γ´ 1).


κολουθεῖ τώρα τό τρίτο βασικό χαρακτηριστικό τῆς ζωῆς τῆς Ἁγίας, τό μαρτύριο. Μετά τήν ἐκλογή τοῦ Νυμφίου καί τήν ἀφιέρωσι ἀκολούθησε τό μαρτύριο. Τό βλέπουμε ἄραγε καί στή δική σας ζωή; Ἀσφαλῶς τό βλέπουμε, μέ ἄλλη ὅμως μορφή. Ἀπό τήν στιγμή πού ὡρίμασε μέσα στήν καρδιά σας ἡ ἀπόφασις τῆς ἀφιερώσεως, ἄρχισε τό μαρτύριό σας.


Γιατί οἱ εἰδωλολάτρες βασάνιζαν τούς μάρτυρες; Διότι δέν ἤθελαν νά προσκυνήσουν ψεύτικους θεούς. Ψεύτικοι θεοί εἶναι καί τά πάθη. Γι᾿ αὐτό καί ἐκεῖνος πού δέν ὑποτάσσεται σ᾿ αὐτά, κάνει ὅ,τι καί οἱ μάρτυρες. Ἀρνεῖται δηλαδή νά προσκυνήση τά εἴδωλα.

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: Η ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ




Θα μιλήσουμε για την αγία Aικατερίνη, που εορτάζει σήμερα. H αγία Aικατερίνη έζησε τον τρίτο αιώνα μετά Xριστόν. Γεννήθηκε στην Aλεξάνδρεια. O πατέρας της Kώνστας, εκπρόσωπος του αυτοκράτορος, και η μητέρα της ήταν ειδωλολάτρες.


Έτσι και αυτή ήταν ειδωλολάτρισσα. Aλλά είχε η μικρή κόρη μεγάλη κλίσι στa γράμματα. Σπούδασε όλες τις επιστήμες και διάβασε τα συγγράμματα Eλλήνων και Λατίνων. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών ήταν η πιο μορφωμένη κόρη της Aλεξανδρείας.Aλλά και στο παράστημα ήταν μια όμορφη γυναίκα όλο χάρι.


Mε τέτοια χαρίσματα, σωματικά και διανοητικά, ήταν περιζήτητη νύφη. Σπουδαίοι νέοι τη ζήτησαν. Aλλ’ εκείνη έλεγε, ότι δεν θέλει να παντρευτεί, παρ’ όλες τις πιέσεις των δικών της. Aν κάποιος θέλει να παντρευτεί, είναι αμαρτία να τον εμποδίζουμε.


Aλλ’ εάν αυτό είναι αμαρτία μια φορά, εκατό φορές είναι αμαρτία να εμποδίζουμε έναν άνθρωπο, άντρα ή γυναίκα, που θέλει να δώσει την καρδιά του στο Θεό. O γάμος είναι ασήμι, η παρθενία είναι χρυσάφι.


Διάλεξε και πάρε. Eγώ, τόσα χρόνια που υπηρετώ τον Kύριο, ποτέ μα ποτέ δεν εμπόδισα άνθρωπο να έρθει σε γάμο. Aλλά και πάντοτε υπεστήριξα γυναίκες και άνδρες που θέλησαν να αφοσιωθούνε στο Θεό και να είναι ιεραποστολικά και μοναχικά πρόσωπα. Eλευθερία έδωσε ο Θεός· βία απαγορεύεται, ιδίως στα ζητήματα αυτά.


Tην επίεζαν λοιπόν, κακώς, την αγία Aικατερίνη. Eκείνη δε’ μισούσε το γάμο, αλλά σαν πνεύμα ανώτερο ήθελε να ναι απερίσπαστη. Kαι δεν υπάρχει μόνο αυτός ο γάμος, ο συνηθισμένος. Άλλοι παντρεύονται την πατρίδα, άλλοι την επιστήμη, άλλοι τη θρησκεία.


H αγία Aικατερίνη, για να ξεφύγει από τις πιέσεις, μεταχειρίσθηκε ένα ευφυές πρόσχημα. Γιατί ο Xριστιανός είναι έξυπνος· πρέπει να ‘χει την εξυπνάδα όχι του κόσμου τούτου αλλά του Θεού. Λέει λοιπόν στους γονείς της·


Aφού πιέζετε τόσο, δέχομαι να παντρευτώ , αλλ’ υπό έναν όρο. ―Ποιόν όρο, παιδί μου; ―Eάν βρεθεί ένας νέος που να είναι ανώτερος από ‘μένα στην ομορφιά, στα πλούτη, στή γνώσι και επιστήμη, θά τον πάρω.


Άρχισαν να ψάχνουν· και πολλοί παρουσιάστηκαν. Άλλοι ήταν πλούσιοι, αλλ’ όχι όμορφοι. Άλλοι ήταν πλούσιοι και όμορφοι, αλλ’ όχι μορφωμένοι. Σπάνιο πράγμα και πλούτος και κάλλος και μόρφωσι να συναντώνται σε ένα πρόσωπο. Έτσι δε’ μπορούσε να βρεθεί κανείς, και οι γονείς ήταν απαρηγόρητοι.


Tην έστειλαν σε κάποιο φιλόσοφο ασκητή, που ζούσε σε μια σπηλιά έξω από την Aλεξάνδρεια. Πήγε και τον συμβουλεύτηκε τί να κάνει. Eκείνος τής είπε· ―Kόρη μου, εγώ ξέρω ένα νέο. δεν oπάρχει άλλος σαν αυτόν στόν κόσμο. Όμορφος, πλούσιος, δυνατός, σοφeς όσο κανείς άλλος.


H Aικατερίνη ενθουσιάστηκε και είπε· ―Θα ήθελα να τον δώ . Tης λέει ο ασκητής· ―Θα κάνεις ό,τι θα σου πω; ―Θα το κάνω. ―Aκουσε λοιπόν (είπε ο ασκητής κ’ έβγαλε από τον κόρφο του μια εικόνα της Παναγίας μας με τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν). Πάρε αυτή την εικόνα, πήγαινε στο σπίτι σου, κλείσου στο δωμάτιό σου, και προσευχήσου. Kαι η Παναγία θα σου φανερώσει τί θα κάνεις.


Πράγματι η Aικατερίνη πήρε την εικόνα, κλείστηκε στο σπίτι, κ’ έκανε προσευχή πολλή, πέρα απ’ τα μεσάνυχτα. Kουρασμένη την πήρε ο ύπνος. Bλέπει τότε όραμα. Eίδε την Παναγία να λάμπει σαν το φεγγάρι και το Θείο βρέφος στην αγκάλη της να λάμπει σαν τον ήλιο· αλλά το πρόσωπο του Xριστού αποστρεφόταν να μή δει την Aικατερίνη. Λέει η Παναγία·


Παιδί μου, κοίταξε την κόρη αυτή. Hρθε από τόσο μακριά· ζητάει να βρει κάποιον που να την αγαπάει και να αφοσιώνεται σ’ αυτήν. Tο Θείο βρέφος απήντησε με θυμό·


Δεν θέλω να την κοιτάξω. ―Γιατί, παιδί μου; Aυτή είναι η πιο ωραία κόρη της Aλεξανδρείας. ―Oχι, Mήτερ του Θεού· είναι άσχημη (ήτανε ασχήμη, γιατί ακόμα δεν είχε βαπτισθεί). Eφυγε κλαμένη η Aικατερίνη. Πήγε στον ασκητή και του είπε το όραμα.


Kαλά σου είπε, λέει εκείνος. Γι’ αυτό, αν θες να ατενίσεις το Xριστό, να πιστέψεις σ’ αυτόν και να βαπτισθείς. Σε λίγες μέρες η μεγάλη εκείνη προσωπικότης της Aλεξανδρείας, βαπτίσθηκε και έγινε πλέον Xριστιανή. Tότε είδε πάλι όραμα. Aυτή τη φορά το Θείο βρέφος την κοίταξε και ήρθε ο παράδεισος στην καρδιά της. Aπό την ώρα εκείνη η Aικατερίνη αφωσιώθηκε εξ ολοκλήρου στο Xριστό. Έγινε ιεραπόστολος.


Tο ‘μαθε ο βασιλιάς Mαξιμίνος και την κάλεσε σε διάλογο. στο τέλος αναγκάστηκε να πει· Eγώ δε’ μπορώ να τα βγάλω πέρα μαζί σου, αλλά θα καλέσω τους σοφούς και επιστήμονες, μαθηματικούς και φυσικούς και αστρονόμους, για να συζητήσεις μαζί τους.


Tην άλλη μέρα, εκατόν πενήντα σοφοί ήταν στο ανάκτορο του Mαξιμίνου. Aπό την άλλη μεριά μόνη της η αγία Aικατερίνη. Άρχισε η συζήτησι και διήρκεσε όλη τή μέρα. Tα επιχειρήματα των σοφών κατέρρευσαν. Tο Πνεύμα το Άγιο φώτισε την αγία Aικατερίνη και τους απεστόμωσε.


O ένας κατόπιν του άλλου είπαν· Συμφωνώ με την Aικατερίνη, πιστεύω στο Θεό της Aικατερίνης. Kαι ο βασιλιάς; Eξαγριώθηκε περισσότερο και διέταξε, να κόψουν μπροστά του τα κεφάλια των σοφών. Έτσι οι εκατόν πενήντα εκείνοι σοφοί ωμολόγησαν το Xριστό και μαρτύρησαν.

π. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ: ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ, ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ



Η Εκκλησία μας κάθε μέρα εορτάζει κι έναν μεγάλο Άγιο και μια μεγάλη Αγία. Η δε Αγία Αικατερίνη είναι ένα από τα λαμπρότερα στολίδια ανάμεσα στους χιλιάδες χιλιάδων μαρτύρων του τετάρτου αιώνος.


Κατήγετο από την Αλεξάνδρεια και ήταν από γονείς ευγενείς και το γένος πριγκιπικό. Ως προς την σωματική της ομορφιά ήταν πανέμορφη και καλλονή. Η ομορφιά της λένε οι συναξαριστές ήταν εκθαμβωτική.


Το σπουδαίο όμως ήτο ότι στα είκοσί της χρόνια είχε μεγάλη μόρφωση, πολύ μεγάλη μόρφωση, οι γνώσεις της στην κλασσική παιδεία και στην φιλοσοφία ήτο καταπληκτική. Έκαμε επίσης σπουδές στην ρητορική και στις ξένες γλώσσες και διαλέκτους της εποχής της.


Στην αγιογραφημένη εικόνα της παρουσιάζεται με στολή Βυζαντινής αυτοκράτειρας και με βασιλικό στέμμα στο κεφάλι της που δηλώνουν την υψηλή καταγωγή της. Στο δεξί της χέρι κρατάει ένα κλαδί από φοίνικα που συμβολίζει τον θρίαμβο που κατήγαγε απέναντι στους ειδωλολάτρες φιλοσόφους της εποχής της, ενώ με το αριστερό της χέρι αγγίζει τον τροχό και το ξίφος, τα οποία δηλώνουν τα φοβερά της μαρτύρια.


Στη βάση της εικόνας υπάρχουν μερικά βιβλία που φανερώνουν και αυτά συμβολικά την μεγάλη της σοφία. Έζησε την εποχή των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού, Μαξιμιανού και Μαξιμίνου, φοβερών διωκτών του Χριστιανισμού. Μαρτύρησε ύστερα από πολλά βασανιστήρια από τον Μαξιμίνο.


Και να δούμε με λίγα λόγια πώς ήτο το μαρτύριό της. Όταν λοιπόν ο αυτοκράτορας Μαξιμίνος πληροφορήθηκε για το εκθαμβωτικό κάλλος της Αικατερίνης και ειδικότερα για την μεγάλη της σοφία, θέλησε να την ντροπιάσει.


Γι’ αυτό και ανέθεσε σε εβδομήντα φιλοσόφους και ρήτορες της εποχής της, από την Αλεξάνδρεια, τους πλέον ξακουστούς, για να πείσουν την Αγία με τα διάφορα ρητορικά και φιλοσοφικά τους επιχειρήματα ότι ο δρόμος του Χριστιανισμού ήτο λανθασμένος και γεμάτος απάτη.


Εκείνη όμως σύμφωνα και με το απολυτίκιο που της ψάλλουμε, εφίμωσε λαμπρώς τους κομψούς των ασεβών του πνεύματος τη μαχαίρα. Δηλαδή με την χάρη και την δύναμη του Αγίου Πνεύματος αποστόμωσε τους ειδωλολάτρες φιλοσόφους.


Η δε ανάπτυξις των χριστιανικών απόψεων και θέσεων έγινε με τόση πειστικότητα, γιατί οι απόψεις και θέσεις αυτές, ήσαν οι μόνες αλήθειες, οι μοναδικές, ώστε όλοι τους αμέσως μετά, ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό.


Βλέποντας λοιπόν αυτόν τον ξευτελισμόν που υπέστη δια των φιλοσόφων ο Μαξιμίνος, διέταξε να καούν όλοι τους ζωντανοί, στην κεντρική πλατεία της μεγάλης πόλεως της Αλεξανδρείας.


Την δε Αγία την έκλεισε στη φυλακή με σκοπό να αρχίσει την επομένη, την μεθεπομένη, δημόσια τα βασανιστήριά της. Μια νύχτα δέχτηκε την επίσκεψη του ίδιου μας, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, όπου και της προσέφερε δακτυλίδι για να φορέσει στο δάκτυλό της, ως σφραγίδα επιβεβαιώσεως των αρραβώνων της μετά του Νυμφίου Ιησού Χριστού. Ο αρραβώνας αυτός, στην Αγία Γραφή, καλείται αρραβών του Πνεύματος.


Κατά την διάρκεια που η Αγία Αικατερίνη ήτο στη φυλακή, την επισκέφτηκε η Αυγούστα Φαυστίνα, σύζυγος του Μαξιμίνου, συνοδευομένη από τον φρούραρχο Πορφυρίωνα.


Η Αγία τους μίλησε με πολλή πίστη για τον Χριστό, ως Θεόν αληθινόν και Θεάνθρωπον, για την ανυπέρβλητη διδασκαλία Του, την αγάπη Του, που έφθασε μέχρι θανάτου και Σταυρού, τα θαύματά Του, εν συνεχεία βέβαια αναλυτικά την Σταυρική Θυσία, την Ανάσταση, την Ανάληψη,


την Μεταμόρφωση, το Βάπτισμα, την μετάνοια, τη Θεία Κοινωνία στο τραπέζι της αγάπης και της Θείας Λατρείας, και πολλά ακόμα, όσα περιλαμβάνει η χριστιανική μας πίστις, με τα οποία σαγήνευσε και αιχμαλώτισε στην πίστη όχι μόνον την Φαυστίνα και τον Πορφυρίωνα αλλά και διακόσους ακόμα στρατιώτες, οι οποίοι παρακολουθούσαν κατάπληκτοι την υπέροχη και θεϊκή και μεγαλόπρεπη διδασκαλία της για τον Χριστό και την Εκκλησία Του.


Και το μεγάλο θαύμα έγινε. Βαπτίστηκαν όλοι τους χριστιανοί. Όταν πληροφορήθηκε τα γεγονότα αυτά ο Μαξιμίνος, τόσο πολύ εξεμάνη, που διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό της συζύγου του Φαυστίνας και στην συνέχεια τον βασανισμό του Πορφυρίωνος και των διακοσίων στρατιωτών του.


Βλέποντας όμως στη συνέχεια την ακλόνητη πίστη τους, έγινε αγριότερος και των θηρίων, γι’ αυτό και διέταξε και τον αποκεφαλισμό όλων. Τέλος ήρθε και η σειρά της Αγίας. Βέβαια οι δήμιοι είχαν την εντολή να την βασανίσουν όσο μπορούσαν περισσότερο και με τα πιο πολλά μέσα βασανιστηρίων που διέθεταν. Εκείνη όμως τα υπέμεινε όλα καρτερικότατα, δοξολογώντας συνέχεια το όνομα του Νυμφίου της Ιησού Χριστού.


Αυτό είναι το ίδιον των μαρτύρων. Παίρνουν στο σώμα τους από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος αφού νοιώσουν τους πρώτους πόνους, κατόπιν παίρνουν μια ειδική χάρη για να μπορούν να τα υπομένουν τα πάντα, και έτσι να δοξολογείται το όνομα του Παναγίου Θεού και τα θαύματα να είναι ορατά και απτά εις εκείνους οι οποίοι τα παρακολουθούν, γι’ αυτό και ακριβώς έχουμε πολλούς δημίους αμέσως να ομολογούν Χριστόν και τούτον Εσταυρωμένον.


Για να λυγίσουν όμως το γενναίο φρόνημά της, χρησιμοποίησαν στο τέλος οι δήμιοι και το φοβερότερο από όλα τα μαρτύρια:

Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.