«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»
Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine
«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».
Κωστής Παλαμάς
Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014
Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014
ΕΙΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ FACEBOOK
''Εις το όνομα του Facebook,η υπερβολή διαθλάται πίσω από την αυτιστική παραδοχή ενός χωμάτινου Θεού,που από ταπεινό αρνίο,οι χλιαροί τον έκαναν κάτι σαν σταρ του Σινεμά.''
Καλοκαίρι 2014.
Τα ''μπάνια του λαού'' εν δράσει, η αποτείχιση από το κλεινόν και άπνοον άστυ ομοιάζει με απόδραση ισοβίτη, λίγο πριν τον συλλάβει αυτό το μαυροτσούκαλο, εκφασισμένο κράτος, που εξελίχθηκε πλέον σ' ένα μπαρουτοκαπνισμένο καθεστώς. Οι πολίτες σαν τσιπαρισμένες, ανοικές συνειδήσεις ρομποτοποιούν νυχθημερόν τις βιοτικές ανάγκες τους και αποστασιοποιημένοι - στην πλειονότητά τους - από Θεό και Εκκλησία ετοιμάζουν με προσεγμένη επιμέλεια τα σάβανα της ψυχικής ευθανασίας τους. Δεν είναι το σύστημα που φταίει, είναι απλά, απλούστατα η άνευ όρων παράδοση στον διάβολο, η εξαγορά ευρύχωρου και ολονύχτιου ''αγροτεμαχίου'' στην κόλαση με ιδεατούς και ευπροσάρμοστους όρους. Η δε κόλαση - χάριν της γενικευμένης Αποστασίας - ανακαινίζεται και εμπλουτίζεται συνεχώς με νέους, μόνιμους ιδιοκτήτες, με άκρως ''δελεαστικά'' και ''συμφέροντα'' πακέττα, για μόνιμες πλέον διακοπές!
Και μείναμε εμείς, το 5 ο/ο του ''θυμόσοφου'' και ''λαοπρόβλητου'' λαού να δηλώνουμε χλιαροί Χριστιανοί, που μοιάζει πλέον το όλον θέμα κάτι σαν κάρτα μέλους ποδοσφαιρικής ομάδας ή μεγάλου πολυκαταστήματος στο κέντρο της πόλης. Χριστιανοί της εύμορφης βιτρίνας και του υποκριτικά ''καθωσπρεπικού'' πρωτοκόλλου, Χριστιανοί - ιλουστρασιόν αθλητές, στην πνευματική παλαίστρα ενός ευφάνταστου, γυάλινου, οικιοποιημένου κόσμου, που μοιάζει φανταστικά γραφικότατα με τα Jumbo της γωνίας. Χριστιανοί της Εθιμοτυπίας, του Ψυχαναγκασμού και του Φει βολάν. Το Facebook για μας τους χλιαρούς είναι συχνά, ιδανικά διαπραγματεύσιμος χώρος διαφημιστικής καμπάνιας κάθε ευκατανάλωτης και εύπεπτης ανοησίας, που πλανερά χειραγωγούντες την βαφτίζουμε, ως ''θεοπρεπές'' και ''ορθόδοξο'' κατόρθωμα. Οι περισσότεροι, απνευμάτιστοι, λίαν εκκοσμικευμένοι και περισσώς, γήινα ζωσμένοι θωρούν την Μετάνοια, ως δυσεύρετη παρόλα στο λεξικό του Μπαμπινιώτη. Έχουν εναρμονίσει τεχνιέντως κατά το δοκούν και κατά το συμφέρον την πνευματική με την κοσμική ζωή, λες και Χριστός και διάβολος χωρούν μαζί στην ίδια εύπλαστη και επίπλαστη καρδιά τους. Ο εκκλησιασμός κατάντησε επιβεβλημένη υποχρέωση και η εξομολόγηση, κάτι σαν φορολογική εκκαθάριση του τρέχοντος έτους. Η προσευχή γίνεται ευκαιριακά σε έκτακτες περιπτώσεις, κάτι σαν το 11888 του ΟΤΕ, που, επειδή είναι ακριβό, αποφεύγεται, ενώ η ελεημοσύνη - καθ' όποιον τρόπο - είναι πάντα καλοδεχούμενη, εφόσον αυτή δεν θίγει την δική μας τσέπη ή την διάθεση. Κι αυτή η ξεφτισμένη στην σκέψη μας Μετάνοια, διαδικαστική λέξη ''του συρμού,'' απλώς, για να ξεχωρίζουμε το Πριν απ' το Μετά. Λέξεις, όπως αυτομεμψία, νήψη, καρτερία, υπομονή, Θείος Έρως, παραμένουν ακόμα άγνωστες... Είκοσι εννέα κατασκευαστές συνειδήσεων - τους λένε και δαίμονες - δεν τις αποκάλυψαν ακόμη... Αντιθέτως όμως, λέξεις, όπως κατάκριση, καταλαλιά, θυμός, ακηδία και πλάνη, συνιστώνται ανεπιφύλακτα προς πνευματικήν οικοδομήν μιας σάπιας, αρρωστημένης και λίαν παιδεύουσας ψυχής. Πώς γίναμε έτσι, πένθιμοι αφισοκολλητές αυτοδημιουργημένων ιδεών και ανοικοί πλαστικοποιητές σάθρων ιδεών και ψευδόπλαστων ελπίδων! Σ' αυτό το Facebook - δεν ξέρω - αν οι αναρτήσεις συνομολογούν στην βοήθεια των αδυνάτων ή στην ανόητη, ως και γελοία αποδοχή όλο και περισσότερων like. Πολλές φορές, το πολύ της γραφικότητας γεννά παραφροσύνη κι ένας αδόκιμος τραγέλαφος γίνεται σοβαρή υπόθεση. Πολλοί προσεύχονται μέσω αναρτήσεων, παρακαλούν, προσδοκούν κι επικαλούνται με τέτοια αξιοζήλευτη θέρμη και μια παράδοξη έπαρση, που λες, γιατι δεν ποιούν αυτό κατά μόνας, μπροστά σε μια εικόνα, μόνοι, ''γυμνοί'' και ταπεινούντες στην θέα του Θεού; Απλά, γιατι η πλάνη συνεπικουρούμενη από την δεικτικότητα έκαναν την προσευχή, να μοιάζει με ομαδική, προτεσταντική επίκληση, κάτι σαν τις άναθρες και πομπώδεις κραυγές πεντηκοστιανών σε χλιδάτη αίθουσα λαικού αναψυκτηρίου. Η ταπεινότητα κατακρημνίστηκε στο όνομα μιας γενικόλογης, άμορφης και άχαρης ''Αγάπης,'' χωρίς στοιχεία και ταυτότητα, καταχωρημένη σε ανώνυμο χαρτοφύλακα άγνωστου, ληξιαρχικού συλλέκτη. Γιατι οι χλιαροί έκαναν αυτήν την ''Αγάπη,'' να μοιάζει με πλουσία κυρία μεγαλοεφοπλιστικής οικογενείας, που αίφνις αποφάσισε, να γίνει ''πρέσβειρα καλής θελήσεως'' στις υπό εξαφάνιση χελώνες caretta-caretta ή στα Tursiops truncatus δελφίνια των ακτών της Καραϊβικής. Σε μια τέτοια κοσμοπολίτικη και κυρίως γήινη ''Αγάπη'' υποτάχθηκαν οι περισσότεροι, μια αρκετά συμφέρουσα, ανέξοδη και επίπλαστη ''Αγάπη,'' που όλα τα συγχωρεί και όλα τα επιτρέπει. Έτσι ποιούνται αναρτήσεις, που θα έκαναν τον κάθε αιρετικό ''ευαγγελιστή'' ή τον κάθε νεόκοπο οικουμενιστή να σκάει χαμόγελο στην ''προσωπικότητα'' της Πλάνης! Υπάρχουν βεβαίως και οι ''θεωρητικοί'' του Χριστιανισμού,όπως του Καπιταλισμού,του Σοσιαλισμού και εν γέννει κάθε Σιωνιστικού -Ισμού. Αυτοί εντρυφούν συνήθως με ύφος πανεπιστημιακού διδάκτορα, που κέρδισαν μια έδρα στον αστερισμό της Έπαρσης! Δηλώνουν με κάθε επισημότητα την θεολογική τους ταυτότητα και τον επιστημονικό καταρτισμό τους, αυτοπροβάλλονται, ως παροχημένες διαφημίσεις στο καταναλωτικό κοινό τους, επιδεικνύουν παντού την ιλουστρασιόν κάρτα της εμβληματικής τους ετικέτας και αυτοαναιρούνται μέσα από την δύσοσμη υπερηφάνεια των επηρμένων λόγων τους!...
Δεν χρειάζεται καμμιά ιδιαίτερη μόρφωση
για ν' αντιληφθεί κανείς όλα αυτά.
Ένας υγειώς - σκεπτόμενα - πιστός,
μπορεί να ξεχωρίσει τo original από το κινέζικο προιόν της Facebook βιτρίνας.
Εις το όνομα του Facebook,
η υπερβολή διαθλάται πίσω από την αυτιστική παραδοχή ενός χωμάτινου Θεού,
που από ταπεινό αρνίο, οι χλιαροί τον έκαναν κάτι σαν σταρ του Σινεμά.
Ποτε ταυτίζεται με λατίνο ηθοποιό της Cinecita
και ποτε με αρρενωπό μοντέλο της πασαρέλλας.
Η ανάγκη για δημοσιευμένη δεικτικότητα μπέρδεψε τα πνευματικά βιβλία της Ορθοδοξίας
με τα Εικοναγραφημένα Κλασσικά περιοδικά της δεκαετίας του '70.
Κι εμείς συμμέτοχοι σε κατά συρροήν και κατά διαδοχήν πνευματικά εγκλήματα
αδυνατούμε ακόμη ν' αντιληφθούμε,
πως η Μετάνοια δεν γράφεται με γράμματα,
χτυπημένα στο μαύρο πληκτρολόγιο.
Εύχεσθε!
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Κυριακή 27 Ιουλίου 2014
ΟΜΟΛΟΓΗΤΑΙ ΚΑΙ ΖΕΣΤΟΙ ΕΝ ΚΥΡΙΩ
«Οἶδα σου τὰ ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρὸς εἶ οὔτε ζεστός· ὄφελον ψυχρὸς ἦς ἤ ζεστός·
οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ, καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου» (᾿Αποκαλ. γ´ 15-16).
(Ξέρω καλὰ τὰ ἔργα σου.
Οὔτε ψυχρὸς εἶσαι [στὴν πίστι] οὔτε ζεστός. Μακάρι νὰ ἤσουν ψυχρὸς ἤ ζεστός.
῎Ετσι, ἐπειδὴ εἶσαι χλιαρὸς καὶ δὲν εἶσαι οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, θὰ σὲ ξεράσω ἀπὸ τὸ στόμα μου).
Οἱ λόγοι αὐτοί, τοὺς ὁποίους
ἀπευθύνει ὁ Κύριός μας στὸν ἐπίσκοπο τῆς Λαοδικείας στὴν ῾Ιερὰ ᾿Αποκάλυψι, ἁρμόζουν δυστυχῶς στοὺς περισσοτέρους Χριστιανοὺς τῶν ἡμερῶν μας.
Οἱ Χριστιανοὶ αὐτοὶ πολλὲς φορὲς μὲ τὴν χλια- ρότητα τῆς ἀγάπης τους πρὸς τὸν Χριστόν μας, δὲν εἶναι
ὅπως τοὺς θέλει ὁ Θεός, δηλαδὴ τὸ πνευματικὸ «φῶς» καὶ «ἅλας» τῆς γῆς (Ματθ. ε´ 13, 14).
Γιατὶ ὅμως συμβαίνει αὐτό;
Διότι ἁπλούστατα οἱ Χριστιανοὶ αὐτοὶ δὲν εἶναι «ζεστοὶ» ἐν Κυρίῳ: δὲν ἀγαποῦν θερμὰ τὸν Σωτῆρα μας,
δὲν εἶναι ζηλωταὶ τοῦ νόμου καὶ τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του.
Γι᾿ αὐτὸ τοὺς λείπει τὸ εὐλογημένο θάρρος τῆς ὁμολογίας, τὸ ὁμολογιακὸ πνεῦμα καὶ φρόνημα...
Οἱ Χριστιανοὶ τῆς ἐποχῆς μας
ἔχουν ἐπηρεασθῆ βαθύτατα ἀπὸ τὸ κοσμικὸ πνεῦμα·
ἔχουν κυριευθῆ ἀπὸ τὴν φιλοδοξία, τὴν φιλαργυρία καὶ τὴν φιληδονία, δηλαδὴ ἔχουν ὑποδουλωθῆ στὸν ἐγωϊσμό,
τὴν ἀφιλαδελφία καὶ τὴν σαρκολατρεία.῎
Η ῾Αγία ᾿Ιουλίττα ἤκμασε κατὰ τοὺς δεινοὺς καὶ τρικυμιώδεις χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305), τοῦ φοβεροῦ αὐτοῦ διώκτου τῶν Χριστιανῶν.Κατήγετο ἀπὸ τὸ ᾿Ικόνιον τῆς Λυκαονίας τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας καὶ ἦταν μία ἀπὸ τὶς πλέον εὐλαβεῖς καὶ πιστὲς Χριστιανές.Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ συζύγου της, πολὺ νέα ἀφιερώθηκε στὴν ἀνατροφὴ τοῦ βρέφους της, τὸ ὁποῖον ἐβάπτισε μὲ τὸ ὄνομα Κήρυκος.Μέχρι δὲ τὴν ἡλικία τῶν τριῶν ἐτῶν τοῦ ἐδίδασκε μὲ περισσὴ φροντίδα καὶ ἐπιμέλεια, ἰδίως ὅμως μὲ τὸ παράδειγμά της, τὴν πίστι καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριόν μας ᾿Ιησοῦ Χριστό, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται μὲ τὴν προσευχή, τὴν ἁγία καὶ ἐνάρετη ζωή, τὴν συμμετοχὴ στὰ ῞Αγια Μυστήρια καὶ τὴν ὁμολογία τοῦ ῾Αγίου ᾿Ονόματός Του.῞Οταν τὰ θύματα τοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν Χριστιανῶν πολλαπλασιάσθηκαν, ἡ ῾Αγία ᾿Ιουλίττα πῆρε τὸν μικρὸ καὶ πολυαγαπημένο της Κήρυκο καὶ κατέφυγε στὴν Σελεύκεια τῆς Κιλικίας. ᾿Αλλὰ καὶ ἐκεῖ ἡ φλόγα τοῦ διωγμοῦ ἐμαίνετο...῎Ετσι ἡ ῾Αγία κατέφυγε στὴν Ταρσό, τὴν γενέτειρα τοῦ ῾Αγίου ᾿Αποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου.᾿Εκεῖ ὁ ἡγεμόνας τῆς πόλεως, ὀνόματι ᾿Αλέξανδρος, ἄνθρωπος ἄγριος καὶ θηριώδης, ἔμαθε γιὰ τὴν ῾Αγία καὶ τὴν ἐκάλεσε σὲ ἀπολογία.Βλέποντας τὴν στοργή, ποὺ ἔτρεφε πρὸς τὸν μικρὸ χαριτωμένο ἄγγελό της, τὸν Κήρυκο, προσεπάθησε νὰ νικήση τὴν Πίστι της μὲ τὴν ἀπειλὴ τοῦ θανάτου αὐτῆς καὶ τοῦ τέκνου της. ῞Ομως ἡ ῾Αγία παρέμεινε σταθερὴ καὶ ἀπτόη- τη καὶ ἦταν ἕτοιμη νὰ προσφερθῆ θυσία ζῶσα καὶ ἄμωμος, μαζὶ μὲ τὸν μικρόν υἱόν της, παρὰ νὰ ἀρνηθῆ τὴν εὐσέβεια. Τότε ὁ ἡγεμόνας ἅρπαξε μὲ θυμὸ ἀπὸ τὶς μητρικὲς ἀγκάλες τὸν μικρὸ Κήρυκο καὶ ἄρχισε νὰ τὸν καλοπιάνη, νὰ τὸν θωπεύη καὶ νὰ τὸν ἀσπάζεται, γιὰ νὰ κάμψη τὴν μητέρα καὶ νὰ τὸν ἑλκύση μὲ τὸ μέρος του. ῞Ομως, ὁ Κύριός μας, ὁ σοφίζων καὶ φωτίζων τὰ νήπια, ἔδωσε διὰ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος «στόμα καὶ σοφίαν» (Λουκ. κα´ 15) στὸν μικρὸ στὴν ἡλικία καὶ μέγα στὴν ὁμολογία Κήρυκο. Τὸ θεοφώτιστο νήπιο ἄρχισε νὰ ἐπικαλῆτε μὲ φωνὴ ὑποψελλίζουσα τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ φωνάζη: «Εἶμαι Χριστιανός!... ῎Αφησέ με νὰ πάω στὴν μητέρα μου»!Μάλιστα, γιὰ νὰ ξεφύγη ἀπὸ τὸν τύραννο, ἄρχισε νὰ τὸν κτυπᾶ καὶ νὰ τὸν κλωτσᾶ στὴν κοιλιά, λέγοντας καθαρὰ καὶ ἐπίμονα: «᾿Εγὼ τὸν Χριστὸν ἀγαπῶ»! ῾Ο ἡγεμόνας ᾿Αλέξανδρος, μὴ ὑποφέροντας τὰ κτυπήματα τοῦ μικροῦ Κηρύκου καὶ ἰδίως τὴν ἧττα καὶ τὸ ὄνειδος ἀπὸ τὴν ῾Ομολογία του, ἐξεμάνη καὶ μὲ ἀγριότητα καὶ ἀπανθρωπία ἔρριψε τὸ νήπιο ἀπὸ τὶς σκάλες τοῦ κριτηρίου, λακτίζοντάς το μὲ δύναμι.Τὸ δὲ μακάριο νήπιο κτυπήθηκε στὴν κεφαλὴ θανάσιμα καὶ παρέδωσε στὸν Δεσπότη Χριστὸ τὴν ἁγία καὶ ἀθώα ψυχούλα Του. Ετσι ἀξιώθηκε νὰ λάβη ἐνδόξως τὸν στέφανο τῆς ῾Ομολογίας καὶ ᾿Αθλήσεως.Στὸ θέαμα αὐτό, ἡ τρισμακαρία μητέρα τοῦ παιδομάρτυρος, νικήσασα τὴν φύσι μὲ τὴν Πίστι στὸν Χριστὸ καὶ χαίρουσα καὶ εὐχαριστοῦσα τὸν Θεό, εἶπε στὸν τύραννο: «῞Οπως συνέτριψες τὴν κεφαλὴ τοῦ τέκνου μου, ἔτσι θὰ συντριβῆ, σκληρὲ καὶ κακοῦργε ἄρχοντα, ἡ ψευδοθρησκεία σου»... Η μητρομάρτυς ῾Αγία ᾿Ιουλίττα, ἀφοῦ δοκι- μάσθηκε μὲ φρικτὰ κολαστήρια καὶ δὲν ἀρνήθηκε τὸν γλυκύτατό μας ᾿Ιησοῦ, τέλος ἀποκεφαλίσθηκε τὸ ἔτος 304 καὶ ἔλαβε τὸν στέφανο τοῦ Μαρτυρίου, γιὰ νὰ συναγάλλεται μὲ τὸν τριετῆ ἀμνό της ῞Αγιο Κήρυκο καὶ νὰ δοξάζωνται μαζὶ στοὺς οὐρανοὺς ἀπὸ τοὺς ᾿Αγγέλους καὶ στὴν γῆ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. ῾Η ῾Αγία μας ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία τελεῖ τὴν μνήμη τους τὴν 15η ᾿Ιουλίου. Ο Βίος, ἡ ῾Ομολογία καὶ τὸ Μαρτύριο τῶν ῾Αγίων Κηρύκου καὶ ᾿Ιουλίττης ἀποτελοῦν πράγματι ἕναν ἰσχυρὸ ἔλεγχο γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς μας καὶ μίαν διαρκῆ ὑπόμνησι τοῦ χρέους καὶ τῆς εὐθύνης μας νὰ τοὺς μιμηθοῦμε, ἐφ᾿ ὅσον ἐφ᾿ ὅσον ἡ Πίστις μας στηρίζεται στὰ Αἵματα ὁδηγητικῶν μορφῶν, οἱ ὁποῖες ἐθυσίασαν καὶ αὐτὴν ἀκόμη τὴν ζωή τους γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Σωτῆρος μας. Εἴθε ὁ Κύριός μας ᾿Ιησοῦς Χριστὸς νὰ δίδη στοὺς ᾿Ορθοδόξους Χριστιανοὺς τὴν Χάριν τῆς ῾Ομολογίας τοῦ ῾Αγίου ᾿Ονόματός Του καὶ τῆς ἐφαρμογῆς τῶν σωτηρίων ἐντολῶν Του, πρὸς σωτηρίαν αἰώνιον. ᾿Αμήν!
Εκεῖνον ποὺ ἐσταυρώθη γι᾿ αὐτοὺς καὶ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ Τοῦ ἐκφράσουν τὴν ἀγάπη καὶ εὐγνωμοσύνη τους.
῎Αλλοι πάλι Χριστιανοί, ἀπὸ ἐντροπὴ καὶ δειλία, χαλοῦν εὔκολα τὴν νηστεία τους, ὅταν εἶναι ἡμέρες ἤ περίοδοι
ποὺ ἀπαγορεύονται τὰ ἀρτύσιμα φαγητά, διότι δὲν θέλουν δῆθεν νὰ προσβάλουν ἐκείνους ποὺ - ἀπὸ ἄγνοια ἤ ἀδιαφορία - δὲν νηστεύουν!...
Μάλιστα ὑπάρχουν κι ἐκεῖνοι ποὺ πέφτουν ἀκόμη πιὸ χαμηλά: ἀνέχονται ἀδιαμαρτύρητα ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἐνώπιόν τους ἐκστομίζουν φοβερὲς βλασφημίες,
βεβηλώνοντας κάθε ἱερὸ καὶ ὅσιο τῆς ῾Αγίας Πίστεώς μας!...
Πόνος κυριεύει τὴν καρδιά μου, ὅταν ἀντιμετωπίζω τὸ θλιβερὸ φαινόμενο τέτοιων χλιαρῶν Χριστιανῶν καὶ στὴν ἐπιθυμία μου
νὰ τοὺς βοηθήσω νὰ γίνουν «ζεστοὶ» γιὰ τὸν Κύριό μας, προβαίνω στὴν ἔκδοσι τοῦ φυλλαδίου αὐτοῦ.
Περιέχει πολὺ περιληπτικὰ τὸν Βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τοῦ ῾Αγίου Κηρύκου, ὁ ὁποῖος - ἄν καὶ ἦταν τριετὲς νήπιο - ἀνεδείχθη μεγάλος ῾Ομολογητὴς τῆς ῾Αγίας Πίστεώς μας·
ἐπίσης καὶ τῆς μητρός του ῾Αγίας ᾿Ιουλίττης.
῎Ετσι, ἐλπίζω αὐτὸ τὸ φυλλαδιάκι νὰ ὑπενθυμίζη στοὺς Χριστιανούς μας συνεχῶς τὸ σωτήριο χρέος τῆς ῾Ομολογίας, ὅπως αὐτὸ ἀπορρέει ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ Χριστοῦ μας:
«Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ᾿Εμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν Οὐρανοῖς·
ὅστις δ᾿ ἄν ἀρνήσεταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν Οὐρανοῖς» (Ματθ. ι´ 32-33).
Η φωτογραφία είναι του Πρεσβυτέρου π. Μιχαήλ Κωνσταντινίδη
Μακαριστού Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού Α'
Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014
Ο ΣΤΑΥΡΟΣ...! Ο ΣΤΑΥΡΟΣ...!
''Τό βράδυ ἐκεῖνο τοῦ 1925, πού φανερώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρός, ἔκανα τό τελευταῖο δρομολόγιο, ὡς ὁδηγός τράμ.
Εἶχα φθάσει στήν ῾Ομόνοια καί ἔκανα τόν κύκλο της, ὅταν εἶδα τούς ἀνθρώπους νά κοιτάζουν πρός τόν οὐρανό καί νά φωνάζουν·
"κοιτάξτε... ὁ Σταυρός... ὁ Σταυρός".
᾿Αμέσως πάτησα φρένο καί σταμάτησα τό ὄχημα.
῎Εβγαλα τό κεφάλι μου ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ ὀχήματος καί εἶδα κι' ἐγώ ὁ ἀνάξιος τόν Τίμιον Σταυρόν τοῦ Κυρίου μας
-δοξασμένο νά'ναι τό ἅγιον ὄνομά του-
νά φεγγοβολᾶ πάνω ἀπό τόν ῾Υμηττό.
Δέν θυμᾶμαι πόσο κράτησε αὐτό.''
Η ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στούς Γνησίους ᾿Ορθοδόξους ἦταν στήριγμα, θεία ἐπιβράβευση
τοῦ δύσκολου ἀγώνα ὑπέρ τῆς διαφυλάξεως τῶν πατρόων παραδόσεων.
Πάνω ἀπό δύο χιλιάδες ἦσαν οἱ πιστοί, οἱ ὁποῖοι "ἰδίοις ὅμμασι" εἶδαν καί ἐθαύμασαν τό συγκλονιστικό θαῦμα.
῾Ο μακαριστός ᾿Επίσκοπος Πενταπόλεως, κυρός Καλλιόπιος,
στήν μνημειώδη καί μοναδική γιά τήν ἱστορία τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος,
σειρά τῶν "ΠΑΤΡΙΩΝ",
καταγράφει μεταξύ ἄλλων καί ὀρισμένες χαρακτηριστικές μαρτυρίες, ἀνθρώπων, πού ἦσαν ἐκεῖ,
ἀψευδεῖς, αὐτόπτες μάρτυρες τῆς θαυματουργικῆς ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στόν ᾿Αττικό οὐρανό.
᾿Εξόχως ἐνδιαφέρουσα καί σημαντική εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ ᾿Ιωάννη Γλυμμῆ.
῏Ηταν ἕνας ἀπό τούς ἄνδρες τῆς χωροφυλακῆς,
οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀνέβη στούς πρόποδες τοῦ ῾Υμηττοῦ γιά νά συλλάβουν τόν ἱερέα τόν εὐλαβέστατο
παπα-Γιάννη Φλῶρο
καί νά ἐμποδίσουν ἔτσι τήν τέλεση τῆς ἀγρυπνίας.
῞Οπως εἶπε ὁ μακαριστός ᾿Ιωάννης Γλυμμῆς, ὄντως ἔγινε ἔνορκη ἀνάκρισις διά τό θαῦμα. ῾Ο τότε ὅμως ὑπουργός τῶν ἐσωτερικῶν, τήν ἀπέκρυψε ἀπό την δημοσιότητα. 'Ομως ὁ Τίμιος Σταυρός δέν ἦταν ὁρατός μόνο στήν περιοχή τοῦ ῾Υμηττοῦ. ῾Υπῆρξαν ἐκείνη τήν ὥρα ἄνθρωποι πού εἶδαν τό θαῦμα κι ἀπό τό κέντρο τῶν ᾿Αθηνῶν καί συγκεκριμένα ἀπό τήν πλατεία ῾Ομονοίας.
'Ενας ἀπό αὐτούς, ὁ ᾿Αθανάσιος Πριμάλης, ὁδηγός τοῦ τράμ, πού ἐκείνη τήν ὥρα ἔκανε τόν κύκλο τῆς ῾Ομονοίας, ἀφηγεῖται μέ συγκίνηση· «Τό βράδυ ἐκεῖνο τοῦ 1925, πού φανερώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρός, ἔκανα τό τελευταῖο δρομολόγιο, ὡς ὁδηγός τράμ. Εἶχαφθάσει στήν ῾Ομόνοια καί ἔκανα τόν κύκλο της, ὅταν εἶδα τούς ἀνθρώπους νά κοιτάζουν πρός τόν οὐρανό καί νά φωνάζουν· "κοιτάξτε... ὁ Σταυρός... ὁ Σταυρός". ᾿Αμέσως πάτησα φρένο καί σταμάτησα τό ὄχημα.
῎Εβγαλα τό κεφάλι μου ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ ὀχήματος καί εἶδα κι' ἐγώ ὁ ἀνάξιος τόν Τίμιον Σταυρόν τοῦ Κυρίου μας -δοξασμένο νά'ναι τό ἅγιον ὄνομά του- νά φεγγοβολᾶ πάνω ἀπό τόν ῾Υμηττό. Δέν θυμᾶμαι πόσο κράτησε αὐτό. ῞Ενα μόνο γνωρίζω, ὅτι ὁ Τίμιος Σταυρός πού εἶδα ἐκεῖνο τό βράδυ, μ' ἔκανε ἄλλο ἄνθρωπο. ᾿Από τότε ὅλοι στήν οἰκογένειά μου γίναμε πιστά τέκνα τῆς ᾿Εκκλησίας των Γνησίων ᾿Ορθοδόξων Χριστιανῶν». Η μακαριστή γερόντισσα Εὐθυμία, Καθηγουμένη τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, στήν Πάρνηθα ᾿Αττικῆς, ἐξιστορεῖ κατά τρόπον γλαφυρόν, ὅσα ἀξιώθηκε νά δεῖ μέ τά παιδικά τότε μάτια της, τήν εὐλογημένη ἐκείνη νύκτα. «Θυμᾶμαι τή βραδιά ἐκείνη τοῦ 1925, σάν νά'ναι τώρα.
Κάναμε ἀγρυπνία στόν ῞Αγιον ᾿Ιωάννη τόν Θεολόγο. Εἶχε ἔλθει πολύς κόσμος ἀπό Μέγαρα, Κούλουρη, ᾿Ελευσίνα καί Μάνδρα. Στίς 11 καί μισή περίπου οἱ περισσότεροι ἦταν ἔξω ἀπό τό ἐκκλησάκι, ἐνῶ ὁ παπα- Γιάννης καί λίγοι ἀπό μᾶς εἴμαστε μέσα. Ξαφνικά ἐκεῖ πού ὁ ψάλτης διάβαζε μέ δυνατή φωνή τήν ὡραία ὁμιλία πού ἀρχίζει μέ τό «πάλιν ἑορτήν καί πάλιν πανήγυρις» ἀκούσθηκαν φωνές ἀπό τό πλῆθος πού ἔλεγαν «ὁ Σταυρός!.. ὁ Σταυρός!..». ᾿Εμεῖς ὅμως μέσα δέν ξεκαθαρίσαμε καλά τί ἔλεγαν καί νομίσαμε, ὅτι φώναζαν ὁ στρατός, ὁ στρατός! ᾿Αμέσως λοιπόν, χωρίς κι' οἱ ἴδιοι νά τό καταλάβουμε πώς, ντύσαμε τόν παπά μέ Κουλουριώτικα ρούχα, μαντίλα καί φούστα. ῎Ετσι, καί νά τόν ἔβλεπαν, ἦταν ἀδύνατον νά τόν πιάσουν.
Οἱ φωνές ὅμως ἀπ' ἔξω ἐξακολουθούσαν δυνατές γι'αὐτό βγήκαμε καί ἐμεῖς ἔξω. ᾿Αλλ' ἐκεῖ πού μέ συγκίνηση καί γονατιστοί παρακολουθούσαμε τό θαυμάσιο, νά σου καί πλησιάζουν οἱ χωροφύλακες μέ τόν μακαρίτη τόν Παπαγεωργίου ἐπικεφαλῆς. Μόλις εἶδαν τόν Σταυρό γονάτισαν. Κι' αὐτοί πού ἦταν διώκτες φοβεροί, ἔγιναν, ὑπέρμαχοι τῆς ὀρθοδοξίας».Από τήν παράθεση αὐτῶν τῶν τόσο συγκινητικῶν μαρτυριῶν, ἀνθρώπων πού ἀξιώθηκαν τέτοιας μεγάλης τιμῆς, νά εἶναι μάρτυρες ἀψευδεῖς τῆς θαυματουργικῆς ἐμφανίσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, δέν θά μποροῦσε νά ἀπουσιάζει ἡ μαρτυρία τοῦ μακαριστοῦ ᾿Ηλία ᾿Αγγελοπούλου.
Τοῦτο, διότι ἦταν ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, σέ μιά τυχαῖα συνάντησή του μέ τόν μακαριστό πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομον, μέ τήν ἁπλότητά του, τόν αὐθορμητισμό καί κυρίως μέ τόν ἔνθερμο ζήλο του, ἔδωσε οὐσιαστικά στόν ἀγωνιστή Ποιμενάρχη τήν ἀφορμή γιά ἕνα ἔντονο προβληματισμό, πού κατέληξε στήν ὁμολογία τοῦ ῾Ιεροῦ ἀγῶνος τῶν Γνησίων ὀρθοδόξων καί τήν ἀνάληψη τῆς ποιμαντορίας τους. Νεαρός λοιπόν, 18 ἐτῶν τότε, εὑρισκόταν κι ἐκεῖνος στούς πρόποδες τοῦ ῾Υμηττοῦ, τήν ἀνεπανάληπτη ἐκείνη νύχτα τῆς 13ης πρός 14ην Σεπτεμβρίου 1925, γιά τήν ὁποία ἀναφέρει·
«῎Ημουν τότε 18 ἐτῶν. Μαζί μέ τήν μακαρίτισσα τήν μητέρα μου πήγαμε τό βράδυ ἐκεῖνο, ν' ἀγρυπνήσωμε στό ἐρημοκκλήσι τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, πού βρίσκεται στούς πρόποδες τοῦ ῾Υμηττοῦ. Εἴχαμε ἑτοιμαστεῖ μάλιστα νά μεταλάβωμε. Περί τίς 11 καί μισή, ἐνῶ ψαλλόταν, ἄν θυμᾶμαι καλά, ὁ μέγας ἑσπερινός τῆς ἑορτῆς τῆς ῾Υψώσεως, ἔγινε στόν οὐρανό ἡ ἐμφάνισις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. ῏Ηταν τόσο δυνατό τό φῶς του, πού ἐφωτίσθη ὁλόκληρος ἡ περιοχή. ῞Ολοι γονατίσαμε προσευχόμενοι καί δέν χορταίναμε νά βλέπωμε τό θεῖο αὐτό Δῶρο. Χαρακτηριστικά θυμᾶμαι ἕναν τυφλό, πού ἦταν δίπλα μου καί ἔχοντας τά κλειστά μάτια του στραμμένα πρός τόν οὐρανό ἐφώναξε μέ σπαρακτική φωνή τό "Κύριε ᾿Ελέησον"».
Τά δημοσιεύματα τῶν ἐφημερίδων, οἱ συγκλονιστικές καί συγκινητικές συνάμα περιγραφές τῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων, δημιούργησαν σάλο ἀνά τήν ῾Ελλάδα.
Κι αὐτός ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ὁ ἄνθρωπος πού προκάλεσε τό ἡμερολογιακό σχῖσμα, θορυβήθηκε τόσο
πού ἔκανε τό πᾶν γιά νά κρατήσει σιωπηλές τίς ἐφημερίδες.
Δέν πέτυχε ὅμως τήν ἀπόλυτη σιγή.
Εκτός ἀπό τήν ἐφημερίδα "ΣΚΡΙΠ", πού πρώτη δημοσίευσε τήν εἴδηση τοῦ θαύματος,
τήν ἑπομένη ἡμέρα καί μιά ἄλλη ἐφημερίδα,
ἡ "ΕΛΛΗΝΙΚΗ" ἀναφέρθηκε στό γεγονός.
῞Ενα ἀκριβῶς χρόνο ἀργότερα μετά τήν θαυματουργική ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, στίς 15/28-9-1926, τήν ἑπομένη τῆς ἑορτῆς τῆς ῾Υψώσεως,
ἡ ἐφημερίδα "ΕΛΛΗΝΙΚΗ" δημοσίευσε κι αὐτή μέ τή σειρά της, τό θαῦμα πού πρίν ἀπό ἕνα χρόνο εἶχε συμβεῖ
καθώς καί ἀναπαράσταση, πιστή στίς περιγραφές τῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων, τοῦ φωτεινοῦ Σταυροῦ· νά καταυγάζει
μέ τό λαμπρό λευκό του φῶς,ὁλόκληρη τή περιοχή
γύρω ἀπό τό μονίδριον τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου στόν ῾Υμηττό.
Πηγή: ''ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ''
Διασκευή,επιμέλεια ''ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ''
Η φωτογραφία της ανάρτησης είναι του Πρεσβυτέρου π. Μιχαήλ Κωνσταντινίδη.
ΒΛΕΠΕΙΣ ΑΒΒΑ ΤΟΝ ΝΕΚΡΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΟΥ;
Ήταν ένας γέροντας ασκητής και αναχωρητής,
ο οποίος ασκήτευσε σ’ ένα έρημο τόπο 70 χρόνια με νηστεία, παρθενία και αγρυπνία.
Στα τόσα δε χρόνια που δούλευε στο Θεό δεν αξιώθηκε να δει καμία οπτασία και αποκάλυψη εκ Θεού.
Και σκέφθηκε, λέγοντας τούτο:
«Μήπως για καμίαν αφορμή που δεν ξέρω εγώ δεν αρέσει του Θεού η άσκησή μου, και η εργασία μου είναι απαράδεκτη·
γιά τούτο δεν μπορώ να έχω αποκάλυψη και να δω κανένα μυστήριο:».
Αυτά λογιζόμενος ο γέροντας άρχισε να δέεται και να παρακαλεί το Θεό περισσότερο, προσευχόμενος και λέγοντας:
«Κύριε εάν σου αρέσει η άσκησή μου και δέχεσαι τα έργα μου, δέομαί σου ο αμαρτωλός και ανάξιος, να χαρίσεις και σε μένα κάποιο από τα χαρίσματά σου,
για να πληροφορηθώ με μία φανέρωση ενός μυστηρίου ότι άκουσες τη δέησή μου,
για να περνώ θαρρετά και πληροφορημένα την ασκητική μου ζωή».
Ενώ τα έλεγε αυτά ο άγιος γέροντας και παρακαλούσε, άκουσε τη φωνή του Θεού να του λέει: «Αν και αγαπάς και θέλεις να δεις τη δόξα μου, πήγαινε μέσα στη βαθύτατη έρημο και θα σου αποκαλυφθούν μυστήρια».Όταν άκουσε αυτή τη φωνή ο γέροντας, βγήκε από το κελλί του. Αφού απομακρύνθηκε, τον συνάντησε ένας ληστής, ο οποίος όταν είδε τον άββα, όρμησε με βία εναντίον του, θέλοντας να τον σκοτώσει. Όταν τον έπιασε, του είπε : «Σε καλή ώρα σε συνάντησα, Γέροντα, για να τελειώσω την εργασία μου και να σωθώ. Διότι εμείς οι ληστές έχουμε τέτοια συνήθεια και τέτοιο νόμο και πίστη. Ότι όποιος μπορέσει να κάνει εκατό φόνους, πηγαίνει στο παράδεισο. Εγώ, μετά από πολλούς κόπους έως τώρα έκανα ενενήντα εννιά φόνους. Μου λείπει ακόμα ένας για να τελειώσω την εκατοντάδα μου και να σωθώ. Λοιπόν, σου χρωστάω μεγάλη χάρη και σε ευχαριστώ, γιατί σήμερα για σένα θ’ απολαύσω τον παράδεισο».Όταν άκουσε τα λόγια του ληστή ο γέροντας, ξαφνιάστηκε και τρόμαξε με το ξαφνικό και ανέλπιστο πειρασμό. Και αφού με το νου του κοίταξε προς το Θεό σκέφτηκε και είπε: «Αυτή είναι η δόξα σου, Δέσποτα Κύριε, που θέλησες να δείξεις σε μένα το δούλο σου; Τέτοια συμβουλή έδωσες σε μένα τον αμαρτωλό, να βγω από το κελλί μου για να με πληροφορήσεις τέτοιο φοβερό μυστήριο; Με τέτοιες δωρεές αμείβεις τους κόπους της ασκήσεως που έκανα για σένα; Τώρα αληθινά γνώρισα, Κύριε, ότι όλος ο κόπος της ασκήσεώς μου ήταν μάταιος· και όλες οι προσευχές μου θεωρήθηκαν από σένα σίχαμα και βδέλυγμα. Όμως ευχαριστώ τη φιλανθρωπία σου. Κύριε, ότι, καθώς γνωρίζεις, παιδεύεις την αναξιότητα μου, όπως μου πρέπει, για τις αμέτρητες αμαρτίες μου και με παρέδωσες στα χέρια του ληστή και φονιά».Αυτά λέγοντας ο γέροντας λυπημενος δίψασε πολύ και είπε στο ληστή: «Παιδί μου, επειδή με το να είμαι αμαρτωλός, με παρέδωσε ο Θεός στα χέρια σου να με θανατώσεις και να γίνει έτσι η επιθυμία σου, όπως το θέλησες, και εγώ στερούμαι τη ζωή, σαν κακός άνθρωπος που είμαι, γι’ αυτό σε παρακαλώ κάνε μου μία χάρη και ένα πολύ μικρό θέλημα και δος μου λίγο νερό να πιω, και μετά αποκεφάλισέ με». Όταν άκουσε ό ληστής το λόγο του γέροντα, θέλοντας με προθυμία να εκπληρώσει την επιθυμία του, έβαλε στη θήκη το σπαθί, που κρατούσε, και έβγαλε από τον κόρφο του ένα δοχείο και πήγε στο ποτάμι που ήταν εκεί κοντά και έσκυψε να το γεμίσει, για να φέρει στο γέροντα να πιεί. Και εκεί που προσπαθούσε να γεμίσει το αγγείο, πέθανε.Όταν πέρασε λίγη ώρα και δεν ερχόταν ο ληστής, σκεπτόταν ο γέροντας και έλεγε: «Μήπως και ήταν νυσταγμένος και έπεσε και αποκοιμήθηκε και για αυτό αργεί και έτσι μπορώ νά φύγω και να πάω στο κελλί μου; Επειδή όμως είμαι γέρος, φοβάμαι, γιατί δεν έχω δύναμη να τρέξω, θα κουραστώ και θα με προφθάσει, και στο θυμό του θα με τυραννήσει χωρίς λύπη κόβοντάς με ζωντανό σε πολλά κομμάτια. Λοιπόν ας μη φύγω, αλλά ας πάω στο ποτάμι, να δω τί κάνει». Πήγε λοιπόν ο γέροντας με τέτοιες σκέψεις και τον βρήκε πεθαμένο. Όταν τον είδε γέμισε θαυμασμό και έκπληξη. Και σηκώνοντας τα χέρια του στον ουρανό έλεγε: «Κύριε φιλάνθρωπε, εάν δεν μου αποκαλύψεις το μυστήριο αυτό, δεν κατεβάζω τα χέρια μου. Λυπήσου λοιπόν τον κόπο μου και φανέρωσέ μου αυτό το πράγμα».Ενώ προσευχόταν ο γέροντας, ήλθε Άγγελος Κυρίου και του είπε:
«Βλέπεις, αββά, αυτόν που βρίσκεται μπροστά σου πεθαμένος;
Εξαιτίας σου πέθανε με αιφνίδιο θάνατο, για να γλυτώσεις εσύ και να μη σε θανατώσει.
Λοιπόν θάψε τον ως ένα σωσμένο.
Διότι η υπακοή που έκανε σε σένα και έκρυψε το φονικό σπαθί στη θήκη του,
γιά να πάει να σου φέρει νερό, να σβήσει τη φλόγα της δίψας σου,
με αυτό το έργο καταπράυνε την οργή του Θεού και τον δέχθηκε ως εργάτη της υπακοής.
Και η ομολογία των ενενήντα εννέα φόνων θεωρήθηκε ως εξομολόγηση.
Λοιπόν θάψε τον και έχε τον με τους σωσμένους.
Και γνώρισε απ’ αυτό το πέλαγος της φιλανθρωπίας και ευσπλαχνίας του Θεού.
Καί πήγαινε χαίροντας στο κελλί σου και να είσαι πρόθυμος στις προσευχές σου και να μη λυπάσαι και να λες,
ότι πως είσαι αμαρτωλός και στερημένος από αποκάλυψη.
Γιατί όπως είδες σου απεκάλυψε ο Θεός ένα μυστήριον.
Να ξέρεις δε και τούτο, ότι όλοι οι κόποι της ασκήσεως σου είναι δεκτοί ενώπιον του Θεού·
διότι δεν υπάρχει κανένας κόπος που γίνεται για το Θεό και να απορρίπτεται απ’ αυτόν».
Αφού άκουσε αυτά ο γέροντας έθαψε τον νεκρό.
Από χειρόγραφο «Γεροντικό», της Ι. Μ.Φιλοθέου.
Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014
Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ
Ο Όσιος Γέροντας Ιερώνυμος της Αίγινας ήταν άγγελος παρηγοριάς για όλους.
Όλη μέρα ανακούφιζε τον ανθρώπινο πόνο, και την νύχτα την περνούσε προσευχόμενος
μετά δακρύων και βαθυτάτων αναστεναγμών και οδύνη ψυχής για τους ανθρώπους.
Μόνος, μόνω Θεώ, ησυχάζοντας και εντρυφώντας στο γλυκύ μέλι της κοινωνίας με τον Ουράνιο Πατέρα μας!
Έλεγε:" Όταν προσεύχομαι για τους αδελφούς μου, δίνω κάτι από τον εαυτό μου,
η καρδιά μου ματώνει!
Προσευχή που δεν έχει πόνο και δάκρυ δεν είναι προσευχή!" Ο λόγος του είχε σοφίαν!
Ομιλούσε πάντα με σοβαρότητα.
Λόγος αργός δεν έβγαινε από τα χείλη του.
Ως ανατολίτης όπου ήταν, ομιλούσε πολλάκις αποφθεγματικώς:
"- Θεολόγος είσαι, γράμματα ηξεύρεις, φόβον Θεού δεν έχεις, τότε τέχνην κατέχεις."
Δηλ. αν είσαι απόφοιτος της Θεολογίας, θα έχεις διαβάσει πολλά βιβλία,
θα ξέρεις πολλά γράμματα,
αλλά αν δεν έχεις και φόβον Θεού,
τότε μόνον επάγγελμα έχεις και όχι την υψηλήν τέχνην της Θεολογίας.
Από την παιδική του ηλικία, αγάπησε την ησυχίαν και την προσευχήν. Δάσκαλός του ήταν ο αγιασμένος Μισαήλ, που ανέβαινε την Πέμπτη στα βουνά και επέστρεφε την Κυριακή για την Λειτουργία! Εκεί, αυτή η ευλογημένη ψυχή, ο Μισαήλ, ύψωνε τα χέρια του σε προσευχή, από φυλακής πρωϊας μέχρι νυκτός και με δάκρυα και αναστεναγμούς προσευχόταν προς τον Κύριο. Τόση δε κατάνυξη είχε και δάκρυα εις την προσευχήν, ώστε αρπαζόταν σε θεία θεωρία. Πολλές φορές από την μεγάλη οδύνη και την ένταση της προσευχής μαζί με τα δάκρυα έβγαινε και αίμα από τα μάτια του στην προσευχή! Την κατανυκτική προσευχή την διδάχθηκε από άγγελον! Ο Μισαήλ ήταν έγγαμος και με οικογένειαν! Είχε δε και μίαν θυγατέρα, η οποία από μειράκιον τον εμιμείτο, έκανε ο,τι έκανε και ο πατέρας της. Μπρούμυτα επί ώρες ο Μισαήλ, μπρούμυτα κι αυτή! Δάκρυα ο Μισαήλ στην προσευχή, δάκρυα κι αυτή! Τόσον δε είχε προχωρήσει στην προσευχή, ώστε, όταν έγινε κοράσιον 18-20 ετών έφτασε εις το μέτρον της Θεοφορίας. και λόγον Θεού είχεν και άλλους εδίδασκεν! Όσο μεγάλωνε, τόσο ήρχοντο γυναίκες να ομιλήσουν με αυτήν πνευματικά. Οι άνδρες πήγαιναν εις τον Μισαήλ και οι γυναίκες εις την θυγατέρα του. Και ήκουον κατανυκτικόν λόγον, και είχον πένθος, με δάκρυα και αναστεναγμούς. Μεγάλο όφελος εγίνετο εις τους Χριστιανούς, όχι μόνον εις το Γκέλβερι, αλλά και στα γύρω χριστιανικά χωριά. Ασθένησε όμως η θυγατέρα του Μισαήλ βαρειά προς θάνατον. Πολύ εστενοχωρούντο οι γυναίκες δια τον θησαυρόν που θα έχαναν. Πήγαν λοιπόν εις τον Μισαήλ και του λέγουν να κάνει εκτενή προσευχή να γίνει καλά η κόρη του, όχι τόσον διότι ήτο θυγατέρα του αλλά διότι τους ήτο παρήγορος άγγελος μέσα εις τα βάθη της Τουρκιάς, και αν απέθνησκε, θα στέρευε η πηγή απ' όπου ελάμβαναν ύδωρ αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον και εδροσίζοντο. Έκανε προσευχή από υπακοή ο Μισαήλ και ακούει φωνήν." Εγγυάσαι";"Ούτε καν εσκέφθην," είπε αργότερα. " Εγώ δεν δύναμαι να δώσω εγγύησιν δια τον εαυτόν μου ακόμη, δεν γνωρίζω τι φέρνει η επιούσα, και πως να εγγυηθώ δια την θυγατέρα μου; Συ Κύριε, όπως θέλεις να ποιήσεις. Γενηθήτω το θέλημά Σου το άγιον εν παντί". Προς εσπέραν έρχεται αγγελιοφόρος και του λέγει ότι εκοιμήθη η θυγατέρα του και να σπεύσει προς ενταφιασμόν αυτής! Αυτός ο πνευματοφόρος πατήρ δίδαξε και τον Άγιον Ιερώνυμο την προσευχή με δάκρυα, όπως την έλεγαν στην πατρίδα του, την Ανατολή, γιατί δεν γνώριζαν τον όρο καρδιακή προσευχή. Δίδασκε ο Όσιος Γέροντας αργότερα, ότι: -Εάν δεν έλθουν δάκρυα στην προσευχή, η προσευχή δεν εισακούεται. -Να μην σηκωθείς από την προσευχή, εάν δεν χύσεις έστω και έναν κόμπο δάκρυ! -Πρέπει να βρέξει στην προσευχή, δηλ. πρέπει να χύσεις δάκρυα, για να εισακουστείς από τον Θεόν.
Η αγία ζωή του ενέπνευσε πολλούς νέους και νέες, που τον ακολουθούσαν και του ήταν απόλυτα αφοσιωμένοι.
Μαζί πήγαιναν σε διάφορα ξωκκλήσια για να κάνουν εσπερινό και προσευχή.
Οι εμπειρίες που έζησαν μαζί του σ' αυτές τις προσευχές έμειναν αλησμόνητες!
Δεν ήταν λίγες οι φορές που τον είδαν μετάρσιο την ώρα της προσευχής, ν' αρπάζεται ο νους του στα ουράνια και να μη συμμετέχει με καμμιά αίσθησή του στα εγκόσμια!
Τον έβλεπαν πολλές φορές μέσα στο φως την ώρα της ενώσεώς του με τον Θεόν, έχοντας υποστεί την καλήν αλλοίωσιν.
Ήταν φοβερή η εμπειρία, όπως διηγούνται αυτόπτες μάρτυρες.
Τους προειδοποιούσε όμως να μην φανερώσουν σε άλλους αυτό που έβλεπαν!
- Δεν είναι τίποτε, αυτό κόρη!
Υπάρχουν πολύ ανώτερα!
- Μην πεις σε κανένα τίποτε για ό,τι επέτρεψε ο Θεός να δεις!
Είπε σε μία αυτόπτη μάρτυρα,
που συγκλονίστηκε στην συνάντησή της με τον Γέροντα,
όταν τον είδε προσευχόμενο!
Όσιος Ιερώνυμος της Αίγινας
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)