«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»
Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 11ο (2013 - 2024)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine
«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».
Κωστής Παλαμάς
Σάββατο 28 Ιουνίου 2014
ΜΙΑ ΑΜΥΓΔΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΓΚΡΕΜΟΥ
Μόλις θυμήθηκα το περιστατικό αυτό είπα στον εαυτό μου:
Απόσπασμα από το βιβλίο,
Η ΚΑΛΥΒΑ ΤΟΥ ΕΡΗΜΙΤΗ ΕΣΤΑΖΕ ΣΟΦΙΑ
Μια φορά και έναν καιρό,
ένας βασιλιάς σκέφτηκε,
ότι αν ήξερε πάντοτε την κατάλληλη στιγμή για ν’αρχίζει κάτι, αν ήξερε
ποιοι είναι οι κατάλληλοι άνθρωποι για ν’ ακούει και ποιοι είναι εκείνοι
που θάπρεπε ν’ αποφεύγει και πάνω από όλα,αν ήξερε πάντοτε,ποιό είναι το σημαντικότερο πράγμα να κάνει,
δε θα αποτύχαινε σε ό,τι επιχειρούσε.
Και όταν του ήρθε αυτή η σκέψη, φρόντισε να διακηρυχθεί σε ολόκληρο το βασίλειό του
ότι θα έδινε σπουδαία αμοιβή σ’εκείνον που θα του μάθαινε,ποιά είναι η κατάλληλη στιγμή
για κάθε ενέργεια, ποιοί είναι οι πιο αναγκαίοι άνθρωποι και,πώς θα μπορούσε να ξέρει,
ποιό είναι το πιο σπουδαίο πράγμα να κάνει.
Και ήλθαν σοφοί άνθρωποι στο βασιλιά, αλλά όλοι έδωσαν διαφορετικές απαντήσεις στα ερωτήματα.
Άλλοι δήλωσαν,ότι θα ήταν αδύνατο ν’αποφασίσει κανείς εκ των προτέρω
την κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, αλλά,αν δεν αφήσει τον εαυτό του να απορροφηθεί
σε μάταιες ενασχολήσεις, θα μπορούσε πάντοτε να προσέχει τί συμβαίνει και τότε να κάνει,
ό,τι θα ήταν αναγκαίο.
Άλλοι πάλι είπαν, ότι όσο κι αν πρόσεχε ο βασιλιάς ό,τι συμβαίνει, θα ήταν αδύνατο σε έναν άνθρωπο να αποφασίζει σωστά,ποιά είναι η κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, γι΄ αυτό θάπρεπε να έχει ένα συμβούλιο από σοφούς ανθρώπους, που θα τον βοηθούσαν να καθορίσει την κατάλληλη στιγμή για κάθε τι.Στο ερώτημα για το ποιά είναι πιο σπουδαία ενασχόληση, μερικοί απάντησαν ότι πιο σπουδαίο πράγμα στο κόσμο είναι οι επιστήμες.Αλλά θέλοντας ακόμη να βρει τις σωστές απαντήσεις, αποφάσισε να συμβουλευτεί έναν ερημίτη πολύ γνωστό για την σοφία του.Ο ερημίτης ζούσε σ’ ένα δάσος απ’ το οποίο δεν απομακρυνόταν ποτέ και δε δεχόταν παρά τους απλούς ανθρώπους. Έτσι ο βασιλιάς ντύθηκε απλά ρούχα και πριν φτάσει στο κελί του ερημίτη, κατέβηκε απ’ τ’ άλογό του, άφησε πίσω τη φρουρά του και πήγε μόνος του.‘Οταν πλησίασε ο βασιλιάς, ο ερημίτης έσκαβε τη γη μπροστά στην καλύβα του. Όταν είδε το βασιλιά, τον χαιρέτησε και συνέχισε να σκάβει. Ο ερημίτης ήταν άνθρωπος ασθενικός και αδύνατος και κάθε φορά που σφήνωνε την αξίνα του στην γη για να σηκώσει λίγο χώμα, ανάπνεε βαριά.Ο βασιλιάς τον πλησίασε και του είπε: «Ήρθα σε σένα σοφέ ερημίτη για να σε ρωτήσω τρία πράγματα: Πώς θα μάθω να κάνω το κατάλληλο πράγμα στην κατάλληλη στιγμή,ποιοι είναι οι άνθρωποι που χρειάζομαι περισσότερο και επομένως ποιούς θα πρέπει να προσέχω περισσότερο από τους άλλους και ποιές υποθέσεις είναι πιο σπουδαίες και χρειάζονται περισσότερο προσοχή»;Ο ερημίτης άκουσε το βασιλιά,αλλά δεν έδωσε καμιά απάντηση. Μόνο έφτυσε στις παλάμες του και ξανάρχισε το σκάψιμο.«Είσαι κουρασμένος», είπε ο βασιλιάς, «άσε με να πάρω την αξίνα και να δουλέψω εγώ λίγο για σένα».«Ευχαριστώ», είπε ο ερημίτης και δίνοντας την αξίνα στο βασιλιά κάθησε κάτω στο χώμα.Όταν έσκαψε ο βασιλιάς δύο αυλάκια, σταμάτησε και επανέλαβε τα ερωτήματά του. Ο ερημίτης και πάλι δεν απάντησε, αλλά σηκώθηκε, άπλωσε το χέρι του να πάρει την αξίνα και είπε: «Ξεκουράσου τώρα λίγο και άσε μένα,είπε.Αν δεν μπορείς να μου δώσεις καμιά, πες το μου να γυρίσω στο σπίτι μου».«Να, κάποιος έρχεται τρέχοντας», είπε ο ερημίτης. «Ας δούμε ποιος είναι».Ο βασιλιάς γύρισε και είδε ένα γενειοφόρο άνδρα να έρχεται τρέχοντας από το δάσος, σφίγγοντας με τα χέρια του το στομάχι του, απ’ το οποίο έτρεχε ποτάμι το αίμα. Όταν πλησίασε το βασιλιά, έπεσε λιπόθυμος στο χώμα βγάζοντας έναν ελαφρύ αναστεναγμό. Ο βασιλιάς και ο ερημίτης ξεκούμπωσαν τα ρούχα του. Υπήρξε ένα μεγάλο τραύμα στο στομάχι του. Ο βασιλιάς το έπλυνε όσο καλλίτερα μπορούσε και το έδεσε με το μαντήλι του και με μια πετσέτα που τούδωσε ο ερημίτης. Αλλά το αίμα δε σταματούσε να τρέχει και ο βασιλιάς ξανά και ξανά άλλαζε τον επίδεσμο, μουσκεμένο από καυτό αίμα, τον έπλενε και ξανάδενε το τραύμα.Όταν σταμάτησε να τρέχει το αίμα, ο πληγωμένος συνήλθε και ζήτησε κάτι να πιει. Ο βασιλιάς έφερε φρέσκο νερό και του το έδωσε. Στο μεταξύ ο ήλιος έδυσε και άρχισε να κρυώνουν. Έτσι ο βασιλιάς με τη βοήθεια του ερημίτη μετέφερε τον πληγωμένο στην καλύβα και τον ξάπλωσε στο κρεβάτι. Όταν ξάπλωσεστο κρεβάτι ο πληγωμένος, έκλεισε τα μάτια του και ησύχασε, αλλά ο βασιλιάς ήταν τόσο κουρασμένος απ’το περπάτημα και τη δουλεία που είχε κάνει,που κάθησε στο κατώφλι και τον πήρε και αυτόν ο ύπνος τόσο βαθιά, ώστε κοιμήθηκε συνέχεια όλη την καλοκαιριάτικη νύχτα. Όταν ξύπνησε το πρωί, πέρασε πολλή ώρα πριν μπορέσει να θυμηθεί που ήταν, ή ποιος ήταν ο άγνωστος γενειαφόρος άνδρας που ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι και τον κοίταζε έντονα και με φλογισμένα μάτια. «Συγχώρεσέ με», είπε ο γενειαφόρος άνδρας με μια ασθενική φωνή, όταν είδε ότι ο βασιλιάς είχε ξυπνήσει και τον κοίταζε.«Δε σε ξέρω και δεν έχω τίποτε να σου συγχωρήσω», είπε ο βασιλιάς. «Εσύ δε με ξέρεις, αλλά εγώ σε ξέρω. Είμαι αυτός ο εχθρός σου που ορκίστηκε να πάρει εκδίκηση από σένα,γιατί εκτέλεσες τον αδελφό του και κατάσχεσες την περιουσία του. Ήξερα πως είχες πάει μόνος σου να δεις τον ερημίτη και αποφάσισα να σε σκοτώσω στην επιστροφή. Αλλά πέρασε η ημέρα και δεν γύρισες. Έτσι βγήκα απ’ την ενέδρα μου και έπεσα στους φρουρούς σου και αυτοί με αναγνώρισαν και με τραυμάτισαν. Τους ξέφυγα, αλλά θα είχα πεθάνει απ’την αιμορραγία, αν εσύ δεν είχες φροντίσει το τραύμα μου. Εγώ ήθελα να σε σκοτώσω κι εσύ μου έσωσες την ζωή. Τώρα, αν ζήσω, κι αν το θέλεις κι εσύ, θα σε υπηρετήσω σαν ο πιο πιστός σου σκλάβος και θα ζητήσω απ’ τους γιους μου να κάνουν το ίδιο. Συγχώρεσέ με».Ο βασιλιάς ήταν πολύ ευχαριστημένος που είχε συμφιλιωθεί τόσο εύκολα με τον εχθρό του και που είχε κάνει ένα φίλο και όχι μόνο τον συγχώρεσε, αλλά είπε ότι θα έστελνε τους υπηρέτες του και το προσωπικό του γιατρό να τον φροντίσουν και υποσχέθηκε να του ξαναδώσει την περιουσία του.Αφού έφυγε απ’τον πληγωμένο ο βασιλιάς, πήγε έξω στον εξώστη και κοίταξε τριγύρω να βρει τον ερημίτη. Ήθελε πριν φύγει, να τον παρακαλέσει ακόμη μια φορά να απαντήσει στα ερωτήματα που του είχε κάνει. Ο ερημίτης ήταν έξω γονατισμένος και φύτευε σπόρους στ’ αυλάκια που ‘χαν σκαφτεί την προηγούμενη μέρα.Ο βασιλιάς τον πλησίασε και του είπε: «Για τελευταία φορά σε παρακαλώ απάντησε στα ερωτήματά μου, σοφέ άνθρωπε». «Μα έχουν ήδη απαντηθεί»,είπε ο ερημίτης, σκύβοντας ακόμα στ’ αδύνατα πόδια του και κοιτάζοντας προς το βασιλιά που στεκόταν μπροστά του.«Πως απαντήθηκαν; Τι εννοείς;», είπε ο βασιλιάς.«Δε βλέπεις;», απάντησε ο ερημίτης. «Αν δεν είχες λυπηθεί χθες την αδυναμία μου και δεν είχες σκάψει για μένα τ’ αυλάκια, αλλά είχες φύγει, αυτός ο άνθρωπος θα σου είχε επιτεθεί και θα είχες μετανοιώσει που δεν έμεινες μαζί μου.
Έτσι η πιο σπουδαία στιγμή ήταν όταν έσκαβες τ’αυλάκια, κι εγώ ήμουν
ο πιο σπουδαίος άνθρωπος και το να μου κάνεις καλό ήταν η πιο σπουδαία δουλειά.
Ύστερα, όταν αυτός ο άνθρωπος ήρθε σε μας, η πιο σπουδαία στιγμή ήταν
όταν τον φρόντιζες, γιατί αν δεν είχες δέσει το τραύμα του, θα πέθαινε χωρίς να συμφιλιωθεί μαζί σου.
Έτσι αυτό ήταν ο πιο σπουδαίος άνθρωπος και αυτό που έκανες γι’ αυτόν ήταν η πιο σπουδαία δουλειά.
Να θυμάσαι λοιπόν:
Υπάρχει μόνο μία στιγμή που είναι η πιο σπουδαία, το παρόν.
Είναι η πιο σπουδαία στιγμή, γιατί είναι η μόνη πάνω στην οποία έχεις κάποια δύναμη.
Ο πιο αναγκαίος άνθρωπος είναι αυτός μαζί με τον οποίο βρίσκεσαι, γιατί κανένας άνθρωπος
δεν ξέρει αν θα έχει ποτέ πάρε-δώσε με κάποιον άλλο.
Και το πιο σπουδαίο πράγμα είναι να του κάνεις καλό, γιατί μόνο γι’αυτό το σκοπό έχεις έλθει σ’αυτόν τον κόσμο!».
Τώρα λοιπόν βλέπεις,ότι πρέπει να τρέχεις συνεχώς για να παραμένεις στην ίδια θέση.
Αν θέλεις να πας κάπου αλλού θα πρέπει να τρέχεις τουλάχιστον δύο φορές περισσότερο...
Από το μυθιστόρημα του Λέων Τολστόι
''Τα Τρία Ερωτήματα''
Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014
ΤΟ ΓΑΛΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΜΥΡΙΖΕ ΘΑΝΑΤΟ
Τον καιρό της µεγάλης πείνας το γάλα,
µαζί µε µερικά άλλα τρόφιµα, ήταν η µεγάλη ιδέα µου.
Δεν ξέρω πώς έγινε και τώρα το έχω ξεχάσει, χωρίς όµως να πάψω να το σέβοµαι,ως κάτι το ιερό.
Η λησµοσύνη µου αυτή δεν οφείλεται στα πιοτά.
Παραχόρτασα ίσως και δόξα τω θεώ δεν έχω για πολλά χρόνια αρρωστήσει.
Τρεις ή µάλλον δυο φορές µας έδωσαν όλο κι όλο τότε γάλα µε το δελτίο.
Την τρίτη φορά πήγα αλλά µαταιώθηκε η διανοµή.
Πήγαινα σ'ένα γαλατάδικο µακρινό, στην άλλη άκρη.
Το µοίραζαν απόγευµα, έπρεπε όµως να πας να πιάσεις ουρά σχεδόν από το µεσηµέρι.
Θυµάµαι πολύ ζωηρά την τρίτη και τελευταία µετάβασή µου στο ελεεινό αυτό γαλατάδικο.Έφτασα νωρίς εκεί και µπήκα αµέσως στην ουρά, που ήταν κιόλας µεγάλη.Το χτεσινό πάθηµα πολλών είχε γίνει µάθηµα σε όλους. Το στρίµωγµα εξαιτίας και του κρύου ολοένα µεγάλωνε.Ο γαλακτοπώλης όµως δε φαινόταν να ανοίξει το γαλατάδικο. Στο µεταξύ έγιναν κάνα δυο επεισόδια λόγω της στενής επαφής µας.Παρ' όλη την πείνα, όπως θα θυµούνται ελπίζω πολλοί, άνθιζε και λουλούδιζε τότε στις ουρές το κολλητήρι.Κάποια στιγµή ο γαλακτοπώλης µε το καρότσι του φάνηκε. Έρχονταν όµως πολύ γρήγορα και τα γκιούµια χοροπηδούσαν. Σαν έφταξε κοντά, µας φώναξε:«Χύθηκε το γάλα στο δρόµο». Κανείς δε διαµαρτυρήθηκε. Έλεγαν άλλωστε,πως είναι ταγµατασφαλίτης.Τη νύχτα γυρνούσε και σκότωνε. Διαλύσαµε περίλυποι την ουρά και πήραµε τους δρόµους. Ήταν φανερό πως είχε τελειώσει κι αυτή η υπόθεση. Ήµουν απαρηγόρητος.Στο γυρισµό άλλαξα δροµολόγιο για να µην ξαναπεράσω από κάτι πεθαµένους που είχα δει πρωτύτερα. Τους είχαν παρατήσει, ποιος ξέρει γιατί, εκεί που αρχίζει σήµερα η έκθεση κι ακριβώς στο σηµείο, θαρρώ, όπου τώρα υψώνεται το τεράστιο µοντέρνο γλυπτό που εκφράζει, καθώς λένε οι ειδικοί, την αιώνια ορµή του ανθρώπου για πρόοδο και ανάταση. Ήταν ένα µεγάλο ορθογώνιο κασόνι και τους είχαν µέσα πρόσωπο µε πρόσωπο.Επιστρέφοντας αργά από άλλους δρόµους γρήγορα ξεχάστηκα κι άρχισα,όπως συνήθως, να ονειρεύοµαι φαγητά. Τα φαγιά που τρώγαµε τότε ήταν κάτι απίστευτα πράγµατα. Όλα έµοιαζαν µε κάτι το προπολεµικό, µα κανένα δεν ήταν ακριβώς το ίδιο. Θαρρείς και το παν ήταν να διατηρηθεί η ονοµασία. Για το κατσαµάκι όµως ονοµασία ευγενική δε βρέθηκε. Θά' ξιζε να γραφτεί µια µελέτη για τα φαγιά της κατοχής. Δεν αποκλείεται µερικά να γίνουν και της µόδας, όλα να τα περιµένεις. Τα πιο πολλά είχαν για βάση τους το καλαµπόκι. Είναι µυστήριο πράγµα από που ξεφύτρωσε ξαφνικά τόσο πολύ καλαµπόκι. Ακόµη και στις εκκλησίες αντίδωρο καλαµποκίσιο µοιράζανε. Όλοι έσπευδαν να πάρουν. Θυµάµαι ένα σωρό γωνιές που είδα ανθρώπους να πέφτουν. Περνώντας τους ξαναφέρνω στη µνήµη µου λέγοντας µια ευχή. Αν ήµασταν άνθρωποι,θα πρεπε σε µερικά έστω σηµεία να υπάρχει κάτι, ένα σηµάδι για µαρτυρία και υπενθύµιση. Σε µια µεγάλη απεργία προπολεµική, εκεί όπου είχαν πέσει απεργοί,πάνω στα ξερά αίµατα, οι φίλοι τους και σύντροφοί τους είχαν βάλει από µια τραγιάσκα κι ένα κουλούρι.Σχεδόν αµέσως, βέβαια, εξαφανίστηκαν αγρίως όλα αυτά. Πολλοί άνθρωποι έχουν πεθάνει στους δρόµους αυτής της πόλης.Νοµίζω πως µε έχουν σώσει τα όνειρα, τα οράµατά µου µάλλον. Τότε µε είχε πιάσει µεγάλη µανία µε το γάλα και το κακάο. Φανταζόµουν καζάνια ολόκληρα µε γάλα και κακάο να τα ανακατεύω µε µια τεράστια ξύλινη χοντρή κουτάλα και να µε τυλίγει η θεσπέσια εκείνη ευωδιά. Έριχνα, βέβαια, µέσα και άφθονη ζάχαρη,γνήσια,όχι ζαχαρίνη,που τόση ζηµιά έκανε στην ερωτική ικανότητα πολλών.Ανεβοκατέβαζα συνεχώς τις δόσεις,ώσπου στο τέλος µπούχτιζα,βαρυστοµάχιαζα σχεδόν, απ' τα τόσο βαριά πράγµατα που έτρωγα µε το νου µου.Ο διεθνής ερυθρός σταυρός, ευτυχώς, µας µοίρασε µερικές φορές απ' όλα αυτά τα πράγµατα.Τι έγιναν άραγε όλοι εκείνοι οι σεµνοί ξένοι που µε τόση κρυφή συγκίνηση κοίταζαν εµάς τα παιδιά,όταν πηγαίναµε να πάρουµε τα είδη; Πολλές φορές τους πρόσεξα,να µου ζυγιάζουν πολύ παραπάνω κάνοντας µάλιστα και τον αυστηρό.
Όλοι τους έχουν λησµονήσει.
Αν σκότωναν ανθρώπους, θα ήταν σήµερα πασίγνωστοι, ίσως και δοξασµένοι.
Αλλά,τί να µας κάνουν τα τρόφιµα του ερυθρού σταυρού;
Η τροφή ήταν µια καθηµερινή υπόθεση,που µόνο µια γεµάτη αγορά µπορούσε να τη λύσει.
Γι' αυτό κι εγώ είχα καταφύγει στη φαντασία.
Χρόνια και χρόνια, κι όχι µονάχα στην κατοχή, τέτοια ήταν τα νεανικά µου όνειρα.
Όλο για φαγιά, για ψωµιά, για ρούχα και παπούτσια.
Δε µου έµενε δυστυχώς καιρός ούτε ικµάδα για πράγµατα υψιπετή και λεπτεπίλεπτα.
Αργά το διαπιστώνω,
τι κρίµα!
Απόσπασμα από το διήγημα ''Το Γάλα''
του συγγραφέα Γιώργου Ιωάννου
Γιώργος Ιωάννου
Συγγραφέας
Τρίτη 24 Ιουνίου 2014
ΑΓΑΠΗΤΕ ΕΝ ΚΥΡΙΩ ΓΕΡΟ - ΘΕΟΚΤΙΣΤΕ
Αγαπητέ εν Κυρίω γερο - Θεόκτιστε
Χριστός Ανέστη!
Εύχομαι η αναστάσιμος χαρά, να πληροί πάντοτε την καρδιάν σου!Εις την προηγουμένην σου είχον αναφέρει περί της εσωτερικής εργασίας και της πνευματικής εγρηγόρσεως. Περισσότερον συγκεκριμένως οφείλει ο Μοναχός,να αναπτύσσει μίαν εσωτερικήν, καρδιακήν δραστηριότητα προσευχής και αυτομεμψίας. ''Οφείλομεν διηνεκώς εαυτούς κατακρίνειν και μέμφεσθαι, ''διότι ο ''χρεώστην εαυτόν λογιζόμενος,απροσδόκητον πλούτον αιφνιδίως λήψεται'' χάριτος και ειρήνης. Όταν η πνευματική εργασία έχει, ως ψυχήν της την ταπείνωσιν,η οποία εκφράζεται δια της αυτομεμψίας, ο Μοναχός ευρίσκεται εις ασφάλειαν και προφυλάσσεται από την πλάνην. Η ευλογημένη αυτομεμψία είναι η μήτηρ του τρισευλογημένου πένθους και των χαριτωμένων δακρύων. Η επιμονή εις την εσωτερικήν χειραγώγισην της καρδίας θα φέρει οπωσδήποτε καρπούς, θα ζωοποιήσει την καρδίαν, διότι θα την ανακαλεί συνεχώς από την αιχμαλωσίαν των παθών και θα την συνηθίσει να εντρυφά εις την προσευχήν και το πένθος. Ο αββάς Ματόης συμβουλεύει τον κάθε Μοναχόν με θαυμαστήν λιτότητα, αλλά και πηρότητα...'' Ύπαγε, παρακάλεσον τον Θεόν, ίνα δώσει πένθος εις την καρδίαν σου και ταπείνωσιν και πρόσεχε πάντα τις αμαρτίες σου. Και μη κρίνε άλλους,αλλά γενού υποκάτω πάντων. Κόψον την παρρησίαν από σου και κράτησον την γλώσσαν σου και την κοιλίαν σου. Εάν τις λαλήσει περί πράγματος οιουδήποτε, μη φιλονεικήσεις μετ' αυτού, αλλ' εάν καλώς λέγει, ειπέ ''ναι'' εάν δε κακώς, ειπέ ''συ οίδας πως λαλείς.'' Μη όριζε μετ' αυτού περί ων λάλησε και αύτη εστίν η ταπείνωσις.Μία άλλη όψις της εσωτερικής εργασίας είναι εκείνη, η οποία μάλιστα χαραχτηρίχει τον βαθύν,πνευματικόν άνθρωπον,κατά την οποίαν η καρδία είναι αφωσιωμένη μυστικώς με άκραν εμπιστοσύνην εις τον Νυμφίον της. Ζει δηλαδή, την Ζωήν της Πίστεως και είναι πάντοτε έτοιμη να ανοιχθεί και να αποδειχθεί το θείον θέλημα χωρίς ταραχήν. Η αυταπάρνησις αρχίζει από την καρδίαν. Ελπίζω να επανέλθω επί του θέματος συντόμως. Μεταβίβασε τα βαθύτατα σέβη μου εις τον άγιον Γεροντά σου. Χριστός Ανέστη!
Απάνθισμα πνευματικών επιστολών του μακαριστού
Μητροπολίτη Ωρωπού και Φυλής κ. Κυπριανού
από το βιβλίο του
''ΠΡΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ''
Μάρτιος 1982
Ευχέτης προς Κύριον
Ο Ωρωπού και Φυλής Κυπριανός
Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΘΕΩΡΟΥΜΕΝΗ ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΑ
Α) ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
Υπό π. Νικηφόρου Νάσσου
Δέν θά μπορούσαμε νά ὁμιλοῦμε γιά ὀρθόδοξο ποιμαντική καί γιά πνευματική πατρότητα,
στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας,
ἄν δέν γινόταν λόγος γιά τήν ἁμαρτία, ἀφοῦ μέ τήν ποιμαντική, αὐτή καταπολεμεῖται,
καταλύεται καί νικᾶται ἐν Χριστῷ μέσα στό στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος καί αὐτό γίνεται μέ τά «ὅπλα τοῦ φωτός».
Πῶς, ὅμως,
νοεῖται ἡ ἁμαρτία ὀρθοδόξως, κατά τήν Πατερική μας Παράδοση;
Τό θέμα τῆς ἁμαρτίας εἶναι τεράστιο,
ἀλλά ἐδῶ θά γίνουν ἐνδεικτικές ἀναφορές, γενικές, χωρίς νά παρατεθοῦν λεπτομέρειες
γιά τήν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας, τή φύση ἤ τίς μορφές της, τίς διακρίσεις τῶν ἁμαρτιῶν κλπ.,
διότι θά χρειαζόταν νά γραφοῦν πάρα πολλά γιά ὅλα αὐτά.
Ὑπάρχει ἕνα πλῆθος Πατερικῶν θέσεων καί ἑρμηνειῶν, ἀπό τίς ὁποῖες θά ἐπιλέξουμε τίς κυριώτερες,
γιά νά κατανοήσουμε πῶς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ θεωρεῖ τήν ἁμαρτία,
διότι ἀπό αὐτήν τή θεώρηση ἐξαρτᾶται ἡ περαιτέρω πνευματική καί ποιμαντική ἀντιμετώπιση τῆς ἁμαρτίας, ἐν Χριστῷ.
Ἀρχικά θά ποῦμε ὅτι ἡ λέξη «ἁμαρτία»
μέ τήν ἀρχαιοελληνική σημασία τοῦ ὅρου σημαίνει ἀστοχία, ἀπόκλιση ἀπό ἕναν συγκεκριμένο στόχο.
Στήν ΘΗΕ διαβάζουμε τά ἑξῆς: «Ἡ ἐτυμολογία τοῦ τε ἑλληνικοῦ ὅρου ἁμαρτία και τοῦ ἀντιστίχου ἐβραϊκοῦ χαττάθ, σημαίνει ἀποτυχία εἰς τήν προσπάθειαν πρός ἐπιτυχίαν ὡρισμένου τινός σκοποῦ».1 Ἡ ἁμαρτία θεωρεῖται ὡς ἀστοχία καί στήν ὀρθόδοξη Παράδοση, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι, διά τοῦ Γενάρχου μας Ἀδάμ στόν ἐπίγειο Παράδεισο τῆς Ἐδέμ, ἀποτύχαμε τοῦ στόχου, πού ἦταν ἡ θέωση καί ἕνωση μέ τόν Θεό, γεγονός πού θά ἐπραγματοποιεῖτο μέ τήν καλή χρήση τοῦ αὐτεξουσίου μας. Τό Προπατορικό ἁμάρτημα συνιστᾶ ὑπαρκτική ἀστοχία νά πραγματοποιήσει ὁ ἄνθρωπος τήν κατά Θεόν τελείωσή του, τήν ἐπίτευξη τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», πού κατά τούς Πατέρες εἶναι ἡ χαρισματική θέωση. Ταυτόχρονα ὅμως, ἡ ἁμαρτία εἶναι καί παρακοή στό Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἄλλωστε ἐκφράστηκε διά τοῦ λεγομένου Προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Ὁ μεγάλος δογματολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, θά σημειώσει ἐν προκειμένῳ, ὅτι ἡ κακία, «οὐδέν ἕτερον ἐστιν, εἰμί ἁμαρτία καί ἀποτυχία καί παρακοή τοῦ δεσποτικοῦ νόμου».2Αὐτή ἡ ἀπόκλιση ἀπό τόν στόχο καί ἡ παρακοή στό θεῖον θέλημα, συνεχίζεται μέσα στήν ἱστορία, μέ τά ἁμαρτήματα τά λεγόμενα μεταπατορικά, τά κατοπινά. Ἡ ἁμαρτία εἶναι καί λέγεται ἀλλοτρίωση Θεοῦ καί νέκρωση. Διά τῆς ἁμαρτίας, ὁ ἄνθρωπος ἀλλοτριώνεται ἀπό τόν Θεόν, νεκρώνεται ἀπό τήν πηγή τῆς Ζωῆς. Εὔστοχα ὁ Μ. Βασίλειος γράφει ὅτι «τοῦτο ἐστι τό κακόν, ἡ τοῦ Θεοῦ ἀλλοτρίωσις».3 Καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, θά τό ἐπαναλάβει μέ αὐτά τά λόγια: «ἁμαρτία ἐστιν ἡ τοῦ Θεοῦ ἀλλοτρίωσις, ὅς ἐστίν ἡ ἀληθινή τε καί μόνη ζωή»4.Ὅταν ἁμαρτάνουμε, ἀποχωροῦμε καί φεύγουμε «εἰς χώραν μακράν» καί ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τήν ἐπισκίαση τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ· αἰθανόμαστε τήν λεγομένη «ἐγκατάλειψη» ἀπό αὐτήν. Μέ τήν Μετάνοια, νιώθουμε καί πάλι τήν ἐπανέλευση τῆς Χάριτος.Ἡ ἁμαρτία εἶναι μιά παρά φύσιν κατάστασιν τῆς ψυχῆς. Ἡ φυσιολογική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά μήν ἁμαρτάνει, ἅπαξ καί ἔχει βαπτισθεῖ καί ἀναγεννηθεῖ ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό! Καί τοῦτο διότι μένει μέσα στόν Βαπτιζόμενο ἄνθρωπο ἡ νέα ζωή πού τοῦ μετέδωσε ὁ Θεός μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα Του, ὅπως λέγει ἡ Γραφή. Δέν εἶναι αὐτό ὑπερβολή, οὔτε παραλογισμός, τό νά μήν μπορεῖ (νά μήν ἔχει λόγο) ὁ ἄνθρωπος νά ἁμαρτήσει μετά τό Βάπτισμα, διότι αὐτό ἀναφέρεται καθαρά στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί συγκεκριμένα στήν Α΄ Καθολική ἐπιστολή τοῦ Ἰωάννου: «Πᾶς ὁ γεγενννημένος ἐκ τοῦ Θεοῦ ἁμαρτίαν οὐ ποιεῖ, ὅτι σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ μένει· καί οὐ δύναται ἁμαρτάνειν, ὅτι ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται».5 Στή φυσιολογική του κατάσταση λοιπόν ὁ ἄνθρωπος δέν ἁμαρτάνει. Αὐτό λέγεται ψυχική ὑγεία ἀπό τούς Πατέρες μας. Ἀλλά δυστυχῶς, ἐπειδή εἴμαστε τρεπτοί καί αὐτό εἶναι συστατικόν τῆς κτιστῆς φύσεώς μας (μόνο τό ἄκτιστο εἶναι ἄτρεπτο6), κάνουμε κακή χρῆση τοῦ αὐτεξουσίου καί ἁμαρτάνουμε. Ἐνῶ δέ, ὀντολογικῶς ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀνυπόστατη, μέ τήν παράχρηση τοῦ αὐτεξουσίου τήν καθιστοῦμε ὑπαρκτή. Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι στούς ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους ἐδόθη ἀπό τόν Θεό ὡς δῶρο τό αὐτεξούσιο. Ἀπό τήν καλή χρῆση του σωζόμαστε. Ἀπό τήν κακή χρῆση τοῦ αὐτεξουσίου ἁμαρτάνουμε. «Ἀρχή καί ρίζα τῆς ἁμαρτίας τό ἐφ᾿ ἠμῖν καί τό αὐτεξούσιον», θά πεῖ καί πάλι ὁ φωστήρ τῆς Καισαρείας Βασίλειος. Εἶναι μάλιστα ἀξιοπρόσεκτο τό ὅτι αὐτό ἐλέχθη καί ἀπό τούς φιλοσόφους, καί συγκεκριμένα ἀπό τόν Ἀριστοτέλη, ὁ ὁποῖος στά «Ἠθικά Νικομάχειά» του γράφει: «ἐφ᾿ ἡμῖν δή καί ἡ ἀρετή, ὁμοίως δέ καί ἡ κακία».7 Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν εἶναι κανείς ἐκ φύσεως κακός - ἁμαρτωλός, ἀλλά γίνεται κατά τήν προαίρεση, ὅπως άναφέρεται στήν Πατερική Γραμματεία. «Οὐδείς κατά οὐσίαν κακός ἐστίν, ἀλλά κατά προαίρεσιν», θά γράψει, μεταξύ ἄλλων Πατέρων καί ἐκκλησιαστικπων συγγραφέων, Δίδυμος ὁ Ἀλεξανδρεύς8.Ὅταν ἁμαρτάνουμε, ἀσθενοῦμε ψυχικῶς, ἀφοῦ ἐκπίπτουμε ἀπό τήν κατάσταση τῆς ὑγείας, τήν «κατά φύσιν». Συνεπῶς πρός τά ἀνωτέρω, ἡ ἁμαρτία εἶναι καί λέγεται νόσος τῆς ψυχῆς. «Νόσος καί τρώσις ψυχῆς ἡ ἁμαρτία»9. Αὐτή ἡ νόσος πρωτοεμφανίζεται στόν ἐπίγειο Παράδεισο μέ τήν Πτώση τῶν πρωτοπλάστων καί κληροδοτεῖται στή φύση μας ἀπό αὐτούς. Πολύ παραστατικά θά τό πεῖ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Νενόσηκεν οὖν ἡ φύσις τήν ἁμαρτίαν, διά τῆς παρακοῆς τοῦ ἑνός, τοῦ Ἀδάμ».10Αὐτήν τή νόσο τῆς πεσούσης φύσεώς μας τήν ὁποία κληρονομήσαμε ἀπό τον Ἀδάμ, τήν θεραπεύει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μέ ὅλο τό ἀπολυτρωτικό ἔργο Του, μέ τήν σωτηριώδη θεία Οἰκονομία Του ὅπως λέγεται.Γι᾿ αὐτό και ὁ Χριστός προσφωνεῖται στίς εὐχές τῆς Θ. Λειτουργίας καί σέ πολλές ἄλλες εὐχές και ὕμνους ὡς «ὁ Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν». Καί ἡ Ἐκκλησία Του, εἶναι τό πνευματικό ἰατρεῖο, ὅπως τόσο παρασταστικά τό λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, τό ὁποῖο θεραπεύει τίς ψυχές. «Καί γάρ ἰατρεῖον θαυμαστόν τῆς Ἐκκλησίας τό διδασκαλεῖον ἐστιν· ἰατρεῖον οὐχί σωμάτων ἀλλά ψυχῶν. Πνευματικόν γάρ ἐστι, καί οὐχί τραύματα σαρκός, ἀλλ᾿ ἁμαρτήματα διανοίας διορθοῦται».11
Β) Η ΔΥΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ. ΔΙΚΑΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ
Πολύ διαφορετική εἶναι ἡ θεώρηση τῆς ἁμαρτίας στό δυτικό κόσμο, ὅπου ἡ ἁμαρτία νοεῖται μόνο ὡς παράβαση τοῦ νόμου, στά πλαίσια τῆς ἀνσέλμειας θεωρίας τῆς «ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης», πού εἶναι δόγμα πίστεως στόν παπισμό. Ὁ Ἄνσελμος, ἀρχιεπίσκοπος Καντεμβουρίας, συνέγραψε ἕνα ἀπολογητικό ἔργο, μιά πραγματεία σωτηριολογικῆς φύσεως, μέ τόν τίτλο: «Cur Deus Homo» (γιατί ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος). Δέν θά ἀναφερθοῦμε σέ λεπτομέρειες περί τοῦ σκοποῦ τῆς πραγματείας, τοῦ ἱστορικοῦ πλαισίου ἑντός τοῦ ὁποίου συνεγράφη κ.ἄ.12 Θά ὑπογραμμίσουμε συνοπτικά13 τά περί τῆς ἐν λόγῳ θεωρίας τῆς ἱκανοποιήσεως (satisfactio), ὅπως διακηρρύσσεται στή μελέτη αὐτοῦ τοῦ δυτικοῦ θεολόγου, ὥστε νά δοῦμε τή φραγγική διαστρέβλωση στό ζήτημα τῆς σωτηριολογίας, ἀλλά καί τῆς ἁμαρτίας πού ἐδῶ ἐξετάζουμε. Ἡ περί «ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης» κακοδοξία, ἡ πλασμένη μέ βάση τό κοσμικό-φραγγικό δίκαιο, ἔχει ἐν συντόμῳ ὡς ἑξῆς: Ὁ πρῶτος ἄθρωπος μέσα στόν ἐπίγειο παράδεισο ἁμάρτησε. Αὐτή ἡ ἁμαρτία προσέβαλε τήν τιμή καί ἀξιοπρέπεια τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν ἁμαρτία τῶν πρωτοπλάστων ἐξοργίστηκε ὁ Θεός, διότι διεσαλεύθη ἡ τάξη τῆς δημιουργίας τήν ὁποία Αὐτός ἔχει θέσει στήν κτίση. Βεβαίως, σχετικά μέ τήν «τιμή τοῦ Θεοῦ», ὅπως προσδιορίζεται ἀπό τόν Ἄνσελμο (honor Dei) καί ἀποτελεῖ κλειδί κατανοήσεως τῆς σωτηριολογίας του, θά πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι «ἡ ἔννοια τῆς «τιμῆς τοῦ Θεοῦ» στή Δύση συνδέεται στενά μέ τή δομή τῆς φεουδαρχικῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία κάνει κατανοητό καί τό νομικό ὑπόβαθρο τῆς τιμῆς αὐτῆς».14 Δηλαδή ὁμιλοῦμε γιά μιά θεώρηση τῆς τιμῆς τοῦ Θεοῦ μέ καθαρά ἀνθρώπινα κριτήρια, νομικιστικά ἐκλαμβανόμενη, ὅπως ἄλλωστε θεωροῦνται καί ἑρμηνεύονται ὅλα μέ τό πνεῦμα (τό χωρίς Πνεῦμα) καί τό σκεπτικό τῆς ὀρθολογιζούσης Δύσεως. Ὡστόσο, ἀνάλογη ἑρμηνεία κάνει ὁ Ἄνσελμος καί στό θέμα τῆς «τάξεως τῆς δημιουργίας» καί μέσα ἀπό τίς σχετικές διατυπώσεις του γίνεται φανερό πώς «συνδέει ὀργανικά την ἔννοια τῆς τιμῆς τοῦ Θεοῦ τόσο μέ τήν ἔννοια τῆς τάξεως τῆς δημιουργίας ὅσο καί μέ τήν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά καί μέ τή δικαιική ἔννοια τῆς ἐξισορροπητικῆς ἱκανοποιήσεως».15Τί θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά ἀκολουθήσει μετά ἀπό ὅλα αὐτά, μετά ἀπό αὐτήν τή μεγίστη (κατά τούς παπικούς) προσβολή τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τοῦ Θεοῦ, διά τῆς ἀνατροπῆς τῆς τάξεως τῆς δημιουργίας; Θά ἔπρεπε ὁπωσδήποτε ὁ ἄνθρωπος νά πληρώσει καί μάλιστα «ἀκριβά» γι᾿ αὐτήν τή μεγάλη προσβολή! Ὅμως, δέν μποροῦσε νά λάβει χώρα αὐτό, ἀφοῦ ἡ προσβολή ἦταν τόσο μεγάλη, ὅση καί ἡ ἀξία τοῦ προσβαλομένου. Τί θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά λάβει χώρα, ὥστε καί ἡ ἀνθρωπότητα νά ἐξιλεωθεῖ καί ἡ θεία Δικαιοσύνη νά ἱκανοποιηθεῖ; Τό πρόβλημα βρίσκει τή λύση του ὅταν ὁ Θεός…ἀποφασίζει νά στείλει τόν Μονογενῆ Του Υἱό στόν κόσμο γιά νά πεθάνει ἐπί τοῦ Σταυροῦ μέ τή στοχοθεσία αὐτή. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὡς μία ἰσοδύναμη ἐπανόρθωση, μόνον Αὐτός θά μποροῦσε νά ἀποκαταστήσει ἀντικειμενικῶς τήν διασαλευθεῖσα τάξη τῆς δημιουργίας, ὅπως καί ἔπραξε. Καί ἔτσι, ὡς ἄπειρο θῦμα, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τιμωρούμενος διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου, προσέφερε μία ἄπειρη ἱκανοποίηση στόν Θεό Πατέρα καί πέτυχε τό σκοπό αὐτό, νά ἀλλάξει ἡ στάση τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἀνθρωπότητα καί νά δοθεῖ σ᾿ αὐτήν ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος! Κατά τόν Ἄνσελμο Καντερβουρίας τόν συστηματοποιήσαντα τήν «περί ἱκανοποιήσεως» θεωρία, ἡ θεία ἐνανθρώπηση «ἔχει τό λόγο καί τό σκοπό της κατ᾿ ἀποκλειστικότητα στό θάνατο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Καί τοῦτο ἐπειδή μόνον ὁ θάνατος ἑνός Θεανθρώπου θά μποροῦσε νά ἱκανοποιήσει πλήρως τόν ἀπείρως προσβληθέντα ἀπό τήν ἁμαρτία Θεό ». 16Μετά ἀπό αὐτά, ἀφοῦ εἴδαμε τήν ἀλλοίωση τοῦ περιεχομένου τῆς ὀρθοδόξου σωτηριολογίας, κατανοοῦμε ὅτι στή δύση ἡ ἔννοια τῆς ἁμαρτίας ἔχει διαστραφεῖ πλήρως, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία τίθεται σέ σχέση μέ τόν Θεό μόνο καί ὄχι μέ τόν ἄνθρωπο. Οἱ ὀρθόδοξοι πιστεύουμε ὅτι διά τῆς ἁμαρτίας ὁ ἄνθρωπος προσβάλλεται, τραυματίζετα, προσβάλλεται, ἀσθενεῖ. Ὁ Θεός λυπεῖται βεβαίως, ἀφοῦ βλέπει τό πλάσμα του νά κατατυρρανεῖται ὑπό τοῦ διαβόλου καί τῶν παθῶν, ἀλλά δέν πάσχει ὡς ἀπαθής, ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος πάσχει καί φθείρεται. Δέν ἔχει ἀνάγκη καταλλαγῆς ὁ Θεός, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος! Ὁ Θεός «οὐδέποτε ἐχθραίνει», ἐπισημαίνει ὀρθοδόξως ὁ χρυσοστομικός κάλαμος17. Ὁ ἄνθρωπος καθίσταται διά τῆς ἁμαρτίας ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Οἱ δυτικοί, ὅμως, πιστεύουν ὅτι μέ τήν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος προσβάλλει τόν Θεό καί αὐτό ἐνέχει εὐθύνες…ποινικές. Ἡ λανθασμένη, ὅμως, θεώρηση τῆς ἁμαρτίας, συνεπάγεται καί τή λανθασμένη ἀντιμετώπιση τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀπό τούς ἐκκλησιαστικούς φορεῖς, ἐν προκειμένω τούς πνευματικούς πατέρες καί ποιμένες. Ὁ πνευματικός - ἐξομολόγος στόν παπισμό, ἀντιμετωπίζει τόν ἐξομολογούμενο ὄχι ὡς ἀσθενῆ, ἀλλά ὡς παραβάτη καί διασαλευτή μόνο τῆς τάξεως τῆς δημιουργίας, κατά τρόπο δικανικό. Ὡς ἀμείλικτος δέ καί ἄτεγκτος δικαστής, ὁ δυτικός πνευματικός, ἐπιβάλλει τόν κανόνα στον ἐξομολογούμενο, ὡς μέσον ἐξιλεώσεως και ἱκανοποιήσεως τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ὡς ἄσκηση μετανοίας, ὡς φάρμακο γιά τή θεραπεία, ὅπως ἰσχύει στήν ὀρθόδοξη Παράδοσή μας. Ἡ περί «ἰκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης» διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χαριστοῦ, βλάσφημη θεωρία, ἡ ὁποῖα στηρίζεται σέ μιά ἐσφαλμένη θεωρία περί κληρονομικῆς ἐνοχῆς καί περί προελεύσεως τοῦ θανάτου ὡς ἐκ Θεοῦ τιμωρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔχει διαποτίσει τόν δυτικό κόσμο καί ἀποδίωξε πολλούς ἀπό τήν πίστη στόν Θεό! Εἰσῆλθε δε, μετά τήν τουρκοκρατία καί ἀπό διάφορες ἱστορικές συγκυρίες καί στό δικό μας χώρο, τῆς καθ᾿ ἠμᾶς Ἀνατολῆς18, ἀλλά δέν ἐπικράτησε, ἀφοῦ σήμερα οἱ περισσότεροι πνευματικοί πατέρες εἶναι πεπαιδευμένοι ἐκκλησιολογικῶς καί θεολογικῶς καί γνωρίζουν τά περί ἁμαρτίας καί κάνουν ὀρθές προσεγγίσεις, διαγνώσεις, θεραπεῖες ἐν Χριστῷ.
Γ) ΟΡΘΗ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
Θεωροῦμε ὅτι σήμερα, ὑπέρ ποτέ καί ἄλλοτε, θά πρέπει οἱ ὀρθόδοξοι πνευματικοί - ἐξομολόγοι, ἀλλά καί οἱ ἁπλοί πρεσβύτεροι, νά ὑπογραμμίζουν μέ ἔμπονο ζῆλο καί ἀνύστακτη ποιμαντική εὐθύνη πρός τά πνευματικά τους παιδιά τήν μεγάλη και ἀνυπολόγιστη ζημία τῆς ἁμαρτίας ἐπί τῶν ἀθανάτων ψυχῶν! Νά ἐπισημαίνεται ἐπίσης ὅτι τό μόνο κακό στόν κόσμο εἶναι ἡ ἁμαρτία, ὅπως τόσο παραστατικά τό γράφει ὁ δεινός πολέμιος τῆς ἁμαρτίας, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Οὐδέν κακόν, ἁμαρτία μόνον»! Οὔτε κίνδυνοι, οὔτε ἐπιφορές, οὔτε ἀσθένειες καί θάνατοι, οὔτε θλίψεις καί ἀδικίες μποροῦν νά προξενήσουν στόν ἄνθρωπο τό κακό ποῦ προξενεῖ ἡ ἁμαρτία! Ἀντίθετα, ὅλα τα προειρημένα, χρησιμοποιοῦνται πανσόφως ἀπό τόν Φιλάνθρωπο καί Πανάγαθο Θεό ὡς μέσα πρός ἐξάληψιν τῆς ἁμαρτίας! Φρονοῦμε δέ ταπεινῶς, ὅτι οἱ πνευματικοί πατέρες θά πρέπει νά συστήσουν στά πνευματικά τους τέκνα νά μελετήσουν σε μετάφραση, μεταξύ ἄλλων, δύο περίφημες θεολογικές ἀλλά καί τά μέγιστα διδακτικές ὁμιλίες – πραγματεῖες, τῶν δύο γιγάντων τῆς πίστεως καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, Μ. Βασιλείου καί ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀντίστοιχα. Ἡ πρώτη εἶναι αὐτή πού φέρει τον τίτλο «Ὅτι οὐκ ἐστίν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός» (Μ. Βασιλείου19) και ἡ δεύτερη, αὐτή πού φέρει τόν τίτλο: «Ὅτι τόν ἑαυτόν μή ἀδικοῦντα οὐδείς παραβλάψαι δύναται» (Ἰω. Χρυσοστόμου20).Ἐπιπλέον, πρέπει νά καθίσταται γνωστό στούς πιστούς ὅτι ἡ ἁμαρτία, ὡς ὑπαρξιακή κατάσταση τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου, δέν ἔχει νά κάνει μέ κάποιες πράξεις, τίς ὁποῖες ἀπαριθμοῦμε στόν πνευματικό μας πατέρα καί καλῶς πράττουμε, ἀλλά κυρίως πρόκειται γιά ἕναν τρόπο ζωῆς! Ἁμαρτωλός δέν εἶναι κάποιος πού κάτι κάνει, ἀλλά κάποιος πού κάπως εἶναι! Κατανοῦμε λοιπόν, ὅτι πρόκειται γιά κάτι βαθύτερο και ὑπαρξιακό μιά στάση ζωῆς χωρίς τόν Θεό. Ἕνας δεινός θεολόγος ὑπογράμμιζε τά ἑξῆς: «Ἠ ἁμαρτία δέν συνίσταται στίς λίγες ἤ πολλές ἁμαρτωλές πράξεις, ἀλλά σέ μιά ὁλοκληρωτική ἀπώλεια τῆς ζωῆς. Εἶναι ἕνας κυριολεκτικός ἀφανισμός πού συνειδητοποιεῖται ἀπό τόν ἄνθρωπο ὡς ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, ταῶν ἄλλων προσώπων, τοῦ ἑαυτοῦ του, τῶν πραγμάτων, γενικώτερα ὡς ἀπουσία σκοποῦ καί νοήματος καί κατ᾿ ἐπέκταση ὡς ἀδήριτη μοναξιά καί ἀγωνία».21 Ἔτσι, ὅταν οἱ ἄνθρωποι κατανοήσουν ὅτι μέ τήν ἁμαρτία μένουν ἔρημοι καί γυμνοί ὑπαρξιακῶς, τότε θά στραφοῦν ἐμπόνως πρός τόν Θεό, πού εἶναι ὁ μόνος ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νά τούς «ἐνδύσει» μυστικά καί νά τούς πληρώσει ἐσωτερικά! Καί αὐτό θά ἀποτελεῖ γι᾿ αὐτούς πλέον, ἐνδόμυχον ἔφεσιν καί ποθούμενο ἀγαθό! Νά ὁμιλοῦν οἱ πνευματικοί, περί αὐτῆς τῆς φοβερῆς νόσου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τῆς ἁμαρτίας, ὄχι μόνο θεολογικά, ἀλλά καί ἁπλοϊκά, ἐπαγωγικά, μέσῳ παραδειγμάτων, ὥστε νά διδάσκονται και οἱ πλέον ἁπλοϊκοί! Πῶς νά παρομοιάζουν τήν ἁμαρτία; Μέ τή χρῆση παραδειγμάτων ἀπό τά κείμενα τῶν Ἁγίων καί ἀπό τήν ζωή μας. Ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος, λ.χ., γράφει ὅτι ἡ ἁμαρτία ὁμοιάζει μέ ῥεῦμα ποταμοῦ, πού τό καλοκαίρι φαίνεται ἥσυχο καί τό διαβαίνεις εὔκολα, ἀλλά τό χειμῶνα ὀγκώνεται ξαφνικά, γκρεμίζει γεφύρια, πλημμυρίζει κάμπους, πνίγει ζῷα καί ἀνθρώπους, προκαλεῖ φόβο. Μικρό τό κακό πού προξενοῦν οἱ ποταμοί μπροστά στόν κατακλυσμό τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία, ἀκόμη, παρομοιάζεται ἀπό παλαιούς ἱεροκήρυκες22, μέ τήν βασίλισσα ἐκείνη, τήν Σεμίραμι, ἡ ὁποῖα κατέστρεψε τόν β σύζυγό της Νίνο, βασιλέα τῶν Ἀσυρίων, μέ τρεῖς ἐντολές! Ἡ Σεμίραμις ἀσκοῦσε γιά πολύν καιρό μεγάλη πίεση στόν βασιλέα νά τῆς παραχωρήσει γιά μιά μόνο μέρα τό θρόνο, γιά νά βασιλεύσει. Στίς πολλές πιέσεις, ὁ Νίνος ὑπέκυψε καί τῆς παραχώρησε τήν βασιλική ἐξουσία, γιά μιά μόνο μέρα. Ἡ διεστραμμένη καί ὑστερόβουλη βασίλισσα, μόλις κάθησε ἐπί τοῦ θρόνου, ἔδωσε ἀμέσως στούς ὑπηκόους της, τρεῖς ἐντολές: 1) νά συλληφθεῖ ὁ βασιλεύς, 2) νά δεθεῖ χειροπόδαρα καί 3) νά ἀποκεφαλισθεῖ! Αὐτό παθαίνει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀφήσει τό αὐτεξούσιό του νά κινηθεῖ πρός τήν περιοχή τῆς ἁμαρτίας, ὅταν παραχωρήσει χώρο στήν ἁμαρτία, ἡ ὁποῖα ὑποσκελίζει καί θανατώνει πικρῶς ὡς ἡ κακή καί τυρρανική βασίλισσα, ὅσους μπορεῖ νά ἐξουσιάσει!Τέλος, ἀπό τίς περίφημες «Κατηχήσεις» τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, μεταφέρουμε ἕνα ἀπόσπασμα σέ μετάφραση, πολύ διδακτικό, σχετικό μέ τήν ἁμαρτία, ὥστε νά τό γνωρίζουμε ὅσοι μετερχόμαστε τοῦ ἔργου τῆς θεραπείας τῶν ψυχῶν καί νά τό διδάσκουμε στά πνευματικά μας τέκνα πρός ὡφέλειαν και ἀποφυγήν, ὅσο γίνεται, τῆς ἁμαρτίας, μέ τή μνήμη τῆς μελλούσης κρίσεως τοῦ Κυρίου: «Τί τέλος πάντων εἶναι ἡ ἁμαρτία; Εἶναι ζῶο; εἶναι ἄγγελος; εἶναι δαίμονας; Τί εἶναι αὐτό πού τήν ἐνεργεῖ; Δεν εἶναι ἐχθρός πού ἔρχεται ἀπ᾿ ἔξω, ἀλλά δικό σου κακό γέννημα (σσ. ἐννοεῖ τῆς προαιρέσεως), πού ξεφυτρώνει ἀπό σένα. Κοίταξε με καθαρά τα μάτια σου καί δέν θά ἔχεις κακή ἐπιθυμία. Κράτα τά δικά σου καί μήν παίρνεις τά ξένα πράγματα, καί ἔτσι ἡ τάση γιά ἁρπαγή θά ἀποκοιμηθεῖ. Φέρνε στό νοῦ σου τή μέλλουσα κρίση, καί δέν θά μπορέσει νά σέ νικήσει οὔτε πορνεία, οὔτε μοιχεία, οὔτε φόνος. Ὅταν, ἀντίθετα, λησμονήσεις τόν Θεό, τότε ἀρχίζουν νά ἐμφανίζονται οἱ πηγές τῶν κακῶν».23
1 Βλ. «Ἁμαρτία», εἰς ΘΗΕ, 2, 250.
2 Περί τῶν δύο ἐν Χριστῷ θελημάτων, Κατά Μανιχαίων, MPG. 54, 1589C
3 Βλ. Ὁμιλία «Ὅτι οὐκ ἔστι αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός», 8, ΒΕΠ., 54, 96.
4 Γρηγορίου Θεολόγου, Ἀντιρρητικός εἰς τήν Εὐνομίου ἔκθεσιν, ΒΕΠΕΣ, 68, 138, βλ. Ἀθανασίου Ἀγγελοπούλου, Ἡ ἁμαρτία, Ἀθήνα 2002, σελ. 18.
5 Α΄ Καθολ. ἐπιστ. Ἰω., 3, 9.
6 Βλ. Ἰω. Δαμασκηνοῦ: «Πᾶν γάρ τό κτιστόν καί τρεπτόν, μόνον δέ τό ἄκτιστον ἄτρεπτον, καί πᾶν λογικόν αὐτεξούσιον», Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, Κείμενο, μετάφραση, εἰσαγωγή, σχόλια Ν, Ματσούκα, σελ. 100
7 Ἠθικά Νικομάχεια, III,(ΙΙΙ, 3b).
8 Ὑπόμνημα εἰς τούς Ψαλμούς, ΒΕΠ, 45, 351., ὅπου π. Ἀθ. Ἀγγελοπούλου, Ἡ ἁμαρτία, σελ. 26.
9 Διδύμου Ἀλεξανδρέως, Ὑπόμνημα εἰς τούς Ψαλμούς, ΒΕΠ, 45,33.
10 Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Ἑρμηνεία στήν πρός Ρωμαίους, MPG. 74, 789 Α.
11 MPG, 51, 354, Περί τοῦ μή δημοσιεύειν τά ἁμαρτήματα.
12 Στήν μνημονευθεῖσα περισπούδαστη μελέτη τοῦ καθηγητοῦ Δ. Τσελλεγγίδη, ὑπάρχουν πολλά στοιχεία περί ὅλων αὐτῶν καί λεπτομέρειες σημαντικές.
13 Σέ μία ἄλλη μελέτη μας γίνεται λόγος διεξοδικά σχετικά μέ τήν κακόδοξη αὐτή θεωρία καί τήν ἀναίρεσή της ἀπό τήν Πατερική, ὀρθόδοξη Διδασκαλία.
14 Βλ. Δ.Τσελεγγίδη ἀναφερόμενο ἔργο, «Ἡ ἱκανοποίηση τῆς θείας δικαιοσύνης κατά τόν Ἄνσελμο Καντεμβουρίας», σελ. 49
.15 ὅπου π. σελ. 55-56.
16 ὅπου π. σελ. 118.
17 MPG., 61, 478, ( Ὁμλία ΙΑ΄, Εἰς Β΄ Κορινθίους).
18 Σέ κάποια συγγράμματα θεολόγων καί ἱεροκηρύκων τοῦ περασμένου αἰῶνος, ἡ κακόδοξη θεωρία τῆς «ἱκανοποιήσεως», ὅπως λ.χ. στοῦ π. Κωνσταντίνου Καλλινίκου ἀλλά καί στο σπουδαιότατο κατά τα ἄλλα σύγγραμμα
τοῦ μεγάλου καί ἐξόχου Κεφαλονήτου ἱεροκήρυκος Ἡλία Μηνιάτη «Διδαχαί καί λόγοι» (στίς ὁμιλίες του στή Μ. Παρασκευή).
Ἀλλά καί τό ἔργο τοῦ γνωστοῦ ἀρχιμανδρίτου - ἱεροκήρυκος π. Εὐσεβίου Ματθοπούλου «Ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου», ὄχι ἁπλῶς περιέχει, ἀλλά κυριολεκτικά βρίθει ἀπό τήν θεωρία αὐτή, ἡ ὁποῖα
καί μετεδόθη μέσῳ τῆς μεγάλης κυκλοφορήσεώς του παρά τῶν θρησκευτικῶν Ὀργανώσεων…
Φυσικά δέν ἀποδίδουμε κακή πρόθεση στούς ἀνωτέρω συγγραφεῖς, οἱ ὁποῖοι παρεσύρθησαν εἴτε ἀπό ἄγνοια τῆς πατερικῆς Θεολογίας (δέν ὑπῆρχαν καί οἱ ἐκδόσεις τῶν Πατερικῶν κειμένων πού ὑπάρχουν σήμερα),
εἴτε ἀπο τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, ἀφοῦ ὅπως ὀρθά ἔχει διατυπωθεῖ «ἡ Τουρκοκρατία προσέφερε τό κατάλληλο κλίμα γιά τήν δυνατότητα εἰσαγωγῆς τῆς «περί ἱκανοποιήσεως» διδασκαλίας στήν Ἀνατολή». (βλ. πρωτ. Γ. Μεταλληνοῦ,
Λόγος ὡς ἀντίλογος, ἐκδ. Ἀρμός, σελ. 86).
Ὡστόσο, κάποιοι ἔγραψαν ( ὅπως λ.χ. ὁ καθηγητής Χρ. Γιανναρᾶς)
ὅτι στό «Ἐξομολογητάριο» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου ὑπάρχει ἀρκετή δυτική ἐπιροή καί ταύτιση μέ τήν ἐν λόγῳ θεωρία τῆς «ἱκανοποιήσεως».
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι μπορεῖ ὄντως νά ἐντοπίζεται λεκτικά/φραστικά ἕνας ἐπηρεασμός λόγῳ ἱστορικῶν συνθηκῶν τῆς ἐποχῆς, πλήν ὅμως, ὁ ὀρθοδοξότατος ἅγιος Νικόδημος καί δεινός Πατερικός Θεολόγος,
πολύ ἀπεῖχε ἀπό τίς δογματικές παραχαράξεις καί ἀλλοτριώσεις τῶν παπικῶν! Οὔτε ἐγκλωβίστηκε ἐγνωσμένα στό δικανικό πνεῦμα!
Καί αὐτό φαίνεται «ἡλίου φαεινότερον», ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ πεφωτισμένος Νικόδημος ὁμιλεῖ γιά «ἰατρεία» τῆς ψυχῆς μέσῳ τοῦ κανόνος (βλ. «Ἐξομολογητάριον», σελ. 254), γιά νοερά προσευχή καί γιά ἄσκηση τοῦ πιστοῦ, μέσα σέ πλαίσια θεραπευτικά καί ὄχι δικανικά –σχολαστικά.
(Περί ἰατρείας, ἐπίσης, κάνει λόγο ὁ ἱερός Νικόδημος, καί στήν ἑρμηνεία του στόν ρβ΄ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου).
Ὡς «ἱκανοποίηση» δέ, ὁ Ὅσιος δέχεται τόν κανόνα πού πρέπει νά ἐπιβάλλει ὁ πνευματικός πατήρ, ὡς ἄσκησιν μετανοίας τοῦ ἁμαρτωλοῦ, καί μάλιστα κανόνα διττόν, καί σωματικόν καί πνευματικόν (ὅπου π. «Ἐξομολογητάριον», σελ. 79).
19 ΕΠΕ, 7, 87.
20 ΕΠΕ, 31, 497.
21 Βλ. Π. Νέλλα, «Ζῶον θεούμενον», ἐκδ. Περιοδικοῦ «Σύναξη», Ἀθήνα 1981, σελ.210.
22 Βλ. Ἠλία Μηνιάτη, «Διδαχαί καί λόγοι», σελ. 224 -225.
23 Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις Φωτιζομένων Β΄.
ΚΥΡΙΕ ΜΗ ΜΕ ΠΑΡΕΙΣ ΑΝ ΔΕΝ ΓΙΝΩ ΟΛΟΣ ΣΟΣ
''Η ταπείνωσις είναι καλή,η ταπεινολογία είναι υπερηφάνεια.Η ταπείνωσις θέλει καρδιακή συντριβή και όχι επιδείξεις.''
Όσιος Γέρων Ιερώνυμος Αιγίνης
Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν εφιαλτικές.
Ο Γέροντας υπέφερε πολύ.
Από την μια η δύσπνοια κι ο βήχας τον ταλαιπωρούσαν
και δεν μπορούσε να αναπνεύσει εύκολα.
Κι από την άλλη είχε διάφορα άλλα συμπτώματα [πόνους στο στήθος,
στα πόδια και σ' άλλα σημεία του σώματος και κυρίως μια εσωτερική θέρμη,
που ένιωθε να του καίει τα σωθικά,
ενώ εξωτερικά η θερμοκρασία του ήταν κανονική.
Η απάντησή του σε όλες αυτές τις σωματικές ταλαιπωρίες ήταν η προσευχή.
Ποτέ δεν ακούστηκε ο παραμικρός γογγυσμός ή κάποιο παράπονο.
Δοξολογούσε συνέχεια τον Θεό.
Στις περιπτώσεις,
που από τις συσπάσεις του προσώπου του καταλαβαίναμε,
ότι υποφέρει περισσότερο, το μόνο, που συνήθιζε να λέει, ήταν...
''Κύριε, μη με πάρεις, εάν δεν γίνω όλος Σος!''
Η αγωνία του δεν αφορούσε την έκβαση της υγείας του.
Αυτό ήταν στα χέρια του Θεού.
Αν ο Θεός ήθελε να γίνει καλά, θα γινόταν.
Αν όχι, γενηθήτω το θελημά Του.
Εκείνο που τον απασχολούσε ήταν η τελείωσή του,
η σωτηρία του.
Μετά από μια ζωή αγώνων, προσευχής και κοινωνίας με τον Θεό,
επιθυμούσε ακόμα την μετάνοια.
Το δωμάτιό του είχε μεταβληθεί σε πνευματικό ιατρείο. Συχνά έξω από την πόρτα του θαλάμου του περίμενε μεγάλος αριθμός ανθρώπων. Εκλιπαρούσαν την Γερόντισσα Ευπραξία να τους επιτρέψει να μπουν, έστω για να ασπασθούν μόνο το χέρι του. Και εκείνος, που αντιλαμβανόταν πολλές φορές, τι γινόταν έξω από την πόρτα,υποχωρούσε στην αγάπη τους κι έλεγε στην Γερόντισσα να τους ανοίξει. Σ' όλους απ' αυτούς που περνούσαν κι ασπάζονταν το χέρι του δεν έλεγε κουβέντα. Σε μερικούς όμως,έλεγε κάποια λόγια ή έκανε ερωτήσεις, που συχνά τους έφεραν σε αμηχανία. Μεταφέρουμε κάποιες από τις συνομιλίες τους, στις οποίες είμασταν μάρτυρες. -Πώς σε λένε;-Δημήτρη. -Πόσες έχεις;- ...Καμμία.-Άκουσε! Είμαι πενήντα τρία έτη πνευματικός. Την αλήθεια πες μου. -Τώρα δεν έχω καμμία. -Α,είχες και άφησες. Δεν άφησες; Ν' αφήσεις, αν θέλεις να γίνεις καλά. Κι ο νέος έφυγε με σκυμμένο το κεφάλι.Όταν απεμακρύνθη,ο Γέροντας μας είπε... -Οι κοπέλλες με τις οποίες είχε σχέσεις, γυρνούσαν γύρω-γύρω από το πρόσωπό του. Σε μια νεαρή άρρωστη, που τον πλησίασε υποβασταζόμενη και αναμαλλιασμένη είπε... -Όπως είναι τα μαλλιά σου ανακατωμένα, έτσι είναι και τα μυαλά σου! Φρόντισε να μαζέψεις τον νου σου και να παύσεις ν' αμαρτάνεις και θα γίνεις καλά. -Ναι πάτερ, θα προσπαθήσω, απάντησε η κοπέλλα κι απομακρύνθηκε κλαίγοντας. Κάποια ηλικιωμένη γυναίκα, μόλις πέρασε μέσα στο δωμάτιο γονάτισε, έφτασε γονατιστή μέχρι το κρεββάτι του και του φιλούσε τα πόδια. Ο Γέροντας την αντιλήφθηκε, αλλά δεν αντέδρασε, έμεινε απαθής. Όταν πλησίασε ακόμη περισσότερο, της έτεινε το δεξί του χέρι και της είπε... -Αυτό έχει την ευλογία και όχι τα πόδια. Η ταπείνωσις είναι καλή, η ταπεινολογία είναι υπερηφάνεια. Η ταπείνωσις θέλει καρδιακή συντριβή και όχι επιδείξεις. Φρόντισε να γίνεις ταπεινή και θα σωθείς. Κι η γυναίκα απομακρύνθηκε χλωμή και σκεφτική. Όλοι είχαν μείνει έκπληκτοι με την αγιότητα και το προορατικό χάρισμα αυτού του παπά. Κι όταν, κατά τις επισκέψεις των γιατρών, βγαίναμε έξω στο σαλόνι του νοσοκομείου, δεν ακούγαμε τίποτα άλλο στις συζητήσεις αρρώστων και συγγενών, παρά τις εντυπώσεις τους για τον π.Ιερώνυμο. -Καλέ, αυτός είναι άγιος άνθρωπος! Μου είπε, πως πρέπει να εκπληρώσω ένα τάμα, που είχα κάνει μικρή και τό'χα ξεχάσει κι εγώ η ίδια. Κρίμα, που δεν τον γνώρισα νωρίτερα. Να υπάρχει τέτοιος άγιος και να μην το ξέρουμε; -Κι εμένα μου είπε για τον άντρα μου,που δεν τον είχε δει ποτέ του, μου περιέγραψε ακριβώς τον χαραχτήρα του. Μου είπε,πως είναι πολύ καλός και φιλότιμος, αλλά βλασφημεί και δεν πηγαίνει στην εκκλησία. Και πραγματικά έτσι είναι. Είναι πάρα πολύ καλός και δεν έχω κανένα παράπονο,εκτός από αυτά, που μου είπε ο άγιος αυτός άνθρωπος.[...] Ένα από τα πνευματικά παιδιά του στενού κύκλου του Γέροντα ήταν και η κυρία Στ. Είχε μητέρα, που υπόφερε από Parkinson κι, επειδή δεν είχε άνθρωπο, να την προσέξει,δεν ερχόταν πολύ συχνά στο νοσοκομείο. Κάποιο απόγευμα όμως, άφησε μια μικρή ανηψιά της, να την προσέχει κι η ίδια έτρεξε στο νοσοκομείο έστω για λίγες ώρες, να δει τον Γέροντα. Δεν πέρασαν πέντε λεπτά περίπου,αφότου μπήκε στο δωμάτιο του Γέροντα και εκείνος την ρώτησε... -Άφησες κανέναν με την μητέρα σου; -Μάλιστα Γέροντα. -Ποιόν άφησες; -Την ανηψιά μου. -Να φύγεις γρήγορα. Η μητέρα σου είναι μόνη της. -Μα,Γέροντα την άφησα με την ανηψιά μου κι έπειτα έφυγα. Δεν είναι μόνη της. -Να φύγεις γρήγορα, τώρα είναι μόνη της. Η γυναίκα τα έχασε. Αναρωτήθηκε, τί έπρεπε να κάνει και τελικά αποφασίσαμε, να κατεβούμε κι δυο στο διπλανό Ζαχαροπλαστείο για να τηλεφωνήσουμε. Σχημάτισε τον αριθμό τηλεφώνου του σπιτιού της, αλλά το τηλέφωνο δεν απαντούσε. Ξαφνιάστηκε. Τι να συμβαίνει; Επιμένει και πάλι στο τηλέφωνο και μετά από αρκετή ώρα σήκωσε το ακουστικό η μητέρα της. -Τι θέλετε; Η Στ.δεν είναι εδώ [προφανώς λόγω ηλικίας και αθένειας δεν αναγνώρισε την φωνή της κόρης της]. -Μαμά, εγώ είμαι μ' ακούς;-Ναι σ' ακούω. -Μόνη σου είσαι; -Ναι,μόνη μου. -Πού είναι η Πόπη, έφυγε; -Ναι έφυγε, είμαι μόνη μου τώρα. Εύκολα ν' αντιλαμβάνεται κανείς την έκπληξη, τον θαυμασμό και την συγκίνησή μας. Μόλις γυρίσαμε στο νοσοκομείο και μπήκαμε στον θάλαμο του Γέροντα, τον βρήκαμε, να χαμογελάει αινιγματικά και να τείνει το χέρι του προς την Στ. -Έλα κόρη, πήγαινε στην μητέρα σου, της είπε απλά και ήρεμα. Η συμπεριφορά του ήταν τέτοια, ώστε ήταν φανερό, πως τα γνώριζε όλα. Όχι μόνο, πως η μητέρα της κας.Στ. ήταν μόνη της, αλλά σαν να είχε παρακολουθήσει ακόμα κι αυτή, την τηλεφωνική συνομιλία. Ο σεβασμός μας, όμως προς τον Γέροντα, αλλά και η εξοικείωσή μας προς τέτοια ''σημεία'' δεν μας επέτρεπε, να τον ρωτήσουμε, πώς τα γνώριζε όλα αυτά. Τα δεχόμασταν σαν σημεία της χάρης, που είχε ολοφάνερα ενοικήσει μέσα του και δοξάζαμε μόνο τον Θεό, που μας ελέησε, να γνωρίσουμε ένα πραγματικά άγιο.
Η κατάσταση της υγείας του επιδεινωνόταν συνέχεια.
Με εξαίρεση κάποια μικρά διαστήματα που τον άφηναν για λίγο οι πόνοι,
το μεγαλύτερο μέρος του εικοσιτετραώρου,
μέρα και νύκτα, υπέφερε πολύ.
Από το στόμα του όμως,
δεν ακούστηκε, ούτε ο παραμικρός γογγυσμός,
ούτε ένα παράπονο.
Τις περισσότερες ώρες τον βλέπαμε,
να προσεύχεται με προσοχή και με ένταση.
Κάποτε η Γερόντισσα Ευπραξία τόλμησε να τον ρωτήσει...
-Γέροντα,
την μητέρα σου φωνάζεις;
-Την Παναγία μας επικαλούμαι,καλογραία,την Παναγία μας.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που τον είδαμε,
να βρίσκεται σε έκσταση και να ψιθυρίζει ακατάληπτα για μας λόγια,
μέσα στα οποία ξεχωρίσαμε λίγες φράσεις,
όπως...
-Κύκλο-κύκλο βάζουν το στεφάνι στο κεφάλι μου
ή
-Αίγινα, Αίγινα!
Πολύ θα λυπηθείς,
αλλά και πάλι θα χαρείς και στίχους θα ποιήσεις.
Εισαγωγή κειμένου,επιμέλεια
''ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ''
Από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση
''ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ,Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ.''
''ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ''
Από το βιβλίο του Πέτρου Μπότση
''ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ,Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΑΣ.''
Όσιος Ιερώνυμος της Αίγινας
Σάββατο 21 Ιουνίου 2014
ΤΟ ΜΕΛΙΣΣΙ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΦΥΓΗΣ
''Αν οι ηγέτες έμπαιναν στον κόπο να ενημερωθούν για την κοινωνία των μελισσών,
ίσως και να βλέπαμε μια άσπρη μέρα.
Επειδή ποτέ δεν είναι αργά, ας κρεμάσουν τα πτυχία και τα master των σπουδών τους
στο καλαίσθητο μπάνιο του σπιτιού τους και να καταδεχτούν να ρίξουν μια ματιά
στην κοινωνία των εργατικών και χρήσιμων μελισσών.
Εκεί θα ανακαλύψουν θησαυρούς, κάτι που σαν σπουδαστές δεν έμαθαν
στα καλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού.''
Έχουμε μάθει από το σχολείο, ότι οι μελισσούλες δουλεύουν σκληρά, μαζεύουν γύρη από τα λουλουδάκια,την οποία φέρνουν πάντα πίσω στην κυψέλη τους….Αν οι ηγέτες έμπαιναν στον κόπο να ενημερωθούν για την κοινωνία των μελισσών, ίσως και να βλέπαμε μια άσπρη μέρα.Επειδή ποτέ δεν είναι αργά, ας κρεμάσουν τα πτυχία και τα master των σπουδών τους στο καλαίσθητο μπάνιο του σπιτιού τους και να καταδεχτούν να ρίξουν μια ματιά στην κοινωνία των εργατικών και χρήσιμων μελισσών.Εκεί θα ανακαλύψουν θησαυρούς, κάτι που σαν σπουδαστές δεν έμαθαν στα καλύτερα πανεπιστήμια του εξωτερικού.Στο μελίσσι….. όλα δουλεύουν ρολόι γιατί η κοινωνία των μελισσών βασίζεται σε απλούς κανόνες επιβίωσης, ανάπτυξης, αρμονικής οργάνωσης και εμπιστοσύνης.Για την ομαλότητα και την ισορροπία στη ζωή των μελισσών…. χρειάζεται κάποιος που να ρυθμίζει και να φροντίζει την κυψέλη με αγάπη. Και αυτός είναι ο μελισσοκόμος….. δηλαδή ο ηγέτης….. ο αρχηγός…. ο άνθρωπος που εμπιστεύτηκαν και ακολούθησαν.Αν ο μελισσοκόμος…. είναι άχρηστος και αδιάφορος αλλάζουν οι ισορροπίες και τα πράγματα γυρίζουν μπούμερανγκ… και δεν μαζεύονται.Και εξηγώ: Όταν οι μέλισσες πεινάνε και οι κυψέλες είναι γεμάτες μέλι, γιατί έχει παραμελήσει ο μελισσοκόμος…. να τις τρυγήσει…. γίνεται λεηλασία.Μια εκτεθειμένη κηρήθρα κάνει τις μέλισσες από τα γύρω μελίσσια, να βγουν από τις κυψέλες τους για να λεηλατήσουν. Βρίσκουν έτοιμη τροφή, δηλαδή το μέλι της εκτεθειμένης κηρήθρας και αρχίζουν να τρώνε με μανία. Το χρώμα τους γίνεται μαύρο και αλλάζει η μέχρι τώρα συμπεριφορά τους. Οι εργατικές πιστές και ακούραστες μέλισσες γίνονται τώρα επιθετικοί άρπαγες κι αναζητούν έτοιμη τροφή παντού γύρω τους.Και φυσικά αναζητούν τροφή και στις άλλες κυψέλες όπου και επιχειρούν να διεισδύσουν… γιατί οι πόρτες είναι ανοιχτές… και όλοι καλοδεχούμενοι….Στη μάχη που θα γίνει αναπόφευκτα, θα επιζήσουν μόνο οι πολύ ισχυρές. Ο ανίκανος μελισσοκόμος, από τη λεηλασία, χάνει το μεγαλύτερο μέρος των μελισσών του… συγγνώμη λάθος, του μένουν οι άχρηστοι κόλακες, οι κηφήνες…. και χάνει το μελίσσι του.Ο χαρισματικός μελισσσοκόμος που αγαπάει το μελίσσι του, είναι καθημερινά παρών και για να προλάβει τέτοιες δυσάρεστες καταστάσεις. Παίρνει τα μέτρα του από πριν.Βάζει στεγανά…. αφήνει μια πολύ μικρή τρύπα στην είσοδο της κυψέλης και βάζει για σιγουριά και τεχνητά εμπόδια, ώστε να χωράει μια μέλισσα μόνο, να μπει ή να βγει από την κυψέλη. Επίσης μπορεί να ραντίσει με νερό τις κυψέλες στην είσοδό τους, για να φύγουν οι τυχόν εισβολείς.Ηθικό δίδαγμα: όταν η εμπιστοσύνη προδοθεί,τους παίρνει ο διάολος…. και πάνε σπίτια τους…. και φτου κι απ’ την αρχή!
Πηγή: ''Το Σπιτάκι της Μέλιας''
Μέλια
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)