«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»
Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine
«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».
Κωστής Παλαμάς
Σάββατο 27 Ιουλίου 2024
Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ
Κατά Ματθ. η' 28 - θ1.
Ελθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· Τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; ἦν δὲ μακρὰν ἀπ’ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· Εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησεν πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. Οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασεν καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΤΟΥ 2008
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ - ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΩΝ
«ΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ»: ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Α' 1935-2013 (ΟΜΙΛΙΑ 6η)
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ, Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ - ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: Η ΚΑΤΑΠΑΥΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΚΥΜΙΑΣ - Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (2023)
''ΛΕΓΕΩΝ ΟΝΟΜΑ ΜΟΙ, ΟΤΙ ΠΟΛΛΟΙ ΕΣΜΕΝ''
ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΩΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΛΗΣ κ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ Α': «ΤΙ ΗΜΙΝ ΚΑΙ ΣΟΙ, ΙΗΣΟΥ ΥΙΕ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»;
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΜΑΤΘΑΙΟΥ - ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: Η ΚΑΤΑΠΑΥΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΚΥΜΙΑΣ - Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ
(Ματθ. η΄28, θ΄1)
Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν ὁμιλία κη΄ α΄. Ὁ Λουκᾶς χωρὶς νὰ φροντίζη γιὰ τὴ σειρὰ τοῦ χρόνου γράφει· Ἔτυχε μιὰ μέρα καὶ μπῆκε σ’ ἕνα πλοῖο αὐτὸς κι οἱ μαθητές του. Ὅμοια κι ὁ Μᾶρκος. Δὲν κάνει τὸ ἴδιο ὁ Ματθαῖος ἀλλὰ κρατεῖ ἐδῶ τὴ σειρά. Δὲν ἔγραφαν ὅλοι ἴδια. Μίλησα γι’ αὐτὸ καὶ πρωτύτερα γιὰ νὰ μὴ νομίζη κανεὶς μὲ τὴν παράλειψη ὅτι ὑπάρχει κάποια διαφωνία. Τὸν κόσμο τὸν ἔστειλε στὰ σπίτια τους, πῆρε ὅμως μαζί του τοὺς μαθητές. Αὐτὸ βέβαια τὸ λένε καὶ οἱ ἄλλοι. Δὲν τοὺς πῆρε ἄδικα, οὔτε τυχαῖα ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς κάνη θεατὲς τοῦ θαύματος ποὺ θὰ γινόταν. Σὰν κάποιος ἐξαίρετος γυμναστὴς τοὺς ἀσκοῦσε καὶ στὰ δύο, καὶ νὰ μένουν ἀτρόμητοι στὰ δεινὰ καὶ νὰ μετριοφρονοῦν στὶς τιμές.
Γιὰ νὰ μὴ σχηματίσουν μεγάλη ἰδέα ποὺ ἔδιωξε τοὺς ἄλλους κι αὐτοὺς τοὺς κράτησε, τοὺς ἀφήνει νὰ ὑποστοῦν τὴν τρικυμία καὶ ἐκτὸς ποὺ πέτυχε τὸ σκοπό του, τοὺς γυμνάζει νὰ ὑπομένουν γενναῖα τοὺς πειρασμούς. Καὶ τὰ παλαιότερα θαύματα ἦταν μεγάλα, τοῦτο ὅμως εἶχε καὶ κάποια ὄχι μικρὴ ἄσκηση καὶ ἦταν σημεῖο παράλληλο μὲ τὸ παλαιό. Γι αὐτὸ μόνο τοὺς μαθητὰς παίρνει μαζί του. Ὅπου ἤθελε νὰ δείξη τὰ θαύματά του, ἐκεῖ ἀφήνει καὶ τὸ λαὸ νὰ εἶναι κοντά· ὅπου ὅμως ὑπάρχει ἔνταση πειρασμῶν καὶ φόβων παίρνει μόνο μαζί τους τοὺς ἀθλητὰς τῆς οἰκουμένης ποὺ ἤθελε νὰ τοὺς ἀσκήση. Καὶ ὁ Ματθαῖος εἶπε μόνο ὅτι κοιμόταν, ὁ Λουκᾶς ὅτι κοιμόταν σὲ προσκέφαλο, δείχνοντας τὴ μετριοφροσύνη του καὶ ἀσκῶντας μας σὲ ὑψηλὴ πνευματικὴ ζωή. Εἶχε ἀρχίσει λοιπὸν ἡ τρικυμία κι ἡ θάλασσα μάνιαζε ὅταν τὸν ξυπνοῦν λέγοντάς του· Σῶσε μας, Κύριε, χανόμαστε.
Τοὺς μάλλωσε, πρὶν ἐπιπλήξει τὴ θάλασσα. Δικαιολογοῦντα ὅλ’ αὐτὰ, ἀφοῦ γίνονται γιὰ ἄσκηση καὶ ἦσαν τύπος τῶν πειρασμῶν ποὺ θὰ τοὺς εὕρισκαν. Βέβαια κι ἔπειτ’ ἀπ’ αὐτὰ πολλὲς φορὲς τοὺς ἄφησε νὰ πέσουν σὲ βαρύτερες τρικυμίες τῆς ζωῆς καὶ ἔδειξε μακροθυμία. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος ἔλεγε· Δὲ θέλω, ἀδελφοὶ μου, ν’ ἀγνοῆτε ὅτι ὑπερβολικὸ βάρος δεχτήκαμε πάνω ἀπὸ τὴ δύναμή μας, ὥστε φτάσαμε σ’ ἀμηχανία γιὰ τὴν ἴδια τὴ ζωή. Κι ἔπειτα πάλι, αὐτὸς μᾶς ἔσωσε ἀπὸ τόσες περιπτώσεις θανάτου. Δείχνοντας λοιπόν ἀπὸ δῶ ὅτι πρέπει νἄχωμε θάρρος κι ἄν ὑψώνωνται τὰ κύματα σὰν βουνά, κι ὅτι ὅλα τὰ οἰκονομεῖ πρὸς τὸ συμφέρον μας, ἐπιτιμᾶ πρῶτα αὐτούς. Κι αὐτὴ ἡ ἀνησυχία τους ἔχει τὴν ὠφέλειά της, ὥστε νὰ φανῆ μεγαλύτερο τὸ θαῦμα καὶ νὰ μείνη παντοτινὰ ἡ θύμησή του.
Ὅταν εἶναι νὰ γίνη κάτι παράδοξο, δημιουργεῖ ἀπὸ πιὸ μπροστὰ γεγονότα ποὺ συντελοῦν στὴ θύμηση, γιὰ νὰ μὴν ἔρθη ἡ λήθη, ὅταν τὸ θαῦμα συντελεσθῆ. Ἔτσι ὁ Μωυσῆς πρῶτα φοβᾶται τὸ φίδι (καὶ δὲ φοβᾶται ἁπλὰ ἀλλὰ μὲ πολλὴ ἀγωνία) καὶ τότε βλέπει νὰ γίνεται τὸ παράδοξο ἐκεῖνο. Ἔτσι κι αὐτοὶ πίστεψαν πρῶτα ὅτι θὰ χάνονταν καὶ τότε σώθηκαν. Γιὰ νὰ μάθουν τὸ μέγεθος τοῦ θαύματος, ἀφοῦ παραδεχθοῦν τὸν κίνδυνο. Γι’ αὐτὸ κοιμᾶται. Γιατὶ ἄν δὲν κοιμόταν ἤ δὲ θὰ φοβοῦνταν, ἤ δὲ θὰ παρακαλοῦσαν ἤ μήτε κἄν ἰδέα θὰ τοὺς περνοῦσε ὅτι μποροῦσε νὰ κάνη κάτι τέτοιο. Γι’ αὐτὸ κοιμᾶται. Δίνει καιρὸ στὴ δειλία τους καὶ τοὺς κάνει ἐντονώτερη τὴν ἐντύπωση τῶν ὅσων γίνονται. Γιατὶ δὲν βλέπει ὅμοια κανεὶς ὅσα γίνονται στὰ σώματα τῶν ἄλλων μὲ ὅσα γίνονται στὸ δικό του. Ἀφοῦ εἶδαν νὰ ἔχουν εὐεργετηθῆ ὅλοι ἐνῶ αὐτοὶ τίποτε δὲν εἶχαν ἀπολαύσει κι ἦσαν πλαγιασμένοι (οὔτε κουτσοὶ ἦσαν οὔτε καμμιὰ ἄλλη παρόμοια ἀσθένεια εἶχαν) ἔπρεπε κι αὐτοὶ μὲ τὴ δική τους αἴσθηση νὰ δοκιμάσουν τὶς εὐεργεσίες.
Ἐπιτρέπει τὴν κακοκαιρία, γιὰ νὰ καταλάβουν καλύτερα τὴν εὐεργεσία γλυτώνοντας ἀπ’ αὐτή. Γι’ αὐτὸ δὲν κάνει τὸ θαῦμα ὅσο εἶναι ὁ κόσμος κοντά, γιὰ νὰ μὴν κατηγορηθοῦν γιὰ ὀλιγοπιστία. Ἀλλὰ τοὺς παίρνει μόνους καὶ τοὺς διορθώνει καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν τρικυμία τῆς θάλασσας γαληνεύει τὴν τρικυμία τῶν ψυχῶν τους μὲ λόγους ἐπιτιμητικούς. Γιατὶ φοβᾶστε, ὀλιγόπιστοι; Συνάμα τοὺς ἐδίδαξε ὅτι τὸ φόβο δὲν τὸν προξενεῖ ἡ συρροὴ τῶν πειρασμῶν ἀλλὰ τὸ ἀδύνατο φρόνημα. Κι ἄν πῆ κανένας ὅτι δὲν ἦταν ἀπὸ δειλία οὔτε ἀπὸ ὀλιγοπιστία ποὺ πῆγαν καὶ τὸν ξύπνησαν, θὰ ἔλεγα ὅτι αὐτὸ ἀκριβῶς ἦταν σημεῖο ὅτι δὲν εἶχαν τὴ γνώμη ποὺ ἔπρεπε γι’ αὐτόν. Ὅτι μπορεῖ νὰ ἐπιτιμᾶ ἀφοῦ σηκωθῆ τὸ ἤξεραν.
Ὄχι ὅμως ὅτι μποροῦσε νὰ κοιμόταν. Καὶ γιατὶ ν’ ἀποροῦμε, ἄν τώρα, ὕστερ’ ἀπὸ τόσα θαύματα, ἦταν σὲ κατάσταση σχετικῆς ἀτελείας; Γι’ αὐτὸ καὶ πολλὲς φορὲς δέχονται τὶς ἐπιτιμίσεις του, ὅπως ἐκεῖνο τὸ· ἀκόμα καὶ τώρα εἶστε ἀσύνετοι. Μὴ θαυμάσετε λοιπὸν ἄν ὁ κόσμος δὲν εἶχε ἰδέα γι’ αὐτὸν, ἀφοῦ οἱ μαθητές του δὲν εἶχαν φτάσει σὲ τελειότητα. Ἔλεγαν δηλαδὴ μὲ θαυμασμό: Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ τὸν ὑπακοῦν κι ἡ θάλασσα κι οἱ ἄνεμοι;
Ὁ Χριστὸς δὲν τοὺς κατηγόρησε ποὺ τὸν ἔλεγαν ἄνθρωπο ἀλλὰ περίμενε καὶ τοὺς ἔδινε νὰ καταλάβουν μὲ τὰ θαύματα ὅτι ἡ γνώμη τους ἦταν πλανεμένη. Καὶ πῶς τὸν νόμιζαν ἄνθρωπο; Ἀπὸ τὴν ὄψη, τὸν ὕπνο, τὴ χρήση τοῦ πλοίου. Γι’ αὐτὸ ἔπεφταν σὲ ἀμηχανία καὶ ρωτοῦσαν ποιός εἶναι τοῦτος; Ὁ ὕπνος καὶ τὰ φαινόμενα ἔδειχναν ἄνθρωπο, ἡ θάλασσα ὅμως καὶ ἡ γαλήνη φανέρωναν τὸ Θεό. β΄. Κι ὁ Μωυσῆς ἔκανε κάποτε κάτι ἀνάλογο ἀλλὰ κι ἐδῶ φαίνεται ἡ ὑπεροχὴ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅτι ὁ ἕνας θαυματουργεῖ σὰν δοῦλος ἐνῶ ὁ ἄλλος σὰν Κύριος. Οὔτε τὸ ραβδὶ του ἅπλωσε οὔτε τὰ χέρια του σήκωσε στὸν οὐρανό, οὔτε χρειάσθηκε προσευχή. Ἀλλὰ ὅπως εἶναι φυσικὸ νὰ γίνεται σὲ Κύριο ποὺ προστάζει τὴ θεραπαινίδα καὶ στὸ Δημιουργὸ ποὺ προστάζει τὸ πλάσμα του ἔτσι τὴν ἡσύχασε καὶ τὴ χαλιναγώγησε μὲ τὸ λόγο μόνο καὶ τὴν προσταγή. Κι ἀμέσως ἐκόπασε ἡ τρικυμία καὶ δὲν ἀπόμεινε ἴχνος ἀπὸ τὴν ταραχή. Αὐτὸ φανέρωσε ὁ Εὐαγγελιστὴς μὲ τοὺς λόγους:
Κι ἔγινε τέλεια γαλήνη. Κι αὐτὸ ποὺ ἀναφορικὰ μὲ τὸν Πατέρα χαρακτηρίσθηκε μεγάλο, αὐτὸς τὸ ξαναπαρουσίασε μὲ τὰ ἔργα του. Τί εἶχε λεχθῆ ἀναφορικὰ γι’ αὐτόν; Εἶπε καὶ σταμάτησε ἡ ὁρμὴ τῆς καταιγίδας. Ἔτσι κι ἐδῶ. Εἶπε κι ἔγινε τέλεια γαλήνη. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν θαύμαζε ὑπερβολικὰ ὁ κόσμος, ποὺ δὲν θὰ τὸν ἐθαύμαζαν ἄν εἶχε κάμει ἔτσι ὅπως ἐκεῖνος. Κι ὅταν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴ θάλασσα, ἀκολουθεῖ ἄλλο φοβερώτερο θαῦμα. Ἄνθρωποι δαιμονισμένοι καθὼς δραπέτες πανοῦργοι ποὺ εἶδαν τὸν Κύριό τους τοῦ ἔλεγαν· Τί σχέση ἔχομε μαζί σου, Ἰησοῦ, Γιὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦρθες ἐδῶ πρὶν τὴν ὥρα σου γιὰ νὰ μᾶς βασανίσης; Ἐπειδὴ ὁ κόσμος τὸν ἔλεγε ἄνθρωπο, ἦρθαν οἱ δαίμονες ν’ ἀνακηρύξουν τὴ θεότητά του. Κι αὐτοὶ ποὺ τὴν τρικυμισμένη πρῶτα καὶ τώρα ἡσυχασμένη θάλασσα δὲν ἄκουγαν, ἄκουγαν τοὺς δαίμονες ποὺ ἐκραύγαζαν αὐτά, ποὺ ἐκείνη φώναζε μὲ τὴ γαλήνη της. Κι ἔπειτα, γιὰ νὰ μὴ νομιστῆ ὅτι εἶναι κολακεία ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν ἐντύπωση τῶν γεγονότων φωνάζουν δυνατά· Ἦρθες ἐδῶ πρὶν τῆς ὥρας σου γιὰ νὰ μᾶς βασανίσης;
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν φανερώθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἡ ἐχθρότητα, γιὰ νὰ μὴ γίνη ὕποπτη, ἡ παράκλησή τους. Γιατὶ ἐδέχονταν ἀόρατα χτυπήματα καὶ τοὺς ἔδερνε χειρότερη ἀπὸ ὅσο τὴ θάλασσα τρικυμία κι ἔνιωθαν νὰ τρυπιοῦνται καὶ νὰ καίγωνται καὶ νὰ παθαίνουν ἀθεράπευτα κακὰ ἀπὸ τὴν παρουσία του μονάχα. Ἐπειδὴ κανένας δὲν τολμοῦσε νὰ τοὺς φέρη κοντά του, πηγαίνει σ’ αὐτοὺς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Κι ὁ Ματθαῖος γράφει ὅτι αὐτοὶ εἶχαν πεῖ· ἦρθες ἐδῶ πρὶν τῆς ὥρας σου νὰ μᾶς βασανίσης. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι πρόσθεσαν καὶ ὅτι τὸν παρακαλοῦσαν καὶ τὸν ἐξώρκιζαν, νὰ μὴ τοὺς ρίξη στὴν ἄβυσσο. Ἐνόμισαν πὼς ἄνοιγε μπροστά τους ἡ κόλαση, καὶ φοβήθηκαν ὅτι ἀπὸ τώρα θὰ πέσουν στὴν τιμωρία. Κι ἄν ὅσοι συμφωνοῦν μὲ τὸ Λουκᾶ λένε πὼς ἦταν ἕνας, ἐνῶ ὁ Ματθαῖος δύο, οὔτε αὐτὸ δὲ φανερώνει διαφωνία. Ἄν ἔλεγαν πὼς ἦταν ἕνας μονάχος καὶ ἄλλοι δὲν ἦσαν, τότε θὰ ἔλεγαν ἀντίθετα μὲ τὸ Ματθαῖο. Ἄν ὅμως αὐτὸς μίλησε γιὰ τὸν ἕνα καὶ ὁ ἄλλος καὶ τοὺς δύο, αὐτὸ δὲν εἶναι δεῖγμα ἀντιθέσεως, ἀλλὰ διαφορετικῆς ἐκθέσεως μόνο. Κι ἐγὼ νομίζω πῶς ὁ Λουκᾶς διάλεξε καὶ μίλησε γιὰ τὸν χειρότερο ἀπ’ αὐτούς. Γι’ αὐτὸ καὶ περιγράφει δραματικώτερα τὴ συμφορά ὅτι π.χ. σπάζοντας τὰ σχοινιὰ καὶ τὶς ἁλυσίδες πλανιόταν στὴν ἔρημο.
Ὁ Μᾶρκος λέγει ὅτι ξέσχιζε τὸ σῶμα του μὲ τὶς πέτρες. Οἱ λόγοι τους ἔχουν τὴ δύναμη νὰ ἐκφράσουν τὴν ἀγριότητα καὶ τὴν ἀναισχυντία του. Ἦρθες ἐδῶ πρὶν τῆς ὥρας σου γιὰ νὰ μᾶς βασανίσης, λέγει. Δὲν μποροῦσαν νὰ ἰσχυριστοῦν ὅτι δὲν εἶχαν ἁμαρτήσει. Εἶχαν ὅμως τὴν ἀξίωση νὰ μὴν τιμωρηθοῦν πρόωρα. Τοὺς εἶχε πιάσει νὰ προκαλοῦν τὰ ἀθεράπευτα καὶ παράνομα ἐκεῖνα δεινὰ καὶ μὲ κάθε τρόπο νὰ διαστρέφουν καὶ νὰ βασανίζουν τὸ πλάσμα του. Ἀπὸ τὴν ὑπεβολικὴ αὐτὴ κατάχρηση τῆς δυνάμεώς του νόμισαν ὅτι αὐτὸς δὲ θὰ περιμένη τὸν ὡρισμένο καιρὸ τῆς τιμωρίας καὶ γι’ αὐτὸ τὸν παρακαλοῦσαν καὶ τὸν ἱκέτευσαν. Κι αὐτοὶ ποὺ δὲν ἐδέχονταν μήτε σιδερένια δεσμά, ἔρχονται δεμένοι. Αὐτοὶ ποὺ τριγύριζαν στὰ βουνά, βγῆκαν τώρα στὴν πεδιάδα. Αὐτοὶ ποὺ ἐμπόδιζαν τοὺς ἄλλους νὰ περνοῦν, σταματοῦν ὅταν εἶδαν αὐτὸν ποὺ τοὺς ἔφραξε τὸ δρόμο. Καὶ γιατὶ χαίρονται νὰ ζοῦνε στοὺς τάφους; Θέλουν νὰ βάλουν στὶς ψυχὲς τῶν πολλῶν ἕνα ὀλέθριο μάθημα, ὅτι οἱ ψυχὲς τῶν νεκρῶν γίνονται δαίμονες, ποὺ νὰ μὴ φτάση οὔτε νὰ τὸ σκεφτοῦμε ποτέ.
Καὶ τὶ θὰ λέγατε ὅταν πολλοὶ ἀπὸ τοὺς μάγους σφάζουν τὰ παιδιά, γιὰ νὰ ἔχουν ἔπειτα συνεργὸ τὴν ψυχή τους; Καὶ ἀπὸ ποῦ γίνεται φανερό; Ὅτι σφάζουν παιδιά, τὸ ἰσχυρίζονται πολλοί. Ὅτι οἱ ψυχὲς τῶν σφαγμένων εἶναι μαζί τους τὸ φωνάζουν οἱ δαιμονισμένοι. Ἐγὼ εἶμαι τοῦ τάδε ἡ ψυχή. Ἀλλὰ ἀυτὸ εἶναι σκηνοθεσία καὶ διαβολικὴ ἀπάτη. Δὲν εἶναι βέβαια ἡ ψυχὴ τοῦ νεκροῦ ποὺ φωνάζει ἀλλὰ ὁ δαίμονας ποὺ τὴν ὑποδύεται, γιὰ νὰ ἐξαπατήση αὐτοὺς ποὺ ἀκοῦνε. Ἄν εἶναι δυνατὸ νὰ εἰσχωρήση ἡ ψυχὴ σὲ δαιμονικὴ ὕπαρξη, πολὺ πιὸ δυνατὸ εἶναι νὰ εἰσχωρήση στὸ δικό της σῶμα. Ἐξ ἄλλου δὲ θὰ ἦταν λογικὸ ἡ ψυχὴ ποὺ ἀδικήθηκε νὰ συνεργάζεται μὲ τὸν ἀδίκητή της κι ἀκόμα ὁ ἄνθρωπος νὰ μπορῆ μιὰ ἀσώματη δύναμη νὰ τὴν μεταβάλλη σὲ κάτι ἄλλο. Ἄν αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο στὰ σώματα, καὶ δὲ θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ μεταβάλη τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου σὲ σῶμα ὄνου, πολὺ περισσότερο εἶναι τοῦτο ἀδύνατο στὴν περίπτωση τῆς ἀόρατης ψυχῆς καὶ δὲν θὰ εἶχε κανένας τὴ δύναμη νὰ τὴ μεταβολὴ σὲ δαιμονικὴ ὕπαρξη.
γ΄. Ὥστε αὐτὰ τὰ λένε μεθυσμένες γρηοῦλες κι εἶναι φοβέρες γιὰ παιδιά. Οὔτε εἶναι δυνατὸ νὰ τριγυρίζη ἐδῶ ψυχὴ ποὺ ἀποχωρίσθηκε ἀπὸ τὸ σῶμα. Οἱ ψυχὲς τῶν δικαίων εἶναι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν εἶναι τῶν δικαίων, εἶναι καὶ τῶν παιδιῶν γιατὶ οὔτε αὐτὲς δὲν εἶναι πονηρές. Ἀλλὰ καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν οἱ ψυχὲς ἀμέσως ἀπομακρύνονται ἀπὸ δῶ. Αὐτὸ εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὴν παραβολὴ τοῦ Λαζάρου καὶ τοῦ πλουσίου. Καὶ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ πλανιέται, ἐδῶ ψυχὴ ποὺ ἐγκαταλείπει τὸ σῶμα, καὶ πολὺ φυσικά. Ὅταν, βαδίζοντας στὴ συνηθισμένη καὶ γνώριμη γῆ μας ντυμένοι μὲ τὸ σῶμα μας, δὲν ξαίρωμε ποιὸ δρόμο ν’ ἀκολουθήσωμε περπατῶντας σ’ ἄγνωστο μέρος χωρὶς ὁδηγό, πῶς ἡ ψυχὴ μας χωρισμένη ἀπὸ τὸ σῶμα κι ἔξω ἀπὸ κάθε συνήθειά της θὰ ξαίρη ποῦ πρέπει νὰ βαδίση χωρὶς τὸν ὁδηγό της; Καὶ ἀπὸ ἄλλα πολλὰ θὰ μποροῦσε κανένας ν’ ἀντιληφθῆ ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ μείνη ἐδῶ μιὰ ψυχὴ ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὸ σῶμα. Κι ὁ Στέφανος λέγει· Δέξου τὸ πνεῦμα μου.
Καὶ ὁ Παῦλος· Ὁ θάνατος καὶ ἡ ζωὴ κοντὰ στὸ Χριστὸ εἶναι πολὺ πιὸ καλύτερο. Καὶ γιὰ τὸν πατριάρχη ἡ Γραφὴ λέγει· Καὶ πῆγε κοντὰ στοὺς πατέρες του ἀφοῦ πέρασε καλὰ γηρατειά. Ὅτι οὔτε τῶν ἁμαρτωλῶν οἱ ψυχὲς δὲν μποροῦν νὰ μείνουν ἐδῶ, ἀκοῦστε τὸν πλούσιο πόσο πολὺ παρακαλεῖ γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τὸ ἐπιτυγχάνει· ἄν ἦταν δυνατό, θάρχονταν ὁ ἴδιος καὶ θὰ μᾶς πληροφοροῦσε γιὰ ὅσα γίνονται ἐκεῖ. Εἶναι ἀπ’ αὐτὰ φανερὸ ὅτι μετὰ τὴν ἀποδημία τους, ἀπὸ δῶ, ὁδηγοῦνται κάπου οἱ ψυχὲς ἀπ’ ὅπου δὲν ἔχουν πιὰ τὴν ἄδεια νὰ ξαναγυρίσουν ἀλλὰ περιμένουν τὴ φοβερὴ ἐκείνη ἡμέρα. Κι ἄν κανένας ρωτήση: Γιὰ ποιὸ λόγο ἔκανε ὁ Χριστὸς ὅ,τι του ζήτησαν οἱ δαίμονες, δίνοντάς τους τὴν ἄδεια νὰ πᾶνε στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων; Θὰ λέγαμε ὅτι δὲν τὸ ἔκαμε ὑπακούοντας σ’ αὐτοὺς ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔτσι πέτυχε πολλά· ἕνα ποὺ δίδαξε αὐτοὺς ποὺ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τοὺς πονηροὺς τυράννους τους τὸ μέγεθος τῆς βλάβης ποὺ τοὺς εἶχαν κάμει. Δεύτερο, νὰ μάθουν ὅλοι ὅτι οὔτε στοὺς χοίρους δὲ φτάνει ἡ τόλμη τους, ἄν δὲν ἐπιτρέψη αὐτός.
Τρίτο ὅτι θὰ ἔκανε σ’ αὐτοὺς, πολὺ χειρότερα ἀπὸ ὅ,τι στοὺς χοίρους, ἄν μέσα στὴ συμφορὰ τους δὲν τοὺς ἀφιέρωνε πολλὴ φροντίδα ὁ Θεός. Ὅτι μᾶς μισοῦν περισσότερο ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα εἶναι νομίζω φανερὸ στὸν καθένα. Ὥστε αὐτοὶ ποὺ δὲν λυποῦνται τοὺς χοίρους ἀλλὰ σὲ μιὰ στιγμὴ τοὺς ἔρριξαν στὸ γκρεμὸ πολὺ περισσότερο θὰ τὸ ἔκαναν στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ θὰ εἶχαν στὴν κατοχή τους, πηγαίνοντας καὶ φέρνοντάς τους στὶς ἐρημιές, ἄν μέσα σ’ αὐτὴ τὴν τυραννικὴ καταπίεση δὲν ὑπῆρχε πολλὴ φροντίδα ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ, ποὺ χαλιναγωγοῦσε καὶ σταματοῦσε τὸν παραπέρα δρόμο τους. Ἀπ’ αὐτὰ φαίνεται πῶς δὲν ὑπάρχει κανένας ποὺ να μὴν ἀπολαμβάνει τὴ φροντίδα τοῦ Θεοῦ. Ἄν τώρα δὲν τὴν ἀπολαμβάνουν ὅλοι ἴδια καὶ κατὰ ἕνα τρόπο, εἶναι καὶ τοῦτο σπουδαῖο εἶδος φροντίδας. Γιατὶ ἀνάλογα μὲ τὸ ὠφέλιμο στὸν καθένα παρουσιάζει καὶ τὸ εἶδος τῆς φροντίδας. Ἐκτὸς ἀπὸ ὅσα εἶπα μαθαίνομε καὶ κάτι ἄλλο ἀπ’ αὐτό, ὅτι δὲν φροντίζει κοινὰ μόνο γιὰ ὅλους, ἀλλὰ καὶ γιὰ καθένα χωριστά. Αὐτὸ τὸ ἐφανέρωσε μιλῶντας καὶ στοὺς μαθητάς του· Ἐσᾶς ἔχουν μετρηθῆ κι οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς σας. Μὰ κι ἀπὸ τοὺς δαιμονισμένους τούτους μπορεῖ κανένας νὰ τὸ καταλάβη καθαρά. Ἀπὸ πολὺ θὰ εἶχαν πνιγῆ ἄν δὲν ἀπολάμβαιναν ἄφθονη τὴ φροντίδα τοῦ οὐρανοῦ. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἐπέτρεψε νὰ μποῦν στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων γιὰ νὰ μάθουν ἀκόμα καὶ ὅσοι κατοικοῦσαν στὰ μέρη ἐκεῖνα τὴν δύναμή του.
Ὅπου ἦταν μεγάλη ἡ φήμη του, δὲν παρουσιαζόταν πολύ. Ὅπου ὅμως κανένας δὲν τὸν γνώριζε ἀλλὰ εἶχαν ἄγνοια γι’ αὐτὸν ἐκεῖ δημιουργοῦσε τὴν λάμψη τῶν θαυμάτων του, ὥστε νὰ τοὺς κάνει νὰ γνωρίσουν τὴν θεότητά του. Ὅτι εἶχαν ἄγνοια μερικοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς πόλεως αὐτῆς φαίνεται ἀπὸ τὸ τέλος. Ἐνῶ ἔπρεπε νὰ προσκυνήσουν καὶ νὰ θαυμάσουν τὴ δύναμη του, αὐτοὶ ἤθελαν νὰ τὸν ἀπομακρύνουν καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ φύγη ἀπὸ τὴν περιοχή τους. Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο σκότωσαν οἱ δαίμονες τοὺς χοίρους; Παντοῦ προσπαθοῦν νὰ ρίχουν τοὺς ἀνθρώπους στὴ λύπη καὶ παντοῦ χαίρονται μὲ τὴν καταστροφή. Αὐτὸ ἔκαμε, ὁ διάβολος καὶ στὸν Ἰώβ. Καὶ βέβαια ἐκεῖ ὁ Θεὸς ἔδωσε τὴν ἄδεια, χωρὶς βέβαια νὰ ὑπακούη στὸ διάβολο, ἀλλὰ θέλοντας νὰ δείξη τὸ δοῦλο του πιὸ λαμπρὸ καὶ ν’ ἀφαιρέση κάθε πρόφαση γι’ ἀναισχυντία ἀπὸ τὸ δαίμονα καὶ στρέφοντας κατὰ τῆς κεφαλῆς του ὅσα ἔκανε ἐναντίον τοῦ δικαίου. Γιατὶ καὶ τώρα τὸ ἀντίθετο, ἀπὸ ὅ,τι ἤθελαν αὐτοὶ ἔγινε. Γιατὶ καὶ ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἀνακηρυσσόταν κατὰ τρόπο λαμπρὸ καὶ παρουσιαζόταν πιὸ καθαρὰ ἡ κακία τῶν δαιμόνων, ἀπ’ τὴν ὁποία ἐλευθέρωσε αὐτοὺς ποὺ εἶχαν στὴν κατοχή τους κι ἀκόμα ὅτι μήτε τοὺς χοίρους δὲν μποροῦσαν ν’ ἀγγίζουν ἄν δὲν ἐπέτρεπε ὁ Θεός τῶν ὅλων.
δ΄. Ἄν τὰ ἐξετάση τώρα κανένας αὐτὰ καὶ μεταφορικά, καμμιὰ δυσκολία. Τὰ περιστατικὰ εἶναι αὐτά. Πρέπει νὰ γνωρίζωμε καλά, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ποὺ παρομοιάζονται μὲ τοὺς χοίρους ἐπηρεάζονται εὔκολα ἀπὸ τὶς προσπάθειες τῶν δαιμόνων. Κι ἐπειδὴ εἶναι ἄνθρωποι αὐτοὶ ποὺ παθαίνουν αὐτὰ μποροῦν νὰ νικήσουν πολλές φορές· ἄν ὅμως καταντήσουν ὁλότελα σὲ κατάσταση χοίρων δὲ δαιμονίζονται μόνο ἀλλὰ καὶ κατακρημνίζονται. Γιὰ νὰ μὴ νομίση ὅμως κανένας ὅτι αὐτὰ εἶναι σκηνοθεσία ἀλλὰ νὰ πιστέψη καθαρὰ ὅτι βγῆκαν οἱ δαίμονες, γίνεται κι ἀλλοιῶς αὐτὸ φανερὸ ἀπὸ τὸ θάνατο τῶν χοίρων. Πρόσεξε τώρα κοντὰ στὴ δύναμη καὶ τὴ πραότητά του. Ὅταν, ὕστερ’ ἀπὸ τόσες εὐεργεσίες ποὺ εἶδαν ἀπ’ αὐτὸν οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς, ἤθελαν νὰ τὸν διώξουν, δὲν ἀντιστάθηκε ἀλλὰ ἔφυγε, κι ἐγκατέλειψε αὐτοὺς ποὺ παρουσίασαν τὸν ἑαυτὸ τους ἀνάξιο γιὰ τὴ διδασκαλία του, δίνοντάς τους δασκάλους αὐτοὺς ποὺ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τοὺς δαίμονες καθώς καὶ τοὺς χοιροβοσκούς, ὥστε ἀπ’ αὐτοὺς νὰ μάθουν ὅλα ὅσα εἶχαν γίνει. Αὐτὸς ἔφυγε κι ἄφησε ζωηρὸ στὶς ψυχές τους τὸ φόβο.
Τὴ φήμη τοῦ θαύματος τὴ σκορποῦσε παντοῦ τὸ μέγεθεος τῆς ζημίας καὶ τοὺς ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση. Ἀπὸ πολλοὺς ἀκούονταν φωνὲς ποὺ ἐπιβεβαίωναν τὸ παράξενο θαῦμα, κι ἀπὸ τοὺς θεραπευμένους κι ἀπὸ τοὺς χοίρους ποὺ καταποντίστηκαν κι ἀπὸ τοὺς κυρίους τῶν χοίρων κι ἀπὸ τοὺς χοιροβοσκούς. Αὐτὰ καὶ τώρα μπορεῖ νὰ τὰ δῆ κανένας. Βλέπομε πολλοὺς δαιμονισμένους στὰ μνήματα, ποὺ τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς κρατήση μέσα στὴν τρέλλα τους, οὔτε τὸ σίδερο οὔτε οἱ ἁλυσίδες οὔτε πολλοὶ ἄνθρωποι μαζὶ οὔτε σύσταση οὔτε συμβουλὴ οὔτε ἀπειλὴ οὔτε τίποτ’ ἀπὸ τὰ παρόμοια. Γιατὶ ὅταν κάποιος εἶναι ἀκόλαστος κι ἐπιθυμεῖ σφοδρὰ ὅλα τὰ σώματα, σὲ τίποτα δὲν διαφέρει ἀπὸ δαιμονισμένο. Ἀλλὰ γυμνὸς σὰν κι αὐτὸν γυρίζει, ντυμένος βέβαια μὲ ροῦχα ἀλλὰ τοῦ λείπει τὸ ἀληθινὸ ντύσιμο καὶ εἶναι γυμνὸς ἀπὸ δόξα ποὺ τοῦ ταιριάζει. Δὲν καταξεσκίζεται μὲ πέτρες ἀλλὰ μὲ ἁμαρτήματα χειρότερα ἀπὸ πολλὲς πέτρες. Ποιός θὰ μπορέση νὰ τὸν δέση; Ποιός θὰ τὸν ἐμποδίση ν’ ἀσχημονῆ καὶ νὰ δαιμονίζεται καὶ ποτὲ νὰ μὴν ἔρχεται στὸν ἑαυτό του ἀλλὰ νὰ βρίσκεται πάντα στὰ μνήματα. Μνήματα εἶναι τὰ καταγώγια τῶν πορνῶν, γεμᾶτα ἀπὸ δυσωδία καὶ σαπίλα. Τέτοιος δὲν εἶναι κι ὁ φιλάργυρος;
Ποιός θὰ μπορέση νὰ τὸν δέση ποτὲ; Κάθε μέρα ἀντιμετωπίζει τὸ φόβο καὶ τὴν ἀπειλή, ἀκούει συστάσεις κι ἀπειλές. Ὅλ’ αὐτὰ τὰ δεσμὰ τὰ σπάζει. Κι ἄν πάη κανένας νὰ τὸν ἀπαλλάξη ἀπ’ αὐτὰ, τὸν ἐξορκίζει ὥστε νὰ μὴν ἀπαλλαγῆ· θεωρεῖ μεγάλο βάσανο νὰ μὴ βρίσκεται μέσα στὸ βάσανο. Ἀπ’ αὐτὸ τί πιὸ ἄθλιο μπορεῖ νὰ γίνη; Ἐκεῖνος ὁ δαίμονας, μόλο ποὺ περιφρόνησε τοὺς ἀνθρώπους ὑποχώρησε στὴ προσταγὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ γρήγορα ξετινάχτηκε ἀπὸ τὸ σῶμα. Αὐτὸς δὲν ὑποχωρεῖ στὶς προσταγὲς. Καθημερινὰ τὸν ἀκούει νὰ τοῦ λέη· Δὲν μπορεῖτε νὰ ὑπηρετῆτε τὸ Θεὸ μαζὶ καὶ τὸ μαμωνᾶ καὶ νὰ ἀπειλῆ μὲ τὴ γέενα καὶ φοβερὰ βασανιστήρια. Κι ὅμως δὲν ὑπακούει. Ὄχι πὼς εἶναι δυνατώτερος ἀπὸ τὸ Χριστὸ ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς δὲ μᾶς δίνει φρόνημα, ἄν δὲ θέλωμε. Γι’ αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ εἶναι σὰν νὰ ζοῦν στὴν ἔρημο, κι ἄς μένουν στὸ κέντρο τῆς πόλης.
Γιατὶ ποιὸς ἄνθρωπος μὲ μυαλὸ θὰ προτιμοῦσε τη συντροφιά τους; Ἐγὼ τουλάχιστο θὰ ἐδεχόμουν περισσότερο νὰ μείνω μὲ μύριους δαιμονισμένους παρὰ μὲ ἕνα ποὺ ἔχει αὐτὴν τὴν ἀσθένεια. Καὶ ὅτι δὲν κάνω λάθος στὴν προτίμησή του, φαίνεται ἀπ’ ὅ,τι αὐτοὶ κι ἐκεῖνοι παθαίνουν. Αὐτοὶ θεωροῦν ἐχθρὸ τους ἐκεῖνον ποὺ δὲν τοὺς ἔχει πειράξει καὶ θέλουν ἀκόμα καὶ δοῦλο νὰ τὸν κάνουν ἐνῶ εἶναι ἐλεύθερος καὶ μύρια κακὰ τοῦ προξενοῦν· οἱ δαιμονισμένοι ὅμως τίποτα τέτοιο δὲν κάνουν ἀλλὰ ἡ ἀρρώστεια τους στρέφεται ἐναντίον τους. Καὶ οἱ πρῶτοι καταστρέφουν πολλὰ σπίτια καὶ κάνουν νὰ βλασφημῆται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι τῆς πόλης καὶ τοῦ κόσμου ὅλου καταστροφή. Αὐτοὶ ποὺ τοὺς ἐνοχλοῦν οἱ δαίμονες εἶναι περισσότερο ἄξιοι νὰ τοὺς συμπαθῆς καὶ νὰ τοὺς κλαῖς. Κι αὐτοὶ δὲν αἰσθάνονται τί κάνουν. Οἱ ἄλλοι ὅμως, ἄν καὶ μέ λογική, τρεκλίζουν μεθυσμένοι στὰ κέντρα τῆς πόλης, καινούργιας μανίας μανιακοί. Γιατὶ ὅλοι οἱ δαιμονισμένοι κάνουν σὰν αὐτό, ποὺ ἐτόλμησε ὁ Ἰούδας, τὴν ἐσχάτη παρανομία φανερώνοντας; Κι ὅλοι ἐκεῖνοι ζηλεύουν, σὰν ἄγρια θηρία ποὺ ξέφυγαν ἀπὸ τὰ κλουβιὰ τους ἀναστατώνουν τὶς πόλεις καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς πιάση. Κι αὐτοὶ εἶναι μὲ δεσμὰ ὁλόγυρα, ὅπως ὁ φόβος τῶν δικαστῶν, ἡ ἀπειλὴ τῶν νόμων, ἡ κατηγορία τῶν πολλῶν, κι ἄλλα περισσότερα.
Ὅμως κι αὐτὰ τὰ καταπατοῦν καὶ τὰ κάνουν ὅλα ἄνω κάτω. Κι ἄν κάποιος ἀφαιροῦσε ὅλα αὐτὰ τὰ δεσμά, θὰ καταλάβαινε ὅτι ὁ δαίμονας ποὺ τοὺς βασανίζει εἶναι πολὺ πιὸ ἄγριος καὶ μανιασμένος ἀπὸ αὐτὸν ποὺ βγῆκε τώρα. ε΄. Ἐπειδὴ ὅμως αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸ, ἄς τὸ φανταστοῦμε κι ἄς ἀφαιρέσωμε ὅλες του τὶς ἁλυσίδες καὶ τότε θὰ δοῦμε ξεκάθαρα τὴν ὁλοφάνερη μανία του. Ἀλλὰ μὴ φοβηθῆτε τὸ θηρίο, ὅταν τὸ ξεσκεπάσωμε. Ἡ πράξη ἐκτυλίσσεται στὴ φαντασία, ὄχι στὴν πραγματικότητα. Ἄς φανταστοῦμε ἕναν ἄνθρωπο ποὺ βγάζει φωτιὲς ἀπὸ τὰ μάτια του, καὶ ἀπ’ τοὺς ὥμους του ποὺ ἔχουν φυτρώσει ἀντὶ γιὰ χέρια κεφάλια φιδιῶν. Ἄς φανταστοῦμε ὅτι στὸ στόμα του ἔχει μπηγμενα μυτερὰ ξίφη ἀντὶ γιὰ δόντια καὶ στὴ θέση τῆς γλώσσας πηγὴ ποὺ ἀναβλύζει δηλητήριο φαρμακερό. Ἡ κοιλιά του πὼς εἶναι καμίνι ποὺ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο κατατρώγει ὅ,τι πέφτει σ’ αὐτή. Τὰ πόδια του εἶναι καὶ πιὸ ὁρμητικὰ ἀπὸ τὶς γλῶσσες τῆς φωτιᾶς. Τὸ πρόσωπο εἶναι συνδυασμὸς σκύλου καὶ λύκου. Δὲν ἔχει μιλιὰ ἀνθρώπινη ἀλλὰ ἕνα ἦχο ὑπόκωφο καὶ δυσάρεστο καὶ φοβερό. Κι ἀκόμα ὅτι κι ἀπὸ τὰ χέρια του βγαίνει φωτιά. Σᾶς φαίνονται φοβερὰ ὅσα σᾶς εἶπα, ὡστόσο δὲ σχηματίσαμε ἀκόμα τὴν ἀντάξια εἰκόνα του.
Πρέπει νὰ προσθέσωμε κι ἄλλα. Ὅσους συναντᾶ νὰ τοὺς σφάζη καὶ νὰ τοὺς κατατρώγη καὶ νὰ ξεσχίζη τὶς σάρκες του. Κι ὅμως ὁ φιλάργυρος εἶναι πολὺ χειρότερος ἀπὸ αὐτόν. Ὁρμᾶ πάνω σ’ ὅλους σὰν Ἅδης, τοὺς καταπίνει ὅλους, κοινὸς ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ποὺ τὸ πολιορκεῖ. Δὲ θέλει νὰ ὑπάρχη ἄνθρωπος, γιὰ νὰ εἶναι ὅλα δικά του. Καὶ δὲ σταματάει ἐδῶ. Ὅταν τοὺς ἀφανίση ὅλους κατὰ τὴν ἐπιθυμία του, ἐπιθυμεῖ νὰ καταστρέψη καὶ τὴ φύση τῆς γῆς καὶ νὰ τὴ δῆ νὰ γίνη ὅλη χρυσάφι. Κι ὄχι μονάχα τὴ γῆ ἀλλὰ καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὶς κοιλάδες καὶ τὶς πηγὲς κι ὅλα γενικὰ ποὺ βλέπομε. Καὶ γιὰ νὰ καταλάβετε ὅτι ἀκόμα δὲν παραστήσαμε τὴν μανία του, ἄς μὴ βρεθῆ αὐτὸς ποὺ θὰ τὸν ἐγκαλέση καὶ θὰ τὸν ἀπειλήση ἀλλὰ ὑποθέστε ὅτι διώξαμε τὸ φόβο τῶν νόμων, θὰ τὸν δοῦνε τότε ν’ ἁρπάζη ξίφος κι ὅλους νὰ τοὺς σκοτώνει καὶ νὰ μὴ λυπᾶτε κανένα, οὔτε φίλο, οὔτε συγγενῆ, οὔτε ἀδελφό, οὔτε τὸν ἴδιο τὸν πατέρα του. Ἀλλὰ μᾶλλον ἐδῶ δὲν χρειάζεται ἡ δική μας φαντασία. Ἄς ρωτήσωμε τὸν ἴδιο μήπως πλάθει ἀδιάκοπα μέσα του τέτοιες εἰκόνες καὶ μήπως τοὺς σκοτώνει ὅλους μὲ τὴ φαντασία του καὶ φίλους καὶ συγγενεῖς καὶ γονεῖς.
Οὔτε καὶ ἐρώτηση δὲ χρειάζεται. Γιατὶ ὅλοι γνωρίζουν ὅτι ὅσοι κατέχονται ἀπ’ αὐτὸ τὸ πάθος βαριοῦνται καὶ τοῦ πατέρα τὰ γηρατειὰ κι ἐκεῖνο ποὺ ὅλοι ἀρέσουν κι ἀγαποῦν, νὰ ἔχουν παιδιὰ, τοὺς φαίνεται πὼς εἶναι δύσκολο κι ἐνοχλητικό. Πολλοὶ λοιπὸν ἐπέτυχαν τὴν ἀτεκνία, καὶ προκάλεσαν ἀναπηρία στὴ φύση· δὲ σκότωσαν τὰ παιδιὰ τους ἀλλα δὲν ἄφησαν μήτε νὰ γεννηθοῦν. Μὴ θαυμάσητε λοιπὸν ἄν τέτοια εἰκόνα κάναμε τοῦ φιλάργυρου (εἶναι χειρότερος ἀκόμα) ἀλλὰ ἄς ἐξετάσωμε πῶς νὰ τὸν ἀπαλλάξωμε ἀπὸ τὸ δαίμονα. Θὰ τὸν ἀπαλάξωμε ἄν μάθη καθαρὰ ὅτι ἡ φιλαργυρία εἶναι ἀντίθετη ἀκριβῶς στὴ ἀπόκτηση τῶν χρημάτων. Γιατὶ ὅποιοι θέλουν νὰ ἔχουν κέρδος στὰ λίγα, παθαίνουν μεγάλες ζημιές. Αὐτὸ ἔχει γίνει καὶ παροιμία. Πολλοὶ θέλοντας πολλὲς φορὲς νὰ δανείσουν μὲ μεγάλους τόκους δὲν ἐξετάζουν καλὰ ἐπειδὴ περιμένουν τὸ κέρδος καὶ χάνουν μαζὶ μὲ τὸν τόκο καὶ τὸ κεφάλαιό τους. Ἄλλοι που βρέθηκαν σὲ κινδύνους, δὲ θέλησαν νὰ θυσιάσουν λίγα κι ἔτσι ἔχασαν καὶ τὴ ζωή τους μαζὶ μὲ τὴν περιουσία. Ἄλλοι ποὺ εἶχαν τὴν εὐκαιρία ν’ ἀποκτήσουν ἀξιώματα προσοδοφόρα, ἤ κάτι παρόμοιο, ἔχασαν τὸ πᾶν ἐπειδὴ λογάριασαν καὶ τὸ παραμικρό, δὲν ξαίρουν νὰ σπέρνουν ἀλλὰ ἔχουν μελετήσει τρόπους νὰ θερίζουν γι’ αὐτὸ χάνουν ἀδιάκοπα τὴ σοδειά. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ θερίζη πάντα, οὔτε καὶ νὰ κερδίζη. Ἀφοῦ δὲ θέλουν νὰ ξοδεύουν, δὲν ξαίρουν μήτε νὰ κερδίζουν.
Τὸ ἴδιο παθαίνουν καὶ στὸ γάμο τους· ἤ ξεγελιοῦνται καὶ παίρνουν κάποια φτωχὴ ἀντὶ πλούσια ἤ κι ἄν πάρουν κάποια πλούσια γεμάτη ἀπὸ ἐλαττώματα, παθαίνουν περισσότερη ζημιά. Γιατὶ τὸν πλοῦτο δὲν τὸ κάνει ἡ περιουσία ἀλλὰ ἡ ἀρετή. Τί ὠφελεῖ ὁ πλοῦτος, ὅταν ἡ γυναῖκα εἶναι πολυέξοδη ἤ ἄσωτη κι ὅλα τὰ παρασύρει ὁρμητικώτερα ἀπ’ ὅ,τι ὁ ἄνεμος. Κι ἄν ρέπη στὴν ἀσέλγεια καὶ φέρνει κοντὰ της γραμμὴ τοὺς ἐραστές; Κι ἄν εἶναι μέθυσος δὲν θὰ καταντήση τὸν ἄνδρα της φτωχότερο ἀπὸ ὅλους; Δὲν κάνουν μόνο γάμο ἀλλὰ καὶ ἀγορὰ ἀβέβαιη, γιατὶ ἡ πολλὴ ἐπιθυμία, τοὺς κάνει νὰ ἐνδιαφέρονται ὄχι γιὰ τοὺς καλύτερους δούλους ἀλλὰ γιὰ τοὺς πιὸ φτηνούς. Τοὺς λόγους γιὰ τὴ γέενα καὶ τὴ βασιλεία δὲν μπορεῖτε ἀκομα νὰ τοὺς ἀκοῦτε. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἀναλογισθῆτε ὅλα αὐτά, καὶ ἀφοῦ σκεφθῆτε τὶς ζημίες ποὺ σᾶς ἔτυχαν ἐξ αἰτίας τῆς φιλοχρηματίας σας καὶ στοὺς δανεισμοὺς καὶ στὶς ἀγορὲς καὶ στοὺς γάμους καὶ στὶς ἀρχηγίες καὶ σ’ ὅλα τὰ ἄλλα ἀποφύγετε τὸ πάθος τῶν χρημάτων. Ἔτσι θὰ μπορέσετε καὶ στὴ ζωὴ αὐτὴ μὲ ἀσφάλεια νὰ ζήσετε καὶ ἀφοῦ προκόψετε λίγο ν’ ἀκούσετε καὶ τοὺς λόγους γιὰ πνευματικὴ ζωὴ καὶ νὰ ἀτενίσετε καὶ νὰ δῆτε τὸν ἴδιο ἥλιο τῆς δικαιοσύνης καὶ νὰ ἐπιτύχετε τὰ ἀγαθὰ ποὺ ἔχει ὑποσχεθῆ. Καὶ μακάρι νὰ τὰ ἐπιτύχωμε ὅλα μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὸν ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
* Μητροπολίτη Τρίκκης καὶ Σταγῶν Διονυσίου, <<Πατερικὸν Κυριακοδρόμιον>>, Τόμος Δεύτερος, Ἀθῆναι 1969, σελ. 165-177. Αναδημοσίευση εκ του ιστολογίου <<Κηρύγματα>>. Επιμέλεια ημετέρα.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ
«Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:και όταν ο Κύριος ήλθε στην απέναντι όχθη, στη χώρα των Γεργεσηνών, τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που έβγαιναν από τα μνήματα που υπήρχαν εκεί, στα οποία ευχαριστιούνταν να κατοικούν. Ήταν και οι δύο επιθετικοί και πολύ επικίνδυνοι˙ τόσο, ώστε να μην μπορεί κανείς να περάσει απ’ τον δρόμο εκείνο. Και ξαφνικά απ’ τον φόβο τους κραύγασαν δυνατά και είπαν: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σένα, Ιησού, υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ πρόωρα, πριν από τον καιρό της παγκόσμιας κρίσεως, για να μας βασανίσεις;”)»[Ματθ.8,28-29].
Επειδή ο κόσμος θεωρούσε τον Ιησού ακόμη ως έναν απλό άνθρωπο, ήρθαν τώρα οι δαίμονες και ανακηρύσσουν τη θεότητά Του. Και αυτοί που την τρικυμισμένη πρώτα και τώρα, έπειτα από την εντολή Του, ησυχασμένη θάλασσα, δεν την άκουγαν που μαρτυρούσε με την απότομη γαλήνευσή της την ομολογία του Δημιουργού της, άκουγαν τους δαίμονες που κραύγαζαν αυτά, που ακριβώς και εκείνη κραύγαζε με τη γαλήνη της. Κι έπειτα, για να μη θεωρηθεί ότι η διακήρυξη αυτή των δαιμόνων απέβλεπε στην κολακεία του Ιησού που λίγο πριν με ένα πρόσταγμά Του είχε επιβληθεί στα στοιχεία της φύσης και είχε κοπάσει την τρικυμία, φωνάζουν δυνατά, βασιζόμενοι στην πείρα τους και λέγουν: «Ήρθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ομολογούν την έχθρα τους προς τον Κύριο, για να μη θεωρηθεί ύποπτη κολακείας η παράκλησή τους· γιατί δέχονταν αόρατα χτυπήματα και τους έδερνε χειρότερη από όσο την θάλασσα τρικυμία κι ένιωθαν να τρυπιούνται και να καίγονται και να παθαίνουν αθεράπευτα κακά και από την παρουσία Του μονάχα.
Πραγματικά, επειδή κανένας δεν είχε την τόλμη να τους πλησιάσει μέχρι τότε, ο ίδιος ο Χριστός έρχεται προς αυτούς. Και ο μεν Ματθαίος λέγει ότι Του έλεγαν: «ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:ήρθες εδώ να μας βασανίσεις, πριν έλθει ο προκαθορισμένος καιρός της κρίσεως και της τιμωρίας μας;)»[Ματθ.8,29], ενώ οι άλλοι ευαγγελιστές πρόσθεσαν ότι Τον παρακαλούσαν και Τον εξόρκιζαν για να μην τους ρίξει στην άβυσσο[πρβλ. Μάρκ. 5,10: «καὶ παρεκάλει αὐτὸν πολλὰ ἵνα μὴ ἀποστείλῃ αὐτοὺς ἔξω τῆς χώρας(:και παρακαλούσε πολύ τον Ιησού να μην τους στείλει έξω από τη χώρα εκείνη)» και Λουκ.8,51: «καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου Τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη)». Διότι νόμιζαν ότι έφτασε γι’ αυτούς η κόλαση και φοβήθηκαν ότι θα τιμωρηθούν πλέον.
Εάν πάλι όσοι μελετούν το Ευαγγέλιο του Λουκά λέγουν ότι ο δαιμονιζόμενος ήταν ένας [βλ. Λουκ. 8,27: «ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:και όταν ο Ιησούς βγήκε στη στεριά, τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»], ενώ ο Ματθαίος κάνει λόγο για δύο δαιμονιζόμενους[βλ. Ματθ.8,28: «Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης(:όταν λοιπόν ήλθε στην απέναντι παραλία, στη χώρα των Γεργεσηνών, ήρθαν να Τον συναντήσουν δύο δαιμονιζόμενοι που έβγαιναν από τα μνημεία και οι οποίοι ήσαν άγριοι και επιθετικοί, ώστε να μην μπορεί να περάσει κανείς από τον δρόμο εκείνον)»], ούτε και το γεγονός αυτό παρουσιάζει διαφωνία μεταξύ των δύο ευαγγελιστών·
διότι εάν έγραφε ο Λουκάς ότι ένας μόνο δαιμονιζόμενος υπήρξε και δεν υπήρχε άλλος, θα φαινόταν ότι διαφωνούσε προς τον Ματθαίο. Τώρα όμως που ο ένας μίλησε για έναν δαιμονιζόμενο και ο άλλος για δύο δαιμονιζόμενους, δεν προέρχεται από αντίφαση το πράγμα, αλλά από τον διαφορετικό τρόπο αφηγήσεως. Πραγματικά προσωπικά νομίζω ότι ο Λουκάς διάλεξε τον φοβερότερο από τους δύο και γι’ αυτόν έκανε λόγο. Γι' αυτό και περιγράφει πιο τραγικά τη συμφορά του, όπως για παράδειγμα ότι έσπαζε τα δεσμά και τις αλυσίδες με τις οποίες προσπαθούσαν να τον δέσουν και περιπλανιόταν στην έρημο. Ο Μάρκος επίσης προσθέτει ότι καταξέσκιζε τον εαυτό του με τις πέτρες[ βλ. Μάρκ. 5,5: «καὶ διὰ παντὸς νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἐν τοῖς μνήμασι καὶ ἐν τοῖς ὄρεσιν ἦν κράζων καὶ κατακόπτων ἑαυτὸν λίθοις(:και συνεχώς νύχτα και μέρα έμενε στα μνήματα και στα βουνά κι έβγαζε κραυγές και καταπλήγωνε τον εαυτό του με πέτρες)»].
Και οι λόγοι των δαιμονιζόμενων προς τον Ιησού ήσαν αρκετοί για να αποδείξουν τη σκληρότητα και την αναισχυντία τους. «Ήλθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;», λέγουν. Δεν μπορούσαν βέβαια να ισχυριστούν ότι δεν αμάρτησαν, διατυπώνουν όμως την αξίωση να μην τιμωρηθούν πριν από την καθορισμένη ώρα. Επειδή δηλαδή τους βρήκαν τα αθεράπευτα κακά και επειδή αυτοί ενεργούσαν παράνομα και διέστρεφαν και βασάνιζαν με κάθε τρόπο το δημιούργημα του Θεού, γι' αυτό νόμιζαν ότι εξαιτίας της υπερβολής των συμβάντων, δεν θα περίμενε τον καθορισμένο καιρό της κολάσεως, γι' αυτό Τον παρακαλούσαν και Τον ικέτευαν. Και εκείνοι που δεν τους συγκρατούσαν τα σιδηρά δεσμά, έρχονται δέσμιοι. Εκείνοι που τριγύριζαν στα βουνά, κατέβηκαν στην πεδιάδα. Εκείνοι που εμπόδιζαν τους άλλους να περνούν από εκεί, μόλις είδαν τον Ιησού να τους φράσσει τον δρόμο, στάθηκαν. Για ποιο λόγο όμως παρέμεναν στα μνήματα οι δαιμονιζόμενοι; Επειδή ήθελαν να δημιουργήσουν στους ανθρώπους ολέθρια αντίληψη, ότι δηλαδή οι ψυχές των αποθανόντων γίνονται δαίμονες, πράγμα που εύχομαι να μη σας περάσει από τον νου ούτε και σαν απλή σκέψη.
«Ναι, αλλά ποια απάντηση», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «μπορείς να δώσεις στο γεγονός ότι πολλοί από τους μάγους αρπάζουν παιδιά και τα σφάζουν, ώστε στη συνέχεια να έχουν την ψυχή τους βοηθό στις μαγείες τους;». Και πώς αποδεικνύεται αυτό; Το ότι βέβαια, σφάζουν τα παιδιά, το λέγουν πολλοί, αλλά το ότι οι ψυχές των παιδιών που σφαγιάζονται συνεργάζονται με τους μάγους, από πού το γνωρίζεις; Πες μου, σε παρακαλώ. «Αυτοί», θα απαντούσε αυτός που πιθανόν να εξέφραζε αυτήν την απορία, «οι δαιμονισμένοι φωνάζουν ότι εγώ είμαι η ψυχή του δείνα». Μα κι αυτό είναι πλεκτάνη και απάτη διαβολική· διότι δεν είναι η ψυχή του αποθανόντος που φωνάζει, αλλά ο δαίμονας που υποκρίνεται αυτά, με σκοπό να εξαπατήσει εκείνους που τον ακούνε. Διότι εάν ήταν δυνατόν να εισέλθει η ψυχή στην υπόσταση του δαίμονος, πολύ ευκολότερα θα εισερχόταν στο δικό της σώμα. Έπειτα, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί λογικά το να συνεργάζεται η σφαγείσα ψυχή με τον σφαγέα της. Ούτε πάλι δικαιολογείται να μπορεί ο άνθρωπος να μεταβάλλει ασώματη δύναμη σε άλλου είδους υπόσταση. Πραγματικά εάν αυτό είναι αδύνατο για τα σώματα και δεν υπάρχει περίπτωση να μεταμορφώσει κανείς το σώμα ανθρώπου σε σώμα όνου, πολύ περισσότερο είναι αυτό αδύνατο για την αόρατη ψυχή και κανένας δεν θα μπορέσει να την μετασχηματίσει στην υπόσταση του δαίμονος.
Κατά συνέπεια, οι απόψεις αυτές προέρχονται από μεθυσμένα γραΐδια και προορίζονται να εκφοβίζουν τα μικρά παιδιά· διότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή που αποχωρίζεται από το σώμα να πλανάται πλέον στη γη. Πράγματι, «δικαίων δὲ ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος(:η ζωή των δικαίων βρίσκεται κάτω από το παντοδύναμο προστατευτικό χέρι του Θεού και καμία θλίψη και βάσανος δεν θα τους εγγίσει, χωρίς ο Θεός να το επιτρέψει)»[Σοφ. Σολ.3,1]. Εάν όμως βρίσκονται στα χέρια του Κυρίου οι ψυχές των δικαίων, τότε βρίσκονται και των παιδιών οι ψυχές, διότι τα παιδιά δεν είναι πονηρά. Αλλά και των αμαρτωλών ανθρώπων οι ψυχές αμέσως φεύγουν μακριά από τη γη. Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου( πρβ. Λουκ. 16,19-31). Και σε άλλη περίπτωση όμως λέγει ο Κύριος: «Ἂφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;(:άμυαλε και ανόητε άνθρωπε, που στήριξες την ευτυχία σου μόνο στις απολαύσεις της κοιλιάς και νόμισες ότι η μακροζωία σου εξαρτιόταν από τα πλούτη σου και όχι από Εμένα˙ τη νύχτα αυτή, που εδώ και πολύ καιρό ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας και νόμιζες ότι θα άρχιζε από εδώ και πέρα η αναπαυτική και απολαυστική ζωή σου, οι φοβεροί δαίμονες απαιτούν να πάρουν την ψυχή σου. Σε λίγο θα πεθάνεις. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες και αποθήκευσες σε ποιον θα ανήκουν και σε ποιους κληρονόμους θα περιέλθουν;)»[Λουκ.12,20].
Βέβαια δεν είναι δυνατόν η ψυχή που εξήλθε από το σώμα να περιφέρεται εδώ κάτω. Και αυτό είναι πολύ φυσικό· διότι, ενώ όταν βαδίζουμε επάνω στη συνηθισμένη και γνώριμη περιοχή της γης, έχοντας το σώμα μας, δεν γνωρίζουμε ποια κατεύθυνση να πάρουμε κάθε φορά που θα βρεθούμε σε άγνωστο δρόμο, εάν δεν έχουμε οδηγό, κατά ποια λογική η ψυχή, που χωρίστηκε από το σώμα και αποξενώθηκε από όλες τις συνήθειές της, θα γνωρίσει πού πρέπει να βαδίζει χωρίς να έχει τον οδηγό της; Αλλά και από άλλες περιπτώσεις μπορεί κανείς να πληροφορηθεί ότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή χωρίς το σώμα της να παραμείνει στη γη. Πραγματικά, ο Στέφανος λέγει: «Κύριε Ἰησοῦ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου(:Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου)»[Πράξ.7,59].Και ο Παύλος, επίσης, λέγει: «Ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος(:διότι για μένα η ζωή είναι ο Χριστός, αφού ζω τη νέα ζωή του Χριστού και ζει μέσα μου ο Χριστός. Όμως και το να πεθάνω είναι κέρδος, διότι με τον θάνατο θα ενωθώ πλήρως με τον Χριστό)»[Φιλιπ.1,21].Και για τον πατριάρχη Αβραάμ λέγει η Γραφή: «καὶ ἐκλείπων ἀπέθανεν Ἁβραὰμ ἐν γήρᾳ καλῷ πρεσβύτης καὶ πλήρης ἡμερῶν καὶ προσετέθη πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ(:και αφού τον εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του, πέθανε ο Αβραάμ σε ευτυχισμένα γηρατειά, γέροντας πλήρης ημερών, και προστέθηκε στους προγόνους του που εκδήμησαν από τον κόσμο αυτόν)»[Γέν.25,8].
Το ότι βέβαια, ούτε οι ψυχές των αμαρτωλών μπορούν να παραμείνουν εδώ, άκουσε που ο πλούσιος της παραβολής θερμά παρακαλούσε γι' αυτό, χωρίς να το επιτυγχάνει[ βλ. Λουκ. 16, 27-31]· διότι εάν αυτό ήταν δυνατόν, θα ερχόταν αυτός στη γη και θα γνωστοποιούσε όσα συνέβαιναν εκεί.Κατά συνέπεια, είναι φανερό ότι οι ψυχές μετά την αποδημία τους από τη γη μεταβαίνουν σε κάποιο χώρο, από όπου δεν έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στη γη, αλλά περιμένουν τη φοβερή ημέρα της κρίσεως. Κι αν κανένας ρωτήσει: Για ποιον λόγο πραγματοποίησε ο Χριστός ό,τι του ζήτησαν οι δαίμονες, δίνοντάς τους την άδεια να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων;[Ματθ.8,31-32: « οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν(:οι δαίμονες τότε άρχισαν να τον παρακαλούν λέγοντας: “Εάν πρόκειται να μας βγάλεις έξω από εδώ, δώσε μας την άδεια να φύγουμε και να μπούμε μέσα στο κοπάδι των χοίρων”. Και επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, που απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας, ο Κύριος τιμωρώντας την παρανομία τους αυτή είπε στους δαίμονες: “Πηγαίνετε”. Και αυτοί βγήκαν απ’ τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους. Και ξαφνικά όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε με μανία από το επάνω μέρος του γκρεμού προς τα κάτω, στη θάλασσα, και πνίγηκαν στα νερά της λίμνης)».
Θα λέγαμε ότι ο Κύριος δεν το έκανε αυτό υπακούοντας σε αυτούς, αλλά επειδή πολλά ήθελε με την ενέργειά Του αυτή να διδάξει· το πρώτο που δίδαξε αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους πονηρούς εκείνους τυράννους τους ήταν το μέγεθος της καταστροφής που προκαλούν αυτοί που τους επιβουλεύονται, δηλαδή οι αντίχριστοι δαίμονες. Δεύτερο, να μάθουν όλοι οι άνθρωποι ότι ούτε στους χοίρους τολμούν οι δαίμονες να εισέλθουν, εάν προηγουμένως δεν δώσει άδεια ο Ιησούς. Τρίτο ότι θα μπορούσαν να προξενήσουν σε εκείνους φοβερότερα κακά από ό,τι στους χοίρους, εάν δεν προστατεύονταν σε μεγάλο βαθμό και μέσα ακόμα στη συμφορά τους από την πρόνοια του Θεού· διότι στον καθένα βέβαια είναι φανερό από κάθε άποψη ότι εμάς τους ανθρώπους οι δαίμονες μάς μισούν περισσότερο από τα άλογα ζώα.
Επομένως αυτοί που δεν λυπήθηκαν τους χοίρους, αλλά μονάχα μέσα σε μια στιγμή τούς κατέρριξαν όλους στον γκρεμό, πολύ περισσότερο θα το έκαναν στους ανθρώπους, που τους είχαν κυριεύσει, παρασύροντας και επαναφέροντάς τους στις ερημιές, εάν μέσα σε αυτή την τυραννική καταπίεση δεν επιδεικνυόταν σε μεγάλο βαθμό πολλή φροντίδα από μέρους του Θεού, που χαλιναγωγούσε και συγκρατούσε και σταματούσε την περαιτέρω ορμή τους. Επομένως, είναι φανερό ότι δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος που να μην τον προστατεύει η πρόνοια του Θεού. Εάν ωστόσο δεν μας προστατεύει όλους όμοια, ούτε με τον ίδιο τρόπο, και αυτό είναι ένα είδος μεγάλης προνοίας· διότι αναλόγως προς το ωφέλιμο για τον καθένα εκδηλώνει και την πρόνοιά Του ο Θεός.
Εκτός από όσα ειπώθηκαν παραπάνω, διδασκόμαστε και κάτι άλλο απ’ αυτό το θαύμα, ότι δηλαδή δεν προνοεί μονάχα από κοινού για όλους μας, αλλά και για τον καθένα χωριστά, πράγμα που δήλωσε προς τους μαθητές Του, λέγοντάς τους ότι ακόμα και οι τρίχες του κεφαλιού τους έχουν αριθμηθεί[Ματθ.10,30:«Ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί(:και όσο για σας, μάθετε ότι ο Θεός έχει μετρημένες ακόμη και τις τρίχες του κεφαλιού σας όλες, τη στιγμή που εσείς για μια απ’ αυτές δείχνετε μικρή ή καμία φροντίδα, και αγνοείτε τον αριθμό τους. Ο Θεός δηλαδή γνωρίζει και αυτά ακόμη τα ελάχιστα που σας συμβαίνουν, στα οποία εσείς δίνετε μικρή σημασία)»]. Μα και από τους δαιμονισμένους τούτους ανθρώπους μπορεί κανένας να το διαπιστώσει καθαρά αυτό. Πραγματικά θα τους είχαν πνίξει προ πολλού οι δαίμονες, εάν δεν τους προστάτευε αποτελεσματικά η εκ του ουρανού φροντίδα.
Γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους επέτρεψε στους δαίμονες να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων, και επιπλέον για να πληροφορηθούν και όσοι κατοικούσαν στα μέρη εκείνα την δύναμή Του· διότι όπου ήταν πολύ γνωστό το όνομά Του, δεν άφηνε τη δύναμή Του να εκδηλωθεί σε μεγάλο βαθμό, όπου όμως κανένας δεν τον γνώριζε, αλλά είχαν πλήρη άγνοια γι’ Αυτόν, εκεί άφηνε να ακτινοβολούν τα θαύματά Του, ώστε να τους προσελκύσει στο να γνωρίσουν τη θεϊκή Του υπόσταση. Ότι βρίσκονταν σε χονδροειδή άγνοια οι κάτοικοι της πόλεως αυτής φαίνεται από το τέλος· διότι ενώ έπρεπε να Τον προσκυνήσουν και να εκδηλώσουν τον θαυμασμό τους για τη δύναμη Του, αντιθέτως αυτοί ήθελαν να Τον απομακρύνουν και «ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν(:και τότε όλοι οι κάτοικοι της πόλεως βγήκαν για να συναντήσουν τον Ιησού˙ και όταν Τον είδαν, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τα σύνορά τους, από φόβο μήπως πάθουν και μεγαλύτερα κακά)»[Ματθ.8,34].
Αλλά για ποιο λόγο έριξαν στον γκρεμό και σκότωσαν οι δαίμονες τους χοίρους; Ο λόγος είναι ότι παντού προσπαθούν κάθε στιγμή με μεγάλη προθυμία να ρίχνουν τους ανθρώπους στη λύπη και πάντοτε χαίρονται με την καταστροφή. Αυτό άλλωστε έκαμε ο διάβολος και στον Ιώβ. Μολονότι και εκεί ο Θεός το επέτρεψε, όχι βέβαια επειδή και στην περίπτωση αυτή υπάκουσε στον διάβολο, αλλά επειδή ήθελε να αποδείξει τον δούλο Του πιο λαμπρό με την υπομονή και την καρτερία που επρόκειτο να επιδείξει στις δοκιμασίες και να αφαιρέσει κάθε πρόφαση γι’ αναισχυντία από τον δαίμονα και ακόμη να στρέψει κατά της κεφαλής του όσα έκανε σε βάρος του δικαίου Ιώβ. Πραγματικά και τώρα συνέβη το αντίθετο από εκείνο που επιδίωκαν οι δαίμονες· γιατί και η δύναμη του Χριστού ανακηρυσσόταν περίτρανα και παρουσιαζόταν πιο καθαρά η κακία των δαιμόνων, απ’ την οποία ελευθέρωσε αυτούς που είχαν στην κατοχή τους, και ακόμα ότι μήτε τους χοίρους δεν μπορούσαν να αγγίξουν, αν δεν το επέτρεπε ο Θεός των όλων.
Αν επιχειρούσε τώρα να τα εξετάσει κανένας αυτά και αλληγορικά, δεν θα υπήρχε καμιά δυσκολία στους συσχετισμούς. Πρέπει να γνωρίζουμε καλά, ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που γίνονται πνευματικώς όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας της απουσίας προσπάθειας για χαλιναγώγηση των παθών τους και αυτοί φυσικά επηρεάζονται πιο εύκολα από τις προσπάθειες των δαιμόνων να τους οδηγήσουν στο κακό. Και εφόσον εκείνοι που υφίστανται αυτά, παραμένουν άνθρωποι και δεν φτάνουν στο σημείο να πωρωθούν παντελώς χωρίς μετάνοια, μπορούν και καταφέρνουν να νικήσουν τα δαιμονικά πάθη τους πολλές φορές και με τη μετάνοια και την εξομολόγηση να τα εξαλείψουν· αν όμως μεταμορφωθούν από την αμετανοησία τους και καταντήσουν ολότελα σε κατάσταση χοίρων και ως άλογα ζώα ακολουθούν αμετανόητοι τα πάθη τους, δεν δαιμονίζονται μόνο αλλά και κατακρημνίζονται, χάνουν δηλαδή οριστικά την ψυχή τους. Επιπλέον, για να μη σχηματίσει κανείς την εντύπωση ότι η θεραπεία των δαιμονιζόμενων Γεργεσηνών αυτών νέων και η συνομιλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού με τους δαίμονες που τους είχαν κυριεύσει ήταν κάτι πλαστό και σκηνοθετημένο, αλλά να πιστέψει απόλυτα ότι πραγματικά βγήκαν οι δαίμονες από τους δύο ταλαίπωρους αυτούς νέους, έρχεται ο θάνατος των χοίρων και το πιστοποιεί αυτό.
Πρόσεξε τώρα εκτός από τη θεϊκή δύναμη, και την πραότητα του Κυρίου . Όταν δηλαδή, ύστερα από τόσες ευεργεσίες που είδαν απ’ Αυτόν οι κάτοικοι της περιοχής, επειδή θίχτηκαν τα οικονομικά τους συμφέροντα από τον πνιγμό των χοίρων, όντας οι ίδιοι όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας του ανεξέλεγκτου πάθους της φιλαργυρίας, ήθελαν να Τον διώξουν, δεν έφερε αντίρρηση, αλλά αναχώρησε, και εγκατέλειψε αυτούς που μόνοι τους έκριναν και παρουσίασαν τον εαυτό τους ανάξιο για τη διδασκαλία Του· έφυγε και τους άφησε πλέον ως δασκάλους για τη θεϊκή Του υπόσταση και δύναμη, αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους δαίμονες, καθώς και τους χοιροβοσκούς που έμειναν εντελώς ξαφνικά χωρίς τους χοίρους τους που αφηνιασμένοι όρμησαν και κατακρημνίστηκαν, ώστε απ’ αυτούς να κατανοούν πλέον εις βάθος-άσχετα αν η κακή προαίρεσή τους δεν τους άφηνε να παραδεχτούν τα λάθη και τα πάθη τους- όλα όσα είχαν συμβεί. Ο Κύριος έφυγε, όμως άφησε ζωηρό στις ψυχές τους τον φόβο. Πραγματικά το μέγεθος της ζημίας συντελούσε στη διάδοση της ειδήσεως του γεγονότος αυτού και το συμβάν άγγιζε την ψυχή τους. Από πολλούς ακούονταν φωνές που επιβεβαίωναν το παράξενο αυτό θαύμα· το διακήρυτταν περίτρανα οι θεραπευμένοι, το διακήρυττε το γεγονός του καταποντισμού των ζώων, το διακήρυτταν οι ιδιοκτήτες των χοίρων και οι χοιροβοσκοί.
Παρόμοιες καταστάσεις και σήμερα ακόμη μπορεί να δει κανένας. Πολλοί είναι δυστυχώς οι δαιμονιζόμενοι και στην εποχή μας, άνθρωποι κυριευμένοι από τα δαιμονικά πάθη τους, που τίποτα δεν τους συγκρατεί από τη μανία τους, ούτε σίδερα, ούτε αλυσίδες, ούτε συστάσεις από πνευματικούς ανθρώπους, ούτε συμβουλές, ούτε απειλές ούτε τίποτα παρόμοιο από αυτά. Πραγματικά, όταν κάποιος για παράδειγμα είναι ακόλαστος και έχει γίνει αιχμάλωτος του σωματικού κάλλους και των σαρκικών επιθυμιών και ηδονών, σε τίποτα δεν διαφέρει από έναν άνθρωπο δαιμονισμένο· αλλά περιφέρεται γυμνός όπως εκείνοι οι δαιμονισμένοι Γεργεσηνοί νέοι, ντυμένος βέβαια με ρούχα, αλλά στερημένος από την αληθινή ενδυμασία και είναι γυμνός από τη δόξα που ως πλάσματος του Θεού τού ταιριάζει· και ναι μεν δεν καταπληγώνει το σώμα του με πέτρες, όπως έκαναν οι δύστυχοι εκείνοι νέοι της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, όμως καταξεσκίζεται με αμαρτήματα που είναι πολύ πιο κοπτερά από πολλές μαζί πέτρες. Ποιος λοιπόν θα μπορέσει να δέσει έναν τέτοιον άνθρωπο; Ποιος θα τον σταματήσει από την ασχημοσύνη και την μανία αυτή που δεν τον αφήνει να συγκεντρωθεί και να ανακτήσει τον αυτοέλεγχό του, αλλά τον κάνει να επιθυμεί να βρίσκεται πάντα στα μνήματα; Διότι τι άλλο από μνήματα δεν είναι τα καταγώγια της πορνείας, γεμάτα από δυσωδία και σαπίλα;
Τέτοιος δεν είναι επίσης και κάθε άνθρωπος που υποφέρει από το δαιμονιώδες πάθος της φιλαργυρίας; Κάθε μέρα αντιμετωπίζει τον φόβο μήπως χάσει τα χρήματά του ή δεν καταφέρει να τα αυξήσει, καθώς και την απειλή ότι κάποιοι μπορούν να του τα κλέψουν, παρά το ότι ακούει συστάσεις των πνευματικών ανθρώπων που προσπαθούν να τον συνετίσουν και προειδοποιήσεις για τη φθορά που η αρρωστημένη φιλοχρηματία του αυτή προξενεί στην ψυχή του. Όλα αυτά τα δεσμά τα σπάει και όταν έλθει κανείς με την πρόθεση να τον απελευθερώσει από τη δουλεία της φιλαργυρίας, τον εξορκίζει να μην τον ελευθερώσει, επειδή θεωρεί μεγάλο βάσανο το να μην βρίσκεται κάτω από την βάσανο αυτήν. Αλλά τι μπορεί να θεωρηθεί αθλιότερο από τον άνθρωπο αυτόν;
Διότι εκείνος ο δαίμονας στην περιοχή των Γεργεσηνών, αν και είχε καταφρονήσει τους ανθρώπους, εντούτοις υποχώρησε στην προσταγή του Χριστού και αμέσως βγήκε από το σώμα του ανθρώπου. Αυτός όμως δεν υπακούει ούτε στην προσταγή του Θεού. Πραγματικά, ενώ κάθε ημέρα ακούει τον Θεό να του λέγει ότι «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(:μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στο Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)»[Ματθ.6,24], και να απειλεί με τη γέενα και τις ατέλειωτες κολάσεις, εντούτοις δεν υπακούει. Όχι βέβαια επειδή είναι ισχυρότερος του Χριστού, αλλά επειδή ο Χριστός δεν μας κάνει σώφρονες χωρίς να το θέλουμε.
Γι' αυτό οι άνθρωποι αυτοί ζουν σαν να βρίσκονται στην έρημο, έστω και αν βρίσκονται στο κέντρο των πόλεων. Διότι ποιος άνθρωπος με μυαλό θα ήθελε να συναναστρέφεται με τους ανθρώπους αυτού του είδους; Εγώ τουλάχιστον θα προτιμούσα να συγκατοικώ με πλήθος δαιμονισμένους, παρά με έναν άνθρωπο που να έπασχε από την νόσο αυτήν. Και για το ότι δεν κάνω λάθος, όταν λέγω αυτά, μας το αποδεικνύει η συμπεριφορά του καθενός από αυτούς. Πραγματικά, οι φιλάργυροι νομίζουν ως εχθρό τους και εκείνον που καμία αδικία δεν τους έχει κάνει και επιθυμούν να τον καταστήσουν δούλο τους, όταν είναι ελεύθερος, και με μύρια κακά τον απειλούν. Αντίθετα, οι δαιμονισμένοι δεν κάνουν τίποτε παρόμοιο, αλλά στρέφουν τη νόσο εναντίον του εαυτού τους. Οι φιλάργυροι, επίσης, καταστρέφουν πολλά σπίτια και γίνονται αιτία να βλασφημείται το όνομα του Θεού και γενικά είναι καταστροφή για την πόλη και την οικουμένη ολόκληρη. Όσοι όμως ενοχλούνται από τους δαίμονες είναι άξιοι μάλλον οίκτου και δακρύων. Και οι τελευταίοι ως επί το πλείστον παραφέρονται κατόπιν σκέψεως συμπεριφερόμενοι σαν έξαλλοι, κατεχόμενοι από μια παράδοξη μανία.
Αληθινά, ποιο παρόμοιο κάνουν όλοι οι δαιμονισμένοι, σαν εκείνο που αποτόλμησε ο Ιούδας και διέπραξε την έσχατη παρανομία; Και όλοι όσοι μιμούνται τη διαγωγή του Ιούδα, σαν τα φοβερά θηρία που δραπέτευσαν από τα κλουβιά τους κατατρομάζουν τις πόλεις· επειδή κανείς δεν τα συγκρατεί. Βέβαια, και αυτούς τους ανθρώπους, δηλαδή τους κατεχόμενους από το πάθος της φιλαργυρίας, τούς περιβάλλουν από παντού δεσμά, όπως είναι ο φόβος των δικαστών, η απειλή των νόμων, η κατακραυγή του κόσμου και άλλα περισσότερα από αυτά, αλλά όμως και τα δεσμά αυτά τα σπάζουν και αναστατώνουν τα πάντα. Και εάν κανείς εξαφάνιζε τελείως τις δεσμεύσεις αυτές, τότε θα έβλεπε καθαρά ότι ο δαίμονας που έχουν μέσα τους αυτοί είναι πολύ αγριότερος και πιο μανιώδης από αυτόν που βγήκε τώρα από τους δαιμονισμένους των Γεργεσηνών.
Αλλά επειδή αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί στην πράξη, ας το λάβουμε ως υπόθεση για λίγο και ας αφαιρέσουμε όλες τις δεσμεύσεις από τον φιλάργυρο και τότε θα γνωρίσουμε τη μεγάλη του μανία. Αλλά να μη φοβηθείτε το θηρίο, όταν θα το αποκαλύψουμε· διότι η σκηνή είναι υποθετική και δεν υφίσταται στην πραγματικότητα. Έστω λοιπόν ένας άνθρωπος που βγάζει φωτιά από τα μάτια του, μαύρος, έχοντας σε κάθε ώμο δράκοντες αντί για χέρια. Έχει επίσης και στόμα όπου αντί για δόντια έχει καρφωμένα ξίφη και αντί για γλώσσα έχει πηγή που βγάζει δηλητήριο και φαρμάκι. Η κοιλιά του πάλι είναι πιο αδηφάγος από κάθε καμίνι και κατατρώγει ό,τι της ρίπτουν. Και τα πόδια του έχουν φτερά και είναι πιο γρήγορα από τη φωτιά. Το πρόσωπό του επίσης ας υποθέσουμε ότι είναι κατασκευασμένο μεικτό από σκύλο και λύκο και ότι δεν ομιλεί σαν άνθρωπος, αλλά εκβάλλει έναν ήχο απαίσιο, αηδιαστικό και φοβερό. Ας πούμε λοιπόν ότι έχει φωτιά και στα χέρια του.
Ίσως να σας φαίνονται φοβερά όσα ειπώθηκαν. Ωστόσο δεν τον σκιαγραφήσαμε ακόμη αντάξιο της πραγματικότητας, διότι ύστερα από αυτά πρέπει να προσθέσουμε και άλλα. Πραγματικά, ας υποθέσουμε ακόμη ότι σφάζει εκείνους που συναντά, ότι τους κατατρώγει και γεύεται τις σάρκες τους. Αλλά και από αυτόν είναι πιο φοβερός ο φιλάργυρος, διότι επέρχεται εναντίον όλων σαν Άδης, τους καταβροχθίζει όλους και τριγυρίζει σαν κοινός εχθρός ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Επειδή επιθυμεί να μην υπάρχει κανένας άνθρωπος, για να κατέχει αυτός τα πάντα. Δεν σταματά, όμως μέχρι εδώ, αλλά, αφού τους αφανίσει όλους με την επιθυμία του, κατέχεται από τον πόθο να αλλάξει την ουσία του χώματος και να το κάνει χρυσάφι. Και όχι μόνον το χώμα, αλλά και τα όρη και τα φαράγγια και τις πηγές και όλα εν γένει όσα φαίνονται πάνω στη γη.
Και για να αντιληφθείτε ότι δεν παραστήσαμε ακόμη την μανία αυτού, ας μην υπάρχει ο κατήγορος και αυτός που εκφοβίζει, αλλά αφαίρεσε υποθετικώς μόνο τον φόβο των νόμων και τότε θα δεις αυτόν να αρπάζει το ξίφος και να φονεύει τους πάντες, χωρίς να ξεχωρίζει, ούτε φίλο, ούτε συγγενή, ούτε αδελφό, ούτε και τον πατέρα του ακόμη. Μάλλον, όμως, στην προκειμένη περίπτωση δεν χρειάζεται ούτε καν να κάνουμε υπόθεση, αλά ας ρωτήσουμε αυτόν, εάν δεν δημιουργεί στη φαντασία του παρόμοιες φαντασιώσεις και δεν επιτίθεται νοερώς για να φονεύσει τους πάντες, φίλους, συγγενείς και τους ίδιους τους γονείς του. Αλλά μάλλον ούτε και η ερώτηση χρειάζεται· διότι όλοι γνωρίζουν καλά ότι όσοι κατέχονται από το πάθος αυτό αγανακτούν και για το γήρας του πατέρα τους και εκείνο που είναι γλυκύ και ποθητό από όλους, να έχουν, δηλαδή, παιδιά, το θεωρούν βαρύ και φορτικό. Γι' αυτό πολλοί, παρακινούμενοι από την ιδέα αυτήν, θεώρησαν καλό την ατεκνία και κατέστησαν ανίκανη τη φύση, όχι με το να φονεύσουν τα παιδιά που γεννήθηκαν, αλλά με το να μην επιτρέψουν να λάβουν καν αρχή.
Λοιπόν, να μην παραξενεύεστε, επειδή σας παρουσίασα κατ’ αυτόν τον τρόπο τον φιλάργυρο, διότι στην πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερος από ό,τι τον περιέγραψα. Αλλά ας σκεφτούμε πώς θα μπορέσουμε να τον απαλλάξουμε από τον δαίμονα. Πώς θα τον απαλλάξουμε, λοιπόν; Εάν αντιληφθεί πλήρως ότι η φιλαργυρία του είναι αντίθετη προς αυτό ακριβώς, δηλαδή, στο να του δίνει χρήματα· διότι εκείνοι που επιθυμούν να κερδίσουν τα μικρά υφίστανται μεγάλες ζημίες. Γι' αυτό ακριβώς και έχει γίνει παροιμία ανάλογη με την επιθυμία αυτήν. Πραγματικά, πολλοί πολλές φορές που θέλησαν να δανείσουν με υπερβολικούς τόκους και παρασυρόμενοι από την προσδοκία του κέρδους, δεν ερεύνησαν το ποιόν αυτών που τους δάνειζαν χρήματα, έχασαν μαζί με τον τόκο και το κεφάλαιο ολόκληρο. Άλλοι πάλι που περιέπεσαν σε κινδύνους και δεν θέλησαν να ξοδέψουν λίγα, έχασαν και τη ζωή τους μαζί με την περιουσία τους. Επίσης, ενώ τους δόθηκε η ευκαιρία να αποκτήσουν ή αξιώματα προσοδοφόρα, ή κάτι άλλο παρόμοιο, επειδή κόλλησαν στις λεπτομέρειες, έχασαν το παν.
Επειδή δηλαδή δεν γνωρίζουν να σπείρουν, αλλά πάντοτε φροντίζουν να θερίζουν, γι' αυτό συνεχώς χάνουν τη συγκομιδή· διότι κανείς δεν μπορεί πάντα να θερίζει, όπως δεν μπορεί διαρκώς να κερδίζει. Αφού λοιπόν δεν θέλουν να ξοδεύουν, δεν γνωρίζουν και να κερδίζουν. Αλλά είτε πρέπει να νυμφευτούν, πάλι παθαίνουν το ίδιο·διότι ή εξαπατήθηκαν και πήραν πλούσια γυναίκα, αλλά με πολλά ελαττώματα, πάλι υπέστησαν μεγαλύτερη ζημία· διότι τον πλούτο δεν τον δημιουργεί η περιουσία, αλλά η αρετή. Πραγματικά, ποια η ωφέλεια του πλούτου, όταν η γυναίκα είναι πολυέξοδη και άσωτη και διασκορπίζει τα πάντα χειρότερα από τον άνεμο; Ποια η ωφέλεια εάν είναι ακόλαστη και έχει πλήθος εραστών; Ποια η ωφέλεια, εάν είναι μέθυση; Μήπως δεν θα κάνει τον σύζυγό της πιο πτωχό από όλους; Και όχι μόνο στο θέμα του γάμου σκέπτονται έτσι, αλλά, παρασυρόμενοι από τη μεγάλη τους αγάπη προς τα χρήματα, αγοράζουν από κακό υπολογισμό όχι τους καλούς δούλους, αλλά φροντίζουν να βρουν τους φτηνούς.
Όλα αυτά λοιπόν αφού τα σκεφτείτε καλά(επειδή δεν μπορείτε ακόμη να ακούσετε τη διδασκαλία για τη γέενα και τη βασιλεία) και αφού καταλάβετε τις ζημίες που υπομένετε κάθε φορά από τη φιλοχρηματία, όταν δανείζετε, όταν αγοράζετε, όταν νυμφεύεστε, όταν υπερασπίζεστε κάποιον, όταν κάνετε οτιδήποτε άλλο, σταματήστε να αγαπάτε υπερβολικά τα χρήματα· διότι έτσι θα μπορέσετε και εδώ στη γη να ζήσετε με ασφάλεια και αφού κάνετε μικρή προσπάθεια, θα μπορέσετε να ακούσετε και το κήρυγμα για την ευσέβεια και όταν κοιτάξετε με προσοχή , θα δείτε τον ίδιο τον Ήλιο της δικαιοσύνης και θα αποκτήσετε τα αγαθά που Αυτός έχει υποσχεθεί, τα οποία είθε όλοι μας να επιτύχουμε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΚΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 10, σελίδες 253-277.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 65, σελ. 80- 91 (ή: 37- 42 του PDF) .
https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLVHVFMUh0ODd6QzA/view
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm *Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>> της 7.7.2023. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Ο ΙΕΡΕΥΣ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΟΣ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Αγίου Ιωάννου Πρωθιερέως της Κροστάνδης:
<<Η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΖΩΗ>>, εκδόσεις <<Το Περιβόλι της Παναγίας>>,
Α' Έκδοση, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 162-173.
Ιδού πως περιγράφει ο ίδιος (ο Άγιος Ιωάννης) την εν Κροστάνδη ιερατικήν ζωήν και διακονίαν του:
<<Από των πρώτων ημερών του υπουργήματός μου εν τη υψηλή υπηρεσία της Εκκλησίας του Θεού, εθεώρησα ως κανόνα της ζωής μου να είμαι πιστός
και ζηλωτής εν τω ιερατικώ μου έργω και αυστηρώς επαγρυπνώ επί του εαυτού μου και της πνευματικής ζωής μου.
Προς τον σκοπόν τούτον ήρχισα να μελετώ και να σπουδάζω την Γραφήν, αποκομίζων εξ αυτής οικοδομήν ως άνθρωπος, ως ιερεύς και ως μέλος του κοινωνικού συνόλου.
Ήρχισα τότε να συντάσσω και το ημερολόγιόν μου, εν τω οποίω επακριβώς εσημείουν τους αγώνας μου κατά των κακών σκέψεων και πειρασμών, τας μετανοίας μου, τας μυστικάς μου προσευχάς και τας μετά του Θεού πνευματικάς εντεύξεις μου.
Καθ' εκάστην Κυριακήν και εορτήν συνήθιζον να κηρύττω είτε ιδικόν μου κήρυγμα, είτε εκ της συλλογής του επισκόπου Γρηγορίου.
Εκτός των ειθισμένων εκκλησιαστικών μου καθηκόντων, ευθύς εξ αρχής, επειδή και εγώ ήμην ποτέ πτωχός, εφρόντιζον περί των πτωχών.
Προ είκοσιν ετών είχον την έμπνευσιν της ιδρύσεως εν Κροστάνδη <<οίκου βιομηχανίας>> τον οποίον διά της Θείας βοηθείας κατώρθωσα να αποπερατώσω το 1873>>.
Ο πατήρ Ιωάννης καθ' όλον το ιερατικόν του στάδιον, όπερ διήρκησε 53 έτη, ουδέποτε ελησμόνει ότι ήτο ιερεύς.
Ελειτούργει καθ' εκάστην, εκήρυττε συχνότατα, τουθ' όπερ ήτο ασύνηθες κατά την εποχήν εκείνην εν Ρωσσία, επεσκέπτετο τας κατοικίας των πτωχών ενοριτών του και εβοήθει αυτούς,
έπειθε τους αλκοολικούς να εγκαταλείψωσι το πάθος της μέθης, εγίνετο τα πάντα τοις πάσι, ενίοτε δε και ανυπόδητος επέστρεφεν εις την οικίαν του, διότι έδιδε τα υποδήματά του εις πτωχούς χριστιανούς!
Τη 20ή Δεκεμβρίου του 1908 εκοιμήθη εν Κυρίω καταλιπών οπίσω αυτού φήμην ανδρός αγίου.
(Εκ του προλόγου του βιβλίου).
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΤΕΤΑΡΤΟΝ
Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ
6. Ο προσευχόμενος υπέρ των άλλων.
«Επί των τειχών σου Ιερουσαλήμ κατέστησα φύλακας όλην την ημέραν και όλην την νύκτα, οι διά τέλους ου σιωπήσονται μιμνησκόμενοι Κυρίου» (Ησ. 62,6).
Ιερεύ του Θεού! Πίστευε με όλην την καρδίαν σου, πίστευε πάντοτε εις την χάριν η οποία σου δίδεται παρά του Θεού, διά να προσεύχεσαι διά τον λαόν του Θεού. Ας μη είναι μάταιον εντός σου το δώρον τούτο, διότι με αυτό ημπορείς να σώσης πολλάς ψυχάς. Ο Κύριος ταχέως ακούει την εγκάρδιον προσευχήν σου υπέρ του λαού Του, και ευκόλως αποστέλλει προς αυτόν τους οικτιρμούς Του, όπως έκαμεν εις τας προσευχάς του Μωυσέως, Ααρών, Σαμουήλ και των Αποστόλων. Επωφελού κάθε ευκαιρίας διά προσευχήν εν τω ναώ, όταν τελής την Θείαν Λειτουργίαν ή μυστήριον, εν ιδιωτικαίς οικίαις όταν προσκαλήσαι να τελέσης μυστήρια, προσέτι δε και κατά τας άλλας προσευχάς και δοξολογίας. Πανταχού και πάντοτε σκέπτου περί της σωτηρίας του λαού του Θεού και θα επιτύχης τοιουτοτρόπως μεγάλην χάριν και διά τον εαυτόν σου. Πίστευε ότι η προσευχή και φίλων ακόμη του Θεού, ο οποίος ζη αγίαν ζωήν, ημπορεί θαύματα να κάμη και εις αυτήν την φύσιν, όπως έκαμον τοιαύτα αι προσευχαί των προφητών Μωυσέως, Ηλία και άλλων. Ζήτε, λοιπόν, κατά τρόπον ευάρεστον εις τον Θεόν, ιδίως σεις οι ιερείς του Θεού' έστε άγιοι, καθαροί, πράοι, ταπεινοί, οικτίρμονες, εγκρατείς, φιλόπονοι, υπομονητικοί και η προσευχή σας θα εισδύη πάντοτε εις τους ουρανούς και θα εισακούεται και θα εκπληρούται. Πάντοτε προσεύχεσθε με όλην την καρδίαν σας και προ πάντων με καθαράν καρδίαν. «Και εδόθη τω Αγγέλω θυμιάματα πολλά, ίνα δώση ταις προσευχαίς των αγίων πάντων επί το θυσιαστήριον το χρυσούν ενώπιον του θρόνου' και ανέβη ο καπνός των θυμιαμάτων ταις προσευχαίς των αγίων εκ χειρός του αγγέλου ενώπιον του Θεού» (Αποκ. 8, 3-4). Το θυμίαμα τούτο εδόθη και εις εσάς... Το θυμιατήριον με το θυμίαμα πρέπει πάντοτε τούτο να σας υπενθυμίζη -τουτέστιν πόσον ευκόλως η προσευχή σας διά τους εαυτούς σας και διά τα αγνοήματα του λαού (Εβρ. 9, 7) και τας ανομίας του ανέρχεται προς τον Θεόν και γίνεται δεκτή από Αυτόν. Σεις επιθυμείτε πνευματικήν ευλογίαν διά τους εαυτούς σας ή δι' άλλον τινά, ή δι' όλους, ο Κύριος επιθυμεί το ίδιον πολύ - πολύ προ ημών και είναι έτοιμος να δώση αυτήν την ευλογίαν εις σας και εις άλλους' μόνον ετοιμότης διά να δεχθώμεν το θείον δώρον απαιτείται' τούτο ζητεί μόνον αξίαν από εκείνους οι οποίοι θα το λάβουν, διότι ο Θεός είναι άπειρος ευσπλαχνία, άπειρος αγαθότης, και είναι πάντοτε έτοιμος να παράσχη κάθε ευλογίαν και συχνά δίνει αυτήν και πριν ακόμη την ζητήσωμεν και πάντοτε «δύναται υπέρ πάντων ποιήσαι υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» (Εφ. 3, 20). Διά τούτο με ελπίδα και παρρησίαν πάντοτε ζητώ πνευματικάς, ακόμη δε και υλικάς ευλογίας όταν έχω ανάγκην και των τελευταίων τούτων παρά Κυρίου, ο δε Κύριος δίδει αυτάς συμφώνως προς την υπόσχεσίν Του: «Αιτείται και δοθήσεται υμίν' ζητείτε και ευρήσετε' κρούεται και ανοιγήσεται υμίν' πας γαρ ο αιτών λαμβάνει' και ο ζητών ευρήσει' και τω κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ. 7, 7-8). Όταν προσεύχεσαι με δάκρυα και αγάπην διά τα πρόβατα του Κυρίου, οι δε λογισμοί σου σε επαινούν, λέγε εις αυτούς: Δεν προσηυχήθην εγώ διά τον λαόν του Θεού, αλλ' «Αυτό το Πνεύμα», το οποίον ευρίσκεται εντός μου, «υπερεντυγχάνει» υπέρ αυτών «στεναγμοίς αλαλήτοις» (Ρωμ. 8,26)' και το Πνεύμα τότε με έδεσε με τους γλυκείς καρπούς της αγάπης Του και της εγκαρδίου ευλαβείας. Ότι τούτο είναι αληθές φαίνεται από το γεγονός ότι η γλυκύτης της προσευχής και αγάπης ημπορεί πολύ ταχέως να με αφήση. Κάποιο πρόσωπο ασθενές μέχρι θανάτου ένεκα φλογώσεως των εντέρων επί εννέα ημέρας, χωρίς να δυνηθή να επιτύχη ούτε την παραμικροτέραν ανακούφισιν από τους ιατρούς, μόλις εκοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, την πρωίαν της ενάτης ημέρας, επανέκτησε την υγείαν του και εσηκώθη από την κλίνην της ασθενείας το εσπέρας της ιδίας ημέρας. Έλαβε την Θείαν Κοινωνίαν με σταθεράν πεποίθησιν. Προσηυχήθην εις τον Κύριον να τον θεραπεύση. «Κύριε» είπον «θεράπευσον τον δούλον Σου εκ της ασθενείας του. Είναι άξιος' δος όθεν τούτο εις αυτόν». Επίσης προσηυχήθην δι' αυτόν εν τω ναώ προ του θυσιαστηρίου του Κυρίου εις την λειτουργίαν κατά την προσευχήν' «Ο τας κοινάς ταύτας και συμφώνους ημίν χαρισάμενος προσευχάς» και προ αυτών των αγιωτάτων Μυστηρίων. Προσηυχήθην με τας ακολούθους λέξεις: «Κύριε, η ζωή ημών! Είναι τόσον εύκολον διά Σε να θεραπεύσης κάθε ασθένειαν, όσον είναι εύκολον δι' εμέ να σκεφθώ περί της θεραπείας. Είναι τόσον εύκολον διά Σε να αναστήσης κάθε άνθρωπον εκ νεκρών, όσον είναι εύκολον δι' εμέ να σκεφθώ περί του ότι είναι δυνατή η ανάστασις εκ νεκρών. Θεράπευσον λοιπόν, τον δούλον Σου Βασίλειον από την σκληράν ασθένείαν του και μη επιτρέψης ν' αποθάνη' μην αφήνης την σύζυγον και τα τέκνα του να παραδοθούν εις την λύπην και τα δάκρυα». Και ο Κύριος ηγαθύνθη να ακούση και τον ηυσπλαγχνίσθη, μολονότι μόνον μία τρίχα τον εχώριζεν από τον θάνατον. Δόξα εις την παντοδυναμίαν Σου και την ευσπλαχνίαν Σου, διότι ευρεστήθης να με ακούσης! Η προσευχή του ιερέως έχει μεγάλην δύναμιν ενώπιον του Θεού, αρκεί μόνον ο ιερεύς να επικαλήται τον Κύριον με όλην την καρδίαν του, με πίστιν και αγάπην. Θεέ, δος ώστε να υπάρξουν περισσότεροι ιερείς οι οποίοι θα προσηύχοντο εις Σε με πνεύμα ζέον' διότι ποίος πρέπει να προσεύχεται προς τον Κύριον διά τα πρόβατά Του με τόσην δύναμιν, παρά ο ιερεύς, ο οποίος έλαβε χάριν και εξουσίαν παρ' Αυτού του Θεού να κάμνη τούτο;
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ».
Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Αγίου Ιωάννου Πρωθιερέως της Κροστάνδης:
<<Η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΖΩΗ>>, εκδόσεις <<Το Περιβόλι της Παναγίας>>,
Α' Έκδοση, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 170-173.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ Ζ' ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ
Οι Οικουμενικές Σύνοδοι αποτελούν τις χαρισματικές συνάξεις ολόκληρου του εκκλησιαστικού σώματος που συνεκλήθησαν κατά καιρούς, προκειμένου να δηλωθεί η ενότητά του στην παραδεδομένη πίστη της Εκκλησίας. Λειτουργούν ως μηχανισμός εξισορρόπησης των διαφορών των τοπικών εκκλησιών σε θέματα κοινωνίας και πίστης αλλά και ως μηχανισμός διακήρυξης της ενότητας και πίστης ολόκληρου του εκκλησιαστικού σώματος και ανάδειξής του σε Καθολική Εκκλησία. Η συνοδική συνείδηση υπήρξε μια μόνιμη λειτουργία του εκκλησιαστικού σώματος, κορυφαία έκφραση της ήταν η ενεργοποίηση του θεσμού της Οικουμενικής Συνόδου για την αποκατάσταση της αλήθειας και της ορθής πίστης στην Εκκλησία. Η σύγκληση των Οικουμενικών Συνόδων υπήρξε έκτακτο γεγονός στη ζωή της Εκκλησίας και συνδέθηκε με την έγερση κάποιου σοβαρού ζητήματος, που απειλούσε την αυθεντικότητα της Παράδοσης ή την πνευματική αποστολή της Εκκλησίας. Ο θεσμός της Οικουμενικής Συνόδου υπήρξε για την Εκκλησία το ανώτατο διδακτικό, νομοθετικό, διοικητικό και δικαστικό όργανο της. Βέβαια, η Οικουμενική Σύνοδος δεν αποτελεί μόνιμο θεσμό της Εκκλησίας, όπως είναι οι Τοπικές Σύνοδοι, αλλά περιστασιακό, και συγκαλείται όπως αναφέραμε όταν παρίσταται ανάγκη και δυνατότητα. Γενικά, ο συνοδικός θεσμός συνέβαλε στην ανάπτυξη και διαμόρφωση της διοικητικής και κανονικής δομής της Εκκλησίας.
ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΟΙ: Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ, Η ΕΚΦΡΑΣΗ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: Ο ΜΟΝΟΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ: Ο ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΤΩΝ
ΟΡΟΙ ΕΠΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ
ΟΣΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΕΛΕΥΚΕΙΑΣ: ΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΑΡΤΩΝ ΤΡΑΦΕΝΤΕΣ ΠΕΝΤΑΚΙΣΧΙΛΙΟΙ
Η ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΥ ΤΩΝ ΑΡΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ: «ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΕΠΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ»
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΟΙ: Η ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Κ. Γ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: «ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» (ΜΕΡΟΣ ΔΩΔΕΚΑΤΟΝ)
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 122-126.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Πρόλογος
Οι δοκιμασίες και οι θλίψεις, μας επισκέπτονται όλους! Άλλους λίγο και άλλους πολύ. Άλλους συχνά κι άλλους σε αραιότερα χρονικά διαστήματα. Κάποτε μοιάζουν δυσβάστακτες, ακόμη δε και ανυπόφορες! Πολλές φορές δε αιφνιδιαζόμαστε μ' αυτές, σαστίζουμε, τα χάνουμε, απογοητευόμαστε, απελπιζόμαστε, χανόμαστε! Σε κάθε περίπτωση λυπούμαστε, αλλάζει η ψυχική μας διάθεση, χάνουμε την ηρεμία μας, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, ενώ χίλιες δυο σκέψεις περνούν απ' το μυαλό μας! Να σαν κι αυτές: Γιατί να μου συμβεί αυτό; Καλά δεν ήταν όλα στη ζωή μου μέχρι τώρα; Δεν μ' αγαπάει πια ο Θεός; Γιατί με τιμωρεί; Γιατί μου στερεί αυτό ή εκείνο; Μα εγώ είμαι καλός άνθρωπος. Του το ζητούσα αυτό ή Του έλεγα να μη μου το στερήσει, κι όμως δεν με άκουσε! Και γιατί τόσοι άλλοι τα έχουν όλα, ευτυχούν, ιδιαίτερα δε εκείνοι που δεν είναι ευλαβείς και καλοί άνθρωποι; Κι ακόμη! Χίλιοι είναι οι προβληματισμοί στο «τι κάνω τώρα»; Πως να αντιμετωπίσω την κατάσταση που με βρήκε; Σε ποιους να καταφύγω; Ποια μέσα και τρόπους να χρησιμοποιήσω; Ανθρώπινα όλα τους! Κι ο καθένας θα μας πει το κάθε τι, οι φίλοι μας και πρόσωπα που μας αγαπούν θα μας συμβουλεύσουν για το ένα ή το άλλο, ως και αντικρουόμενα πράγματα ενδέχεται να ακούσουμε, ή θα προσπαθήσουν όπως-όπως να μας παρηγορήσουν, ή και να μας δώσουν πράγματι ένα χέρι βοήθειας. Ωστόσο όλα αυτά, μπορεί σε κάποιο βαθμό να μας ανακουφίζουν, όμως σε ποιο βαθμό πράγματι μας βοηθούν και μας οικοδομούν; Κι έτσι σκεφθήκαμε τους Πατέρες! Αυτούς που οικοδόμησαν και στήριξαν μοναδικά την Εκκλησία. Αυτούς που τόσο πολύ υπέφεραν ο καθένας τους προσωπικά, από ένα πλήθος δοκιμασιών και θλίψεων, όπως και ο Κύριός μας Τον οποίο τόσο πολύ αγάπησαν και υπηρέτησαν, στον οποίο τόσο πολύ αφιερώθηκαν. Λοιπόν, στ' αλήθεια, τι λένε οι Πατέρες επί όλων αυτών; Ποια είναι η θέση τους για το μεγάλο αυτό θέμα, πως οι ίδιοι το αντιμετώπιζαν, πως οικοδομούσαν τους πιστούς της εποχής τους, αλλά κι όλους τους πιστούς έκτοτε; Ενσκήψαμε στα συγγράμματά τους, την αποκαλούμενη Πατρολογία, σταχυολογήσαμε ό,τι βρήκαμε γραμμένο σ' αυτήν κατά το δυνατόν, το ταξινομήσαμε σε ενότητες, το χωρίσαμε σε κεφάλαια και πολλές παραγράφους, προβήκαμε σε πλήθος υπογραμμίσεων και γενικά σε ό,τι κρίναμε πρακτικό και χρήσιμο προκειμένου το κείμενο να είναι απλό, άνετο στη μελέτη και εύληπτο, ώστε καθένας μας -ακόμη δε και ο ολιγογράμματος- να χαρεί τα αναγραφόμενα, να παρηγορηθεί, να οικοδομηθεί και να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει, στις δύσκολες εκείνες ώρες των δοκιμασιών και των θλίψεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Πατέρες περισσότερο χρησιμοποιούν τον ευρύτερο όρο «θλίψεις» στον οποίο περιλαμβάνουν τα πάντα. Δηλαδή τις κάθε είδους δοκιμασίες, τις ασθένειες, τις όποιες συμφορές, ακόμη δε και το πένθος! Είναι, πράγματι, εντυπωσιακή η σοφία τους, η έμπνευσή τους, το πλήθος των παραδειγμάτων που χρησιμοποιούν, αλλά και οι αναφορές τους στην Αγία Γραφή απ' όπου αντλούν τα πάντα, προκειμένου να βοηθήσουν τον κάθε πιστό. Στ' αλήθεια η μελέτη των κειμένων τους είναι απολαυστική, δίνει πολύ ενθουσιασμό κι ελπίδα, κατατοπίζει απολύτως, οπωσδήποτε οικοδομεί. Αλλά και αν κάποια σημεία είναι δύσκολα για κάποιον, ας τα μελετήσει πάλι και πάλι, ας μην απογοητευθεί, κι ας συνεχίσει με τα επόμενα. Δεν είναι καλό να αφήσει την τόσο εποικοδομητική μελέτη του βιβλίου, για μια δύσκολη παράγραφο, ας πούμε. Ελπίζουμε ότι ο φίλος αναγνώστης, πράγματι θα βρει χρήσιμη αυτή την προσπάθεια και θα ωφεληθεί πολύ. Όπως ωφεληθήκαμε κι εμείς κι απ' αυτήν ακόμη την συγγραφή του κι ενώ βρισκόμαστε σε καιρό δοκιμασίας...
Κ.Γ.Π.
ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Οι ωφέλειές τους όταν τις υπομένουμε
Αλλ' αφού οι δοκιμασίες και οι θλίψεις έρχονται ή επιτρέπεται να έλθουν απ' τον Θεό στη ζωή μας και αποβλέπουν οπωσδήποτε στο καλό μας, αξίζει να δούμε για ποίο λόγο είναι «μεγάλο αγαθό», όπως τονίζουν οι Πατέρες και ποιες είναι οι συγκεκριμένες ωφέλειές τους.
ι. Πρόκειται για μεγάλο αγαθό!
Τονίζει και πάλι ο Άγ. Ιω. Χρυσόστομος: «Είναι μεγάλο αγαθό η θλίψη! Είναι στενή οδός! Ώστε η θλίψη, μας σπρώχνει τελικά μέσα στην ταπεινή οδό! Όποιος δεν θλίβεται, δεν θα μπορέσει να μπει. Γιατί αυτός που καταθλίβει τον εαυτό του μέσα στην στενή οδό, αυτός είναι που απολαμβάνει και την άνεση, ενώ όποιος πλατύνει τον εαυτό του, και δεν εισέρχεται, αλλά κι όταν σφηνώνεται τότε θλίβεται, όπως λέχθηκε. Άκουσε πως μπήκε σ' αυτή τη στενή οδό ο Παύλος. «Ταλαιπωρώ το σώμα μου -λέγει- και το μεταχειρίζομαι σαν δούλο» (Α' Κορ. 9,27). Ταλαιπωρούσε το σώμα του για να μπορέσει να μπει. Γι' αυτό σε όλες τις θλίψεις του ευχαριστούσε τον Θεό. Έπαθες ζημιά χριστιανική; Αυτό θα σε κάνει να προχωρήσεις πιο άνετα στο στενό δρόμο! Ξέπεσες απ' τη δόξα που είχες; Αυτή είναι μια άλλη ευρύτητα! Συκοφαντήθηκες κι έγιναν πιστευτά αυτά που λέχθηκαν εναντίον σου, αυτά για τα οποία εσύ δεν γνωρίζεις τίποτε; Να χαίρεσαι και να αγάλλεσαι! Γιατί λέγει, «μακάριοι είσαστε, όταν σας υβρίζουν οι άνθρωποι, και πουν ψευδόμενοι κάθε είδους κακολογία εναντίον σας εξαιτίας μου. Χαίρετε και αγάλλεσθε, γιατί ο μισθός σας είναι μεγάλος στους ουρανούς» (Ματθ. 5,ΙΙ). Γιατί απορείς για τις λύπες που σου συμβαίνουν και θέλεις ν' απαλλαγείς από τους πειρασμούς; Και ο Παύλος θέλησε ν' απαλλαγεί και πολλές φορές παρεκάλεσε γι' αυτό τον Θεό και δεν το κατόρθωσε. Γιατί το «τρεις» σημαίνει πολλές φορές. Λέγει: «Για τον πειρασμό αυτό τρεις φορές παρεκάλεσα τον Κύριο και μου είπε: Είναι αρκετή η Χάρη που σου δίνω. Γιατί η δύναμή μου αναδεικνύεται τέλεια όταν ο άνθρωπος ζει μέσα στις θλίψεις» (Β' Κορ. 2,8). «Ασθένεια» εδώ λέγει τις θλίψεις. Για όλα, λοιπόν, ας ευχαριστούμε τον Θεό και για την άνεση και για τη θλίψη, ας μην γογγύζουμε, ας μην είμαστε αχάριστοι...». [Απ' την ΛΓ' Ομιλία του «ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ»] Αλλά προβάλλοντας τη θλίψη ως μεγάλο αγαθό, ο Άγ. Ιω. Χρυσόστομος παραθέτει παραδείγματα απ' τη ζωή Αγίων ανδρών που εξυψώθηκαν κι έκαναν καταπληκτικά πράγματα, μέσα απ' τις θλίψεις. Λέγει: «Όπου υπάρχει δοκιμασία, εκεί υπάρχει και παρηγορία. Όπου παρηγορία εκεί και η Χάρη. Όταν, λοιπόν, ο Απ. Παύλος ρίχτηκε μέσα στη φυλακή, τότε έκανε εκείνα τα θαύματα! Όταν ναυάγησε και παρασύρθηκε στη βάρβαρη χώρα, τότε περισσότερο δοξάστηκε! Όταν μπήκε στο δικαστήριο δεμένος, τότε νίκησε και τον δικαστή! Έτσι γινόταν στην Π. Διαθήκη. Στις δοκιμασίες ανθούσαν οι δίκαιοι! Έτσι οι τρεις παίδες, έτσι ο Δανιήλ και ο Μωυσής και ο Ιωσήφ! Όλοι απ' τους πειρασμούς αναδείχθηκαν λαμπροί και αξιώθηκαν των πιο μεγάλων βραβείων! Γιατί τότε καθαρίζεται και η ψυχή, όταν θλίβεται για τον Θεό. Τότε παίρνει μεγαλύτερη βοήθεια, επειδή έχει ανάγκη περισσότερης συμμαχίας κι είναι άξια περισσότερης Χάριτος. Και πριν απ' την τελική ανταπόδοση που φυλάσσεται γι' αυτόν απ' τον Θεό, καρπώνεται μεγάλα αγαθά, καθώς γίνεται πεπαιδευμένη. Γιατί και την υπερηφάνεια αφαιρεί, και τη ραθυμία εξολοθρεύει τελείως η θλίψη, και εγκαρδιώνει για την υπομονή. Ξεσκεπάζει την ευτέλεια των ανθρώπινων πραγμάτων και εισάγει στην ψυχή πολλή γνώση και παίδευση. Γιατί στη θλίψη υποχωρούν όλα τα πάθη, φθόνος, ζήλια, επιθυμία, κυριαρχία, έρωτας χρημάτων και σωμάτων, αλαζονεία, υπερηφάνεια, θυμός κι όλο το υπόλοιπο πλήθος αυτών των νοσημάτων. Κι αν θέλεις να δεις πάνω στα πράγματα να γίνεται αυτό, θα σου δείξω και ιδιαιτέρως έναν άνθρωπο, και λαό ολόκληρο, που να έζησαν και με θλίψεις και με άνεση, και θα σου αποδείξω πόσο είναι το κέρδος απ' τη θλίψη και πόση ραθυμία απ' την άνεση. Λοιπόν, και ο λαός των Εβραίων, όταν μεν δεινοπαθούσε και στενοχωριόταν, στέναζε και παρακαλούσε τον Θεό, πολλή βοήθεια και χάρη προσείλκυε απ' Αυτόν. Όταν όμως βρέθηκε σε άνεση, αποστάτησε. Οι Νινευίτες, πάλι, όταν απολάμβαναν ατιμωρησίας, τόσο πολύ εξόργισαν τον Θεό, ώστε Αυτός να απειλήσει ότι θα καταστρέψει εκ βάθρων την πόλη ολόκληρη. Όταν, όμως, ταπεινώθηκαν απ' το κήρυγμα Εκείνου, επέδειξαν κάθε σύνεση και φρόνηση. Αν θέλεις δε ιδιαιτέρως και άνδρα, σκέψου τον Σολομώντα. Γιατί κι αυτός, όταν μεν βρισκόταν σε φροντίδες και ταραχή σκεπτόμενος την κυβέρνηση του έθνους του, αξιώθηκε εκείνου του οράματος. Όταν όμως βρέθηκε σε τρυφή και απολαύσεις, γλίστρησε στο βάραθρο της κακίας. Τι έγινε δε και με τον πατέρα του; Πότε ήταν θαυμαστός και ένδοξος; Όχι όταν βρισκόταν σε πειρασμούς; Ο δε Αβεσσαλώμ, μέχρις ότου έφυγε, δεν ήταν σώφρων; Όταν όμως επανήλθε και τυραννικός δεν έγινε και πατροκτόνος δεν ήθελε να γίνει; Επίσης και ο Ιώβ. Γιατί αυτός ήταν μεν λαμπρός κι είχε όλα τα αγαθά, λαμπρότερος όμως αναδείχθηκε μετά τη δοκιμασία. Και τι χρειάζεται να λέμε τα αρχαία και παλαιά; Γιατί αν εξετάσει κανείς τα δικά μας τα τωρινά, θα δει πόσο είναι το κέρδος απ' τη θλίψη. Γιατί τώρα μεν, επειδή απολαμβάνουμε ειρήνης έχουμε ξαπλώσει και ζούμε με τρυφή κι έχουμε γεμίσει την Εκκλησία με αμέτρητα κακά. Όταν, όμως, διωκόμαστε και σωφρονέστεροι είμαστε και περισσότερο μετριόφρονες και χρηστοήθεις, και στις συγκεντρώσεις αυτές είμαστε προθυμότεροι και στο να ακούσουμε τον λόγο του Θεού. Ότι είναι η φωτιά για το χρυσό, αυτό είναι και η θλίψη για τις ψυχές, η οποία κατακαίει τον ρύπο, και απεργάζεται καθαρούς και καθιστά λαμπρούς και καθαρούς. Αυτή εισάγει στην βασιλεία, ενώ η άνεση στην κόλαση. Γι' αυτό και οι μεν είναι ευρύχωρη, ενώ η άλλη στενή. Γι' αυτό και ο ίδιος (ο Κύριος) έλεγε: «Στον κόσμο θλίψη θα έχετε», ΣΑΝ ΝΑ ΜΑΣ ΑΦΗΝΕ ΚΑΠΟΙΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΓΑΘΟ»! [Απ' τον ΚΣΤ' Λόγο του «ΕΙΣ ΤΗΝ Β' ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ»]
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 122-126.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)