Του σοφότατου και τιμιότατου κυρίου Γενναδίου του Σχολαρίου,
Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης,
ομολογία ρηθείσα περί της ορθής και αμώμητου πίστεως των χριστιανών προς τους Αγαρηνούς,
ερωτηθείς γαρ παρά του Αμηρά σουλτάνου του Μαχμέτη,
τί πιστεύετε υμείς οί χριστιανοί;
απεκρίνατο ούτως:
1.Πιστεύομε ότι υπάρχει Θεός ό όποιος δημιούργησε τα πάντα όσα υπάρχουν εκ του μηδενός.
Ότι δεν είναι σώμα (ό Θεός),
ούτε έχει σώμα, αλλά ζει μόνο ως Πνεύμα. Και είναι νους άριστος,
τελειότατος και γεμάτος σοφία.
Είναι ασύνθετος, χωρίς αρχή και χωρίς τέλος. Βρίσκεται μέσα στον κόσμο,
αλλά και υπεράνω του κόσμου.
Δεν βρίσκεται σε ορισμένο τόπο, αλλά βρίσκεται παντού. Αυτές είναι οί ιδιότητες του Θεού,
πού Τον ξεχωρίζουν από τα δημιουργήματα Του και από αλλά όμοια με αυτά.
Είναι σοφός και αγαθός και αληθής.
Και Αυτός είναι ή αλήθεια.
Και όσα προτερήματα έχουν τα δημιουργήματα Του χωριστά, Αυτός τα έχει όλα σε ύψιστο βαθμό.
Τα δε δημιουργήματα Του
έχουν αυτές τις τελειότητες, γιατί Αυτός ό ίδιος τους τίς δίνει.
Επειδή,
αφού αυτός είναι αγαθός και τα κτίσματα του είναι αγαθά, αφού Αυτός είναι σοφός
και τα κτίσματα Του είναι σοφά, αφού Αυτός είναι αληθής και εκείνα είναι αληθινά,
το ίδιο συμβαίνει και με τις άλλες τους αρετές.
Όμως ενώ ό Θεός τα έχει κατά κυριότητα, εκείνα τα έχουν επειδή μετέχουν σ' Αυτόν.
Πιστεύομε ότι υπάρχουν στον Θεό άλλες τρεις ιδιότητες οί οποίες είναι αρχές και πηγές των άλλων μαζί ιδιοτήτων Του. Και μ' αυτές τίς τρεις ιδιότητες ο Θεός ζή αιωνίως στον εαυτό Του, πριν να δημιουργήσει τον κόσμο και μ' αυτές τίς τρεις ιδιότητες δημιούργησε τον κόσμο και με αυτές τον κυβερνά. Και αυτές τις τρεις ιδιότητες ονομάζαμε υποστάσεις (δηλαδή τρία πρόσωπα). Και επειδή αυτές οί τρεις ιδιότητες δεν διαχωρίζουν την μία και απλούστατη ουσία του Θεού,γι' αυτό είναι ό Θεός και με αυτές τίς τρεις ιδιότητες ένας Θεός και δεν πρόκειται για τρεις θεούς. 3. Πιστεύομε ότι από την φύση του Θεού προέρχονται ό Λόγος (Υιός) και το Πνεύμα, όπως από την φωτιά προέρχονται το φως και ή θερμότης. Και όπως ή φωτιά, ακόμη κι' αν δεν υπάρχει κάτι πού να φωτίζεται και να θερμαίνεται άπ' αυτήν όμως εκείνη έχει μονίμως φως και θερμότητα και εκπέμπει φως και θερμότητα, έτσι και πριν να δημιουργηθεί ό κόσμος υπήρχε ό Λόγος και το Πνεύμα ως φυσικές ενέργειες του Θεού, επειδή ό Θεός είναι Νους, όπως προείπαμε.
Και αυτά τα τρία: Νους, Λόγος και Πνεύμα είναι ένας Θεός, όπως και στην μία ανθρώπινη ψυχή υπάρχει ό νους, ό ενδιάθετος λόγος και ή θέλησης του νου και όμως αυτά τα τρία είναι κατά την ουσία μία ψυχή. Επίσης τον Λόγο του Θεού τον ονομάζομε και σοφία του Θεού και δύναμη και Υίόν Αυτού, διότι γεννήθηκε από την φύση του Θεού, όπως αυτό πού γεννιέται από την φύση του άνθρωπου ονομάζεται υιός του ανθρώπου και όπως ή σκέψις του ανθρώπου είναι γέννημα της ψυχής του. Επίσης την θέληση του Θεού την ονομάζομε Πνεύμα του Θεού και αγάπη. Τον δε Νουν του Θεού ονομάζομε Πατέρα, γιατί ό Θεός είναι αγέννητος και αναίτιος, ενώ Αυτός είναι ή αιτία του Υιού και του Πνεύματος. Το ότι λοιπόν ό Θεός νοεί όχι μόνο τα κτίσματα Του, αλλά πολύ περισσότερο νοεί και γνωρίζει τον Εαυτόν Του, γι' αυτό και έχει λόγο και σοφία μέσω των οποίων νοεί τον Εαυτόν Του αιωνίως.
Κατά τον ίδιο τρόπο δεν θέλει ό Θεός να αγαπά μόνο τα κτίσματα Του, αλλά θέλει πολύ περισσότερο να αγαπά τον Εαυτό Του,γι' αυτό προέρχονται από τον Θεό (Πατέρα) προαιώνιος ό Λόγος και το Πνεύμα Του και υπάρχουν σ' Αυτόν προαιωνίως. Και έτσι αυτές οί δύο υποστάσεις δηλαδή ό Λόγος και το Πνεύμα μαζί με τον Θεό (Πατέρα) αποτελούν ένα Θεό. 4. Πιστεύομε ότι ό Θεός με την συνεργασία του Λόγου (Υιού) και με την σοφία και την δύναμη Του δημιούργησε τον κόσμο και με το Πνεύμα Του, την αγαθή θέληση Του και την αγάπη Του, προνοεί και κυβερνά όλη την φύση σ' αυτόν τον κόσμο προς το καλό, κατά την τάξη κάθε δημιουργήματος. Και γι' αυτό πιστεύομε ότι,όταν θέλησε ό Θεός, λόγω μόνο της ευσπλαχνίας Του, να βοηθήσει τους ανθρώπους να επιστρέψουν από την πλάνη των δαιμόνων και της ειδωλολατρίας, (επειδή εκτός της μικρής χώρας πού ζούσαν οί Ιουδαίοι, οπού προσκυνούσαν και πίστευσαν στον ένα Θεό πού τους έδωσε ό Νόμος του Μωϋσέως, όλη ή άλλη οικουμένη είχε ως σεβάσματα τα κτίσματα του Θεού και όχι τον Θεόν (Δημιουργόν) και πίστευε σε πολλούς θεούς ανύπαρκτους, αντί να πιστεύει στον ένα και αληθινό και οί άνθρωποι ζούσαν σύμφωνα με τίς δικές τους επιθυμίες και όχι σύμφωνα με κάποιο Νόμο του Θεού, τότε λοιπόν (όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου) πραγματοποίησε ό Θεός με την συνεργασία του Λόγου (Υιού) και του Αγίου Πνεύματος Του την ανάπλαση των ανθρώπων.
Και γι' αυτό ό Λόγος του Θεού (Υιός) έλαβε την ανθρώπινη φύση, ώστε, ως άνθρωπος μεν να μιλήσει προς τους ανθρώπους, ως Λόγος δε του Θεού και σοφία, να διδάξει τους ανθρώπους να πιστεύουν στον ένα και αληθινό Θεό και να ζουν σύμφωνα με το νόμο πού αυτός έδωσε. Επίσης ως άνθρωπος μεν να δώσει τον τρόπο της ζωής Του παράδειγμα της διδασκαλίας Του, αφού αυτός πρώτος τήρησε τον νόμο πού έδωσε στους ανθρώπους,ως Λόγος δε του Θεού και Δύναμις, να μπόρεση να κατορθώσει το παγκόσμιο αγαθό (την Σωτηρία),πού ήθελε. Διότι θα ήταν αδύνατον με την δύναμη μόνο ενός ανθρώπου να έπιστρέψη όλη την ανθρωπότητα προς τον Θεό. Και έτσι άφ' ενός μεν δια του Λόγου Του έσπειρε την αλήθεια ό παντοδύναμος και αόρατος Θεός στην Ιερουσαλήμ, άφ' ετέρου δε με την βοήθεια του Πνεύματος Του φώτισε και δυνάμωσε τους Αποστόλους Του, για να σπείρουν αυτοί την αλήθεια σε όλο τον κόσμο και να καταφρονήσουν τον θάνατο για την αγάπη της αλήθειας πού δίδασκαν, για την αγάπη του Θεού πού τους απέστειλε και για την αγάπη της σωτηρίας του κόσμου, κατά το παράδειγμα του Ιησού, ό οποίος πέθανε οικειοθελώς ως (τέλειος) άνθρωπος υπέρ της σωτηρίας του κόσμου.
Έτσι πιστεύομε εμείς τον ένα Τριαδικό Θεό: Πατέρα, Υίόν και το Άγιον Πνεύμα, καθώς μας δίδαξε ό Κύριος ημών Ιησούς. Και επειδή αυτός λέγει την αλήθεια και είναι ό ίδιος αλήθεια πιστεύομε ότι και αυτό (πού λέμε τώρα) είναι αλήθεια. Και οί μαθηταί Του έτσι μας δίδαξαν εκτενέστερα. Έτσι λοιπόν το καταλαβαίναμε και λόγω της δυνάμεως της σοφίας (του Ευαγγελίου). 5. Πιστεύομε ότι ό Λόγος του Θεού και ό άνθρωπος την μορφή του οποίου έλαβε ό Λόγος του Θεού (κατά την θαυματουργό σάρκωση) είναι ό Χριστός. Και ή μεν ζωή του Χριστού σωματικώς ήταν ζωή υπεραγίου ανθρώπου, ή δε δύναμις της σοφίας και των έργων Του ήταν δύναμις Θεού. Πιστεύομε ότι όπως ή ψυχή και το σώμα του ανθρώπου αποτελούν ένα άνθρωπο, έτσι και ό Λόγος του Θεού από το ένα μέρος και από το άλλο μέρος ή ψυχή και το σώμα του Υιού της Παναγίας αποτελούσαν ένα πρόσωπο: τον Χριστό. Όμως όπως ή ψυχή και το σώμα είναι δύο φύσεις τελείως χωρισμένες μέσα στον άνθρωπο, έτσι και στον Χριστό οί δύο φύσεις, ή ανθρώπινη και ή θεία είναι τελείως χωρισμένες (δεν εξαρτώνται ή μία από την άλλη). 6. Πιστεύομε ακόμη ότι ούτε ό Λόγος του Θεού μετεβλήθη στο σώμα ή στην ψυχή του Χριστού, ούτε ότι το σώμα του Χριστού ή, ή ψυχή Του έγιναν Λόγος του Θεού, αλλά ότι πάντα ήταν και είναι στο πρόσωπο του Χριστού ό μεν Λόγος του Θεού πράγματι Λόγος του Θεού, ή δε ανθρώπινη φύσις, πράγματι ανθρώπινη φύσις.
Πιστεύομε επίσης ότι ό Χριστός, ως άνθρωπος δεν προσέλαβε την θεότητα, αλλά ή θεότης του Λόγου του Θεού προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και δημιούργησε θαυμαστός αυτό το γεγονός (της σαρκώσεως). Κάθε τι πού βρίσκεται στον Θεό και προέρχεται από τον Θεό κατά την φύση,είναι Θεός, γιατί δεν υπάρχει στο Θεό τίποτε πού να μην ανήκει στην φύση Του. Και γι' αυτό τον αιώνιο Λόγο του Θεού τον ονομάζομε Θεό και τον πιστεύομε ως Θεό. Και επειδή αυτός ό Λόγος του Θεού ήταν μέρος της οντότητας του Χριστού, γι' αυτό ομολογούμε τον Χριστό Θεό και άνθρωπο. Άνθρωπο μεν κατά την ψυχή και κατά το σώμα, Θεό δε, γιατί στην οντότητα του υπήρχε ό Λόγος του Θεού. 7. Πιστεύομε ότι ό Λόγος του Θεού ήταν παρών στον Χριστό και μέσα στον κόσμο και στον Ουρανό και στην παρουσία του Θεού και Πατρός, επειδή ό Λόγος του Θεού είναι άπειρος, όπως και ό Θεός (Πατήρ) είναι άπειρος. Αυτός πού τον γεννά, δηλαδή νοώντας και έχοντας άπειρο δύναμη. Αλλά με άλλον τρόπο βρισκόταν στην παρουσία του Πατρός, με άλλον στην οντότητα του Χριστού και με άλλον στον κόσμο. 8. Πιστεύομε ότι όταν ό Θεός μεταδώσει την αγαθότητα και την χάρι Του σε κάποιο κτίσμα,δεν ζημιώνεται καθόλου ό Ίδιος, αλλά μάλλον δοξολογείται επειδή από την αρετή των κτισμάτων φανερώνεται ή δόξα του Θεού.
Και όσο πιο πολύ βελτιώνεται το κτίσμα με την όλο και μεγαλύτερη μετάδοση της αγάπης (του Κτιστού), τόσο πιο πολύ γίνεται φανερή ή άγαθότης του Θεού και ή αγάπη Του προς τους ανθρώπους. Γι' αυτό και ή αγαθότητα του Θεού και ή αγάπη Του προς τους ανθρώπους έγινε πολύ μεγαλύτερη όταν ήλθε ό Λόγος του Θεού και Θεός με όλη Του την δύναμη στο πρόσωπο του Ιησού, παρά όταν έστελνε στους Προφήτες (της Παλαιάς Διαθήκης) λίγο από την χάρι Του, ενώ σε άλλους Προφήτες έστελνε λιγότερη και σε άλλους περισσότερη. 9. Πιστεύομε ότι ό Κύριος ημών, ό Χριστός σταυρώθηκε και πέθανε οικειοθελώς για πολλούς και σπουδαίους λόγους πού μας ωφελούν και οί οποίοι χρειάζονται πολλές εξηγήσεις. Και όλα αυτά τα υπέστη ως άνθρωπος, γιατί ό Λόγος του Θεού ούτε σταυρώνεται, ούτε πεθαίνει, ούτε ανασταίνεται,αλλά μάλλον Αυτός ανασταίνει νεκρούς, όπως ανέστησε και το σώμα πού έλαβε. 10. Πιστεύομε ότι ό Χριστός μετά την ανάστασή Του ανελήφθη στους Ουρανούς και ότι πρόκειται να έλθει πάλι με ένδοξο τρόπο για να κρίνει τον κόσμο. 11. Πιστεύομε ότι οί ψυχές των ανθρώπων είναι αθάνατες, ότι τα σώματα των αγίων θα αναστηθούν άφθαρτα, δίχως πάθη, φωτεινά, ελαφρά, δίχως να χρειάζονται τροφή ή ποτό, ντύσιμο ή άλλη σωματική ηδονή και ότι οί ψυχές αυτών πού έζησαν κατά το Ευαγγέλιο θα πάνε στον Παράδεισο, των δε αμετανόητων και κακών θα πάνε στην Κόλαση.
Και ή μεν απόλαυσης των Αγίων και των δικαίων θα είναι στον Ουρανό (γιατί αυτός ονομάζεται τώρα Παράδεισος), ή δε κόλασις (τιμωρία) των κακών και πονηρών θα είναι στη Γη). Και ή απόλαυσις των Αγίων δεν θα είναι τίποτε άλλο,παρά το ότι αυτές οί ψυχές θα τελειωθούν στην γνώση και έτσι θα μπορούν να θεωρούν τα Μυστήρια του Θεού, τα οποία γνωρίζουν τώρα μόνο δια της πίστεως. 12. Γιατί όμως ήταν αναγκαίο να σαρκωθή ό Λόγος του Θεού και Θεός; Χρειάζονται πολλά λόγια για να το εξηγήσομε και όταν χρειασθεί είμαστε έτοιμοι να το κάνομε,αν και εν μέρει το έχομε ήδη κάνει. Εκτός δε άπ' αυτά πού είπαμε ως τώρα, μας πληροφορούν για την αλήθεια της πίστεως αυτά τα επτά πράγματα: Πρώτον: το ότι οί Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, τους οποίους και εμείς δεχόμαστε, αναφέρουν στις προφητείες τους τον Ιησού και όσα Αυτός έπραξε και όσα του συνέβησαν, κι' ακόμη όσα έπραξαν οί Μαθηταί Του με την δική Του δύναμη. Επίσης προφήτευσαν γι' Αυτόν και τα Μαντεία των Αρχαίων Ελλήνων κατά παραχώρηση του Θεού, καθώς και οί αστρονόμοι των Περσών και των Αρχαίων Ελλήνων. Όλες δε αυτές οί προφητείες εκφράζουν μεγάλο σεβασμό για τον Ιησού. Και το ότι αυτές οί προφητείες είναι αυθεντικές, μπορούμε να το αποδείξομε. Δεύτερον: το ότι όλα τα βιβλία της Αγίας Γραφής πού περιέχουν την πίστη μας συμφωνούν μεταξύ τους κατά πάντα, γιατί αυτοί πού τα έγραψαν είχαν τον ίδιο διδάσκαλο, δηλαδή την Χάρι του Θεού, γιατί αλλιώς θα έπρεπε σε κάτι να διαφωνούν.
Τρίτον: το ότι αυτή ή πίστης, παρ' όλο πού ήταν νέα και παράδοξος, έγινε δεκτή από τους ανθρώπους παντού και γρήγορα, παρ' όλο πού διέτρεχαν πολλούς κινδύνους. Και έγινε δεκτή όχι μόνο από απλούς ανθρώπους, αλλά και από μορφωμένους και σοφούς. Αυτός λοιπόν είναι ό λόγος πού σταμάτησε τελείως ή πλάνη των Ελλήνων (ή ειδωλολατρία). Τέταρτον: το ότι αυτή ή πίστης δεν περιέχει τίποτε πού να μην είναι πραγματοποιήσιμο, πού να μην συμφωνεί με τα ανθρώπινα δεδομένα, αλλά και τίποτε σ' αυτήν δεν βασίζεται σε υλικά πράγματα,αλλά τα πάντα έχουν πνευματικό χαρακτήρα. Ή πίστης αυτή είναι οδός πού οδηγεί τίς ψυχές των ανθρώπων στην αγάπη του Θεού και προς την μέλλουσα αιώνια ζωή. Πέμπτον: το ότι όσοι δέχθηκαν αυτήν την πίστη και έζησαν ενάρετα σύμφωνα με τίς εντολές του Ιησού, έλαβαν από τον Θεό μεγάλα χαρίσματα και έκαναν πολλά θαύματα επικαλούμενοι το όνομα του Ιησού, πράγμα πού δεν θα συνέβαινε, αν αυτή ή πίστης δεν ήταν αληθινή. Έκτον: το ότι όσα λέγονται από μερικούς κατά της πίστεως αυτής μπορούμε να τα αντικρούσομε πολύ εύκολα και με λογικά επιχειρήματα.
Έβδομον: το ότι αυτήν την πίστη την πολέμησαν με πολλά μαρτύρια και φόνους οί τότε Βασιλείς και οί Έπαρχοι αυτών σε όλη την οικουμένη επί 318 χρόνια και, ενώ ήταν ειδωλολάτρες και πίστευαν σε πολλούς θεούς, δεν κατόρθωσαν να υπερισχύσουν, αλλά νίκησε αυτή ή πίστης μέσα στον κόσμο και παραμένει μέχρι τώρα και όταν έλθει ό Κύριος (στην Δευτέρα Παρουσία) θα την βρει. Και αν αυτή ή πίστης δεν ήταν θέλημα Θεού, θα είχε διαλυθεί πολύ εύκολα. Σ' αυτόν τον Θεό ή δόξα. Αμήν!
Υ.Γ. Σημείωση του αρχαίου κειμένου: Ας γίνει γνωστό ότι στους αμύητους
πρέπει να δίνομε τα εξαίσια μαθήματα της πίστεως μας μάλλον μ' ένα τρόπο
πού να μπορούν να τα δεχθούν καλύτερα, όπως και συνέβη μ' αυτό το κείμενο,
παρά με περισσότερη ακρίβεια.
Κι' ακόμη με περισσότερη σαφήνεια για να μπορούν να μεταγλωττισθούν καλύτερα,
όπως πράγματι ερμηνεύθηκαν αυτά με σωστό τρόπο στα αραβικά.
Το θεολογικό και φιλοσοφικό έργο του Γεωργίου-Γενναδίου Σχολαρίου,
πρώτου Οικουμενικού Πατριάρχου μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων.
Ό Γεώργιος-Γεννάδιος Σχολάριος δεν μας άφησε μία πλήρη βιογραφία του,
αλλά τα περισσότερα στοιχεία του βίου του βρίσκονται διάσπαρτα μέσα στο τεράστιο συγγραφικό του έργο.
Μεταγλώτιση εκ του αρχαίου ελληνικού κειμένου:
Ειρήνη Οικονομίδου, Πτυχιούχος Θεολογίας και πολιτικών Επιστημών
Εκδόσεις Νεκτάριος Παναγοπουλος
Α' έκδοση Μάιος 1999
Γενναδίου Σχολαρίου
Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως
Πολύ διαβασμένος και φωτισμένος.
ΑπάντησηΔιαγραφή