ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 17 Ιουνίου 2021

ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ: ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ (ΜΕΡΟΣ 9ον)

 



Ο αοίδιμος Αγιορείτης Γέροντας π. Αββακούμ (1894-1978) υπήρξε ένα σκεύος εκλογής της Θείας Χάριτος, που λάμπρυνε την Ορθοδοξία στο <<Περιβόλι της Παναγίας μας>>, χάριν της επίμονης και αδιάλειπτης ασκήσεώς του, αλλά και της ορθοτομημένης πνευματικής του στάσης έναντι των Καινοτόμων του εορτολογικού <<πραξικοπήματος>>. Πράος, πρόσχαρης, ταπεινός, προσευχητικός, ασκητικότατος, με μία γνήσια και ανόθευτη κατά Θεόν ευγένεια προς όλους, πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του σε ένα μικρό αυτοσχέδιο κελλάκι του Αγίου Φανουρίου στη Βίγλα. Εκεί με άλλους ζηλωτές της εποχής του επιδίδετο σε μεγάλες προσευχητικές ασκήσεις, ώστε το αγαπημένο του, χοντρό και μάλλινο κομποσκοίνι του να βρίσκεται συνεχώς επάνω του. Ο π. Αββακούμ είχε αποστηθίσει εντός του εξ' ολοκλήρου την Αγία Γραφή με ένα θαυμαστό και υπερκόσμιο τρόπο, ώστε ν' αναγκάσει κάποτε και αυτόν τον Νικόλαο Λούβαρη (γνωστό Οικουμενιστή θεολόγο) να υποκλιθεί στην ακατάληπτη πνευματική του κατάσταση. Ο π. Αββακούμ είχε εξορισθεί (τρις) από την Μονή της Μεγίστης Λαύρας λόγω του ιερού ζήλου του προς τις ιερές Παραδόσεις, μέχρι να κατασκευάσει το ταπεινό ησυχαστήριό του στη Βίγλα, αλλά και κάποιες φορές είχε παρεξηγηθεί από πολλούς συνασκητές του, επειδή από ευγένεια ανταπέδιδε τους ασπασμούς που του έκαναν Μοναχοί της Καινοτομίας. Ο π. Αββακούμ ανήκε σε αυτήν την κάστα των διακριτικών Μοναχών, που δεν ταύτιζε επ' ουδενί την Αποτείχιση με την Απομόνωση, την αγάπη προς τα Παραδεδομένα με τον Φανατισμό και την Οίηση. Με τα χρόνια έγινε γνωστή η εξαϋλωμένη και αποστεωμένη εμφάνισή του, η άνευ ορίων ταπεινότητά του και η γνήσια αγαπητική του προσέγγιση προς τους πάσχοντες αδελφούς του -λαϊκούς και κληρικούς- τους οποίους θεωρούσε Όλους αμέτρως ανωτέρους απ' αυτόν! Στο θαυμάσιο βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+2007) που αναφερόμαστε, υπό τον τίτλο <<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>, καταγράφουμε ενδεικτικά την κατάθεση ψυχής ενός ανωτέρου δικαστικού, που τον γνώρισε από κοντά, και γεύθηκε σιμά του τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος! Σημειώνει: <<Ήτο, (ο π. Αββακούμ) όσα ερχότανε τότε με τόση χάρι, αφέλεια και βαθυτάτη ταπείνωση να μου εμπιστευθή, ανεπιτήδευτα, φυσικά, με τα γλυκά φωτεινά του μάτια, τα εξαϋλωμένα από τη νηστεία, αγρυπνία, αδιάλειπτη ευχή, για να με στηρίξη και μένα, εικοσάχρονο παιδόπουλο τότε, και αφού πάντα μού' βαζε <<μετάνοια>>, μ' αγκάλιαζε με άψογη οικειότητα, μ' αποκαλούσε <<πατέρα του>>. Πράγματι με καθήλωνε! [...] Άκακος, αμόλυντος, παιδικός, αρνησίκοσμος, ακτήμων με συναίσθηση μελλοθανάτου, με δίαιτα συνήθως <<κουκίων βρεγμένων και αγρίου μέλιτος>> μαγνήτευε κόσμο παρά το ψυχρό, πενιχρό ξυλοκρέββατό του, με σανίδια κι ένα σκαμνί κι ένα φτωχό πάγκο για διάβασμα - γράψιμο, γιατί ήτανε σοφός κι είχε μάθει, ότι καταχώνεται σε βάραθρο ή βόθρο η ψυχή που ποθάει υλικά, γήινα, φθαρτά. Ιδού το απαστράπτον ιδανικόν του, η παραδεισιακή του τέρψη, τρυφή, μακαριότητα>>! Μέσα σε λίγα λόγια, μια ενδεικτικά αδρή <<προσωπογραφία>> του αειμνήστου Γέροντος, που μέσα από τις σελίδες του εν λόγω βιβλίου θα οσμιστούμε το αυθεντικό άρωμα της Ορθοπραξίας και θα γευθούμε τα κεχαριτωμένα εκχυλίσματα της Αγιοπνευματικής Χάριτος. Δόξω τω Θεώ πάντων ένεκεν!




Γιώργος  Δ. Δημακόπουλος
Δημοσιογράφος







Ε κ  τ ο υ  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο υ )


Ι'. Εργάτης της εγκρατείας


Θυμάμαι όταν ανέβηκα για πρώτη φορά στην κορυφή του Άθω [1972] και σταμάτησα για λίγο στην <<Παναγία>>, τον τελευταίο σταθμόν πριν από την κορυφή, που απέχει ακόμη μια και πλέον ώρα.


Έτυχε τότε οι πατέρες να κατασκευάζουν το κτίσμα εξ υπαρχής, και ο π. Αββακούμ είχε σταλή από την Μονήν του, για να προσφέρη τις υπηρεσίες του στους εργαζομένους να μαγειρεύη, να φτιάχνη καφέδες, να ειρηνοποιή και συμβιβάζη... Με πόση χαρά με υπεδέχθη!


Αμέσως προσεφέρθη προθυμότατος να με κεράση, να μου πη λόγον αγάπης και ζωής. Ήτο τότε 78 ετών, αλλά διετηρείτο ακμαίος, όλος ζωηράδα και ενεργητικότητα, μόνον που το φως του είχε ελαττωθεί ικανώς.


Άλλοτε πάλι τον ευρήκαν μερικοί προσκυνηταί να κλαίη στο κελλί του μόνος, και όταν τον ερώτησαν τί συμβαίνει επληροφορήθησαν, ότι μόλις προ ολίγου κάποιοι άλλοι επισκέπται του είχαν


μιλήσει για μερικά τυφλά παιδιά, που υποφέρουν στον κόσμο και ο Γέροντας δεν μπόρεσε να συγκρατήση τα δάκρυά του! Αγάπη αληθινή, ανιδιοτελής, έμπρακτος.


Όταν μιλούσες μαζί του διέκρινες αμέσως ότι ήτο γεμάτος από το συμπαθές, το επιεικές, το φιλάνθρωπον, το διακριτικόν. Μαέστρος αληθινός στο μέτρο και την προσφορά της αγάπης του.


<<Όλως ιερόν τι πράγμα η συμβουλή γνώμης, ένωσης, αγάπης καρπός, ταπεινοφροσύνης απόδειξις>>. Εις δε τους πνευματικούς ετόνιζε ότι πρέπει να είναι πλήρεις αγάπης και καταδεκτικότητος,


ανοχής και πνεύματος ειρήνης, ώστε οιανδήποτε ώρα κι αν έρχεται ο πιστός να τον υποδέχονται με το χαμόγελον και το ευσπρόδεκτον, <<ώστε να φεύγη ευχαριστημένος και να δοξάζεται ο Χριστός>>!


Πολύ συχνά επίσης μιλούσε και για την χαρά που θα πρέπη να νιώθη ο πιστός χριστιανός στην ζωή του. Την χαρά την γνησία και άδολον, την χαράν του Κυρίου και όχι του κόσμου,


για την οποίαν ο ασκητής της Βίγλας έλεγε εκ πείρας τα εξής μεγάλα και αληθινά, τα οποία ουδείς μοναχός, τουλάχιστον νεώτερος, δεν τόλμησε να προφέρη:


<<Η χαρά είναι σχέσις με τον Θεόν, η ένωσις με αυτόν. Ο άνθρωπος γεννήθηκε για την χαρά, όχι για την θλίψι. Γιατί παίρνει την χαρά του από τα είδωλα; Πιστέψτε, πληρώνουν για την χαρά τους.


Η χαρά όμως του Θεού δεν κοστίζει τίποτα. Εγώ π.χ. δεν θα μπορούσα να την πληρώσω, διότι δεν έχω τίποτα στον κόσμο. Δεν μιλάω μόνον εγώ έτσι, αλλ' όμοια μιλούν και όλα μου τ' αδέλφια (οι μοναχοί), τα οποία δεν κατέχουν τίποτα, παρά μόνον τον Θεόν.


Όλοι αυτοί είναι γεμάτοι χαρά. Άδειασα τον εαυτόν μου για τον Χριστό! Δεν έχω τίποτα άλλο. παρά τον Χριστόν! Τίποτα άλλο παρά τον Χριστόν και την χαρά. Η φτώχεια είναι ωραία, διότι ελαφρώνει, ευκολύνει.


Πρέπει να είναι κανείς άδειος, για να εισέλθη ο Χριστός. Όταν ο Χριστός είναι μαζί μου, είναι η χαρά εντός μου. Σε κάθε σπηλιά τότε θα πρέπει να είναι χαρά''.



ΙΒ'. Ο χαρισματούχος


Πολλά είναι τα δώρα με τα οποία επροίκισε ο Θεός τον αοίδιμο Γέροντα: υγεία σιδηρά, μνήμην απέραντον, αγάπην εξαίρετον της μοναχικής πολιτείας, αγάπην προς τον Θεόν και τον πλησίον, απλότητα και καθαρότητα βίου και πολλά άλλα, τα οποία ευκόλως ανακαλύπτει ο μελετητής του ενθέου βίου του.


Αναρίθμητες φορές, στην πορείαν του προς την Βίγλαν, συνηντήθη με φίδια, μικρά και μεγάλα, χωρίς ποτέ ουδένα να τον βλάψη. Όταν κάποτε, σε καιρό θέρους, έκανε χαλάζι στην περιοχή της Κερασιάς μέχρι την Βίγλαν, και πιο πέρα, με αποτέλεσμα να καταστραφούν τα κλήματα των πατέρων, για τα κλήματα του γερο-Αββακούμ έγινε εξαίρεσις'


το κακό σταμάτησε στην αρχή της μάνδρας του Κελλίου του για να συνεχίση πιο πέρα την παρουσία του!... Σημειωτέον ότι πολλά από τα σταφύλια αυτά πωλούσε στην Μονήν του


και με τις εισπράξεις αυτές, και μερικές ευλογίες γνωστών του, συνέχιζε το χτίσιμο του Κελλίου του, το οποίον μόλις το 1965 μπόρεσε να σκεπάση, για να μείνη τελικώς ατελείωτο μέχρι τον θάνατό του!


Προτίμησε να μη το δη τελειωμένο, παρά να επιβαρύνη τους πολυπληθείς θαυμαστάς του οικονομικώς. Η διάκρισις και το <<μέτρον>> ήσαν καταφανή στην όλη διαγωγή του. Η πίστις του ήτο μεγάλη και βεβαία.


Τα πάντα εγκατέλιπε στην πρόνοια του Θεού, της Κυρίας Θεοτόκου και του Αγίου Φανουρίου. Φάρμακα δεν εχρησιμοποίησε ποτέ του. Όταν δε τελευταία επάτησε ένα καρφί και επρίσθηκε το πόδι του, και εν συνεχεία εμαύρισε με συνεχή άνοδο του πριξίματος προς το γόνατο, και πάλιν ηρνήθη να χρησιμοποιήση τα φάρμακα, που του έδωσαν.


<<Έχουμε την Παναγία>>, έλεγε, <<αυτή μας υποσχέθηκε ότι θα είναι ιατρός μας>>. Και πράγματι! Ενώ το πρήξιμο είχε περάσει το γόνατό του, μετ' ολίγον άρχισε να υποχωρή για να εξαφανισθή τελείως μετ' ολίγας ημέρας!


Όντως ο γερο-Αββακούμ έπλεε μέσα στο υπερφυσικό, όπως το ψάρι στο νερό. Ένας κληρικός θεολόγος, εις επιστολήν του προς ημάς, γράφει σ' ένα σημείο τα εξής διά την υψηλήν πολιτείαν του Γέροντα.


<<Κατά την συζήτησιν δεν περιαυτολογούσε. Διά τον εαυτόν του ωμιλούσε πολύ ταπεινά. Δι' αυτό και αναφερόμενος εις διάφορα καταπληκτικά και υπερφυσικά γεγονότα της ζωής του, δεν ωμίλει ευθέως, αλλά με προσοχή και επιφυλακτικότητα και με διάφορα υπονοούμενα.


Εκείνο το οποίον είπε σαφώς είναι ότι είδε οφθαλμοφανώς την Παναγίαν μας, μίαν Μ. Τετάρτη εις τον πρόναον της Εκκλησίας, προτού αρχίσει το ευχέλαιον, και ενώ ευρίσκετο μόνος εις αυτόν.


Έπασχε τότε από τα πόδια του, τα οποία ήσαν πρισμένα από την ορθοστασίαν της προσευχής. Επαρουσιάσθη εμπρός του η Παναγία ως βασίλισσα και του εσταύρωσε τα πόδια, όπως χρίει ο ιερεύς με το ευχέλαιον, και αμέσως εξηφανίσθη.


Από τότε τα πρισμένα πόδια του έγιναν καλά! Περί παρομοίων υπερφυσικών γεγονότων είχε πολλά να πη, αλλά διά λόγους ταπεινοφροσύνης σιωπούσε.


Μόνον έλεγε και επαναλάμβανε: <<Τί να σου πω, μόνον αυτά; Μόνον αυτά>>; Ας έχει δόξαν ο Πανάγαθος Θεός, ο οποίος και εις τας χαλεπάς ημέρας μας, μας στέλλει τους Αγίους του διά να μας παρηγορήσουν και να μας βοηθήσουν να μετανοήσωμεν διά να επιτύχωμεν την σωτηρίαν μας>>. 


Αγιορείτης δε αρχιμανδρίτης εις γνωστόν του βιβλίον περί του Αγίου Όρους, γράφει: <<Και θαύματα δε παράδοξα ενήργησεν εν τη δυνάμει του Χριστού και της χάριτος της Θεοτόκου


προσευχόμενος ο Γέρων Αββακούμ, διότι και εν καιρώ ελλείψεως και ανάγκης πολύ άρτον παρουσίασεν εν τη αποθήκη, οίνου μη υπάρχοντος, προσήραξαν απροσδοκήτως δύο πλοία, οι δε ναυτικοί προσεκόμισαν οίνον άφθονον εις την Μονήν, προς κοινήν πάντων των εν τη Μονή χαράν και πανήγυριν>>.


Κάποτε το κρασί της Μονής εφαίνετο ότι δεν θα φθάση για όλη τη χρονιά. Οι Γεροντάδες τότε του είπαν να βάλη λίγο νερό, ώστε να προέλθη μία ισορροπία μέχρι τη νέα σοδειά. Ηρνήθη κατηγορηματικώς!


<<Η Παναγία μας ως Οικονόμισσα θα τα οικονομήση>>, είπε μετά μεγάλης πίστεως. Και πράγματι! Όχι μόνον εκείνη την χρονιά, αλλά όσο καιρό ήτο στο διακόνημα αυτό, ουδέποτε παρετηρήθη έλλειψις στον <<ευφραίνοντα τας καρδίας των ανθρώπων>> οίνον της Λαύρας.


Ήτο δυνατόν η Κυρία Θεοτόκος να λυπήση το ηγαπημένο της παιδί, τον απλούν και χαριέστατον π. Αββακούμ; Οι περί χαρισμάτων λόγοι του θείου Αποστόλου, που αναφέρονται εις την προς Ρωμαίους επιστολήν του, πόσο ταιριάζουν εις την περίπτωσιν του γέροντος Αββακούμ.


<<Έχοντες δε χαρίσματα κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν διάφορα, είτε προφητείαν, κατά την αναλογίαν της πίστεως, είτε διακονίαν, εν τη διακονία, είτε ο διδάσκων εν τη διακονία, είτε ο παρακαλών εν τη παρακλήσει, ο μεταδιδούς, εν απλότητι, ο προϊστάμενος εν σπουδή, ο ελεών, εν ιλαρότητι>> (12, 6-8).


Αλλά και την κωρονίδα των αρετών και χαρισμάτων, την αγάπην, εις πόσον μεγάλον βαθμόν δεν κατείχεν ο αξιομακάριστος Γέροντας, καθώς μαρτυρούν όλοι όσοι τον εγνώρισαν.



Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι )


Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Σειρά αναρτήσεων εκ του βιβλίου
του αειμνήστου Ιερομονάχου π. Θεοδωρήτου Μαύρου (+ 2007),
<<ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΥΤΟΣ 1894 - 1978>>,
εκτύπωση - βιβλιοδεσία ΑΘΗΝΑ Α.Ε., έκδοσις δ', σελ. 44-48, 
Αθήναι 2002.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF