ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2024

ΤΟ «ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ» ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ: Ο ΑΥΤΟΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΙΑΣ




Ο Billy Porter παραλαμβάνει το βραβείο HRC Impact Award στο δείπνο της HRC στο San Francisco 




Η εταιρεία HRC (Εκστρατεία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) των Η.Π.Α. αποτελεί μια μειοψηφική συλλογικότητα (LGBTQ+), που υποστηρίζει, προμοτάρει και επιβραβεύει  όλους τους αυτοπροσδιοριζόμενους, ως λεσβίες ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους, τραβεστί και τρανσέξουαλ - εγχειρισμένους άνδρες. Ο Billy Porter είναι ένας ομοφυλόφιλος αφροαμερικανός τραγουδιστής και ηθοποιός, που πρόσφατα βραβεύτηκε από την εν λόγω εταιρεία για την συμβολή του στο χαρακτηριζόμενο, ως «κίνημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων» HRC του ως άνω τύπου ανθρώπων! Μικρός είχε βιασθεί από τον πατριό του και στα 16 του άρχισε ανοιχτά να εκδηλώνει την ιδιαιτερότητά του. Σ' αυτό -που ίσως- δεν έχει δοθεί η απαραίτητη μνεία και υπογράμμιση σε πολλά άρθρα που κυκλοφορούν για την ομοφυλοφιλία, είναι το γεγονός, πως αυτή (η ομοφυλοφιλία) έχει σκοπίμως αναδειχθεί και ισοδυναμηθεί  με άκρατη μαξιμαλιστική δυναμική, με τους μεγάλους αντιρατσιστικούς αγώνες, όπως του Νέλσον Μαντέλα ή του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ φερ' ειπείν!... Οποίο εφευρετικά οξύμωρο σχήμα και ακατανόητα ακυρωτική αντίθεση! Το όλο ζήτημα ξεκινά από τους ομοφυλόφιλους, από την μη παραδοχή της ύπαρξης φύλων (!), αν και στο παρελθόν, οι ίδιοι υποστήριζαν την ύπαρξη πολλών φύλων! Ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος ή Ζακ ή Τζάκι Ο, που δολοφονήθηκε στις 21.8.2019 είχε δώσει μια συνέντευξη στην ηλεκτρονική έκδοση του marieclaire.gr στις 21.9.2018, όπου και αυτοπροσδιορίστηκε όχι ως ομοφυλόφιλος, αλλά ως  queer άτομο.  Άνθρωποι δηλαδή, που δεν αποδέχονται, όπως λένε,  τις «παραδοσιακές» (!) έννοιες φύλων και χωρίς να θέλουν να προσδιοριστούν ως ομοφυλόφιλοι, πολλές φορές αυτοπροσδιορίζονται ως queer. Είπε: «Aπό την ακροστοιχίδα LGBTQ+ ανήκω στο Q, που αντιστοιχεί στο Queer και δεν έχει να κάνει με τον σεξουαλικό προσανατολισμό αλλά με την ταυτότητα φύλου. Τι είναι λοιπόν το να είσαι (gender) queer. Ελληνιστί, είναι το φύλο μου ρευστό. Δηλαδή, δεν νιώθω στο 100% ούτε άντρας, ούτε γυναίκα. Δεν με εκφράζει κανένα από τα δύο, πιστεύω πως το φύλο είναι μια κοινωνικά κατασκευασμένη έννοια, και το «άντρας – γυναίκα» είναι ένα δίπολο που εμένα (και άλλους ανθρώπους) δεν με χωράει. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να είμαι ή το ένα, ή το άλλο. Είμαι συνδυασμός. Βάλε έναν άντρα και μια γυναίκα στο blender, και βγαίνω εγώ. Αυτό». Αυτό ήταν -λοιπόν- ο συγκεκριμένος: ένας μη βιολογικός ανθρώπινος «πουρές» χωρίς συγκεκριμένα όρια στις ερωτικές και σαρκικές του επιθυμίες. Συνεπώς με τη ίδια λογική και ένας παιδεραστής μπορεί να αυτοχαρακτηριστεί ως παιδόφιλος ή και ένας κτηνοβάτης ως ζωόφιλος γιατί πάντα του άρεσαν τα... ζώα! Το ίδιο και πολλοί -ανά τον κόσμο- εραστές αντικειμένων, που αυτοπροσδιορίζονται ως  «αντικειμενόφιλοι!...». Ο Κχοηρούλ Αάν από την Ινδονησία παντρεύτηκε τον ατμομάγειρά του, δηλώνοντας, πως οι γνώσεις και η αγάπη του για το μαγείρεμα ήταν ένας από τους βασικότερους λόγους για αυτήν την ένωση... Είναι γνωστό, πως οι άνθρωποι συχνά συνδέονται συχνά με άψυχα αντικείμενα, όμως τα τελευταία χρόνια με την εξέλιξη της ποιότητας των υλικών στις κούκλες του σεξ- έχουμε δει αρκετές περιπτώσεις ανθρώπων, που συνάπτουν σχέσεις και παντρεύονται τις κούκλες τους!... Στο διαδίκτυο είναι πολλές οι σελίδες που προσφέρουν πληροφορίες για σεξουαλικές προτιμήσεις προς αντικείμενα! Επόμενος αυτοπροσδιορισμός: ο όρος «Fictosexual» υποδηλώνει την έλξη ενός ανθρώπου από... φανταστικούς χαρακτήρες! Η έλξη για τους χαρακτήρες anime ονομάζεται «Animesexuality». Ο Davecat και η κούκλα του! Ο Davecat γνώρισε την Σιντόρε Κουρονέκο το 2000 σε ένα κλαμπ. Η Σιντόρε, δεν είναι όμως τίποτε άλλο από μία συνθετική κούκλα που μοιάζει με κανονική γυναίκα! Αλλά δεν είναι... Οι δύο τους δεν είναι κανονικά παντρεμένοι, αλλά τίποτα δε σταματάει την ευτυχία τους, όπως λέει ο άνδρας. Άλλωστε, ο Davecat θεωρεί τον εαυτό του ακτιβιστή της συνθετικής αγάπης!!! Τί να πεις!... Η Ερίκα Άιφελ ερωτεύθηκε σφόδρα τον  Πύργο του Άιφελ και σε σύντομη τελετή στο δημαρχείο, τον παντρεύτηκε! Οι συγγενείς που παρευρέθηκαν, δήλωναν στην πλειοψηφία τους πως σέβονται τις ερωτικές ορέξεις της κοπέλας, άλλωστε και γι' αυτό παρευρέθηκαν... Συν τω χρόνω, όμως, η γυναίκα χώρισε... τον Πύργο και παντρεύτηκε τον Λανς, που είναι το αγαπημένο της τόξο... Ο Κέβιν Ναδάλ -ασιατικής καταγωγής-  είναι συγγραφέας, ακτιβιστής με πολύ μεγάλη αυτοεκτίμηση. Ποτέ δεν μπόρεσε να αγαπήσει ερωτικά μια γυναίκα και έτσι μετά από... πολύ ώριμη σκέψη... παντρεύτηκε τον εαυτό του! Αυτοπροσδιορίζεται ως εραστής του εαυτού του -όχι αυνανιστής- αλλά ως «εαυτόφιλος» και ελπίζει και αυτός -όπως και οι προηγούμενοι- να ενταχθεί κάποια στιγμή στην (LGBTQ+) κοινότητα! Εξάλλου το + που υπάρχει στο τέλος των αρχικών LGBTQ+ σημαίνει, πως στο μέλλον θα προστεθούν και άλλες τέτοιες ομάδες αυτοπροσδιοριζόμενων ανθρώπων... Μπορούν να γραφούν ακόμη χιλιάδες τέτοιες ιστορίες που προβάλλονται μέσα από τις τηλεοράσεις και το διαδίκτυο. Στις Η.Π.Α έχει ξεκινήσει από καιρό η συζήτηση για αναγνώριση της αιμομιξίας. με πρώτη επιλογή να παντρεύονται τα πρώτα ξαδέλφια αναμεταξύ τους! Κατόπιν όλων, πρέπει να γίνει παγκόσμιο αίτημα η κατασκευή -άρδην- πολλών δημοσίων ψυχιατρείων ανά τον κόσμο, προκειμένου όλοι να μπορέσουμε να χωρέσουμε σ' αυτά. Όχι! Όλα τα παραπάνω δεν συνιστούν κανέναν εκλογικευμένο προσωπικό αυτοπροσδιορισμό... Τουναντίον συνιστούν τον αυτοπροσδιορισμό του δαιμονισμού, της σήψης και της παράνοιας!



Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Κ. Γ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: «ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» (ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟΝ)




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 65-67.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»





Πρόλογος


Οι δοκιμασίες και οι θλίψεις, μας επισκέπτονται όλους! Άλλους λίγο και άλλους πολύ. Άλλους συχνά κι άλλους σε αραιότερα χρονικά διαστήματα. Κάποτε μοιάζουν δυσβάστακτες, ακόμη δε και ανυπόφορες! Πολλές φορές δε αιφνιδιαζόμαστε μ' αυτές, σαστίζουμε, τα χάνουμε, απογοητευόμαστε, απελπιζόμαστε, χανόμαστε! Σε κάθε περίπτωση λυπούμαστε, αλλάζει η ψυχική μας διάθεση, χάνουμε την ηρεμία μας, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, ενώ χίλιες δυο σκέψεις περνούν απ' το μυαλό μας! Να σαν κι αυτές: Γιατι να μου συμβεί αυτό; Καλά δεν ήταν όλα στη ζωή μου μέχρι τώρα; Δεν μ' αγαπάει πια ο Θεός; Γιατι με τιμωρεί; Γιατι μου στερεί αυτό ή εκείνο; Μα εγώ είμαι καλός άνθρωπος. Του το ζητούσα αυτό ή Του έλεγα να μη μου το στερήσει, κι όμως δεν με άκουσε! Και γιατι τόσοι άλλοι τα έχουν όλα, ευτυχούν, ιδιαίτερα δε εκείνοι που δεν είναι ευλαβείς και καλοί άνθρωποι; Κι ακόμη! Χίλιοι είναι οι προβληματισμοί στο «τι κάνω τώρα»; Πως να αντιμετωπίσω την κατάσταση που με βρήκε; Σε ποιους να καταφύγω; Ποια μέσα και τρόπους να χρησιμοποιήσω; Ανθρώπινα όλα τους! Κι ο καθένας θα μας πει το κάθε τι, οι φίλοι μας και πρόσωπα που μας αγαπούν θα μας συμβουλεύσουν για το ένα ή το άλλο, ως και αντικρουόμενα πράγματα ενδέχεται να ακούσουμε, ή θα προσπαθήσουν όπως-όπως να μας παρηγορήσουν, ή και να μας δώσουν πράγματι ένα χέρι βοήθειας. Ωστόσο όλα αυτά, μπορεί σε κάποιο βαθμό να μας ανακουφίζουν, όμως σε ποιο βαθμό πράγματι μας βοηθούν και μας οικοδομούν; Κι έτσι σκεφθήκαμε τους Πατέρες! Αυτούς που οικοδόμησαν και στήριξαν μοναδικά την Εκκλησία. Αυτούς που τόσο πολύ υπέφεραν ο καθένας τους προσωπικά, από ένα πλήθος δοκιμασιών και θλίψεων, όπως και ο Κύριός μας Τον οποίο τόσο πολύ αγάπησαν και υπηρέτησαν, στον οποίο τόσο πολύ αφιερώθηκαν. Λοιπόν, στ' αλήθεια, τι λένε οι Πατέρες επί όλων αυτών; Ποια είναι η θέση τους για το μεγάλο αυτό θέμα, πως οι ίδιοι το αντιμετώπιζαν, πως οικοδομούσαν τους πιστούς της εποχής τους, αλλά κι όλους τους πιστούς έκτοτε; Ενσκήψαμε στα συγγράμματά τους, την αποκαλούμενη Πατρολογία, σταχυολογήσαμε ό,τι βρήκαμε γραμμένο σ' αυτήν κατά το δυνατόν, το ταξινομήσαμε σε ενότητες, το χωρίσαμε σε κεφάλαια και πολλές παραγράφους, προβήκαμε σε πλήθος υπογραμμίσεων και γενικά σε ό,τι κρίναμε πρακτικό και χρήσιμο προκειμένου το κείμενο να είναι απλό, άνετο στη μελέτη και εύληπτο, ώστε καθένας μας -ακόμη δε και ο ολιγογράμματος- να χαρεί τα αναγραφόμενα, να παρηγορηθεί, να οικοδομηθεί και να πάρει τις αποφάσεις που πρέπει, στις δύσκολες εκείνες ώρες των δοκιμασιών και των θλίψεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Πατέρες περισσότερο χρησιμοποιούν τον ευρύτερο όρο «θλίψεις» στον οποίο περιλαμβάνουν τα πάντα. Δηλαδή τις κάθε είδους δοκιμασίες, τις ασθένειες, τις όποιες συμφορές, ακόμη δε και το πένθος! Είναι, πράγματι, εντυπωσιακή η σοφία τους, η έμπνευσή τους, το πλήθος των παραδειγμάτων που χρησιμοποιούν, αλλά και οι αναφορές τους στην Αγία Γραφή απ' όπου αντλούν τα πάντα, προκειμένου να βοηθήσουν τον κάθε πιστό. Στ' αλήθεια η μελέτη των κειμένων τους είναι απολαυστική, δίνει πολύ ενθουσιασμό κι ελπίδα, κατατοπίζει απολύτως, οπωσδήποτε οικοδομεί. Αλλά και αν κάποια σημεία είναι δύσκολα για κάποιον, ας τα μελετήσει πάλι και πάλι, ας μην απογοητευθεί, κι ας συνεχίσει με τα επόμενα. Δεν είναι καλό να αφήσει την τόσο εποικοδομητική μελέτη του βιβλίου, για μια δύσκολη παράγραφο, ας πούμε. Ελπίζουμε ότι ο φίλος αναγνώστης, πράγματι θα βρει χρήσιμη αυτή την προσπάθεια και θα ωφεληθεί πολύ. Όπως ωφεληθήκαμε κι εμείς κι απ' αυτήν ακόμη την συγγραφή του κι ενώ βρισκόμαστε σε καιρό δοκιμασίας...



Κ.Γ.Π.






ΟΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΛΙΨΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ





 ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




Οι σκοποί τους



γ. Για το εν γένει πνευματικό μας όφελος, που πολλές φορές δεν αντιλαμβανόμαστε!


Είναι πολύ σημαντικά κι αυτά που τονίζει ο Μέγας Βασίλειος:


«Οι άπιστοι καταφεύγουν στους δαίμονες και τα είδωλα, επειδή έχασαν τη γνώση του αληθινού Θεού με τη σύγχυση που προξένησε σ' αυτούς ο διάβολος. Αλλά κι εκείνοι που γνωρίζουν καλά τον Θεό σφάλλουν στο θέμα της διακρίσεως των πραγμάτων, γιατί τα αιτήματα που κάνουν προς τον Θεό για τα συμφέροντά τους, τα κάνουν με τρόπο που δείχνει ότι είναι απαίδευτοι και ζητούν μερικά ως καλά, που πολλές φορές δεν είναι προς το συμφέρον τους, κι άλλοτε αποφεύγουν ως κακά άλλα που αποδίδουν σ' αυτούς πολύ ωφέλεια. Για παράδειγμα, είναι κάποιος άρρωστος;


Εύχεται να αποφύγει τον πόνο που προκαλεί η ασθένεια και να βρει την υγεία του! Έχασε χρήματα; Είναι περίλυπος για τη ζημιά! Κι όμως πολλές φορές η ασθένεια είναι ωφέλιμη όταν πρόκειται να διαπαιδαγωγήσει τον αμαρτωλό. Και η υγεία είναι βλαβερή, όταν χρησιμοποιείται από εκείνον που την έχει ως μέσο για να αμαρτήσει. Έτσι και τα χρήματα ήδη σε μερικούς έγιναν μέσα που τους παρέσυραν στην ακολασία. Και η φτώχεια πολλούς συγκράτησε που είχαν κακές ορμές.


Ούτε, λοιπόν, ν' αποφύγεις εκείνα που δεν πρέπει, ούτε και να καταφεύγεις σ' εκείνα που δεν πρέπει. Αλλά μονάχα ένα πράγμα πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγεις, την αμαρτία, και μια μονάχα σωτηρία υπάρχει απ' τα κακά, ο Θεός». [Απ' την Ομιλία του «ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕ' ΨΑΛΜΟΝ»]


Αναφέρει και ο Άγ. Ιω. Χρυσόστομος:


«Τον μεν πόνο ο Χριστός τον ένωσε μ' αυτή εδώ την ζωή που είναι σύντομη, τα στεφάνια όμως τα αποταμίευσε στη μέλλουσα ζωή, που είναι αιώνια και χωρίς τέλος. Και ο μεν πόνος αυτός γρήγορα διαλύεται και χάνεται, εκείνα όμως παραμένουν αθάνατα και ποτέ δεν έχουν τέλος. Εξ άλλου ασκεί τις ψυχές μας στο να αγαπούν την αρετή. Γιατί όταν κανείς προτιμά την αρετή, αν και είναι γεμάτη κόπους και δεν παίρνει ποτέ έπαθλο, φροντίζει η σχέση του μ' αυτή να γίνεται με πολύ ακρίβεια και προσοχή.


Όταν, πάλι, αποφεύγει με ευχαρίστηση την κακία, χωρίς ποτέ να τιμωρείται, ασκείται στο να την μισεί και να την αποστρέφεται. Ώστε και απ' αυτό θα συνηθίσει να μισεί την κακία και να αγαπά την αρετή. Υπάρχει δε κι άλλος λόγος. Ότι η θλίψη μας ασκεί πάρα πολύ στην ευσέβεια και την φιλοσοφημένη ζωή και μας κάνει πιο δυνατούς. Και μαζί μ' αυτόν υπάρχει κι άλλος πάλι λόγος. Ποιός είναι αυτός; Θέλει να μας παιδαγωγήσει ώστε να περιφρονούμε τα αγαθά αυτά της ζωής και να μην είμαστε προσηλωμένοι ούτε συνδεδεμένοι μ' αυτά. Γι' αυτό, λοιπόν, και συνένωσε με τη ζωή μας τη θλίψη και τον πόνο, ενώ τα καλά και τα ευχάριστα τα έκανε ευκολοδιάλυτα». [Απ' την Ομιλία του «ΕΙΣ ΤΟΝ Ζ' ΨΑΛΜΟΝ»]



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλου:
«Οι Δοκιμασίες και οι Θλίψεις στη ζωή μας κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας»,
εκδόσεις «Φωτοδότες», 4η έκδοση, σελ 65-67.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΑΡΕΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΜΟΣΧΑΣ: ΣΤΑΥΡΟΣ & ΑΝΑΣΤΑΣΗ 10ο ΜΕΡΟΣ

 



Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου του
Πέτρου Μπότση:
«Αγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτη Μόσχας (+1867): Σταυρός και ανάσταση»,
Αθήνα 2020, σελ. 75-79.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Ο άγιος μητροπολίτης Μόσχας Φιλάρετος Ντροζντώφ ήταν σύγχρονος του οσίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ και συνέπεσε ν' αναπαυτεί την ίδια με κείνον χρονιά. Υπηρέτησε ως προκαθήμενος τη Ρωσική Εκκλησία για μισόν αιώνα σχεδόν, από το 1821 ως τις 1867 Νοεμβρίου του 1867, σε μια περίοδο πνευματικής αναγέννησης στη Ρωσία. Χρημάτισε Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Ακαδημίας και έγραψε σπουδαία θεολογικά έργα για την εποχή του. Το σημαντικότερο από τα έργα του ήταν η Κατήχηση της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας, που κυκλοφόρησε σε σύντομη και σε εκτενή μορφή και επηρέασε βαθύτατα την ορθόδοξη δογματική θεολογία. Ήταν γόνιμος και χαρισματικός συγγραφέας. Οι κατηχήσεις του είναι ακόμα κλασσικές στη Ρωσία κι οι ομιλίες του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. Συμμετέσχε επίσης ως μέλος της Βιβλικής Εταιρίας στη μετάφραση της Αγίας Γραφής στη Ρωσική και κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του στη Μόσχα αντιμετωπίστηκαν σοβαρά εκκλησιαστικά ζητήματα, οι δε αποφάσεις για τα ζητήματα αυτά εκδόθηκαν σε τρεις τόμους (1903-1906).


Εκ του προλόγου





ΜΕΡΟΣ Β'




ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α




Ή ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



του Νικολάι Γκόγκολ



Ο Ρώσος έχει μια ιδιαίτερη εκτίμηση στη γιορτή του Πάσχα. Κι όταν βρίσκεται σε ξένη γη, την αισθάνεται πιο ζωντανή. Βλέποντας πως παντού στις άλλες χώρες η μέρα αυτή δεν έχει σχεδόν καμιά διαφορά από τις άλλες -οι δουλειές γίνονται όπως πάντα, η ζωή κυλάει κανονικά, στα πρόσωπα των ανθρώπων βλέπεις την καθημερινή τους έκφραση- αισθάνεται μελαγχολία κι επιθυμεί σφοδρά να γυρίσει στη Ρωσία. Πιστεύει πως εκεί η μέρα αυτή γιορτάζεται καλύτερα, ο άνθρωπος είναι πιο χαρούμενος και νιώθει πιο όμορφα, η ζωή του είναι διαφορετική, όχι όπως τις άλλες μέρες, τις καθημερινές. Η μέρα αυτή παρουσιάζεται ξαφνικά μπροστά του: η μεσονύκτια ακολουθία, ο ήχος της καμπάνας που ακούγεται παντού, είναι σαν όλη η γη να είναι συγχωνευμένη σε μια απήχηση, αυτό το θαυμάσιο «Χριστός Ανέστη»! Οι δυο αυτές λέξεις την ημέρα αντικαθιστούν κάθε άλλο χαιρετισμό, όπως και το φιλί που ανταλλάσσουμε μεταξύ μας. «Μόνο στη Ρωσία η μέρα αυτή γιορτάζεται όπως πρέπει να γιορταστεί». Ας γίνει κατανοητό πως όλο αυτό είναι ένα όνειρο. Εξαφανίζεται αμέσως μόλις κανείς επανέλθει στην πραγματικότητα της Ρωσίας ή ακόμα και μόλις θυμηθεί πως η μέρα αυτή είναι μέρα τρεξίματος και σπουδής από τη στιγμή που θα ξυπνήσει, μέρα άσχετων επισκέψεων, σκόπιμων επιπλήξεων του ενός προς τον άλλον, αντί των γιορταστικών χαιρετισμών -αν τον χαιρετούν, είναι μόνο από οικονομικούς υπολογισμούς. Να θυμηθείς πως η φιλοδοξία βράζει περισσότερο από τις άλλες μέρες μέσα μας την ημέρα αυτή, οι άνθρωποι δε μιλάνε για την Ανάσταση του Χριστού, αλλά για κείνον που θα κάνει την καλλίτερη διακόσμηση. Να θυμάσαι πως εκείνοι οι άνθρωποι που η δόξα τους έχει φτάσει ίσαμε το εξωτερικό, νομίζουν πως γιορτάζουν καλύτερα από τους άλλους και μεθούν στους δρόμους αμέσως μετά την αναστάσιμη λειτουργία, προτού ακόμα η αυγή δώσει το πρώτο φως της ημέρας. Ο φτωχός Ρώσος αναστενάζει όταν τα θυμάται όλ' αυτά. Καταλαβαίνει πως όλα είναι μια γελοιοποίηση, που δεν έχουν τίποτα να κάνουν με τη σεβάσμια γιορτή. Κάποιος επίσημος δίνει προσχηματικά ένα ζωηρό φιλί στο μάγουλο ενός άγνωστου, για να δείξει στους υφιστάμενους υπαλλήλους του πόσο απαραίτητο είναι ν' αγαπούν τους τους αδελφούς τους. Είναι σαν τον αντιδραστικό πατριώτη που στην πικρία και την απογοήτευση των νέων, που ψέγουν τα παλιά ρωσικά μας έθιμα, ισχυριζόμενοι πως δεν υπάρχει τίποτα ανάμεσά μας, κραυγάζουν άγρια: «Τα έχουμε όλα -οικογενειακή ζωή και και οικογενειακές αρετές' τα έθιμά μας λογαριάζονται ευσεβή' εκπληρώνουμε τα καθήκοντά μας καλύτερα απ' οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη' είμαστε ένας λαός-θαύμα για όλους». Όχι! Η αληθινή γιορτή δεν αποδείχνεται από τα εξωτερικά σημεία, τις πατριωτικές εξάρσεις ή τον ασπασμό που δίνεται σ' έναν άγνωστο, αλλά με το να κοιτάζει κανείς έναν άνθρωπο τέτοια μέρα σα να 'ταν ο μεγαλύτερος θησαυρός. Όταν τον αγκαλιάζουμε και τον σφίγγουμε πάνω μας σα να 'ταν αδερφός μας, όταν χαιρόμαστε μαζί του σα να 'ταν κομμάτι του εαυτού μας, σα να 'χαμε να τον δούμε αρκετά χρόνια και ξαφνικά γύρισε κοντά μας. Τότε είναι πιο δυνατή η αγάπη, πιο μεγάλη! Γιατί οι δεσμοί που μας δένουν μαζί του είναι πιο δυνατοί από το αίμα των συγγενών μας. Συνδεόμαστε μαζί του μέσω του Ουράνιου Πατέρα μας, που είναι πολλές φορές πιο κοντά μας από τον επίγειο πατέρα μας. Η μέρα αυτή είναι η αγία ημέρα, κατά την οποία η ανθρωπότητα ολόκληρη, ως τον τελευταίο άνθρωπο, γιορτάζει την αγία και ουράνια αδελφοσύνη, από την οποία δεν αποκλείεται κανένας άνθρωπος.



Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Πέτρου Μπότση:
«Αγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτη Μόσχας (+1867): Σταυρός και ανάσταση»,
Αθήνα 2020, σελ. 75-79.


ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΤΟΥΜΑΝΙΔΗ: «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ» (ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΡΟΣ)

 




Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Γεωργίου Κ. Τουμανίδη:
«Πυρρίχιος Δρόμος»
εκδόσεις «Έαρ», 1η έκδοσηΑπρίλιος 2023, σελ. 53-57.
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»



Το βιβλίο αυτό είναι ένα πόνημα-αφήγηση που εξιστορεί τη ζωή των προπατόρων μας στον μαρτυρικό Πόντο, αυτών που αντί του συμβιβασμού, της υποταγής και της προσκύνησης, επέλεξαν τον πυρρίχιο δρόμο του καθήκοντος, τον πυρρίχιο τρόπο της πίστεως και της προσευχής, την πυρρίχια ζωή της θυσίας. Είναι μια προσπάθεια να προβληθεί η αγιοπατερική παράδοση και σοφία του Πόντου από το απώτερο άκρο της Μ. Ασίας, από την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, μια συλλογή μαρτυριών που διασώθηκαν και πέρασαν από γενιά σε γενιά, από τους ανθρώπους που τα βίωσαν και γράφονται για να μεταφερθούν στη σημερινή και τις επόμενες γενιές. Είναι ένα ταξίδι στη μαρτυρική ζωή του Ελληνισμού του Πόντου, τις αρχές και τις αξίες του, μία περιπλάνηση στη δίνη άλλων κόσμων σκληρών, αλλά πραγματικών. Ίσως στην υλόφρονη εποχή μας να φαντάζει παραμυθένια η αγιότητα και η προσκόλληση στην ορθόδοξη πίστη, για την οποία οι άνθρωποι στον Πόντο και γενικότερα στην Μικρά Ασία υπέστησαν δοκιμασίες, έχυσαν δάκρυα και αίμα. Το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένας οδηγός επιβίωσης, που περιγράφει τρόπους και τεχνικές πνευματικού πολέμου σε καιρούς κρίσεως ή σε καιρούς Αποκαλύψεως, όταν καλείται κάποιος να ξεπεράσει τα ανθρώπινα όριά του. Περιέχει προσευχές, τρόπους και μεθόδους πνευματικού αγώνα από τον αγιοτόκο Πόντο, που έχουν δοκιμαστεί στις δυσκολότερες καταστάσεις και αντιξοότητες. Για να γραφτεί αυτό το βιβλίο. άνοιξαν δακρύβρεχτα αρχεία μιας ζωής, βίβλοι καρδιάς, καταθέσεις ψυχών. Ξεδιπλώθηκαν και αποκαλύφθηκαν από τις εσχατιές της Ανατολής αναμνήσεις μαρτυρικής ζωής αγίων του Πόντου, γραμμένες με δάκρυα και αίμα, που στολίζουν στον δρόμο του Θεού και παρακαλούν για δικαίωση. Όσα γράφτηκαν σ' αυτό το βιβλίο έγιναν. Ο ουρανός κατέβηκε στη γη και οι άνθρωποι ανυψώθηκαν στον ουρανό, καταθέτοντας στον Θεό τα πειστήρια του μαρτυρίου τους: κομμένα χέρια, πόδια, γλώσσες, κεφάλια, καμμένα κορμιά, παγωμένα μέλη, θυσιασμένα παιδάκια, αγνές παρθένες κόρες με την τιμή και την αξιοπρέπειά τους κατατεθειμένες στον Χριστό για να τους τις ξαναδώσει λαμπρότερες στη Δευτέρα Παρουσία Του, πυρπολημένες καρδιές και φλεγόμενες ψυχές. Ας είναι αιωνία παρά τω Θεώ η μνήμη των μαρτύρων της πίστεως, του Πόντου και ολόκληρης της Μικρασίας. *(Απόσπασμα εκ του προλόγου).






   «ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ»



Β'


ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΕΜΕΛΕ ΤΑΜΠΟΥΡΟΥ




    «Αμελέ Ταμπουρού - Τάγματα Θανάτου»



Πανέμορφος ο Πόντος, πανύψηλα κακοτράχαλα βουνά και θάλασσα, ευλογημένη γη. Άγρια απέραντα δάση, η φύση καταπράσινη, καστανιές, οξιές, βελανιδιές, φουντουκιές, καρυδιές, αχλαδιές, μηλιές, κερασιές, δαμασκηνιές, κορομηλιές, μουριές και κάθε λογής δέντρα γεμάτα καρπούς, τόπος γεμάτος ζωή' ευλογία Θεού. Όμως πάνω στα βουνά του Πόντου υπάρχει και μια άλλη ζωή, διαφορετική, επικίνδυνη, που μαζί της φέρει το απόκριμα του θανάτου. Ήταν μήνας Αύγουστος του 1916 και κάποιοι Έλληνες εργάζονταν σκληρά στα ποντιακά παρχάρεα (ψηλά οροπέδια). Εξοντωτική η εργασία από το χάραμα μέχρι τη δύση κάτω από τον καυτό ήλιο στο πετρώδες λατομείο, η ζέστη αφόρητη. Ήταν πολύ ζεστό αυτό το καλοκαίρι στα ορεινά της Θεοδοσιούπολης (Ερζερούμ). Στο πλαίσιο εξόντωσης των Ελλήνων του Πόντου, και γενικότερα της Μικρασίας και της Θράκης, οι Τούρκοι οδηγούσαν τους Έλληνες σε ατελείωτες πορείες θανάτου, που πολλές από αυτές, μάλλον οι περισσότερες, κατέληγαν στη Θεοδοσιούπολη. Η Γενοκτονία των Ελλήνων από τους Τούρκους γινόταν εν κινήσει, στον δρόμο και όχι σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης κι αυτό ήταν σατανική επινόηση των πατρώνων-συμβούλων τους Γερμανών. Όσοι Έλληνες είχαν ισχυρότερη κράση και επιζούσαν, κατέληγαν να πεθάνουν εκεί, στα υψίπεδα της Θεοδοσιούπολης με αργό θάνατο, καταπονούμενοι στα τάγματα εργασίας. Οι κρατούμενοι εκτελούσαν δημόσια και καταναγκαστικά έργα, ήταν σκλάβοι, που δεν είχαν καμία αξία. Εκεί κατέληξε μία ομάδα Ποντίων μετά από εξαντλητικές πορείες πολλών εβδομάδων. Απ' τους διακόσιους άντρες επέζησαν και έφτασαν στο Ερζερούμ μόνο οι σαράντα δύο. Το νερό που τους δίνουν οι φρουροί Τούρκοι στρατιώτες λιγοστό και βρώμικο. Ευλογημένος ο τόπος, πλούσια σε δροσερά και γάργαρα νερά τα ποντιακά όρη, αλλά απαγορεύεται οι επιτεταγμένοι Πόντιοι να πλησιάσουν ή να έχουν πρόσβαση σε καθαρό νερό. Ο Αλέξανδρος βοηθάει τον Γιωρίκα, ο οποίος υποφέρει από αφυδάτωση και δυσεντερία εξαιτίας του μολυσμένου νερού που τους δίνουν να πιουν σε κάτι σκουριασμένα μεταλλικά σκεύη. Ψήνεται στον πυρετό  ο φίλος του, παραμιλάει και λέει, «Άγιε Γεώργιε, τι Χριστού το παλικάρ, έλα σ' εμέν, βοήθα με ν' αντέξω, να ζήσω και να επιστρέψω στην οικογένειά μου, στη σύζυγό μου Γεωργία και στα μικρά παιδιά μου». Πιο πέρα ο Νικήτας φροντίζει με τα πενιχρά μέσα που έχει στη διάθεσή του, με μερικά βρώμικα πανιά, τις πληγές του συντρόφου του. Ο Θύμιον (Ευθύμιος) προσπάθησε να δραπετεύσει, αλλά τον συνέβαλαν οι Τούρκοι και τον βασάνισαν. Τον μαστίγωσαν προς παραδειγματισμό ενώπιον όλων των κρατουμένων με το καμουτσίκι (μαστίγιο από δέρματα και μικρά κοκκαλάκια ζώων) μέχρι θανάτου και η πλάτη του ήταν όλη μία πληγή. Αιμόφυρτος, κατάχλωμος από το αίμα που έχανε, παραμιλούσε και έλεγε: «Επρέπ' ν' αντέχομεν» (= Πρέπει να αντέξουμε). Με το πέρασμα των ωρών, σιγά-σιγά είχαν αρχίσει όλα να θολώνουν γύρω του, ένιωθε να σβήνει και λίγο πριν βγει η ψυχή του, ψέλλιζε με τα μελανιασμένα χείλη του: «Θε' μ', σχώρατς» (= Θεέ μου, συγχώρα τους), παρακαλώντας τον Θεό να συγχωρήσει τους βασανιστές του. Κατόπιν, στο βασανισμένο πρόσωπό του χαράχτηκε ένα παραδείσιο μειδίαμα, χαμόγελο θεϊκής μακαριότητας, αιώνιας ευτυχίας και είπε: «Παναϊαμ!» (= Παναγία μου!) και πέταξε η ψυχή του. Το μαρτυρικό του αίμα έρεε στην ποντιακή οροσειρά, ποτίζοντας το δέντρο της ελπίδας. Εδώ και εννέα μήνες, μετά από εξαντλητικές πορείες πολλών εβδομάδων πάνω στα βουνά, εργάζονταν τον χειμώνα σε πολικές θερμοκρασίες μέχρι -35 βαθμούς Κελσίου, το καλοκαίρι κάτω από το λιοπύρι με μολυσματικές ασθένειες, ψείρες και συνεχή φαγούρα σε όλο το σώμα. Απαγορευόταν να πλυθούν. Το φαγητό ελάχιστο και βρώμικο. Μέρα με τη μέρα αδυνάτιζε ο οργανισμός κι σιγά-σιγά όδευαν οι Πόντιοι σκλάβοι προς τον θάνατο. Όμως «τα ανάσμαν εμούν ση Θεού τα χέρια» (= η ανάσα μας, η πνοή, η ζωή καθενός είναι στα χέρια του Θεού). Το λατομείο στο οποίο έκαναν καταναγκαστικά έργα τους τελευταίους μήνες, ο Νικήτας το είχε ονομάσει  «ο Σταυρός». Σταυρώνονταν σ' αυτό καθημερινά οι Πόντιοι, επειδή ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Μαζί με το φίλο του Αλέξανδρο προσπαθούσαν να ανυψώσουν το ηθικό των σκλαβωμένων Ποντίων, στηρίζοντάς τους στην πίστη και κατηχώντας τους με το λόγο του Θεού.


Εισαγωγή στο διαδίκτυο, επιμέλεια, παρουσίαση
«ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Αποσπασματικές αναρτήσεις εκ του βιβλίου
του Γεωργίου Κ. Τουμανίδη:
«Πυρρίχιος Δρόμος»
εκδόσεις «Έαρ», 1η έκδοσηΑπρίλιος 2023, σελ. 53-57.


Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ




«Δεῦτε πρό τέλους πάντες ἀδελφοί,
τόν χοῦν ἡμῶν βλέποντες,
καί τῆς φύσεως ἡμῶν τό ἀσθενές,
καί τήν εὐτέλειαν ἡμῶν,
καί τό τέλος ὀψώμεθα…»


Το Σάββατο πριν από την Κυριακή τής Απόκρεω, λέγεται «Σάββατο τῶν Ψυχῶν» ή «Ψυχοσάββατο». Είναι το πρώτο από τα δυο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής). Ο λόγος που η Εκκλησία μας καθιέρωσε το Σάββατο των Ψυχών, παρ’ ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι διότι πολλοί αδελφοί μας κατά καιρούς απέθαναν σέ μικρή ηλικία ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα, ή σέ πολέμους, ή στα όρη και τούς κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτωχείας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσύνων, «οἱ θεῖοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν τό μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων Χριστιανῶν». Την μνήμη του θανάτου υπενθυμίζει σήμερα η Εκκλησία μας σ’ εκείνους πού έρχονται για το Ψυχοσάββατο στην Εκκλησία. Στην Ιερά Μητρόπολη Μαντινείας και Κυνουρίας Κληρικοί και Λαϊκοί προστρέξαμε και αυτό το Ψυχοσάββατο με τα κόλλυβα στις Εκκλησίες και βρεθήκαμε στα Κοιμητήριά μας, με μόνο μέλημα την προσευχή για τούς νεκρούς μας, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος του Θεού, έχοντας κατά νου τα λόγια του αγίου Αθανασίου τού Μεγάλου: «Μήν ἀρνεῖσαι νά προσφέρεις λάδι καί νά ἀνάβῃς κεριά στόν τάφο του, ἐπικαλούμενος Χριστόν τόν Θεόν, καί ἄν ἀκόμα ὁ κοιμηθείς τελείωσε εὐσεβῶς τή ζωή του καί τοποθετήθηκε στόν οὐρανό. Γιατί αὐτά εἶναι εὐπρόσδεκτα ἀπό τόν Θεό καί προσκομίζουν μεγάλη τήν ἀνταπόδοσή Του, γιατί το λάδι καί το κερί είναι θυσία και ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἐξιλέωση.» Η δε αγαθοεργία φέρνει τελικά προσαύξηση με κάθε αγαθή ανταπόδοση. Ο σκοπός του προσφέροντος, για την ψυχή κοιμηθέντος, είναι ίδιος με τα όσα κάνει όποιος έχει μικρό παιδί άρρωστο και αδύναμο, για το οποίο προσφέρει στον ιερό Ναό κεριά, θυμίαμα και λάδι με πίστη και τα χαρίζει όλα για το παιδί του. Τα κρατάει και τα προσφέρει με τα χέρια του, σαν να τα κρατάει και να τα προσφέρῃ το ίδιο το παιδί, ακριβώς δηλαδή όπως γίνεται όταν στο Βάπτισμα αποκηρύσσεται ὁ σατανάς από τον Ανάδοχο για λογαριασμό του νηπίου. Παρομοίως πρέπει να θεωρείται και όποιος πέθανε πιστός στον Κύριο, ότι κρατάει και προσφέρει τα κεριά και το λάδι, και όλα όσα προσφέρονται για τη λύτρωσή του. Έτσι με τη χάρη τού Θεού η προσπάθεια πού γίνεται με πίστη δε θα πάει χαμένη. Να είστε σίγουροι ότι οι θείοι Απόστολοι και οι θεοδίδακτοι Διδάσκαλοι και οι θεόπνευστοι Πατέρες, αφού πρώτα ενώθηκαν με το θείο και φωτίσθηκαν, καθόρισαν με τρόπο θεάρεστο τίς Λειτουργίες, τίς προσευχές και τίς ψαλμωδίες, πού γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη εκείνων πού πέθαναν. Και όλα αυτά μέχρι σήμερα, πάντα με τη χάρη του φιλάνθρωπου Θεού, αυξάνονται και συμπληρώνονται σ’ όλα τα σημεία του ορίζοντος για να δοξάζεται και να εξυμνείται ὁ Κύριος των κυρίων και Βασιλεύς των βασιλευόντων». π. Ιωάννης Σουρλίγγας. *Εκ του ιστολογίου «pemptousia.gr» της 7.3.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΣΑΚΚΟΥ: ΤΑ ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΑ

 



Μέσα στην ιδιαίτερη μέριμνά της για τούς κεκοιμημένους η αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει καθορίσει ξεχωριστή ημέρα της εβδομάδος γι’ αυτούς. Όπως η Κυριακή είναι η ημέρα της αναστάσεως του Κυρίου, ένα εβδομαδιαίο Πάσχα, έτσι το Σάββατο είναι η ημέρα των κεκοιμημένων, για να τους μνημονεύουμε και να έχουμε κοινωνία μαζί τους. Σε κάθε προσευχή και ιδιαίτερα στις προσευχές του Σαββάτου ο πιστός μνημονεύει τούς οικείους, συγγενείς και προσφιλείς, ακόμη και τούς εχθρούς του που έφυγαν από τον κόσμο αυτό, αλλά ζητά και τις προσευχές της Εκκλησίας γι’ αυτούς.


Στο δίπτυχο, που φέρνουμε μαζί με το πρόσφορο για τη θεία Λειτουργία, αναγράφονται τα ονόματα των ζώντων και των κεκοιμημένων, τα οποία μνημονεύονται. Σε ετήσια βάση η Εκκλησία έχει καθορίσει δύο Σάββατα, τα οποία αφιερώνει στους κεκοιμημένους της. Είναι τα μεγάλα Ψυχοσάββατα• το ένα πριν από την Κυριακή της Απόκρεω και το άλλο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής.


Με το δεύτερο Ψυχοσάββατο διατρανώνεται η πίστη μας για την καθολικότητα της Εκκλησίας, της οποίας την ίδρυση και τα γενέθλια ( επί γης ) γιορτάζουμε κατά την Πεντηκοστή. Μέσα στη μία Εκκλησία περιλαμβάνεται η στρατευομένη εδώ στη γη και η θριαμβεύουσα στους ουρανούς.


Το Ψυχοσάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω έχει το εξής νόημα: Η επόμενη ημέρα είναι αφιερωμένη στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, εκείνη τη φοβερή ημέρα κατά την οποία όλοι θα σταθούμε μπροστά στο θρόνο του μεγάλου Κριτή. Για το λόγο αυτό με το Μνημόσυνο των κεκοιμημένων ζητούμε από τον Κύριο να γίνει ίλεως και να δείξει τη συμπάθεια και τη μακροθυμία του, όχι μόνο σε μας αλλά και στους προαπελθόντας αδελφούς, και όλους μαζί να μας κατατάξει μεταξύ των υιών της Επουράνιας Βασιλείας Του.


Κατά τα δύο μεγάλα Ψυχοσάββατα η Εκκλησία μας καλεί σε μία παγκόσμια ανάμνηση «πάντων των απ’ αιώνος κοιμηθέντων ευσεβώς επ’ ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου». Μνημονεύει: * Όλους εκείνους που υπέστησαν «άωρον θάνατον», σε ξένη γη και χώρα, σε στεριά και σε θάλασσα. * Εκείνους που πέθαναν από λοιμική ασθένεια, σε πολέμους, σε παγετούς, σε σεισμούς και θεομηνίες. * Όσους κάηκαν ή χάθηκαν. * Εκείνους που ήταν φτωχοί και άποροι και δεν φρόντισε κανείς να τούς τιμήσει με τις ανάλογες Ακολουθίες και τα Μνημόσυνα.


Ο Θεός δεν περιορίζεται από τόπο και χρόνο. Γι’ Αυτόν είναι γνωστά και συνεχώς παρόντα όχι μόνο όσα εμείς αντιλαμβανόμαστε στο παρόν, αλλά και τα παρελθόντα και τα μέλλοντα. Το διατυπώνει λυρικότατα μία προσευχή της Ακολουθίας της θείας Μεταλήψεως, που αποδίδεται στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό ή στον άγιο Συμεών τον νέο θεολόγο: «Επί το βιβλίον δε σου και τα μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα σοι τυγχάνει».


Ο Θεός έχει γραμμένες στο βιβλίο της αγάπης του και τις πράξεις που θα γίνουν στο μέλλον, άρα και τις προσευχές που αναπέμπουμε τώρα για πρόσωπα που έζησαν στο παρελθόν. Ως αιώνιος και πανταχού παρών ο πανάγαθος Κύριος μας Ιησούς Χριστός αγκαλιάζει με τη θεία του πρόνοια το άπειρο σύμπαν και τούς ατέρμονες αιώνες. Όλους τους ανθρώπους που έζησαν, ζουν και θα ζήσουν τούς νοιάζεται η αγάπη του• «η γαρ αγάπη του Χριστού συνέχει ημάς» (Β´ Κορ 5, 14).


Με αυτήν την πίστη αναθέτουμε στην αγάπη και στην αγαθότητα του Θεού «εαυτούς και αλλήλους», τους ζωντανούς αλλά και τους κεκοιμημένους μας. *Από το βιβλίο «Οι νεκροί μας δεν χάθηκαν», σελ. 149-152, Θεσσαλονίκη 2005. *Αναδημοσίευση εκ του ιστολογίου «aktines.blogspot.com» της 2.3.2019. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ




Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, προσεύχεται πάντοτε, προσεύχεται κι αὐτὴ τὴν ὥρα. Προσεύχεται ἔντονα. Στὴν ἁγία Γραφὴ ὑπάρχει προτροπὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς συνιστᾷ τὴν ἔντονη προσευχή· «Ἀγρυπνεῖτε», λέει, «ἐν παντὶ καιρῷ δεόμενοι ἵνα καταξιωθῆτε ἐκφυγεῖν πάντα τὰ μέλλοντα γίνεσθαι καὶ σταθῆναι ἔμπροσθεν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Λουκ. 21,36). «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε», λέει ἐπίσης ὁ Κύριος (Ματθ. 26,41). Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος συμβουλεύει· «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. 5,17).


Προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία μας διαρκῶς, ἀνὰ πᾶσαν ὥρα. Δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ κοσμικὸ ὡρολόγιο, δὲν ὑπάρχει μόνο τὸ ὡράριο ἐργασίας τοῦ κόσμου· ὑπάρχει καὶ τὸ ὡράριο προσευχῆς στὸ Θεό, ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ. Προσεύχεται ἡ Ἐκκλησία τὸ πρωὶ στὸν ὄρθρο, προσεύχεται τὸ μεσημέρι στὶς ὧρες, προσεύχεται τὸ ἀπόγευμα στὸν ἑσπερινό, προσεύχεται τὸ βράδι στὸ ἀπόδειπνο, προσεύχεται τὰ μεσάνυχτα στὸ μεσονυκτικό.


Προσεύχεται ὅλες τὶς ἡμέρες. Κάθε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος εἶνε ἀφιερωμένη σὲ κάποια μνήμη. Ἡ Δευτέρα λόγου χάριν εἶνε ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Ἡ Τρίτη στὴ μνήμη τοῦ τιμίου Προδρόμου. Ἡ Τετάρτη στὴν ἀνάμνησι τῆς προδοσίας. Ἡ Πέμπτη στὴ μνήμη τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Ἡ Παρασκευὴ στὴν ἀνάμνησι τῆς σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ μας. Τὸ Σάββατο; Κάθε Σάββατο, ποὺ χτυπάει ἡ καμπάνα, ὁ ἱερεὺς προσεύχεται ὑπὲρ τῶν νεκρῶν· τὸ Σάββατο εἶνε ἡμέρα τῶν νεκρῶν. Καὶ τέλος ἡ Κυριακή, ἡ ἐπίσημος καὶ μεγαλοπρεπὴς ἡμέρα, εἶνε ἀφιερωμένη στὴν ἀνάστασι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ ζῇ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.


Τὴν Κυριακὴ πρέπει νὰ τὴν τιμοῦμε ὅλοι. Καὶ ὅμως δὲν τὴν τιμοῦμε. Ἐὰν κρίνουμε ἀπὸ τὰ ἔργα μας, ἀπὸ τὴν αἰσχρὴ συμπεριφορὰ ποὺ δείχνουμε τὴν ἡμέρα αὐτή, δὲν ὑπάρχει Κυριακή. Ἦταν κάποτε ἡ Κυριακή. Τώρα θὰ ἔπρεπε νὰ μὴν τὴν ὀνομάζουμε Κυριακή, ἀλλὰ… διαβολική! Γιατὶ στὸν διάβολο τὴν ἀφιερώνουν οἱ ἄνθρωποι. Τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα, ὅπως βεβαιώνουν στατιστικὲς τῆς ἀστυνομίας καὶ τῶν δικαστηρίων, γίνονται τὴν ἡμέρα αὐτή. Ἔπαυσε στὸν αἰῶνα αὐτὸν νὰ τιμᾶται ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου.


Σήμερα ὅμως εἶνε Σάββατο, ἡμέρα τῶν νεκρῶν. Ἀλλὰ τὸ σημερινὸ Σάββατο διαφέρει ἀπὸ ὅλα τὰ Σάββατα τοῦ ἔτους. Γι᾿ αὐτὸ ὀνομάζεται Ψυχοσάββατο. Τί σημαίνει ψυχοσάββατο; Ἡ Ἐκκλησία μας στρέφεται μὲ ἱερὴ συγκίνησι στοὺς τάφους καὶ θυμᾶται τοὺς νεκρούς. Ποιούς νεκρούς; Οἱ νεκροὶ εἶνε πολλοί. Οἱ νεκροί, ποὺ εἶνε θαμμένοι ἐδῶ στὰ κοιμητήρια εἶνε πιὸ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς ποὺ βρίσκονται στὴν πόλι. Ἔχουμε δύο πόλεις· ἡ μία ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς ζῶντας, καὶ ἡ ἄλλη ἀπὸ τοὺς κεκοιμημένους. Ἡ μικρὴ πόλις ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τοὺς ζῶντας πόσοι εἴμαστε; Μερικὲς χιλιάδες; Εἴμαστε μειοψηφία. Ἡ μεγάλη πόλις, ἡ ἀπέραντη πόλις, εἶνε τὸ νεκροταφεῖο. Πάνω ἀπὸ ἕνα ἑκατομμύριο εἶνε θαμμένοι ἐκεῖ μέσα. Ἐμεῖς εἴμαστε ἡ μειοψηφία, αὐτοὶ εἶνε πλειοψηφία.


Αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς νεκρούς, ποὺ καθένας κατὰ διαφορετικὸ τρόπο ἀπῆλθαν ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο, μνημονεύει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς πέθαναν νήπια –καὶ αὐτὰ εἶνε τὰ μακάρια πνεύματα–, ἄλλοι πέθαναν γέροντες ἀσπρομάλληδες. Ἄλλοι πέθαναν μέσα στὸ σπίτι, καὶ ἄλλοι ἔξω στοὺς δρόμους ἢ στὰ βουνά. Ἄλλοι πέθαναν στὴν ξηρά, ἄλλοι στὴ θάλασσα. Ἄλλοι πέθαναν μὲ φυσικὸ θάνατο, ἄλλοι ἀπὸ διάφορα δυστυχήματα ἢ τοὺς ἔφαγαν τὰ θηρία τῆς ἐρήμου.


λους αὐτοὺς τοὺς θυμᾶται σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Θυμᾶται ὅμως καὶ κάποιους ἄλλους. Ποιούς; Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσι, πρέπει ὁ πιστὸς Χριστιανός, ὅταν περάσουν τρεῖς μέρες ἀπὸ τὸ θάνατο, νὰ τελῇ μνημόσυνο, τὰ τριήμερα· ὅταν περάσουν ἐννέα ἡμέρες, τὰ ἐννιάμερα· ὅταν περάσουν σαράντα ἡμέρες, τὰ σαράντα κ.λπ.. Ἔχουν σημασία αὐτά. Δὲν εἶνε τώρα ἡ ὥρα νὰ σᾶς ἐξηγήσω, γιατί κάνουμε τότε μνημόσυνο, ἢ στὸ χρόνο, ἢ στὰ τρία χρόνια κ.λπ.. Τώρα δυστυχῶς πᾶνε κι αὐτά, λησμονήθηκαν. Τώρα λησμονοῦν καὶ τοὺς νεκρούς!


ν πᾶτε στὴν Ἰαπωνία, θὰ δῆτε ὅτι τιμοῦν πολὺ τοὺς νεκρούς. Τὰ νεκροταφεῖα τους εἶνε περιβόλια, ἄλση ὡραιότατα. Καὶ ὅταν βαπτίζωνται ἢ ὅταν στεφανώνωνται, τὶς σπουδαιότερες δηλαδὴ στιγμὲς τῆς ζωῆς τους, οἱ Γιαπωνέζοι πηγαίνουν στὰ νεκροταφεῖα καὶ προσεύχονται στοὺς τάφους τῶν νεκρῶν. Ἐμεῖς…· θὰ ἔλεγα μιὰ σκληρὴ λέξι, ἀλλὰ δὲν τὴν λέω. Κτηνώδης εἶνε ἡ κατάστασις. Γίναμε ἀγριώτεροι ἀπὸ ὅλους. Λησμονήσαμε τοὺς νεκρούς. Χορτάριασαν τὰ μνήματα. Ἀπαίσια εἶνε ἡ ὄψι τῶν νεκροταφείων μας –πλὴν ἐλαχίστων–, οὔτε ἕνα μπουκέτο λουλούδια δὲν τοὺς πᾶμε. Παίρνει τὸ παιδὶ ἢ τὸ ἐγγόνι τὴν περιουσία ἐκείνων, ποὺ κοπίασαν γιὰ νὰ ζῇ αὐτὸς τώρα εὐτυχής, καὶ δὲν τοὺς ἀνάβει ἕνα κερί. Ὑπάρχουν πολλοὶ κεκοιμημένοι ποὺ τοὺς ἔχουν λησμονήσει οἱ πάντες.


λλ᾿ ἐδῶ εἶνε τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐὰν ὅλος ὁ κόσμος τοὺς λησμονῇ, δὲν τοὺς λησμονεῖ ὅμως ἡ μάνα· ναί, ἡ μάνα. Ποιά εἶνε ἡ μάνα, εἰδικῶς σ᾿ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες; Ἐὰν γιὰ ἄλλους λαοὺς τῶν Βαλκανίων, τοὺς Σέρβους καὶ τοὺς Ῥουμάνους καὶ τοὺς Βουλγάρους καὶ τοὺς Ῥώσους ποὺ εἶνε κι αὐτοὶ ὀρθόδοξοι, ἐὰν γι᾿ αὐτοὺς ἡ Ἐκκλησία εἶνε μιὰ φορὰ μάνα, γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες εἶνε χίλιες φορὲς μάνα, ἡ «γλυκειὰ μάνα» μας, ὅπως ἔλεγε ὁ Κρυστάλλης.


Αὐτὴ ἡ μάνα λοιπὸν δὲν λησμονεῖ τὰ παιδιά της. Ἂν σὲ λησμονήσῃ ὁ ἄντρας, σὲ λησμονήσῃ ἡ γυναίκα, σὲ λησμονήσῃ τὸ παιδί σου, ἡ Ἐκκλησία δὲν σὲ λησμονεῖ. Τέτοια ἁγία ἡμέρα ἀναπέμπει δέησι ὑπὲρ ὅλων τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδίως τῶν νεκρῶν ἐκείνων τοὺς ὁποίους λησμόνησαν οἱ συγγενεῖς τους καὶ δὲν τελοῦν μνημόσυνα γι᾽ αὐτούς. Ὑπὲρ ὅλων αὐτῶν τελεῖ σήμερα τὸ μνημόσυνο.


λλὰ κ᾿ ἐμεῖς οἱ ζῶντες ἂς προετοιμαζώμαστε γιὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου. Μὴ φανοῦμε ἀμελέστεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες προγόνους μας. Γιατὶ ὑπῆρχαν πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοί, ὅπως ὑπάρχουν καὶ μετὰ Χριστὸν εἰδωλολάτρες. Πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοί; Περίεργο πρᾶγμα! Μάλιστα. Πρὸ Χριστοῦ Χριστιανὸς ἦταν λ.χ. ὁ Φίλιππος ὁ Μακεδών, ὁ ἔνδοξος βασιλεύς, ὁ πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Δὲν ἦταν Χριστιανὸς βαπτισμένος, ἀλλ᾿ ὅμως τί ἔκανε; Εἶχε ὁρίσει ἕνα στρατιώτη του πρωὶ πρωὶ νὰ παρουσιάζεται ἐνώπιόν του καὶ νὰ τοῦ δίνῃ ἀναφορά, πρὶν ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, καὶ νὰ τοῦ λέῃ· «Φίλιππε, μέμνησο ὅτι θνητὸς εἶ»· Φίλιππε, θυμήσου ὅτι θὰ πεθάνῃς.


Τώρα ἐμεῖς σβήσαμε ἀκόμα καὶ τὶς ταμπέλλες τῶν καταστημάτων ποὺ κατασκευάζουν φέρετρα, γιὰ νὰ μὴ μᾶς ἐνοχλῇ ὁ θάνατος. Καὶ τὶς κηδεῖες τὶς ὠνομάσαμε τελετές· «γραφεῖα τελετῶν» γράφουν, ὄχι «γραφεῖα κηδειῶν». Καὶ ὅμως ὁ θάνατος ἔρχεται. Ἔρχεται ὡς ἀστραπὴ καὶ κεραυνός, ὡς τρομακτικὴ βροντὴ καὶ αἰφνίδιος σεισμός. «Ὅρος φιλοσοφίας», ἔλεγε ὁ Ἀριστοτέλης, ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, εἶνε ἡ «μνήμη θανάτου»· γιὰ νὰ ἐμβαθύνῃ δηλαδὴ κανεὶς στὴ σοφία, πρέπει νὰ θυμᾶται τὸ θάνατο. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου ἐπαναφέρει σὲ τάξι τὸν ἄνθρωπο καὶ δημιουργεῖ μέσα του κατάνυξι καὶ σωτηρία.


Τὴ μνήμη λοιπὸν τοῦ θανάτου ὑπενθυμίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔρχονται γιὰ τὸ Ψυχοσάββατο στὴν ἐκκλησία. Ὦ Ψυχοσάββατο στὴ Ῥούμελη, στὸ Μοριά, στὴ Μακεδονία, στὰ νησιὰ τὰ εὐλογημένα, σὲ κάθε γωνία τῆς Ἑλληνικῆς γῆς! Ὅλοι τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἔτρεχαν μὲ τὰ κόλλυβα ἀπὸ νωρὶς στὴν ἐκκλησία.


Τελειώνοντας εὔχομαι σὲ ὅλους· Ν᾿ ἀναπαύσῃ ὁ Θεὸς «ἐν σκηναῖς δικαίων» ὅλους τοὺς νεκρούς, κ᾿ ἐμᾶς νὰ μᾶς ἀξιώσῃ νὰ ἔχουμε τέλος χριστιανικό, σύμφωνα μὲ τὴν ὡραία αἴτησι τῆς Ἐκκλησίας μας «Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ»· ἀμήν.



(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος,  Ορθόδοξη Πίστη και Ζωή,  Κείμενα Ορθόδοξης Πνευματικότητας. *Εκ του ιστολογίου «augoustinos-kantiotis. gr». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΑΥΤΟ;



Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε Ψυχοσάββατο. Τί θὰ πῇ Ψυχοσάββατο; Σάββατο τῶν ψυ­χῶν. Ἐπ᾽ αὐτοῦ ἂς ποῦμε λίγες λέξεις. Κατ᾽ ἀρχὴν ἡ λέξι Σάββατον δὲν εἶνε ἑλληνι­κή, εἶνε ἑ­βρα­ϊκή· Σάββατον στὰ ἑλληνικὰ σημαίνει ἀ­νάπαυσις ἢ «κατάπαυσις» (βλ. Ἑβρ. 4,4 κ.ἀ.). Ὅσοι διαβάζετε τὴν ἁγία Γραφή, θὰ γνωρί­ζετε ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸ ὑλικὸ σύμ­παν σὲ ἕξι ἡμέρες (βλ. Γέν. κεφ. 1). Ὅταν λέει ἡ ἁγία Γραφὴ ἕξι ἡμέρες, ἐννοεῖ μακρὲς χρονικὲς περι­όδους, στὶς ὁποῖες συνέβησαν γεγονότα κοσμογονικά. Ἡ γῆ, ὁ ἥλιος, τὰ ἀ­­στέρια, ὅλο τὸ σύμπαν ἀπὸ τὶς παμμέγιστες σφαῖρες μέχρι τὸ μικρὸ ἄτομο, ποὺ κι αὐτὸ εἶνε μιὰ μικρογραφία τοῦ σύμ­παν­­­τος, δημιουγήθηκαν σὲ ἕξι ἡμέρες.


Μετά, λέει ἡ ἁγία Γραφή, τὴν ἑβδόμη ἡμέ­ρα ὁ Θεὸς ἀναπαύθηκε, «κατέπαυσε ἀ­πὸ πάν­­των τῶν ἔργων» τῆς δημιουργίας (βλ. Γέν. 2,2). Δὲν λέει ὅ­τι σταμάτησε νὰ ἐπιβλέπῃ τὸ σύμπαν, ἀλλ᾽ ὅ­τι σταμά­τησε νὰ δημιουργῇ· στὸ ἑξῆς δὲν πρόκειται πλέον νὰ προσ­τεθοῦν νέα εἴδη σ᾽ αὐτὰ ποὺ ὑπάρχουν­. «Κατέ­παυ­σε» μὲν ἡ δημιουργία, ἀλ­λ᾽ ὄχι ἡ μέριμνα, ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὑπ᾽ αὐτὴ τὴν ἔννοια, τῆς θεί­ας προνοίας, νοεῖται τὸ σπουδαῖο ἐκεῖνο θεολογικὸ ῥητὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστός· «Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρ­τι ἐργάζεται, κἀγὼ ἐργάζομαι» (Ἰω. 5,17). Δὲν παύει ἡ φρον­τίδα, ἡ μέριμνα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν συντήρησι καὶ τὴν διακυβέρνησι τοῦ κόσμου.


πειδὴ λοιπὸν ὁ Θεὸς «κατέπαυσε» τὴν ἑ­βδόμη ἡμέρα, γι᾽ αὐτὸ ὥρισε καὶ γιὰ τὸν ἄνθρω­πο ὡς ἡ­μέρα ἀναπαύσεως τὴν ἑβδόμη ἡμέρα. Ἡ τετάρτη ἐντολὴ λέει· «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποι­ήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑ­­βδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ. 20,9-10. Δευτ. 5,13-14).


Καὶ πράγματι τὸ Σάββατο τηρεῖται μέχρι σή­μερα μὲ θρησκευτικὴ εὐλάβεια ἀπὸ τοὺς Ἑ­βραί­ους. Ἂν πᾶτε στὸ Ἰσραήλ, θὰ δῆτε ὅτι Σάββα­το στὶς ὁδικὲς ἀρτη­ρίες δὲν κινεῖται τίποτε, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ αὐτοκίνητα τῆς ἀστυνομίας καὶ τῶν πρώτων βοηθειῶν γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς. Αὐτὸ εἶνε ἔλεγχος γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανούς. Ἐμεῖς ἀντὶ τοῦ Σαββάτου ἔχουμε τὴν Κυριακή, πρῶτον εἰς ἀνάμνησιν τῆς καταπαύσεως τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, δεύτερον γιὰ ν᾽ ἀναπαυώμεθα ἀπὸ τὴν ἐργασία, καὶ τρίτον γιὰ νὰ τιμοῦμε τὸ τρισμέγιστο γεγο­νὸς τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.


Τὸ σημερινὸ ὅμως Σάββατο εἶνε ἐξαιρετικό· ὀνομάζεται Ψυχοσάββατον. Γιατί ὀνομάζεται ἔτσι; Διότι σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὥρισε νὰ τελοῦμε γενικὸ μνημόσυνο τῶν νεκρῶν. Καὶ τοῦτο γιὰ τοὺς ἑξῆς τρεῖς λόγους.


Πρῶτος λόγος. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν πεθαί­­νουν ὑπὸ ὁμαλὲς συνθῆκες· δὲν ἐκπνέουν στὸ σπίτι, ἔχοντας δίπλα τους τὰ προσ­φιλῆ πρόσω­πα· δὲν συνοδεύονται ὅλοι στὴν τε­λευταία κα­τοικία ἀπὸ συγγενεῖς καὶ φίλους· δὲν ψάλλεται σὲ ὅλους ἡ νεκρώσιμος ἀκολουθία· δὲν γεμίζει τὸ φτυάρι ὁ ἱερεὺς μὲ χῶμα καὶ νὰ πῇ «Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γέν. 3,19 καὶ Ἐξόδ. ἀκολ.).


Πολλοὶ ἄνθρωποι «ἐξεμέτρησαν τὸ ζῆν» ὑπὸ συνθῆκες δραματικές. Ἄλλοι ταξίδευαν στοὺς ὠκεανούς, ναυάγησαν τὰ πλοῖα καὶ ἡ θάλασσα ἔγινε τάφος μυριάδων νεκρῶν. Ἄλλοι διέσχιζαν μεγάλες ἐρήμους, χάθηκαν μέσα σὲ δά­ση καὶ τοὺς κατέφαγαν θηρία. Ἄλλοι κατα­πλακώθηκαν ἀπὸ σεισμούς, ἄλλοι ἔγιναν κάρ­βουνο ἀπὸ κεραυνούς, ἄλλοι ἐγκλωβίσθηκαν στὰ βάθη μεταλλείων, ἄλλοι κάηκαν σὲ πυρκα­ϊὲς ἐργοστασίων, καὶ ἄλλοι ἀπὸ διάφορες ἄλλες αἰτίες τελείωσαν τὴ ζωή τους· χθὲς π.χ. ἐ­γράφη στὸν τύπο, ὅτι μία χιονοθύελλα στὴν Περσία σάρωσε κυριολεκτικῶς χιλιάδες ἀνθρώ­πους καὶ ἔγιναν ἄφαντοι. Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος! ἕνα ἄχυρο εἶνε, τίποτα δὲν εἶνε. Ὅλους λοι­πὸν αὐτοὺς μνημονεύει σήμερα ἡ Ἐκκλησία.


πάρχουν ἀκόμη καὶ τὰ λεγόμενα φτωχαδάκια· ἄνθρωποι ποὺ κηδεύονται χωρὶς νὰ τοὺς συνοδεύῃ καν­είς, ἢ ποὺ οἱ συγγενεῖς τους δὲν εἶνε εἰς θέσιν νὰ τοὺς κάνουν μνημόσυνα. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ κάτι πλούσιοι –πῶς νὰ τοὺς περιγράψω;–, πού, ἐνῷ ἄ­φησαν τεράστι­ες περιουσίες (σπίτια, πολυκατοικίες, πλούτη), ἐν τούτοις τὰ παιδιά τους δὲν τοὺς θυμοῦν­ται, δὲν φέρνουν στὸν τάφο τους ἕνα λου­λούδι, ἕνα πιάτο κόλλυβα. Ἂν μπορούσαμε νὰ τοὺς ἀ­κούσουμε θὰ μᾶς ἔλεγαν·


Τί κάναμε οἱ ἀνό­ητοι! ἀντὶ νὰ μοιράσουμε τὰ ὑ­πάρχοντά μας σὲ φιλανθρωπικὰ ἱδρύματα καὶ ναούς, τ᾽ ἀφήσαμε σὲ ἄσπλαχνα τέρατα… Δι­ότι τέρας εἶνε πράγματι ὅποιος δὲν θυμᾶται τοὺς προγό­νους του. Λαὸς ποὺ δὲν θυμᾶται τοὺς νεκρούς του εἶνε ἀνάξιος νὰ ζῇ πάνω στὴ γῆ. Στὴν Ἰαπωνία τιμοῦν τοὺς νεκρούς· τοὺς τάφους ἐκεῖ τοὺς ἔχουν περιβόλια, κι ὅταν πρόκειται κάποιος νὰ στεφανωθῇ καὶ νὰ δημιουργήσῃ οἰ­κογένεια, θὰ πάῃ στοὺς τάφους τῶν παππούδων. Ἀντιθέτως ἐδῶ πολλὰ νεκροταφεῖα εἶνε ἐγκαταλελειμμένα. Δείκτης πολιτισμοῦ ἑνὸς ἔθνους εἶνε καὶ τὰ νεκροταφεῖα. Δεῖξτε μου τὸ νεκροταφεῖο σας καὶ θὰ καταλάβω.


Γι᾽ αὐτὸ λοιπὸν ὥρισε ἡ Ἐκκλησία νὰ τελοῦ­­με σήμερα γενικὸ μνημόσυνο, γιὰ νὰ περιλαμ­βάνῃ καὶ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος λησμο­νεῖ. Ἂν ὁ κόσμος καὶ οἱ δικοί τους τοὺς λησμο­νοῦν, ἡ Ἐκκλησία, ἡ «γλυκειὰ μάνα» ὅπως εἶ­πε ὁ ποιητὴς Κρυστάλλης, δὲν τοὺς λησμονεῖ. Κάθε φορὰ ποὺ τελεῖ τὴ θεία λειτουργία θυ­μᾶται τοὺς νεκρούς, κατ᾽ ἐξοχὴν δὲ σήμερα. Αὐτὸς εἶνε ὁ πρῶτος λόγος.


Ο δεύτερος λόγος ποὺ τελοῦμε γενικὸ μνη­μόσυ­νο εἶνε, ὅτι αὔριο ξημερώνει Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω, μιὰ ἡμέρα ποὺ ἀστράφτει καὶ βρον­τᾷ. Διαβάζεται τὸ φοβερώτερο εὐαγγέλιο, τὸ εὐ­αγγέλιο τῆς Κρίσεως· ἀ­νατριχιάζει ὁ ἄν­θρω­­πος ὅταν τ᾽ ἀκούει. Κατ᾽ ἐμὲ ἡ Κυριακὴ αὐτὴ ἀπὸ γαστρονομικῆς ἀπόψεως λέγεται «τῆς Ἀ­­πόκρεω», ἀπὸ πνευματικῆς ὅμως ἀπόψεως πρέπει νὰ λέγεται Κυριακὴ «τῆς Κρίσεως».


Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο; Ἔτυχε κανεὶς ἀπὸ σᾶς νὰ εἶνε κατηγορούμενος, καὶ μάλιστα σὲ ἡμέρες δύσκολες, νὰ ὁδηγῆται στὸ δικαστήριο, ἡ καταδίκη νά ᾽νε σίγουρη, καὶ νὰ σκέπτεται πῶς θ᾽ ἀπολογηθῇ; Ὅπως λοιπὸν ὁ ὑπό­δικος περιμένει τὴν ἡμέρα τῆς δίκης, ἔτσι κ᾽ ἐ­μεῖς –νὰ εἶστε ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ βέβαιοι–, κ᾽ ἐγὼ ποὺ σᾶς μιλῶ κ᾽ ἐσεῖς ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε καὶ ὅ­λα τὰ δισεκατομμύρια τῶν ζώντων καὶ τῶν νε­κρῶν, θὰ παρουσιαστοῦμε ὑπόδικοι ἐνώπι­ον τοῦ Κυρίου. Κριτής μας θὰ εἶνε ὁ ἐσταυρω­μένος Λυτρωτής. Θὰ μᾶς κρίνῃ μὲ νόμο ὄχι ἀν­θρώπινο ἀλλὰ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶ­νε ζυ­γαριὰ φαρμακείου, ζυγίζει καὶ τὸ τελευταῖο γραμ­μάριο, καὶ τὸν τελευταῖο δηλαδὴ λο­γισμό· οἱ σκέ­ψεις, τὰ λόγια, τὰ ἔργα μας θὰ παρελάσουν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου σὰν κινηματογραφι­κὴ ταινία. Θὰ δικαστοῦμε. Καὶ πρέπει ν᾽ ἀνησυ­χοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας, τί ἀπολογία θὰ δώσουμε.


Ν᾽ ἀνησυχοῦμε καὶ γιὰ τοὺς νεκρούς μας· ποῦ θὰ πᾶνε, στὴν κόλασι ἢ στὸν πα­ράδεισο; Ποῦ βρίσκονται ὁ πατέρας, ἡ μητέρα, οἱ συγ­γενεῖς; Καὶ στὴ ζυγαριὰ ξέρετε ὅτι, καθὼς ἀμφιταλαν­τεύεται, λίγο βάρος τὴν κάνει νὰ γείρῃ πρὸς τὸ ἕνα μέρος. Λίγα γραμμάρια ἀπαιτοῦνται· μιὰ προσευχὴ δηλαδή, ἕνα μνημόσυνο, λίγες ἐλε­ημοσύνες εἶνε ἱκανὲς κατὰ τὴν ὀρθόδοξο πίστι νὰ κλείνουν τὴ ζυγαριὰ δεξιά – ἀλλοίμονο ἂν κλείνῃ ἀριστερά. Δεξιὰ εἶνε ὁ παράδεισος, ἡ ἀνέκφραστη μακαριότης· ἀριστερὰ κόλασις. Ἐπειδὴ λοιπὸν αὔριο σαλπίζει ἡ σάλπιγξ τοῦ ἀρχαγγέλου, γι᾽ αὐτὸ σήμερα, ἐν ἀναμομονῇ τῆς παγκοσμίου κρίσεως, κάνουμε μνημόσυνα γιὰ ν᾽ ἀνακουφίσουμε τοὺς νεκρούς.


Καὶ τρίτος λόγος εἶνε, ὅτι πρέπει νὰ θυμώμα­στε διαρκῶς τὸ θάνατο, ποὺ εἶνε μία πραγμα­τικότης. Ὅπως ἔλεγαν καὶ οἱ ἀρ­χαῖοι πρόγονοί μας, «ὅρος φιλοσοφίας μνήμη θανάτου»· ἂν θέλῃς νὰ βρῇς τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ζῇς σὰν ἄγγελος, νὰ θυμᾶσαι τὸ θάνατο· σὲ παίρνει καὶ σὲ ἀνεβάζει σὲ ἄλλη σφαῖρα. Πήγαινε στοὺς τάφους, στάσου ἐκεῖ λίγα λεπτὰ καὶ πές· Ἄχ μάνα, γιατί νὰ σὲ λυπήσω· ἄχ πατέρα, γιατί νὰ σὲ πικράνω· ἄχ ἄντρα, γιατί νὰ σὲ ἀτιμάσω· ἄχ γυναίκα, γιατί νὰ σὲ ἀπατήσω· ἄχ παιδί μου, γιατί νὰ σὲ ἀμελήσω. Ἐάν, ἀντὶ νὰ διανυκτερεύουμε στὰ κέντρα διασκεδάσεως, πηγαίναμε ἐκεῖ, κανένας δὲν θὰ ἁμάρτανε.


Εἴμαστε Χριστιανοί, ἀλλ᾽ ἂς διδαχθοῦμε ἀ­πὸ ἕνα πρόγονό μας πρὸ Χριστοῦ. Εἶνε ὁ Μακεδὼν Φίλιππος, ὁ πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλε­ξάνδρου. Αὐτὸς εἶχε ὁρίσει, κάθε πρωί, μόλις ἀνατέλλει ὁ ἥλιος, ἕνας στρατιώτης νὰ παρου­σιάζεται ἐνώπιόν του καὶ νὰ τοῦ λέῃ· «Φίλιππε, μέμνησο ὅτι θνητὸς εἶ»· ἂν καὶ εἶσαι βασιλιᾶς κ᾽ ἐξουσιάζεις λαούς, πρόσεξε γιατὶ θὰ πεθά­νῃς. Αὐτὰ ὁ Φίλιππος. Ἐνῷ ἐμεῖς, ἀποφεύγον­τας μὲ κάθε τρόπο τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, καὶ τὰ γραφεῖα κηδειῶν τὰ μετωνομάσαμε «γραφεῖα τελε­τῶν», νὰ μὴ μᾶς τὸν θυμίζουν. Μνημονεύ­ετε τοῦ θανάτου! εἶνε ὁ καλύτερος δάσκαλος, χαρίζει τὰ μεγαλύτερα διδάγματα.


δελφοί μου, δὲν εἴμαστε ὑλισταὶ καὶ ἄπιστοι, ὥστε νὰ λέμε «Μετὰ θάνατον μηδέν». Ὄχι μηδέν! Οἱ νεκροὶ ζοῦν καὶ θ᾽ ἀναστηθοῦν. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη πραγματικότης ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν.



(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε πιθανῶς στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 12-2-1972. *Εκ του ιστολογίου «augoustinos-kantiotis.gr». Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ



Ε
ίναι γνωστό ότι για την Εκκλησία μας, μολονότι το κάθε Σάββατο το έχει αφιερωμένο στους αγίους μάρτυρες και στους κεκοιμημένους πιστούς της, δύο είναι τα ψυχοσάββατα: αυτό της παραμονής της Κυριακής των Απόκρεω και αυτό της παραμονής της αγίας Πεντηκοστής.


Γι’ αυτό και κατά τις δύο αυτές ημέρες ακούμε το συναξάρι να σημειώνει: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνείαν πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου, οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν» (Την ίδια ημέρα, οι θειότατοι Πατέρες θέσπισαν να θυμόμαστε όλους τους απαρχής ευσεβώς κεκοιμημένους, αυτούς δηλαδή που έφυγαν από τον κόσμο αυτόν με την ελπίδα της αναστάσεως της αιώνιας ζωής).


Για την Εκκλησία οι κεκοιμημένοι δεν αποτελούν τμήμα του κόσμου που «τελείωσε και έφυγε» – ό,τι πιστεύουν πολλοί που την ύπαρξή τους την έχουν περικλείσει στα ασφυκτικά πλαίσια του κόσμου τούτου, γιατί έχουν διαγράψει τον Θεό και τον Χριστό από τη ζωή τους. Οι κεκοιμημένοι συνιστούν οργανικό κομμάτι της Εκκλησίας, κομμάτι δηλαδή του σώματος του Χριστού, διότι ο θάνατος δεν είναι η θύρα που οδηγεί στην ανυπαρξία, αλλά η θύρα που εκβάλλει στην αγκαλιά του Χριστού.


Όπως οι πιστοί ζούμε στην αγκαλιά αυτή στον κόσμο τούτο, το ίδιο και ακόμη περισσότερο συμβαίνει και την ώρα του θανάτου μας και μετέπειτα. Μας το λέει με άμεσο τρόπο ο απόστολος Παύλος, βασισμένος βεβαίως στην Ανάσταση του ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού: «ἐάν τε ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνῄσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν» (είτε είμαστε στη ζωή αυτή είτε φεύγουμε από τη ζωή αυτή, στον Κύριο ανήκουμε).


Κι είναι ευνόητο: ο Κύριος ως Παντοκράτωρ, ως Δημιουργός και Προνοητής και Κυβερνήτης του κόσμου όλου, ως «ὁ ἐξ Οὗ καί δι’ Οὗ καί εἰς Ὅν τά πάντα ἔκτισται», μάς δίνει τη δυνατότητα να ζούμε και εδώ στον κόσμο τούτο ψυχοσωματικά, αλλά και μετά τον θάνατό μας ως ψυχές, πολύ περισσότερο έπειτα μετά τη Δευτέρα Του Παρουσία που θα αναστήσει τα σώματά μας για να ενωθούν και πάλι με τις ψυχές μας, ώστε ολόκληροι να ζούμε μέσα στην παρουσία Του, είτε θετικά (Παράδεισος) είτε δυστυχώς αρνητικά (Κόλαση). Αν υπάρχει δηλαδή και υφίσταται η ζωή, αυτό οφείλεται στην πηγή της που είναι ο ίδιος ο Θεός. «Ἐγώ εἰμι ὁ Ὤν». «Ὅτι παρά Σοί πηγή ζωῆς». «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή». Ο Κύριος είναι ο Θεός των ζώντων και των κεκοιμημένων.


Αυτούς λοιπόν τους κεκοιμημένους, ιδίως τους εν πίστει κεκοιμημένους, θυμόμαστε τα Σάββατα και κατεξοχήν τα ψυχοσάββατα, σαν το σημερινό, με σκοπό αφενός να προσευχηθούμε για την εν Κυρίῳ ανάπαυσή τους – ως άνθρωποι μπορεί να μην είχαν ολοκληρώσει τη μετάνοιά τους – αφετέρου να προκληθούμε οι εν κόσμῳ ακόμη ευρισκόμενοι ώστε να βαθύνουμε τη μετάνοιά μας, να νιώσουμε ενόψει του ορίου του θανάτου ότι η αληθινή ζωή είναι η ζωή που έχει αιώνιο χαρακτήρα και δεν είναι αυτή που εκτρέφει απλώς τα πάθη μας, κατεξοχήν τον εγωισμό και τα όποια παρακλάδια του - να προσανατολίσουμε την καρδιά και τη σκέψη μας στην εντολή του Κυρίου «ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην Αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα (όλα τα απαραίτητα για τα προς το ζην) προστεθήσεται ὑμῖν».


Και πρέπει να τονίσουμε ότι τα δύο αυτά: προσευχή υπέρ των κεκοιμημένων, πρόκληση να μετανοήσουμε αληθινά, δεν είναι απλώς προσθετικές καταστάσεις με την έννοια να κάνουμε το ένα, αλλά ευκαιρία να κάνουμε και το άλλο. Κι αυτό γιατί το ένα συνιστά προϋπόθεση του άλλου. Μετανοώ σημαίνει ότι αλλάζω νου, αλλάζω τρόπο θέασης των πραγμάτων, αλλάζω ζωή – επιστρέφω προς τον Θεό μένοντας πάνω στο άγιο θέλημά Του, την αγάπη.


Κι αυτό θα πει ότι αρχίζω, κατά την αναλογία της μετάνοιάς μου, να αγαπώ σωστά και τον Θεό και τον συνάνθρωπό μου, τον συνάνθρωπο μάλιστα που ευρίσκεται όπου γης αλλά και σε οποιοδήποτε βάθος χρόνου. Μη ξεχνάμε ότι κατά την πίστη μας ο χριστιανός συνιστά «μίμημα Χριστού» ως κατ’ εικόνα Εκείνου δημιουργημένος, συνεπώς το φρόνημα Χριστού που περιέκλειε μέσα Του σύμπασα την ανθρωπότητα, τοπικά και χρονικά, αποτελεί όριο και του κάθε χριστιανού,


οπότε και ο μετανοών χριστιανός τον όποιο συνάνθρωπο, στην όποια τοπική αλλά και χρονική έκταση, τον περικλείει στην ύπαρξή του, θεωρώντας τον οργανικό κομμάτι δικό του. Η προσευχή του λοιπόν και για τους κεκοιμημένους είναι όχι απλώς ευκταία κατάσταση, αλλά δεδομένη πραγματικότητα της συνείδησής του, οφειλή που χωρίς αυτήν εκπίπτει σχεδόν από την πίστη του. «Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν».


Κι η Εκκλησία μας λοιπόν με αφορμή το όριο του θανάτου μάς καλεί σε μετάνοια, σ’ αυτήν την απεραντοσύνη της εν Κυρίῳ εμπειρίας της, στην αληθινή ζωή με βάση τις εντολές του Θεού. Γιατί είναι δυστυχώς πολύ εύκολο στον κόσμο τούτο που ευρισκόμαστε, τον πεσμένο στην αμαρτία, να εκτραπούμε από την Οδό του Χριστού και να προσκολληθούμε στα πάθη μας που ελκύονται από τη γοητεία της σαρκολατρείας του κόσμου. Ένας ύμνος μάλιστα από τους πολλούς που μας προσφέρει είναι πολύ χαρακτηριστικός για την αποτίναξη της πλάνης των αισθήσεων και το άνοιγμα των οφθαλμών στην όντως πραγματικότητα του Θεού.


«Πάντες οἱ τῷ βίῳ προστετηκότες, δεῦτε ἐν τοῖς τάφοις ἐξεστηκότες, ἐγκύψατε, ἴδετε τοῦ κόσμου τήν ἀπάτην∙ ποῦ νῦν τοῦ σώματος τό κάλλος καί ἡ δόξα τοῦ πλούτου; Ποῦ δέ ἡ ἔπαρσις τοῦ βίου; Ὄντως μάταια πάντα∙ διό κράξωμεν πρός τόν Σωτῆρα∙ Οὕς ἐξελέξω ἐκ τῶν προσκαίρων ἀνάπαυσον, διά τό μέγα σου ἔλεος».


(Όσοι είστε προσκολλημένοι εμπαθώς στη ζωή αυτή, εμπρός σκύψτε προσεκτικά πάνω στους τάφους έκθαμβοι και δείτε την απάτη του κόσμου. Πού είναι τώρα η ομορφιά του σώματος και η δόξα του πλούτου; Πού είναι η αλαζονεία της ζωής; Πράγματι, όλα είναι μάταια. Γι’ αυτό ας φωνάξουμε δυνατά προς τον Σωτήρα Χριστό: Αυτούς που πήρες από τα πρόσκαιρα ανάπαυσέ τους, λόγω του μεγάλου Σου ελέους).


Αναφέρεται σε όλους εμάς που δεν βρισκόμαστε στο κανονικό επίπεδο των αληθινών υιών: να είμαστε προσκολλημένοι στον Κύριο από την αγάπη μας γι’ Αυτόν. Προσκολλημένοι συχνά – ή ίσως διαρκώς; - στις μέριμνες του βίου, γοητευμένοι από τα πάθη μας, ξεχνάμε το ουσιαστικότερο για τη σωτηρία μας: την αιώνια ζωή ως ζωντανή σχέση με τον Θεό. Κι έρχεται η επαφή μας με τους τάφους, λόγω και της ημέρας, να θυμηθούμε ότι τελικά ό,τι κάνουμε και επιδιώκουμε στη ζωή αυτή, αν δεν χρωματίζεται από τον Χριστό, είναι μάταιο: ομορφιά, πλούτος, θέσεις, αξιώματα.


Πόσο θα πρέπει να θυμόμαστε τα λόγια της Γραφής ήδη από την Παλαιά Διαθήκη: «Ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Καί: «μιμνῄσκου τά ἔσχατά σου καί οὐ μή ἁμάρτῃς εἰς τόν αἰῶνα» (θυμήσου το τέλος σου και ποτέ δεν θα αμαρτήσεις). Αν δεν μας κινεί η αγάπη του Θεού, τουλάχιστον ας μας κινεί ο φόβος του θανάτου. Μπορεί να μην είναι ό,τι καλύτερο, τουλάχιστον όμως μπορεί να αποβεί σωτήριο. *Εκ του ιστολογείου  «Ακολουθείν» της 6.6.2020. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ: «Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ»

 




Λόγος ηθικός δεύτερος (ΣΤ'):
«Η εκκλησία είναι ανακεφαλαίωση του πρώτου κόσμου» 



Ότι η Εκκλησία του Χριστού είναι νέος κόσμος και η πίστη σ’ αυτόν νέος παράδεισος˙ και μαζί μ’ αυτά, ανακεφαλαίωση του πρώτου κόσμου, με την αντιπαραβολή αυτών που δια μέσου του Χριστού πραγματοποιήθηκαν στην Εκκλησία, με εκείνα που διαπράχθηκαν σ’ εκείνο τον κόσμο. Και προς το τέλος επανάληψη του αποστολικού ρητού, «Όποιους προγνώρισε, αυτούς και προόρισε…».


Αλλά όμως, όπως αναφέραμε με τη σειρά τη δημιουργία και την πτώση της, έτσι πρέπει να αναφέρουμε και την ανανέωσή της. Πρόσεξε μάλιστα τη σύγκριση των παλαιών πραγμάτων, πως δηλαδή αυτά συγκρίνονται αντίστοιχα με την οικονομία και τη διαθήκη του Θεού. Πρώτα λοιπόν τοποθετήθηκε από τον Θεό μέσα στον παράδεισο ο Αδάμ και τότε δημιουργήθηκε η Εύα˙ έτσι και ο Υιός του Θεού, ο ίδιος δηλαδή ο δημιουργός του Αδάμ, πρώτα κατέβηκε και μπήκε μέσα στην άχραντη μήτρα της Παρθένου, και έπειτα έλαβε από τη μήτρα της Παρθένου την πλευρά του Αδάμ, δηλαδή την πανάμωμη σάρκα, και έγινε άνθρωπος, και παρουσιάστηκε στον κόσμο, αντί για την Εύα, που εξαπατήθηκε από το φίδι, νέος Αδάμ, που επρόκειτο να σκοτώσει το φίδι, που εξαπάτησε την Εύα.


Πρώτη εξαπατήθηκε η Εύα, με το να μιλήσει σ’ αυτή το φίδι, και έφαγε από το δέντρο και παρέβη την εντολή και υπέστη το θάνατο της ψυχής˙ πρώτη η Θεοτόκος Μαρία ακούει την καλή αγγελία από τον άγγελο και πιστεύει στην απόφαση του Θεού, που αναγγέλθηκε, και υπακούει λέγοντας: «Να, η δούλη η Κυρίου˙ ας γίνει σ’ εμένα σύμφωνα με το λόγο σου»,1 και έτσι πρώτη δέχθηκε αληθινά μέσα της τον Λόγο του Θεού, που λύτρωσε δηλαδή την ψυχή της από εκείνο τον αιώνιο θάνατο. Και τότε ακριβώς, όταν δηλαδή ο Λόγος του Θεού σαρκώθηκε,2 ανέπλασε το σώμα του Αδάμ, στο οποίο εμφύσησε αμέσως πνοή, για να αποκτήσει ζωντανή ψυχή3˙ διότι, όταν αργότερα έλαβε έμψυχη την πλευρά του και την οικοδόμησε σε γυναίκα, δεν γράφηκε ότι οικοδόμησε και την πνοή. Και για να μιλήσουμε σαφέστερα, ας εξετάσουμε έτσι αυτό το ίδιο το ρητό.


Ο Θεός έλαβε από τον Αδάμ τη μερίδα της σάρκας του και αναπλήρωσε αντί γι’ αυτή άλλη σάρκα, και τη σάρκα που έλαβε την οικοδόμησε σε ολόκληρο άνθρωπο, όμως ούτε ψυχή πρόσθεσε στον ίδιο τον Αδάμ, αντί για την ψυχή που έλαβε μαζί μ’ αυτή την πλευρά, ούτε πάλι την επαύξησε μέσα στην Εύα˙ αλλά, θα λέγαμε, η σάρκα, που ο Θεός έλαβε, αναπληρώθηκε αντί για την πλευρά, η ψυχή όμως όχι. Αλλά άκου αυτό ακόμη σαφέστερα. Ο Θεός δηλαδή έλαβε από την Παρθένο σάρκα με νου και ψυχή, αυτή δηλαδή τη σάρκα που έλαβε από τον Αδάμ, και αναπλήρωσε αντί γι’ αυτή άλλη σάρκα˙ και αφού έλαβε από τη σάρκα από την Παρθένο, έδωσε το Άγιο Πνεύμα του σ’ αυτή τη σάρκα και αναπλήρωσε την αιώνια ζωή, που η ψυχή της δεν είχε.


Διότι η σάρκα, που αναπληρώθηκε στο σώμα του Αδάμ αντί για την πλευρά του, ήταν ο αρραβώνας και η εγγύηση της οικονομίας του Θεού, ώστε να λάβει πάλι πλευρά από την πλευρά και να δώσει αντί για την πλευρά όχι σάρκα πάλι, διότι η σάρκα αναπληρώθηκε προηγουμένως, αλλά να δώσει αληθινά Πνεύμα Θεού, ώστε, όπως ακριβώς από την πλευρά του Αδάμ έγινε η γυναίκα από την γυναίκα έγιναν όλοι οι θνητοί άνθρωποι, έτσι να γίνει και από τη σάρκα της γυναίκας, ο άνδρας Χριστός ο Θεός, και να καταστούν απ’ αυτόν όλοι αθάνατοι, και να αναπληρώσει αυτό που ο Αδάμ είχε περισσότερο από τη γυναίκα.


Τί ήταν όμως αυτό που εκείνος είχε περισσότερο; Ήταν η σάρκα που αναπληρώθηκε στο σώμα του αντί για την πλευρά. Διότι, αφού ο Χριστός, για να σου πω πάλι τα ίδια, πήρε τη σάρκα από την Παρθένο, έπρεπε να την αναπληρώσει αυτή και πάλι, όπως και τότε αναπλήρωσε τη σάρκα του Αδάμ. Επειδή όμως η αναπλήρωση επρόκειτο να γίνει και πάλι όχι για φθορά αλλά για αφθαρσία, έγινε με Πνεύμα και όχι με σάρκα, ώστε και τη φύση του Αδάμ να αναπλάσει και αυτά που επρόκειτο να γίνουν τέκνα του Θεού με το Άγιο Πνεύμα να λάβουν την αναγέννηση και να γίνουν έτσι μέσα στο Πνεύμα του Θεού συγγενείς του και ένα σώμα, όλοι όσοι θα πιστέψουν σ’ αυτόν.


Και όπως ειπώθηκε στην περίπτωση των πρωτοπλάστων: «Γι’ αυτό», λέει, «το πράγμα» – Για ποιό; Για τη γυναίκα˙ εννοώ για την πλευρά του Αδάμ -, «θα εγκαταλείψει ο άνδρας τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη γυναίκα του», στην πλευρά δηλαδή του Αδάμ, «και θα γίνουν οι δύο ένα σώμα»,4 έτσι γίνεται και με τον Χριστό τον Θεό. Επειδή λοιπόν ο Χριστός έλαβε σάρκα από τα πανάχραντα αίματα της Θεοτόκου, και χάρισε σ’ αυτή Άγιο Πνεύμα, και σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος, γι’ αυτό δηλαδή θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα, ακόμη μάλιστα και τη γυναίκα και τα παιδιά και τους αδελφούς και τις αδελφές,5 και θα προσκολληθεί, όχι στη γυναίκα, ούτε σαρκικά, αλλά, όπως όλοι που γεννιούνται σωματικά από τη γυναίκα, και που είμαστε εμείς, θα προσκολληθεί σ’ αυτόν που γεννήθηκε από την γυναίκα χωρίς σπέρμα ανδρός, δηλαδή στο νυμφίο Χριστό. Και έτσι, με το να ενωθούμε και να προσκολληθούμε σ’ αυτόν πνευματικά, θα γίνουμε ο καθένας μαζί του ένα πνεύμα και επίσης ένα σώμα, επειδή εμείς τρώμε σωματικά το σώμα του και πίνουμε το αίμα του.


Έτσι λοιπόν και ο ίδιος ο Κύριός μας και Θεός διακήρυξε: «Εκείνος που τρώει το σώμα μου και πίνει το αίμα μου μένει μέσα μου και εγώ μένω μέσα του».6 Μ’ αυτό τον θείο λόγο συμφωνεί μάλιστα και η ακόλουθη φράση του αποστόλου, που λέει: «Εκείνος που ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται μ’ αυτόν ένα πνεύμα».7 Λέω όμως ένα όχι ως προς τις υποστάσεις, αλλά ως προς τη φύση της θεότητας και της ανθρωπότητας. Ως προς τη φύση της θεότητας, επειδή γίνονται και οι ίδιοι θεοί κατά χάρη, σύμφωνα μ’ αυτό που έχει ειπωθεί από τον Ιωάννη: «Και γνωρίζουμε ότι, όταν αυτός φανερωθεί, θα γίνουμε όμοιοι μ’ αυτόν».7 Με ποιόν τρόπο; Διότι «εμείς όλοι», λέει, «λάβαμε από τον πλούτο του».8


Ως προς τη φύση της ανθρωπότητας όμως, επειδή γίναμε συγγενείς και αδελφοί του, όπως είπαμε και αλλού. Αυτά μάλιστα, επειδή τα γνώριζαν και οι άγιοι πατέρες, έλεγαν απερίφραστα: «Δώσε αίμα και λάβε Πνεύμα»9˙ επειδή δεν δίνεται αλλιώς σ’ εμάς το Πνεύμα, παρά μόνο με τη θεληματική προς τον κόσμο σταύρωση10 και νέκρωση συγχρόνως. Επειδή δηλαδή ο Θεός είναι Πνεύμα11 ως προς τη θεία φύση, θέλει να ενωνόμαστε εμείς μαζί του δια μέσου του Αγίου Πνεύματος και να προσκολλόμαστε12 και να γινόμαστε σύσσωμοι και συγκληρονόμοι του,13 όπως μαρτυρεί όλη η θεία Γραφή. Αλλά ας επιστρέψουμε στο θέμα μας.


Ο Θεός Λόγος λοιπόν έλαβε από την αγνή Θεοτόκο σάρκα και έχει δώσει αντί γι’ αυτή όχι σάρκα αλλά αληθινά Άγιο Πνεύμα. Και πρώτα ζωοποίησε με το Άγιο Πνεύμα την τίμια και υπεράμωμη ψυχή της, με το να την αναστήσει από τον θάνατο˙ αυτό μάλιστα το έκανε, επειδή πρώτη η Εύα πέθανε με τον ψυχικό θάνατο. Και αφού σαρκώθηκε, έγινε άνθρωπος, αποκτώντας μέσα του σώμα με νου μαζί με ψυχή. Διότι πήρε αυτή τη σάρκα έμψυχη με τρόπο ανείπωτο, και τότε από τον Αδάμ και τώρα από την Θεοτόκο, και ανακαίνισε έτσι με τρόπο μυστικό όλη τη φύση μας. Αφού μάλιστα γεννήθηκε με τρόπο απερίγραπτο, όπως ο ίδιος γνωρίζει, μπήκε στον κόσμο. Για χάρη ποιου και για ποιο λόγο; Για να αναζητήσει τον Αδάμ, που εξορίσθηκε σ’ αυτό τον κόσμο, και να τον βρει και να τον αναπλάσει. Και πρόσεχε από εδώ, καθώς επαναλαμβάνω όσα είπα προηγουμένως, το φοβερό μυστήριο της οικονομίας.


Ο Αδάμ, όσο ακόμη βρισκόταν στον παράδεισο, προσκλήθηκε να μετανοήσει˙ διότι ο Θεός λέει σ’ αυτόν: «Αδάμ, πού είσαι;», και, «ποιός σου ανάγγειλε ότι είσαι γυμνός, εκτός και αν έφαγες από το δέντρο, που σε πρόσταξα απ’ αυτό να μη φας;»14 Και όμως, αν και άκουσε αυτά, δεν θέλησε να μετανοήσει και να κλάψει και να ζητήσει συγχώρηση. Αλλά τί κάνει; Προφασίζεται ως αιτία της ανοησίας του και της αμαρτίας του τη γυναίκα˙ γι’ αυτό και εύλογα διώχνεται έξω από τον παράδεισο.


Επειδή όμως ο Αδάμ δεν θέλησε τότε να μετανοήσει, κάνοντας και αυτό με την επιβουλή του πονηρού δαίμονα, γι’ αυτό ο Θεός, αφού ήρθε επάνω στη γη, προσκαλεί πάλι όλους προς τον εαυτό του δια μέσου της μετάνοιας και λέει: «Μετανοείτε˙ διότι έχει φθάσει η βασιλεία των ουρανών».15 Έχει φθάσει˙ βρίσκεται μπροστά στις πύλες των καρδιών και των στομάτων σας. Ανοίξτε τις καρδιές σας με την πίστη και αμέσως η βασιλεία των ουρανών θα μπει μέσα σ’ αυτές, και θα ανοίξουν στη στιγμή διάπλατα τα στόματά σας, και θα φωνάξετε: «Έχουμε μέσα μας το θησαυρό του Πνεύματος,16 τον έχουμε˙ αποκτήσαμε μέσα στις καρδιές μας την αιώνια ζωή».


Αλλά πρόσεχε˙ ο Θεός κάλεσε πρώτα τους Ιουδαίους, και δεν υπάκουσαν, ώστε να επιστρέψουν˙ τελευταία καλεί τα έθνη με τον Υιό, και επειδή υπάκουσαν, προσέφυγαν και προσέτρεξαν σ’ αυτόν. Γι’ αυτό και λέει στους αποστόλους του: «Βγείτε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης, και φέρτε εδώ όλους τους φτωχούς και τους ανάπηρους, τους χωλούς και τους τυφλούς»17˙ ονομάζοντας πόλη όλο αυτό τον κόσμο, πλατείες πάλι και δρόμους ονομάζοντας τις φυλές των εθνών και τις άγνωστες μακρυνές χώρες, φτωχούς πάλι και ανάπηρους, χωλούς και τυφλούς ονομάζοντας εκείνους, που είναι συντριμμένοι από πολλά αμαρτήματα, και από διάφορα παραπτώματα και ανομήματα, και τυφλωμένοι από την άγνοια του Θεού.


Όλους λοιπόν τους προσκαλεί, από την ανατολή ως τη δύση, εννοώ τους Εβραίους και τους Έλληνες.18 Προγνώριζε μάλιστα ως Θεός, όπως πολλές φορές είπαμε, την ανυπακοή των Εβραίων από απιστία και την επιστροφή των εθνών από πίστη˙ και προόρισε προαιώνια, ώστε, όσοι θα πιστέψουν σ’ αυτόν και θα βαπτισθούν στο όνομά του, δηλαδή στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και θα φάνε το άχραντο σώμα του Υιού του και θα πιουν το τίμιο αίμα του, θα αθωωθούν από την αμαρτία, να ελευθερωθούν δηλαδή και να δοξασθούν και να γίνουν συμμέτοχοι στην αιώνια ζωή, όπως ο ίδιος εκείνος ο Δεσπότης των όλων λέει: «Εκείνος που τρώει το σώμα μου και πίνει το αίμα μου, έχει αιώνια ζωή19˙ και δεν θα περάσει από κρίση, αλλά έχει μεταβεί από το θάνατο στη ζωή».20


Να, λοιπόν, και προγνωρίσθηκες από τον Θεό, αδελφέ, και προορίσθηκες και προσκλήθηκες και δοξάσθηκες και αθωώθηκες και επέστρεψες, με την πίστη στον Χριστό και με το άγιο βάπτισμα, στην αιώνια ζωή˙ και δεν τοποθετήθηκες, όπως πριν ο Αδάμ σε αισθητό παράδεισο, αλλά στον ουρανό και στα αγαθά που υπάρχουν στους ουρανούς, αυτά που μάτι δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και νους ανθρώπου δεν συνέλαβε.21 Να εργάζεσαι λοιπόν τις αρετές και να φυλάγεις τις εντολές του Θεού, ή, καλύτερα, να φυλάγεις τον εαυτό σου με τις εντολές, για να μην παραβείς κάποιο απ’ αυτά που προστάχθηκες και πάθεις το πάθημα του Αδάμ, ή μάλλον και χειρότερα, με το να στερηθείς τα μεγαλύτερα και ουράνια αγαθά. Να μην προτιμήσεις πια κάτι από τα επίγεια, ούτε να σε κατεξουσιάσει κάποια επιθυμία γι’ αυτά που φθείρονται, για να μην απογυμνωθείς από τη δόξα, με την οποία δοξάσθηκες από τον Χριστό και, επειδή δεν έχεις ένδυμα γάμου, δεθείς χέρια και πόδια και ριχθείς στο σκότος το εξώτερο, όπου υπάρχει ο θρήνος και το τρίξιμο των δοντιών.22


Η πίστη στον Χριστό είναι ο νέος παράδεισος. Γι’ αυτό και ο Θεός προγνώρισε πριν από τη δημιουργία του κόσμου όλους εκείνους που πίστεψαν και πρέπει να πιστέψουν σ’ αυτόν˙ τους οποίους και προσκάλεσε και δεν θα σταματήσει να προσκαλεί ως τη συντέλεια, και δόξασε και θα δοξάσει, και δικαίωσε και θα δικαιώσει, παρουσιάζοντάς τους δηλαδή με το άγιο βάπτισμα και με τη χάρη του Πνεύματος όμοιους με τη δόξα της εικόνας του Υιού του˙ κάνοντάς τους μυστικά όλους υιούς του Θεού και καθιστώντας τους καινούργιους από παλαιούς και αθάνατους από θνητούς, και δίνοντας σ’ αυτούς εντολές, όπως κάποτε στον Αδάμ.


Όσοι λοιπόν θα φυλάξουν όλες τις εντολές του ως το θάνατο, αυτοί και την αγάπη στον Θεό δείχνουν και σε μεγαλύτερη δόξα, προκόπτοντας, ανεβαίνουν. Όσοι όμως θα φανούν καταφρονητές και αδιάφοροι και αχάριστοι στον ευεργέτη, και δεν θα φυλάξουν τις εντολές που δόθηκαν απ’ αυτόν, στερούνται απ’ αυτά τα αγαθά, όπως ο Αδάμ στερήθηκε από τον παράδεισο, όχι επειδή δεν προγνωρίσθηκαν οι ίδιοι από τον Θεό, αλλά επειδή έπαθαν αυτό εξαιτίας της ανοησίας και της κακίας τους. Γι’ αυτό λοιπόν και ο Θεός έβαλε μπροστά, στο μέσο αυτού του παραδείσου, το σωτήριο φάρμακο, δηλαδή τη μετάνοια, ώστε αυτοί που από ραθυμία και αμέλεια απομακρύνονται από την αιώνια ζωή να επιστρέψουν πάλι σ’ αυτή με τη μετάνοια, με λαμπρότερη και μεγαλύτερη δόξα˙ διότι, αν ο φιλάνθρωπος Θεός δεν έκανε αυτή την οικονομία, δεν θα σωζόταν κανείς.


Λοιπόν, αφού εγκαταλείψουμε και κάθε άλλη μέριμνα, ας φροντίσουμε, όσο μπορούμε, για τη μετάνοια, για να επιτύχουμε και τα παρόντα και τα μέλλοντα αγαθά με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.




Υποσημειώσεις


1. Λουκ. 1, 38
2. Ιω. 1, 14
3. Πρβ. Γέν. 2, 7
4. Γέν. 2, 24
5. Πρβ. Λουκ. 14, 26
6. Ιω. 6, 56
7. Α’ Κορ. 6, 16-17
8. Α’ Ιω. 3,2
9. Ιω. 1, 16
10. Γεροντικό, αββάς Λογγίνος 5.
11. Πρβ. Γαλ. 6, 14
12. Α’ Κορ. 6, 17
13. Εφ. 3,6
14. Γέν. 3, 9 και 11
15. Ματθ. 3, 2
16. Β’ Κορ. 4, 7
17. Λουκ. 14, 21
18. Έλληνες˙ συνεκδοχικά, οι ειδωλολάτρες.
19. Ιω. 6, 54
20. Ιω. 5, 24
21. Α’ Κορ. 2, 9
22. Ματθ. 22, 11-13


Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Έργα (Νεοελληνική απόδοση).
Εκδόσεις: Περιβόλι της Παναγίας, Μάιος 2017.
Η/Υ επιμέλεια Σοφίας Μερκούρη.
*Εκ του ιστολογίου «Ορθόδοξη Πορεία» της 23.2.2024. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.


Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.