ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2024

ΚΑΙ ΟΛΟ ΜΙΛΑΜΕ ΚΑΙ ΜΙΛΑΜΕ ΚΑΙ ΜΙΛΑΜΕ...



Όλο μιλάμε και μιλάμε και μιλάμε. Τελευταία μιλάμε πολύ. Μιλάμε πολύ και φωνάζουμε πολύ μέσα από σταθερά, μέσα από κινητά, μέσα από υπολογιστές, μέσα από ραδιόφωνα, μέσα από τηλεοράσεις, μέσα από αυτοκίνητα, στα σπίτια μας, στους δρόμους, όλοι συνεχώς μιλάμε. Όλοι με έντασι προσπαθούμε κάτι βαθύτερο να πούμε που δε λέμε. Μιλάμε αδιάκοπα για κάθε τι. Πλέον τα έχουμε ακούσει όλα, τα έχουμε δει όλα!


Ευκαίρως ακαίρως μιλάμε πολύ. Πολύ περισσότερο από όσο σκεπτόμαστε. Λέμε περισσότερα από αυτά πού θέλουμε, και δε λέμε αυτά που θα έπρεπε. Υπάρχει σοβαρό έλλειμα ουσίας, πνευματική φτώχεια, πολύ χαμηλό επίπεδο ζωής. Συγχρόνως μέσα από τα λόγια μας, βγαίνει λαχάνιασμα, άγχος, γιατί ποτέ δε φτάνει ο χρόνος. Μια υπερέντασι, μια έρευνα αφορμής να νευριάσουμε, να μαλώσουμε, να σφαχτούμε. Κι όλο μιλάμε και μιλάμε με θυμό, σαν να είμαστε αδικημένοι.


Σα να προειδοποιούμε μη μας βλάψουν. Ευερέθιστοι στην oδήγησι, καχύποπτοι στις συναλλαγές, αμφισβητίες απέναντι σε όλους και σε όλα, απομονωμένοι, παραμελημένοι, ξεχασμένοι, εχθροί των άλλων, αποστασιοποιημένοι και διαρκώς επιφυλακτικοί. Διαμαρτυρόμαστε για όλα, εκφράζοντας αγανάκτησι και προβληματισμό, όλης μας της ψυχής το βρασμό, έντονη αποδοκιμασία για πρόσωπα, για θεσμούς, που τι θέλουμε κι όλο μαλώνουμε, αλλά πάλι μιλάμε και μιλάμε και μιλάμε.


Διαβάζοντας καλύτερα τα φαινόμενα, επισημαίνουμε ότι περίσσεψαν τα λόγια μας γιατί φτώχυναν τα αισθήματά μας. Εις μάτην προσπαθούμε σήμερα να συζητάμε ψάχνοντας απεγνωσμένα να συναντήσουμε καρδιές. Οι πόρτες είναι κλειστές. Εδώ και καιρό τα συναισθήματα ξενοίκιασαν από τα ζεστά δωμάτια της ψυχής. Ζουν ορφανεμένα, ξενιτεμένα σ’ όμορφες προτάσεις, στα ωραία λόγια που πολύ μας αρέσουν για να μιλάμε και να μιλάμε. 


Περίσσεψαν τα λόγια μας, για να καλύψουν τα χρέη, την πτώχευσι των ανθρωπίνων αισθημάτων. Εισροή πληθώρας εγκεφαλικού κεφαλαίου, δημιούργησε χαοτικό έλλειμα και ψύχρα στα θερμά μέρη της ψυχής. Επεκτάθηκε η δυναστεία της γνώσεως και πάγωσε τους χώρους της καρδιάς. Έτσι πλήθυναν και τα λόγια μας, για να φανερώνουν ότι είναι άδεια, ξενοίκιαστη η ζωή.


Όσο περισσότερο ακάθεκτα συνεχίζουμε να μιλάμε, τόσο διαπιστώνουμε ότι λιγότερο αγαπάμε. Προσπαθώντας να δώσουμε στους άλλους να μας καταλάβουν καλύτερα, πόσο άσχημα αισθανόμαστε, πόσο δύσκολα περνάμε, με την ακατάσχετη πολυλογία μας γινόμαστε κουραστικοί. Μιλάμε για κόπωσι, μιλάμε για προβλήματα, μιλάμε για τα ψυχολογικά μας, για την ταλαίπωρη ζωή μας, που δεν μας καταλαβαίνουν οι άλλοι, που εμείς δεν φταίμε, που εμείς προσπαθούμε, που όλοι μας πολεμάνε, και δώστου όλο μιλάμε, και μιλάμε… Κι ενώ θέλουμε να κοινωνήσουμε με τον άλλο, τελικά τον κυνηγάμε…


Από την άλλη μόνοι μας, όσο περισσότερο προσπαθούμε να διερευνούμε καλύτερα τα μέρη του εαυτού μας, τόσο μπερδευόμαστε, διακρίνοντας μέσα μας σφιχταγκαλιασμένες τη λιακάδα με τη συννεφιά, την εκτίμησι με την κατάκρισι, την αρετή με την κακία, την πίστι με την απιστία, τη χαρά με τη δυστυχία. Κι ενώ απορούμε με την κατάστασι, αρχίζει να μας τρώη μια καλή ανησυχία. Σε μια καθαρά προσωπική προσπάθεια, μόνοι μας, αποφασίζουμε να ακουμπήσουμε το κεφάλι μας στο τζάμι της ψυχανάλυσης.


«Ζουλώντας τη μύτη μας», βλέπουμε μέσα με δέος σε διάφορες θέσεις, να σιγαναπνέουν ναρκωμένα τα απωθημένα μας… Σκιαζόμαστε και σταματάμε απότομα όλο να μιλάμε… Είναι απίστευτο να βλέπης την κρυμμένη σου πραγματικότητα… τα προσωπικά σου αποκτήματα, έτσι τόσο δύσμορφα, αναπαυμένα, θρονιασμένα μέσα σου, να ψιλοροκανίζουν το δέντρο της ζωής. Ούτε καν τα είχαμε φαντασθεί! Κι αυτά ανενόχλητα όλο μασάνε και μασάνε…


Τρομαγμένοι από τη συνάντησι μαζί τους, βαριανασαίνουμε… θολώνοντας όλο και πιο πολύ με τα αγχωμένα χνώτα μας την oρατότητα στο τζάμι, και καθόλου δε μιλάμε. ΔΕ ΜΙΛΑΜΕ… Μπροστά στο θαμπωμένο ορίζοντα της ψυχής σταματάμε! Δεν αντέχουμε άλλο να στεκόμαστε κατάντικρυ με την αλήθεια μας. Βλέποντας την παράλληλη πραγματικότητα, τα αναισθητοποιημένα εσώψυχά μας, τραυματισμένα να σπαρταράνε και με διάφορους τρόπους να πονάνε, όλο και πιο πολύ φοβόμαστε και ζαλιζόμαστε με την κατάντια μας, με τα χάλια μας… αγναντεύοντας το χάος, το απύθμενο σκοτεινό παλάτι των παθών, τη βασιλεία της φθοράς, την μεταπτωτική κόλασι μέσα μας. Πολύς φόβος, αβεβαιότητα, ανασφάλεια… λιποψυχάμε. Κι από την τρομάρα μένουμε άφωνοι… Σιγά σιγά, όμως, αρχίζουμε να μιλάμε, κι όσο φέρνουμε την εικόνα στο μυαλό μας με συνειδητή προσπάθεια, όλο και λιγότερο μιλάμε κι όλο και πιο πολύ ΔΕ μιλάμε.


Να, γιατί σήμερα συνέχεια μιλάμε. Επειδή κατά βάθος θέλουμε να εκφράσουμε ότι ψυχικά πεινάμε και διψάμε και πονάμε. Επειδή είμαστε αποπροσανατολισμένοι, ταραγμένοι, ταυτισμένοι με τη ματαιότητα σε ζωή χωρίς ποιότητα, ψυχικά στραγγαλισμένοι, κι από την ημερομηνία λήξεως στριμωγμένοι. Επειδή απογοητευόμαστε, ανησυχούμε και δε σωφρονούμε.


Τελικά, συνειδητοποιούμε ότι από μόνοι μας είναι αδύνατο να σωθούμε. Δε σωζόμαστε με τις δικές μας δυνάμεις κι εξυπνάδες. Χρειαζόμαστε δάνειο, πίστωσι, βοήθεια από Μέγα Χορηγό. Έχουμε άμεση ανάγκη από τη Χάρι Του. Από το Μέγα Έλεός Του, το αιώνια αποταμιευμένο στα σπλάγχνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που ενεργοποιείται σωτηριολογικά δια της μυστηριακής μας εκούσιας συμμετοχής. Πρόκειται για την καλύτερη δανειοληπτική κίνησι χωρίς τόκους, αλλά και χωρίς υποχρέωσι επιστροφής κεφαλαίου!


Τί άλλο θέλουμε λοιπόν για να γεμίσουμε από αιώνια χαρά και ευγνωμοσύνη; Πράγματι, δεν υπάρχει πουθενά αλλού τέτοια θυσιαστική προσφορά όπως στη Σταυρωμένη δική μας Αγία Τράπεζα. Παίρνοντας λοιπόν, την άνωθεν χορηγία, βαδίζουμε την πλέον ασφαλή πορεία, μέσα από τις αναγκαστικά δαιδαλώδεις διαδρομές, της προσωπικής μας σωτηρίας. Πρόκειται για το πλέον σημαντικό θέμα, που πραγματικά αξίζει να ασχοληθούμε, για να μιλάμε και να μιλάμε κι ατελεύτητα να μιλάμε με αντίκρισμα και τελικό σκοπό, αιώνια να αγαπάμε και να αγαπάμε και να αγαπάμε…. ΑΜΦΙΑΝΟΣ. *Περιοδικό «Όσιος Νίκων ο Μετανοείτ». *Εκ του ιστολογίου «orp» της 30.10. 2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΕΝΣΤΑΣΙΣ Ζ': ΠΕΙΘΕΣΘΕ ΤΟΙΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΙΣ... (Α')

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
του Δημητρίου Παναγοπούλου: «Το Αντίδοτον του Θανάτου»,
Βιβλιοπωλείο «Νεκταρίου Παναγοπούλου», Αθήνα 1957β' έκδοση, σελ. 53-56.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Εξητάσαμεν την Αγίαν Γραφήν και τας Ιεράς Παραδόσεις, επισκοπήσαμεν το περιεχόμενον της Θείας Λειτουργίας, εμελετήσαμεν επισταμένως τας «Περί της Θείας Κοινωνίας» ιεράς συγγραφάς των μεγάλων Πατέρων και Διδασκάλων της Εκκλησίας μας απ' αρχής της συστάσεως αυτής, και ούτω δια της Χάριτος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού έρχεται εις φως η συγγραφή αύτη με σκοπόν να νουθετήση, να υπενθυμίση ή και να διδάξη ακόμη πάντα χριστιανόν, ποίον είναι το γνήσιον και αληθές πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας επί του θέματος τούτου, της Θείας Κοινωνίας. [...] *Απόσπασμα από τον πρόλογο του συγγραφέα.





ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ:


«ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ»



(1957)




ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ




ΕΝΣΤΑΣΙΣ Ζ'.



Πείθεσθε τοις Ηγουμένοις...


Συνεχίζοντες τας απαντήσεις εις τας ενστάσεις ίσως να σκαναλίζωμέν τινας, ότι δηλαδή ημείς δεν πειθόμεθα εις όσα οι ιερείς μας προστάσσουν, και κατ' εξοχήν εις την απαγόρευσιν και αποτροπήν από της συνεχούς μεταλήψεως, προβάλλοντες υμίν, πρώτον, ότι οι κανόνες και αι εντολαί του Κυρίου είναι υπό την εξουσίαν των διοικούντων την Εκκλησίαν, και δεύτερον, ότι ημείς πρέπει με απλότητα να υπακούωμεν εις τους ποιμένας ημών και να μη εξετάζωμεν αυτούς προβάλλοντες εις ημάς το Παύλου' «Πείθεσθε τοις ηγουμένοις ημών και ηπείκετε». Εις τους ισχυρισμούς αυτούς, απαντώμεν, ότι ναι μεν η εξουσία ευρίσκεται εις τας χήρας του Κλήρου, αλλά και ο Κλήρος είναι υπό την εξουσίαν του Νόμου του Θεού, καθότι απέναντι του Νόμου του Θεού είμεθα όλοι ίσοι. Διότι δεν υπάρχει Νόμος ιδιαίτερος διά τους ιερείς. Οι ιερείς διαφέρουσι των λαϊκών κατά το αξίωμα και το είδος της εργασίας των. Και Εκκλησία δεν είναι μόνον ο Κλήρος, αλλά το άθροισμα πιστού Κλήρου και λαού. Ο Κλήρος δε, είναι η κατά Νόμον διοικούσα Εκκλησία. Καθώς, λοιπόν, εν τη κοσμική πολιτεία διοικεί ο ανώτατος αυτής άρχων (ο Βασιλεύς ή ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας), πάντα κατά νόμον, ούτω και εν τη πνευματική πολιτεία των χριστιανών, μελλούσης ν' αντικαταστήση μίαν ημέραν πάσαν κοσμικήν εξουσίαν επί της γης, διοικεί κατά Νόμον ο Επίσκοπος μετά των υφισταμένων του, διαφόρων βαθμών ιερέων και διακόνων. Αλλοίμονον δε, εάν ο εκάστοτε Ποιμήν της Εκκλησίας είχε το δικαίωμα να ενεργή κατ' απόλυτον ιδίαν γνώμην! Πόσοι εκ των χριστιανών δεν θα είχον απομακρυνθή εκ της ορθής πίστεως κατ' αυτόν τον τρόπον. Τώρα, κατά πόσον έχομεν δικαίωμα να εξετάζωμεν ή μη τους ιερείς και τους διδασκάλους σ' αυτά που μας λέγουν, ερωτώμεν τον Μ. Βασίλειον, όστις και μας απαντά: «Δει των ακροατών τους πεπαιδευμένους τας Γραφάς, δοκιμάζειν παρά των διδασκάλων λεγόμενα' και τα μεν σύμφωνα ταις Γραφαίς δέχεσθαι. τα δε αλλότρια αποβάλλειν και τους τοιούτοις διδάγμασιν επιμένοντες αποστρέφεσθαι σφοδρότερον». Δηλαδή: Πρέπει οι πεπαιδευμένοι να εξετάζωσι τα παρά των διδασκάλων λεγόμενα, και να δέχωνται μεν όσα είναι σύμφωνα με τας Γραφάς, τα αντίθετα δε προς αυτάς να απορρίπτουν και τους επιμένοντας εις τοιαύτα διδάγματα να αποστρέφωνται. Αλλ' ίσως είπωσιν τινές: Καλά δι' αυτούς που γνωρίζουν γράμματα και τας Γραφάς, αλλ' οι αγράμματοι, πως θα γνωρίσουν τους καλούς ιερείς και τους καλούς διδασκάλους; Και πάλιν ο Μ. Βασίλειος απαντά: «Δει τους μη πολλήν έχοντας την των Γραφών γνώσιν, εν τοις καρποίς του πνεύματος γνωρίζει ν τον χαρακτήρα των αγίων. Και τους μεν τοιούτους δέχεσθαι, τους άλλως έχοντας αποστρέφεσθαι». Δηλαδή: Όσοι δεν έχουν πολλήν γνώσιν των Γραφών πρέπει να γνωρίζωσι τον χαρακτήρα των αγίων εκ των καρπών του Πνεύματος, δηλ., των έργων της πίστεως. Και τους μεν τοιούτους να δέχωνται, τους δε στερουμένους  αυτών να αποστρέφωνται. Και πάλιν: «Ου δει απλώς ουδέ ανεξετάστως υπό των υποκρινομένων την αλήθειαν συναρπάζεσθαι' από δε του δεδομένου ημίν παρά της Γραφής χαρακτήρος γνωρίζειν έκαστον». Δηλαδή: Δεν πρέπει απλώς και ενεξετάστως να συναρπαζώμεθα υπό των υποκριτικώς διδασκόντων την αλήθειαν, αλλά να προσέχωμεν τους κήρυκας, εκ των έργων της πίστεως, το εάν εκτελούν όσα λέγουν. Και ακόμη ο Μ. Βασίλειος λέγει: «Δει παν ρήμα ή πράγμα πιστούσθαι τη μαρτυρία της Θεοπνεύστου Γραφής εις πληροφορίαν μεν των αγαθών, εντροπήν δε των πονηρών». Δηλαδή: Πρέπει πας λόγος ή πράγμα να επιβεβαιούται και να επικυρούται διά της Θεοπνεύστου Γραφής προς ικανοποίησιν μεν των αγαθών, εντολήν δε των πονηρών. Εις δε τον ισχυρισμόν, ότι πρέπει κατά πάντα να υποτασσώμεθα εις τους ποιμένας ημών, είτε καλώς λέγουν είτε κακώς, ιδού τι απαντά ο θείος Χρυσόστομος: «Κακόν μεν η αναρχία πανταχού, και πολλών υπόθεσις συμφορών και αρχή αταξίας και συγχύσεως' κακόν δε ουχ' ήττον και η απάθεια των αρχομένων. Αλλ' ίσως ερεί τις ημίν, ότι έστιν και τρίτον κακόν, όταν ο άρχων η κακός' οίδα καγώ' και ου μικρόν τούτο κακόν, αλλά και της αναρχίας πολλώ κάκιον. Κρείττον γαρ υπό μηδενός άρχεσθαι, ή υπό κακού άγεσθαι' ο μεν γαρ εσώθη, πολλάκις δε εκινδύνευσεν, ούτος δε πάντων κινδυνεύσει εις βάραθρα αγόμενος». Δηλαδή: Κακόν μεν είναι η αναρχία (άνευ άρχοντος) παντού, και μάλιστα αιτία πολλών συμφορών και αρχή αταξίας και συγχύσεως' κακόν δε εξ ίσου και η απείθεια των αρχομένων. Αλλ' ίσως θα είπη τις ημίν, ότι υπάρχει και τρίτον κακόν, όταν δε ο άρχων είναι κακός' το γνωρίζω κι εγώ' και τούτο δε είναι μικρόν κακόν, αλλά και από την αναρχίαν χειρότερον. Διότι είναι προτιμώτερον να μη έχη τις εντελώς άρχοντα, παρά να οδηγήται υπό κακού άρχοντος. Διότι ο μεν άρχοντος πολλάς φοράς μεν κινδυνεύει πολλάς φοράς δε σώζεται' ο δε υπό κακού άρχοντος οδηγούμενος, ασφαλώς θα πέση εις τον βάραθρον.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια κειμένου, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο
του Δημητρίου Παναγοπούλου: «Το Αντίδοτον του Θανάτου»,
Βιβλιοπωλείο «Νεκταρίου Παναγοπούλου», Αθήνα 1957β' έκδοση, σελ. 53-56.


ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΤΟΥΜΑΝΙΔΗ: «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ» (ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΡΟΣ)

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Γεωργίου Κ. Τουμανίδη:
«Πυρρίχιος Δρόμος»
εκδόσεις «Έαρ», 1η έκδοσηΑπρίλιος 2023, σελ. 133-136.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»


`


Το βιβλίο αυτό είναι ένα πόνημα-αφήγηση που εξιστορεί τη ζωή των προπατόρων μας στον μαρτυρικό Πόντο, αυτών που αντί του συμβιβασμού, της υποταγής και της προσκύνησης, επέλεξαν τον πυρρίχιο δρόμο του καθήκοντος, τον πυρρίχιο τρόπο της πίστεως και της προσευχής, την πυρρίχια ζωή της θυσίας. Είναι μια προσπάθεια να προβληθεί η αγιοπατερική παράδοση και σοφία του Πόντου από το απώτερο άκρο της Μ. Ασίας, από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, μια συλλογή μαρτυριών που διασώθηκαν και πέρασαν από γενιά σε γενιά, από τους ανθρώπους που τα βίωσαν και γράφονται για να μεταφερθούν στη σημερινή και τις επόμενες γενιές. Είναι ένα ταξίδι στη μαρτυρική ζωή του Ελληνισμού του Πόντου, τις αρχές και τις αξίες του, μία περιπλάνηση στη δίνη άλλων κόσμων σκληρών, αλλά πραγματικών. Ίσως στην υλόφρονη εποχή μας να φαντάζει παραμυθένια η αγιότητα και η προσκόλληση στην ορθόδοξη πίστη, για την οποία οι άνθρωποι στον Πόντο και γενικότερα στην Μικρά Ασία υπέστησαν δοκιμασίες, έχυσαν δάκρυα και αίμα. Το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένας οδηγός επιβίωσης, που περιγράφει τρόπους και τεχνικές πνευματικού πολέμου σε καιρούς κρίσεως ή σε καιρούς Αποκαλύψεως, όταν καλείται κάποιος να ξεπεράσει τα ανθρώπινα όριά του. Περιέχει προσευχές, τρόπους και μεθόδους πνευματικού αγώνα από τον αγιοτόκο Πόντο, που έχουν δοκιμαστεί στις δυσκολότερες καταστάσεις και αντιξοότητες. Για να γραφτεί αυτό το βιβλίο. άνοιξαν δακρύβρεχτα αρχεία μιας ζωής, βίβλοι καρδιάς, καταθέσεις ψυχών. Ξεδιπλώθηκαν και αποκαλύφθηκαν από τις εσχατιές της Ανατολής αναμνήσεις μαρτυρικής ζωής αγίων του Πόντου, γραμμένες με δάκρυα και αίμα, που στολίζουν στον δρόμο του Θεού και παρακαλούν για δικαίωση. Όσα γράφτηκαν σ' αυτό το βιβλίο έγιναν. Ο ουρανός κατέβηκε στη γη και οι άνθρωποι ανυψώθηκαν στον ουρανό, καταθέτοντας στον Θεό τα πειστήρια του μαρτυρίου τους: κομμένα χέρια, πόδια, γλώσσες, κεφάλια, καμμένα κορμιά, παγωμένα μέλη, θυσιασμένα παιδάκια, αγνές παρθένες κόρες με την τιμή και την αξιοπρέπειά τους κατατεθειμένες στον Χριστό για να τους τις ξαναδώσει λαμπρότερες στη Δευτέρα Παρουσία Του, πυρπολημένες καρδιές και φλεγόμενες ψυχές. Ας είναι αιωνία παρά τω Θεώ η μνήμη των μαρτύρων της πίστεως, του Πόντου και ολόκληρης της Μικρασίας. *(Απόσπασμα εκ του προλόγου).






   «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ»



Γ'



ΠΡΟΣΦΥΓΙΑ - ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ - ΑΓΩΝΕΣ




Στην Τρίπολη του Πόντου


Το καλοκαίρι του 1916 μαινόταν ο ρωσοτουρκικός πόλεμος. Τα ρωσικά κανόνια βομβάρδιζαν και οβίδες έπεφταν έξω από την Τρίπολη, μία όμορφη παραθαλάσσια πόλη. Οι Τούρκοι δεν υποχωρούσαν. Στο ανατολικό άκρο του χωριού υπήρχαν δύο σπίτια με δύο πολύ φιλικές οικογένειες. Η μία ήταν η οικογένεια του Κυριάκου και της Ελένης Τουμανίδου με τέσσερα τέκνα. Το μεγαλύτερο παιδί τους ήταν η Αναστασία 15 ετών και ακολουθούσαν ο Γιωρίκας (Γιώργος) 13 ετών, η Λεμόνα (Λεμονιά) 10 ετών και η Πανάτα (Παναγιώτα) που ήταν 8 ετών. Η καταγωγή τους ήταν από τη Σίμικλη Τριπόλεως, ένα ορεινό χωριό σε υψόμετρο 2.000 μέτρων. Η Σίμικλη ήταν ένα αμιγώς ελληνικό χωριό, του οποίου ο πληθυσμός τους καλοκαιρινούς μήνες έφθανε περίπου τους 2.000 κατοίκους. Το χωριό ήταν χωρισμένο σε συνοικίες. Κάθε συνοικία είχε το δικό της αλώνι για το αλώνισμα του σιταριού και το δικό της πηγάδι. Στο χωριό καλλιεργούσαν καλαμπόκια και φουντούκια. Η οικογένεια Τουμανίδη το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου έμενε στο σπίτι της στην Τρίπολη, όπως έκαναν πολλοί Σιμικλιώτες. Ο χειμώνας ήταν πολύ βαρύς στη Σίμικλη. Οι κάτοικοι ζούσαν απλά, ασχολούμενοι κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Το χωριό είχε πολλές εκκλησίες. Στη Σίμικλη υπήρχε ναός του αγίου Γεωργίου, του Μεγάλου Βασιλείου, των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και η Ιερά Μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Την πρώτη μέρα κάθε μήνα τελούσαν αγιασμό σε όλα τα σπίτια του χωριού. Η οικογένεια Τουμανίδη είχε συγγενείς και στην περιοχή της Νικόπολης, όπου ζούσαν τα αδέλφια του Κυριάκου Τουμανίδη με τις οικογένειές τους. Ο Κυριάκος ήταν ξακουστός ράφτης στον Πόντο. Η φήμη του είχε εξαπλωθεί. Ακόμη και Τούρκοι επίσημοι έρχονταν στον «Κεράκον εφέντη», όπως τον αποκαλούσαν με σεβασμό, για να τους ράψει τις επίσημες φορεσιές τους. Ο Κυριάκος ήταν ένας έξυπνος άνθρωπος, που, εκτός από τη ραπτική τέχνη, του άρεσε και η ενασχόληση με τα οικονομικά. Πάντα σε όποιον γνώριζε έδινε μια συμβουλή την οποία επαναλάμβανε συχνά: «Δέκα α μετράς, μίαν α κοφ'ς» (=Δέκα μέτρα, μία κόψε!). Αν κάνεις λάθος στο μέτρημα, πάει χαμένο το ύφασμα. Ομοίως και στην οικονομική και επιχειρηματική ζωή, έχει την έννοια να σκέπτεσαι καλά, μέχρι και δέκα φορές να κάνεις υπολογισμούς πριν επιχειρήσεις κάτι, πριν κάνεις μια επένδυση, μια αγορά, μια επιχειρηματική κίνηση ή, όπως έλεγε, κάτι ακόμη πιο κρίσιμο, πριν αποφασίσεις μια στρατιωτική επιχείρηση. Στα αχνάρια του ήταν και ο γιος του Γιωργάκης, που του άρεσε πολύ η ραπτική τέχνη. Καμάρωνε για τον πατέρα του, που είχε πελάτες τους πιο διάσημους άντρες της εποχής του, μα συνάμα ήταν και πολύ ταπεινός. Όσον αυξανόταν η φήμη του κυρίου Κυριάκου, τόσο αυξανόταν η ταπείνωσή του. «Φήμη και ταπείνωση εντάμαν' πρέπ' να πάνε», έλεγε' η φήμη και η ταπείνωση πρέπει να συμβαδίζουν. Στο διπλανό σπίτι ζούσαν ο Άνθιμος και η Μαρία Ιωσηφίδου, με καταγωγή επίσης από τη Σίμικλη. Ο Άνθιμος ήταν γαιοκτήμονας, επιχειρηματίας αγρότης με πολλά κτήματα. Εκτιμούσε ιδιαίτερα τον καρδιακό φίλο και γείτονά του Κυριάκο Τουμανίδη, τον οποίο μάλιστα είχε και σύμβουλό του στις επιχειρήσεις του. «Ο Κυριάκος», έλεγε, «έχει μεγάλη σύνεση κι διορατικότητα». Οι ζωές των οικογενειών Τουμανίδη και Ιωσηφίδη συνεχίζονταν παράλληλα μέχρι που ο Άνθιμος κοιμήθηκε νέος από ασθένεια. Η Μαρία Ιωσηφίδου πήρε την απόφαση να μην ξαναπαντρευτεί, αλλά να αφοσιωθεί στην ανατροφή και την αποκατάσταση των παιδιών της. Τότε στον Πόντο ήταν πολύ σπάνιο να ξαναπαντρευτεί μια χήρα κοπέλα, όταν μάλιστα είχε και παιδιά. Η Μαρία με τον Άνθιμο είχαν δύο κόρες, τη Σοφία 14 ετών και την Κυριακή 6 ετών. Είχαν χάσει από ασθένεια το δεύτερο παιδί τους, τον Γιάννη, που, αν ζούσε, θα ήταν δέκα ετών. Η Σοφία σκούπιζε τα φύλλα των δέντρων που είχαν πέσει στην αυλή του σπιτιού τους, όταν ξαφνικά της φώναξε η μικρή αδελφούλα της, η Κυριακή: -Σοφία! Κοίτα! Κοίταξε η Σοφία και είδε να πλησιάζουν πολλοί ταλαιπωρημένοι άνθρωποι με βρώμικα ρούχα. Έτρεξε και τους φώναξε να έρθουν στο σπίτι τους. Και η Ελένη από το διπλανό σπίτι έκανε το ίδιο, όπως και πολλοί κάτοικοι της Τρίπολης. -Από που έρχεστε; τους ρώτησε η Σοφία. -Από την Ελεβή, απάντησαν. Μας έδιωξαν οι Τούρκοι υποχωρώντας λόγω της προώθησης των Ρώσων. Ήταν αξιολύπητοι, προχωρούσαν μέρες πάνω στα βουνά. Κινητοποιήθηκαν οι κάτοικοι της Τρίπολης με πρώτο τον ιερέα Γεώργιο Κανακίδη, ο οποίος πρόσφερε μέρα και νύχτα τις υπηρεσίες του στους πρόσφυγες, στους αδελφούς του Χριστού, όπως και τους έλεγε. Παρότρυνε με τα κηρύγματά του όλους τους κατοίκους της Τρίπολης, να κάνουν το ίδιο λέγοντάς τους; «Σην πόλ' ν εμούν έρθαν πουγαλεμένα ψ' υχία, τι Χριστού και τι Παναϊας σταλμέν' και ψαλαφούν να φιλεύουμ' ατ' ς. (-Στην πόλη μας ήρθαν βασανισμένες ψυχές, απεσταλμένοι του Χριστού και της Παναγίας, για να τους φιλοξενήσουμε).


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Γεωργίου Κ. Τουμανίδη:
«Πυρρίχιος Δρόμος»
εκδόσεις «Έαρ», 1η έκδοσηΑπρίλιος 2023, σελ. 133-136.


ΚΑΙ ΑΝ ΛΕΓΑΜΕ «ΝΑΙ» ΤΟ 1940;




Συζητώντας για το ΄Επος του ’40, φίλος έθεσε καλόπιστα το ερώτημα: «Και γιατί άραγε να αντισταθούμε στους Ιταλούς και (αργότερα) στους Γερμανούς; Τι κέρδισε ο ελληνικός λαός; Χάθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, χώρια οι υλικές καταστροφές και η κατάρρευση της οικονομίας. Τι θα μας πείραζε αν αφήναμε τους Ιταλούς να καταλάβουν στρατηγικά σημεία της χώρας, όπως μας ζήτησε με το τελεσίγραφό του ο Μουσολίνι;».


Η απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα δόθηκε από τον Πρωθυπουργό της Χώρας, τον Ιωάννη Μεταξά, στις 30 Οκτωβρίου στη συνομιλία που είχε με τους εκδότες και διευθυντές των αθηναϊκών εφημερίδων. Εκεί, ο δικτάτορας παραθέτει το σκεπτικό του και παρουσιάζει την πολιτική του έναντι της ιταλικής απειλής. Αναφέρει ότι είχε καταβάλει κάθε προσπάθεια για να αποφύγει τον πόλεμο, με τρόπο που δεν θα αντιστρατευόταν τα εθνικά συμφέροντα. Συνειδητοποιεί, όμως, ότι η Νέα Τάξη του Χίτλερ επιφυλάσσει δεινά στη χώρα.


«Ομολογώ ότι εμπρός εις την φοβεράν ευθύνην της αναμίξεως της Ελλάδος εις τέτοιον μάλιστα πόλεμον, έκρινα πως καθήκον μου ήτο να δω εάν θα ήτο δυνατόν να προφυλάξω τον τόπον από αυτόν έστω και διά παντός τρόπου, ο οποίος όμως θα συμβιβάζετο με τα γενικότερα συμφέροντα του Εθνους. Εις σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς την κατεύθυνσιν του Αξονος μού εδόθη να εννοήσω σαφώς ότι μόνη λύσις θα μπορούσε να είναι μία εκουσία προσχώρησις της Ελλάδος εις την «Νέαν Τάξιν». […]


Συγχρόνως όμως μου εδόθη να εννοήσω ότι η ένταξις εις την Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτικήν άρσιν όλων των παλαιών διαφορών με τους γείτονάς μας, και ναι μεν αυτό θα συνεπήγετο φυσικά θυσίας τινάς διά την Ελλάδα, αλλά αι θυσίαι θα έπρεπε να θεωρηθούν απολύτως «ασήμαντοι» εμπρός εις τα «οικονομικά και άλλα πλεονεκτήματα» τα οποία θα είχεν διά την Ελλάδα η Νέα Τάξις εις την Ευρώπην και εις την Βαλκανικήν».


Ποιες ήταν οι «θυσίες» που ζητούσε ο Άξονας; «…μας εδόθη να καταλάβωμεν ότι τούτο συνίστατο εις μερικάς ικανοποιήσεις προς την Ιταλίαν δυτικώς μέχρι Πρεβέζης, ίσως και προς την Βουλγαρίαν ανατολικώς μέχρι Δεδεαγάτς (Αλεξανδρούπολη) Δηλαδή θα έπρεπε διά να αποφύγωμεν τον πόλεμον, να γίνωμεν εθελονταί δούλοι και να πληρώσωμεν αυτήν την τιμήν… (!) με το άπλωμα του δεξιού χεριού της Ελλάδος προς ακρωτηριασμόν από την Ιταλίαν και του αριστερού προς ακρωτηριασμόν από την Βουλγαρίαν. Φυσικά δεν ήτο δύσκολον να προβλέψη κανείς ότι εις μίαν τοιαύτην περίπτωσιν οι Αγγλοι θα έκοβαν και αυτοί τα πόδια της Ελλάδος. Και με το δίκαιόν των. Κυρίαρχοι πάντοτε της θαλάσσης δεν θα παρέλειπον, υπερασπίζοντες πλέον τον εαυτόν των, έπειτα από μίαν τοιαύτην αυτοδούλωσιν της Ελλάδος εις τους εχθρούς των, να καταλάβουν την Κρήτην και τας άλλας νήσους μας τουλάχιστον.».


Παρά, λοιπόν, τα όσα λέγονται για την δήθεν ηττοπάθεια του Μεταξά, ο Έλληνας πρωθυπουργός, διδαγμένος από τα δεινά του Εθνικού Διχασμού, «διαβάζει» άριστα την πραγματικότητα και παίρνει τις σωστές αποφάσεις, ακολουθώντας, όπως λέει, όχι την πολιτική του Βασιλιά Κωνσταντίνου, αλλά την πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου. Συντάσσεται με την Αγγλία πεπεισμένος ότι «αυτός ο πόλεμος είναι για την ελευθερία και τον πολιτισμό». Είναι εκπληκτική η πρόβλεψή του για την προσάρτηση της Δωδεκανήσου: «Ξέρω με βεβαιότητα, ότι από την φοβεράν αυτήν δοκιμασίαν η Ελλάς θα υποφέρη.


Ξέρω όμως επίσης με βεβαιότητα, ότι τελικώς θα εξέλθη όχι μόνον ένδοξος, αλλά και μεγαλύτερη. Θα προσέξατε το τηλεγράφημα του κ. Τσώρτσιλ το οποίον εδημοσιεύθη σήμερον στας εφημερίδας, ανακοινωθέν από το Υπουργείον Εξωτερικών. Λοιπόν επιθυμώ να σας τονίσω τούτο: Εκείνοι οι οποίοι εις το τηλεγράφημα αυτό δεν βλέπουν γραπτήν την επιβεβαίωσιν αγράφου συμφωνίας διά τα Δωδεκάνησα, δεν ξέρουν να διαβάζουν μέσα από τις γραμμές…».


Συνεπώς το ΟΧΙ δεν ειπώθηκε εν θερμώ. Ήταν καταστάλαγμα μιας ώριμης θεώρησης των πραγμάτων, σύμφωνο με την ιστορία και τις παραδόσεις του Έθνους μας. Ο Μεταξάς είναι σαφής προς τους δημοσιογράφους: «Μη νομίσητε ότι η απόφασις του ΟΧΙ πάρθηκε έτσι, σε μια στιγμή. Μη φαντασθήτε ότι εμπήκαμε στον πόλεμο αιφνιδιαστικά. ΄Ή ότι δεν έγινε παν ό,τι επετρέπετο και μπορούσε να γίνη διά να τον αποφύγωμε. Από την εποχήν της καταλήψεως της Αλβανίας το Πάσχα πέρυσι το πράγμα άρχισε να φαίνεται. Από τον περασμένο Μάιο είπα καθαρά στον κ. Γκράτσι ότι αν προσεβαλλόμεθα εις τα εθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, θα ανθιστάμεθα αντί πάσης θυσίας και δι’ όλων των μέσων».


Όλα όσα αναφέρθηκαν, δίνουν μια πρώτη απάντηση στο ερώτημα «γιατί να αντισταθούμε;». Πέρα όμως από τη ρεαλιστική ανάγνωση της πραγματικότητας, με το ΟΧΙ που είπε ο Μεταξάς, εξέφρασε τη θέληση και την ψυχική διάθεση του Ελληνικού λαού (από τις ελάχιστες στιγμές στη νεότερη ιστορία μας που το πνεύμα της ηγεσίας ταίριαξε με το ήθος και την ψυχή αυτού του λαού). Αν σκύβαμε το κεφάλι στους Ιταλούς θα ’ταν σα να διαγράφαμε την ιστορία μας, τις θυσίες των προγόνων μας, την παράδοση των αγώνων για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Και πιστεύει κανείς πως μπορεί ένας λαός να επιβιώσει χωρίς ιστορική μνήμη, χωρίς συνείδηση ταυτότητας και αίσθηση χρέους; Μπορεί ένα έθνος να σταθεί ταπεινωμένο, ηθικά κατησχυμμένο και ψυχικά εξανδραποδισμένο;


Είναι ακριβώς, όπως λέει ο Νίκος Σβορώνος, «η ηθική ενότητα με τη γλώσσα, με τα ήθη και έθιμα, η συνείδηση της ταυτότητάς του που επέτρεψε σ’ αυτό τον λαό να αντισταθεί στην απορρόφηση από άλλους λαούς οι οποίοι ήταν κατακτητές του». Τη διαχρονική συνέχεια αυτής της παράδοσης αποτύπωσε, λοιπόν, ο πόλεμος του 1940 και η Αντίσταση επί Κατοχής.


Όπως αναφέρει ο κορυφαίος ιστορικός Άρνολντ Τόινμπι, οι Έλληνες «στον πόλεμο για την ανεξαρτησία τους και στα πρόσφατα κινήματα Αντίστασης κατά των ξένων εισβολέων πραγματοποίησαν πράξεις ηρωισμού τόσο υψηλές, όσο τα κατορθώματα των προγόνων τους στον Μαραθώνα και στις Θερμοπύλες».


Οι Κατσιμήτρος, Δαβάκης, Φριζής και Αλεξ. Διάκος, οι Κασλάς, Κωστάκης και Δουράτσος, οι ανώνυμοι μαχητές της Πίνδου, του Ρούπελ και του Ελ Αλαμέιν, οι αντάρτες στα βουνά, οι θαλασσομάχοι και όσοι πάλεψαν στα αστικά κέντρα επί Κατοχής, όλοι τους δεν φάνηκαν κατώτεροι των Μαραθωνομάχων, των ηρώων του 1821, των Μακεδονομάχων και των ευζώνων του 1912-13.


Αυτός ο τόπος που μας έλαχε να ζούμε, είναι ποτισμένος με το αίμα χιλιάδων Ελλήνων πάλαι τε και επ’ εσχάτων. Αυτό το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα κανενός κατακτητή, καταπώς λέει ο Ελύτης. Δεν μπορούσαν, λοιπόν, οι Έλληνες του ’40 να φανούν επιλήσμονες του χρέους και να σκύψουν το κεφά *Εκ του ιστολογίου «Αντίβαρο» της 5.10.2021. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΕΙΣ ΟΙΩΝΟΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΗΣ




[Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης, ΟΜΗΡΟΣ, Ἰλιάς, Ραψωδία Μ ]



της Ἰωάννας Γ. Καραγκιούλογλου


ΕΛΛΗΝΕΣ. Τό Ἔθνος πού στόλισε τήν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος μέ τίς πιό λαμπρές σελίδες. Τό Ἔθνος πού, μόλις πρίν ἀπό λίγες δεκαετίες ρίχτηκε στή μάχη τῆς Λευτεριᾶς καί νίκησε, ὅταν ὁλόκληρη ἡ πλούσια καί πολιτισμένη Εὐρώπη εἶχε χάσει τό ἠθικό της καί εἶχε σκλαβωθεῖ, ἐνῶ ἡ Ἀγγλία, γονατισμένη καί μόνη, ἀγκομαχοῦσε.


Εἴμαστε ἐκεῖνοι πού διαχρονικά διατηροῦμε τήν φλόγα πού πάντα μπαίνει ἐθελοντικά στήν ὑπηρεσία τῆς Ἰδέας. Τό φαινόμενο αὐτό παρουσιάζεται ἐδῶ καί χιλιάδες χρόνια. Καί μᾶς ὑποχρεώνει νά παραδεχθοῦμε ὅτι δέν εἶναι προϊόν τῆς τύχης. Ἀποτελεῖ τήν φυσιολογική κατάσταση τοῦ ξεχωριστοῦ φαινομένου πού ὀνομάζεται Ἑλληνισμός.


Θνῆσκε ὑπὲρ πατρίδος. Ἤ τὰν ἢ ἐπὶ τᾶς. Ἐν Τούτῳ Νίκα. Ἐλευθερία ἤ Θάνατος. Τὸ σύμβολο τῆς Δόξας καὶ τῆς Ὑπάρξεώς μας ἐγείρει τὰ πιὸ εὐγενῆ αἰσθήματα. Ἀνακαλεῖ τὶς πλέον ἱερὲς ἀναμνήσεις. Ὅπου κυματίζει, θάμβος καὶ ἀγαλλίαση. Σείονται οἱ τάφοι. Σκιρτοῦν τὰ ὀστᾶ τῶν Ἡρώων. Συνυφασμένη μὲ τὴν Ζωὴ καὶ τὸν Θάνατο, ἡ Γαλανόλευκη ἀγκαλιάζει ἀναρίθμητες ψυχὲς μαρτύρων. Ἀποκρυσταλλώνει τὴν Ἀθανασία.


Καὶ ὅμως. Ἐν ἔτει 2024, μέσα στήν γενική ἀποθάρρυνση, μέσα στήν μετριότητα τῆς ζωῆς καί τό ἄδοξο παρόν μας, βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ ἠρωϊκοῦ ΟΧΙ. Καλούμαστε νά τιμήσουμε ἕναν μεγάλο πόλεμο, μία πάλη γιγάντων. Τόν Ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων, πού μᾶς χάρισε τήν Ἐλευθερία. Τήν Ἐλευθερία πού ἐπιτρέπει σήμερα σέ προνομιούχους ἐπισήμους νά καταθέτουν ἕναν στέφανο καί μία λέξη γιά τον Ἔπος τοῦ 40, τότε πού ἡ δόξα τῶν λησμονημένων ἐποχῶν κατοικοῦσε ἀκόμα στήν Ἑλλάδα.


ταν ὁλόκληρος ὁ κόσμος εἶχε πτοηθεῖ ἀπό τούς θριάμβους τοῦ Χίτλερ, ὅταν ἡ Σοβιετική Ἕνωση ἀνέμενε πρωτοβουλία ἐκ μέρους τοῦ Χίτλερ, ὅταν ἀκόμα καί οἱ ΗΠΑ τηροῦσαν στάση ἀναμονῆς, ὅταν ὁ Ἄξονας εἶχε κυριαρχήσει ἐπί τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἠπείρου, ἡ Ἑλλάς ὄρθωσε τό Ἀνάστημά της. Ἀρνήθηκε νά ὑπακούσει στίς ἐντολές τῶν ἰσχυρῶν καί, ὅταν δέχθηκε ἐπίθεση, ἀντιστάθηκε. Ἄνοιξε μέτωπο. Κατάφερε νά ἀντεπιτεθεῖ. Ἀνέτρεψε τούς εἰσβολεῖς καί ἔδωσε τό σύνθημα τῆς Νίκης στήν Οἰκουμένη.


μικρή Ἑλλάς κατάφερε νά ἀντισταθεῖ ἀπό τήν 28η Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 ἕως τά τέλη Ἀπριλίου τοῦ 1941. Ἡ ὑλική βοήθεια τῆς Μεγάλης Βρεττανίας ἦταν πολύ μικρή. Ἡ βοήθεια τῆς Ἑλλάδος στόν Παγκόσμιο Ἀγῶνα ἦταν μεγάλη, ἀπό κάθε ἄποψη. Ἠθικῶς, ἡ Ἑλλάς χάρισε στούς πνευματικῶς καί ψυχικῶς ἐλεύθερους ἀνθρώπους τήν πρώτη νίκη. Στρατιωτικῶς, ἀνάγκασε τόν Χίτλερ νά ἀναβάλει γιά πολλές ἑβδομάδες τήν εἰσβολή του στήν Σοβιετική Ἕνωση.


Οἱ ἱστορικά ἀποφασιστικές ἑβδομάδες τῆς Ἑλληνικῆς Ἀντίστασης στούς Ἰταλούς ἀνάγκασαν τόν Χίτλερ νά ἐκστρατεύσει κατά τῆς Ἑλλάδος, καθιστῶντας γεωγραφικῶς καί πρακτικῶς ἀδύνατη τήν ἄφιξή του στήν Μόσχα πρίν ἀπό τόν Νοέμβριο τοῦ 41. Ὁ στρατός του καθηλώθηκε ἀπό τόν Χειμῶνα. Οἱ φοβερές λάσπες καθιστοῦσαν ἀδύνατο τόν ἀνεφοδιασμό. Τό χιόνι καί ὁ πάγος ἐξουθένωναν τό σῶμα καί τήν θέληση. Ὁ Χίτλερ ἀπέτυχε διότι δέν ξεκίνησε ἐγκαίρως. Καί δέν ξεκίνησε ἐγκαίρως διότι τόν ἐμπόδισαν οἱ Ἕλληνες νά ξεκινήσει.


84 ἔτη μετά, μέ πρόδηλο τόνο εἰρωνείας, πλανᾶται τό ἐρώτημα. -Ποῦ εἶναι κρυμμένοι οἱ μεγάλοι πατριῶτες καί ἥρωες τῆς μικρῆς καί ἀπρόοπτης Ἑλλάδος; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή. Οἱ ἥρωες δέν προϋπάρχουν. Γίνονται μέσα ἀπό τίς περιστάσεις. Ὑπάρχει μέσα τους κάτι τό τολμηρό καί ἠρωϊκό. Ὑπάρχει ἐκεῖνο πού διακρίνει τούς ἀνδρείους ἀπό τούς δειλούς. Ἐκεῖνο πού διακρίνει τούς ἰδιοτελεῖς καί ἐγωϊστές ἀπό τούς κοινωνούς τοῦ γενικοῦ καλοῦ. Ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι πού ἐκκολάπτει τον ἐν δυνάμει ὑφιστάμενο ἠρωϊσμό. Αὐτό συμβαίνει μέσα στόν ἄνθρωπο πού, ἀπό τήν μιά στιγμή στήν ἄλλη, ἐγκαταλείπει τήν κοινωνική του θέση, τήν ζωή καί τήν οἰκογένειά του, τά πάντα, γιά νά τιμήσει τὸν Τρόπο.


κεῖ μέσα ὑπάρχει ἀκμαῖο τό σπέρμα τοῦ ἠρωϊσμοῦ. Καί ὅσο ἡ θυσία γίνεται ὑπέρ τοῦ Σκοποῦ, τόσο πιό ὁρατό γίνεται ἐκεῖνο πού ὀνομάζουμε Ἐθνικό Ἰδεῶδες.


Φίλτατε Ἀναγνώστη,


Τό οἰκεῖο ἱστορικό καί κοινωνικό αὐτό φαινόμενο, δέν πρέπει νά φοβίζει, ἀλλά νά τονώνει. Καί, ὅταν τά ἐλαττώματά μας μᾶς κλονίζουν καί μᾶς πικραίνουν, ὅσοι ἀγαποῦν καί ἀγωνίζονται γιά τήν Ἑλλάδα, πρέπει πάντα νά τό ἐνθυμοῦνται.Τὸ ὁρόσημο τῆς 28ης Ὀκτωβρίου ἀρκεῖ γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει κανεὶς τὴν μοῖρα τῆς Ἑλλάδος. Τοποθετημένη μεταξὺ Δύσης καὶ Ἀνατολῆς, εἶναι τὸ σύνορο τοῦ Πολιτισμοῦ. Εἶναι Ἐκείνη ποὺ διαχρονικὰ δέχεται τὶς ἐπιθέσεις τῶν βαρβάρων ποὺ ἐπιστρέφουν γιὰ νὰ καταλύσουν τὸν Πολιτισμό. Ὅμως, εἶναι Ἐκείνη ποὺ θέτει καὶ τὰ ὅρια.


Ἑλλάδα ἦταν ἐκείνη ποὺ μὲ τοὺς Μηδικοὺς Πολέμους διέσωσε τὸν θησαυρὸ ποὺ ὀνομάζουμε σήμερα Εὐρωπαϊκὸ πολιτισμό. Ἡ Ἑλλάδα ἦταν ἐκείνη ποὺ γιὰ πάνω ἀπὸ χίλια χρόνια ἔφραζε τὶς πύλες τῆς Νότιας Εὐρώπης καὶ διεφύλαττε τὴν ἀρχέγονη κληρονομιά. Ἀλλὰ καὶ στοὺς μεταγενέστερους χρόνους, ἀνάλογους ἄθλους κατέκτησε ἡ Ἑλλάδα. Μπορεῖ νὰ ἦταν σκλαβωμένη. Μπορεῖ νὰ τελοῦσε ὑπὸ βαρβαρικὴ κατοχὴ. Μπορεῖ καὶ νὰ φαινόταν πὼς θὰ ἔσβηνε γιὰ πάντα.


μως. Ἡ Ἑλληνικὴ Ψυχὴ, μαζὶ μὲ τὴν Ἀρετὴ καὶ τὴ Δύναμη, πάντα ἀναζωπυρώνονταν μέσα ἀπὸ τὴν τέφρα, ὁδηγῶντας τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὴν Ἱστορία πρὸς νέα πεπρωμένα. Ἔτσι γεννήθηκε καὶ τὸ Ἔπος τοῦ '40.


νῶ ἅπαντες Εὐρωπαῖοι εἶχαν γονατίσει, ἡ Ἑλλάδα ἦταν ἐκείνη ποὺ προσέφερε στὴν Δύση τὴν πρώτη Νίκη. Ἡ 'Ἑλλάδα ἐξουθένωσε καὶ γελοιοποίησε μία Ἀξονική δύναμη. Ἦταν ἐκείνη ποὺ κατακρήμνισε τὸν "γίγαντα" Μουσσολίνι. Ἑλληνίδες καὶ Ἕλληνες, ἑνωμένοι, μὲ ἕναν πρωτοφανῆ Ἡρωϊσμό, πολέμησαν ἐνάντια σὲ δύο αὐτοκρατορίες. Ἕνα ἑκατομμύριο ἦταν οἱ θυσιασθέντες γιὰ τὴν Ἐλευθερία τῆς Πατρίδος. Μπορεῖ σήμερα νὰ μὴν εἶναι παρόντες, δὲν εἶναι ὅμως καὶ ἀπόντες. Ὅσα κατέκτησαν οἱ ἡρωίδες καὶ οἱ ἥρωες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔπους μὲ αἷμα καὶ ἀνείπωτες θυσίες, εἶχαν τὴν Τιμὴ καὶ τὴν Εὐλογία νὰ τὰ καρπωθοῦν οἱ ἑπόμενες γενεές. Τὸ πῶς τὰ διαχειρίστηκαν ὅμως εἶναι μία ἄλλη ὑπόθεση.


ν ἔτει 2024, βρισκόμαστε στὸ σημεῖο ὅπου καλούμαστε νὰ ὑπερασπίσουμε τὸ Ἑλληνικὸν τῆς Ἑλλάδος. Εἶναι ἀνάγκη ἐπιτακτικὴ νὰ ἀπαντήσουμε στὴν μόνη γλῶσσα πού ἀντιλαμβάνονται. Ἐάν θέλουμε νὰ λεγόμαστε Ἕλληνες, δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ στεκόμαστε στὸ πεδίο τῆς παρατήρησης. Ὀφείλουμε νὰ ἀνέβουμε στὸ ἐπίπεδο τῆς Συλλογικῆς Συνείδησης.


Τὸ πρόβλημά μας, τὸ πρόβλημά τους ἐπί τῆς οὐσίας, εἶναι ἡ Ἕνωση τῶν Ἑλλήνων. Τὸ πρόβλημα εἶναι ἡ συνένωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους γιὰ τὴν δημιουργία ἑνός Ἑλληνικοῦ Ἰσχυροῦ Κράτους. Τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας. Μίας Μεσογειακῆς Ὑπερδύναμης τῶν πενήντα ἑκατομμυρίων. Ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ διορθωθεῖ τὸ Κράτος καὶ νὰ ἐπιβιώσει τὸ Ἔθνος εἶναι ἡ τελετουργική πράξη τῆς Καθάρσεως. Εἶναι ἡ Ἰδέα ποὺ θὰ ἐμφυσήσει τὴν ἀπαραίτητη Πνοή στὸν Ἑλληνισμό ὥστε, σύσσωμος, νὰ κινηθεῖ πρὸς μία κατεύθυνση.



Πάντα αὐτός ἦταν ὁ Ἑλληνικός Ἆθλος.



Ἡ Ἐπιστροφή στὸν Τρόπο.



Μὲ Ἀγάπη καὶ Σεβασμό,
Ἰωάννα Γ. Καραγκιούλογλου
28 Ὀκτωβρίου 2024



*Εκ του ιστολογίου «Γερομοριάς» της 28.10.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024

ΒΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ: ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΝΙΩΘΟΥΝ ΤΟΝ ΠΟΝΟ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ;



Α
ν δεχτούμε ως θεμελιώδη σκοπό της διαπαιδαγώγησης που προσφέρουν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς στα παιδιά την τιθάσευση των ενστίκτων και των ορμών τους, τότε αυτή την περίοδο κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται. Τα παιδιά θυμίζουν αγρίμια στα οποία κυριαρχούν οι παρορμήσεις τους. Η παραβατικότητα, η νεανική επιθετικότητα, οι εναντιωματικές συμπεριφορές και η έλλειψη σεβασμού παρουσιάζουν ανησυχητικά αυξητικές τάσεις. Και δεν είναι μόνο το bullying, η αγελαία συμπεριφορά, οι συμμορίες και η νεανική βία. Είναι ο αδιόρατος φόβος για εκείνο που πιθανόν έρχεται.



του  Δημήτρη Τσιριγώτη


Η ενσυναίσθηση προϋποθέτει τη συναίσθηση


Ο Εμίλ Ντιρκέμ, ο οποίος θεωρείται ο πατέρας της κοινωνιολογίας, αναφέρει ότι η επιθετικότητα είναι ανάλογη με τη στέρηση. Τι στερούνται όμως τα σημερινά παιδιά τα οποία μοιάζουν να τα έχουν όλα; Αναμφίβολα αυτό που στερούνται είναι τα συναισθήματα. Και αν τα παιδιά έχουν έλλειμα δικών τους συναισθημάτων πώς περιμένουμε να έχουν ενσυναίσθηση, δηλαδή να αισθάνονται τα συναισθήματα των άλλων σαν να είναι δικά τους;


Τα παιδιά που ασκούν βία, το μόνο σίγουρο είναι πως δεν νιώθουν τον πόνο του άλλου, είναι ανίκανα να μπουν στη θέση του άλλου. Καθαρό έλλειμα ενσυναίσθησης δηλαδή. Είναι δε περίεργο πως ενώ σήμερα όλοι μιλάνε για ενσυναίσθηση εκείνη συνεχώς λιγοστεύει. Οι ειδικοί μιλάνε για τη σημασία της ενσυναίσθησης, το ίδιο και οι εκπαιδευτικοί με τους γονείς. Το θέμα είναι πως στη θεωρία όλα είναι απλά αλλά στην πράξη τα πράγματα περιπλέκονται. Για την ακρίβεια σαμποτάρονται.


Για να έχει ένα παιδί ενσυναίσθηση για κάποιο άλλο πρόσωπο που είναι φοβισμένο ή στεναχωρημένο προϋποθέτει την συναίσθηση τού τι αισθάνεται κάποιος που είναι φοβισμένος ή στεναχωρημένος. Αν δεν γνωρίζεις την σφοδρότητα αυτών των συναισθημάτων εσύ ο ίδιος πως θα τα συναισθανθείς σε κάποιον τρίτο; Πως θα μπεις στη θέση του να καταλάβεις τον πόνο που πιθανόν να νιώθει αν αυτά τα συναισθήματα σού είναι άγνωστα; Αν δεν έχεις αυτο-αντίληψη πώς γίνεται να αποκτήσεις ετερο-αντίληψη;


Μη ενσυναισθητική δράση των γονέων


Σήμερα οι γονείς δεν αντέχουμε να βλέπουμε τα παιδιά μας να στεναχωριούνται, να βαριούνται, να φοβούνται. Από εκείνο το «δεν θα πάθει τίποτα, θα του περάσει» των παλαιότερων γονέων περάσαμε στην απεγνωσμένη προσπάθεια των σημερινών γονέων να έχουν διαρκώς τα παιδιά τους χαρούμενα και high. Αυτό βέβαια σημαίνει άμεση απαλοιφή κάθε αρνητικού συναισθήματος.


Να δώσουμε ένα παράδειγμα με γονείς που δεν λειτουργούν ενσυναισθητικά: Γυρίζει ένα παιδί στεναχωρημένο από το σχολείο αφού ο εκπαιδευτικός τού έχει κάνει έντονη παρατήρηση. Τι κάνουν οι πιο πολλοί γονείς; Αμέσως προσπαθούν να απαλύνουν τη στεναχώρια του παιδιού τους. Κάποιοι θα του πουν «δεν έγινε και κάτι φοβερό», κάποιοι άλλοι θα κατηγορήσουν τον εκπαιδευτικό ότι είναι άδικος ή υπερβολικός. Γενικά πάντως «θα το κάνουν μάκια να περάσει». Υπάρχει αυτός ο τρόμος των γονέων μην πάει το παιδί τους και νιώσει αρνητικά συναισθήματα όπως στεναχώρια, θυμό, φόβο, απόρριψη, που τους κάνει να βιάζονται να τα εξαλείψουν εν τη γενέσει τους. Το αποτέλεσμα είναι να μην μαθαίνουν ποτέ τους τα παιδιά τους πως είναι να είσαι στεναχωρημένος, θυμωμένος, φοβισμένος ή να σε έχουν απορρίψει. Και μετά, αλήθεια, περιμένουμε αυτά τα παιδιά να νιώσουν αυτά τα συναισθήματα και σε άλλους ανθρώπους (ενσυναίσθηση);


Πως θα μπορούσαν όμως οι γονείς στο συγκεκριμένο παράδειγμα να είχαν δράσει ενσυναισθητικά; Θα μπορούσαν π,χ να δώσουν το χώρο και το χρόνο στο παιδί τους να εκφράσει το πώς ακριβώς νιώθει, να αναφέρουν και οι ίδιοι παρόμοια συναισθήματα που έχουν νιώσει σε παρόμοιες καταστάσεις και να του ζητήσουν να μπει στη θέση του εκπαιδευτικού. Τα συναισθήματα μαθαίνονται και καλλιεργούνται όταν περιγράφονται.


Μη ενσυναισθητική δράση των εκπαιδευτικών


Σε ένα δεύτερο παράδειγμα, το ίδιο μπορεί να γίνει και από την πλευρά του εκπαιδευτικού και να δράσει και αυτός μη ενσυναισθητικά. Παράδειγμα: Ο εκπαιδευτικός μαλώνει ένα παιδί για κάποιο λόγο. Βλέπει όμως ότι το παιδί το παίρνει βαριά. Τι κάνει λοιπόν; Είτε γιατί φοβάται μήπως κάνει κακό στο παιδί, είτε γιατί φοβάται την πιθανή αντίδραση των γονέων προς το πρόσωπό του, προσπαθεί με διάφορους τρόπους να διώξει άμεσα τη στεναχώρια ή το θυμό από το παιδί. Πάλι αυτός ο καταραμένος φόβος μην πάει και νιώσει αρνητικά συναισθήματα το παιδί. Ναι, αν δεν τα νιώσει όμως πώς περιμένουμε αύριο να τα αναγνωρίσει σε τρίτους;


Η σύγχυση εικονικού και πραγματικού εμπόδιο στην ενσυναίσθηση


Τα παιδιά σήμερα είναι διχασμένα ανάμεσα σε δυο κόσμους: τον πραγματικό και τον ψηφιακό. Στον ψηφιακό τους κόσμο μπορούν να επισκέπτονται site με ακατάλληλο περιεχόμενο, να σκοτώνουν άβαταρ στα ηλεκτρονικά παιχνίδια και γενικά να εκτίθενται στη βία. Πάντα όμως πάντα να τη γλυτώνουν χωρίς καμία συνέπεια από τη στιγμή που όλα αυτά διαδραματίζονται μέσα σε οθόνες. Παλαιότερα τα περισσότερα παιδιά απέναντι σε ένα βίντεο με εικόνες πραγματικής ωμής βίας κλείνανε τα μάτια με αποτροπιασμό, ενώ σήμερα γελάνε ή νιώθουν έξαψη σαν να βλέπουν κάποιο θρίλερ. Έχουμε δηλαδή μία επικάλυψη του εικονικού κόσμου με τον πραγματικό.


Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι τα παιδιά που ασκούν βία σε άλλα παιδιά έχουν σχεδόν πάντα μαζί τους και μία κάμερα που τραβάει. Οι θύτες εκείνη την ώρα θεωρούν ότι δρουν σε ένα περιβάλλον που προσομοιάζει με εικονικό και που μπορεί να γίνει τελείως εικονικό αν μαγνητοσκοπηθεί από μία κάμερα ή μεταδοθεί από ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Φυσικά οι θύτες όχι μόνο δεν έχουν ενσυναίσθηση για τα θύματα αλλά επιπλέον προβαίνουν σε πλήρη αποπροσωποποίηση των θυμάτων. Αφαιρούν δηλαδή από τα θύματα τα στοιχεία των πραγματικών προσώπων, αντιμετωπίζοντας τα ως εικονικά άβαταρ τα οποία δεν πονάνε και δεν φοβούνται πραγματικά. Το έλλειμα ενσυναίσθησης δεν επιτρέπει στους θύτες να νιώσουν τον πόνο των θυμάτων και μεταφράζει τη βία που ασκούν ως παιχνίδι με μπόλικη έκλυση αδρεναλίνης.


Από την ώρα δε που οι εικόνες της άσκησης βίας συνεχώς αναπαράγονται από τις ψηφιακές πλατφόρμες και που οι θύτες ουσιαστικά αντί να κατακρίνονται αποκτούν δημοφιλία, είναι απολύτως αναμενόμενο οι πράξεις άσκησης βίας να γίνονται μία μορφή μόδας της εποχής. Το μεγάλο ερωτηματικό είναι τι πρόκειται να συμβεί με τη βία των ανηλίκων μελλοντικά, ειδικά τώρα που το τζίνι της τεχνητής νοημοσύνης έχει βγει από το μπουκάλι. Το ταξίδι των παιδιών μας προς την ΑΙ (τεχνητή νοημοσύνη) τώρα ξεκινάει και καλώς ή κακώς δεν μπορεί να ανακοπεί. Θα χρειαστεί όμως να έχουν μαζί τους προστασία.


Τη συναισθηματική και την ηθική νοημοσύνη που στηρίζονται στην ενσυναίσθηση. Οι εκπαιδευτικοί και ο γονείς οφείλουν να βρουν τρόπο και χρόνο να καλλιεργήσουν στα παιδιά την ικανότητα να μπαίνουν στην θέση των άλλων ανθρώπων. Ειδικά τώρα που με την ΑΙ, ολοένα και περισσότερο, θα μειώνεται ο ρυθμός των άμεσων ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων. *Εκ του ιστολογίου «alfavita.gr» της 20.10.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΛΟΥΚΑ (2024)





Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,


λόγος τοῦ Θεοῦ τὸν ἄνθρωπο τὸν ὁποῖο βρίσκεται στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας ἔχει τὴν δύναμη νὰ τὸν μεταμορφώσει καὶ ἀπὸ σκοτεινὸ νὰ τὸν καταστήσει φωτεινό, ἀπὸ ἄγριο, Θεὸ κατὰ χάριν. Τότε, θὰ ρωτήσει καλοπροαίρετα κάποιος, γιατί ἡ κοινωνία μας βρίσκεται σὲ αὐτὸ τὸ χάος τῆς ἁμαρτίας; Μὴπως τάχα οἱ περισσότεροι δὲν ἔχουν ἀκούσει ποτὲ τὸν θεῖο λόγο, ἢ κάτι ἄλλο συμβαίνει; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν δίνει σήμερα ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως.


Παραβολὴ εἶναι μία μικρὴ ἱστορία μὲ σκηνὲς ἀπὸ τὴν καθημερινότητά μας, ἡ ὁποία μᾶς βοηθᾶ νὰ κατανοήσουμε μεγάλες ἀλήθειες καὶ σημαντικὰ πνευματικὰ νοήματα. Τὸν παραβολικὸ τρόπο διδασκαλίας τὸν χρησιμοποιοῦσε συχνὰ ὁ Κύριός μας, προκειμένου νὰ γίνεται ἀντιληπτὸς ὁ λόγος Του ἀπὸ τὸν μικρότερο ἕως τὸν μεγαλύτερο, ἀπὸ τὸν πιὸ μορφωμένο, ἕως τὸν ἀγράμματο. Ὅλοι ὅσοι διακονοῦμε τὸν θεῖο λόγο πρέπει αὐτὸ νὰ τὸ λαμβάνουμε πολὺ σοβαρὰ ὑπ΄ ὄψιν, νὰ φροντίζουμε δηλαδὴ ὁ λόγος μας νὰ διακρίνεται ἀπὸ ἁπλότητα καὶ ἐγκαρδιότητα καὶ ὄχι ἀπὸ διάθεση ἐπίδειξης, ὥστε νὰ γίνει ὁ λόγος ἀπόλυτα κατανοητὸς ἀπὸ ὅλους.


Ξεκινᾶ, λοιπόν, ὁ Χριστὸς τὴν παραβολὴ λέγοντας ὅτι ὁ σπορέας βγῆκε στὸ χωράφι γιὰ νὰ σπείρει τὸν σπόρο του καὶ ἐξηγεῖ ὕστερα στοὺς Μαθητές Του ὅτι ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἐκ πρώτης ὄψεως, δὲν εἶναι εὐκαταφρόνητος ἕνας σπόρος; Ἔστω ὅτι εἴμαστε πεινασμένοι. Δὲν θὰ προτιμούσαμε μάλλον ἕναν ὥριμο καρπό, ἀπὸ ἕναν σπόρο, ὁ ὁποῖος, ἄλλωστε, συνεπάγεται κόπο, μόχθο καὶ σκληρὴ ἐργασία γιὰ νὰ αὐξηθεῖ; Σωστά. Ὡστόσο, τρώγοντας στὸ παρὸν τὸν καρπό, μετὰ μένουμε χωρὶς τροφή. Ἀντιθέτως, ἐπιλέγοντας τὸν σπόρο, ἐξασφαλίζουμε πολλαπλάσιους καρποὺς γιὰ τὸ μέλλον.


Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι πνευματικὰ πεινασμένοι καὶ ψάχνουν ἀπὸ ἐδὼ κι ἀπὸ ἐκεὶ νὰ βροῦν «τροφή». Ὁ Χριστὸς προσφέρει τὸν σπόρο, τὸν λόγο Του. Αὐτός, ὅμως, στοὺς πολλοὺς δὲν φαίνεται ἑλκυστικός, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταφεύγουν σὲ πιὸ πρόχειρες καὶ προσωρινὲς λύσεις, οἱ ὁποῖες, ὅμως, δὲν λύνουν μόνιμα τὸ πρόβλημα τῆς «πείνας». Αὐτὸς ποὺ μπορεῖ γιὰ πάντα νὰ λύσει αὐτὸ τὸ πρόβλημα καὶ νὰ καλύψει ὅλα τὰ κενὰ τῆς ψυχῆς μας εἶναι μόνο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, γιὰ αὐτὸ ὁ Κύριός μας τὸν παρομοιάζει μὲ τὸν μικρὸ σπόρο μὲ τὴ μεγάλη δύναμη.


πιστρέφοντας στὴν παραβολή, μαθαίνουμε ὅτι κατὰ τὴν διαδικασία τῆς σπορᾶς, ἕνας σπόρος ἔπεσε στὴν ὁδὸ καὶ ἦλθαν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὸν ἔφαγαν. Πρόκειται γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀκοῦνε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μένουν παντελῶς ἀσυγκίνητοι καὶ ἀδιάφοροι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔρχεται ὁ πειρασμὸς καὶ νὰ ἁρπάζει τὸν σπόρο ἀπὸ τὴν καρδιά τους. Ἕτερος σπόρος ἔπεσε στὶς πέτρες καὶ μὲ τὸ ποὺ φύτρωσε ξεράθηκε, διότι δὲν εἶχε ὑγρασία, συμβολίζοντας τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δέχονται μὲ ἐνθουσιασμὸ τὸν θεϊκὸ λόγο, ἀλλὰ ἐπιφανειακά, χωρὶς νὰ τοῦ ἐπιτρέψουν νὰ ριζώσει, νὰ ἐπιβιώσει καὶ νὰ καρποφορήσει. Ἄλλος σπόρος ἔπεσε ἀνάμεσα στὰ ἀγκάθια καὶ ἐνῶ φύτρωσε καὶ ρίζωσε, ὕστερα ἀπὸ λίγο τὰ ἀγκάθια ἔπνιξαν τὸ φύτρο.


γκάθια εἶναι τὰ ἀνθρώπινα πάθη, οἱ ἐπίγειες μέριμνες καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου ποὺ ὑπερβαίνουν τὴν ἐπιθυμία μας νὰ κάνουμε πράξη τὰ εὐαγγελικὰ διδάγματα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποτρέπουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ νὰ καρποφορήσει. Τέλος, ἕνας ἄλλος σπόρος ἔπεσε στὴ γῆ τὴν ἀγαθή, δηλαδὴ στὸν ἄνθρωπο τὸν καλοπροαίρετο, τὸν ταπεινό, ὁ ὁποῖος εἶναι καταδεκτικὸς στὴν ἀλήθεια, παρὰ τὶς ὅποιες ἀδυναμίες του. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σὲ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καρποφορεῖ ἑκατὸ φορὲς περισσότερο καὶ μεταμορφώνει ριζικὰ τὴ ζωή του.


Τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς μας σὲ τί κατάσταση βρίσκεται, ἀγαπητοί; Οὐσιαστικά, ἡ σημερινὴ παραβολὴ αὐτὴ τὴν ἐρώτηση μᾶς καλεῖ νὰ ἀπαντήσουμε, γεγονὸς ποὺ ἀπαιτεῖ αὐτογνωσία. Ἤδη ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα, καὶ ἰδίως στὴν Ἑλλάδα, πολλοὶ σοφοὶ μίλησαν γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα νὰ γνωρίσουμε τὸν ἑαυτό μας, τὸ λεγόμενο «γνῶθι σαὐτόν». Πρόκειται, πραγματικά, γιὰ πολὺ μεγάλη ἀνάγκη ἂν θέλουμε νὰ προοδεύσουμε στὴν κατὰ Θεὸν ζωή, διότι μᾶς παρέχει σημαντικὰ ὀφέλη.


γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας, μᾶς βοηθάει νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν πλάνη ποὺ ἀφορᾶ τὸ «ἐγώ» μας καὶ νὰ προσεγγίσουμε τὴν πραγματικότητα. Μᾶς βοηθάει νὰ κατανοήσουμε σὲ ποιὸ σημεῖο τοῦ χαρακτήρα μας νὰ δώσουμε περισσότερη βαρύτητα. Ὡς ἄλλη διάγνωση, μᾶς δείχνει ἂν ὑπάρχει κάποια ἀρρώστια καὶ μᾶς πληροφορεῖ μὲ τὶ φάρμακα χρειάζεται νὰ τὴν ἀντιμετωπίσουμε. Μᾶς διδάσκει ἂν ἀκολουθοῦμε σωστὴ πορεία, ἢ ἂν πρέπει νὰ ἀλλάξουμε διαδρομή. Μᾶς παρουσιάζει τὶς δυνατότητες καὶ τὶς ἀδυναμίες μας. Μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση, στὸν σεβασμὸ καὶ στὴν ἀγάπη. Τελικά, λοιπόν, ἐτοιμάζει καὶ τὸ χωράφι γιὰ νὰ πέσει ὁ σπόρος.


Εἶναι γεγονός, ὅτι καμία ἀπὸ τὶς τρεῖς ἄκαρπες περιπτώσεις ποὺ παρουσιάζει ὁ Χριστὸς στὴν παραβολὴ εἶναι καταδικασμένη νὰ μείνει γιὰ πάντα ἄκαρπη. Ἁπλῶς, κάθε περίπτωση χρειάζεται τὴν δυναμικὴ ἀντιμετώπισή μας. Εἶναι ἡ ψυχή μας σὰν τὸν χιλιοπατημένο δρόμο, σκληρὴ καὶ ἄγονη; Μὴν ἀπελπιζόμαστε! Μποροῦμε νὰ τὴν ὀργώσουμε σὲ βάθος καὶ τότε θὰ μπορεῖ νὰ ἐνεργοποιήσει τὸν σπόρο. Εἶναι ἡ ψυχή μας γεμάτη πέτρες καὶ δέχεται μόνο επιφανειακὰ τὸν σπόρο; Μποροῦμε νὰ τὶς ἀφαιρέσουμε μιὰ γιὰ πάντα, κάνοντας ὑπομονὴ στὶς δοκιμασίες γιὰ νὰ δώσουμε στὸν σπόρο τὸν χρόνο νὰ ριζώσει καλὰ μέσα μας. Εἶναι ἡ ψυχή μας γεμάτη ἀγκάθια, γεμάτη κοσμικὲς μέριμνες γιὰ πλούτη καὶ ἠδονές; Μποροῦμε καὶ αὐτὰ νὰ τὰ ἀφαιρέσουμε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ τότε τίποτα δὲν θὰ ἐμποδίσει τὴν καρποφορία τοῦ σπόρου.


δηγούμαστε, τελικά, στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ κοινωνία μας βρίσκεται σὲ αὐτὸ τὸ χάος -παρ’ ὅλο ποὺ ἔχει ἀκούσει κάποιες φορὲς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ- ὄχι διότι εἶναι προβληματικὸς ἢ ξεπερασμένος ὁ ἴδιος ὁ λόγος. Ὁ θεῖος λόγος ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἀγγίζει ψυχὲς καὶ αὐτὴ ἡ δύναμη εἶναι διαχρονική. Τὸν ἴδιο λόγο ποὺ ἀκοῦμε σήμερα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, τὸν ἄκουσαν ληστὲς καὶ ἐπέστρεψαν τὰ κλοπιμαῖα, πόρνες καὶ ἀγάπησαν τὴν σεμνότητα καὶ τὴν ἁγνότητα, φονεῖς καὶ ἔχυσαν δάκρυα γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους.


Αὐτοὶ μεταμορφώθηκαν διότι ἔδιωξαν τὶς πέτρες, ἀφαίρεσαν τὰ ἀγκάθια, ὄργωσαν τὸ χωράφι καὶ ἐπέτρεψαν στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ νὰ ἀναπαυθεῖ στὴν ψυχή τους. Ἂν τὰ κατάφεραν ἐκεῖνοι, πολὺ περισσότερο ὀφείλουμε νὰ τὰ καταφέρουμε κι ἐμεῖς ποὺ ξεγελοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας πιστεύοντας ἴσως πὼς βρισκόμαστε ἀπὸ ἐκείνους σὲ καλύτερη θέση.



Μετ’ εὐχῶν,



ὁ Ἐπίσκοπός σας,



† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος



Ιερά Μητρόπολη Αττικής και Βοιωτίας

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

ΘΕΣΑΛΛΟΝΙΚΗ: 112 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ - ΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ, Η ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΜΕ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΚΑΙ ΟΛΟ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ




Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον Οθωμανικό ζυγό, στις 26 Οκτωβρίου 1912, αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας, γεμάτη ηρωισμό και στρατιωτική δεινότητα. Μετά από μια σειρά επιτυχιών του ελληνικού στρατού και καθοριστικών αποφάσεων, η πόλη έμελλε να περάσει ξανά σε ελληνικά χέρια, ενώ η ηρωική πράξη του Νικολάου Βότση να τορπιλίσει το τουρκικό θωρηκτό «Φετχί Μπουλέντ» συνέβαλε σημαντικά στο ηθικό των Ελλήνων.


Στο παρόν αφιέρωμα, καταγράφονται τα γεγονότα που σημάδεψαν εκείνες τις κρίσιμες ημέρες του Οκτωβρίου 1912, με νέες λεπτομέρειες να φωτίζουν τη στρατηγική και τις γεωπολιτικές πιέσεις που επέδρασαν στις αποφάσεις της εποχής.


Η ανατίναξη του «Φετχί Μπουλέντ» (18/10/1912)


Οχτώ μέρες πριν την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, μια αναπάντεχη επιτυχία του Νικολάου Βότση, η βύθιση μετά από τορπιλισμό στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης του τουρκικού θωρηκτού «Φετχί Μπουλέντ», προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού σε όλη την Ελλάδα, ιδιαίτερα δε στους Έλληνες κατοίκους της Θεσσαλονίκης.


Ο Υποπλοίαρχος Νικόλαος Βότσης, είχε γεννηθεί στην Ύδρα και καταγόταν από παλαιά ναυτική οικογένεια του νησιού. Όταν άρχισε ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος, ο Βότσης ήταν κυβερνήτης του τορπιλοβόλου «11». Αποστολή του ήταν να επιτηρεί την περιοχή του Ελευθεροχωρίου, στην παραλία της Κατερίνης, για να μην γίνει εκφόρτωση πολεμικών εφοδίων και τροφίμων προς τους Τούρκους. Ο Βότσης πλέοντας σε όλη την έκταση του Θερμαϊκού, αποφάσισε να δράσει όπως οι θρυλικοί πυροβολητές του 1821. Να μπει δηλαδή κρυφά στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και να βυθίσει το τουρκικό θωρηκτό «Φετχί Μπουλέντ» που ναυλοχούσε εκεί, αποτελώντας απειλή για τα ελληνικά στρατεύματα που πλησίαζαν στην πόλη.


Πραγματικά, το τορπιλοβόλο «11», μπήκε τη νύχτα της 18ης Οκτωβρίου στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Το βύθισμα του τορπιλοβόλου, επέτρεψε στον Βότση να το οδηγήσει στο λιμάνι χωρίς να το αντιληφθούν οι Τούρκοι πυροβολητές του Καραμπουρνού. Επίσης, ο Βότσης κατάφερε με το τορπιλοβόλο να αποφύγει το φράγμα των ναρκών που είχαν ποντίσει οι Τούρκοι για την προστασία του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Στις 11.30 μ.μ., ο Ν. Βότσης, εξαπέλυσε τις τορπίλες του και το «Φετχί Μπουλέντ», βυθίστηκε. Ο ιμάμης του πλοίου και 6 ναύτες που κοιμούνταν στην πλώρη του σκοτώθηκαν.


Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης


Από τις 22 Οκτωβρίου 1912, οι πρόξενοι των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, μετά την ήττα των Τούρκων στη μάχη των Γιαννιτσών, άρχισαν να κινούνται προς την κατεύθυνση της παράδοσης της Θεσσαλονίκης στους Έλληνες ειρηνικά. Ο Ταχσίν πασάς, επικεφαλής των τουρκικών δυνάμεων, αρχικά συμφώνησε αλλά στη συνέχεια άρχισε να κωλυσιεργεί , βλέποντας και την καθυστέρηση στις κινήσεις των Ελλήνων, λόγω της διστακτικότητας του Ελληνικού Γενικού Στρατηγείου. Ίσως πίστευε ότι θα λάβει ενισχύεις από τουρκικά στρατεύματα ή καθυστερούσε καθώς είχε μάθει ότι η Βουλγαρική μεραρχία υπό τον στρατηγό Todorov. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήθελε ή να εξωθήσει Έλληνες και Βούλγαρους σε σύγκρουση ή να παραδώσει την πόλη στους Βούλγαρους.


Όμως, η τουρκική κυβέρνηση, καθώς ο βουλγαρικός στρατός βρισκόταν στα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης, έκρινε ότι αν η Βουλγαρία καταλάμβανε και τη Θεσσαλονίκη, θα σχημάτιζε ένα κράτος άμεσα απειλητικό για την οθωμανική αυτοκρατορία στη Βαλκανική. Έτσι, έδωσε εντολή στον Ταχσίν πασά να παραδώσει την Θεσσαλονίκη στους Έλληνες. Στις 16.20 της 25/10/1912, οι Ευρωπαίοι πρόξενοι συνοδεύοντας τον Τούρκο στρατηγό Σαδίκ, έφτασαν στο Ελληνικό Στρατηγείο, και δήλωσαν στον Διάδοχο Κωνσταντίνο ότι ο αρχιστράτηγος Ταχσίν είναι έτοιμος να του παραδώσει την Θεσσαλονίκη. Ο Κωνσταντίνος όμως προέβαλε σκληρούς όρους και έδωσε στον Ταχσίν προθεσμία 16 ωρών για να απαντήσει κατά πόσο τους αποδέχεται.


Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που παρακολουθούσε με αγωνία την πορεία του βουλγαρικού στρατού προς τη Θεσσαλονίκη, όταν έμαθε ότι ο Κωνσταντίνος δεν μπήκε άμεσα στην πόλη στις 25 Οκτωβρίου, εξοργίστηκε. Έστειλε στον Κωνσταντίνο το ακόλουθο τηλεγράφημα: «Αρχηγόν στρατού: Παραγγέλεσθε να αποδεχθείτε προσφερόμενην παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και να εισέλθετε εις ταύτην άνευ χρονοτριβής. Καθιστώ υμάς υπεύθυνον δια πάσαν αναβολήν, έστω και στιγμής. Υπουργός Στρατιωτικών Ελευθ. Βενιζέλος». (Αριθμ. πρωτοκόλλου υπουργ. Στρατιωτικών, 80,20).



Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 1912


Στις 00.30, ο Διάδοχος λαμβάνει τηλεγράφημα από τον Λάμπρο Κορομηλά που τον ενημερώνει ότι στις 24 Οκτωβρίου οι Βούλγαροι κατέλαβαν τις Σέρρες και συνεχίζουν την πορεία τους προς τη Θεσσαλονίκη. Στις 5 π.μ. έφτασαν στο Τοπσίν (σήμερα Γέφυρα), μετά από εντολή του Ταχσίν Πασά, ο ταξίαρχος του πυροβολικού Chefic πασάς με τον διευθυντή πολιτικών υποθέσεων, ελληνικής καταγωγής Καραμπιμπέρη. Τους δέχθηκε ο τότε επιτελάρχης Β. Δούσμανης με εντολή του Κωνσταντίνου και ζήτησε την παράδοση της πόλης άνευ όρων. Η αντιπροσωπεία των Τούρκων ζήτησε να παραμείνουν στη διάθεση του Ταχσίν πασά 5.000 όπλα για την εκγύμναση των νεοσύλλεκτων και την προστασία των άοπλων αιχμαλώτων. Το αίτημα δεν έγινε δεκτό και οι Τούρκοι ζήτησαν δίωρη προθεσμία για να απαντήσουν.


Στις 9.30 π.μ. με βάση το εκπονηθέν σχέδιο στρατιάς, μονάδες του πεζικού και η ταξιαρχία ιππικού κινήθηκαν προς τη Θεσσαλονίκη, σφίγγοντας τον κλοιό γύρω από τους Τούρκους. Στις 10.00 π.μ. οι πρόξενοι συναντήθηκαν και πάλι στο Διοικητήριο με τον βαλή, τους εκπροσώπους των κοινοτήτων και τον Chefic πασά ,εκπρόσωπο του Ταχσίν πασά που εξακολουθούσε να επιμένει στην εξαίρεση των 5.000 όπλων. Οι πρόξενοι θεώρησαν ότι η στάση αυτή έκρυβε υστεροβουλία και αποχώρησαν αρνούμενοι να συμμετάσχουν σε περαιτέρω διαπραγματεύσεις, επιρρίπτοντας στον Ταχσίν πασά την ευθύνη για ό, τι θα συνέβαινε.


Ο βαλής με τον Chefic πασά έφυγαν για να συναντηθούν με τον Ταχσίν στο στρατηγείο στο Νταούτ Μπαλί (Ωραιόκαστρο). Ο Ταχσίν δεν άλλαξε γνώμη και έστειλε πάλι τους Chefic-Καραμπιμπέρη στη Γέφυρα. Συναντήθηκαν ξανά με τον Β. Δούσμανη ο οποίος χαρακτήρισε απαράδεκτο τον όρο για τα 5.000 όπλα. Οι Τούρκοι επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη και ο Δούσμανης έσπευσε να ενημερώσει τον Διάδοχο. Στις 12.30 το στρατηγείο έλαβε τηλεγράφημα από (άγνωστο) πράκτορα που βρισκόταν μέσα στη Θεσσαλονίκη, που υποστήριζε ότι: «Παρά τοις αρμοδίοις κύκλοις υπάρχει πεποίθησις ότι ο Ταχσίν συνεργούντος και αυτού του βαλή καταφεύγουν εις τας χρονοτριβάς ταύτας ελπίζοντες επέμβασιν Ευρωπαϊκήν ότι δε άμεσον κτύπημα θα επιφέρει το ποθούμενον».


Στις 13.00 ο Κορομηλάς στέλνει νέο τηλεγράφημα στον Κωνσταντίνο: «Α.Β.Υ. Διάδοχον - Κατ’ επισήμους πληροφορίας Βούλγαροι κατέλαβον Δράμα χθες. Εις απάντησιν τηλεγραφήματος Υψηλότητας περί των εις Τζαμιά υπό των Τούρκων μεταβληθεισών Εκκλησιών, Κυβέρνησις συμφωνεί μεθ’ υμών ότι δέον να επαναφερθώσιν εις λατρείαν Χριστού. Η του Αγίου Δημητρίου εν Θεσσαλονίκη περιέχει του Αγίου τον τάφον. Ολόκληρος δε πόλις αναμένει είσοδον Ελληνικού Στρατού ίνα τελέσει εκεί εορτασμόν».


Λίγο πριν τις 15.00 κι ενώ ο Διάδοχος παρακολουθούσε έφιππος με το επιτελείο του την προέλαση της 1ης και 7ης Μεραρχίας από λόφο κοντά στο Σιαμλί, ένα μικρό τσιφλίκι ανατολικά του Ίγγλις (Αγχίαλος), εμφανίστηκε ο ανθυπίλαρχος Μαραθέας με μήνυμα του διοικητή της ταξιαρχίας ιππικού Καραμαλίκη, που ανέφερε πως στις 10.00 στο χωριό Αποστολάρ (Απόστολοι), η εμπροσθοφυλακή της ταξιαρχίας, συνάντησε φάλαγγα ιππικού και πεζικού Βούλγαρων και Σέρβων προερχόμενων από τη Δοϊράνη, που κινούνταν προς τη Θεσσαλονίκη και ότι σε απόσταση τριών ωρών κινούνταν από το δρόμο των Σερρών προς το Νότο η 7η βουλγαρική μεραρχία με επικεφαλής τον στρατηγό Georgi Todorov.


Ο Καραμαλίκης έστειλε τον ίλαρχο Λεβίδη, ο οποίος γνώριζε ρωσικά, για να συνεννοηθεί. Τότε, το στρατηγείο κατάλαβε ότι οι Βούλγαροι κινούνταν προς τη Θεσσαλονίκη. Στη συνέχεια, οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Ο Διάδοχος έστειλε τον Μαραθέα με ιδιόχειρη επιστολή στα γαλλικά στον Todorov, με την οποία τον ενημερώνει ότι βρίσκεται «…επί κεφαλής του Ελληνικού στρατού έμπροσθεν της πόλεως αυτής (της Θεσσαλονίκης) εις την οποίαν θα εισέλθω απόψε».


Επίσης, τον συμβουλεύει να μην ταλαιπωρεί τα στρατεύματα του με την «…ασκόπου προς Θεσσαλονίκης προελάσεως» και να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις του όπου υπάρχει επείγουσα στρατιωτική ανάγκη. Παράλληλα, ο Κωνσταντίνος έστειλε τον (τότε) υπίλαρχο Παπάγο στην 7η Μεραρχία με τη διαταγή: «Σπεύσατε να καταλάβετε την Θεσσαλονίκην». Η 7η Μεραρχία του Κλεομένη Κλεομένους, εκείνες τις ώρες συγκεντρωνόταν μεταξύ Ντουντουλάρ (Διαβατά) και Χαρμανκιόι (Ελευθέριο-Κορδελιό).


Την ίδια εντολή έστειλε ο διάδοχος και προς το απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου, ενώ ειδοποιήθηκε και ο Καλλέργης, επικεφαλής της 2ης μεραρχίας που βρισκόταν στο Πουρνάρι (στο μέσο της απόστασης μεταξύ Αποστόλων και Θεσσαλονίκης), να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την παρεμπόδιση της προέλασης των Βούλγαρων προς τη Θεσσαλονίκη.


Στο μεταξύ, ο Chefik πασάς επέστρεψε στο τουρκικό στρατηγείο. Ο Ταχσίν, έχοντας λάβει αρνητικές απαντήσεις από όλους τους διοικητές του, στο ερώτημα που τους έθεσε αν μπορούν να αμυνθούν αξιοπρεπώς και βλέποντας την «ελληνική τανάλια» να σφίγγει την Θεσσαλονίκη, αποφάσισε να παραδώσει την πόλη και έστειλε στον Κωνσταντίνο την εξής επιστολή: «Προς την Υψηλότητα τον Πρίγκιπα Κωνσταντίνο, αρχιστράτηγο του Ελληνικού Στρατού. Έχω την τιμή να πληροφορήσω την Υμετέραν Υψηλότητα, ότι αποδέχομαι τη χθεσινή πρόταση της Υψηλότητάς σας. Χασάν Ταχσίν πασάς. Διοικητής της 8ης Στρατιάς του Οθωμανικού Στρατού».


Στις 16.00, έφιππος Τούρκος αξιωματικός παρέδωσε ανοιχτό φάκελο με την παραπάνω επιστολή στον λοχαγό Αλεξάνδρο Μαζαράκη. Στις 17.30 ο, Μαζαράκης με τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Σπύρο Αλιμπέρτη παρέδωσαν την επιστολή στον Διάδοχο, ο οποίος έστειλε τον λοχαγό του πυροβολικού Αθανάσιο Εξαδάκτυλο με διαταγή να διακοπεί η προέλαση. Παράλληλα, Τούρκοι κήρυκες έφιπποι αλλά και με ποδήλατα κινούνταν κοντά στα ελληνικά στρατεύματα, μεταδίδοντας την πληροφορία ότι η Θεσσαλονίκη και ο τουρκικός στρατός είχαν παραδοθεί. Στο μεταξύ, ο βουλγαρικός στρατός συνέχιζε την πορεία του προς τη Θεσσαλονίκη, έχοντας λάβει εντολή από την Σόφια για άμεση είσοδο στην πόλη.


Με νέα του επιστολή, ο Διάδοχος ενημέρωνε τον Todorov ότι η Θεσσαλονίκη είχε παραδοθεί. Επίσης, ο Κωνσταντίνος έστειλε λεπτομερή έκθεση των γεγονότων στο βασιλιά Γεώργιο και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ενώ ανέθεσε στους Δούσμανη και Μεταξά να μεταβούν στη Θεσσαλονίκη για να συναντήσουν τον Ταχσίν πασά και να υπογράψουν το πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης, όπως του είχε ζητήσει ο Οθωμανός στρατιωτικός.


Τους δύο αξιωματικούς συνόδευσαν εθελοντικά ο υπολοχαγός του Πεζικού Δ. Γεωργίου και ο ιππέας Μ. Μπαλτατζής. Η συνάντηση έγινε τελικά στο Διοικητήριο. Οι συνομιλίες με τον Ταχσίν πασά έγιναν στα ελληνικά, καθώς αυτός είχε σπουδάσει στη Ζωσιμαία σχολή των Ιωαννίνων! Το πρωτόκολλο παράδοσης συντάχθηκε στα Γαλλικά και υπογράφτηκε στη 1.30 μετά τα μεσάνυχτα. Αντίγραφα δεν κρατήθηκαν, ούτε στα ελληνικά, ούτε στα τουρκικά. Ωστόσο, στο πρωτόκολλο, ως ημέρα παράδοσης, αναφέρεται η 26η Οκτωβρίου και ώρα 23.30.


Αυτό έγινε και για συμβολικούς εθνικούς -θρησκευτικούς λόγους, για να τιμηθεί ο προστάτης και πολιούχος της πόλης Άγιος Δημήτριος, αλλά και για να τεκμηριωθεί επίσημα ότι ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την πόλη μία μέρα νωρίτερα, κάτι που αποδείχθηκε σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο στις βουλγαρικές αξιώσεις για την κυριαρχία της πόλης. Στον ελληνικό στρατό, παραδόθηκαν αιχμάλωτοι 1.000 Τούρκοι αξιωματικοί, 25.000 οπλίτες, ενώ περιήλθαν στην κατοχή του 70 πυροβόλα, 30 πολυβόλα, 7.000 ντουφέκια, 1.200 άλογα και άφθονο πολεμικό υλικό.


Ο ελληνικός στρατός στην Θεσσαλονίκη


Στις 8.15 π.μ. της 27ης Οκτωβρίου, οι Δούσμανης και Μεταξάς επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη για να υπογράψουν συμπληρωματικό πρωτόκολλο με τον Ταχσίν πασά. Από το προηγούμενο βράδυ όμως, ορισμένοι εύζωνοι και Έλληνες αξιωματικοί, είχαν μπει σε ομάδες στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τον Γεώργιο Παρασκευόπουλο, το πρώτο ελληνικό τμήμα που εισήλθε στην πόλη, ήταν το απόσπασμα χωροφυλάκων υπό τον αξιωματικό Μανώλη Μανωλικίδη, ενώ σύμφωνα με τον Χαρίλαο Χαρίση, πρώτος μπήκε ουλαμός της 4ης ίλης του 1ου ιππικού συντάγματος.


Όταν οι Δούσμανης και Μεταξάς, συνοδευόμενοι από τον λοχαγό Αθανάσιο Εξαδάκτυλο και τον δεκανέα Ίωνα Δραγούμη, βοηθό στα πολιτικά ζητήματα έφτασαν στη Θεσσαλονίκη, βρήκαν Ελληνίδες και Έλληνες κάθε ηλικίας να ζητωκραυγάζουν στους δρόμους κρατώντας ελληνικές σημαίες. Στις 9.00 π.μ. ο Δούσμανης με τον Μεταξά πήγαν στο ρωσικό προξενείο, όπου ανακοίνωσαν στον Ρώσο πρόξενο Belaiev την παράδοση της πόλης.


Το ίδιο έγινε και με τον πρόξενο της Μ. Βρετανίας Henry Lamb. Ο Δραγούμης είχε πληροφορίες ότι οι πρόξενοι σκόπευαν να αποβιβάσουν αγήματα από τα αγκυροβολημένα στο λιμάνι πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων με σκοπό την κατάληψη και φρούρηση της πόλης, κυρίως μετά από έντονη επιμονή του Αυστριακού προξένου Kral. Το συμπληρωματικό πρωτόκολλο υπογράφτηκε και στάλθηκε στον Διάδοχο, ο οποίος όμως, εξοργίζοντας ακόμα και αξιωματικούς, όπως τον Δούσμανη, επέμενε να μην μεταβεί στη Θεσσαλονίκη.


Σταδιακά, ο ελληνικός στρατός, άρχισε να μπαίνει στην πόλη, γνωρίζοντας την αποθέωση από τον ελληνικό πληθυσμό της. Γράδει ο Κ. Ζωρογιαννίδης: «27η Οκτωβρίου. Περί την 6ην πρωινήν ώραν ολόκληρος η Μεραρχία εισήρχετο και κατελάμβανε την Θεσσαλονίκην υπό τον έξαλλον ενθουσιασμόν των κατοίκων και τους ραντισμούς δι’ ανθέων εκ των παραθύρων και την εξωστών των οικιών. Οι Εβραίοι στα μαύρα και κατηφείς».


Και ο Α. Βακαλόπουλος: «Από τον καταυλισμό του ως το Διοικητήριο και απ’ αυτό ως τους στρατώνες οι άνδρες βάδιζαν τρεις ολόκληρες ώρες μέσα σε αποθέωση. Έξαλλοι από τον ενθουσιασμό οι κάτοικοι ζητωκραύγαζαν, φώναζαν, τραγουδούσαν εθνικά τραγούδια. Από τους εξώστες, τα παράθυρα, τις στέγες, τις σκαλωσιές των κτιρίων ρίχνοντας ανθοδέσμες, κουφέτα, αφήνοντας περιστέρια, κορδέλες άσπρες και γαλάζιες».


Ο Κωνσταντίνος, καθώς πλέον οι Βούλγαροι βρίσκονταν έξω από τη Θεσσαλονίκη, αποφάσισε τελικά να μπει στην πόλη, αντιλαμβανόμενος ότι ακόμα και η ελάχιστη καθυστέρηση, ίσως ήταν μοιραία. Στις 5.00 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1912, έφτασε με τους επιτελείς του στον σιδηροδρομικό σταθμό Μοναστηρίου και διέταξε τον διοικητή της 7ης Μεραρχίας Κλεομένη, να εμποδίσει την είσοδο των Βούλγαρων στην πόλη.


Για να επισφραγίσει την ελληνική κυριαρχία, ο Διάδοχος διέταξε τον πρίγκιπα Ανδρέα να παρουσιαστεί στον Άγγλο ναύαρχο, αρχηγό της αγγλικής μοίρας που βρισκόταν στο λιμάνι και να του ζητήσει να χαιρετήσει την ελληνική σημαία, η έπαρση της οποίας θα γινόταν στις 7.00 στον Λευκό Πύργο. Ο Άγγλος δέχθηκε, ζήτησε όμως να ανταποδοθεί ο χαιρετισμός με βολές πυροβολικού.


Στις 8.00 ο Διάδοχος με τους επιτελείς του συναντήθηκε στο Διοικητήριο με τον Ταχσίν πασά, ο οποίος του παρέδωσε και επίσημα την πόλη και αποχώρησε. Στις 12.00 το μεσημέρι έγινε δοξολογία στον, τότε, μητροπολιτικό ναό του Αγίου Μηνά, στις 13.30 παρέλαση ενώπιον του Κωνσταντίνου από τους άνδρες της 1ης Μεραρχίας ενώ στις 14.30 ο Διάδοχος δέχτηκε στο Διοικητήριο τις αρχές της πόλης, τους θρησκευτικούς αρχηγούς, τους πρόξενους και τον κυβερνήτη του αγγλικού πολεμικού πλοίου που βρισκόταν στο λιμάνι. Την επόμενη μέρα, 29 Οκτωβρίου 1912, στις 10.30 π.μ. ο Βασιλιάς Γεώργιος με τη συνοδεία του μπήκαν στη Θεσσαλονίκη επισφραγίζοντας και τυπικά την απελευθέρωση της πόλης, 482 χρόνια μετά την άλωσή της από τους Τούρκους.



Τα βουλγαρικά στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη


Ενώ ο Κωνσταντίνος βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη ,έφτασε σ’ αυτή ο Βούλγαρος στρατηγός Todorov ζητώντας να εισέλθει στην πόλη ένα βουλγαρικό τάγμα καθώς λόγω της κακοκαιρίας ο στρατός του είχε δεινοπαθήσει. Ο Διάδοχος δέχθηκε το αίτημα φιλοξενίας ξεκαθαρίζοντας όμως ότι δεν υπήρχε περίπτωση συγκυριαρχίας (condominimum). Τελικά στην Θεσσαλονίκη μπήκε ένα ολόκληρο βουλγαρικό σύνταγμα ,παρελαύνοντας μάλιστα ,στις 29 Οκτωβρίου 1912. Όλοι οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης δέχτηκαν με ψυχρότητα την εμφάνιση και παραμονή στην πόλη των Βουλγάρων που προοιωνίζονταν νέες συγκρούσεις για τη «νύμφη του Θερμαϊκού».


Πολύς λόγος έχει γίνει για την αργοπορία του Κωνσταντίνου να μπει στη Θεσσαλονίκη. Αυτό προκάλεσε την οργή του Βενιζέλου, τη σύγκρουση μεταξύ των δύο ανδρών και ήταν προανάκρουσμα του εθνικού διχασμού και των όσων ακολούθησαν. Ο Σαράντος Καργάκος γράφει: «Αν η Θεσσαλονίκη είχε καταληφθεί στις 23-24 Οκτωβρίου ο Κωνσταντίνος πιθανώς να πρόφθαινε τον σερβικό στρατό και να έμπαινε μαζί του στο Μοναστήρι με δικαίωμα της συγκατοχής. Αλλ’ όλοι post factum (εκ των υστέρων, μετά τα γεγονότα) είμαστε σοφοί. Ο Κωνσταντίνος δεν ήθελε να χύσει κι άλλο αίμα για τη Θεσσαλονίκη. Έβλεπε ότι το αίμα θα χρειαζόταν για την επίτευξη άλλων αντικειμενικών σκοπών».


Έτσι γράφτηκαν ένας θριαμβικός επίλογος με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και ένας θλιβερός πρόλογος, με την είσοδο των βουλγαρικών στρατευμάτων σ’ αυτή ,που τερματίστηκε με τον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο και τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου.






Πηγές:


Γιάννης Μέγας, «Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1912-1913», UNIVERSITY STUDIO PRESS, 2011.
ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ, «Η ΕΛΛΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ», ΑΘΗΝΑ 2012.
Α. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, «Ιστορία της Θεσσαλονίκης, 316 π.Χ.-1983», ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΑΝΤ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ, 1983.
*Εκ του ιστολογίου «protothema.gr» της 26.10.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Print Friendly and PDF