ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 12ο (2013 - 2025)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΓΕΛΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΓΓΕΛΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΦΕΓΓΕ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ




Κάποιος ιερεύς, σε μία αγρυπνία, και ενώ είχε αρχίσει την Προσκομιδή, 

δυσκολευόταν, τρόπον τινά, με μόνο το φως ενός κεριού να διαβάζει τα ονόματα.

 Ξαφνικά, διαπίστωσε ότι το φως του κεριού, πού ήταν παραπλεύρως, όλως 

περιέργως, έγένετο πιο δυνατό!

 Και τότε αναρωτήθηκε: 

-Πώς είναι δυνατόν; 

Πώς φέγγει περισσότερο τώρα το κερί; 

Κι όπως γύρισε το κεφάλι του, βλέπει να στέκεται μπροστά του στα τρία τέσσερα μέτρα 

με πολύ σεβασμό και ευλάβεια ένας Άγγελος.


Στην αρχή απολιθώθηκε, μαρμάρωσε στη θέση του και έκανε αρκετή ώρα να συνέλθη. Αλλά ή παρουσία του Αγγέλου, του γλύκανε την ψυχή κατά τέτοιον τρόπον, ώστε ή κατάνυξης μέσα του να αυξηθεί πολύ, να απόκτηση ή ψυχή του πολύ μεγάλη γλυκύτητα, μία, τρόπον τινά, ένωση με την παρουσία του αγίου Αγγέλου. Και παρόντος του αγίου Αγγέλου, τελείωσε την ιερά Πρόθεσι, είπε το «Ευλογημένη ή βασιλεία...» και άρχισε τη Θεία Λειτουργία. Ό Άγγελος ήταν πάντοτε παρών, μέχρι πού τελείωσε και την Κατάλυσι. 


Ό ιερεύς δεν μπορούσε να συγκράτηση την συγκίνηση του, την κατάνυξη και το δέος, πού τον είχε καταλάβει μπροστά σ' αυτήν την παρουσία, διότι ήταν ένα γεγονός, πού του συνέβαινε πρώτη φορά στη ζωή του. Άλλωστε, αυτά τα γεγονότα συμβαίνουν, δεν ξέρω! πιθανόν να κάνω λάθος, μια-δύο φορές στη ζωή ενός ευλαβούς και ταπεινού ιερέως. Ασφαλώς όμως θα υπάρχουν κι άλλοι άγιοι ευλαβέστατοι και χαριτωμένοι κληρικοί παντός βαθμού, πού έχουν θεϊκές αποκαλύψεις κάπως πιο συχνά! 


Ό Θεός γνωρίζει... Ό παππούλης, παρέμεινε στη θέση του. Δεν ξεντύθηκε, κάθισε σε μια καρέκλα μέσα στο ιερό Βήμα και συνεχώς έκλαιγε. Έκλαιγε και δεν μπορούσε να συνέλθη από την κατάνυξη, το δέος και την συντριβή πού ένιωθε. Έτσι παρέμεινε για ώρα πολλή απολαμβάνοντας με συγκίνηση και ταπείνωση όσα βίωσε στη Θεία Λειτουργία με την παρουσία του άγιου Αγγέλου. Ό διακριτικός και άγιος Γέροντας του με διαβεβαίωσε για την αλήθεια του γεγονότος. 



Από τότε ή πίστης του ιερέως αυτού έγινε βράχος ακλόνητος, αυτός δε με πολύ δέος

 στην καρδιά λειτουργούσε πλέον τα πανάχραντα Μυστήρια.



Εκ του Ιστολογίου ''Naypaktia News''

Τίτλος, επιμέλεια Αγιοκυπριανίτης


Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

ΑΓΓΕΛΟΝ ΕΙΡΗΝΗΣ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΑΙΤΗΣΩΜΕΘΑ




Διὰ τῆς ὡς ἄνω αἰτήσεως ζητοῦμεν ἀπὸ τὸν Κύριον τὸν ἄγρυπνον, τὸν ἀκοίμητον Φύλακα 

τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν.

Ἡ αἴτησις αὕτη εἶναι ἀπὸ τὰς πλέον θελκτικὰς καὶ κατανυκτικὰς τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἄγγελοι προστατεύουν ὑπὸ τὰς πτέρυγάς των τὰ ἁγνὰ παιδία, ἀλλὰ ἐπὶ τῶν ἰδίων πτερύγων 

φέρονται τὰ ὁράματα ἢ ἀναπαύονται αἱ καρδίαι καὶ τῶν μεγάλων.

Μᾶς ἐγκαταλείπει ὁ Φύλαξ Ἄγγελος; 

Εἶναι γεγονός,

ὅτι ὁ Φύλαξ Ἄγγελος οὐδέποτε παύει νὰ ἐνδιαφέρεται δι᾿ ἡμᾶς καὶ μᾶς προστατεύει,

ὡς τοῦτο ἐξάγεται ἀπὸ τὸ χωρίον Ματθ. ιη΄ 10:

«Ὁρᾶτε μὴ καταφρονήσητε ἑνὸς τῶν μικρῶν τούτων· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οἱ Ἄγγελοι

 αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διὰ παντὸς βλέπουσι τὸ πρόσωπον τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς».


λλ᾿ ἐπίσης εἶναι διδασκαλία σταθερὰ τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ὅτι οἱ Φύλακες ἡμῶν οὗτοι Ἄγγελοι, λόγῳ τοῦ ὅτι ἐκ πείρας γνωρίζουσι, πόσον μισητὴ εἶναι παρὰ τῷ Θεῷ πᾶσα παρακοὴ τοῦ θείου Νόμου, ἥτις ἔλαβε καὶ ἔνδικον μισθαποδοσίαν, τιμωρηθέντων τῶν ἀποστατησάντων ἀγγέλων, ὁσάκις βλέπουσιν ἡμᾶς ὀλιγωροῦντας διὰ τὴν σωτηρίαν μας, χάριν τῆς ὁποίας ἐθυσιάσθη αὐτὸς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός,πικραίνονται, λυποῦνται, θλίβονται ἐπὶ τούτῳ.


Μὴ δυνάμενοι δὲ νὰ βλέπωσι καὶ ἀντικρύζωσι τὴν τοιαύτην ἡμῶν ἀμέλειαν καὶ ἀκρασίαν, πρὸς καιρὸν ὥρας, πρὸς στιγμήν, ἀπομακρύνονται ἡμῶν ἢ ἐγκαταλείπουν ἡμᾶς. Τότε ὁ ἀντίδικος ἡμῶν διάβολος ἐπιπίπτει καθ᾿ ἡμῶν καὶ εὑρίσκων ἡμᾶς μόνους, ἀλλὰ καὶ ἐρήμους τῆς Θείας Χάριτος, κατακυριεύει τοῦ λογικοῦ μας καὶ καταδυναστεύει τοῦ σώματός μας καὶ οὕτω μᾶς περιάγει αἰχμαλώτους του ὅπου ἂν θέλῃ.


Τὴν ἕνεκα τῆς ὀλιγωρίας μας καὶ ἀμελείας ταύτης ἐγκατάλειψιν ἡμῶν ὑπὸ τοῦ Φύλακος Ἀγγέλου, ἔχουσα ὑπ᾿ ὄψει ἡ Μήτηρ ἡμῶν Ἐκκλησία, καὶ καλῶς γνωρίζουσα ὁποίους κινδύνους ἀποκινδυνεύομεν, ἄν ποτε διὰ τοὺς ἀνωτέρω λόγους εὑρεθῶμεν μόνοι καὶ ἄνευ τῶν Φυλάκων ἡμῶν, πλειστάκις τῆς ἡμέρας καὶ διὰ μέσου πολλῶν προσευχῶν τῶν ἡμερονυκτίων ἱερῶν Ἀκολουθιῶν δέεται καὶ παρακαλεῖ, ἵνα μὴ ἀποστῇ ἀφ᾿ ἡμῶν ἐφ᾿ οἱῳδήποτε λόγῳ ὁ Φύλαξ ἡμῶν Ἄγγελος.


Συμπέρασμα: Ναὶ μὲν κάθε ἄνθρωπος ἔχει παρὰ Θεοῦ τὸν ἰδιαίτερόν του Φύλακα Ἄγγελον, ἀλλ᾿ ὁ Φύλαξ οὗτος Ἄγγελος, ὁ ἐντεταλμένος τὴν φύλαξιν ἡμῶν, ὁσάκις βλέπει ἡμᾶς παραβαίνοντας τὸν θεῖον Νόμον καὶ πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου ἀσεβοῦντας, ἢ ἀπομακρύνεται ἀφ᾿ ἡμῶν ἢ καὶ ἐγκαταλείπει ἡμᾶς ὡς ἀδιορθώτους. «Ὦ Κύριε! Εὐδόκησον ἐν τῇ ἀπείρῳ Σου ἀγαθότητι καὶ εὐσπλαγχνίᾳ, ὅπως ὁ Φύλαξ μας Ἄγγελος μηδέποτε ἐγκαταλείψῃ ἡμᾶς.


Δὸς τῷ Φύλακι ἡμῶν τούτῳ τοὺς μακροθύμους οἰκτιρμούς Σου, ἵνα μὴ παύσῃ ποτὲ νὰ μᾶς φρουρῇ ὑπὸ τὰς πτέρυγάς Του. Ἵνα μᾶς καθοδηγῇ εἰς τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν τῆς εὐσεβείας καθηκόντων ὡς πιστὸς Ὁδηγὸς καὶ Ἀδελφὸς ἡμῶν. Ὡς ἄξιος πάσης ἐμπιστοσύνης Φύλαξ γνησίως καὶ εἰλικρινῶς ὑπηρετῶν τόσον εἰς τὸ θεῖον θέλημα ὅσον καὶ ἡμᾶς.


Ναὶ Κύριε! ‘‘Δι᾿ ἀγγέλων Σου φαιδρῶν καὶ φωτεινῶν’’ κατεύθυνον τὰς ὁδοὺς ἡμῶν πρὸς σωτηρίαν, ρυόμενος ἡμᾶς τοῦ ἀντιδίκου ἡμῶν». Κάποιος Μοναχός, ὀνόματι π. Ἄνθιμος, κοινοβίαζε σ᾿ ἕνα Μοναστήρι γιὰ εἴκοσι περίπου χρόνια. Κατόπιν, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου καὶ Γέροντός του, πῆγε στὴν ἔρημο.


Γιὰ δέκα περίπου χρόνια ἦταν τελείως μόνος καὶ ἦσαν τὰ πιὸ σκληρά. Πολὺ ἀργότερα ἔκαμε μικρὴ συνοδεία ἀπὸ δύο Ἀδελφούς. Πάνω στὸν ἔνατο περίπου χρόνο, τὸν χειμῶνα, ἀρρώστησε πολύ. Ὁ πυρετὸς πρέπει νὰ ἦταν πολὺ ὑψηλός. Ἐβασανίζετο χωρὶς φωτιά, χωρὶς ἕνα ζεστὸ τσάϊ, χωρὶς καμμία ἀπολύτως βοήθεια, γιὰ τρεῖς ἑβδομάδες. Κάποιο πρωϊνὸ κτύπησε ἡ πόρτα καὶ ἀκούσθηκε τὸ «Δι᾿ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων...».


Μόλις καὶ κατάφερε ξεψυχισμένα νὰ πῆ «Ἀμήν». Μπῆκε μέσα ἕνας νέος Μοναχός, πολὺ ἀσκητικός,μὲ πρόσωπο ποὺ λαμποκοποῦσε ἀπὸ ἔκτακτη καθαρότητα... -Πάτερ Ἄνθιμε, σοῦ ἔφερα λίγα ψάρια... Θὰ κάνουμε ψαρόσουπα, γιὰ νὰ συνέλθης λίγο... Ἔσκυψε ὁ ἐπισκέπτης καὶ τοῦ φίλησε τὸ χέρι. Ἄναψε φωτιὰ καὶ ζεστάθηκε λίγο τὸ κελλάκι. Καὶ ἔβαλε γιὰ νὰ βράση τὰ ψάρια.


σο ἑτοιμάζετο τὸ φαγητό, περιποιήθηκε τὸν ἄρρωστο, συγύρισε καὶ νοικοκύρεψε τοὺς δύο χώρους, ποὺ εἶχε ὁ ἐρημίτης π. Ἄνθιμος. Τοῦ ἔκανε ἐντριβές, τοῦ ἔδωσε τσάϊ καὶ ζεστὴ σοῦπα... Αὐτὸ γινόταν γιὰ δύο ἑβδομάδες. Σιγὰ σιγὰ ὁ π. Ἄνθιμος συνήρχετο. Ὁ Μοναχὸς εἶπε ὅτι τὸν ἔλεγαν π. Παΐσιο καὶ ὅτι ἀσκήτευε πιὸ βαθειὰ στὴν ἔρημο. Ὁ δὲ π. Ἄνθιμος, ὅσο συνήρχετο, τόσο καὶ πιὸ πολὺ πρόσεχε τὸν νέο Μοναχό, ὅτι εἶχε τάξι σὲ ὅλα: στὸ καθάρισμα, στὸ φαγητό, στοὺς κανόνες του, στὶς ἀγρυπνίες του, στὶς νηστεῖες του αὐστηρότατος...


να πρωϊνὸ ρώτησε ὁ ἐπισκέπτης Μοναχὸς τὸν π. Ἄνθιμο ἂν θέλη νὰ κοινωνήση. Κι ἐκεῖνος δέχθηκε. Τὴν ἄλλη μέρα, πρὶν ξημερώση, ἦρθε ὁ παπα-Γρηγόρης ὁ Πνευματικός, γνωστὸς σὲ ὅλους, καὶ τὸν κοινώνησε. Τὸν συνώδευε μὲ λαδοφάναρο ὁ π.Παΐσιος. Αὐτή του τὴ Θεία Μετάληψι τὴν θυμόταν γιὰ πολλὰ χρόνια ὁ π. Ἄνθιμος. Ἡ θεία εὐφροσύνη γιὰ πολλὲς μέρες καὶ νύκτες τὸν συντρόφευε συνεχῶς.


Εἶχε τὴν αἴσθησι ὅτι εἶχε ἐνδυθῆ θεοΰφαντα τὸν Ἴδιο τὸν Κύριο καὶ Σωτῆρα του... Στὸ τέλος τῆς τρίτης ἑβδομάδος ὁ π. Ἄνθιμος εἶχε τελείως συνέλθει. Ὁ π. Παΐσιος τὸν χαιρέτησε μὲ ἐδαφιαία μετάνοια καὶ ἔφυγε! Ἐξαφανίσθηκε! Ἀπὸ τότε δὲν τὸν ξαναεῖδε!... Σὲ μία πανήγυρι στὴν Σκήτη, συνάντησε ὁ π. Ἄνθιμος τὸν παπα-Γρηγόρη καὶ τὸν εὐχαρίστησε, γιὰ τὸν κόπο ποὺ ἔκαμε ν᾿ ἀνέβη τόσο σκληρὸ μονοπάτι,γιὰ νὰ τὸν κοινωνήση.


-Καὶ πότε ἔγινε αὐτό;... ρώτησε ὁ παπα- Γρηγόρης .-Τὸν χειμῶνα, ποὺ ἤμουν ἄρρωστος... -Ἔ,δὲν ἤμουν ἐγώ,... ἀνταπάντησε ὁ παπᾶς. - Μὰ τότε ποιός ἦταν; Καὶ ποιός ἦταν καὶ ὁ π. Παΐσιος;... -Ἔλα,γιὰ πές μου, τί ἔγινε; Καὶ ὁ π. Ἄνθιμος τὰ εἶπε ὅλα...



Καί ἡ ἀπάντησις τοῦ παπα-Γρηγόρη:

-Ἔλα, εὐλογημένε!...

Ὁ Ἄγγελός σου ἦταν...

Θά σοῦ τόν ἔστειλε ἡ Παναγία μας...

Δῶσε δόξα στόν Θεό καί τέλος...

Ἔτσι ἁπλᾶ καί ἀνερμήνευτο ἔληξε ἕνα μεγάλο γεγονός!




Αναδημοσίευση εκ της Ιστοσελίδας της 
Ιεράς Μητρόπολης Ωρωπού και Φυλής 
της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών
Επιμέλεια, παρουσίαση

ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

Η ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΤΑΞΙΑΡΧΗ ΕΣΩΣΕ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ


 


Στα 1964,

το πρωινό εκείνο της επιθέσεως των Τουρκοκυπρίων στη μαρτυρική Κύπρο,

όταν μπήκε ο νεωκόρος στο ιερό προσκύνημα του Μανταμάδου για ν' ανάψει 

το καντήλι του Ταξιάρχη,

είδε κατάπληκτος,

πώς η ολόσωμη εικόνα του έλειπε!

Αυτή η απροσδόκητη εξαφάνιση προκάλεσε σύγχυση στον ευσεβή λαό και κράτησε μια βδομάδα.

Ξαφνικά,

η εικόνα βρέθηκε πάλι στη θέση της,

όπως είχε εξαφανιστεί.

Πέρασε καιρός.

Ένα χειμωνιάτικο πρωινό ο νεωκόρος του Μανταμάδου άκουσε ποδοβολητό αλόγου.

Βγαίνει έξω και βλέπει ένα νέο,

που μόλις είχε ξεπεζέψει,

να σηκώνει στους ώμους του ένα κριάρι.


Μπήκαν μαζί στο ναό, κι ο νέος προχώρησε στην εικόνα του Ταξιάρχη, άφησε εκεί το κριάρι και άναψε λαμπάδα ίση με το μπόι του. Ύστερα γονάτισε, προσκύνησε την εικόνα και χάιδεψε με βουρκωμένα μάτια και τρεμάμενα χείλη το ανάγλυφο πρόσωπο του αρχαγγέλου.- Είναι ο σωτήρας μου, γυρίζει και λέει συγκινημένος στο νεωκόρο. Αυτός μ' έσωσε από τους Τούρκους.


-Πες μου, παιδί μου, τι σου συνέβη; ρώτησε μ' ενδιαφέρον εκείνος, καθώς έβγαιναν από το ναό. -Στα τελευταία γεγονότα με τους Τούρκους, άρχισε ο νέος, υπηρετούσα τη στρατιωτική μου θητεία στην Κύπρο. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα της 12ης Αυγούστου, όταν μας ξάφνιασαν τα πυρά των Τουρκοκυπρίων. Ήμασταν πάντα σ' επιφυλακή, γιατί ξέραμε τι ύπουλος εχθρός ήταν απέναντι μας.


Μας δυσκόλευαν λίγο οι βολές του πολεμικού τους ναυτικού, αλλά δεν μας έβλαψε καθόλου η αεροπορία τους. Σε λίγες ώρες ελέγχαμε την κατάσταση και προχωρήσαμε στην αντεπίθεση. Λες κι είχαμε στα πόδια μας φτερά. Τους πήραμε φαλάγγι και τους κυνηγήσαμε.


Λίγο ακόμα και θα τους ρίχναμε στη θάλασσα. Ενώ τρέχαμε ακράτητοι από ενθουσιασμό και σχεδόν ακάλυπτοι, βλέπω ξαφνικά μπροστά μου, σε πέντε μέτρα απόσταση, να ξεπροβάλλει ένας ακανόνιστος όγκος.


Σταμάτησα απότομα, και τότε... μέσα στο σύθαμπο της αυγής διέκρινα ένα τουρκικό πολυβολείο. Είδα την κάννη του πολυβόλου να στρέφεται πάνω μου, και, μη έχοντας που να καλυφθώ, έπεσα με το πρόσωπο στη γη, σκεπάζοντας καλά με το κράνος το κεφάλι μου.


"Ταξιάρχη μου, σώσε με!", είπα μέσα μου, κι αμέσως ήρθε στο νου μου ο πατέρας μου, που σώθηκε θαυματουργικά από βέβαιο θάνατο στο αλβανικό μέτωπο, τάζοντας στον Ταξιάρχη ένα κριάρι.  


"Ταξιάρχη μου σώσε με!", μουρμούρισα πάλι, κάνοντας κι εγώ το ίδιο τάμα. Την ίδια στιγμή ένας εκκωφαντικός κρότος πήρε σχεδόν την ακοή μου. "Με χτύπησαν", σκέφτηκα, κι έφερα στο νου μου τ' αγαπημένα μου πρόσωπα...Ύστερα ένιωσα να μ' ακουμπούν, να με ψάχνουν, να με σηκώνουν.


Ήταν οι δικοί μας." Χτύπησες; Πώς είσαι;", άκουσα αμυδρά τη φωνή τους. Ψάχτηκα, μα δεν βρήκα τραύμα. Τότε θυμήθηκα το πολυβολείο. Κοίταξα προς τα κει, αλλά δεν είδα τίποτα. "Εδώ ακριβώς", φώναξα," υπήρχε τουρκικό πολυβολείο". Πήγαμε κοντά, ερευνήσαμε, μα δεν το βρήκαμε. Στη θέση που ορθωνόταν πριν το πολυβολείο, υπήρχαν τώρα μόνο συντρίμμια και μια τεράστια τρύπα.


Φαίνεται, πώς στην κρίσιμη για μένα στιγμή, κάποια οβίδα πλοίου ή κάποιος όλμος έκανε συντρίμμια το επικίνδυνο πολυβολείο, ενώ συγχρόνως κάποια ανώτερη δύναμη με φύλαξε τελείως αβλαβή κι απ' τα πυρά κι από την έκρηξη.


Ο νεωκόρος, που μέχρι τώρα παρακολουθούσε συγκινημένος, πήρε το λόγο: - Ναι, παιδί μου, ήταν ο Ταξιάρχης. Αυτός σ' έσωσε. Τότε, με τα επεισόδια της Κύπρου, είχε χαθεί από δω η εικόνα του για μια βδομάδα. Ο νέος ταράχθηκε. Αγκάλιασε με το βλέμμα του την εικόνα του αρχαγγέλου και τα μάτια του βούρκωσαν. Ήταν ένα ακόμη "ευχαριστώ" για την ανέλπιστη σωτηρία του!..



Πηγή: ''Ορθόδοξοι Ορίζοντες''
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου

ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Παρασκευή 6 Μαρτίου 2015

ΔΙΗΓΗΣΗ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΤΟΝ ΜΕΓΑ ΑΡΣΕΝΙΟ





Ο Μέγας Αρσένιος (4ος -5ος αἰώνας),ὁ ἀρνητής κάθε σωματικῆς ἀπολαύσεως, εἶχε τήν συνήθεια

 νά διηγεῖται στούς πατέρες ὠφέλιμες ἱστορίες καί ὀπτασίες του, τίς ὁποῖες ἀπέδιδε σέ ἄλλα πρόσωπα,

γιά ν’ ἀποφύγει ὁ ἴδιος τήν κενοδοξία.

''Κάποτε'',

διηγήθηκε ὁ ὅσιος,

''ἕνας ἡλικιωμένος μοναχός, ἐνῶ καθόταν στό κελλί του, ἄκουσε ἀγγελική φωνή νά τοῦ λέει:

 ''- Βγές ἔξω, νά σοῦ δείξω τήν ἀξία τῶν ἔργων τῶν ἀνθρώπων.


Βγῆκε ὁ μοναχός καί ἀκολούθησε τόν ἄγγελο σέ κάποιο τόπο, ὅπου ἕνας ἄνθρωπος ἔκοβε ξύλα. Ὅταν τελείωσε,τά ἔδεσε καί προσάθησε νά τά σηκώσει, ἀλλά δέν μπόρεσε. Ἄφησε τότε κάτω τό δεμάτι, πρόσθεσε κι ἄλλα ξύλα καί διαρκῶς συνέχιζε νά προσθέτει. ''Προχώρησαν πιό κάτω, καί δείχνει ὁ ἄγγελος στό μοναχό ἄλλον ἄνθρωπο, πού ἀντλοῦσε νερό ἀπό ἕνα πηγάδι μέ τρύπιο κουβά.


Καί ὅπως ἦταν φυσικό μέχρι ν’ ἀνεβάσει τόν κουβά, τό νερό χυνόταν ὅλο. ''Πιό πέρα βλέπουν ἕνα μεγάλο ναό.Δυό καβαλάρηδες, κρατώντας ὁριζόντια ἕνα τεράστιο ξύλο,προσπαθοῦσαν γιά πολύ ὥρα νά μποῦν μέσα.Δέν τά κατάφεραν ὅμως, γιατί,οὔτε ἔσκυβαν οὔτε τό ξύλο ἄφηναν.''-


κουσε τώρα πῶς ἐξηγοῦνται αὐτά, εἶπε ὁ ἄγγελος.Αὐτοί πού βαστούσαν τό ξύλο, συμβολίζουν ὅσους πιστεύουν, πώς εἶναι δίκαιοι. Κι ἔτσι,γιά τήν ὑπερηφάνειά τους, μένουν ἔξω ἀπό τόν παράδεισο. Ἐκεῖνος πού ἔβγαζε νερό μέ τό τρύπιο δοχεῖο, καλλιεργεῖ βέβαια τίς ἀρετές, νηστεία, προσευχή, ἐλεημοσύνη.ἀλλά εἶναι ἀνθρωπάρεσκος.


Κι ἐπειδή τοῦ ἀρέσουν ἡ ἐπίδειξη κι ὁ ἕπαινος τῶν ἀνθρώπων, γι’ αὐτό δέν θά ἔχει καθόλου μισθό. Ἐκεῖνος,τέλος,πού δέν μποροῦσε νά σηκώσει τά ξύλα,συμβολίζει καθένα πού ἔχει πολλές ἁμαρτίες, κι ἀντί νά τίς ἀποβάλει μέ τή μετάνοια,προσθέτει κι ἄλλες''. Μιάν ἄλλη φορά ὁ ὅσιος Ἀρσένιος διηγήθηκε τήν ἀκόλουθη ἱστορία σχετική μέ τή θεία κοινωνία:


''Ζοῦσε ἕνας ἀγωνιστής μοναχός στή Σκήτη,στόν ὁποῖο ὁ δαίμονας ἔσπειρε τό λογισμό ὅτι ὁ ἅγιος Ἄρτος δέν εἶναι το ἴδιο τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἀντίτυπό Του. Κάποια μέρα ἔβαλε μετάνοια στούς ἄλλους πατέρες καί φανέρωσε τό πρόβλημά του.'' -Μή βλασφημεῖς!ἀποκρίθηκαν ἐκεῖνοι.


ἄρτος καί ὁ οἶνος μεταβάλλονται σέ ἀληθινό Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ.Ἐπειδή ὅμως ἡ ἀνθρώπινη φύση δέν μπορεῖ νά δοκιμάσει σάρκα καί αἷμα,οἰκονόμησε ὁ Κύριος νά μεταδίδονται σάν ψωμί καί κρασί μόνο στή μορφή,ὄχι ὅμως στήν οὐσία. ''Προσπαθοῦσαν οἱ πατέρες νά τόν πείσουν, ἀλλά ἐκεῖνος ἐξακολουθοῦσε νά ἔχει ἀμφιβολίες.


φοῦ πέρασε μιά ἑβδομάδα μέ ἐκτενή προσευχή τῶν ἀδελφῶν, πῆγαν ὅλοι στήν ἐκκλησία νά λειτουργηθοῦν. Καί τότε, στό «Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου...», βλέπουν ὅλοι πάνω στό ἅγιο δισκάριο ἕνα βρέφος ζωντανό καί χαριτωμένο.


Κι ὅταν, ἀργότερα, ὁ ἱερέας ἅπλωσε τό χέρι του νά μελίσει τόν ἅγιο ἄρτο, βλέπουν ἕνα ἄγγελο νά σφάζει μέ μαχαίρι τό βρέφος, ν’ ἀδειάζει τό αἷμα του στό ἅγιο ποτήριο καί νά τεμαχίζει τή σάρκα του στίς ἴδιες μερίδες πού μέλισε ὁ ἱερέας τόν ἅγιο ἄρτο!''Στό «Μετὰ φόβου...», πλησίασε ὁ πλανεμένος μοναχός νά μεταλάβει καί κοινώνησε σάρκα ὠμή πού ἔσταζε αἷμα! ''Βλέποντας τό φοβερό θαῦμα ὁ μοναχός, ἀναλύθηκε σέ δάκρυα χαρᾶς καί μετανοίας'' .



Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο 
«Ἐμφανίσεις καί θαύματα τῶν Ἀγγέλων» 
(σελ.138-140) 
Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου
Ὠρωπός Ἀττικῆς 2007
Πηγή: ''Αναβάσεις''
τίτλος και επιμέλεια κειμένου

ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ 


Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

Ο ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΚΙ ΟΙ ΠΛΑΝΕΜΕΝΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ

 

 


Εγώ είμαι ο ηγούμενος Νεόφυτος. Πες μου λοιπόν, πώς βρέθηκες εδώ; Το παιδί ζήτησε να το αφήσουν λίγο για να συνέλθει, κι ύστερα διηγήθηκε ότι είχε συμβεί. Το πρωΐ ο ηγούμενος συνάντησε τους τρεις εκείνους μοναχούς, που είχαν στο μεταξύ ανεβεί στη μονή, και τους ρώτησε: - Πατέρες, τι έγινε με το θησαυρό; - Ψέματα ήταν, γέροντά μου, απάντησαν εκείνοι.

 

 


Σε κάποιο μέρος της Φρυγίας, η γη ανέβλυσε αγιασμένο νερό με τη δύναμη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, που θεράπευε κάθε αρρώστια και πλήθος ανθρώπων συνέρρεε καθημερινά για να δεχτεί την ψυχική λύτρωση και τη σωματική θεραπεία. Ένας χριστιανός, λοιπόν, επειδή γιατρεύτηκε η κόρη του, έκτισε ωραιότατο ναό στο όνομα του Αρχιστράτηγου Μιχαήλ, επάνω στο άγιασμα. Μετά 90 χρόνια, ήλθε στο ναό κάποιος ευλαβής νέος, ονόματι Άρχιππος. Έμεινε υπηρέτης στο ναό και ζούσε ζωή ασκητική και με εγκράτεια. Όταν είδαν αυτό το πράγμα οι ειδωλολάτρες, έπιασαν τον Άρχιππο και τον χτύπησαν δυνατά. Έπειτα, όρμησαν να καταστρέψουν το ναό και το άγιασμα. Αλλά με τη δύναμη του Αρχαγγέλου άλλοι απ' αυτούς τα χέρια έμειναν παράλυτα και άλλους τους σταμάτησε ένα φράγμα φωτιάς και έτσι γύρισαν όλοι άπρακτοι.

 
 

Όμως το πείσμα και ο θυμός τους ώθησε να κάνουν εκτροπή του κοντινού ποταμού, για να παρασύρει το ναό και να πνίξουν τον Άρχιππο. Αλλά και πάλι θαύμα! Ο ποταμός γύρισε προς τα πίσω! Τότε σκέφθηκαν να ενώσουν και άλλους δύο ποταμούς.


Όμως ο Αρχάγγελος Μιχαήλ παρουσιάστηκε στον Άρχιππο και, αφού τον έβγαλε έξω από το ναό, χτυπώντας με το κοντάρι Του το έδαφος, δημιούργησε μέγα σεισμό. Φλόγες πυρός κατέβηκαν από τον ουρανό και αμέσως ανοίχτηκε μεγάλο φαράγγι, μέσα στο οποίο χώνευσαν τα νερά των ποταμών, χωρίς να βλάψουν καθόλου το Ναό του Αρχαγγέλου.


Κατά παράδοξο τρόπο, έως σήμερα στο μέρος εκείνο τα νερά των ποταμών χωνεύονται και από τότε ο τόπος εκείνος ονομάστηκε Χώνες. Τα χρόνια της βασιλείας του Νικηφόρου Γ΄ του Βοτανειάτη (1078-1081), ησύχαζε στο Άγιον Όρος. στην τοποθεσία Δάφνη, ο μοναχός Ευθύμιος με την συνοδεία του.


Ύστερα όμως από επιδρομή των Σαρακηνών, αναγκάστηκαν να φύγουν και να εγκατασταθούν στη θέση που βρίσκεται σήμερα η μονή Δοχειαρίου. Αυτοί έχτισαν εκεί τη μονή. Τον Ευθύμιο διαδέχθηκε ο ανηψιός του Νεόφυτος. Ο Νεόφυτος είχε στον κόσμο μεγάλη περιουσία, που τη διέθεσε τώρα για να χτίσει εκκλησία και ν' ασφαλίσει τη μονή με τειχόκαστρο και πύργο.


Ήταν όμως λυπημένος, γιατί τα χρήματά του δεν επαρκούσαν για την αγιογράφηση του ναού. Ζήτησε τότε τη βοήθεια του Θεού, κι Εκείνος απάντησε με το ακόλουθο θαύμα: Εξήντα μίλια από το Άγιο Όρος, στο νησί Λόγγος, είχε η μονή ένα μετόχι, κι εκεί κοντά βρισκόταν στύλος αρχαίος με την επιγραφή: «Όποιος με χτυπήσει στο κεφάλι, θα βρει χρυσάφι άφθονο».


Πολλοί δοκίμαζαν, πετώντας πέτρες στην κορυφή του στύλου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Κάποτε ένας εικοσάχρονος νέος, εργάτης στο μετόχι της μονής αφού συλλογίστηκε πολύ, αποφάσισε να σκάψει στο σημείο όπου έπεφτε η σκιά της κορυφής του στύλου με την ανατολή του ήλιου. Καθώς έσκαβε, βρήκε μια μαρμάρινη πλάκα, και κάτω απ' αυτήν ένα μεγάλο χάλκινο δοχείο γεμάτο χρυσά νομίσματα.


Χαρούμενος για το εύρημα, σκεπάζει το δοχείο και τρέχει στο μοναστήρι.-Γέροντα, λέει εμπιστευτικά στον ηγούμενο Νεόφυτο, βρήκα χρυσάφι πολύ στο μετόχι μας. Δώσε ευλογία να έρθουν μοναχοί, για να το φέρουμε στο μοναστήρι. Ο ηγούμενος κάλεσε τρεις μοναχούς, που, με οδηγό το νέο, πήγαν, έβγαλαν το χάλκωμα μαζί με το μάρμαρο που το σκέπαζε, μπήκαν στο καΐκι και ξεκίνησαν για το μοναστήρι.


Οι μοναχοί όμως δεν άντεξαν στον πειρασμό. Σκέφτηκαν να ρίξουν τον εργάτη στη θάλασσα και ν' αρπάξουν το χρυσάφι. Έτσι κι έκαναν. Όταν άρχισε να βραδιάζει, έδεσαν το μάρμαρο στο λαιμό του νέου και τον πέταξαν στη θάλασσα. Εκείνος ενώ βυθιζόταν, φώναξε: - Άγιοι αρχάγγελοι σώστε με!


Αμέσως παρουσιάστηκαν οι αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ σαν αετοί χρυσόφτεροι, τον άρπαξαν από το βυθό και τον μετέφεραν αστραπιαία μέσα στην εκκλησία του Δοχειαρίου. Οι μοναχοί, στο μεταξύ, μοιράστηκαν το χρυσάφι, το έκρυψαν έξω από το μοναστήρι και οι ίδιοι έμειναν στον αρσανά. Ο νέος, μέσα στην εκκλησία, από το φόβο του κοκάλωσε και αποκοιμήθηκε. Όταν σήμανε ο όρθρος και πήγε ο εκκλησιαστικός ν' ανοίξει την εκκλησία, είδε μέσα το νέο και τρόμαξε.


Τρέχει τότε στον ηγούμενο και του λέει:-Γέροντά μου, είδα ένα φάντασμα στην εκκλησία και δεν μπορώ να μπω. -Μη φοβάσαι, του απαντάει εκείνος. Κάνε το σταυρό σου και προχώρησε με θάρρος. Ο μοναχός έκανε δεύτερη απόπειρα, αλλά είδε και πάλι το νέο. Κάλεσε τότε τον ηγούμενο, που διαπίστωσε πως το φαινόμενο ήταν αληθινό. Ο νέος κοιμόταν πεσμένος στο έδαφος, με την πέτρα δεμένη στο λαιμό. Ο γέροντας χτύπησε κάτω το ραβδί του και το παιδί ξύπνησε.- Πού βρίσκομαι; ρώτησε.

 

 

Μου φαίνεται πως είμαι στη θάλασσα, όπου μ' έριξαν οι μοναχοί.- Δεν ξέρεις πού βρίσκεσαι; Είσαι στο μοναστήρι, μέσα στην εκκλησία. Εγώ είμαι ο ηγούμενος Νεόφυτος. Πες μου λοιπόν, πώς βρέθηκες εδώ; Το παιδί ζήτησε να το αφήσουν λίγο για να συνέλθει, κι ύστερα διηγήθηκε ότι είχε συμβεί. Το πρωΐ ο ηγούμενος συνάντησε τους τρεις εκείνους μοναχούς, που είχαν στο μεταξύ ανεβεί στη μονή, και τους ρώτησε: - Πατέρες, τι έγινε με το θησαυρό; - Ψέματα ήταν, γέροντά μου, απάντησαν εκείνοι. Μας απάτησε ο νέος, γι' αυτό τον απειλήσαμε κι έφυγε.- Καλά. Πάμε τώρα στην εκκλησία να ευχαριστήσουμε το Θεό. Μπαίνοντας στο ναό, βλέπουν κατάπληκτοι το παιδί με την πέτρα δεμένη στο λαιμό του. Ήταν τόσο αναπάντεχο, που έμειναν άφωνοι. Ο ηγούμενος τους απείλησε κι έφεραν όλο το θησαυρό στο μοναστήρι. Ύστερα τους έδιωξε για πάντα, ενώ το νέο τον κούρεψε μοναχό. Την εκκλησία την αγιογράφησε και την αφιέρωσε στους αγίους Ταξιάρχες Μιχαήλ και Γαβριήλ.

 



Πηγή: Ορθόδοξοι Ορίζοντες. Τίλος, επιμέλεια και διασκευή κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
 

Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.