ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΑΓΙΟΣ ΓΛΥΚΕΡΙΟΣ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ




Ο σύγχρονος Άγος Γλυκέριος ο Ομολογητής της Ρουμανίας ανήκει στον χορό των Αγίων,

που αντιστάθηκαν στην Ημερολογιακή Καινοτομία,

φυλακίστηκε και βασανίστηκε άγρια από τα πολιτικά καθεστώτα της χώρας,

συνεργούσης και αυτής της επισήμου Ρουμανικής εκκλησίας.

Επί τη ευκαιρία της έκδοσης του βιβλίου

 ''Οι κατά Θεόν αγώνες και τα θαυμαστά παλαίσματα του Ομολογητού Ιεράρχου Αγίου Γλυκερίου εν Ρουμανία (1891-1985) 

από τον θεοφιλέστατο Επίσκοπο Γαρδικίου κ. Κλήμη 

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών,

προβαίνουμε σε συνεχείς,

αποσπασματικές αναρτήσεις από το εν λόγω βιβλίο.

Μέσα από αυτό αναδύεται η εικόνα ενός επίκαιρου Ομολογητή της Πατερικής Παράδοσης,

που εκδιωγμένος επί χρόνια στις οπές της γης και στις φυλακές ενός ''Καίσαρα,'' 

κατέστησε σ' εμάς εμφανές, πως οι καρποί των πνευματικών αθλήσεων ''κόποις και βασάνοις κτώνται.'' 

Και,

όπως γράφει και ο συγγραφέας του βιβλίου:

 ''Ουσιαστικά προβαίνουμε σε μια διακριτική ''ξενάγηση'' στον ανθώνα μιας εκπληκτικής μαρτυρίας,

η οποία περιέχει πληθύν οδυνηρών,

αλλά και ενδόξων θαυμαστών στοιχείων και περιστατικών.'' 

Η ευχή και ευλογία του εν Αγίοις Πατρός ημών Γλυκερίου του εκ Ρουμανίας του Ομολογητή είη μετά πάντων ημών! 


Γ. Δ. Δ.



Όπως ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει, ὁ Ἅγιος Γλυκέριος κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου,

ἐν ὅσῳ διατελοῦσε σὲ ἀπόκρυψι σὲ ἐρημιτικὴ περιοχὴ στὸ δάσος τῆς Ρίσκα,

πλησίον τῆς Σλατιοάρας,

εἶδε ἕνα προφητικὸ ὅραμα μὲ τὸν Ἐπίσκοπο Γαλακτίωνα Κορντοὺν τοῦ Πατριαρχείου Ρουμανίας,

ὁ ὁποῖος σὲ ἕναν ὡραῖο Ναὸ διένειμε Εἰκόνες στοὺς πιστοὺς καὶ στὸν π. Γλυκέριο παρέδωσε ἕναν Σταυρό!

Πράγματι,τοῦτο ἦταν μία σαφὴς πρόρρησις γιὰ τὰ γεγονότα, τὰ ὁποῖα θὰ ἐπακολουθοῦσαν.

Ὁ Ἐπίσκοπος Γαλακτίων ἦταν αὐτός, τὸν ὁποῖον ἐπέλεξε ἡ Θεία Πρόνοια, γιὰ νὰ παραδώση στὸν Ἅγιο Γλυκέριο

 ὡς ἱερὰ Παρακαταθήκη τὸν Σταυρὸ τῆς Ἀποστολικῆς Χάριτος τῆς ἁγίας Ἀρχιερωσύνης

 καὶ τῆς Πρωθιεραρχίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων ἐπὶ μίαν ὁλόκληρον τριακονταετίαν.

Ὁ Ἐπίσκοπος Γαλακτίων Κορντοὺν ἐγεννήθη τὸ 1883 καὶ ἐσπούδασε στὴν Θεολογικὴ Ἀκαδημία 

τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως στὴν προεπαναστατικὴ Ρωσία.

Δὲν ἦταν «δυτικοθρεμμένος», οὔτε ἀνῆκε στοὺς «μοντερνίζοντας» κληρικούς, τοὺς θαμπωμένους ἀπὸ τὰ «ἀγαθὰ» τῆς Ἑσπερίας.


Διεκρίνετο δὲ γιὰ τὴν εὐλάβεια, τὴν σοβαρότητα καὶ τὸν κατὰ Θεὸν ζῆλο του. Ἐχειροτονήθη Πρεσβύτερος καὶ ἐχειροθετήθη Ἀρχιμανδρίτης, τοποθετηθεὶς σὲ νευραλγικὴ θέσι στὴν Μητρόπολι Βλαχίας, στὰ μέσα τῆς δεύτερης δεκατετίας τοῦ Κ’ αἰ., ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποίαν ἡ Μητρόπολις ἐκείνη διατελοῦσε ὑπὸ Γερμανο-Βουλγαρικὴ κατοχὴ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.


Σὲ «ἀνύποπτο» χρόνο, τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1916, ὁ Ἀρχιμανδρίτης Γαλακτίων ἔγραψε μία δυναμικὴ ἐπιστολὴ στὸν γηραιὸ Προκαθήμενος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας Μητροπολίτη Κόνωνα, μέσῳ τῆς ὁποίας ἐδείκνυε τὸν ζῆλο καὶ τὴν εὐαισθησία του γιὰ τὸ προκῦψαν τότε Ἡμερολογιακὸ θέμα. Ἀποκαλύπτει μὲ παρρησία στὸν Μητροπολίτη τὸ ἄνομο σχέδιο τῆς γερμανικῆς δυνάμεως κατοχῆς νὰ ἐπιβάλῃ, μέσῳ κάποιων δοτῶν, τὴν χρῆσι τοῦ «Παπικοῦ Ἡμερολογίου» κατὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς πρώτης τοῦ ἔτους 1917. 


Στὴν σημαντικὴ ἐπιστολή του, ὁ Ἀρχιμανδρίτης Γαλακτίων θεωρεῖ ὅτι τὸ Ἡμερολογιακὸ θέμα δὲν συνιστᾶ ἐξ ἑαυτοῦ ἕνα δογματικὸ ζήτημα μὴ ἐπιδεχόμενο ἀλλαγή, ἀλλὰ μία ἔνδοξη Ἐκκλησιαστικὴ Παράδοσι καὶ ἕνα Σημεῖο Πιστότητος εἰς Αὐτήν, ἔναντι μιᾶς Παπικῆς Καινoτομίας, ἡ ὁποία ἐπ’ οὐδενὶ λόγῳ θὰ ἔπρεπε νὰ γίνη ἀποδεκτὴ κατ’ ἐκείνη τὴν κρίσιμη περίστασι, διότι θὰ ἐσήμαινε ἕνα θανάσιμο ἠθικὸ κτύπημα κατὰ τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ καὶ μία τεράστια ἐπιτυχία τῶν Παπικῶν, μὲ ἀπρόβλεπτες μελλοντικὲς συνέπειες.


Γιὰ τὸν λόγο δὲ τοῦτο, ὁ Ἀρχιμανδρίτης Γαλακτίων ἐκλιπαροῦσε τὸν Μητροπολίτη Κόνωνα νὰ ἀγωνισθῆ πάσῃ δυνάμει κατὰ τῆς Καινοτομίας, καὶ ἐδήλωνε ρητῶς τὴν ἀποφασιστικότητά του γιὰ τὴν ἕως θανάτου συμπαράταξί του στὸν ἀγῶνα αὐτό!... Εἶναι λοιπὸν σαφέστατα δηλωμένη καὶ καταγεγραμμένη ἡ ἀντιπαπικὴ καὶ ὁμολογιακὴ γραμμὴ καὶ στάσις τοῦ Γαλακτίωνος πρὸ τῆς ἐφαρμογῆς τῶν Καινοτομιῶν στὴν ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.


Αὐτὸ ἔγινε ἀντιληπτὸ τότε καὶ ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς κατακτητές, οἱ ὁποῖοι τὸν ἔθεσαν ὑπὸ περιορισμὸν τὴν 18/31.1.1917 καὶ σὲ ἕνα ἐπίσημο κείμενό τους τῆς 27.7.1917 τὸν θεωροῦσαν «ἀκατάλληλο» γιὰ ἐκκλησιαστικὴ διακονία, διότι ἀντετάσσετο στὴν προώθησι καὶ ἐφαρμογὴ τῶν συμφερόντων τους.


πορεία τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Γαλακτίωνος βέβαια, μετὰ τὴν θλιβερὰ ἐφαρμογὴ τῆς Ἡμερολογιακῆς Καινοτομίας στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας τὸ 1924, διῆλθε ἐντὸς τοῦ Πατριαρχείου, καίτοι ἐξέφραζε τὴν διαφωνία του ἔναντι τῆς Καινοτομίας καὶ τὴν συμπάθειά του ἔναντι τῶν διωκομένων πιστῶν τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου.


Τελικά, τὸ Πατριαρχεῖο ἐκτιμώντας τὴν ἐκκλησιαστικὴ προσφορά του καὶ τὴν ποιμαντικὴ σοφία του, τὸν ἀνύψωσε στὴν Ἀρχιερωσύνη τὸ ἔτος 1935, διετέλεσε δὲ γιὰ κάποιο διάστημα Γραμματεὺς αὐτοῦ. Εἶναι μάλιστα ἀξιοσημείωτον, ὅτι ἦταν ὁ Πνευματικὸς τῆς Βασιλικῆς οἰκογενείας τῆς Ρουμανίας ἕως τῆς ἐκδιώξεως αὐτῆς ἀπὸ τὴν χώρα τὸ 1948. Δὲν εἶναι λοιπὸν τυχαῖο, ὅτι αὐτὸν προετοίμασε ἡ Θεία Χάρις γιὰ νὰ τεθῆ ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ διωκομένου Ποιμνίου τοῦ Πατρίου!...


Μετὰ τὸν πόλεμο, ὅταν τὸ 1947 ἄρχισε ἡ περίοδος ἀνασυγκροτήσεως τοῦ Πατρίου στὴν χώρα, ὡς καὶ ἡ ἀκοικοδόμησις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σλατιοάρας, πραγματοποιήθηκαν καὶ οἱ πρῶτες ἐπαφὲς μὲ τὸν ἐπιφανῆ καὶ γνωστὸ γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ παραδοσιακότητά του Ἐπίσκοπο Γαλακτίωνα Κορντοὺν στὸ Βουκουρέστι ἀπὸ σημαίνοντα μέλη τῶν ἀκολούθων τὸ Πάτριον.


Ἐπίσκοπος Γαλακτίων τοὺς ἐδέχθη μὲ τιμὴ καὶ χαρὰ καὶ ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία καὶ ἑτοιμότητά του νὰ τοὺς συμπαρασταθῆ καὶ βοηθήση στὸ ἔργο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὀργανώσεώς τους. Ὅμως, ἡ ἐπίσημη προσχώρησίς του ἀναβλήθηκε γιὰ εὐθετώτερο χρόνο, ἐν ἀναμονῇ ἀνεγέρσεως τῆς Μονῆς Σλατιοάρας, ὥστε ὁ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης νὰ διαθέτη τὸ ἀπαραίτητο Κέντρο γιὰ τὴν ἐπιτέλεσι τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς του.


Πράγματι, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσι τοῦ Ἁγίου Γλυκερίου καὶ τῶν λοιπῶν φυλακισθέντων ἀπὸ τοὺς Ἀθέους Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν τὸ 1954, οἱ προσπάθειες γιὰ τὴν ἐκπλήρωσι τῆς ὑποσχέσεως τοῦ Ἐπισκόπου Γαλακτίωνος ἐντάθηκαν ἀπὸ μέρους τοῦ Ἁγίου καὶ τῶν συνεργατῶν του καὶ ἐν τέλει, χάριτι θείᾳ, ἐτελεσφόρησαν!


Εἰδικὴ ἀντιπροσωπία, ἀποτελουμένη ἀπὸ δύο Κληρικούς, τὸν π. Διονύσιο καὶ τὸν π. Εὐλόγιο, καὶ ἕναν λαϊκό, τὸν Ὀνούφριο Ὀνοφρέϊ (κατοπινὸ Μητροπολίτη Σίλβεστρο), Γραμματέα τῆς ἀπὸ τοῦ 1947 ἐχούσης τὸν ἐπίσημο τίτλο «Παραδοσιακὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς» τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου Ρουμανίας, μετέβη στὸ Βουκουρέστι γιὰ τὴν ἐπίσημη ὑποδοχὴ τοῦ Ἀρχιερέως.


Στὶς 21.5.1955 ἐκ. ἡμ., ὁ Ἐπίσκοπος Γαλακτίων, ἤδη τότε ἄγων τὸ 72ο ἔτος τῆς ἡλικίας του, προσῆλθε ἐπισήμως στὴν Μονὴ τῆς Σλατιοάρας κατὰ τὶς πρωϊνὲς ὧρες, ἐνῶ τὰ σήμαντρα τῆς Μονῆς ἠχοῦσαν χαρμοσύνως· ὁ π. Γλυκέριος ἐνδεδυμένος τὰ ἄμφιά του, τὸν ἀνέμενε γιὰ τὴν ὑποδοχὴ μὲ τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο, καὶ ἦσαν παρόντες ὁ Ἡγούμενος π. Δαυῒδ μὲ τὴν Ἀδελφότητα καὶ πλῆθος πιστῶν, οἱ ὁποῖοι μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ δάκρυα χαρᾶς ἀναφωνοῦσαν τὸ «Ἄξιος»!...


Στὴν ἐπακολουθήσασα Θεία Λειτουργία, στὴν ὁποίαν προέστη ὁ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης Γαλακτίων, προέβη στὴν χειροθεσία τοῦ π. Γλυκερίου εἰς Ἀρχιμανδρίτην, ἐπαινῶν μεγάλως τοὺς ἀγῶνας του καὶ τὴν πιστότητά του στὴν διατήρησι τῆς ἁγίας Ὀρθοδόξου Πίστεως ἀνοθεύτου καὶ ἀκαινοτομήτου, πρὸς χαρὰν τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.


σχολάζων τότε Ἀρχιερεὺς Γαλακτίων, ἤδη ἀπὸ τῆς 5/18.4.1955 διὰ ἐπισήμου κειμένου του, ἀπετειχίσθη ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Ρουμανίας καὶ προέβη σὲ ἐπίσημη Διακήρυξι τοῦ ἱστορικοῦ διαβήματός του, διὰ τοῦ ὁποίου ἀνελάμβανε τὴν διαποίμανσι τοῦ Ποιμνίου τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, κατ’ αἴτησίν του,ὡς Μητροπολίτης αὐτοῦ.


Τὸ Διάβημα ἐκοινοποίησε διὰ δικαστικοῦ κλητῆρος στὸ Πατριαρχεῖο στὸ Βουκουρέστι καὶ τὸ ἀπέστειλε στοὺς Πατριάρχας Μόσχας Ἀλέξιο τὸν Α’ καὶ Σόφιας Κύριλλο, μὲ τοὺς ὁποίους ἦταν συμφοιτητὴς στὴν Θεολογικὴ Ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τὸ Πατριαρχεῖο Ρουμανίας, δρῶν ἀστραπιαία ὡς Καϊαφικὸν συνέδριον, ἔσπευσε νὰ διώξη, ἤτοι νὰ καθαιρέση τὸν Ὁμολογητὴ Ἱεράρχη, τὴν Μεγάλη Πέμπτη τοῦ ἔτους ἐκείνου!


ταν ὅμως ὁ Θεὸς στεφανώνη καὶ ἐπικυρώνη, μάταια οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμη καὶ οἱ «δοτοὶ» ἐκκλησιαστικοί, ὑπόλογοι καὶ ὑπόδικοι γιὰ τὶς παρανομίες τους, ἐπιβάλλουν τὶς ἄδικες καὶ ὡς ἐκ τούτου ἄκυρες ποινές τους, πρὸς ἐκφοβισμὸν τοῦ Ποιμνίου καὶ ἱκανοποίησιν τῶν ἀθέων κρατούντων!... Η εντελώς ἀπρόσμενη αὐτὴ ἐξέλιξις τῶν πραγμάτων, ἐξέπληξε καὶ κατετάραξε καὶ τοὺς Πατριαρχικοὺς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, καὶ τοὺς κυβερνῶντας κομμουνιστάς.


Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπεφασίσθη ἡ ἄμεσος σύλληψις τῶν πρωτεργατῶν Μητροπολίτου Γαλακτίωνος καὶ Ἀρχιμανδρίτου Γλυκερίου. Ὁπότε, ἐστάλη ἕνας πρωθιερεὺς τοῦ Πατριαρχείου στὴν Σλατιοάρα,ὡς δῆθεν ἀντιπρόσωπος τοῦ Ὑπουργείου Θρησκευμάτων τοῦ Καθεστῶτος καὶ προσπάθησε νὰ τοὺς πείση, ὅτι ἦταν ἀνάγκη νὰ μεταβοῦν ἄμεσα στὸ Βουκουρέστι, γιὰ τὴν ἐπίσημη νομικὴ ἀναγνώρισί τους. Ἄν καὶ δὲν ἔγινε πιστευτός, Κλῆρος δὲ καὶ Λαὸς ἐκλιπαροῦσαν αὐτοὺς νὰ μὴ ὑποπέσουν στὴν παγίδα τῶν πατριαρχικῶν καὶ κυβερνώντων, αὐτοὶ τελικὰ μετέβησαν. 


Μὲ ἀποτέλεσμα, νὰ καταλήξουν δέσμιοι στὴν Ἀσφάλεια τοῦ Πλοεστίου, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ὁ μὲν Μητροπολίτης Γαλακτίων ἐστάλη γιὰ περιορισμὸ στὴν Μονὴ Τσερνίκα, πλησίον τοῦ Βουκουρεστίου, μέχρι τὰ μέσα τοῦ 1956, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Μονὴ Καλνταρουσάνι,ὁ δὲ Ἀρχιμανδρίτης Γλυκέριος ἐστάλη στὴν περιοχὴ Μπαραγκάν,στὸ χωριὸ Ρατσιτοάσα,μὲ ἄλλους δεσμίους.


Μητροπολίτης Γαλακτίων, μὲ τὸ πρόσχημα ὅτι μεταβαίνει γιὰ ἰατρικὲς ἐξετάσεις, ἠδύνατο νὰ χειροτονῆ μυστικά, σὲ Ἀγρυπνίες, Κληρικοὺς τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου, εἴτε στὴν Μονὴ Κοπασένι, εἴτε στὸν Ναὸ τοῦ χωριοῦ Μοάρα Ντομνεάσκα, στὴν περιοχὴ τοῦ Βουκουρεστίου.


Μὲ τὸν τρόπο αὐτό, μὴ διαβλέπων συνθῆκες ἐλευθερίας καὶ δυνατότητος συμπράξεως μὲ ἕτερο Ἀρχιερέα, ὁ Σεβασμιώτατος Γαλακτίων προέβη μόνος στὴν χειροτονία τοῦ Ἐπισκόπου Εὐλογίου (Ὄτσα) καὶ ἐν συνεχείᾳ τοῦ Ἐπισκόπου Μεθοδίου (Μαρινάκε) ἐντὸς τοῦ 1956, ἐν ἀναμονῇ καταλλήλων συνθηκῶν γιὰ τὴν προαγωγὴ καὶ τοῦ ὑπεραξίου ἱεροῦ Γλυκερίου στὴν Ἀρχιερωσύνη.


Περὶ τῆς ἀναγκαίας ἐκείνης πράξεως, ἔγραφε ὀρθῶς ὁ μακαριστὸς Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυπριανὸς († 2013) τὸ 1980 τὰ ἑξῆς: «ἡ κατ’ ἀδήριτον ἀνάγκην ἀντικανονικὴ ἐνέργεια αὐτὴ ἔγινε βεβαίως κατ’ οἰκονομίαν, ἀλλ’ ὁπωσδήποτε τὸ δογματικῶς καὶ μυστηριακῶς ἔγκυρον τοῦ Μυστηρίου ἦτο ἀναμφισβήτητον», μὴ συγκρινόμενη μὲ τὴν ἀντικανονικὴ παρόμοια πρᾶξι τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου τοῦ 1948 ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα.


χειροτονία εἰς Ἐπίσκοπον τοῦ Ἁγίου Γλυκερίου τελικά, ἡ ἄφιξις τοῦ Ἁγίου Γλυκερίου στὸ Βουκουρέστι ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ τὸν εἶχαν ἐκτοπίσει ἔγινε τὴν 16/29.11.1956, τὴν δὲ ἑπομένη ἡμέρα, 17/30.11.1956, ὁ Μητροπολίτης Γαλακτίων μὲ τοὺς δύο ἤδη χειροτονηθέντας Ἀρχιερεῖς Εὐλόγιο καὶ Μεθόδιο προέβη στὴν χειροτονία τοῦ Ἁγίου εἰς Ἐπίσκοπον σὲ Ἀγρυπνία στὸν Ναὸ τοῦ χωρίου Μοάρα Ντομνεάσκα, πλησίον τοῦ Βουκουρεστίου. Ὁ Ἅγιος διήνυε τότε τὸ 65ο ἔτος τῆς ἡλικίας του.



Τὴν ἑπομένη κιόλας ἡμέρα, ὁ νέος Ἐπίσκοπος μετέβη ὁδικῶς στὴν Μονὴ τῆς Σλατιοάρας,

ὅπου πλέον παρέμεινε τὰ ἑπόμενα 29 ἔτη τῆς ζωῆς του,

χωρὶς νὰ ἐξέλθη παρὰ ἐλάχιστες μόνον φορές.

Ἀπειλήθηκε μὲ ἐξορίες καὶ κακώσεις ἀπὸ τοὺς ἀθεϊστάς, ἀλλὰ ποτὲ δὲν ἐπέτρεψε πλέον ὁ Θεὸς νὰ τοῦ κάνουν κάτι δυσάρεστο.

Ἀρκετὰ εἶχε δοκιμασθῆ καὶ βασανισθῆ.Τώρα,ὡς Ἀρχιερεὺς παρέμενε σὰν «πέτρα»,

σὰν σταθερὸς ἄξονας γιὰ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Πατρίου,

σὰν παράγων εἰρήνης καὶ σταθερότητος, πνευματικῆς προόδου καὶ καθοδηγήσεως.

Ἐν τῷ μεταξύ,

ὁ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης Γαλακτίων ἐτέθη καὶ πάλι ὑπὸ περιορισμὸν στὴν Μονὴ Καλνταρουσάνι,

ἀπὸ ὅπου μὲ χαριτωμένο καὶ ἐντυπωσιακὸ τέχνασμα «ἀπήχθη» (!) ἀπὸ πιστοὺς τοῦ Πατρίου 

καὶ μετεφέρθη στὴν Μονὴ τῆς Σλατιοάρας, ὅπου λόγῳ χειροτερεύσεως τῆς ὑγείας του ἀπὸ τὶς ταλαιπωρίες,

ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τὴν 5/17.7.1959,

προκειμένου νὰ ἀναπαυθῆ ἐκ τῶν κόπων του καὶ νὰ λάβη τὸν μισθὸν τῆς Ὁμολογίας

 του ἐν Οὐρανοῖς παρὰ τοῦ Δωρεοδότου Σωτῆρος μας Χριστοῦ.

Τὰ δὲ ὀστᾶ τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου του,ὅπως μαρτυροῦν οἱ Ἀδελφοὶ Ρουμᾶνοι στὴν Μονὴ τῆς Σλατιοάρας,

ἐκπέμπουν ἰσχυρὴ καὶ ἐντυπωσιακὴ εὐωδία, δεῖγμα τῆς θείας εὐαρεστήσεως καὶ εὐλογίας!



Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Γαρδικίου κ. Κλήμης

της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF