Όταν αναλογισθεί κανείς όλα αυτά,
καταλαβαίνει ότι μέσα σε μια ανθρωπότητα που δεν ενδιαφέρεται
παρά μόνον για την ησυχία της,
που δεν έχει άλλο όσιο και ιερό από το υλικό της συμφέρον,
μέσα σ’ ένα κόσμο πρακτικών ανθρώπων που θεωρούν κάθε συζήτηση για την αλήθεια περιττή αεροκουβέντα,
η ένωσις των ''Εκκλησιών'' όχι μόνον δύσκολη δεν είναι
αλλ’ απεναντίας, είναι αναπόφευκτη.
Μάλιστα τολμώ να πώ
ότι όχι μόνον η ένωσις των χριστιανικών λεγομένων Εκκλησιών είναι αναπόφευκτη
αλλά και γενικώς η ένωσις όλων των θρησκειών.
Στο βασίλειό του ο αντίχριστος δεν θα ανεχθεί παραφωνίες,
δεν θα ανεχθεί θρησκείες, ούτε μαλώματα για θρησκευτικά ζητήματα.
Θα καθήσει στον ναό του Θεού ως θεός, και θα τον προσκυνήσουνε όλοι οι άνθρωποι της γής,
''διότι εδόθη αυτώ εξουσία επί πάσαν φυλήν και λαόν και γλώσσαν και έθνος.
Και προσκυνήσουσιν αυτόν πάντες οι κατοικούντες επί της γής,
ών ου γέγραπται το όνομα εν τω βιβλίω της ζωής''. (Αποκ. ΙΓ΄ 7-8).
Για τους ανθρώπους λοιπόν ''ών ου γέγραπται το όνομα εν τω βιβλίω της ζωής'' δεν θα υπάρχει παρά μόνον μία θρησκεία, η θρησκεία του αντιχρίστου. Υπάρχουν ήδη από τώρα δείγματα τέτοιων θρησκειών που μπορούν να συμβιβάσουν όλες τις θρησκείες, πρόδρομοι της θρησκείας του αντιχρίστου. Μια τέτοια θρησκεία είναι ο Μασονισμός. Την έχουν ήδη ασπασθεί οι πιο «προοδευτικοί» από τους ηγέτας του Κόσμου.
Αυτή με τον συγκρητισμό της μπορεί να συμβιβάσει στα μυαλά των μωρών όλες τις αντιθέσεις της ανθρωπότητος στα θέματα της θρησκείας, και να υπερπηδήσει όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες που θα συναντήσουν οι διάφορες ''Εκκλησίες'' για την ένωσή τους. Ποιος ο λόγος, αλήθεια, να καταβληθεί τόση προσπάθεια για να ευρεθούν συμβιβαστικές λύσεις στις δογματικές και άλλες διαφορές των θρησκειών, και να μη προχωρήσουμε κατ’ ευθείαν στην ένωση των θρησκειών; Σ’ ένα είδος Μασονισμού; Αλλά αυτό το έχουν καταλάβει οι περισσότεροι από τους θρησκευτικούς ηγέτας σήμερα, οι πιο ''μεγάλοι'' και οι πιο ''σπουδαίοι»'' τουλάχιστον, και έσπευσαν, σαν προοδευτικοί που είναι, να γίνουν μασόνοι, χωρίς αυτό να τους εμποδίζει να φορούν τα ράσα τους ή τα άμφιά τους και να τελούν τις Λειτουργίες τους.
Όμως, επειδή ο λαός δεν έχει ακόμη ωριμάσει, είναι ανάγκη να κρατήσουν τα προσχήματα και να προχωρήσουν πρώτα στην ένωση των ''Εκκλησιών'' και ύστερα στην ένωση των θρησκειών. Αυτές λοιπόν θα είναι οι εξελίξεις στο όχι και τόσο απόμακρο μέλλον. Γι’ αυτό ο Κύριος ερωτά εάν θα βρει πιστούς όταν θα ξανάρθει στη γη. «Πλην ο υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» (Λουκ. ιη΄ 8). Μια ματιά στο παρελθόν θα μας διδάξει πολλά για την πορεία που ακολούθησαν και θα ακολουθήσουν τα εκκλησιαστικά πράγματα.
Τις πρώτες ενωτικές τάσεις των Βυζαντινών αρχόντων με την Ρωμαϊκή πλάνη ανέκοψε, ευτυχώς, η στάσις του λαού και η υποδούλωσις του Βυζαντίου στους Τούρκους. Μόλις όμως το Ελληνικό Έθνος βρήκε την ελευθερία του, ο παλαιός πειρασμός ξανακτύπησε την πόρτα του. Οι γνήσιοι Έλληνες, άνθρωποι του λαού και των παραδόσεων, αντιστάθηκαν στην αρχή στο ρεύμα του εξευρωπαισμού. Ήσαν όμως αγράμματοι και παρ’ όλον ότι αυτοί είχαν δώσει το αίμα τους για την ελευθερία αυτής της χώρας, γρήγορα παραγκωνίστηκαν από τους ξενόφερτους γραμματισμένους, που μαζί με την οίηση που δίνει η ημιμάθεια, είχαν και την δύναμη της Αυλής του Όθωνος. «...
Αυτήνοι κατάντησαν την πατρίδα και την θρησκείαν και κλονίζεται από τους άθρησκους. Εις τον καιρόν της Τουρκιάς μίαν πέτρα δεν πείραζαν από τα παλιοκκλήσια κι αυτήνοι οι απατεώνες σύνδεσαν τα συμφέροντά τους με τους μολεμένους Φαναριώτες κι άλλους τοιούτους, οπού ήταν εις την Ευρώπη μόλεμα, και μας χάλασαν τα μοναστήρια και τις εκκλησίες μας - μαγαρίζουν μέσα, κι άλλες έγιναν αχούρια. Από τους τοιούτους γερωμένους πολλούς πάθαμεν αυτά κι από τους τοιούτους λαικούς, στρατιωτικούς και πολιτικούς, αφού χύσαμεν ποταμούς αίματα, κιντυνεύομεν να χάσωμεν και την πατρίδα μας και την θρησκεία μας». (Μακρυγιάννη: ''Απομνημονεύματα'' σελ. 398). Αυτοί οι ημιμαθείς μορφωμένοι περιφρόνησαν τον ελληνικό λαό με το πάθος κάθε πεμπτοφαλαγγίτου.
Περιφρόνησαν την γλώσσα του, τα ήθη και τα έθιμά του, την νοοτροπία του. Έβαλαν όλα τους τα δυνατά να νοθεύσουν την αλήθεια της πίστεώς του, να αλλοιώσουν τις παραδόσεις της Εκκλησίας του, να μπολιάσουν το κοσμικό πνεύμα και τον ορθολογισμό επάνω στο αγιασμένο δέντρο της Ορθοδοξίας, που τόσους αιώνες είχε μείνει αμόλυντο κάτω απ’ τον βάρβαρο κατακτητή. Για να κτυπήσουν την Εκκλησία κατάκαρδα, κτύπησαν τα μοναστήρια της. Άλλα έκλεισαν, άλλων την περιουσία εστέρησαν, σε άλλα έστειλαν ηγουμένους ''προοδευτικούς'' που τα διέλυσαν ευκολότερα από κάθε δίστομο κρατική μάχαιρα. Χωρίς τα μοναστήρια της και με τους επισκόπους της δουλομένους στο Κράτος, η Εκκλησία έγινε αμπέλι ξέφραγο.
Έφυγε από τα χέρια της η Παιδεία του Έθνους και πήγε στα χέρια ενός Κράτους ουμανιστικού, που μ’ όλες τις περί ''ελληνοχριστιανικού πολιτισμού'' υποκρισίες του, παρέμεινε και παραμένει ατόφια ειδωλολατρικό. Τα πάντα άρχισαν να προσαρμόζονται προς τα γούστα της νεοπλουτικής και αρχοντοχωριάτικης αθηναικής κοινωνίας. Η λατρεία της Εκκλησίας άρχισε να ξεφτίζει προς το κοσμικότερο. Η βυζαντινή μουσική άρχισε να μεταποιείται προς το ευρωπαικότερο για να μεταπέσει στην θεατρική τετραφωνία. Οι εικόνες άρχισαν να φαίνονται πολύ αυστηρές και άσχημες στα μάτια των γυναικαρίων των ''ανωτέρων'' τάξεων, που ζητούσαν ''γλυκείς Ιησούς'' γεμάτους συγκατάβαση για τις ανομίες τους και ανίκανους να προκαλούν το δέος και τον σεβασμό.
Τα γένεια και τα μαλλιά των ιερωμένων άρχισαν να ενοχλούν, και αυτοί, ανταποκρινόμενοι στις απαιτήσεις του σύγχρονου κοινού, άρχισαν να καλλωπίζονται. Το φτωχό και αγιασμένο κεράκι με την κατανυκτική ατμόσφαιρα, αντικατέστησαν οι λαμπτήρες του Έντισον, κάνοντας την Εκκλησία να μοιάζει με αίθουσα αυτοκρατορική, τόσο κατάλληλη για τους γάμους και τις επίσημες εμφανίσεις της κρατούσης τάξεως. Αλλά δεν ήταν μόνον αυτά. Δεν έφυγε μόνον η κατώτατη και η μέση εκπαίδευσις από τα χέρια της Εκκλησίας, αλλά και η ανωτάτη. Έτσι οι θεολόγοι και οι μέλλοντες ιερείς και αρχιερείς δεν εκκολάπτοντο μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, της φυσικής τους μητέρας, αλλά μέσα στους κόλπους ενός κρατικού Πανεπιστημίου γεμάτου από ορθολογιστική δυσωδία και πνευματική ρηχότητα, χωρίς καμμία δυνατότητα να γευθούν στην πράξη την μυστική εν Χριστώ ζωή της αγιότητος, που μόνη αναδεικνύει πραγματικούς θεολόγους.
Φύτρωσαν έτσι σαν ζιζάνια μέσα στην Εκκλησία θεολόγοι που είχαν τα μυαλά γεμισμένα με πολλές φιλοσοφικές θεωρίες προτεσταντικής ή ρωμαϊκής προελεύσεως, αλλά τις καρδιές κενές από το βίωμα της Ορθοδοξίας. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν ανίκανοι να δουν το χάσμα που χωρίζει την Ανατολική από τις Δυτικές «Εκκλησίες». Το θεωρούσαν ζήτημα δογματικών διατυπώσεων, αλλά όχι ζήτημα ζωής και ουσίας. Γι’ αυτούς η εν Χριστώ ζωή ήταν σειρά συναισθηματικών καταστάσεων και ηθικών πράξεων. Το ίδιο όμως είναι η εν Χριστώ ζωή και για τους Δυτικούς. Η θεωρία του Θεού, το βίωμα της παρουσίας του Χριστού και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος, η κατοίκησις δηλαδή της αληθείας μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, τους ήταν άγνωστη.
Αυτοί όταν μιλούν για αλήθεια εννοούν το ξηρό δόγμα. Το δόγμα όμως, τόσο γι’ αυτούς όσο και για τους Δυτικούς, ήταν ένας ξεχωριστός κόσμος εγκεφαλικών διατυπώσεων, αρκετά ενοχλητικός, την αξία του οποίου, ύστερα απ’ αυτήν την διάσπαση της ζωής και της πίστεως, ήταν αδύνατον να εκτιμήσουν. Τα θεμέλια λοιπόν επάνω στα οποία θα έκτιζαν για να υπερασπισθούν την Ορθοδοξία τους, ακόμη και οι πιο καλοπροαίρετοι από τους θεολόγους μας, ήταν σαθρότατα. Είναι φοβερό, όταν αναλογισθεί κανείς, ότι επάνω σ’ αυτά τα σαθρά θεμέλια έχει κτισθεί ολόκληρη η σύγχρονη ελληνική θρησκευτικότης.
Γιατί, ενώ κάποτε η θρησκευτικότης του λαού επήγαζε από τις Μονές και αυτές είχε για πνευματικό αποκούμπι και καθοδήγηση, στο ελληνικό βασίλειο η θρησκευτικότης θεμελιώθηκε επάνω στον θεολόγο που περιγράψαμε, ιερωμένο ή λαικό. Ο θεολόγος αυτός, μιμούμενος τα δυτικά πρότυπα, οργάνωσε αδελφότητες και χριστιανικές ενώσεις και πήρε στα χέρια του το κήρυγμα και την κατήχηση.
Και ενώ πριν, η θρησκευτικότης ενός τόπου
είχε σαν κέντρο της το μοναστήρι της περιοχής και τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας,
και δεν διέφερε σε τίποτε ο Χριστιανός του Α΄ τόπου από τον Χριστιανό του Β΄ τόπου,
γιατί όλοι ήταν το ίδιο παιδιά της Ορθοδόξου Εκκλησίας,
τώρα ο θεολόγος οργάνωσε την φατρία,
και έτσι σ’ έναν και τον αυτό τόπο υπάρχουν Χριστιανοί της Α΄ φατρίας
και Χριστιανοί της Β΄ φατρίας, πάντοτε αντίδικοι και υποβλεπόμενοι,
χωρισμένοι - χωρίς οι ίδιοι να καταλαβαίνουν ποιες είναι οι διαφορές τους.
Και όμως,
μ’ όλα αυτά τα μίση και τα μεταξύ των σχίσματα,
οι φατρίες είναι σύμφωνες πώς όσον αφορά τους Δυτικούς
''περισσότερα είναι εκείνα που μας ενώνουν παρά εκείνα που μας χωρίζουν''
και ''πρέπει να βλέπουμε αυτά που μας ενώνουν και να παραβλέπουμε αυτά που μας χωρίζουν''.
Βλέπουν δηλαδή πιο εύκολη την ένωση και την αγάπη με τους Δυτικούς ''αδελφούς'' τους
που ούτε τους είδαν ούτε τους γνώρισαν ποτέ,
παρά με τους ορθοδόξους συμπολίτες και γείτονες, που και βλέπουν καθημερινώς και γνωρίζουν.
Αλλά είπαμε οι άνθρωποι σήμερα κόπτονται για την αγάπη του ανθρώπου,
για την αφηρημένη αγάπη της ανθρωπότητος,
την στιγμή που είναι ανίκανοι να αγαπήσουν τον πλησίον τους...
Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, τίτλος, επιμέλεια και παρουσίαση κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Εκ του βιβλίου του Αλέξανδρου Καλόμοιρου: ''ΚΑΤΑ ΕΝΩΤΙΚΩΝ''.
Ταπεινές σκέψεις ενός Ορθοδόξου για τις προσπάθειες ενώσεως της Μιας, Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας με τις δήθεν Εκκλησίες της Δύσεως.
Εκδόσεις ''Ζέφυρος,'' Β' έκδοση 1995.
Στη φωτογραφία,
ο Όσιος Γέροντας Ιερώνυμος της Αίγινας,
ο σύγχρονος αποτειχισμένος Καππαδόκης και ομολογητής των πατρώων,
που από το 1942 έδειξε τον δρόμο της ορθόδοξης και μαρτυρικής Ομολογίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου