ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ' ΛΟΥΚΑ - Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΛΩΝΗ ΖΑΚΧΑΙΟΥ




Για προηγούμενες ομιλίες πνευματικού περιεχομένου που απευθύναμε προς τη δική σας αγάπη πήραμε αφορμή από όσα εξιστορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς σχετικά με τη θεραπεία ανθρώπων που ήταν ως προς το σώμα λεπροί και τυφλοί.


Σήμερα, ωστόσο, ως θέμα της ομιλίας μας θα έχουμε τον κάτοικο της Ιεριχούς Ζακχαίο, που ήταν τυφλός ως προς την ψυχή και την ανάβλεψή του ως προς αυτήν. Μεγάλο επίσης είναι και το θαύμα που διενεργήθηκε σε αυτόν και καθόλου μικρότερο από όσα επιτελέστηκαν σε εκείνους.


Διότι και αυτός είχε στο σκοτάδι τους εσωτερικούς οφθαλμούς της καρδιάς, όπως ο τυφλός εκείνος (της Ιεριχούς) είχε στο σκοτάδι τους οφθαλμούς που εξωτερικά είχε στο πρόσωπό του· διότι ούτε αυτός δεν μπορούσε, σύμφωνα με όσα μας ιστορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς, να δει τον Ιησού, και απαλλάχθηκε και αυτός από το πνευματικό του σκοτάδι, με μόνο τον λόγο Εκείνου που και στην αρχή του κόσμου με μόνο τον λόγο Του δημιούργησε το φως και καταύγασε όλη την αισθητή κτίση.


Όπως δηλαδή τότε, πριν να πει ο Θεός: «Γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς(:ας γίνει φως, και έγινε φως)»[Γέν.1,3], υπήρχε βαθύ σκοτάδι επάνω από την άβυσσο, έτσι και τώρα, πριν να πει προς τον Ζακχαίο ότι «σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι (:σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου)»[Λουκ.19,5], το φοβερό σκοτάδι της φιλαργυρίας ήταν καθισμένο επάνω στην ψυχή αυτού του ανθρώπου, ενώ η διάνοιά του ήταν οπωσδήποτε παραχωμένη μαζί με τον χρυσό σε σκοτεινούς τόπους, όπου θησαυρίζεται από τους φιλάργυρους ο χρυσός και ο άργυρος·


«που γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν(:διότι εκεί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας)»[Ματθ.6,21 και Λουκ.12,34], λέγει ο Κύριος. Ας δούμε λοιπόν πρώτα όσα αναφέρει η διήγηση του ευαγγελίου σχετικά με αυτόν. «Καὶ εἰσελθὼν διήρχετο τὴν Ἱεριχώ(:έπειτα από λίγο ο Ιησούς μπήκε στην Ιεριχώ, και περνούσε μέσα από την πόλη)». Τι είχε προηγηθεί;


Αφού πρώτα καθάρισε τους λεπρούς από την αρρώστιά τους, αφού έδωσε φως στους τυφλούς, αφού με τη φήμη που απέκτησε μέσω των θαυματουργικών θεραπειών που επιτέλεσε σε τέτοιους ασθενείς ανθρώπους, μαζί με πολλούς άλλους προσείλκυσε και τον Ζακχαίο στον πόθο για να Τον δει. «Αφού λοιπόν μπήκε μέσα στην Ιεριχώ ο Ιησούς, περνούσε μέσα από την πόλη»· και όχι βέβαια μόνο την Ιεριχώ, αλλά και την Ιουδαία διερχόταν ο Κύριος, και τη Γαλιλαία και γενικώς τη γη·


διότι δεν ήλθε εδώ για να παραμείνει σωματικώς, αν και έλαβε σώμα σαν το δικό μας για να σώσει εμάς, όπως ευδόκησε, αλλά και για να διέλθει και να ανεβεί προς τον ουρανό από όπου κατήλθε, ανεβάζοντας μαζί και το δικό μας φύραμα και τοποθετώντας το επάνω από κάθε αρχή και εξουσία· αλλά και κατά τον καιρό της διδασκαλίας Του διερχόταν περιοδεύοντας όλο τον τόπο της Παλαιστίνης.


Όπως δηλαδή στην αρχή της Δημιουργίας συνήγαγε σε ένα δίσκο όλο το φως της ημέρας και κατέστησε βασιλιά της τον ήλιο, δεν τον άφησε όμως να στέκεται ακίνητος, αλλά τον έχει κάνει να περιπολεί· έτσι, συνάπτοντας το πλήρωμα της θεότητας με το σώμα και υποδεικνύοντας τον εαυτό Του ως βασιλέα του παντός πραγματικά επίγειο και επουράνιο, ορατό και αόρατο, με αρχή και αιώνιο, δεν δέχθηκε να κάθεται επάνω σε ένα τόπο, αλλά ευδόκησε να περιέρχεται έως ότου απεργασθεί σωτηρία μόνιμη και αδιάκοπη στο μέσο της γης, καθώς προανήγγειλε ο Δαβίδ λέγοντας:


« δὲ Θεὸς βασιλεὺς ἡμῶν πρὸ αἰώνων, εἰργάσατο σωτηρίαν ἐν μέσῳ τῆς γῆς(:Και όμως, παρόλο που μας εγκατέλειψε ο Θεός, Αυτός είναι ο προαιώνιος βασιλιάς μας. Αυτός εργάστηκε με θαύματα τη σωτηρία μας ολοφάνερα πάνω στη γη, ώστε να γίνει ξακουστή σε όλο τον κόσμο)»[Ψαλμ.73,12]·


διότι αυτήν την σωτηρία επιτέλεσε ο Κύριος περιερχόμενος από τόπο σε τόπο. Επειδή λοιπόν ο ήλιος δεν περιπολεί γενικά όλον τον ουρανό, αλλά το μεσαίο μέρος του ζωδιακού άξονα, έτσι λοιπόν και «ο Ήλιος της δικαιοσύνης» Χριστός[βλ.Μαλαχ.4,1:


«Καὶ ἀνατελεῖ ὑμῖν τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά μου ἥλιος δικαιοσύνης καὶ ἴασις ἐν ταῖς πτέρυξιν αὐτοῦ(:για σας όμως, οι οποίοι ευλαβείστε το Όνομά μου, θα ανατείλει ο Ήλιος της δικαιοσύνης και στις ακτίνες Του, που απλώνονται σαν πτέρυγες, θα υπάρχει θεραπεία και θα εξέλθετε χαρούμενοι και θα σκιρτήσετε σαν τα μοσχάρια, τα οποία αφέθηκαν ελεύθερα από τους δεσμούς τους)»], περιερχόμενος σε όση έκταση χρειαζόταν το μέσο της κατοικούμενης από τις ζωντανές υπάρξεις, διερχόταν τα μέρη Του, και έτσι αφού εισήλθε, διερχόταν την Ιεριχώ.


Λέγει ο ιερός Ευαγγελιστής: «καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν(:Εκεί υπήρχε ένας άνθρωπος που ονομαζόταν Ζακχαίος. Αυτός ήταν αρχιτελώνης και πολύ πλούσιος.


Και προσπαθούσε να δει τον Ιησού ποιος είναι, αλλά δεν μπορούσε. Διότι υπήρχε μεγάλη συρροή λαού, και αυτός ήταν κοντός στο ανάστημα και σκεπαζόταν από το πλήθος)»[Λουκ.9,2-3]. Και όχι μόνο ήταν μικρόσωμος, αλλά βρισκόταν και μακριά από τον Ιησού• διότι αν πλησίαζε, έστω και μικρόσωμος, δεν θα δυσκολευόταν να Τον δει.


Εγώ μάλιστα νομίζω ότι αυτός και ελκυόταν και ανακοπτόταν με άρρητο τρόπο από τη θεία δύναμη του Ιησού· ελκυόταν δηλαδή, επειδή είχε τρόπο χρηστό και ψυχή κατάλληλη για την καλλιέργεια της αρετής, γι' αυτό κι επιθυμούσε κι επιχειρούσε να δει τον Ιησού· παρεμποδιζόταν όμως ταυτόχρονα και από τη θεία δύναμη, διότι αιχμαλωτίσθηκε από όσα είναι αντίθετα με όσα ορίζει ο Χριστός να πολιτευόμαστε στη ζωή μας, δηλαδή από την εξάσκηση του αισχροκερδούς επαγγέλματος του τελώνη και τον πλούτο.


Αυτά νομίζω υποδεικνύοντας και ο ευαγγελιστής στους συνετούς με λίγα λόγια, εφόσον μεν ο Ζακχαίος ήταν θαυμάσιος στους τρόπους, είπε γι' αυτόν: «καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος (:Εκεί υπήρχε ένας άνθρωπος που ονομαζόταν Ζακχαίος)», εφόσον όμως ήταν πιασμένος στους βρόχους της κακίας, πρόσθεσε «καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος (:και αυτός ήταν αρχιτελώνης, και αυτός ήταν βέβαια πλούσιος)». Πραγματικά, από τη μία πλευρά η φράση:


«Εκεί υπήρχε ένας άνθρωπος» λέγεται στις περιπτώσεις των αξιόλογων ανθρώπων που δεν ανήκουν στους πολλούς. Και προς αυτό τείνει η αναφορά του ονόματος του ανδρός· διότι δεν ήταν από εκείνους, για τους οποίους λέγει ο Δαβίδ: «Οὐ μὴ μνησθῶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν διὰ χειλέων μου(:τα ονόματα των ασεβών αυτών ανθρώπων αλλά και των μισητών θεών τους, δε θα τα θυμηθώ ποτέ και ούτε θα τα αναφέρω με τα χείλη μου)»[Ψαλμ.15,4].


Το ότι όμως ο ευαγγελιστής έδωσε μαρτυρία ότι δεν ήταν μονάχα ένας απλός τελώνης, αλλά και αρχιτελώνης και γι' αυτό πλούσιος, έδειξε ότι αυτός ξεχώριζε πάρα πολύ για την κακία του. Αλλά επειδή ο Ζακχαίος, ως μικρόσωμος και απομακρυσμένος από εκεί που βρισκόταν ο Ιησούς, δεν μπορούσε να Τον δει, λέγει ο ευαγγελιστής ότι «καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι(:και έτρεξε λοιπόν μπροστά από το πλήθος που συνόδευε τον Ιησού και ανέβηκε σαν να ήταν μικρό παιδί σε μία συκομουριά για να Τον δει, διότι από το δρόμο εκείνο στον οποίο βρισκόταν το δέντρο αυτό θα περνούσε ο Ιησούς)»[Λουκ. 19,4].


Παρατήρησε την σφοδρότητα του πόθου και αναλογίσου από αυτό ποιος ήταν ο τρόπος του. Όταν δηλαδή δεν μπόρεσε να διασπάσει τον όχλο, δεν απογοητεύθηκε, αλλά περισσότερο προσέτρεξε και δεν απομακρύνθηκε από τον πόθο, αλλά από τον όχλο· και αφού προπορεύθηκε, ανέβηκε σε μία συκομορέα που ήταν φυτεμένη κοντά στο δρόμο, για να δει από εκεί τον Ποθούμενο.


Και εκείνος έκανε αυτές τις ενέργειες με σαφή συγχρόνως και φιλόθεο τρόπο, με κεντρίσματα πόθου πληττόμενος και προτρέχοντας στην οδό, με φτερά πόθου ανυψούμενος και ανεβαίνοντας στο δένδρο. Και τι έκανε ο Ιησούς, η Ενυπόστατη σοφία του ανάρχου Πατρός, Αυτός που λέγει μέσω του Σολομώντος: «Ἐγὼ τοὺς ἐμὲ φιλοῦντας ἀγαπῶ, οἱ δὲ ἐμὲ ζητοῦντες εὑρήσουσι χάριν(: Εγώ αγαπώ όσους με αγαπούν· και όσοι με αγαπούν, με βρίσκουν. Και έτσι αποκτούν χάρη εκ μέρους του Θεού και δόξα εκ μέρους των ανθρώπων)»[Παροιμ.8,17]·


«τι τοὺς ἀξίους αὐτῆς αὕτη περιέρχεται ζητοῦσα καὶ ἐν ταῖς τρίβοις φαντάζεται αὐτοῖς εὐμενῶς καὶ ἐν πάσῃ ἐπινοίᾳ ὑπαντᾷ αὐτοῖς(:επειδή η ίδια η σοφία του Θεού περιέρχεται εδώ και εκεί και αναζητεί τους αξίους της. Ολόλαμπρη και ευμενής παρουσιάζεται στους δρόμους της ζωής τους, και σε κάθε σκέψη τους τούς βοηθάει πάντοτε)»[Σοφ.Σολ.6,16]; Φθάνει τον Ζακχαίο, τον βλέπει πρώτος, τον προσφωνεί με πολύ φιλικό τρόπο και του υπόσχεται ότι θα τον επισκεφτεί και θα μείνει στο σπίτι του.


Διότι, όπως λέγει ο ευαγγελιστής: «καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον(:Αμέσως μόλις έφθασε στο σημείο εκείνο)», όπου δηλαδή η συκομορέα βάσταζε τον Ζακχαίο σαν ουράνιο καρπό λόγω του ενθέου πόθου του, «ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι (:σήκωσε τα μάτια Του ο Ιησούς και τον είδε˙ και χωρίς να τον γνωρίζει από παλαιότερα τον φώναξε με το όνομά του και του είπε: ‘’Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, διότι σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου, σύμφωνα με τη θεία βουλή που προετοιμάζει η σωτηρία σου’’)».


Μου φαίνεται ότι δεν αναγνώριζαν εύκολα τον Ιησού ανάμεσα στον όχλο απλά και μόνο αν Τον έβλεπαν, αυτοί που δεν Τον είχαν δει προηγουμένως, διότι περπατούσε με σεμνότητα και δεν είχε τίποτε διαφορετικό από τους πολλούς, αλλά και ότι δεν ήταν δυνατό να επιτύχει κανείς να Τον δει κατά πρόσωπο από ψηλά, διότι συνήθως έσκυβε ταπεινά προς τον εαυτό Του.


Γι' αυτό και Εκείνος που γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων και που είδε τον ενδόμυχο πόθο του Ζακχαίου, τον προσφωνεί και καλεί με το όνομά του αυτόν που δεν είχε δει ποτέ προηγουμένως πρόσωπο με πρόσωπο, για να του δείξει την όψη Του από φιλανθρωπία και να γνωρίσει με ευγένεια τον εαυτό Του σε εκείνον που Τον ποθούσε και να του δείξει ότι δεν ποθεί αυτός μόνο να δει τον Δημιουργό, αλλά και ποθείται και ο ίδιος από τον Δημιουργό του.


Και επιπλέον μάλιστα και τον παροτρύνει να σπεύσει στο σπίτι του, ώστε με αφθονία να πράξει και να αποκομίσει τα τέλη της θεοφιλίας από Αυτόν που δίνει με το παραπάνω όσα ζητούμε ή σκεπτόμαστε. «Καὶ σπεύσας κατέβη(:Τότε ο Ζακχαίος)», λέγει, «καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων(: κατέβηκε γρήγορα και Τον υποδέχθηκε στο σπίτι του με χαρά)»[Λουκ.19,6]. Διότι αυτός που πριν Τον δει, τρέχει προκειμένου να Τον δει και πράττει τα πάντα, ώστε να το επιτύχει, πώς δεν θα έσπευδε, όταν Τον είδε και Τον άκουσε, και μάλιστα όταν δέχθηκε τέτοια επαγγελία;


Μόλις λοιπόν είδε ότι και η επαγγελία πραγματοποιήθηκε, αυτός ο ίδιος χαιρόταν που βρισκόταν μαζί με Εκείνον που ποθούσε να συναντήσει και ήδη γευόταν τις άφθαρτες χάριτες από την ίδια την Πηγή· αυτοί όμως που έβλεπαν όσα συνέβαιναν, επειδή δεν έβλεπαν με σύνεση, λέγει ο ευαγγελιστής: «καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι(:μουρμούριζαν μεταξύ τους με αγανάκτηση και σχολίαζαν περιφρονητικά τον Ιησού λέγοντας ότι μπήκε να μείνει και να αναπαυθεί στο σπίτι ενός αμαρτωλού ανθρώπου)»[Λουκ.19,7].


Αλλά ο τελώνης, συναγωνιζόμενος σε φιλοτιμία Αυτόν που όχι μόνο κατέβηκε έως εμάς με σάρκα, αλλά και από άφατη φιλανθρωπία σήκωσε τον ονειδισμό μας: «σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον (:στάθηκε μπροστά στον Κύριο και είπε)»[Λουκ.19,8]· το ότι μάλιστα στάθηκε όρθιος είναι δείγμα βέβαιης γνώμης, θαρραλέας και ταπεινής συγχρόνως· αφού λοιπόν στάθηκε και αποστόμωσε με παρρησία τους κατηγόρους, είπε προς τον Ιησού:


«δοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν(:Ιδού, Κύριε, τα μισά από τα υπάρχοντά μου τα δίνω ελεημοσύνη στους φτωχούς, και αν τυχόν ως τελώνης μεταχειρίστηκα συκοφαντίες, ψεύτικες καταγγελίες και αναφορές για να αδικήσω κάποιον σε κάτι, του το γυρίζω πίσω τετραπλάσιο)»[Λουκ.19,8]. Και παρουσιαζόμενος με αυτόν τον τρόπο δίκαιος, διέλυσε τον ονειδισμό όσων γόγγυζαν προς τον Κύριο που έλεγαν «ότι μπήκε να μείνει και να αναπαυθεί στο σπίτι ενός αμαρτωλού ανθρώπου»·


διότι, αφού απέδωσε νομίμως τετραπλάσια όσα με εκβιασμό είχε μαζέψει, απομακρύνθηκε πραγματικά από το κακό, ενώ αφού διένειμε τα μισά από τα υπάρχοντά του στους πτωχούς έπραξε το αγαθό και φάνηκε ότι σε όλα είχε καθαριστεί. Επομένως, ο Κύριος προς μεν τους Φαρισαίους έλεγε: «πλὴν τὰ ἐνόντα δότε ἐλεημοσύνην, καὶ ἰδοὺ ἅπαντα καθαρὰ ὑμῖν ἔσται(:Δώστε όμως ελεημοσύνη εκείνα που είναι μέσα στο ποτήρι και την πιατέλα, και γίνετε ευεργετικοί στους άλλους με τα αγαθά σας˙


κι έτσι, όλα όσα τρώτε τότε θα σας γίνουν καθαρά, έστω κι αν τα τρώτε χωρίς να πλυθείτε προηγουμένως)»[Λουκ.11,41], τώρα όμως αποφασίζοντας σε σχέση με τέτοιες πράξεις έμπρακτης μετάνοιας και παίρνοντας από τον ίδιο τον μετανοημένο και ελεήμονα πλέον Ζακχαίο την απολογία προς όσους γόγγυζαν εναντίον του, λέγει: «σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν(:Σήμερα με την επίσκεψή μου στο σπίτι αυτό ήλθε η σωτηρία τόσο στον οικοδεσπότη όσο και στους δικούς του.


Και έπρεπε να σωθεί και ο αρχιτελώνης αυτός, διότι κι αυτός είναι γιος και απόγονος του Αβραάμ, όπως κι εσείς που διαμαρτύρεστε. Και σ’ αυτόν λοιπόν έδωσε ο Θεός την υπόσχεση της σωτηρίας)», ως ένας άνθρωπος που έγινε τώρα πιστός, ως ένας άνθρωπος πλέον δίκαιος και φιλόξενος και φιλόπτωχος.


Διότι «ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός(:έπρεπε λοιπόν να συντελέσω στη σωτηρία αυτή του Ζακχαίου, διότι ο Υιός του ανθρώπου ήλθε από τον ουρανό στη γη για ν’ αναζητήσει και να σώσει όλη την ανθρωπότητα, που σαν χαμένο πρόβατο κινδύνευε να πεθάνει μέσα στην αμαρτία)»[Λουκ.19,10], λέγοντας εκείνο ακριβώς προς όσους γόγγυζαν, ότι «εισήλθα μεν στο σπίτι αμαρτωλού για να βρω κατάλυμα, αλλά το έκανα για να τον μεταβάλλω και να τον σώσω, αποδεικνύοντάς τον σε όλους αντί φιλάργυρο που ήταν πριν, τώρα φιλόθεο, αντί άδικο που ήταν πριν, τώρα δίκαιο, αντί αφιλόξενο που ήταν πριν, τώρα φιλόξενο, αντί ασυμπαθή που ήταν πριν, τώρα πλέον ελεήμονα, όπως τον βλέπετε να γίνεται τώρα».


Βλέπετε λοιπόν όλοι τον Ζακχαίο, πώς αγάπησε και ζήτησε, και αγαπήθηκε και προσηλώθηκε και εξοικειώθηκε με τον Χριστό; Όποιος επομένως είναι τελώνης ή αρχιτελώνης που πλουτίζει από το έργο του με κακό και άνομο τρόπο και συνάζει άδικα πλούτη, ας μιμηθεί την πορεία του αρχιτελώνη αυτού προς την σωτηρία, και ας επιστρέφει και σκορπίζει με τρόπο θεάρεστο και ψυχοσωτήριο, όσα θησαύρισε με τρόπο εφάμαρτο και ολέθριο για την ψυχή του.


Όποιος είναι πτωχός, επειδή έγινε θύμα αρπαγής ή για άλλον λόγο, ας είναι ευχαριστημένος· διότι έχει τη σωτηριώδη πτωχεία, και μάλλον ας την κάνει αυτός σωτηριώδη μέσω της ευχαριστίας, προς την οποία καταφεύγοντας με προθυμία και ο πλούσιος τελώνης σώθηκε, όπως ακούσατε τώρα σχετικά με αυτόν στη διήγηση του ευαγγελίου. Αυτά λοιπόν ως προς την διήγηση. Στη συνέχεια λοιπόν παρακολουθείστε με προσοχή όσοι έχετε διεισδυτικότερο τρόπο σκέψης.


Επειδή δηλαδή το όνομα Ζακχαίος σημαίνει «δικαιούμενος», παρακαλώ κατανόησε από αυτό τους Φαρισαίους που δικαιώνουν τους εαυτούς τους, που είναι σαν να ασκούν και αυτοί το αισχροκερδές επάγγελμα του τελώνη κατά κάποιον τρόπο, όπως λέγει ο Κύριος στα ευαγγέλια, «κατατρώγοντας τα σπίτια και την περιουσία των χηρών και προσευχόμενοι επιδεικτικά πολλή ώρα» [βλ.Ματθ.23,13:


«Οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρῖμα(:Αλίμονο σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, διότι κατατρώτε τα σπίτια και την περιουσία των χηρών, εσείς που με πρόσχημα και ευλάβεια για σκοπούς συμφεροντολογικούς κάνετε μεγάλες προσευχές˙ γι’ αυτό θα έχετε μεγαλύτερη καταδίκη απ΄ τους άλλους αδίκους και κλέφτες)».


Όταν λοιπόν κάποιος από αυτούς ποθήσει να οδηγηθεί σε επίγνωση της αλήθειας, ζητεί να δει και να γνωρίσει, όπως ζητούσε ο Ζακχαίος, τον Ιησού, αφού Αυτός είναι η αλήθεια· μην μπορώντας όμως ως μικρόσωμος και μικρόνους, κατά το παράδειγμα του μικρόσωμου Ζακχαίου, ανεβαίνει σε μια συκομορέα, δηλαδή στην ακρίβεια του μωσαϊκού νόμου και των ιουδαϊκών συνηθειών, νομίζοντας ότι από εκεί θα επιτύχει την αλήθεια, τόσο κατά τη γνώση όσο και κατά την πράξη.


Και ο Κύριος, που διερχόταν από την νόμιμη πολιτεία, σαν από κάποια οδό, αφού είδε τον αγαθό του σκοπό και τον πόθο του για την αλήθεια, αποκαλύπτει σε αυτόν τον εαυτό Του, και τον προσφωνεί προσκαλώντας και τον διατάσσει να κατέβει από τη συκομορέα, δηλαδή να εγκαταλείψει τον μωσαϊκό νόμο που δεν καρποφορεί τίποτε σπουδαίο, και να σπεύσει στην χάρη και την κατά το ευαγγέλιο διαγωγή, από τα οποία μπορεί να λάβει ένοικο τον Θεό και να καρπωθεί τη σωτηρία.


Αυτός λοιπόν, επειδή υπάκουσε στο Λόγο καθώς δίδασκε και καλούσε, όπως εκείνος ο Ναθαναήλ (διότι και αυτόν τον είδε ο Χριστός να είναι κάτω από τη σκιά, δηλαδή να ζει κατά τον σκιώδη βίο[βλ. Ιω.1,49: «Λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε(:Του λέει ο Ναθαναήλ: ‘’Από πού με ξέρεις; Και πώς γνωρίζεις την ειλικρίνεια των μυστικών μου σκέψεων και ελατηρίων;’’.


Του αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς: ‘’Πριν ακόμη σε φωνάξει ο Φίλιππος, όταν ήσουν κάτω από τη συκιά και προσευχόσουν μακριά από κάθε μάτι ανθρώπου, εγώ με το υπερφυσικό και θείο μου βλέμμα σε είδα’’)»] ή ο μέγας Παύλος (διότι και αυτόν, που όπως λέγει για τον εαυτό του: «Κατὰ ζῆλον διώκων τὴν ἐκκλησίαν, κατὰ δικαιοσύνην τὴν ἐν νόμῳ γενόμενος ἄμεμπτος(:από πραγματικό ζήλο καταδίωκα την Εκκλησία, και αποδείχθηκα άμεμπτος ως προς τη δικαιοσύνη που προέρχεται από την αυστηρή τήρηση του νόμου.


Κανείς δεν μπορούσε να με κατηγορήσει για την παραμικρή παράβαση)»[Φιλιπ.3,6], πρώτος τον κοίταξε και τον προσκάλεσε ο Χριστός)· όποιος λοιπόν υπακούσει έτσι τον Λόγο που προσκαλεί και διδάσκει, γίνεται ακριβώς Ζακχαίος· 


και τα μισά των διδαγμάτων από τον νόμο που κατείχε προηγουμένως, αφήνει στους Ιουδαίους τους πτωχούς κατά τη διάνοια, δηλαδή περιτομές, σαββατισμούς, βαπτισμούς, ζωοθυσίες και γενικώς όλα τα ταιριαστά στο χαμαίζηλο γράμμα. Παριστώντας μάλιστα και συνάγοντας από τα λόγια και τα παραγγέλματα του νόμου ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο μονογενής Υιός του Θεού, και αν ποτέ συκοφάντησε κάποιον από τους πιστούς αποκαλώντας τον άπιστο ή σαν τέτοιον τον κακοποίησε ανοικτά, αποδίδει πολλαπλάσια θεραπεύοντας πολλούς πιστούς και οδηγώντας πολλούς απίστους προς την πίστη στον Χριστό. Έχουμε με συντομία και την αλληγορική ερμηνεία.


Επειδή ο Ζακχαίος κατά τη διήγηση προηγουμένως ήταν φιλάργυρος (διότι και σύναζε τον χρυσό ασκώντας το έργο του τελώνη και κοντά του το κρατούσε πλουτίζοντας), ύστερα όμως παρουσιάσθηκε φιλόπτωχος, ή μάλλον πτωχός και ακτήμονας εκουσίως, αφού άλλα τα έδωσε και άλλα τα επέστρεψε ως οφειλόμενα, τώρα εμείς θα επαινέσουμε την αρετή ή θα γίνουμε κατήγοροι της κακίας; Διότι ο χρόνος που έχω στη διάθεσή μου για την ομιλία αυτή δεν επιτρέπει να τα κάνουμε και τα δύο.


Αλλά επειδή ο λόγος είναι για μας τους παριστάμενους εδώ, από τους οποίους δεν γνωρίζω αν είναι κανείς εκούσιος κάτοχος της ακτημοσύνης, αλλά στη φιλαργυρία υποχωρούμε σχεδόν όλοι, ας πούμε λοιπόν λίγα και ανάλογα με την ώρα περί φιλαργυρίας, για να φανερώσουμε την φθορά που προκύπτει από αυτήν, απαλλάσσοντάς μας από αυτήν κατά το μέτρο που μας είναι δυνατόν.


Η φιλαργυρία είναι αιτία όλων των κακών: της αισχροκέρδειας, της τσιγκουνιάς, της ρηχότητας, της αστοργίας, της απιστίας, της μισανθρωπίας, της αρπαγής, της αδικίας, της πλεονεξίας, του τόκου, του δόλου, του ψεύδους, και όλων των ομοίων με αυτά. Εξαιτίας της φιλαργυρίας γίνονται ιεροσυλίες, λωποδυσίες και κάθε είδος κλοπής· εξαιτίας της φιλαργυρίας δεν υπάρχουν μόνο στους δρόμους και στην ξηρά και στα πελάγη άρπαγες και ληστές και πειρατές, αλλά και μέσα στην πόλη άδικα σταθμά και ζύγια και διπλά μέτρα και περίεργη κουρά και παραχάραξη νομισμάτων, υπέρβαση ορίων, πονηροί ανταγωνισμοί γειτόνων.


Αυτή φέρει έθνη εναντίον εθνών και διαλύει δυνατές φιλίες και μερικές φορές διασπά τους στενούς δεσμούς της συγγένειας· εξαιτίας αυτής προδίδει κανείς και την πατρίδα, άλλος στρατόπεδο ομόφυλο, άδικος δικαστής τον νόμο και μάρτυρας την αλήθεια, και πριν από όλα ο καθένας προδίδει την ψυχή του. Έτσι κατά τον θείο απόστολο, «ρίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία, ἧς τινες ὀρεγόμενοι ἀπεπλανήθησαν ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς(:γιατί ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία, για την οποία επειδή μερικοί την ορέγονται, αποπλανήθηκαν από την πίστη και κατατρύπησαν τους εαυτούς τους με οδύνες πολλές)»[Α΄Τιμ.6,10].


Αλλά προσέξτε με σύνεση τη φωνή του αποστόλου· διότι δεν είπε ότι «όσοι πλουτίζουν, αποπλανήθηκαν και απομακρύνθηκαν από την πίστη», αλλά «όσοι ορέγονται διακαώς τον πλούτο», όπως και αλλού λέγει ότι «οἱ δὲ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμὸν καὶ παγίδα καὶ ἐπιθυμίας πολλὰς ἀνοήτους καὶ βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τοὺς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καὶ ἀπώλειαν(: εκείνοι όμως που θέλουν να πλουτίζουν, πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα και επιθυμίες πολλές, ανόητες και βλαβερές, οι οποίες βυθίζουν τους ανθρώπους σε όλεθρο και σε απώλεια)»[Α΄Τιμ.6,9].


Να μην πείτε λοιπόν: «Φτωχοί είμαστε οι περισσότεροι εδώ· τι ομιλείς ενάντια στη φιλαργυρία προς ανθρώπους που δεν έχουμε σχεδόν καθόλου χρήματα;». Το πράττω διότι έχουμε την νόσο μέσω της επιθυμίας στην ψυχή και χρειαζόμαστε γι' αυτήν θεραπεία. Εάν πάλι μου πεις ότι δεν έχεις την νόσο, δείξε ότι δεν ζητείς ν' απαλλαγείς από την πτωχεία, αλλά ότι την θεωρείς ποθεινότερη και πολυτιμότερη από τον πλούτο και χαίρεσαι και ευχαριστείς τον Θεό γι' αυτήν, με την πεποίθηση ότι σου καθιστά ευκολότερη τη σωτηρία. 


Αν επίσης είναι κανείς πλούσιος, ας ακούει μεν ότι δύσκολα θα εισέλθει πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών, αλλά ας γνωρίζει επίσης ότι και ο Αβραάμ ήταν πλούσιος, και όμως σώθηκε (διότι ήταν φιλόξενος και φιλόπτωχος, αλλά όχι φιλάργυρος) και ο Ιώβ που δοκιμάσθηκε και σε περίοδο πλούτου και σε περίοδο φτώχειας, όταν ήταν πλούσιος λέγει για τον εαυτό του: «Εἰ ἔταξα χρυσίον εἰς χοῦν μου, εἰ δὲ καὶ λίθῳ πολυτελεῖ ἐπεποίθησα(:ποτέ δεν έκρυψα για αποθησαυρισμό και ασφάλεια εντός της γης το χρυσάφι, ποτέ δε στήριξα την ελπίδα μου στους πολύτιμους λίθους)»[Ιώβ, 31,24].


Επομένως ο έρωτας προς τον πλούτο είναι κακό, που αν δεν προσέχει, και ο φτωχός και ο πλούσιος τον παθαίνει ματαίως. Επειδή μάλιστα ο πονηρός πλούτος μερικές φορές προσλαμβάνει μαζί του και συζυγία πονηρότερη, δηλαδή την υψηλοφροσύνη και την πεποίθηση στον πλούτο, γι' αυτό γράφοντας προς τον Τιμόθεο ο θείος Παύλος λέγει: «Τοῖς πλουσίοις ἐν τῷ νῦν αἰῶνι παράγγελλε μὴ ὑψηλοφρονεῖν, μηδὲ ἠλπικέναι ἐπὶ πλούτου ἀδηλότητι, ἀλλ' ἐν τῷ Θεῷ τῷ ζῶντι, τῷ παρέχοντι ἡμῖν πάντα πλουσίως εἰς ἀπόλαυσιν(: στους πλούσιους του τωρινού αιώνα παράγγελλε να μην υψηλοφρονούν μήτε να έχουν ελπίσει στην αβεβαιότητα του πλούτου, αλλά στον Θεό που μας παρέχει όλα πλούσια προς απόλαυση)»[Α΄Τιμ.6,17].


Διότι η ταπείνωση ανάμεσα στους ανθρώπους είναι επίγνωση αληθείας· και όποιος καυχάται για τον πλούτο που είναι περισσότερα από όλα τα υπάρχοντά μας αληθινά γήινος και ελπίζει σε αυτόν, είναι πραγματικά άφρων και κατά τίποτε ανόμοιος από τους πλουσίους που προέβαλε ο Κύριος σε παραβολή· από τους οποίους ο μεν ένας πλούσιος έχοντας στα πρόθυρα του σπιτιού του τον φτωχό και άρρωστο Λάζαρο ούτε καν τον κοίταζε από την έπαρση που τον διακατείχε, ενώ ο άλλος, ο άφρονας πλούσιος, διαλεγόμενος με την ψυχή του σχετικά με τα θησαυρισμένα για πολλά έτη αγαθά του παρέστησε ποια είναι η ελπίδα στον πλούτο· γι' αυτό τον μεν ένα δέχθηκε άσβεστη φλόγα, τον δε άλλο η αναπόφευκτη απαίτηση της ψυχής του από τους εναντίους. Βλέπετε το τέλος όσων προσηλώνονται στον πλούτο;


Γι' αυτό λέγει ο Δαβίδ: «μὴ ἐλπίζετε ἐπ᾿ ἀδικίαν καὶ ἐπὶ ἁρπάγματα μὴ ἐπιποθεῖτε· πλοῦτος ἐὰν ῥέῃ, μὴ προστίθεσθε καρδίαν(:εσείς οι άνθρωποι, μη στηρίζετε τις ελπίδες σας στον πλούτο και στην αδικία. Μη φλογίζεστε από τον πόθο για πλούτη, που προέρχονται από αρπαγές. Και αν δείτε σαν ποτάμι να ρέει ο πλούτος μπροστά σας, μην προσκολλάτε σε αυτόν την καρδιά σας)»[Ψαλμ.61,11] · ο Σολομώντας επίσης λέγει: «ὁ πεποιθὼς ἐπὶ πλούτῳ οὗτος πεσεῖται, ὁ δὲ ἀντιλαμβανόμενος δικαίων οὗτος ἀνατελεῖ(:εκείνος που έχει πεποίθηση και ελπίδα στον πλούτο του, θα πέσει και θα καταστραφεί.


Εκείνος όμως που βοηθάει και υποστηρίζει τους αναξιοπαθούντες δικαίους, αυτός θα ανατείλει σαν λαμπρός ήλιος)»[Παροιμ.11,28]· σε άλλο σημείο πάλι παρομοιάζει όσους χάσκουν στα κέρδη με άδη και καταστροφή, λέγοντας: «καὶ σὺ δὲ ἀπόγραψαι αὐτὰ σεαυτῷ τρισσῶς εἰς βουλὴν καὶ γνῶσιν ἐπὶ τὸ πλάτος τῆς καρδίας σου(:και εσύ γράψε εντός σου αυτούς τους λόγους τρεις φορές, σε τρεις θέσεις της ψυχής σου. Στη θέλησή σου, για να είναι αγαθή, στη γνώση σου, για να είναι αληθής, στο πλάτος της καρδιάς σου, ώστε να πλημμυρίζουν ολόκληρη την ψυχή σου)»[Παροιμ.27,20]· και ο Κύριος λέγει:


«Πλὴν οὐαὶ ὑμῖν τοῖς πλουσίοις, ὅτι ἀπέχετε τὴν παράκλησιν ὑμῶν(:Αλίμονο όμως σε σας τους πλουσίους, που χρησιμοποιείτε εγωιστικά τον πλούτο σας για να υπηρετείτε τις σαρκικές σας ανέσεις και απολαύσεις. Αλίμονό σας, διότι, αφού στη ζωή αυτή βρίσκετε πλήρη και τέλεια παρηγοριά στον πλούτο, δεν μένει να ελπίζετε τίποτε στην άλλη ζωή)»[Λουκ.6,24].


Αλλά εμείς, αδελφοί, ας πλουτίσουμε σε αγαθά έργα· ας γεμίσουμε με όσα έχουμε τα στομάχια των φτωχών, ώστε να αξιωθούμε την επηγγελμένη φωνή και ευλογία και να κληρονομήσουμε την ουράνια βασιλεία. Και είθε όλοι μας να την αποκτήσουμε με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει δόξα, κράτος, μεγαλοσύνη και μεγαλοπρέπεια μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το ζωοποιό Πνεύμα τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος







ΠΗΓΕΣ:


Αγίου Γρηγορίου Παλαμά Άπαντα τα έργα, τόμος 11, ομιλία ΞΒ΄,σελ.562-583,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1986.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος Θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm *Εκ του ιστολογίου <<Ακτίνες>. Επιμέλεια, παρουσίαση ημετέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF
Εικόνες θέματος από A330Pilot. Από το Blogger.