«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»
Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 12ο (2013 - 2025)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»
Έτος: 12ο (2013 - 2025)
Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης
Διαχειριστής:
Γιώργος Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος
Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine
«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».
Κωστής Παλαμάς
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2023
Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2023
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ
ΙΔ’ Ματθαίου ΚΒ’ 2-14.
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὅστις ἐποίησε γάμους τῷ υἱῷ αὐτοῦ. καὶ ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ καλέσαι τοὺς κεκλημένους εἰς τοὺς γάμους, καὶ οὐκ ἤθελον ἐλθεῖν. πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους λέγων· εἴπατε τοῖς κεκλημένοις· ἰδοὺ τὸ ἄριστόν μου ἡτοίμασα, οἱ ταῦροί μου καὶ τὰ σιτιστὰ τεθυμένα, καὶ πάντα ἕτοιμα· δεῦτε εἰς τοὺς γάμους. οἱ δὲ ἀμελήσαντες ἀπῆλθον, ὁ μὲν εἰς τὸν ἴδιον ἀγρόν, ὁ δὲ εἰς τὴν ἐμπορίαν αὐτοῦ· οἱ δὲ λοιποὶ κρατήσαντες τοὺς δούλους αὐτοῦ ὕβρισαν καὶ ἀπέκτειναν. ἀκούσας δὲ ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνος ὠργίσθη, καὶ πέμψας τὰ στρατεύματα αὐτοῦ ἀπώλεσε τοὺς φονεῖς ἐκείνους καὶ τὴν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε. τότε λέγει τοῖς δούλοις αὐτοῦ· ὁ μὲν γάμος ἕτοιμός ἐστιν, οἱ δὲ κεκλημένοι οὐκ ἦσαν ἄξιοι· πορεύεσθε οὖν ἐπὶ τὰς διεξόδους τῶν ὁδῶν, καὶ ὅσους ἐὰν εὕρητε καλέσατε εἰς τοὺς γάμους. καὶ ἐξελθόντες οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι εἰς τὰς ὁδοὺς συνήγαγον πάντας ὅσους εὗρον, πονηρούς τε καὶ ἀγαθούς· καὶ ἐπλήσθη ὁ γάμος ἀνακειμένων. εἰσελθὼν δὲ ὁ βασιλεὺς θεάσασθαι τοὺς ἀνακειμένους εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα γάμου, καὶ λέγει αὐτῷ· ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; ὁ δὲ ἐφιμώθη. τότε εἶπεν ὁ βασιλεὺς τοῖς διακόνοις· δήσαντες αὐτοῦ πόδας καὶ χεῖρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ (ΠΡΩΗΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ): ΕΧΟΥΜΕ ΕΝΔΥΜΑ ΓΑΜΟΥ;
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΑΜΩΝΟΣ κ. ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ (ΠΡΩΗΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΓΑΡΔΙΚΙΟΥ): ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (2007)
ΟΙ ΕΚΛΕΚΤΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: ΟΜΙΛΙΑ ΜΑ' ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΠΟΥ ΚΑΛΕΙ ΣΤΟΥΣ ΓΑΜΟΥΣ ΤΟΥ ΥΙΟΥ
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ
«ΕΙΔΕΝ ΕΚΕΙ ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΟΥΚ ΕΝΔΕΔΥΜΕΝΟΝ ΕΝΔΥΜΑ ΓΑΜΟΥ»
ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΣΤΗΝ Ι. Μ. ΑΓΙΩΝ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΣΤΙΝΗΣ, ΦΥΛΗ ΑΤΤΙΚΗΣ (2023)
«ΛΑΜΠΡΥΝΟΝ ΜΟΥ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΚΑΙ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟ ΑΙΣΘΗΤΟΝ»
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΒΟΙΩΤΙΑΣ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ: ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (2023)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: «ΘΕΙΑ ΔΙΚΗ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ - «ΕΤΑΙΡΕ, ΠΩΣ ΕΙΣΗΛΘΕΣ ΩΔΕ ΜΗ ΕΧΩΝ ΕΝΔΥΜΑ ΓΑΜΟΥ; Ο ΔΕ ΕΦΙΜΩΘΗ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ: «ΕΙΠΑΤΕ ΤΟΙΣ ΚΕΚΛΗΜΕΝΟΙΣ' ΙΔΟΥ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ ΜΟΥ ΗΤΟΙΜΑΣΑ»
Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2023
ΕΧΟΥΜΕ ΕΝΔΥΜΑ ΓΑΜΟΥ;
Μητροπολίτης Λαρίσης και Πλαταμώνος κ. Κλήμης
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2022
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ: «ΕΙΠΑΤΕ ΤΟΙΣ ΚΕΚΛΗΜΕΝΟΙΣ' ΙΔΟΥ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ ΜΟΥ ΗΤΟΙΜΑΣΑ»
H σημερινή Εὐαγγελική παραβολή μᾶς δίνει ἀφορμή νά μιλήσουμε γιά τό μεγάλο Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καί τήν συμμετοχή τῶν πιστῶν στό Δεῖπνο τῆς Κοινωνίας, πού ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ὅλης θρησκευτικῆς ζωῆς τῶν Χριστιανῶν.
Μέ πολλή συντομία θά ἀναφερθοῦμε στό· «ποιά εἶναι τά χαρακτηριστικά τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας καί ποιές οἱ ὠφέλειες τῶν πιστῶν πού κοινωνοῦν προετοιμασμένοι». Κάθε φορά πού τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία αὐτή προσφέρεται:
α) «Εἰς ἀνάμνησιν» τοῦ λυτρωτικοῦ θανάτου καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος, ἀλλά καί γιά νά τόν δοξάζουμε καί νά τόν εὐχαριστοῦμε. β) «Ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν κεκοιμημένων ὀρθοδόξων Χριστιανῶν».γ) «Ὑπέρ ἐλέους, ὑγείας καί συγχωρήσεως ἡμῶν τῶν ζώντων».
Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι ἡ συνέχεια τῆς θυσίας τοῦ Γολγοθᾶ. Μέ αὐτήν ὁ Κύριος παραμένει πάντοτε μαζί μας. Ὄχι μόνο μέ τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου του, ἀλλά καί μέ τό Σῶμα του πού σταυρώθηκε γιά μᾶς. Ὅπως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἔτσι καί ἡ θεία Λειτουργία εἶναι:
α) Μία. Μέσα στούς αἰῶνες καί πάνω στίς ἅγιες Τράπεζες, ὅλων τῶν ὀρθοδόξων Ναῶν, προσφέρεται ἡ ἴδια Θυσία, ἡ ἴδια θεία Λειτουργία. Μπορεῖ νά ὑπάρχουν μικροδιαφορές στίς διάφορες Λειτουργίες, αὐτό ὅμως δέν ἔχει σημασία, γιατί ἡ οὐσία εἶναι μία. Βάση καί κέντρο ὅλων τῶν Λειτουργιῶν εἶναι, ἡ τέλεση τοῦ Μυστηρίου καί κατάληξη ἡ Κοινωνία τῶν πιστῶν.
Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν λειτουργική ἑνότητα. Σέ ὁποιαδήποτε χώρα κι ἄν βρεθοῦμε, σέ ὁποιαδήποτε ἐθνικότητα καί ἄν ἀνήκει ὁ Ἱερέας πού τελεῖ τήν θεία Λειτουργία, καί σέ ὁποιαδήποτε γλώσσα κι ἄν ἀπαγγέλλεται ἡ θεία Λειτουργία, ἐφ᾽ ὅσον τελεῖται Ὀρθόδοξα, εἶναι ἡ ἴδια καί μποροῦμε νά κοινωνήσουμε, γιατί εἶναι Ἕνας καί ὁ Αὐτός, ὁ προσφερόμενος Χριστός.
β) Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι Ἁγία, διότι κέντρο της εἶναι ὁ Ἅγιος Κύριος καί διότι ἁγιάζει τούς πιστούς πού κοινωνοῦν. Τίποτε τό βέβηλο, τίποτε τό γήϊνο δέν ἔχει θέση σ᾽ αὐτήν. Ἐπικρατεῖ ἀτμόσφαιρα ἁγιότητας. «Τά Ἅγια τοῖς ἁγίοις», εἶναι ἡ κατακλείδα.
γ) Ἡ λειτουργική θυσία εἶναι Καθολική. Εἶναι δηλαδή προσφορά ὅλων ὑπέρ ὅλων. «Ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας τῆς ἀπὸ περάτων ἕως περάτων τῆς οἰκουμένης». Προσφέρεται «κατὰ πάντα (χρόνον) καὶ διὰ πάντα (γιά ὅλα τά άγαθά)».
Εἶναι καθολική ἀκόμη, γιατί τελεῖται σέ ὅλες τίς γλῶσσες καί γιατί εἶναι προσφορά τοῦ Λυτρωτοῦ ὑπέρ ὅλου τοῦ κόσμου, ἀλλά καί ὑπέρ ὅλων τῶν ἀναγκῶν τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Εἶναι καθολική, διότι τροφοδοτεῖ καί ἐξυψώνει τόν ὅλο ἄνθρωπο, τήν διάνοια, τήν καρδιά, τήν θέληση, διότι ἑνώνει τό παρελθόν μέ τό μέλλον.
δ) Εἶναι Ἀποστολική. Ἡ οὐσία της παραμένει, ὅπως ἦταν καί στήν ἐποχή τῶν Ἀποστόλων. Ὅ,τι πρόσθεσαν οἱ αἰῶνες, δέν ἀλλοίωσε ἀλλά πλούτισε τόν ἀρχικό της θησαυρό. Σκοπός γιά τόν ὁποῖο τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία εἶναι ἡ κοινωνία, ἡ μετάληψη τῶν πιστῶν.
Τό ἰδανικό θά ἦταν νά κοινωνοῦν ὅλοι οἱ ἐκκλησιαζόμενοι σέ κάθε θεία Λειτουργία, ὅπως σχεδόν συνέβαινε στούς πρώτους αἰῶνες. Ἡ ἀραίωση τῆς συμμετοχῆς τῶν πιστῶν στήν θεία Κοινωνία ὀφείλεται σέ ἄγνοια, σέ κατάσταση ἁμαρτωλότητας καί ἐνοχῆς καί σέ ἔλλειψη πίστεως.
Πάντως καί στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά γίνει μιά προσπάθεια ἀπό ὅλους γιά συχνότερη θεία Κοινωνία, μετά βέβαια ἀπό ὁδηγίες καί τήν ἄδεια τοῦ πνευματικοῦ. Γιά τήν προετοιμασία πού πρέπει νά προηγεῖται μᾶς ὁμιλεῖ ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ ἴδια ἡ θεία Λεiτουργία. «Δοκιμαζέτω ἄνθρωπος ἑαυτὸν καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω». (Α΄ Κορ. ια´, 28).
Πῶς θά πλησιάσουμε τόν Θεό, ἄν δέν ἔχουμε πλησιάσει τόν πλησίον, ἄν δέν εἴμαστε μέ ὅλους συμφιλιωμένοι; Πῶς θά ἀναμείξουμε τήν κακοσμία τῶν παθῶν μας μέ τό οὐράνιο μύρο τῆς ἱερῆς Θυσίας; Γι' αὐτό πρέπει νά προηγηθεῖ ἡ Ἐξομολόγηση.
Δέν ἀρκεῖ νά εἴμαστε μόνο νεκροί ὡς πρός τήν ἁμαρτία. Πρέπει νά εἴμαστε καί «ζῶντες» γιά τόν Χριστόν. Ἡ ψυχή μας πρέπει νά εἶναι «ζῶσα θυσία» μέσα σέ σταυρωμένο σῶμα. Σύμφωνα μέ τίς εὐχές τῆς θείας Λειτουργίας πρέπει νά προσφέρουμε τήν θυσία αὐτή «ἐν ὅλῃ καρδίᾳ», «μετὰ φόβου, πίστεως καὶ ἀγάπης», «μετὰ καθαροῦ συνειδότος», «ἀνενόχως καὶ ἀκατακρίτως», «πᾶσαν νῦν βιωτικὴν μέριμναν ἀποθέμενοι».
Καί μαζί μέ τήν ψυχική προετοιμασία καί διάθεση πρέπει νά προετοιμάζεται καί τό σῶμα. Ἐκτός ἀπό τήν καθιερωμένη νηστεία καί τήν ἐνδεδειγμένη καθαριότητα πρέπει νά ἀποφεύγουμε καί τούς ἐξωτερικούς θορύβους καί τά σπρωξίματα. «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου» πρό τῆς θείας Κοινωνίας.Πρέπει νά πλησιάζουμε μέ τάξη, μέ σιωπή καί εὐλάβεια, μέ κατάνυξη καί συντριβή.
Τό βῆμα μας, τό βλέμμα μας, οἱ κινήσεις μας, ἡ περιβολή μας, ὅλα πρέπει νά εἶναι σεμνά καί ἱεροπρεπῆ ἀντάξια πρός τήν ἐπισημότητα τῆς στιγμῆς. Πρέπει νά ἀνοίγουμε καλά τό στόμα, νά κρατᾶμε καλά τό μάκτρο κάτω ἀπό τό σαγόνι καί ἀφοῦ λάβουμε τόν θεῖο Μαργαρίτη, νά σφογγίσουμε τά χείλη κάνοντας τόν σταυρό μᾶς, καί νά ἐπιστρέψουμε σιωπηλοί καί γαλήνιοι εὐχαριστώντας τόν Θεό. Τήν παραμονή νά διαβάζουμε τήν ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως καί ἀφοῦ κοινωνήσουμε τήν ἀκολουθία τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἄν ἔτσι κοινωνοῦμε, ἔχουμε πολύ νά ὠφεληθοῦμε.
α) Ἡ θεία Κοινωνία καθαρίζει τήν συνείδησή μας ἀπό τά νεκρά ἔργα. (Ἑβρ. θ´, 14) Κατά τήν γνωστή φράση κοινωνούμε «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον». Ἀνοίγει τόν δρόμο τῆς αἰωνίου ζωῆς, «φάρμακον ἀθανασίας» τήν ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι Χριστιανοί, «ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου» ὁ Μέγας Βασίλειος. Γι᾽ αὐτούς ὅμως πού κοινωνοῦν «ἀφόβως καὶ ἀναξίως» γίνεται «πῦρ καταναλίσκον», φωτιά πού κατακαίει, καί εἶναι προτιμότερο νά μήν κοι- νωνοῦν.
β) Μᾶς παρέχει τίς δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δυναμώνει τήν πίστη, ἐνισχύει τήν ἐλπίδα, πλαταίνει τήν ἀγάπη. Μᾶς δίδει δύναμη γιά τήν καθημερινή ζωή. Φωτίζει τόν νοῦ μας, δυναμώνει τήν θέληση, ἁγιάζει τό συναίσθημα. Λαμβάνουμε νέες θεϊκές δυνάμεις. Ἡ ψυχή μας παίρνει τήν πρώτη ὀμορφιά της καί ἀναπτύσσεται ἡ πνευματική ζωή πού ἄρχισε μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα.
γ) Ἰδιαίτερα σέ στιγμές καί περιόδους πειρασμῶν καί θλίψεων, σέ διάφορες ἀσθένειες καί δοκιμασίες ἡ θεία Κοινωνία κατά τόν Ἰωάννη Δαμασκηνό ἀποδεικνύεται «φυλακτήρτον ψυχῆς καὶ σώματος». Ἡ θεία Κοινωνία δυνάμωνε τούς Μάρτυρες τῶν πρώτων αἰώνων καί τούς ἥρωες τῆς πίστεως καί τῆς ἀρετῆς. Μέ τήν θεία Κοινωνία ὁ ἀσθενής ἔρχεται πρός τόν ἰατρό, ὁ πεινασμένος καί διψασμένος πρός τήν πηγή τῆς ζωῆς, ὁ δέσμιος πρός τόν ἐλευθερωτή, ὁ γυμνός καί παγωμένος πρός τήν πηγή τῆς θερμότητας. Αὐτή προφυλάσσει τούς πιστούς ἀπό τά βέλη τῆς ἁμαρτίας.
δ) Ἡ κυριώτερη ὅμως καί ἀνεκτίμητη ὠφέλεια εἶναι ὅτι ὁ τιποτένιος ἄνθρωπος ἑνώνεται μέ τόν παντοδύναμο καί ἀναμάρτητο Θεό. Γινόμαστε «θεοφόροι», «σύσσωμοι Χριστοῦ» κατά τόν Ἰωάννη Δαμασκηνό. «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ». (Ἰωάν. στ´, 56)
ε) Ἑνούμεθα καί μεταξύ μας οἱ πιστοί. «Εἷς ἄρτος, ἐν σῶμα οἱ πολλοὶ ἐσμεν» (Α' Κορ. ι, 17). Ἔτσι στερεώνεται ἡ ἑνότητα τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας καί πραγ- ματοποιεῖται τό μυστικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τόν πόθο νά ἀποκτήσουν δύναμη κι ὅλοι ἀγωνίζονται γιά τήν τροφή, πού εἶναι εἶδος πρώτης ἀνάγκης, καί ὅλοι ἐπιθυμοῦν νά ἔχουν θησαυρούς.
Ὑπάρχει ὅμως κάτι πού εἶναι συγχρόνως καί δύναμη καί τροφή καί θησαυρός. Εἶναι ἡ θεία Κοινωνία. Αὐτή προσφέρεται δωρεάν καί ἔχει καί μιά τετάρτη διάσταση, τήν αἰωνιότητα. Προέρχεται ἀπό τήν αἰωνιότητα καί ὁδηγεῖ ἐπίσης στήν αἰωνιότητα.
Εὐτυχεῖς εἶναι οἱ πιστοί πού ζοῦν μέ τόν πόθο τῆς θείας Κοινωνίας καί παραμερίζουν κάθε ἐμπόδιο γιά νά παρευρεθοῦν στό «ἄριστο», στό συμπόσιο πού ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός γιά τούς προσκεκλημένους προκειμένου νά λάβουν τόν «ἄρτον τῆς ζωῆς». (Ἰωάν. στ´, 35). *Εκ του ιστολογίου <<Νεομαρτύρων Τριάς Αγίων>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ - «ΕΤΑΙΡΕ, ΠΩΣ ΕΙΣΗΛΘΕΣ ΩΔΕ ΜΗ ΕΧΩΝ ΕΝΔΥΜΑ ΓΑΜΟΥ; Ο ΔΕ ΕΦΙΜΩΘΗ»
Ευαγγέλιο: Ματθ. κβ΄ 2-14
«Εταίρε, πώς εισήλθες ώδε μη έχων ένδυμα γάμου; ο δε εφιμώθη»(Ματθ. κβ΄12)
Η σημερινή παραβολή των βασιλικών γάμων παρουσιάζει κοινά σημεία με την παραβολή των κακών γεωργών που ακούσαμε στο ευαγγέλιο της περασμένης Κυριακής. Και στις δυο παραβολές παρουσιάζονται, από τη μια η διαχρονική αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο με την πρόσκληση για σωτηρία και από την άλλη η αρνητική στάση των καλεσμένων και επιπρόσθετα, η θανάτωση των απεσταλμένων του.
Όμως, παρά την αρνητική, αλλά και εχθρική συμπεριφορά των καλεσμένων, το σχέδιο του Θεού δεν ματαιώνεται, αλλά συνεχίζεται με νέους καλεσμένους, οι δε πρώτοι όχι μόνο ελέγχονται αλλά και τιμωρούνται.
Πέρα από τα κοινά σημεία η σημερινή παραβολή έχει και κάτι το ιδιαίτερο. Ο βασιλιάς –Θεός, βρίσκεται σε προσωπική επαφή με τους καλεσμένους και γνωρίζει αν οι καλεσμένοι έχουν εκτιμήσει την αξία της πρόσκλησης, όσο και του προσώπου που τους έχει προσκαλέσει και έχουν παρουσιαστεί με το κατάλληλο ένδυμα, δηλαδή με τα έργα της αρετής.
Η πρόσκληση, λοιπόν, για είσοδο στη βασιλεία των ουρανών, δεν αρκεί από μόνη της. Έστω κι αν υπάρχει και θετική ανταπόκριση. Γιατί, το να γίνουμε άξιοι αυτής της βασιλείας θα πρέπει να ανταποκριθούμε και σε ορισμένες υποχρεώσεις. «Αφού αποφασίσατε να υπακούετε στο Θεό, τονίζει ο Απόστολος Πέτρος, μην αφήνετε να ρυθμίζουν τη ζωή σας οι επιθυμίες, που είχατε πριν τον γνωρίσετε.
Αντίθετα, όλη σας η συμπεριφορά να είναι άγια, όπως άγιος είναι και ο Θεός που σας κάλεσε. Γιατί το λέει η Γραφή: να γίνετε άγιοι γιατί εγώ είμαι άγιος» (Α΄ Πετρ. Α΄ 14-16). Αλλά και ο ίδιος ο Ιησούς μας προτρέπει: «Να γίνετε, λοιπόν, κι εσείς τέλειοι, όπως τέλειος είναι και ο Πατέρας σας ο Ουράνιος (Ματθ. ε΄ 48).
Πρότυπο της τελειότητας και της αγιότητας είναι ο Θεός. Όμως δεν είναι αρκετό να αναγνωρίζουμε και να ομολογούμε πως ο Θεός είναι τέλειος και Άγιος. Μέσα από την προτροπή «Άγιοι γενέσθε» της Γραφής και «έσεσθε ουν υμείς τέλειοι»του Ιησού, συνειδητοποιούμε ότι η τελειότητα και αγιότητα δεν είναι κάτι που επιτυγχάνεται εύκολα αλλά ούτε και σε μια μόνο στιγμή. Για να γίνουν αυτά όσο το δυνατόν κατορθωτά, χρειάζεται καθημερινός αγώνας ως την τελευταία στιγμή της ζωής.
Το «ένδυμα γάμου» της παραβολής επιβεβαιώνεται μέσα από τα έργα της πίστεως, της αγάπης και της δικαιοσύνης. Αυτοί είναι οι καρποί της νέας ζωής, της Χριστιανικής ζωής. Αυτά τα έργα, είναι έργα φωτός, για να ξεχωρίσουν από τα έργα του σκότους και μέσα από τα οποία θα δοξάζεται το όνομα του Θεού.
Είπε ο Κύριος «Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς». (Ματθ. ελ 16). Δηλαδή, έτσι να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας.
Η ζωή είναι δώρο του Θεού σε όλους τους ανθρώπους, άρα και σε μας. Αυτή τη ζωή θα πρέπει να την αφιερώσουμε στην υπηρεσία του Θεού και του ανθρώπου. Μας λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ο Θεός, αδελφοί, μας έδειξε το έλεος Του. Σας παρακαλώ, λοιπόν, να του προσφέρετε όλον τον εαυτό σας θυσία ζωντανή, άγια, ευπρόσδεκτη στο Θεό. Αυτή είναι η πραγματικότητα πνευματική λατρεία μας.
Μην προσαρμόζεστε στη νοοτροπία αυτού του κόσμου αλλά να μεταμορφώνεστε συνεχώς προς το καλό, αποκτώντας το νέο φρόνημα του πιστού. Έτσι θα μπορείτε να διακρίνετε ποιο είναι το θέλημα του Θεού, το καλό κα αρεστό στο Θεό και τέλειο… Η αγάπη σας να είναι ειλικρινής. Να αποστρέφεστε το κακό και να ακολουθείτε το καλό. Να δείχνετε με στοργή την αγάπη σας για τους άλλους πιστούς…
Η ελπίδα να σας δίνει χαρά. Να έχετε υπομονή στις δοκιμασίες. Να επιμένετε στην προσευχή… Να προσεύχεστε για το καλό των διωκτών σας, να ζητάτε την ευλογία του Θεού γι’ αυτούς και όχι να τους καταριέστε. Να μετέχετε στη χαρά όσων χαίρονται και στη λύπη όσων λυπούνται. Να έχετε ομόνοια μεταξύ σας… μην αφήνεις να σε νικήσει το κακό, αλλά να νικάς το κακό με το αγαθό» (Ρωμ. Ιβ΄1-21).
Ο Απόστολος Παύλος, μέσα από τα πιο πάνω δεν εκφράζει μόνο την αναγκαιότητα να θέσουμε, σαν Χριστιανοί, τη ζωή μας στην υπηρεσία του Θεού. Παράλληλα μας αποκαλύπτει το λόγο γι’ αυτή την αναγκαιότητα καθώς και πρακτικούς τρόπους μέσα από τους οποίους θα επιτύχουμε αυτό το σκοπό.
Αφού ο Θεός «μας έδειξε το έλεος του», εμείς εκφράζοντας το δικό μας ευχαριστώ στο Θεό διακρίνοντας μέσα από τις πράξεις μας το πραγματικό θέλημα του Θεού. Όμως πέρα από τη λατρεία προς Αυτόν, το θέλημα Του υλοποιείται μέσα από το συνάνθρωπο.
Μάλιστα αν μπορέσουμε να αγαπήσουμε το συνάνθρωπο, γνωστό ή άγνωστο, φίλο ή εχθρό και να νικήσουμε το κακό μέσα από το καλό, τότε πραγματικά μπορούμε να ισχυριστούμε ότι αγαπούμε το Θεό κα άρα να αποκτήσουμε το κατάλληλο «ένδυμα» γάμου.
Με τον τρόπο αυτό ο Θεός θα μας κατατάξει στην κατηγορία των «εκλεκτών» καλεσμένων και επιτρέποντας όχι μόνο την είσοδο, αλλά και την παραμονή στο δείπνο της βασιλείας Του.
Η πρόσκληση για συμμετοχή στο δείπνο των βασιλικών γάμων ή το δείπνο της βασιλείας Του Θεού επαναλαμβάνεται από τότε μέχρι σήμερα και θα συνεχίσει να επαναλαμβάνεται εις τους αιώνας ως την ώρα που θα πραγματοποιηθεί αυτό το δείπνο. Ο Θεός από συγκατάβαση και αγάπη καλεί τον άνθρωπο να γίνει κοινωνός τις δικής του χαράς.
Προσφέρει τη χάρη και αφήνει στον άνθρωπο, δηλαδή και στον κάθε ένα από εμάς να κάνουμε την επιλογή. Με την αποδοχή της πρόσκλησης σημαίνει ότι αφαιρούμε την στολή της αμαρτίας και ντυνόμαστε «την στολήν την πρώτην» (Λουκ. ιε΄22) κατά την παραβολή του ασώτου. Αυτή η στολή θα πρέπει να στολιστεί και με τα καλά έργα για να καταστεί επάξια «ενδυμασία γάμου» για να μπορέσουμε να δούμε πρόσωπο με πρόσωπο τον αιώνιο βασιλιά την ώρα της κρίσης και της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου.
Αδελφοί μου, ο Θεός μας αξίωσε να ανήκουμε στους «κλητούς», δηλαδή τους καλεσμένους. Όμως έχουμε συνειδητοποιήσει αυτή την τιμή; Αν ναι, τότε ας το επιβεβαιώσουμε μέσα από την πίστη και τα ενάρετα έργα. Αυτά θα αποτελούν και τον στολισμό της ψυχής. Ας ευχαριστήσουμε το Θεό που μας έχει κατατάξει μεταξύ των «κλητών».
Ας τον παρακαλέσουμε να μας αξιώνει να δίνουμε σταθερά θετική απάντηση στην πρόσκλησή Του και παράλληλα να προσφέρουμε μετάνοια και έργα αρετής αντάξια του ενδύματος του βασιλικού γάμου. Αμήν. *Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Θεόδωρος Αντωνιάδης
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ: «ΘΕΙΑ ΔΙΚΗ»
Ποιά δίκη; Ἡ σημερινή καταδίκη. Ἡ δίκη καί καταδίκη τῶν προσκεκλημένων τῆς παραβολῆς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ βασιλιάς τῆς παραβολῆς τούς κάλεσε στούς γάμους τοῦ υἱοῦ του. Ἦταν ὑψίστη γι’ αὐτούς ἡ τιμή, μεγίστη ἡ εὐτυχία.
Καί ἔπρεπε νά σπεύσουν∙ νά ἑτοιμασθοῦν καί νά σπεύσουν∙ λαμπροφορεμένοι νά σπεύσουν∙ νά σπεύσουν στούς γάμους καί νά χαροῦν, νά εὐφρανθοῦν, νά φάγουν, νά χορεύσουν. Καί αὐτοί ὅμως ἔκαναν τό πᾶν, γιά νά ἀποφύγουν∙ νά ἀποφύγουν καί νά κακουργήσουν.
Ἄλλοι ἀμέλησαν, λέγει ή παραβολή. Ἄλλοι τράβηξαν στίς δουλειές τους. Καί κάποιοι —τί φοβερό! — ἔπιασαν τούς ἀπεσταλμένους του βασιλιά καί τούς κατέσφαξαν. Τί νά κάνει καί ὁ βασιλιάς; Ἀμετανόητοι ἔμειναν, καί τούς τιμώρησε.
«Ἀκούσας», λέγει ή παραβολή, « ὁ βασιλεὺς ἐκεῖνος ὠργίσθη, καὶ πέμψας τὰ στρατεύματα αὐτοῦ ἀπώλεσε τοὺς φονεῖς ἐκείνους καὶ τὴν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε». Φόνευσε αύτούς, καί κατέκαψε τήν πόλη τους. Σκληρή καταδίκη. Ἀλλά ὅπως τούς ἄξιζε.
Καί τόν ἄλλον ὅμως πού πήγε ἀτημέλητος, χωρίς ἔνδυμα γάμου καί αὐτόν τόν κατεδίκασε. «Εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον» τόν ἔριξε καί αὐτόν. Ἐπαναλαμβάνουμε. Δίκαιη καταδίκη. Θεία δίκη. Καί ποιοί περνοῦν ἀπό τήν δίκη αὐτή; Ποιοί ὑφίστανται τήν φοβερή καταδίκη;
1. Οἱ ἄθεοι καί ἀρνητές τῆς πίστεως Καί δέν εἶναι λίγοι αὐτοί. Εἶναι πολλοί∙ πλῆθος μέγα καί δυσμέτρητο ἀπίστων καί ἀθέων. Προσφέρει καί σ’ αὐτούς τήν ἀλήθεια του ὁ Θεός, καλεῖ καί τούτους στήν Ἐπουράνιο Βασιλεία του.
Πλάσματά του δέν εἶναι καί αὐτοί; Τούς συμπαθεῖ καί αὐτούς καί τούς ἀγαπᾶ καί τούς καλεῖ τώρα στήν ἁγία του Ἐκκλησία, ὅπου ἡ ἀλήθεια, ἡ ἁγιότητα καί ἡ πίστη, κι ἔπειτα στήν αἰώνια βασιλεία, ὅπου ἡ ἀτελεύτητη δόξα καί χαρά.
Τούς καλεῖ, τούς φέρνει περιστάσεις νά μετανοήσουν, τούς δημιουργεῖ εὐκαιρίες νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια καί νά πιστεύσουν∙ τούς γνωρίζει μέ ἀνθρώπους πιστούς, μέ κήρυκες τοῦ θείου λόγου, γιά νά βροῦν καθοδήγηση, νά ἀκούσουν ἀπό τό στόμα τους τήν δική Του ἐξόχως τιμητική πρόσκληση: «δεῦτε εἰς τοὺς γάμους». Ἕτοιμα τά πάντα, ἕτοιμοι καί οἱ γάμοι.
Ἐλᾶτε λοιπόν. Ἐλᾶτε νά μετανοήσετε, ἀλλάζοντας τρόπο ζωῆς. Ἐλᾶτε νά πιστεύσετε. Ἐλᾶτε νά χαρεῖτε μέσα στό φῶς τῆς θείας ἀλήθειας. Πόσοι δέν ἀκούουν τό κήρυγμα αὐτο ἤ τό διαβάζουν στά χριστιανικά ἔντυπα καί βιβλία; Δυστυχῶς ὅμως ἀρνοῦνται νά πιστεύσουν καί νά σωθοῦν. Βαπτίσθηκαν κάποτε, καί κόβουν ἔπειτα τόν δεσμόν τους μέ τήν Ἐκκλησία. Κυριεύονται ἀπό τήν ὕλη καί τήν σάρκα.
Παραδίδονται στήν λατρεία τοῦ μαμμωνᾶ. Καί καταντοῦν ἄπιστοι ὑλιστές καί σαρκολάτρες, καταντοῦν ἀρνητές. Δέν θέλουμε τόν Θεό, λέγουν, δέν τόν ἔχουμε ἀνάγκη! Βαπτισθήκαμε Χριστιανοί, ἀλλά δέν ἐχουμε καιρό γιά ἐκκλησία καί κοινωνία καί προσευχή. Ἄλλωστε δέν τά πιστεύουμε αὐτά καί γι’ αὐτό δέν τά ἄκολουθοϋμε. Αὐτοί εἶναι οἱ πρώτοι. Οἱ ἄθεοι κι ἀδιάφοροι στήν κλήση τοῦ Θεοῦ.
2. Οἱ ἐχθροί καί διώκτες Χειρότεροι ἀπό τούς πρώτους αὐτοι. Λαμβάνουν καί αὐτοί τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ἐκεῖνοι. Ἀκούουν καί αὐτοί ἀπό τό στόμα τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Θεοῦ τό «δεῦτε εἰς τοὺς γάμους». Ἀλλά θρασύτεροι τῶν πρώτων προχωροῦν ἀπό τήν ἀπιστία στήν ἀσέβεια καί ἀπό τήν ἄρνηση στήν κακουργία.
Φαῦλοι στόν βίο καί παράνομοι, ἀκόλαστοι καί πονηροί στήν διάθεση καί τήν καρδιά, μυκτηρίζουν τήν κλήση, ἐμπαίζουν τά θεῖα, καταπατοῦν τά ὅσια, τά ἱερά. Μόνον αὐτά; Αὐτοί ψεύδονται ἀναιδῶς κατά τῶν κηρύκων τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτοί διαβάλλουν, διώκουν, συκοφαντοῦν.
Αὐτοι ὁπλισμένοι μέ ἄσβεστο πάθος καί μέ μίσος ἄσπονδο κατά τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἁγίας του Ἐκκλησίας, διώκουν ὕπουλα, καταγγέλλουν μέ ἐμπάθεια, στιγματίζουν μέ δόλο, ἐκτοπίζουν καί φυλακίζουν καί κάνουν τό πᾶν γιά νά ἐξοντώσουν κάθε τίμιο καί πιστό Χριστιανό πού τούς ὑπενθυμίζει τήν κλήση καί ἀποστολή τους, κάθε διδάσκαλο τῆς Ἐκκλησίας πού τούς ἐλέγχει τόν ἄνομο βίο καί τούς καλεῖ ἐν ὀνόματι τοῦ ἁγίου Θεοῦ σέ μετάνοια καί ἅγιο βίο καί σωτηρία.
Τά ἔκαναν τότε οἱ ἀπιστοῦντες Ἰουδαῖοι φυλακίζοντας καί θανατώνοντας καί σταυρώνοντας προφήτες καί ἀποστόλους. Συνέχισαν ἔπειτα οἱ διῶκτες τοῦ Χριστιανισμοῦ σύροντας σέ φυλακές καί ὅλων τῶν εἰδῶν τά μαρτύρια τούς ὁμολογητές τῆς πίστεως καί κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου. Συνεχίζουν σήμερα ὅλοι οἱ ἄνομοι καί πονηροί πού κατέχουν δύναμη καί ἐξουσία καί ἰσχύ.
Τί νά τούς κάνει αὐτούς ὁ Θεός; Καθώς είναι σκληροκάρδιοι, μένουν ἀμετανόητοι. Νά τούς πάρει στήν Βασιλεία Του; Ἀνάξιοι εἶναι. Ἀνάξιοι τῆς Βασιλείας καί ἄξιοι κολάσεως αἰώνιου. Ἐκεῖ θά καταλήξουν.
3. Οἱ πιστοί τῶν ἐξωτερικῶν τύπων καί τῆς θεωρίας Ἄλλη κατηγορία αὐτοί. Πιστεύουν, ἀλλά δέν μετανοοῦν, δέν ἀλλάζουν βίο, δέν διορθώνονται. Ἐκκλησιάζονται, ἀλλά δέν μεταβάλλονται. Κοινωνοῦν, χωρίς ὅμως νά ἐξομολογηθοῦν. Νηστεύουν. Ἀλλά καί κλέβουν. Βοηθοῦν, ἀλλά καί ἀδικοῦν. Μελετοῦν τήν Γραφή. Δέν συγκινοῦνται ὅμως ἀπό αὐτή. Διαβάζουν βιβλία θεολογικά ἀλλά ἡ ζωή τους παραμένει ἄγευστη θείας χάριτος. Γνωρίζουν τοῦ Θεοῦ τίς ἐντολές. Δέν ἐκτελοῦν ὅμως τίποτε ἀπό αὐτές.
Εἶναι οἱ Χριστιανοί τῆς θεωρίας, ὄχι τῆς ἐργασίας. Οἱ ἄνθρωποι τῶν λόγων, ὄχι τῶν ἔργων. Τυπολάτρες καί ὄχι Χριστολάτρες. Ἀκοῦν καί δέν ἐφαρμόζουν. Μένουν κατ’ οὐσίαν ξένοι πρός τόν Χριστό, ξένοι πρός τήν Ἐκκλησία, ξένοι πρός τήν θεία Χάρη, ἀμετανόητοι, ἀδιόρθωτοι, ἄκαταρτιστοι, χωρίς ἀγάπη, χωρίς ἀρετή, χωρίς ἁγιότητα, χωρίς πράξεις καί ἔργα χριστιανικῆς ζωῆς.
Ἔτσι ζοῦν καί ἔτσι ἀποθνήσκουν. Ζοῦν χωρίς ἀρετή καί ἀποθνήσκουν χωρίς ἔνδυμα γάμου. Τούς τό προσέφερε σ’ ὅλη τους τήν ζωή ὁ Θεός καί αὐτοί ἀρνοῦνταν νά τό δεχθοῦν. Φεύγουν, λοιπόν, γυμνοί, ἔρημοι ἀπό ἀρετή, ἐλεεινοί. Πῶς νά εἰσέλθουν στήν αἴθουσα τῶν γάμων; Γι’ αὐτό καί ἐπετίμησε ὁ βασιλιάς τῆς παραβολῆς αὐτόν πού δέν εἶχε τό ἔνδυμα τοῦ γάμου. Τόν ἤλεγξε καί τόν ἔριξε «εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον». Τί τρομερή καταδίκη!
Χριστιανοί, νά φοβηθοῦμε τήν θείαν δίκη, καί οὔτε ἄπιστοι, οὔτε ἐχθροί, οὔτε ἁπλῶς τῶν τύπων Χριστιανοί νά καταντήσουμε. Ἀλλά πιστοί∙ πιστοί καί θερμοί∙ πιστοί καί στόν Χριστόν μας τελείως ἀφοσιωμένοι. Τοῦτο θά μᾶς σώσει καί θά μᾶς ὁδηγήσει στούς βασιλικούς γάμους τῆς οὐρανίου Βασιλείας. *Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
Ορθόδοξο Περιοδικό <<Ο ΣΩΤΗΡ>>
«ΛΑΜΠΡΥΝΟΝ ΜΟΥ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΚΑΙ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟ ΑΙΣΘΗΤΟΝ»
Η αρχή του νέου εκκλησιαστικού έτους σηματοδοτείται από κάποιους μεγάλους σκοπούς. Η Εκκλησία στην αρχή της Ινδίκτου βοηθεί τους πιστούς να μεταποιήσουν τον χρόνο εις «καιρόν ευπρόσδεκτον, εις ημέραν σωτηρίας».
Η σωτηρία που προσφέρει ο Χριστός απεικονίζεται στην παραβολική εικόνα των βασιλικών γάμων που ο Θεός – Πατέρας πραγματοποίησε για το «Μονογενή Υιόν και Λόγον του Θεού». Οι γάμοι εκφράζουν την σταυρική θυσία του Κυρίου, η οποία απετέλεσε πηγή σωτηρίας για τον άνθρωπο.
Να σημειώσουμε ότι η εικόνα των βασιλικών γάμων είναι προσφιλής και διασώζεται και σε άλλη παρόμοια παραβολή από τη γραφίδα του ευαγγελιστή Λουκά.
Το νέο στοιχείο που παρεισφρέει στη διήγηση του ευαγγελιστή Ματθαίου είναι ότι ο βασιλιάς μπαίνει μέσα στην αίθουσα του συμποσίου, παρατηρεί κάποιον που δεν φέρει ένδυμα γάμου και στο τέλος τον τιμωρεί και μάλιστα αυστηρά. Αυτή ακριβώς η τρομερή σκηνή προκαλεί σίγουρα ένα προβληματισμό.
Το βαθύτερο νόημα
Ο βασιλιάς της παραβολής εικονίζει τον Θεό – Πατέρα που «εποίησε γάμους τω υιώ αυτού». Πρόκειται για τον Ιησού Χριστό και τη μυστική συνάφειά του με την Εκκλησία. Στους μυστικούς γάμους της παραβολής είναι προσκεκλημένοι όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι.
Πρόκειται για μια άκρως τιμητική πρόσκληση που αποκαλύπτει την αξία του προσώπου ως εικόνας του Θεού. Ο κάθε άνθρωπος, το κάθε πρόσωπο ξεχωριστά, καλείται σε μια σχέση κοινωνίας και αγάπης με τον Χριστό. Η αληθινή ύπαρξη αναδύεται από τη στιγμή που ο άνθρωπος με τη θέλησή του ανταποκρίνεται στην πρόσκληση κοινωνίας και σχέσης με τον Χριστό.
Όλοι οι κληθέντες λόγω της αμαρτίας απώλεσαν την «πρώτη στολή», δηλαδή με την πτώση έχασαν την αφθαρσία και παραδόθηκαν στο θάνατο. Ο οικοδεσπότης, λοιπόν, προσφέρει το απαραίτητο «ένδυμα» και μάλιστα ως δώρο για να του φτιάξει πάλι την αρχοντική εικόνα του.
Πρόκειται για τη λαμπρή στολή του Χριστού, που ο άνθρωπος ενδύεται στο μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος για να ακολουθήσει μια νέα πορεία. Είναι η χάρη που προσφέρει ο Θεός σε όλους τους ανθρώπους.
Η άρνηση και οι συνέπειες
Ένας όμως από τους καλεσμένους αρνήθηκε και περιφρόνησε το ένδυμα του οικοδεσπότη. Ο εγωισμός του δεν τον άφησε να νιώσει την ανάγκη να το παραλάβει. Η απαράδεκτη αυτή εγωκεντρική συμπεριφορά του, να εμφανίζεται «χωρίς ένδυμα γάμου» τον οδήγησε στην αυτοτιμωρία και στην αυτοαπομόνωση.
Άφησε ο ίδιος τον εαυτό του εκτός της κοινωνίας αγάπης. Η απομόνωση αυτή εκφράζεται με την εικόνα του δεσίματος των χεριών και των ποδιών και την εκβολή του στο εξώτερο σκότος. Σύμβολο και εικόνα της απόλυτης μοναξιάς.
Είναι πράγματι φοβερό να αφήνει ο άνθρωπος τον εαυτό του να αυτοτιμωρείται με τον εγωισμό του και να εκπίπτει στο σκοτάδι της αφόρητης μοναξιάς. Συμπίπτει η εικόνα αυτή με την πατερική ερμηνεία για την εικόνα της κολάσεως, ως κατάστασης μακράν της κοινωνίας με τον Θεό και παράδοσης στην οδύνη της μοναξιάς και της ακοινωνησίας.
«ΕΙΔΕΝ ΕΚΕΙ ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΟΥΚ ΕΝΔΕΔΥΜΕΝΟΝ ΕΝΔΥΜΑ ΓΑΜΟΥ»
Η σημερινή περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου μάς αφηγείται μία παραβολή του Χριστού, την οποία ασφαλώς έχουμε ακούσει πολλές φορές. Μάς λέει ότι η Βασιλεία του Θεού μοιάζει με βασιλέα, ο οποίος έκανε τους γάμους του γιου του και προσκάλεσε πολλούς, οι οποίοι ωστόσο αμέλησαν και αδιαφόρησαν.
Κάποιοι μάλιστα έδεσαν και σκότωσαν τους αγγελιοφόρους, και για τον λόγο αυτό ο βασιλιάς εκείνος έστειλε στρατό και τούς κατέστρεψε μαζί με την πόλη τους. Έστειλε πάλι τους υπηρέτες του και κάλεσε στους γάμους όλους όσους βρήκαν στους δρόμους και στις πλατείες, πονηρούς και αγαθούς, και γέμισε το τραπέζι.
Όταν μπήκε ο βασιλιάς, είδε κάποιον άνθρωπο που δεν φορούσε ένδυμα γάμου και τον ρώτησε «φίλε, πώς ήλθες έτσι ντυμένος;». Εκείνος αποστομώθηκε. Τότε ο βασιλιάς διέταξε τους διακόνους του και έδεσαν τον άνθρωπο εκείνο και τον έβγαλαν έξω, στο σκοτάδι που κάνει τα δόντια να τρίζουν.
Η παραβολή κλείνει με τη φράση «διότι πολλοί μεν είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί». Συνήθως, όταν ακούμε ετούτη την παραβολή, νομίζουμε ότι η περίπτωση του μη έχοντος ένδυμα γάμου δεν αφορά σε εμάς, επειδή είμαστε πιστοί χριστιανοί, βαπτισμένοι στο όνομα της Αγίας Τριάδος, και αγωνιζόμαστε να ζούμε καταπώς λέει το Ευαγγέλιο.
Η πεποίθηση αυτή αποτελεί πλάνη του πονηρού, και μοιάζει με τη στάση του Φαρισαίου που πήγε να προσευχηθεί στο ναό, απαριθμώντας τις αρετές του. Δεν αρκεί ότι κληθήκαμε από τον Κύριο, δεν αρκεί ότι αποδεχθήκαμε την κλήση και με το βάπτισμα συνταχθήκαμε με τον Χριστό, γιατί ανά πάσα στιγμή κινδυνεύουμε να διαρρήξουμε το λευκό χιτώνα του βαπτίσματος, θέτοντας έτσι τον εαυτό μας στην κατάσταση του αναπολόγητου καλεσμένου.
Μάς κάλεσε όλους ο Θεός, δίκαιους και πονηρούς, να αποθέσουμε κάθε κακία και αμαρτία και να ενδυθούμε το ένδυμα του γάμου, όχι για να επιστρέψουμε σε αυτή. Γι αυτό και ο απόστολος Παύλος θα πει: «παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς ἐγὼ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ, ἀξίως περιπατῆσαι τῆς κλήσεως ἧς ἐκλήθητε, μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης καὶ πρᾳότητος, μετὰ μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (Ἐφεσ. Δ΄ 1-3).
Χρειάζεται δηλαδή να έχουμε ταπεινοφροσύνη, πραότητα, μακροθυμία, αγάπη, και ενότητα μεταξύ μας. Ας προσέξουμε, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όσοι έχουμε λάβει το όνομα της πίστεως και αξιωθήκαμε να ονομαζόμαστε λαός του Χριστού, ώστε να μη αθετήσουμε την κλήση μας μήτε να καταλερώσουμε την πίστη μας με άτοπα έργα.
Δεν αρκεί μόνο να λέγεται ότι κάποιος είναι πιστός, αλλά ας κάνουμε έμπρακτα φανερή την πίστη μας. Aς θυμηθούμε την αποταγή και την σύνταξη που συνέβη κατά το Βάπτισμα. Αποκηρύξαμε τον διάβολο, και τους αγγέλους αυτού, και όλη τη λατρεία αυτού.
Ας τηρήσουμε την απόταξη κι ας μη επιστρέψουμε σαν τον σκύλο στον ίδιο του τον εμετό. Έργα του διαβόλου είναι μοιχείες, πορνείες, ακαθαρσίες, φθόνοι, έριδες, φιλονικίες, υποκρισίες, κουτσομπολιά, ειρωνείες, θυμοί, μνησικακίες, κατακρίσεις, βλασφημίες, επικλήσεις «πνευμάτων», φλυαρίες. Και τα σημάδια της απιστίας είναι ασπλαγχνία, προσκόλληση, αντιπάθειες, φιληδονίες, τσιγκουνιές, καλλωπισμοί, μέθες.
Και η πομπή του διαβόλου είναι οι υπερηφάνειες, κενοδοξίες, εγωισμός, έπαρση, τύφλωση, επίδειξη, καλλωπισμός του σώματος. Αφού απαρνηθούμε την κοινωνία με όλα αυτά, ας ζηλέψουμε τις αντίθετες από αυτά αρετές όπως έχουμε συνταχθεί με τον Χριστό:
αγνεία, σωφροσύνη, πτωχεία, υπομονή, ειρήνη, αγάπη, συμπάθεια, ελεημοσύνη, αυτά στα οποία κατοικούν οι ευφραινόμενοι [1]. Αν τηρούμε τα παραπάνω, τότε θα είμαστε όχι απλά κλητοί αλλά και εκλεκτοί, δηλαδή καλλωπισμένοι με το ένδυμα των αρετών, το οποίο μάς καθιστά ευπρόσδεκτους στο δείπνο της Βασιλείας των Ουρανών.
Ας προσέξουμε μάλιστα και το εξής: το δείπνο αυτό δεν αναφέρεται μόνο στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού· είναι η Θεία Ευχαριστία, στην οποία καλούμαστε όλοι να συμμετέχουμε αξίως.
Το εξηγεί αυτό ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος λέει ότι η ερώτηση του Βασιλιά απευθύνεται τώρα προς όλους εμάς, που στεκόμαστε ενώπιον του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας με αναισχυντία και ιταμότητα, χωρίς δηλαδή να μεταλαμβάνουμε το σώμα και το αίμα του Χριστού.
Εάν κάποιος προσκληθεί σε συνεστίαση και νίψει τα χέρια του και καθίσει αλλά μετά δεν συμμετέχει, δεν υβρίζει εκείνον που τον κάλεσε; Ομοίως και εσύ, ήλθες, έψαλλες τους ύμνους, δεν αναχώρησες μαζί με τους μετανοούντες και δεν μετέχεις της τραπέζης; - Είμαι ανάξιος, θα πεις.
Γι αυτό σάς παρακαλώ όχι να μη προσέρχεσθε στη Θεία Λειτουργία αλλά να καταστήσετε τον εαυτό σας άξιο και της προσελεύσεως και της Θείας Μεταλήψεως. Μάς κάλεσε στους ουρανούς και στην τράπεζα του βασιλέως του μεγάλου και θαυμαστού, και εμείς δεν θα σπεύσουμε ούτε θα επιμεληθούμε τον εαυτό μας; τότε ποια ελπίδα σωτηρίας έχουμε; Ας μη επικαλούμαστε ασθένεια ή την ανθρώπινη φύση μας, γιατί αναξίους μάς καθιστά μόνο η ραθυμία. Αυτά για εμάς έχουν ειπωθεί.
Ο δε Κύριος, ο οποίος δίνει το πνεύμα της κατανύξεως, ας δώσει κατάνυξη και συναίσθηση στις καρδιές μας, ώστε να παρευρισκόμαστε μετά παρρησίας και ακατακρίτως ενώπιόν του και να αξιωθούμε της επουρανίου Βασιλείας [2]. Αμήν. π. Χ.Β. *Εκ του ιστολογίου <<Απλά και Ορθόδοξα>>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.
[1] Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Λόγος εις την ξηρανθείσαν συκήν, PG 96.585.
[2] Βλ. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ερμηνεία εις την προς Εφεσίους επιστολήν, PG 62.29 εξ.
[2] Βλ. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ερμηνεία εις την προς Εφεσίους επιστολήν, PG 62.29 εξ.
Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022
ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΚΟ ΚΑΙ ΟΡΘΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ - Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ (2022)
Ιερά Μονή Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλής Αττικής
Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗ: ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ (2007)
Ομιλία του νυν Επισκόπου Γαρδικίου κ. Κλήμεντος
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων ΧριστιανώνΟΙ ΕΚΛΕΚΤΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Κυριακή ιδ΄ Ματθαίου (Ματθαίου κβ΄ 2-14)
Στό Εὐαγγέλιο πού θά ἀκούσουμε τήν προσεχή Κυριακή ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός κάνει ἕναν διαχωρισμό. Δηλαδή ὅτι οἱ κλητοί εἶναι πολλοί, ἀλλά οἱ ἐκλεκτοί εἶναι λίγοι, τονίζει ἀπό τό ἕνα μέρος τήν ἀφειδώλευτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού καλεῖ πολλούς καί ἀπό τό ἄλλο τήν προσωπική εὐθύνη ἐκείνων πού δέν ἀνταποκρίνονται πρός τήν κλήση μέ ἀποτέλεσμα νά εἶναι λίγοι οἱ ἐκλεκτοί.
Αὐτή ἡ δυσαναλογία ἀνάμεσα στούς κλητούς καί στούς ἐκλεκτούς φαίνεται νά εἶναι κανόνας ἀπαράβατος στήν ζωή μας. Κλητός εἶναι ἐκεῖνος πού παίρνει πρόσκληση γιά νά μετάσχει σέ κάποια ἐκδήλωση. Στήν πνευματική ζωή ἡ πρόσκληση εἶναι γιά συμμετοχή στό ἔργο τῆς σωτηρίας, γιά λύτρωση καί αἰωνιότητα.
Τήν πρόσκληση αὐτή ἀπευθύνει ὁ Θεός σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γιατί ὁ Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. β΄ 4). Ἀλλά ἡ συμμετοχή σέ ὁποιαδήποτε εὐκαιρία δέν ἐξαρτᾶται μόνον ἀπό ἐκεῖνον πού καλεῖ.
Κατά ἕνα μεγάλο ποσοστό ἐξαρτᾶται καί ἀπό ἐκεῖνον πού προσκαλεῖται. Ἄν αὐτός δέν θελήσει νά συμμετάσχει ἡ πρόσκληση πού ἔχει στα χέρια του ἀχρηστεύεται. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τήν οὐράνια πρόσκληση τοῦ Θεοῦ. Θά μποροῦσε ἀσφαλῶς ὁ Θεός χωρίς νά μᾶς ἐρωτᾶ νά μᾶς σώζει.
Δέν τό κάνει ὅμως, γιατί εἴμαστε λογικά ὄντα μέ θέληση καί δύναμη, μέ ἐλευθερία καί εὐθύνη. Μᾶς καλεῖ, λοιπόν, σέ συνεργασία γιά τήν καταξίωση τοῦ εἶναι μας, γιά νά λυτρωθοῦμε ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά ἡ ἀνταπόκρισή μας εἶναι συνήθως ἀντιστρόφως ἀνάλογη πρός τήν πολλαπλότητα τῆς κλήσεως. Ἔτσι οἱ μέν κλητοί εἶναι πολλοί, ἀλλά οἱ ἐκλεκτοί ἐλάχιστοι. Γιατί ἄραγε;
Ἄν θά θέλαμε νά ἐπισημάνουμε τούς λόγους πού μᾶς ὁδηγοῦν τίς περισσότερες φορές στήν ἀπόρριψη τῆς θεϊκῆς προσκλήσεως, νομίζω πώς θά ἔπρεπε νά τονίσουμε βασικά τρία σημεῖα, γιατί αὐτά εἶναι ἐκεῖνα πού συνιστοῦν τούς πιό συχνούς παράγοντες πού εἶναι ὑπεύθυνοι γιά τόν μικρό ἀριθμό τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ.
Καί πρῶτα πρῶτα πρέπει νά ποῦμε πώς ἡ προσήλωση τοῦ ἀνθρώπου στίς βιοτικές μέριμνες καί στίς ὑλιστικές ἀσχολίες εἶναι ἕνας ἀπό τούς πιό βασικούς παράγοντες αὐτοῦ τοῦ εἴδους. Αὐτοί πού κλήθηκαν ἀπό τόν οὐράνιο βασιλέα στούς γάμους τοῦ διαδόχου, ὅπως μᾶς λέγει τό Εὐαγγέλιο προβάλλουν γιά δικαιολογία τῆς ἀπουσίας τους κοινές, καθημερινές ἀσχολίες. Ὁ ἕνας πῆγε στόν ἀγρό του, ὁ ἄλλος στό μαγαζί του.
Ἔτσι δέν βρῆκαν καιρό γιά νά πᾶνε στό γάμο. Τό ἴδιο γίνεται καί σήμερα. Ὅπως ἔχει ἐξελιχθεῖ ἡ ζωή μας μέ τίς ἀπαιτήσεις της, μέ τόν ρυθμό της καί μέ τήν ἐξαλλωσύνη της ἀποροφᾶ κάθε ἰκμάδα τοῦ ἀνθρώπου στήν ἐξασφάλιση τῶν ἀγαθῶν τῆς συντηρήσεως. Σήμερα ὁ ἄνθρωπος ἔχει δοθεῖ μέ τά μούτρα στήν δουλειά.
Ἡ ἐργασία ἔχει γίνει γι αὐτόν δουλεία, ἄγχος πραγματικό πού τόν διαφεντεύει καί δέν ἀφήνει περιθώρια γιά ἄλλες πνευματικές ἀσχολίες, πού δέν ἀποτιμῶνται σέ χρήμα. Τόν σημερινό ἄνθρωπο συγκινεῖ κάθε τί πού ἀποδίδει κέρδος ὑλικό. Τά πνευματικά δέν τόν συγκινοῦν γιατί δέν βλέπει χειροπιαστό τό κέρδος τους.
Ἔτσι στρέφοντας ὄχι ἁπλῶς τό βλέμμα του, ἀλλά ὅλα του τά ἐνδιαφέροντα πρός τήν ὕλη, περιφρονεῖ τήν παρουσία τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν δίπλα του καί ἀπορρίπτει τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ. Τό δεύτερο σημεῖο εἶναι οἱ βαριές συνέπειες πού συνεπάγεται ἡ ἀποδοχή τῆς προσκλήσεως. Τό νά πεῖ κανείς πώς δέχεται τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ σημαίνει πώς πρέπει νά ἀρχίσει νά ἀγωνίζεται πνευματικά.
Ἀγώνας δέ πνευματικός σημαίνει καθημερινή προσπάθεια μέ ἱδρώτα καί αἷμα γιά τήν κατάκτηση τῶν πνευματικῶν στόχων, ὅπως εἶναι ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἐγώ, ἡ ἀπαγκίστρωση ἀπό τά πλοκάμια τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν, ἡ ἀπελευθεύρωση ἀπό τήν δουλεία τοῦ σατανᾶ, ὁ ἀποχωρισμός ἀπό ἕξεις καταστρεπτικές, ἡ θεμελίωση νέας ζωῆς ἀπηλλαγμένης μικροτήτων, ἡ ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς.
Ὅλα αὐτά ἀπαιτοῦν κόπους πολλούς. Καί οἱ ἄνθρωποι σήμερα δέν ἀρέσκωνται στούς κόπους. Ἀποφεύγουν τούς κόπους. Κυριαρχεῖ σέ ὅλα τά πεδία ὁ νόμος τῆς ἥσσονος προσπαθείας. Περισσότερα ὀφέλη μέ λιγώτερο κόπο. Ἔτσι ὁ δύσβατος δρόμος τῆς ἀρετῆς μένει γιά ἐλαχίστους νοσταλγούς τῆς τελειότητος.
Τό τρίτο σημεῖο εἶναι ὅτι πολλοί δέν ἔχουν τήν δύναμη νά ἐκτιμήσουν τήν ἀξία τῆς κλήσεως. Ὅταν σέ καλεῖ κάπου κάποιος ἄγνωστός σου, ὅταν δέν ξέρεις τί εἶναι ἐκεῖ πού σέ καλοῦν νά πᾶς, εἶναι φυσικό νά μήν ἔχεις ἐνδιαφέρον νά ἀποδεχθεῖς τήν πρόσκληση.
Τό ἴδιο συμβαίνει καί ἐδῶ. Πολλοί ἄνθρωποι δέν ξέρουν ποιός τούς καλεῖ καί γιά ποιό πράγμα τούς καλεῖ. Ἀπορροφημένοι ἀπό τά γήϊνα, δέν ἔδωσαν ποτέ σημασία στά οὐράνια καί πνευματικά.
Γι αὐτούς ἡ ἐξωκόσμια καί μεταθανάτια πραγματικότητα δέν ὑπάρχει. Ἔχουν ἀτονίσει μέσα τους οἱ δέκτες τῶν ὑπερκοσμίων μηνυμάτων. Ἔτσι μένουν στά χαμηλά, δέν νιώθουν τήν ἀνάγκη τοῦ ὕψους. Ἀπό τήν κατηγορία τῶν κλητῶν εἶναι ἀνάγκη νά μεταπηδήσουμε στήν κατηγορία τῶν ἐκλεκτῶν. Θά τό ἐπιτύχουμε ἄν προσέξουμε τά τρία σημεῖα πού θίξαμε.
Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ: ΟΜΙΛΙΑ ΜΑ' ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΠΟΥ ΚΑΛΕΙ ΣΤΟΥΣ ΓΑΜΟΥΣ ΤΟΥ ΥΙΟΥ
Δίδεται και απάντηση προς εκείνους που λένε, γιατί ο Θεός κάλεσε εκείνους που καθόλου δεν υπάκουσαν, ή δεν υπάκουσαν με έργα, και γιατί έπλασε εκείνους που θα τιμωρηθούν.
1. Της παραβολής που αναγινώσκεται σήμερα στο Ευαγγέλιο του Κυρίου (Ματθ. κβ’, 2-14), θα πω στην αγάπη σας, το τελευταίο πρώτο, ότι δηλαδή πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί. Αυτό εξ άλλου ο Κύριος το δείχνει σε κάθε παραβολή, ώστε εμείς να φροντίσουμε να μην είμαστε απλώς από τους καλεσμένους, αλλά από τους εκλεκτούς.
Διότι εκείνος που δεν είναι από τους εκλεκτούς, αλλά μόνο από τους καλεσμένους, όχι μόνο ξεπέφτει από το άδυτο φως, αλλά βγαίνει έξω και από το εξώτερο φως. Και θα δεθεί χειροπόδαρα, στα πόδια γιατί δεν έτρεξαν προς τον Θεό, και τα χέρια γιατί δεν εργάστηκαν τα έργα του Θεού, και παραδίδεται στον κλαυθμό και το τρίξιμο των δοντιών.
2. Ίσως θα απορούσε κανείς πρώτα, πώς ο Κύριος είπε πολλούς τους καλεσμένους και δεν είπε όλους τους ανθρώπους. Διότι αν δεν προσκλήθηκαν όλοι δεν θα είναι δίκαιο να εκπέσουν από τα αγαθά που υποσχέθηκε ο Κύριος, ούτε θα είναι δίκαιο να δοκιμάσουν τις απειλές των βασάνων. Ίσως θα υπάκουαν αν είχαν προσκληθεί. Όμως αυτό είναι εύλογο, ότι δηλαδή δεν αποδοκιμάσθηκαν δίκαια, αν δεν προσκλήθηκαν, δεν είναι όμως αληθινό εκείνο, το ότι δεν προσκλήθηκαν όλοι.
Καθώς ο Κύριος υψωνόταν προς τον ουρανό μετά την Ανάσταση από τους νεκρούς, είπε στους μαθητές Του, «πηγαίνοντας σ’ ολόκληρο τον κόσμο να διακηρύξετε το Ευαγγέλιο σε όλη την κτίση» (Μάρκ. ιστ’, 15), και «κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη βαπτίζοντάς τους στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και διδάξτε τους να τηρούν όλες τις εντολές που σας έδωσα» (Ματθ. κη’, 19 – 20).
Και το ότι αυτή την παραγγελία την πραγματοποίησαν οι μαθητές, είναι αρκετό να το παρουσιάσει ο μέγας Παύλος, που είπε: «Μήπως, λέει, δεν άκουσαν το: Σ’ όλη τη γη αντήχησε η φωνή τους, και στα πέρατα της οικουμένης τα λόγια τους» (Ρωμ. ι, 18), δηλαδή των Αποστόλων. Ώστε προσκλήθηκαν όλοι και δικαίως όσοι δεν προσήλθαν στην πίστη, θα τιμωρηθούν. Πώς λοιπόν ο Κύριος δεν είπε ότι όλοι είναι καλεσμένοι, αλλά είπε πολλοί;
Αυτό συνέβη διότι μιλούσε για όσους προσήλθαν, γι’ αυτό και το έθεσε ύστερα, μετά την παραβολή. Διότι, αν κάποιος που προσκλήθηκε, υπακούσει στην πρόσκληση, και βαπτιστεί και ονομασθεί με το όνομα του Χριστού, Χριστιανός, αλλά δεν ζήσει άξια προς την πρόσκληση, και δεν τηρήσει τις υποσχέσεις που έδωσε όταν βαπτιζόταν, ζώντας κατά Χριστόν, αυτός είναι καλεσμένος, όχι όμως εκλεκτός.
3. Αλλά και αυτό απορούν μερικοί, και μάλλον και κατηγορούν, αυτοί που είναι γη και πηλός, τον υπερουράνιο Θεό, οι χθεσινοί τον προαιώνιο. Λένε δηλαδή, γιατί ο Θεός κάλεσε εκείνους, αφού γνώριζε πως δεν θα υπάκουαν καθόλου, ή δεν θα υπάκουαν ούτε με έργα; Και γενικά, γιατί κατασκεύασε αυτούς που πρόκειται να τιμωρηθούν, και μάλιστα αφού το προγνώριζε;
Και κατηγορούν χωρίς να ακούνε ούτε εκείνο, ότι, «όσο απέχει ο ουρανός από τη γη, τόσο απέχουν οι σκέψεις μου από τις σκέψεις σας, λέει ο Κύριος» (Ησ. νε’, 9), αλλά ζητούν τον λόγο και ελέγχουν Εκείνον που δεν είναι δυνατόν να γίνει κατανοητός. Εμείς πόσο διαφέρουμε από τα μυρμήγκια; Δεν έχουμε από τα ίδια υλικά αυτό το φύραμά μας, δηλαδή το σώμα; Δεν τρεφόμαστε από τα ίδια; Δεν ζούμε στους ίδιους τόπους;
Δεν χρησιμοποιούμε σχεδόν τις ίδιες δυνάμεις; Σε μερικές μάλιστα από αυτές, υπερέχουν από εμάς τα μυρμήγκια, διότι πιο εύκολα προβλέπουν τα χρήσιμα γι’ αυτά, πιο εύκολα προγνωρίζουν τα επιτήδεια και είναι πιο πρόθυμα για τη συγκομιδή όλου του έτους. Αλλά υπερέχουμε κι’ εμείς από αυτά στο λογικό και στην ψυχή μας; Ποια είναι όμως αυτή η υπεροχή, όταν συγκρίνεται προς την υπεροχή του Θεού απέναντί μας;
4. Αν λοιπόν συγκεντρωνόταν όλα τα μυρμήγκια της οικουμένης και δεν θα μπορούσαν ποτέ να γνωρίσουν ούτε το παραμικρότερο έργο ή νόημα από τα δικά μας γιατί υπερέχουμε από αυτά σε όλα, πώς εμείς θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε τα έργα και τον νου τού Θεού, ο Οποίος υπερέχει από εμάς απείρως άπειρες φορές και να στοχασθούμε με ακρίβεια την ακολουθία των γεγονότων χωρίς την πίστη;
Γιατί, όπως ακριβώς ο μεγάλος φωστήρας στον ουρανό, ο ήλιος, δεν θα μπορούσε να κάνει ημέρα, εάν η λαμπρότητά του δεν ξεπερνούσε την όψη μας, έτσι, ούτε ο δημιουργός της φύσεώς μας Θεός, δεν θα μπορούσε να μας χορηγήσει τη σωτηρία, αν ήταν καταληπτός από εμάς και αν δεν είχε σοφία και αγαθότητα που υπερβαίνει τη διάνοιά μας.
5. Όμως, αυτοί πού κατηγορούν τον Θεό, για το πώς κάλεσε αυτούς που δεν επρόκειτο να υπακούσουν με έργα, πώς δεν θα Τον θεωρούσαν αίτιο αυτής της απώλειάς τους, αν δεν τους καλούσε; Γι’ αυτό λοιπόν τους κάλεσε, για να μην μπορεί κανείς να πει ότι Αυτός είναι αιτία της τιμωρίας τους. Και γιατί γενικά κατασκεύασε αυτούς που επρόκειτο να τιμωρηθούν;
Τους κατασκεύασε όχι για να τους τιμωρήσει, αλλά για να τους σώσει, κι’ αυτό είναι φανερό απ’ την πρόσκληση. Διότι, αν ήθελε να τιμωρήσει κάποιον, δεν θα τους καλούσε όλους για σωτηρία. Και αν Εκείνος από την αγαθότητά Του με δημιούργησε και με κάλεσε σε σωτηρία, και εγώ φάνηκα κακός, έπρεπε η κακία μου, και μάλιστα που δεν ήταν παρούσα ακόμη, να νικήσει και να εμποδίσει την αγαθότητα του Θεού που υπάρχει πάντοτε;
Αυτό ποια λογική μπορεί να έχει; Και όποιος δεν λέει αυτό, αλλά απλά κατηγορεί τον Θεό, αυτό ισχυρίζεται κατ’ ευθείαν, ότι δεν έπρεπε να δημιουργηθεί κάποια λογική φύση. Διότι ανάγκη θα υπήρχε του λογικού, αν δεν ήταν προαιρετικό και αυτεξούσιο; Και πώς θα μπορούσε κάποιος να είναι αυτεξούσιος και να έχει προαίρεση, όταν, αν θα το ήθελε, θα μπορούσε να είναι και κακός;
Και εάν κάποιος δεν μπορεί να είναι κακός, τότε δεν μπορεί να γίνει ούτε αγαθός. 6. Όποιος λοιπόν λέει, ότι όσοι πρόκειται να τιμωρηθούν, δεν έπρεπε να δημιουργηθούν από τον Θεό, ισχυρίζεται ότι δεν έπρεπε να δημιουργηθούν ούτε όσοι πρόκειται να σωθούν, ούτε επίσης καμμιά γενικά λογική και αυτεξούσια φύση.
Και εάν όλα τα άλλα δημιουργήθηκαν για χάρη της λογικής φύσης, αυτό ισχυρίζεται, ότι δεν έπρεπε ο Θεός να είναι δημιουργός. Βλέπετε πόση είναι η ουτοπία; Αλλά αφού δημιουργήθηκε από τον Θεό το λογικό και αυτεξούσιο γένος των ανθρώπων, με τη ροπή του αυτεξουσίου και τη διαφορετική κλίση του, άλλοι επρόκειτο να γίνουν κακοί και άλλοι πάλι αγαθοί, τι έπρεπε να πράξει ο πραγματικά αγαθός Θεός; Να μη φέρει στην ύπαρξη τους αγαθούς εξ αιτίας εκείνων που επρόκειτο να είναι κακοί;
Τι πιο άδικο θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί από αυτό; Διότι, εάν επρόκειτο και ένας μόνο να είναι ο αγαθός, ούτε τότε θα ήταν σωστό να παραιτηθεί ο Θεός από τη δημιουργία, διότι ο ένας που πράττει το θέλημα του Κυρίου είναι ανώτερος από μύριους παράνομους. Και τι θα πούμε και σ’ εκείνους που διαλέγουν και τον χρυσό από το χρυσοφόρο χώμα; Μήπως να συγκεντρώνουν και το άχρηστο χώμα γενικά μαζί με τα ψήγματα του χρυσού; Αλλά θα ακούσουμε ότι δεν θα μπορούσε να γίνει η εκλογή, ούτε θα υπήρχαν οι εκλεκτοί, αν δεν καλούνταν και οι μη εκλεκτοί. Και πώς θα καλούνταν, αν δεν είχαν δημιουργηθεί;
7. Μάλλον ας φέρουμε τον λόγο πιο κοντά, κι’ άς ρωτήσουμε τους ίδιους που κατηγορούν τον Θεό, ο Οποίος θέλει να σωθούν όλοι, για εκείνους που δεν θέλουν τη σωτηρία τους. Αφού είμαστε θνητοί, πρέπει αναγκαστικά να τρεφόμαστε. Επειδή λοιπόν από την τροφή ένα μέρος το συγκρατεί η φύση μας για τη συντήρησή της και το κρατά για τον εαυτό της, και το άλλο καθιστώντας το δυσώδες το αποβάλλει ως άχρηστο μέσω των σχετικών οργάνων, εσείς εξ αιτίας εκείνου που πρόκειται να μεταβληθεί σε κόπρο, θα απομακρύνετε τελείως την τροφή, ή θα δεχτείτε το σύνολο της τροφής για χάρη εκείνου που εκλέγεται και εξομοιώνεται και αφομοιώνεται με την πέψη, για συντήρηση της φύσεώς μας;
Ασφαλώς δεν χρειάζεται απάντηση, διότι δίνουμε απάντηση με το έργο, καθώς τρεφόμαστε καθημερινά και προσλαμβάνουμε για χάρη της κατάλληλης σ’ εμάς τροφής, και την ακατάλληλη στη φύση μας. Κι’ αυτό για ποιο λόγο το κάνουμε; Το κάνουμε για χάρη της έμφυτης αγάπης μας για τη ζωή. Έτσι λοιπόν και ο Θεός, λόγω της φυσικής χρηστότητος και αγαθότητός Του, δεν θα παρέλειπε εξαιτίας εκείνων που επρόκειτο να είναι με τη θέλησή τους κακοί, να φέρει στην ύπαρξη τους αγαθούς, αλλά εξαιτίας των αγαθών δημιούργησε κι’ αυτούς που επρόκειτο να είναι κακοί.
8. Δεν βλέπετε τους γιατρούς, που δεν επιτρέπουν να μένουν χωρίς τροφή οι άρρωστοι που έχουν ατονία του στομαχιού τους και δεν κρατούν την τροφή αλλά την κάνουν εμετό; Γιατί, λοιπόν, τους προτρέπουν να τρέφονται; Διότι ο ανθρώπινος οργανισμός κάτι συγκρατεί από την τροφή, έστω και λίγο, αν και το μεγαλύτερο μέρος των φαγητών αχρηστεύεται από τους εμετούς. Γι’ αυτό και η ιατρική δίκαια καλείται φιλάνθρωπη.
Ώστε και η φιλαγαθότητα και φιλανθρωπία του Θεού φανερώνεται μάλλον από αυτό. Ότι δηλαδή επειδή υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τη σωτηρία τους, λίγοι βέβαια όταν συγκριθούν με το πλήθος αυτών που δεν σώζονται, ο Θεός δημιούργησε ολόκληρο το γένος και επειδή υπάρχουν λίγοι άνθρωποι που πρόκειται να είναι εκλεκτοί, Αυτός από υπερβολική φιλανθρωπία τους κάλεσε όλους.
9. Διότι λέει «η Βασιλεία των ουρανών μοιάζει με έναν βασιλιά, που έκανε τον γάμο του γιου του. Έστειλε τους δούλους του να φωνάξουν τους καλεσμένους στον γάμο, εκείνοι όμως δεν ήθελαν να έλθουν» (Ματθ. κβ’, 22). Εδώ γάμο εννοεί την ένωση του Υιού του Θεού με την ανθρώπινη φύση, και μέσω αυτής της ενώσεως με την Εκκλησία. Έτσι και ο Παύλος, λέγοντας ότι το μυστήριο του γάμου είναι μέγα, πρόσθεσε, «εγώ σας λέω ότι αναφέρεται στη σχέση Χριστού και Εκκλησίας» (Εφ. ε’, 32).
Και αλλού πάλι μας λέει, «σας ένωσα με έναν άνδρα, τον Χριστό, για να σας παρουσιάσω σ’ Αυτόν σαν αγνή παρθένο» (Β’ Κορ. ια’, 2). Και γιατί δεν αναφέρει ότι ο Βασιλιάς των ουρανών, ο Ύψιστος Πατέρας, τέλεσε για τον Υιό Του ένα γάμο, αλλά λέει γάμους; Επειδή βέβαια ο Νυμφίος των καθαρών ψυχών, ο Χριστός, όταν ενώνεται μυστικά με κάθε μια ψυχή, επιτρέπει στον Πατέρα Του να παραθέτει γαμήλια χαρά γι’ αυτόν τον σκοπό.
Αυτός είναι πραγματικά που λέει, ότι «γίνεται χαρά στον ουρανό για τη μετάνοια ενός αμαρτωλού» (Λουκ. ιε’, 7), διότι καρπός του Αγίου Πνεύματος, που με τη μετάνοια συνδέει και ενώνει πάλι τους ζώντες που επιστρέφουν, με τον Χριστό, είναι η χαρά, σύμφωνα με όσα λέει ο Απόστολος Παύλος (Γαλ. ε’, 22) και περιβάλλει μαζί τους ένθεους που βρίσκονται στον ουρανό και επάνω στη γη. Γι’ αυτό γίνεται χαρά στον ουρανό για κάθε αμαρτωλό που μετανοεί.
10. Καθώς λοιπόν πραγματοποιείται ήδη η απερίγραπτη ένωση του Υιού του Θεού, ο Οποίος μας χάρισε τη μετάνοια, με την ανθρώπινη φύση, και εξ αιτίας αυτής της ενώσεως συγκροτείται από τον Θεό και Πατέρα μυστική χαρά στους ουρανούς, απεστάλησαν οι δούλοι του Θεού, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος του Κυρίου, ο Ζαχαρίας που τον σκότωσαν οι Ιουδαίοι μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου, ο Συμεών ο θεοδόχος, και γενικά όλοι, όσοι πριν από το σωτηριώδες Πάθος και την Ανάσταση ανάφεραν στο κήρυγμά τους ότι είχε πραγματοποιηθεί ήδη η έλευση του Κυρίου επάνω στη γη.
Αυτοί, λοιπόν, απεστάλησαν για να καλέσουν τους προσκεκλημένους, δηλαδή τους Ιουδαίους (διότι αυτοί είναι οι προσκεκλημένοι, αφού προσκλήθηκαν προηγουμένως με τους προφήτες, αλλά δεν θέλησαν να έλθουν, δηλαδή να πιστέψουν και να συμμετάσχουν στην απερίγραπτη κοινωνία και χάρη, αν και πολλές φορές και προηγουμένως και τώρα προσκλήθηκαν.
Λέει λοιπόν πάλι -αλήθεια, τι απερίγραπτη μακροθυμία!- απέστειλε άλλους δούλους που έλεγαν: «Έχει ετοιμασθεί το γεύμα, έχουν σφαγεί οι ταύροι και τα θρεφτάρια, και όλα είναι έτοιμα. Ελάτε στον γάμο» (Ματθ. κβ’, 4). Και αφού άκουσαν, άλλοι αμέλησαν και πήγαν στους αγρούς και σε εμπορικές δουλειές. Πόσο διαφέρουν από αυτούς σήμερα, όσοι προφασίζονται τρύγους και αμπέλια κι’ ανωμαλίες σε εμπόριο και απουσιάζουν από τις ιερές συνάξεις και δεν έχουν προθυμία να ακούνε την ιερή ψαλμωδία και διδασκαλία;
Και άλλα, λέει, αφού έπιασαν τους δούλους τους έβρισαν και τους σκότωσαν. Δεν διαφέρουν πολύ από αυτούς όσοι και τώρα δείχνουν απείθεια στους προϊσταμένους της Εκκλησίας και μερικές φορές επαναλαμβάνουν εναντίον τους αυτά που λένε οι εχθροί. Εμείς όμως ας βγάλουμε δωρεάν και γι’ αυτούς το σωτηριώδες γλεύκος από αυτήν την παραβολή.
11. Λέει «έχω ετοιμάσει το άριστο γεύμα, έχω σφάξει τους ταύρους και τα θρεφτάρια, και όλα είναι έτοιμα. Ελάτε στον γάμο» (Ματθ. κβ’, 4). Πραγματικά κατά την ενανθρώπηση του Κυρίου, πραγματοποιήθηκε το άριστο από τα έργα του Θεού. Διότι όλα όσα έγιναν πριν από την ενανθρώπηση από τον Θεό κατ’ οικονομίαν για χάρη μας ήταν καλά και αγαθά, που απέβλεπαν προς αυτόν τον σκοπό.
Όμως το άριστο από όλα, και μάλλον το μόνο πραγματικό και ασύγκριτο άριστο, είναι η ενανθρώπηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, και μάλιστα το τέλος αυτής, δηλαδή τα σωτηριώδη Πάθη και η Ανάσταση. Φαίνεται πως πραγματικά η πρόσκληση αυτή προς τους ανθρώπους να έγινε μετά την Ανάσταση του Κυρίου από τους νεκρούς, διότι τότε είχαν ετοιμασθεί τα απαραίτητα για τη σωτηρία μας:
Η τέλεια οικονομία του Υιού του Θεού με τη σάρκωση, η θεόπνευστη κατ’ αυτήν διδασκαλία, τα αποτελέσματα της θεανθρώπινης ενέργειας του Κυρίου, η μετάδοση του θεανθρωπίνου Σώματος, το μεγάλο και θείο και σωτηριώδες θαύμα, η τριήμερη Ανάσταση από τους νεκρούς, η αρχή της αιώνιας ζωής και της ένθεης ευφροσύνης κατ’ αυτήν. Οι ταύροι μου, λέει, και τα σιτευμένα μου έχουν σφαγεί.
Διότι τότε έχουν ενωθεί τα παλαιά με τα νέα. Τα νέα δηλώνονται με τη θυσία των σιτευμένων (διότι ο άρτος είναι που θυσιάζεται τώρα για χάρη μας στην Εκκλησία) και τα παλαιά δηλώνονται με τους ταύρους και μεταφέρονται προς το θειότερο με την καινούργια θυσία.
12. Εστάλησαν, λοιπόν, άλλοι δούλοι, οι Απόστολοι του Κυρίου, για να τα κηρύξουν αυτά και στους Ιουδαίους, ενώ ο Δεσπότης μακροθυμούσε ακόμη γι’ αυτούς. Αλλά όταν εκείνοι τους άκουσαν, άλλοι ούτε τους πρόσεξαν, γιατί ήταν προσηλωμένοι απόλυτα σε χωράφια και εμπόριο, σε γη και στα γήινα.
Άλλοι πάλι έπιασαν τους κήρυκες και άλλους τους έβρισαν και άλλους τους λιθοβόλησαν, και άλλους, όσο εξαρτιόταν από αυτούς, και τους έβρισαν και τους σκότωσαν. Λέει, λοιπόν, πως «θύμωσε ο βασιλιάς, έστειλε τον στρατό του και αφάνισε εκείνους τους φονιάδες και πυρπόλησε την πόλη τους» (Ματθ. κβ’, 7).
Επειδή όμως, ακόμη και μετά το Πάθος που ετοιμάσθηκε από αυτούς, μακροθυμούσε ο Κύριος, απέστειλε αυτούς που τους καλούσαν σε μετάνοια, επαγγέλλονταν αμνηστία και υπόσχονταν χορήγηση μεγάλων αγαθών, έδιναν γι’ αυτά εγγυήσεις και προκαταβολές και ασφαλείς βεβαιώσεις.
Εκείνοι όμως όχι μόνο δεν μετανόησαν και δεν έδωσαν προσοχή, αλλά και ανταπέδωσαν βρισιές και αυτούς που τους έφεραν αυτές τις καλές ειδήσεις τους αντάμειψαν με φόνους. Δίκαια μετά στέλνει εκείνους που θα τους αφανίσουν και θα πυρπολήσουν την πόλη τους. Και ποιος δεν γνωρίζει ότι αυτά έγιναν φανερά στην Ιερουσαλήμ, την οποία τώρα την ονόμασε πολύ σωστά και πόλη φονιάδων.
13. Και επειδή εκείνοι οι προσκεκλημένοι πολλές φορές και προηγουμένως και τώρα απέδειξαν τους εαυτούς τους όχι μόνο ανάξιους της προσκλήσεως, αλλά και άξιους θείας οργής και πανωλεθρίας, οι ίδιοι δούλοι, δηλαδή οι Απόστολοι του Κυρίου, με εντολή του Βασιλιά, βγήκαν στους δρόμους και μάζεψαν, λέει, όσους βρήκαν στους δρόμους, κακούς και καλούς και γέμισε η αίθουσα από συνδαιτυμόνες.
Αυτοί είναι όσοι προσκλήθηκαν από τα έθνη, διότι τότε μία πόλη του Θεού υπήρχε, η Ιερουσαλήμ, και ένας οίκος Του, του Ισραήλ, και όσοι ήταν έξω από αυτόν τον οίκο, που κάποτε ήταν οι εθνικοί, ήταν σαν πεταμένοι στους δρόμους που ήταν πολλοί και διάφοροι, διότι πολλά και διάφορα ήταν και τα δόγματά τους. Και ονομάζει κακούς και καλούς αυτούς που βρέθηκαν στους δρόμους και από εκεί περιμαζεύτηκαν, εξ αιτίας της διαφοράς της προαιρέσεώς τους, από την οποία άλλοι γίνονται εκλεκτοί, δείχνοντας τρόπο και βίο σύμφωνο με την πίστη, και άλλοι απομακρύνονται από τους εκλεκτούς, έχοντας ζήσει βίο αισχρό και πονηρό και αταίριαστο προς την πίστη.
14. Το δείχνει αυτό και με τη συνέχεια: «Μπήκε, λέει, μέσα κι’ ο βασιλιάς για να δει τους συνδαιτυμόνες», δηλαδή όσους από τους προσκεκλημένους ήλθαν. Η είσοδός του για να δει και ανακρίνει τους συνδαιτυμόνες είναι η παρουσία του Κυρίου κατά τον καιρό της μελλοντικής κρίσεως. Λέει «όταν μπήκε ο βασιλιάς… είδε κάποιον που δεν ήταν ντυμένος με τη γαμήλια φορεσιά» (Ματθ. κβ’, 11).
Ένδυμα του πνευματικού γάμου είναι η αρετή, την οποία όποιος δεν τη φόρεσε από εδώ, όχι μόνο θα βρεθεί ανάξιος του θείου εκείνου νυφικού θαλάμου, αλλά θα δοκιμάσει και απερίγραπτα δεσμά και μαστιγώματα. Και αν για κάθε ψυχή υπάρχει ως ένδυμα το ενωμένο μ’ αυτήν σώμα, όποιος δεν το φύλαξε και δεν το καθάρισε εδώ με εγκράτεια και αγνότητα και σωφροσύνη, θα το λάβει τότε άχρηστο και ανάξιο για εκείνον τον νυφικό θάλαμο, και αίτιο να βγει έξω από αυτήν. Λέει, αφού έλεγξε και καταντρόπιασε ο βασιλιάς εκείνον τον ντυμένον ανάξια προς την πρόσκληση, είπε προς τους υπηρέτες:
«δέστε του τα χέρια και τα πόδια και πάρτε τον», δηλαδή αφού τον περιβάλετε με αναπόφευκτα δεινά, απομακρύνετέ τον από την κατοικία και τη συναυλία των ευφραινομένων, «και βγάλτε τον έξω στο σκοτάδι. Εκεί θα κλαίει και θα τρίζει τα δόντια του» (Ματθ. κβ’, 13). Δίκαια λοιπόν, δένεται χειροπόδαρα αυτός που και από τα εδώ σκοινιά των αμαρτιών σφιγγόταν, και διώχνεται έξω στο σκοτάδι, οδηγούμενος μακρύτερα από τον Θεό, αφού εδώ δεν έπραξε έργα φωτός. Εκεί, λέει, θα κλαίει και θα τρίζει τα δόντια του. Διότι δεν είναι μόνο σκοτάδι, αλλά και άσβηστη φωτιά εκείνο το σκοτάδι. Και επί πλέον και γεμάτο με ακοίμητα σκουλήκια.
15. Είναι, λοιπόν, εκεί κλάμα και τρίξιμο των δοντιών από τις αφόρητες οδύνες που επιβάλλονται, οι οποίες εγγίζουν και την ψυχή και το σώμα, από τις ατέλειωτες θρηνητικές κραυγές, από την ατέλειωτη και ανώφελη εκεί μεταμέλεια. Και αφού είπε αυτά ο Κύριος πρόσθεσε: «Γιατί πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί» (Ματθ. κβ’, 14), δείχνοντας ότι δεν είναι ένας αυτός που θα αποκτήσει εκεί την πείρα εκείνων των δεινών, αλλά γενικά όποιος ντύνεται την όμοια από τα έργα φαυλότητα. Με αυτόν τον ένα ο Κύριος παρέστησε ποιοι είναι οι πονηροί από αυτούς που προσκλήθηκαν και προσήλθαν και βαπτίστηκαν και δεν μεταμελήθηκαν προς το καλύτερο, ούτε απέβαλαν με τη μετάνοια την ακαθαρσία από τις πονηρές ηδονές και τα πάθη.
16. Όμως εμείς, αδελφοί, ας ξεντυθούμε τον χιτώνα που είναι σκισμένος από τη μέθη και τον κορεσμό της κοιλίας και κηλιδωμένος από τη σάρκα και τη σχετική μ’ αυτήν ανεγκράτεια, κι’ ας ντυθούμε όπως λέει ο Ησαΐας ιμάτιο σωτηρίας (Ησ. ξα’, 10) και χιτώνα ευφροσύνης, που προέρχεται από την εγκράτεια και τη σωφροσύνη. Ας ξεντυθούμε τον παλαιό άνθρωπο που φθείρεται από τις απατηλές επιθυμίες και ας ντυθούμε τον νέο άνθρωπο που κτίσθηκε κατά τον Θεό με οσιότητα και δικαιοσύνη.
Ας ξεντυθούμε κάθε είδους ενδυμασία του βίου, που προέρχεται από αρπαγή και πλεονεξία, ως άσχημη και αξιοκατάκριτη μπροστά στα μάτια του Θεού, και ας ντυθούμε ως εκλεκτοί του Θεού, σπλάχνα όλο έλεος, ταπείνωση, μετριοφροσύνη, πραότητα. Και ας φροντίσουμε με κάθε τρόπο, σύμφωνα με την προτροπή του Αποστόλου Παύλου, να κάνουμε βεβαία την πρόσκληση και την εκλογή. Διότι κάνοντας έτσι δεν θα αστοχήσουμε να δεχτούμε τις υποσχέσεις των μελλοντικών αγαθών και να βρεθούμε μαζί με τους ευφραινομένους αιώνια.
17. Αυτή την από κοινού απόλαυση είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς, με τη χάρη και φιλανθρωπία του αιώνιου και ουράνιου Νυμφίου των ψυχών μας Χριστού, μαζί με τον Οποίον αρμόζει δοξολογία στον Πατέρα και στο Άγιο Πνεύμα, στους ατέλειωτους αιώνες. Αμήν.
(Πηγή: PG151, 513-524.
“ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ”,
ΚΑΛΥΒΗ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΙΕΡΑΣ ΣΚΗΤΗΣ ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ,
Μετάφραση: Γεώργιος Β. Μαυρομάτης)
Εκ του ιστολογίου: http://kirigmata.blogspot.com
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)