ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Δευτέρα 24 Απριλίου 2023

«ΠΑΤΡΙΔΟ-ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ»: ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ «ΜΙΣΗ ΩΡΑ ΠΕΡΙΣΥΛΛΟΓΗΣ»




 «ΠΑΤΡΙΔΟ-ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ»


Χρονικά του Ελληνοϊστορείν, μιας Ελλάδας που αποσυντίθεται φύρδιν - μίγδιν, συνήθειες, ιστορίες, ήθη, έθιμα, Πίστη και αξίες που στις μέρες μας εαλώθηκαν από τους  «νεοδιαφωτισμούς» του δαιμονόπληκτου Δυτικού «πολιτισμού» και τις αφιονισμένες διαδράσεις του Οικουμενισμού και της Παγκοσμιοποίησης. Μνήμες, αναμνήσεις και υπομνήσεις για το γένος των Ελλήνων, που από την ίδρυση του νέου Ελληνικού Κράτους και εντεύθεν αγωνίζεται να βρει την «ταυτότητά» του ανάμεσα στη «σκύλλα» του αποστατούντος δυτικοευρωπαϊσμού  και τη «χάρυβδη» του έκπτωτου και καταχθόνιου «αμερικανισμού». Γιατί η Ιστορία εκδικείται, όταν την αγνοείς, πολλώ δε μάλλω, όταν δεν την γνωρίζεις!


Έρευνα - επιμέλεια - δημοσίευση


Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος



15 Ιανουαρίου 1947


ΕΚΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ

ΓΙΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ



«Ας δημιουργήσουμε όλοι μας μαζί μιαν απαρχή αμοιβαίας εμπιστοσύνης»



Αδελφοί Έλληνες,


Η παράταση του  εμφυλίου  σπαραγμού δημιουργεί ασφαλώς μες σε κάθε Έλληνα αισθήματα και υποχρεώσεις, που μια δύναμη ακατανίκητη τα σπρώχνει με τον ένα ή άλλο τρόπο να εκφραστούν. Αλλά, βεβαιότατα, τα αισθήματα αυτά κι οι υποχρεώσεις δεν διαβαίνουν για τον καθένα από το ίδιο πρίσμα. Τα προβλήματα ενός τόπου και προπάντων όταν φθάνουν στην οξύτητα που φθάνουν τα δικά μας, συγκερνιώνται πάντα, όπως λέει ο Πλούταρχος στα Ηθικά του, καθώς συγκερνιέται το κρασί <<τοις τρόποις των πινόντων>>. Κι οι <<πίνοντες>> την ώρα ταύτη, στην Ελλάδα, είναι πολλοί. Η απογραφή τους δεν είναι εύκολη καθόλου. <<Φρόνιμοι>>,  <<σοφοί>>, <<φιλόδοξοι>>, <<παράφρονες>>, <<κρυπτοπαράφρονες και χίλιοι ακόμα άλλοι, τη στιγμήν αυτή μεράζονται, ο καθένας με τον <<τρόπο>> του, τις φοβερές ευθύνες για τη σωτηρία του πυρπολούμενου σπιτιού μας κι ο καθένας τους <<καλή τη πίστει>> προσκομίζει το μικρό του ή το μεγάλο του ξύλο για ν' ανάψει περισσότερη φωτιά. Την ώρα τούτη υπάρχουν μεταξύ μας άνθρωποι, που όταν βρεθεί κανείς ανάμεσά τους, σκέπτεται αν  βρίσκεται μπροστά σε μια κακόζηλη  συνοικιακή παράσταση «Μεσαιωνικού Βασιλείου Βασιλέων». Μάχες που κερδίζονται ή χάνονται από μια μονάχα λέξη, στρατηγοί που χρίονται <<επί τόπου>>, ή καθαιρούνται από τη μια στιγμή στην άλλη, επαρχίες ολόκληρες που κατακτώνται και χαρίζονται αμοιβαία, αυτά κι' άλλα ανάλογα είναι το συνηθισμένο θέμα των συνομιλιών τους... Τίποτε δεν είναι δυνατόν να τους διακόψει... Κι αν συμβεί ένας άνθρωπος του λαού, ένας απλός ξωμάχος, ένας πρωταγωνιστής στα μέγα θέμα της από τον ίδιο αυτό ηρωικής συντήρησης της ζωής του Έθνους, να προβεί απροσδόκητα μπροστά τους και να τους ρωτήσει: <<Πώς θα σπείρουμεν εφέτος τα χωράφια μας; Πού θα βρεθούν τα χέρια; Πώς θα πολεμήσουμε ακόμα και τις θεομηνίες;>>. Ασφαλώς θα σηκωθούνε όλοι μαζί για να του πούνε: <<Πήγαινε από δω... Αυτά δεν μας ενδιαφέρουν. Πληροφόρησέ μας μόνο πόσοι σκοτώθηκαν χτες απ' το ένα κι απ' το άλλος μέρος στο χωριό σου...>>. Πλάι σ' αυτούς υπάρχουν κατόπι κι άλλοι, πιο συγκροτημένοι στο φαινόμενο... Είναι οι λεγόμενοι (Θεωρητικοί). Βρίσκουν τη λύση της τεράστιας τραγωδίας ή στα παλιά βιβλία και στα χαρτιά αρχινώντας με <<τα παραδείγματα>> της Ιστορίας, ή την βλέπουν ολοφάνερα στο τελευταίο ξενόφωνο άρθρο μιας μεγάλης πάντα σε κυκλοφορία και σχήμα εφημερίδας: Την φορά αυτή δεν είναι δυνατό το πρόβλημα να βρει τη λύση του από εμάς. Την λύση αυτή την προσδιορίζει η οικονομική αλληλεξάρτηση που καθολικεύθηκε απ' τον ένα ως με τον άλλο πόλο του πλανήτη.  Αναγκαστικά είμαστε ένας κρίκος μες στην παγκόσμια άλυσση ορισμένων συμφερόντων και το γεγονός αυτό μας υποχρεώνει, μας δεσμεύει με τα κινητά κι οποιαδήποτε άποψη, ηθική, υλική, πολιτική, στην άλυσσην αυτήν. Κι ο καθένας από τούτους βλέπει μέσα από το πρίσμα του τη «σωτηρία του τόπου», κι ο καθένας, ως ξανάπα, φέρνει το δικό του ξύλο στην κοινή πυρά, ενώ η θυμέλη του έθνους διαρκώς φορτώνεται με σφάγια ομοαίματα κι η πυρκαϊά μες στην οποία κινδυνεύει να καεί ολόκληρη η Ελλάδα αναρριπίζεται απ' όλες τις μεριές.


Αδελφοί μου, Έλληνες!


Η οποιαδήποτε επέμβαση ενός απλού πνευματικού ανθρώπου στα Κοινά, τους τελευταίους καιρούς είναι συνήθεια να θεωρείται από τους πολλούς που αυτοτιτλοφορούνται <<θετικοί>>, σαν κάτι που τοποθετείται αυτό μόνο του στο περιθώριο της ζωής του τόπου, όταν -και στην πλέον ευνοϊκή περίπτωση- δεν βλέπεται απ' αυτούς τους ίδιους ωσάν ένα <<διακοσμητικό>> ή ελαφρά <<επικουρικό>> στοιχείο στις κατευθύνσεις που και πάλι αυτοί οι ίδιοι προχαράσσουνε και υπηρετούν. Για ν' ακουστεί λοιπόν με κάποια δόση προσοχής στις μέρες μας η ήρεμη φωνή ενός αγνού πνευματικού πολίτη, ο πολίτης τούτος θά' πρεπε -κατά τη γνώμη πάντοτε των παραπάνω- να επιδώσει ως ένα είδος διαπιστευτηρίων των κάποιων δικαιωμάτων του, ή ένα σεβαστό κατάλογο από ψηφοφόρους, ή (που θά' ταν και το πειστικότερο για τούτους) τον κατάλογο ενός ικανού και κατά το δυνατό καλά οπλισμένου που θα τον προστάτευε στρατού. Αλλά και γι' αυτό ακριβώς κι από τα πρώτα λόγια αυτής της έκκλησής μου, έχω το χρέος να δηλώσω πως την έκκλησην αυτή την απευθύνει σήμερα προς όλους τους ομοαίματούς του αδελφούς και σ' όλες γενικά τις κατευθύνσεις (ως κι αυτές ακόμα που περίγραψα λιγόλογα πιο απάνω) ένας άνθρωπος που ζει εντελώς μακρά από κάθε θορυβώδη ανάμιξη στα πράγματα του τόπου, αλλά που στη θεληματική του μόνωση αγωνίζεται να συγκεντρώνει και τις τελευταίες του ζωτικές δονήσεις, ώστε, όταν σημάνει η ώρα μες στην ίδια συνείδηση μονάχα -μη προσμένοντας τον έπαινο ποτέ κι από κανένα και περιφρονώντας όλες τις τυχόν μομφές-, νά' ναι σε θέση να σταθεί αδίσταχτα κι ευλαβικά αλληλέγγυος με τη σύνολη του τόπου του ψυχή. Και που το κάνει αυτήν την ώρα με την έκκλησην αυτήν του, χωρίς άλλη αξίωση απ' αυτή που του επιβάλλει το καθήκον του κι η ενδόμυχη ελπίδα στη βαθύτερη ηθική συναίσθηση όλων των Ελλήνων, που την ώρα τούτη βλέπουν πια ολοφάνερα πως το ποτήρι των δοκιμασιών του Έθνους επλημμύρισε και ξεχειλίζει Αίμα από παντού. Απ' το ποτήρι λοιπόν τούτο, που έχει πάρει πια τις διστάσεις γιγαντιαίου Δισκοπότηρου, η έκκληση αυτή μου προσκαλεί όλους τους αδελφούς να μεταλάβουν, οσοδήποτε αν ετούτη τη στιγμή το φοβερό μας δράμα χρωματίζεται για τον καθένα εκ των προτέρων με αποχρώσεις που είν' αδύνατο σχεδόν ν' απαλειφθούν, αν δεν πιστέψουμε όλοι πως κατόπιν απ' την μετάληψην αυτή όλα τα πάθη που μας διαιρούν


θα μπουν αγάλι - αγάλι μες στην κοίτη μιας κοινής απαίτησης, όπου, όλες οι ωμά κι αδελφοκτόνα συγκρουόμενες την ώρα τούτη καταστάσεις, θα μπορέσουμε αύριο να βρούνε σ' ένα ακμαίο κι ηνίοχο σώμα το βαθύ φυσιολογικό τους προορισμό. Γιατι στο βάθος από τούτο το ποτήρι υπάρχει κι αναπαλλοτρίωτη η αιώνια γεύση του αίματος των αδελφών μας, η μεγάλη γεύση αυτών των ίδιων μας, ανάμεσα σ' ολόκληρη την ιστορία του κόσμου, ηρωϊκών δημιουργικών δοκιμασιών.


Αδελφοί μου, Έλληνες,


Την ώρα αυτή βρισκόμαστε ανεξαίρετα όλοι αντιμέτωποι με την επείγουσαν ανάγκη μιας μεγάλης περισυλλογής. Κανένας απολύτως από μας και σ' οποιαδήποτε παράταξη κι αν ανήκει, δεν ευρίσκεται σε θέση ν' αρνηθεί πως επί χρόνια τώρα τρώμε το ζυμάρι για ψωμί και πίνουμε το γλεύκος για κρασί και πως οι φοβερές συνέπειες των ζυμώσεων της ανώριμης αυτής και μακροχρόνιας δίαιτάς μας συντελούνται μες στον ίδιο μας οργανισμό κι αντανακλούν θανατηφόρα μες την ίδια μας κοινή θεμελιώδη υγεία ως έθνους και ως λαού. Η επείγουσα ανάγκη της μεγάλης περισυλλογής ανταποκρίνεται σε μια άμεσην βιολογική ανάγκη. Η γενική αιμορραγία των ριζών και του κορμού του δέντρου της κοινής ζωής μας έχει φτάσει πια και κάθε μέρα φτάνει περισσότερο στο πιο εξαντλητικό της στάδιο. Και το σύνθημα, που την στιγμήν αυτή προβάλλει στη συνείδηση όλων των Ελλήνων η έκκλησή μου ταύτη, δεν είναι άλλο τίποτε την ώρα τούτη από το Σήμα του κοινού βιολογικού κινδύνου και το Σήμα εναντίον της απειλής του πιο παράφορου, του πιο παράλογου, που γνώρισε ως την ώρα αυτή η ιστορία μας, βιολογικού αυτοδιαμελισμού. Ας εξαρθούμε λοιπόν όλοι την στιγμήν ετούτην ως με την ενιαία συνείδηση του δράματος του Έθνους. Ας κερδίσουμε μες στην ψυχή μας, και στο μέσο απ' το δαιμονισμένο θόρυβο των αντεκλήσεων όπου μας κυκλώνουν, μισή ώρα αληθινής στιγμής. Ας δημιουργήσουμε όλοι μας μαζί μιαν απαρχή αμοιβαίας εμπιστοσύνης, αν δεν θέλουμε να ιδούμε σύντομα ολόκληρο τον ελληνικό λαό, κατάκοπο στο τέλος απ' τη γενικήν αιμορραγίαν, να κυλάει στο ύστατο σκαλί όπου μπορεί να γκρεμιστεί ένας λαός: στην αποκήρυξη της ίδιας βιολογικής του πίστης στον εαυτό του και στο μέλλον του, αποκήρυξη εξαιτίας της οποίας η ιστορία των τελευταίων αυτών του χρόνων, ιστορία γεμάτη ηρωϊσμούς, θυσίες κι ελπίδες κινδυνεύει να του φαίνεται μεθαύριο ίσως, όπως λέει ο Σαίξπηρ, <<μια παράδοξη ιστορία, που θα την διηγείται πια στο κόσμο ένας τρελλός>>. Ας κατακτήσουμε λοιπόν με θέληση ουσιαστική, αδελφοί μου, μες στον εαυτό μας, κι όλοι για όλους, τη <<μισή αυτή ώρα της αληθινής σιγής>>. Ας θυμηθούμε πως ιστορία όλου του κόσμου υπάρχουνε στιγμές όπου το φως καταπραϋνει τη φωτιά και πως τροφοδοτώντας τη φωτιάν αυτή χωρίς το φως, με μόνες τις ωμά χωριστικές μας τάσεις, τόσο περισσότερο ο λαός για τον οποίο πονούμε όλοι, μένει απέξω απ' την πραγματική φροντίδα μας γι' αυτόν και πως με τούτο δεν υπηρετούμε παρά μόνο κάποιες ενστικτώδεις μας κι εφήμερες ικανοποιήσεις. Αλλά να που τη στιγμήν αυτή, αυτός ο ίδιος ο λαός, ο λαός που με το μόχτο του και τον ιδρώτα του αξιοποιεί στους αιώνες και μερόνυχτα την γη αυτή, ορμά ανάμεσα από τις αντιμαχόμενες μερίδες, άοπλος, νηστικός, γυμνός, τριγυρισμένος μ' όλες τις μανάδες κι όλες τις χαροκαμμένες θυγατέρες του και μ' όλα τα πεντάρφανα παιδιά του, και ζητεί από τούτες -πανελλήνιος τραγικός χορός- σπαραχτικά κι επίμονα, ένα μόνο πράγμα: <<Να σταθεί επιτέλους, αρχινώντας με μιαν άμεση εκεχειρία, που θα δώσει τον καιρό για μια αμοιβαία τίμια συνεννόησιν, η εξαντλητική του κόσμου αιμορραγία. Να περισωθούν οι αληθινές κοινές μεγάλες ρίζες κι ο κοινός τρανός βιολογικός κορμός του Δέντρου της Ζωής μας>>. Αυτό μόνο για την ώρα, κι ως την ώρα που η κοινή πορεία του Έθνους θα μπορέσει πάλι να βαδίσει μες στο δρόμο του πραγματικού της φυσιολογικού και ιστοριολογικού προορισμού. Στο καιριότατο αυτό αίτημα του λαού μας, έχω την πεποίθηση, αδελφοί μου Έλληνες, πως όλοι μ' ένα χτύπο της καρδιάς μας απαντάμε: Ναι! Αλλά βέβαια η απάντηση αυτή δεν εξαρτάται μόνον από την ανώνυμη κατάφαση οσονδήποτε, πολυάριθμων κι απροκατάληπτων ψυχών, που αποτελούν και τούτες ένα μέρος του μεγάλου ανώνυμου λαού. Εξαρτάται, ηθικά και τεχνικά, απ' αυτούς που κυβερνάνε σήμερα τον τόπο αυτό. Εξαρτάται από τη μερική ή τη σφαιρική διαφώτιση του Ελληνικού τεράστιου δράματός μας, στη συνείδηση των ξένων. Εξαρτάται από την Εκκλησία μας. Εξαρτάται ακόμα από όλους τους <<διανοούμενους>> του τόπου, που καλούνται να υψωθούνε σε μια ζώνη αφανάτιστης και απρόσωπης προς την Ελλάδα διακονίας. Λόγος που με υποχρεώνει να στραφώ ως σε κατακλείδα, γενικά, σ' όλους αυτούς, και να τους πω:


Εσείς όσοι κυβερνάτε σήμερα τον τόπο αυτό.
Κι εσείς, Ιεράρχες.
Κι εσείς όσοι <<διανοούμενοι>> μες στην Ελλάδα.


Υψωθήτε όλοι απάνου από τη σφαίρα της συμβατικής, εκείνης ρητορείας, που συχνά σας επιβάλλεται απ' το ίδιο υπούργημά σας και συχνά σας εμποδίζει να σκεφθήτε πως η απλή αλήθεια είν' η ανώτερη απ' όλες τις ρητορικές. Αυτονομήστε μέσα σας την έννοια της Ελλάδας, βλέποντάς τη μες στη σφαίρα της πλατύτερης πνευματικής και ιστορικής αντικειμενικότητος. Και με το μέσο αυτό αναχθήτε αγάλι - αγάλι προς το Φως που μέσα στη συνείδησή σας πρέπει νά' ναι, απροκάλυπτα, ένα Φως Ελληνικό, προς την Αλήθεια που και τούτη οφείλει νά' ναι για τη σκέψη σας μια αυθεντική Ελληνική Αλήθεια, προς την ύψιστην Ιδέα της Ελευθερίας, που κι αυτή δε θά' ναι τόσο αυθεντική Ελληνική Ελευθερία. Και που για τον ίδιο λόγο κι απ' την ίδια ανόθευτην Ελληνικότητά τους θά' ναι σύγχρονα ως έννοια κι ως ουσία, και Φως καθολικό και Αλήθεια οικουμενική και Ελευθερία παγκόσμια. Κι από τη σφαίρα τότε ετούτου του αυθεντικού Φωτός κι αυτής της ίδιας καθαρής Ελληνικής Ελευθερίας, διατηρώντας μέσα σας μια ανταύγειά τους, προχωρήστε προς τη σφαίρα της σημερινής Ελληνικής πραγματικότητας. Και προχωρήστε επομένως τότε αδίσταχτα (έχοντας στο νου σας σταθερά πως μονάχα η ζωή δίνει τη ζωή, ενώ οι διχασμοί -όταν μάλιστα καλλιεργούνται συστηματικά και παρατείνονται- δημιουργούν για έναν λαό τον ηθικό του εκφυλισμό και τελικά τον οδηγούν στον θάνατο), στη μόνη που επιβάλλεται απ' τα πράγματα και μόνη αυθεντική στις μέρες μας Ελληνική πολιτική: Πολιτική Αγάπης και Έξαρσης, πολιτική πραγματικού κι ουσιαστικού κατευνασμού. Και στοχαστήτε όλοι πως, απ' τον ορθό ή τον αδέξιο χειρισμό του αδιόρατου αυτού σημείου του Χρόνου, όπου βρισκόμαστε την ώρα αυτή -και που ίσως κάποιοι να φαντάζονται ότι θα μείνουνε για πάντα- απ' τον ορθό, επαναλαβαίνω, ή τον αδέξιο χειρισμό του χρονικού αυτού εφήμερου σημείου, εξαρτάται ή να σπρώξουμε ολόκληρο τον Ελληνικό Λαό προς την αυτοκαταστροφή του, ή να τον βοηθήσουμε, παρ' όλα τα καίριά του τραύματα, να μπει με τη σειρά του, αύριο, φυσιολογικός κι ελεύθερος, στη νέα που ξανοίγεται (οσοδήποτε δημιουργικά σκληρή) στις μέρες μας, για όλα τα έθνη και για ολόκληρη την ανθρωπότητα, τροχιά.




*Από το φιλολογικό περιοδικό «ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ»
Αριθμός 1, 15 Ιανουαρίου 1947, σελ. 3-4.
Δεκαπενθήμερη Πνευματική Επιθεώρηση
Διευθυντής:  Δ. Φωτιάδης, Αρχισυντάκτης: Ν. Βρεττάκος
Εισαγωγή στο διαδίκτυο, έρευνα, επιμέλεια, παρουσίαση
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF